ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Montelukast/Generics 5 mg μασώμενα δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε μασώμενο δισκίο περιέχει νατριούχο μοντελουκάστη , το οποίο
ισοδυναμεί με 5 mg μοντελουκάστης.
Έκδοχο με γνωστές δράσεις: κάθε μασώμενο δισκίο περιέχει 2,0 mg
Ασπαρτάμης (Ε 951).
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Μασώμενο δισκίο
Χρώματος λευκού προς υπόλευκου, στρογγυλά, αμφίκυρτα δισκία, διαμέτρου
7,2 mm, τα οποία φέρουν ανάγλυφα τα διακριτικά «Μ» στη μια όψη τους και
«MS2» στην άλλη όψη τους.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Montelukast/Generics 5 mg ενδείκνυται για τη θεραπεία του άσθματος ως
συμπληρωματική θεραπεία για τους ασθενείς ηλικίας 6 έως 14 ετών με ήπιο
έως μέτριο επιμένον άσθμα οι οποίοι δεν ελέγχονται επαρκώς με τα
εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή και στους οποίους η χρήση β-αγωνιστών
βραχείας δράσης “όταν χρειάζεται” παρέχει ανεπαρκή κλινικό έλεγχο του
άσθματος.
Το Montelukast/Generics 5 mg μπορεί επίσης να αποτελεί μία εναλλακτική
επιλογή θεραπείας έναντι των χαμηλών δόσεων εισπνεόμενων
κορτικοστεροειδών σε ασθενείς ηλικίας 6 έως 14 ετών με ήπιο επιμένον άσθμα,
οι οποίοι δεν έχουν ιστορικό πρόσφατων σοβαρών ασθματικών επεισοδίων,
όπου να απαιτήθηκε από του στόματος χρήση κορτικοστεροειδών, και για τους
οποίους έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι ικανοί να χρησιμοποιούν εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή (βλ. παράγραφο 4.2).
Το Montelukast/Generics 5 mg επίσης ενδείκνυται για την προφύλαξη από
άσθμα σε ασθενείς ηλικίας 6 έως 14 ετών, στο οποίο ο επικρατέστερος
παράγοντας είναι βρογχοσύσπαση προκαλούμενη από άσκηση.
4.2 Δ οσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η δοσολογία για παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6-14 ετών είναι ένα
μασώμενο δισκίο 5 mg ημερησίως που λαμβάνεται το βράδυ.
2
Για αυτή την ηλικιακή ομάδα δεν είναι απαραίτητη οποιαδήποτε προσαρμογή
της δοσολογίας.
Γενικές συστάσεις.
Το θεραπευτικό αποτέλεσμα της μοντελουκάστης στον
έλεγχο των παραμέτρων του άσθματος εμφανίζεται εντός μίας ημέρας. Πρέπει
να συνιστάται στους ασθενείς να συνεχίζουν τη λήψη του
Montelukast/Generics 5 mg ακόμη και αν το άσθμα τους είναι υπό έλεγχο,
καθώς και στις περιόδους επιδείνωσής του.
Δεν είναι απαραίτητη η προσαρμογή της δοσολογίας για ασθενείς με νεφρική
ανεπάρκεια ή για ασθενείς με ήπιου έως μέτριου βαθμού ηπατική
δυσλειτουργία. Δεν υπάρχουν στοιχεία για ασθενείς με σοβαρή ηπατική
δυσλειτουργία. Η δοσολογία είναι η ίδια για άνδρες και γυναίκες ασθενείς.
Το Montelukast/Generics 5
mg
ως εναλλακτική επιλογή θεραπείας έναντι των
χαμηλών δόσεων εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών για ήπιο, επιμένον άσθμα:
Η μοντελουκάστη δεν συνιστάται ως μονοθεραπεία σε ασθενείς με μέτριο
επιμένον άσθμα. Η χρήση της μοντελουκάστης ως εναλλακτική επιλογή
θεραπείας έναντι των χαμηλών δόσεων εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών σε
παιδιά με ήπιο, επιμένον άσθμα θα πρέπει να εξετάζεται μόνο για ασθενείς, οι
οποίοι δεν έχουν ιστορικό πρόσφατων σοβαρών ασθματικών επεισοδίων, όπου
να απαιτήθηκε από του στόματος χρήση κορτικοστεροειδών, και για τους
οποίους έχει καταδειχθεί ότι δεν είναι ικανοί να χρησιμοποιούν εισπνεόμενα
κορτικοστεροειδή (βλ. παράγραφο 4.1). Το ήπιο επιμένον άσθμα ορίζεται ως
συμπτώματα άσθματος περισσότερο από μία φορά την εβδομάδα αλλά λιγότερο
από μία φορά την ημέρα, συμπτώματα κατά τη νύκτα περισσότερο από δύο
φορές το μήνα αλλά λιγότερο από μία φορά την εβδομάδα, φυσιολογική
λειτουργία των πνευμόνων μεταξύ των επεισοδίων. Εάν δεν επιτευχθεί
ικανοποιητικός έλεγχος του άσθματος κατά την παρακολούθηση, (συνήθως
εντός ενός μηνός), θα πρέπει να αξιολογηθεί η ανάγκη για μία επιπλέον ή
διαφορετική αντιφλεγμονώδη θεραπεία βασιζόμενη στο σύστημα σταδιακής
θεραπευτικής αντιμετώπισης του άσθματος. Οι ασθενείς πρέπει να
αξιολογούνται περιοδικά για τον έλεγχο του άσθματος.
Θεραπεία με
Montelukast
/
Generics
5
mg
σε σχέση με άλλες αγωγές για το άσθμα.
Όταν η αγωγή με μοντελουκάστη χρησιμοποιείται ως θεραπεία που προστίθεται
στα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, το Montelukast/Generics 5 mg δεν πρέπει
να υποκαταστήσει απότομα τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή (βλ. παράγραφο
4.4).
Διατίθενται δισκία περιεκτικότητας 10 mg για ενήλικες και έφηβους ηλικίας 15
ετών και άνω.
