Δισκία μ μκουετιαπίνης παρατετα ένης αποδέσ ευσης
εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με
κουετιαπίνη σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν θεραπεία με εικονικό
φάρμακο σε βραχυπρόθεσμες κλινικές δοκιμές με έλεγχο εικονικού
φαρμάκου σε ΜΚΔ και διπολική κατάθλιψη. Σε βραχυπρόθεσμες δοκιμές
με έλεγχο εικονικού φαρμάκου στη διπολική κατάθλιψη, η συνολική
επίπτωση των εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων ήταν 8,9% για την
κουετιαπίνη σε σύγκριση με 3,8% για το εικονικό φάρμακο. Σε
βραχυπρόθεσμες κλινικές δοκιμές μονοθεραπείας, με έλεγχο εικονικού
φαρμάκου, στη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, η συνολική επίπτωση
εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων ήταν 5,4% για τα δισκία κουετιαπίνης
παρατεταμένης αποδέσμευσης και 3,2% για το εικονικό φάρμακο. Σε μια
βραχυπρόθεσμη κλινική δοκιμή μονοθεραπείας με έλεγχο εικονικού
φαρμάκου σε ηλικιωμένους ασθενείς με μείζονα καταθλιπτική
διαταραχή, η συνολική επίπτωση εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων ήταν
9,0% για τα δισκία κουετιαπίνης παρατεταμένης αποδέσμευσης και 2,3%
για το εικονικό φάρμακο. Τόσο στη διπολική κατάθλιψη όσο και στην
ΜΚΔ, η επίπτωση των μεμονωμένων ανεπιθύμητων συμβάντων (π.χ.
ακαθησία, εξωπυραμιδική διαταραχή, τρόμος, δυσκινησία, δυστονία,
ανησυχία, ακούσιες μυϊκές συσπάσεις, ψυχοκινητική υπερδραστηριότητα
και μυϊκή ακαμψία) δεν υπερέβη το 4% σε οποιαδήποτε ομάδα θεραπείας.
Σε βραχυπρόθεσμες μελέτες, σταθερής δόσης (50 mg/ημέρα έως 800
mg/ημέρα) με έλεγχο εικονικού φαρμάκου (με διάρκεια που κυμαινόταν
από 3 έως 8 εβδομάδες), η μέση αύξηση βάρους για τους ασθενείς που
έλαβαν θεραπεία με κουετιαπίνη κυμαίνονταν από 0,8 kg για ημερήσια
δόση 50 mg έως 1,4 kg για ημερήσια δόση 600 mg (με χαμηλότερη αύξηση
για την ημερήσια δόση 800 mg), σε σύγκριση με 0,2 kg για τους ασθενείς
που έλαβαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο. Το ποσοστό των ασθενών που
έλαβαν θεραπεία με κουετιαπίνη οι οποίοι παρουσίασαν αύξηση του
σωματικού τους βάρος κατά 7% κυμαινόταν από 5,3% για ημερήσια
δόση 50 mg έως 15,5% για ημερήσια δόση 400 mg (με χαμηλότερη αύξηση
για τις ημερήσιες δόσεις 600 και 800 mg), σε σύγκριση με 3,7% για τους
ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο.
Οι πιο μακροπρόθεσμες δοκιμές πρόληψης υποτροπών είχαν μια ανοικτή
περίοδο (με διάρκεια που κυμαινόταν από 4 έως 36 εβδομάδες) κατά τη
διάρκεια της οποίας οι ασθενείς έλαβαν θεραπεία με κουετιαπίνη,
ακολουθούμενη από τυχαιοποιημένη περίοδο διακοπής κατά τη διάρκεια
της οποίας οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε κουετιαπίνη ή εικονικό
φάρμακο. Για τους ασθενείς που τυχαιοποιήθηκαν σε κουετιαπίνη, η
μέση αύξηση βάρους κατά τη διάρκεια της ανοικτής περιόδου ήταν 2,56
kg και μέχρι την εβδομάδα 48 της τυχαιοποιημένης περιόδου, η μέση
αύξηση βάρους ήταν 3,22 kg, σε σύγκριση με την ανοικτή αρχική περίοδο.
Για τους ασθενείς που τυχαιοποιήθηκαν σε εικονικό φάρμακο, η μέση
αύξηση βάρους κατά τη διάρκεια της ανοικτής περιόδου ήταν 2,39 kg και
μέχρι την εβδομάδα 48 της τυχαιοποιημένης περιόδου, η μέση αύξηση
βάρους ήταν 0,89 kg, σε σύγκριση με την ανοικτή αρχική περίοδο.
Τμήμα 1.3.1 Σελίδα 25 από