συγχορήγηση ομεπραζόλης (40 mg 4 φορές την ημέρα) μείωσε τη μέση AUC,
Cmax και Cmin της νελφιναβίρης κατά 36-39% και η μέση AUC, Cmax και Cmin
του φαρμακολογικά δραστικού μεταβολίτη M8 μειώθηκε κατά 75-92%. Λόγω
των παρόμοιων φαρμακοδυναμικών επιδράσεων και φαρμακοκινητικών
ιδιοτήτων της ομεπραζόλης και της εσομεπραζόλης, η ταυτόχρονη χορήγηση
εσομεπραζόλης και αταζαναβίρης δε συνιστάται (βλ. παράγραφο 4.4) και η
ταυτόχρονη χορήγηση εσομεπραζόλης και νελφιναβίρης αντενδείκνυται (βλ.
παράγραφο 4.3).
Για την σακουιναβίρη (σε συνδυασμό με ριτοναβίρη), έχουν αναφερθεί
αυξημένα επίπεδα στον ορό (80-100%) κατά την ταυτόχρονη χορήγηση αγωγής
ομεπραζόλης (40 mg 4 φορές την ημέρα). Η αγωγή με ομεπραζόλη 20 mg 4
φορές την ημέρα δεν επηρέασε την έκθεση στη δαρουναβίρη (σε συνδυασμό με
ριτοναβίρη) και στην έκθεση της αμπρεναβίρης (σε συνδυασμό με ριτοναβίρη).
Η αγωγή με εσομεπραζόλη 20 mg 4 φορές την ημέρα δεν επηρέασε την έκθεση
στην αμπρεναβίρη (σε συνδυασμό με ριτοναβίρη ή χωρίς). Η αγωγή με
ομεπραζόλη 40 mg 4 φορές την ημέρα δεν επηρέασε την έκθεση στη λοπιναβίρη
(σε συνδυασμό με ριτοναβίρη).
Μεθοτρεξάτη
Έχει αναφερθεί ότι σε κάποιους ασθενείς όταν χορηγείται μαζί με αναστολείς
της αντλίας πρωτονίων (PPIs), τα επίπεδα της μεθοτρεξάτης αυξάνονται. Σε
χορήγηση υψηλής δόσης μεθοτρεξάτης, μια προσωρινή διακοπή στη χορήγηση
της εσομεπραζόλης, θα πρέπει ενδεχομένως να εξετάζεται.
Τακρόλιμουςς
Σύμφωνα με αναφορές, κατά τη συγχορήγηση με εσομεπραζόλη, τα επίπεδα
του τακρόλιμους αυξήθηκαν στον ορό του αίματος. Επομένως, μια πιο
προσεκτική παρακολούθηση των συγκεντρώσεων του τακρόλιμους, καθώς και
παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας του ασθενή (κάθαρση κρεατινίνης)
πρέπει να πραγματοποιείται και τροποποίηση της δοσολογίας του
τακρόλιμους εάν είναι απαραίτητο.
Φάρμακα των οποίων η απορρόφηση εξαρτάται από το
pH
Η καταστολή των γαστρικών οξέων, κατά τη διάρκεια θεραπείας με
εσομεπραζόλη και άλλα PPIs, μπορεί να αυξήσει ή να μειώσει την απορρόφηση
άλλων φαρμάκων, όταν αυτή εξαρτάται από την τιμή του γαστρικού pH. Κατά
τη διάρκεια θεραπείας με εσομεπραζόλη, όπως συμβαίνει και με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία ελαττώνουν την ενδογαστρική οξύτητα, η
απορρόφηση της κετοκοναζόλης, της ιτρακοναζόλης και της ερλοτινίβης
μπορεί να μειωθεί ενώ η απορρόφηση της διγοξίνης να αυξηθεί.
Κατά τη συγχορήγηση της εσομεπραζόλης (20 mg ημερησίως) και της διγοξίνης
σε υγιή άτομα, αυξήθηκε η βιοδιαθεσιμότητα της διγοξίνης κατά 10% (μέχρι
30% σε ποσοστό 2 από τα 10 άτομα). Τοξικότητα από διγοξίνη σπανίως έχει
αναφερθεί. Ωστόσο, προσοχή πρέπει να επιδεικνύεται κατά τη χορήγηση
υψηλών δόσεων σε ηλικιωμένους ασθενείς και καταγραφή του θεραπευτικού
αποτελέσματος της διγοξίνης να πραγματοποιείται.
Φάρμακα τα οποία μεταβολίζονται από το
CYP
2
C
19
Η εσομεπραζόλη αναστέλλει το CYP2C19, το κύριο ένζυμο που μεταβολίζει την
εσομεπραζόλη. Έτσι, στις περιπτώσεις που η εσομεπραζόλη συνδυάζεται με
φάρμακα που μεταβολίζονται από το CYP2C19, όπως η διαζεπάμη,
σιταλοπράμη, ιμιπραμίνη, κλομιπραμίνη, φαινυτοΐνη κ.λ.π., μπορεί να αυξηθεί
η συγκέντρωση αυτών των φαρμάκων στο πλάσμα και να χρειαστεί μείωση
8