Διατίθενται μασώμενα δισκία περιεκτικότητας 4 mg για παιδιατρικούς
ασθενείς ηλικίας 2 έως 5 ετών.
Τρόπος χορήγησης
μ Από του στό ατος χορήγηση
μ , Σε σχέση ε το φαγητό Montelukast/Generics 5 mg πρέπει να λαμβάνεται 1 ώρα
πριν ή 2 ώρες μετά το φαγητό.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
3
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι ώστε να μη χρησιμοποιούν ποτέ
από του στόματος μοντελουκάστη για την αντιμετώπιση οξείας κρίσης
άσθματος αλλά να έχουν διαθέσιμη τη συνήθη κατάλληλη αγωγή διάσωσης για
αυτό το σκοπό. Εάν εμφανισθεί οξεία κρίση άσθματος, θα πρέπει να
χρησιμοποιηθεί ένας εισπνεόμενος βραχείας δράσης βγωνιστής. Οι ασθενείς
θα πρέπει να αναζητήσουν τη συμβουλή του γιατρού τους το νωρίτερο δυνατόν
εάν χρειασθούν περισσότερες από τις συνήθεις εισπνοές β-αγωνιστή βραχείας
δράσης.
Η μοντελουκάστη δεν πρέπει να υποκαταστήσει απότομα τα εισπνεόμενα ή από
του στόματος χορηγούμενα κορτικοστεροειδή.
Δεν υπάρχουν δεδομένα που να υποδεικνύουν ότι τα από του στόματος
χορηγούμενα κορτικοστεροειδή μπορούν να μειωθούν όταν χορηγείται
ταυτόχρονα μοντελουκάστη.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, ασθενείς σε θεραπεία με αντιασθματικούς
παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της μοντελουκάστης , είναι δυνατόν να
εμφανίσουν συστηματική ηωσινοφιλία, η οποία μερικές φορές εμφανίζεται με
τα κλινικά συμπτώματα αγγειίτιδας συμβατής με το σύνδρομο Churg-Strauss,
μία κατάσταση η οποία συνήθως αντιμετωπίζεται με τη συστηματική χορήγηση
κορτικοστεροειδών. Οι περιπτώσεις αυτές, συνήθως αλλά όχι πάντα, έχουν
συνδεθεί με τη μείωση ή τη διακοπή της θεραπείας των από του στόματος
χορηγούμενων κορτικοστεροειδών. Η πιθανότητα, οι ανταγωνιστές του
υποδοχέα των λευκοτριενίων να έχουν σχέση με την εμφάνιση του συνδρόμου
Churg-Strauss, δεν μπορεί ούτε να αποκλειστεί ούτε να επιβεβαιωθεί, οι
θεράποντες ιατροί, επομένως, πρέπει να είναι σε εγρήγορση για την περίπτωση
εμφάνισης ηωσινοφιλίας, εξανθήματος λόγω αγγειίτιδας, επιδείνωσης των
πνευμονικών συμπτωμάτων, καρδιακών επιπλοκών και/ή της εμφάνισης
νευροπάθειας στους ασθενείς τους. Οι ασθενείς που αναπτύσσουν αυτά τα
συμπτώματα πρέπει να επαναξιολογηθούν και να εκτιμηθούν τα θεραπευτικά
σχήματά τους.
Η θεραπεία με μοντελουκάστη δεν αποκλείει την ανάγκη, των ευαίσθητων στο
ακετυλο-σαλικυλικό οξύ ασθματικών ασθενών, να παίρνουν ακετυλο-
σαλικυλικό οξύ και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Το Montelukast/Generics 5 mg περιέχει ασπαρτάμη, η οποία είναι πηγή
φαινυλαλανίνης. Ασθενείς με φαινυλκετονουρία θα πρέπει να λαμβάνουν
υπόψιν ότι κάθε μασώμενο δισκίο περιέχει φαινυλαλανίνη σε ποσότητα
αντίστοιχη με 1,12 mg φαινυλαλανίνης ανά δόση.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Η μοντελουκάστη μπορεί να χορηγηθεί ταυτόχρονα με άλλες συνήθεις
θεραπείες που χρησιμοποιούνται για την προφύλαξη και τη χρόνια θεραπεία
του άσθματος. Σε μελέτες αλληλεπίδρασης φαρμάκων η συνιστώμενη κλινική
δόση της μοντελουκάστης δεν είχε κλινικώς σημαντικές επιδράσεις στη
φαρμακοκινητική των ακόλουθων φαρμακευτικών προϊόντων: θεοφυλλίνη,
πρεδνιζόνη, πρεδνιζoλόνη, από του στόματος χορηγούμενα αντισυλληπτικά
(αιθυλική οιστραδιόλη/νορεθινδρόνη 35/1), τερφεναδίνη, διγοξίνη και
βαρφαρίνη.
4
Η περιοχή κάτω από την καμπύλη (ΑUC) της συγκέντρωσης της
μοντελουκάστης στο πλάσμα μειώθηκε περίπου κατά 40% σε ασθενείς που
έπαιρναν ταυτόχρονα φαινοβαρβιτάλη. Επειδή η μοντελουκάστη μεταβολίζεται
από το CYP 3A4, 2C8 και 2C9, απαιτείται προσοχή ειδικά στα παιδιά, όταν η
μοντελουκάστη συγχορηγείται με επαγωγείς του CYP 3A4, 2C8 και 2C9, όπως
φαινυτοΐνη, φαινοβαρβιτάλη και ριφαμπικίνη.
Μελέτες
in vitro
έδειξαν ότι η μοντελουκάστη είναι ισχυρός αναστολέας του
συστήματος CYP 2C8. Ωστόσο, τα στοιχεία από μία κλινική μελέτη
αλληλεπίδρασης φαρμάκων που συμπεριλαμβάνει μοντελουκάστη και
ροσιγλιταζόνη (ένα δοκιμαστικό υπόστρωμα αντιπροσωπευτικό για τα
φαρμακευτικά προϊόντα που μεταβολίζονται πρωταρχικά μέσω του συστήματος
CYP 2C8) έδειξαν ότι η μοντελουκάστη δεν αναστέλλει το σύστημα CYP 2C8
in
vivo
. Για το λόγο αυτό, η μοντελουκάστη δεν αναμένεται να αλλάξει εμφανώς
το μεταβολισμό των φαρμακευτικών προϊόντων που μεταβολίζονται μέσω
αυτού του ενζύμου (π.χ. πακλιταξέλη, ροσιγλιταζόνη και ρεπαγλινίδη).
Μελέτες
in vitro
έδειξαν ότι η μοντελουκάστη είναι ένα υπόστρωμα του CYP
2C8, και σε λιγότερο σημαντικό βαθμό, του 2C9 και του 3Α4. Σε μία κλινική
μελέτη αλληλεπίδρασης φαρμάκων για τη μοντελουκάστη και τη γεμφιβροζίλη
(αναστολέας των CYP 2C8 και 2C9), η γεμφιβροζίλη αύξησε τη συστηματική
έκθεση της μοντελουκάστης κατά 4,4 φορές. Δεν απαιτείται προσαρμογή της
συνήθους δοσολογίας της μοντελουκάστης κατά τη συγχορήγηση με
γεμφιβροζίλη ή με άλλους ισχυρούς αναστολείς του CYP 2C8, αλλά ο ιατρός θα
πρέπει να γνωρίζει το ενδεχόμενο αύξησης των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Με βάση τα δεδομένα
in vitro
, δεν αναμένονται κλινικά σημαντικές
φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις με λιγότερο ισχυρούς αναστολείς του CYP
2C8 (π.χ. τριμεθοπρίμη). Η συγχορήγηση της μοντελουκάστης με την
ιτρακοναζόλη, έναν ισχυρό αναστολέα του CYP 3A4, δεν οδήγησε σε σημαντική
αύξηση της συστηματικής έκθεσης της μοντελουκάστης .
4.6 μ , K Γονι ότητα ύηση και Γαλουχία
Κύηση
Μελέτες σε ζώα δεν έδειξαν επιβλαβείς επιδράσεις σχετικά με τις επιδράσεις
στην κύηση ή στην εμβρυονική/εμβρυϊκή ανάπτυξη.
Περιορισμένα στοιχεία από διαθέσιμες βάσεις δεδομένων σχετικές με την
κύηση δεν υποστηρίζουν αιτιολογική συσχέτιση μεταξύ της μοντελουκάστης
και των δυσμορφιών (δηλ. ελλείμματα άκρων) που έχουν αναφερθεί σπάνια
κατά την εμπειρία διεθνώς μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου.
Το Montelukast/Generics 5 mg μπορεί να χορηγηθεί κατά τη διάρκεια της
κύησης μόνο εάν θεωρηθεί ότι είναι σαφώς απαραίτητο.
Θηλασμός
Μελέτες σε αρουραίους έδειξαν ότι η μοντελουκάστη εκκρίνεται στο γάλα (βλ.
παράγραφο 5.3). Δεν είναι γνωστό εάν η μοντελουκάστη εκκρίνεται στο
ανθρώπινο γάλα.
Το Montelukast/Generics 5 mg μπορεί να χορηγηθεί σε μητέρες που θηλάζουν μόνο
εάν θεωρηθεί ότι είναι σαφώς απαραίτητο.
5
4.7 μ μΕπιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισ ού ηχανών
Η μοντελουκάστη δεν αναμένεται να επηρεάσει την ικανότητα του ασθενούς
για οδήγηση ή χειρισμό μηχανών. Ωστόσο, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις,
κάποια άτομα ανέφεραν υπνηλία ή ζάλη.
4.8 μ Ανεπιθύ ητες ενέργειες
Η μοντελουκάστη έχει αξιολογηθεί σε κλινικές μελέτες σε ασθενείς με επίμονη
μορφή άσθματος ως εξής:
Tα επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία 10 mg σε περίπου 4000 ενήλικες
ασθενείς ηλικίας 15 ετών και άνω
Tα μασώμενα δισκία 5 mg σε περίπου 1750 παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας
6 έως 14 ετών
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με το φάρμακο σε
κλινικές μελέτες αναφέρθηκαν συχνά (≥1/100 έως < 1/10) σε ασθενείς που
έλαβαν θεραπεία με montelukast και με μεγαλύτερη συχνότητα από ό,τι σε
ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο:
Κατηγορία
συστήματος
σώματος
Ενήλικες και
Έφηβους
Ασθενείς 15
ετών και άνω
(δύο μελέτες 12
εβδομάδων,
n=795)
Παιδιατρικοί
Ασθενείς
6 έως 14 ετών
(μία μελέτη 8
εβδομάδων,
n=201)
(δύο μελέτες 56
εβδομάδων,
n=615)
Διαταραχές
του
νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία Κεφαλαλγία
Διαταραχές
του
γαστρεντερ
ικού
συστήματος
Κοιλιακό άλγος
Το προφίλ ασφάλειας δεν άλλαξε σε κλινικές μελέτες παρατεταμένης
θεραπείας με περιορισμένο αριθμό ασθενών διάρκειας έως 2 έτη σε ενήλικες,
και έως 12 μήνες σε παιδιατρικούς ασθενείς 6 έως 14 ετών.
Εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου:
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν με χρήση μετά από την
κυκλοφορία του φαρμάκου περιέχονται, ανά Κατηγορία/οργανικό σύστημα και
ειδικό Όρο ανεπιθύμητης ενέργειας, στον παρακάτω πίνακα. Οι κατηγορίες των
συχνοτήτων εκτιμήθηκαν βάσει σχετικών κλινικών δοκιμών.
Κατηγορία/Οργανι
κό Σύστημα
Όρος ανεπιθύμητης
ενέργειας
Κατηγορία
συχνότητας*
6
Λοιμώξεις και
παρασιτώσεις
λοίμωξη του ανώτερου
αναπνευστικού συστήματος
Πολύ συχνές
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και
του λεμφικού
συστήματος
αυξημένη αιμορραγική
διάθεση
Σπάνιες
Δ ιαταραχές του
ανοσοποιητικού
μ συστή ατος
αντιδράσεις
υπερευαισθησίας
συμπεριλαμβανομένης
αναφυλαξίας
Όχι συχνές
ηπατική ηωσινοφιλική
διήθηση
Πολύ σπάνιες
Ψυχιατρικές
διαταραχές
ανώμαλα όνειρα,
συμπεριλαμβανομένων
εφιαλτών, αϋπνία,
υπνοβασία, άγχος, διέγερση
συμπεριλαμβανομένης
επιθετικής συμπεριφοράς ή
εχθρότητας, κατάθλιψη,
ψυχοκινητική
υπερδραστηριότητα
(συμπεριλαμβανομένης
ευερεθιστότητας, ανησυχίας,
τρόμος
§
)
Όχι συχνές
διαταραχή στην προσοχή,
επηρεασμένη μνήμη
Σπάνιες
ψευδαισθήσεις,
αποπροσανατολισμός,
αυτοκτονικές σκέψεις και
συμπεριφορά
(αυτοκτονικότητα)
Πολύ σπάνιες
Δ ιαταραχές του
μ νευρικού συστή ατος
ζάλη, καταστολή,
παραισθησία/ υπαισθησία,
κρίση σπασμών
Όχι συχνές
Καρδιακές
διαταραχές
αίσθημα παλμών Σπάνιες
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωρακίου
επίσταξη Όχι συχνές
σύνδρομο Churg-Strauss (CSS)
(βλ. παράγραφο 4.4),
πνευμονική ηωσινοφιλία
Πολύ σπάνιες
7
Δ ιαταραχές του
γαστρεντερικού
μ συστή ατος
διάρροια‡, ναυτία‡, έμετος Συχνές
ξηροστομία, δυσπεψία Όχι συχνές
Διαταραχές του
ήπατος και των
χοληφόρων
Αυξημένα επίπεδα των
τρανσαμινασών στον ορό
(ALT, AST)
Συχνές
Ηπατίτιδα
(συμπεριλαμβανομένης
χολοστατικής,
ηπατοκυτταρικής, και μικτής
ηπατικής βλάβης).
Πολύ σπάνιες
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
εξάνθημα Συχνές
μώλωπες, κνίδωση, κνησμός Όχι συχνές
αγγειοοίδημα Σπάνιες
οζώδες ερύθημα, πολύμορφο
ερύθημα
Πολύ σπάνιες
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και του
συνδετικού ιστού
αρθραλγία, μυαλγία,
συμπεριλαμβανομένων των
μυϊκών κραμπών
Όχι συχνές
Γενικές διαταραχές
και καταστάσεις της
οδού χορήγησης
πυρεξία Συχνές
εξασθένιση/ κόπωση,
αίσθημα κακουχίας, οίδημα,
Όχι συχνές
* Κατηγορία Συχνότητας: Ορίζεται για κάθε Όρο Ανεπιθύμητης Ενέργειας
ανάλογα με την επίπτωση που αναφέρεται στη βάση δεδομένων των
κλινικών δοκιμών: Πολύ συχνές (≥ 1/10), Συχνές (≥ 1/100 έως <1/10), Όχι
συχνές (≥ 1/1.000 έως <1/100), Σπάνιες (≥ 1/10.000 έως <1/1.000), Πολύ
σπάνιες (<1/10.000).
Αυτή η ανεπιθύμητη ενέργεια αναφέρθηκε ως Πολύ συχνή σε ασθενείς που
έλαβαν μοντελουκάστη, αναφέρθηκε επίσης ως Πολύ συχνή σε ασθενείς
που έλαβαν εικονικό φάρμακο σε κλινικές δοκιμές.
Αυτή η ανεπιθύμητη ενέργεια αναφέρθηκε ως Συχνή σε ασθενείς που
έλαβαν μοντελουκάστη, αναφέρθηκε επίσης ως Συχνή σε ασθενείς που
έλαβαν εικονικό φάρμακο σε κλινικές δοκιμές.
§
Συχνότητα κατηγορίας : Σπάνιες
8
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών:
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός
Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: + 30 21
32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν είναι διαθέσιμες ειδικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της
υπερδοσολογίας με μοντελουκάστη. Σε μελέτες χρόνιου άσθματος, η
μοντελουκάστη έχει χορηγηθεί σε ενήλικους ασθενείς, σε δόσεις μέχρι 200
mg/ημέρα για 22 εβδομάδες και σε μικρής διάρκειας μελέτες μέχρι 900
mg/ημέρα σε ασθενείς, για περίπου μια εβδομάδα χωρίς να παρουσιαστούν
κλινικά σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Έχουν αναφερθεί περιστατικά οξείας υπερδοσολογίας με τη χρήση του
φαρμάκου μετά την κυκλοφορία του και σε κλινικές μελέτες με μοντελουκάστη.
Αυτά περιλαμβάνουν αναφορές σε ενήλικες και παιδιά με μία δόση ίση με 1000
mg (περίπου 61 mg/kg σε ένα παιδί ηλικίας 42 μηνών). Τα κλινικά και
εργαστηριακά ευρήματα που παρατηρήθηκαν συμφωνούν με το προφίλ
ασφάλειας σε ενήλικες και παιδιατρικούς ασθενείς. Δεν αναφέρθηκαν
ανεπιθύμητες ενέργειες στην πλειονότητα των περιστατικών υπερδοσολογίας.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίστηκαν συχνότερα ήταν σύμφωνες με το
προφίλ ασφάλειας της μοντελουκάστης και περιελάμβαναν κοιλιακό άλγος,
υπνηλία, δίψα, κεφαλαλγία, έμετο και ψυχοκινητική υπερδραστηριότητα.
Δεν είναι γνωστό αν η μοντελουκάστη απομακρύνεται με περιτοναϊκή διάλυση
ή αιμοδιάλυση.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 μ μ Φαρ ακοδυνα ικές ιδιότητες
μ Φαρ ακοθεραπευτική κατηγορία: .Ανταγωνιστές υποδοχέων λευκοτριενίων
ATCΚωδικός : R03D C03
Τα κυστεϊνυλικά λευκοτριένια (LTC4, LTD4 και LTE4) είναι ισχυρά
εικοσανοειδή που προκαλούν φλεγμονή και απελευθερώνονται από διάφορα
κύτταρα, συμπεριλαμβανομένων των μαστοκυττάρων και των ηωσινοφίλων.
Αυτοί οι σημαντικοί προ-ασθματικοί μεσολαβητές συνδέονται με τους
κυστεϊνυλικούς υποδοχείς των λευκοτριενίων (CysLT) που βρίσκονται στους
ανθρώπινους αεραγωγούς και προκαλούν αντιδράσεις που προέρχονται από
αυτούς, συμπεριλαμβανομένων βρογχοσύσπασης, έκκρισης βλέννας, αγγειακής
διαπερατότητας και συσσώρευσης ηωσινόφιλων.
Η μοντελουκάστη είναι μία από το στόμα χορηγούμενη ενεργός ένωση που
συνδέεται με υψηλή συγγένεια και εκλεκτικότητα με τον υποδοχέα CysLT1. Σε
κλινικές μελέτες, η μοντελουκάστη αναστέλλει σε χαμηλές δόσεις έως 5 mg τη
βρογχοσύσπαση από εισπνοή LTD4. Βρογχοδιαστολή παρατηρήθηκε εντός 2
ωρών μετά την από του στόματος χορήγηση. Η προκαλούμενη
9
βρογχοδιασταλτική επίδραση από ένα β-αγωνιστή ήταν αθροιστική σε αυτή που
προκλήθηκε από τη μοντελουκάστη . H θεραπεία με μοντελουκάστη αναστέλλει
τόσο την πρώιμη όσο και την όψιμη φάση της βρογχοσύσπασης που
προκαλείται από αντιγόνο. Η μοντελουκάστη, συγκρινόμενη με εικονικό
φάρμακο, μείωσε την περιφερική συγκέντρωση ηωσινοφίλων στο αίμα σε
ενήλικες και παιδιατρικούς ασθενείς. Σε μία ξεχωριστή μελέτη, η θεραπεία με
μοντελουκάστη μείωσε σημαντικά τα ηωσινόφιλα στους αεραγωγούς (όπως
μετρήθηκαν στα πτύελα). Σε ενήλικες και παιδιατρικούς ασθενείς 2 έως 14
ετών, η μοντελουκάστη, συγκρινόμενη με εικονικό φάρμακο, μείωσε την
περιφερική συγκέντρωση ηωσινοφίλων στο αίμα, ενώ βελτίωσε τον κλινικό
έλεγχο του άσθματος.
Σε μελέτες με ενήλικες, η μοντελουκάστη 10 mg εφ’ άπαξ ημερησίως,
συγκρινόμενη με εικονικό φάρμακο, επέδειξε σημαντικές βελτιώσεις στην
πρωινή FEV1 (10,4 % έναντι 2,7 % μεταβολή από το αρχικό στάδιο), στην ΠΜ
μέγιστη εκπνευστική ροή (PEFR) (24,5 L/min έναντι 3,3 L/min μεταβολή από το
αρχικό στάδιο) και σημαντική μείωση στη συνολική χορήγηση β-αγωνιστών (-
26,1 % έναντι -4,6 % μεταβολή από το αρχικό στάδιο). Η βελτίωση στη
βαθμολογία συμπτωμάτων κατά την ημέρα και τη νύχτα όπως αναφέρθηκαν
από τους ασθενείς ήταν σημαντικά καλύτερη από το εικονικό φάρμακο.
Mελέτες σε ενήλικες επέδειξαν την ικανότητα της μοντελουκάστης να δρα
αθροιστικά στην κλινική επίδραση των εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών (%
μεταβολή από το αρχικό στάδιο για εισπνεόμενη βεκλομεθαζόνη συν
μοντελουκάστη έναντι βεκλομεθαζόνης, έδειξαν αντίστοιχα για την FEV1: 5,43
% έναντι 1,04 %, χρήση β-αγωνιστών: -8,70 % έναντι 2,64 %). Συγκρινόμενο με
την εισπνεόμενη βεκλομεθαζόνη (200 μg δύο φορές την ημέρα χορηγούμενη με
δοσιμετρική συσκευή), η μοντελουκάστη επέδειξε μια πιο γρήγορη αρχική
ανταπόκριση, παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια της μελέτης 12 εβδομάδων η
βεκλομεθαζόνη παρείχε μια μεγαλύτερη μέση θεραπευτική επίδραση (%
μεταβολή από το αρχικό στάδιο για τη montelukast έναντι της βεκλομεθαζόνης,
αντίστοιχα για την FEV1: 7,49 % έναντι 13,3 %, χρήση β-αγωνιστή: -28,28 %
έναντι -43,89 %). Παρ’ όλα αυτά, συγκρινόμενο με τη βεκλομεθαζόνη, ένα
μεγάλο ποσοστό ασθενών που λάμβαναν θεραπεία με μοντελουκάστη είχαν
παρόμοιες κλινικές ανταποκρίσεις (π.χ. 50 % των ασθενών που τους
χορηγήθηκε βεκλομεθαζόνη πέτυχαν μία βελτίωση από το αρχικό στάδιο στην
FEV1 κατά 11 % περίπου ή και περισσότερο, ενώ περίπου 42 % των ασθενών
που τους χορηγήθηκε μοντελουκάστη πέτυχαν την ίδια ανταπόκριση).
Σε μία μελέτη 8 εβδομάδων σε παιδιατρικούς ασθενείς 6 έως 14 ετών, η
μοντελουκάστη 5 mg εφ’ άπαξ ημερησίως, συγκρινόμενη με εικονικό φάρμακο,
βελτίωσε σημαντικά την αναπνευστική λειτουργία (FEV1: 8,71 % έναντι 4,16
% μεταβολή από το αρχικό στάδιο, ΠΜ PEFR 27,9 L/min έναντι 17,8 L/min
μεταβολή από το αρχικό στάδιο) και μείωσε τη χορήγηση β-αγωνιστή “όταν
χρειάζεται” (-11,7 % έναντι +8,2 % μεταβολή από το αρχικό στάδιο).
Σε μία μελέτη 12 μηνών που συνέκρινε την αποτελεσματικότητα της
μοντελουκάστης έναντι της
εισπνεόμενης φλουτικαζόνης σχετικά με τον έλεγχο του άσθματος σε
παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6 ως 14 ετών με ήπιο επιμένον άσθμα, η
μοντελουκάστη δεν ήταν κατώτερη της φλουτικαζόνης ως προς την αύξηση του
ποσοστού των ημερών χωρίς θεραπεία διάσωσης (ΗΧΘΔ) για το άσθμα, το
πρωτεύον τελικό σημείο. Κατά μέσο όρο, στη διάρκεια μίας περιόδου θεραπείας
12 μηνών, το εκατοστιαίο ποσοστό των ΗΧΘΔ αυξήθηκε από 61,6 σε 84,0 στην
ομάδα με τη μοντελουκάστη και από 60,9 σε 86,7 στην ομάδα με τη
φλουτικαζόνη. Η διαφορά μεταξύ των ομάδων ως προς την κατά μέσο όρο
10
αύξηση του εκατοστιαίου ποσοστού των ημερών ΗΧΘΔ ήταν στατιστικά
σημαντική (- 2,8 με 95% ΔΕ μεταξύ - 4,7 και -0,9), αλλά μέσα στα όρια που
προκαθορίζονται ώστε να μην υπάρχει κλινικά κατωτερότητα. Τόσο η
μοντελουκάστη όσο και η φλουτικαζόνη βελτίωσαν επίσης τον έλεγχο του
άσθματος ως προς τις δευτερεύουσες μεταβλητές που αξιολογήθηκαν κατά την
περίοδο θεραπείας 12 μηνών:
Το FEV1 αυξήθηκε από 1,83 L σε 2,09 L στην ομάδα της μοντελουκάστης και
από 1,85 L σε 2,14 L στην ομάδα της φλουτικαζόνης. Η διαφορά μεταξύ των
ομάδων, υπολογισμένη με βάση τις ευθείες ελάχιστων τετραγώνων (LS) ως
προς τη μέση αύξηση του FEV1, ήταν -0,02 L με 95 % ΔΕ -0,06, 0,02. Η μέση
προβλεπόμενη αύξηση του FEV1 σε σύγκριση με την αρχική τιμή σε
εκατοστιαία μεταβολή ήταν 0,6 % στην ομάδα θεραπείας με μοντελουκάστη
και 2,7 % στην ομάδα θεραπείας με φλουτικαζόνη. Η διαφορά σε μέσες τιμές LS
για τη μεταβολή από το αρχικό επίπεδο στο % προβλεπόμενο FEV1, ήταν
σημαντική: - 2,2 με 95 % ΔΕ -3,6, - 0,7.
Το εκατοστιαίο ποσοστό των ημερών με χρήση β-αγωνιστή μειώθηκε από 38,0
σε 15,4 στην ομάδα της μοντελουκάστης και από 38,5 σε 12,8 στην ομάδα της
φλουτικαζόνης. Η διαφορά των μέσων LS τιμών μεταξύ των ομάδων ως προς
το εκατοστιαίο ποσοστό των ημερών με χρήση β-αγωνιστή ήταν σημαντική: 2,7
με 95 % ΔΕ 0,9, 4,5.
Το εκατοστιαίο ποσοστό των ασθενών με ένα ασθματικό επεισόδιο (ένα
ασθματικό επεισόδιο ορίζεται ως η περίοδος επιδείνωσης του άσθματος, κατά
την οποία απαιτείται από του στόματος χορήγηση στεροειδών, μία μη
προγραμματισμένη επίσκεψη στο γιατρό, επίσκεψη στο τμήμα πρώτων
βοηθειών ή εισαγωγή στο νοσοκομείο) ήταν 32,2 στην ομάδα της
μοντελουκάστης και 25,6 στην ομάδα της φλουτικαζόνης. Ο λόγος των
πιθανοτήτων (με 95 % ΔΕ) ήταν σημαντικός: ίσος με 1,38 (1,04, 1,84).
Το ποσοστό των ασθενών με συστηματική (κυρίως από το στόμα) χρήση
κορτικοστεροειδών κατά τη διάρκεια της μελέτης ήταν 17,8 % στην ομάδα της
μοντελουκάστης και 10,5 % στην ομάδα της φλουτικαζόνης. Η διαφορά των
μέσων τιμών LS μεταξύ των ομάδων ήταν σημαντική: 7,3 % με 95 % ΔΕ 2,9,
11,7.
Σημαντική μείωση στη βρογχοσύσπαση που προκαλείται από άσκηση (ΕΙΒ)
καταδείχθηκε σε μια μελέτη 12 εβδομάδων σε ενήλικες (μέγιστη πτώση στη
FEV1 22,33 % για τη μοντελουκάστη έναντι 32,40 % για το εικονικό φάρμακο,
χρόνος επαναφοράς εντός 5 % από τις αρχικές τιμές της FEV1 44,22 min
έναντι 60,64 min). Αυτή η επίδραση ήταν σταθερή σε όλη τη διάρκεια 12
εβδομάδων της μελέτης. Η μείωση στην ΕΙΒ καταδείχθηκε επίσης σε μια μελέτη
βραχείας διάρκειας σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6 έως 14 ετών (μέγιστη
πτώση στην FEV1 18,27 % έναντι 26,11 %, χρόνος επαναφοράς εντός 5 % από
τις αρχικές τιμές στην FEV1 17,76 min έναντι 27,98 min). Και στις δύο μελέτες
η επίδραση καταδείχθηκε στο τέλος του διαστήματος της εφ’ άπαξ ημερησίας
δόσης.
Σε ευαίσθητους στο ακετυλο-σαλικυλικό οξύ ασθματικούς ασθενείς που
λάμβαναν ταυτόχρονα εισπνεόμενα και/ή από του στόματος κορτικοστεροειδή,
η θεραπεία με τη μοντελουκάστη συγκρινόμενη με το εικονικό φάρμακο, είχε
ως αποτέλεσμα τη σημαντική βελτίωση στον έλεγχο του άσθματος (FEV1 8,55
% έναντι -1,74 % μεταβολή από το αρχικό στάδιο και μείωση στη συνολική
χρήση β-αγωνιστή: -27,78% έναντι 2,09 % μεταβολή από το αρχικό στάδιο).
11
5.2 μ Φαρ ακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η μοντελουκάστη απορροφάται γρήγορα ύστερα από χορήγηση από το στόμα.
Για τα επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία των 10 mg, η μέση μέγιστη
συγκέντρωση στο πλάσμα (C
max
), επιτυγχάνεται 3 ώρες
max
) ύστερα από τη
χορήγησή τους σε ενήλικες σε κατάσταση νηστείας. Η μέση βιοδιαθεσιμότητα
μετά από του στόματος χορήγηση είναι 64 %. Η βιοδιαθεσιμότητα μετά από του
στόματος χορήγηση και η C
max
δεν επηρεάζονται από ένα συνηθισμένο γεύμα. Η
ασφάλεια και αποτελεσματικότητα καταδείχθηκαν σε κλινικές δοκιμές όπου η
χορήγηση επικαλυμμένων με λεπτό υμένιο δισκίων των 10 mg έγινε χωρίς να
δίνεται σημασία στο χρόνο πέψης της τροφής.
Για τα μασώμενα δισκία των 5 mg, η C
max
επιτυγχάνεται 2 ώρες μετά από τη
χορήγηση τους σε ενήλικες σε κατάσταση νηστείας. Η μέση βιοδιαθεσιμότητα
μετά την από του στόματος χορήγηση είναι 73 % και μειώνεται στο 63 %
ύστερα από τη χορήγηση συνήθους γεύματος.
Κατανομή
Η μοντελουκάστη συνδέεται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 99% με τις πρωτεΐνες
του πλάσματος. Ο όγκος κατανομής της μοντελουκάστης σε συνθήκες
σταθεροποιημένης κατάστασης είναι κατά μέσο όρο 8 – 11 λίτρα. Μελέτες σε
αρουραίους με ραδιοσημασμένη μοντελουκάστη έδειξαν ελάχιστη κατανομή
κατά μήκος του αιματοεγκεφαλικού φραγμού. Επιπλέον, συγκεντρώσεις του
ραδιοσημασμένου υλικού 24 ώρες μετά τη χορήγηση της δόσης, ήταν ελάχιστες
σε όλους τους υπόλοιπους ιστούς.
Βιομετασχηματισμός
Η μοντελουκάστη μεταβολίζεται εκτεταμένα. Σε μελέτες με χορήγηση
θεραπευτικών δόσεων, οι συγκεντρώσεις των μεταβολιτών της
μοντελουκάστης στο πλάσμα δεν ανιχνεύονται σε συνθήκες σταθεροποιημένης
κατάστασης σε ενήλικες και παιδιά.
Το κυτόχρωμα P450 2C8 είναι το κύριο ένζυμο που εμπλέκεται στο
μεταβολισμό της μοντελουκάστης. Επιπλέον, μικρή συνεισφορά μπορεί να
έχουν το CYP 3A4 και το 2C9, παρόλο που η ιτρακοναζόλη, ένας αναστολέας
του CYP 3A4, δείχθηκε πως δε μεταβάλλει τις φαρμακοκινητικές μεταβλητές
της μοντελουκάστης σε υγιή άτομα που έλαβαν 10 mg μοντελουκάστη
ημερησίως. Οι θεραπευτικές συγκεντρώσεις της μοντελουκάστης στο πλάσμα
δεν αναστέλλουν τα κυτοχρώματα P450 3A4, 2C9, 1Α2, 2A6, 2C19 ή 2D6,
σύμφωνα με
in vitro
μελέτες σε μικροσώματα του ανθρώπινου ήπατος. Η
συνεισφορά των μεταβολιτών στη θεραπευτική επίδραση της μοντελουκάστης
είναι ελάχιστη.
Αποβολή
Η κάθαρση της μοντελουκάστης από το πλάσμα είναι κατά μέσο όρο 45 ml/min
σε υγιείς ενήλικες. Μετά από του στόματος χορήγηση δόσης ραδιοσημασμένης
μοντελουκάστης, 86 % της ραδιενέργειας ανακτήθηκε σε συλλογές κοπράνων 5
ημερών και ποσοστό < 0,2 % ανακτήθηκε στα ούρα. Σε συνδυασμό με
εκτιμήσεις της βιοδιαθεσιμότητας της μοντελουκάστης που χορηγείται από το
στόμα, φαίνεται ότι η μοντελουκάστη και οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται
σχεδόν αποκλειστικά μέσω της χολής.
Χαρακτηριστικά σε ασθενείς
Δεν απαιτείται τροποποίηση της δοσολογίας για ηλικιωμένους ή σε ήπια έως
μέτρια ηπατική ανεπάρκεια. Μελέτες σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
12
δεν έχουν διεξαχθεί. Επειδή η μοντελουκάστη και οι μεταβολίτες της
απομακρύνονται μέσω της χοληφόρου οδού δεν αναμένεται να είναι
απαραίτητη κάποια προσαρμογή στη δοσολογία σε ασθενείς με νεφρική
δυσλειτουργία. Δεν υπάρχουν δεδομένα για τη φαρμακοκινητική της
μοντελουκάστης σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια (βαθμολογία
Child-Pugh >9).
Με υψηλές δόσεις μοντελουκάστη (20 και 60 φορές τη συνιστώμενη δοσολογία
ενηλίκων), παρατηρήθηκε μια μείωση στη συγκέντρωση της θεοφυλλίνης στο
πλάσμα. Η επίδραση αυτή δεν έχει εμφανισθεί με τη συνιστώμενη δοσολογία
των 10 mg εφ’ άπαξ ημερησίως.
5.3 μ Προκλινικά δεδο ένα για την ασφάλεια
Σε τοξικολογικές μελέτες που έγιναν σε ζώα, παρατηρήθηκαν ελάχιστες
βιοχημικές μεταβολές στον ορό στην ALT, στη γλυκόζη, στο φωσφόρο και στα
τριγλυκερίδια που ήταν παροδικής φύσεως. Τα σημεία τοξικότητας στα ζώα
ήταν αυξημένη έκκριση σιέλου, γαστρεντερικές διαταραχές, μαλακά κόπρανα
και διαταραχή ιόντων. Αυτά συνέβησαν σε δόσεις που παρέχουν > 17 φορές τη
συστηματική έκθεση που εμφανίζεται με την κλινικά συνιστώμενη δοσολογία.
Σε πιθήκους εμφανίστηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες σε δόσεις από 150
mg/kg/ημέρα (> 232 φορές τη συστηματική έκθεση που εμφανίζεται με την
κλινική δόση). Σε μελέτες σε ζώα, η μοντελουκάστη δεν είχε επίδραση στη
γονιμότητα ή την αναπαραγωγική ικανότητα για συστηματική έκθεση που
ξεπερνά την κλινική συστηματική έκθεση περισσότερο από 24 φορές. Μια μικρή
μείωση στο σωματικό βάρος των νεογνών, παρατηρήθηκε σε μελέτη
γονιμότητας σε θηλυκούς αρουραίους με δόση 200 mg/kg/ημέρα (> 69 φορές
την κλινική συστηματική έκθεση). Σε μελέτες με κουνέλια ένα μεγαλύτερο
ποσοστό ατελούς οστεοποίησης, σε σύγκριση με ζώα αναφοράς, παρατηρήθηκε
σε συστηματική έκθεση > 24 φορές από την κλινική συστηματική έκθεση που
παρατηρείται με την κλινική δόση. Δεν παρατηρήθηκαν ανωμαλίες σε
αρουραίους. Η μοντελουκάστη έχει δειχθεί ότι διαπερνά τον πλακουντικό
φραγμό και εκκρίνεται στο μητρικό γάλα των ζώων.
Δεν παρατηρήθηκαν θάνατοι μετά από μονήρη από του στόματος χορήγηση της
νατριούχου μοντελουκάστης σε δόσεις μέχρι 5000 mg/kg στα ποντίκια και
στους αρουραίους (15.000 mg/m
2
και 30.000 mg/m
2
στα ποντίκια και στους
αρουραίους, αντίστοιχα), οι οποίες αποτελούν τις μέγιστες δόσεις που
εξετάστηκαν. Αυτή η δόση είναι ισοδύναμη με 25.000 φορές τη συνιστώμενη
ημερήσια δόση για τους ενήλικες ανθρώπους (βάσει του βάρους 50 kg για
ενήλικα ασθενή).
Η μοντελουκάστη αξιολογήθηκε ως μη φωτοτοξική σε ποντίκια για τις UVA,
UVΒ ή για το ορατό φάσμα φωτός σε δόσεις έως 500 mg/kg/ημέρα (περίπου >
200 φορές με βάση τη συστηματική έκθεση).
Η μοντελουκάστη δεν είχε μεταλλαξιογόνο δράση στις
in vitro
και
in vivo
δοκιμασίες, ή ογκογόνο δράση σε είδη τρωκτικών.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
, Μαννιτόλη κόκκοι
13
Κυτταρίνη, μικροκρυσταλλική
Καρμελλόζη νατριούχος διασταυρούμενη
Μαγνήσιο στεατικό
Νάτριο λαουρυλοθειικό
, Πυριτίου οξείδιο κολλοειδές άνυδρο
μ ( 951)Ασπαρτά η Ε
Βελτιωτικό γεύσης κεράσι 501027 AP 0551 ( περιέχει Μαλτοδεξτρίνη
, αραβοσίτου Βενζυλική αλκοόλη E 1519 , Τριαιθυλεστέρα κιτρικό E 1505)
6.2 μΑσυ βατότητες
Δ μ .εν εφαρ όζεται
6.3 Δ ιάρκεια ζωής
2 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25
o
C. Φυλάσσετε στην αρχική
συσκευασία για να προστατεύεται από το φως και την υγρασία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κυψέλες (blisters) από PA/αλουμίνιο/PE-αλουμίνιο σε μεγέθη συσκευασίας των
7, 10, 14, 20, 28, 30, 50, 56, 98, 100, 112 ή 200 δισκίων.
Διάτρητες κυψέλες (blisters) μονάδας δόσης από PA/αλουμίνιο/PE-αλουμίνιο
εντός χάρτινου κουτιού σε μέγεθος συσκευασίας των 28 x 1 μασώμενων
δισκίων.
Λευκές φιάλες από υψηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο (HDPE) με λευκό
αδιαφανές πώμα από πολυπροπυλένιο (PP), οι οποίες περιέχουν απορροφητικό
βάμβακα και αφυγραντικό κάνιστρο σε μεγέθη συσκευασίας των 28, 56, 100,
112, 200 & 500 δισκίων.
μ .Μπορεί να ην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες
6.6 μΙδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισ ός
μ μ μμ Κάθε φαρ ακευτικό προϊόν που δεν έχει χρησι οποιηθεί ή υπόλει α πρέπει να
μ μ .απορριφθεί σύ φωνα ε τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις
7. Δ ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δικαιούχος προϊόντος & Κάτοχος Άδειας κυκλοφορίας:
Generics Pharma Hellas ΕΠΕ, Λεωφόρος Βουλιαγμένης 577
Α
, 164-51 Αργυρούπολη,
τηλ: 210-9936410
8. ( ) Δ ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΙ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
14
Montelukast/Generics 5 mg: 20068/15-03-2012
9. / ΔΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ
15-03-2012
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
15