ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Alendronate/Mylan, 70 mg Δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει 70 mg alendronic acid, ως sodium alendronate.
Έκδοχο με γνωστές δράσεις:
Κάθε δισκίο περιέχει 150,94 mg lactose (ως lactose monohydrate )
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκίο.
Λευκό, αμφίκυρτο δισκίο, το οποίο φέρει ανάγλυφα τα διακριτικά “AD
70” στη μία πλευρά και “G” στην άλλη πλευρά.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης.
To alendronate ελαττώνει τον κίνδυνο καταγμάτων της σπονδυλικής
στήλης και του ισχίου.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η συνιστώμενη δοσολογία είναι ένα δισκίο των 70 mg μία φορά την
εβδομάδα. Η βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά για την
οστεοπόρωση δεν έχει τεκμηριωθεί. Η ανάγκη για συνέχιση της
θεραπείας θα πρέπει να επανεκτιμάται περιοδικά με βάση τα οφέλη και
τους πιθανούς κινδύνους του Alendronate/Mylan για κάθε ασθενή
ξεχωριστά, ιδιαίτερα μετά από 5 ή περισσότερα χρόνια χρήσης.
Ειδικές ομάδες πληθυσμού
Υπερήλικες ασθενείς:
Δεν έχει δειχθεί ηλικιακά σχετιζόμενη διαφοροποίηση αναφορικά με την
αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του alendronate κατά τις κλινικές
μελέτες. Για το λόγο αυτό, δεν απαιτείται αναπροσαρμογή της δόσης σε
υπερήλικες ασθενείς.
2
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία:
Δεν απαιτείται αναπροσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με κάθαρση της
κρεατινίνης μεγαλύτερη από 35 ml/min. Λόγω έλλειψης εμπειρίας, το
alendronate δε συνιστάται σε ασθενείς με κάθαρση της κρεατινίνης
μικρότερη από 35 ml/min.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Δε συνιστάται η χρήση του alendronate sodium (της δραστικής ουσίας)
σε παιδιά ηλικίας κάτω των 18 ετών, λόγω ανεπαρκών δεδομένων για
την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα σε καταστάσεις που
σχετίζονται με την παιδιατρική οστεοπόρωση (βλ. επίσης παράγραφο
5.1).
Τρόπος χορήγησης
Για από στόματος χορήγηση
Για να επιτραπεί η επαρκής απορρόφηση του alendronate:
Το Alendronate/Mylan πρέπει να λαμβάνεται τουλάχιστον 30 λεπτά πριν
από το πρώτο γεύμα, ρόφημα, ή φαρμακευτικό προϊόν της ημέρας, μόνο
με κοινό νερό βρύσης. Άλλα ποτά (συμπεριλαμβανομένου και του
μεταλλικού νερού), τα τρόφιμα και ορισμένα φαρμακευτικά προϊόντα
είναι πιθανό να μειώσουν την απορρόφηση του alendronate (βλ.
παράγραφο 4.5).
Για να διευκολυνθεί η μετάβαση στο στομάχι και να μειωθεί έτσι το
ενδεχόμενο ερεθισμού/ ανεπιθύμητων ενεργειών τοπικά και στον
οισοφάγο (βλ. παράγραφο 4.4):
Το Alendronate/Mylan πρέπει να λαμβάνεται μόνο κατά το πρωινό
ξύπνημα μαζί με ένα γεμάτο ποτήρι νερό (όχι λιγότερο από 200 ml).
Οι ασθενείς πρέπει να καταπίνουν ολόκληρο το Alendronate/Mylan. Οι
ασθενείς δεν πρέπει να θρυμματίζουν ή να μασούν το δισκίο ή να το
αφήνουν να διαλυθεί μέσα στο στόμα τους επειδή είναι δυνατόν να
δημιουργηθεί στοματοφαρυγγική εξέλκωση.
Οι ασθενείς δεν πρέπει να ξαπλώνουν έως ότου πάρουν το πρώτο
γεύμα της ημέρας, το οποίο πρέπει να λαμβάνεται 30 λεπτά
τουλάχιστον μετά τη λήψη του δισκίου.
Οι ασθενείς δεν πρέπει να ξαπλώνουν τουλάχιστον για τα πρώτα 30
λεπτά μετά τη λήψη του Alendronate/Mylan.
Το Alendronate/Mylan δεν πρέπει να λαμβάνεται πριν την ώρα του
βραδινού ύπνου ή πριν την πρωινή έγερση.
Εάν η διατροφή είναι ανεπαρκής, οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν
3
κάποιο συμπλήρωμα ασβεστίου και βιταμίνης D (βλ. παράγραφο 4.4.).
Η χρήση του Alendronate/Mylan, σε δόση των 70 mg μια φορά την εβδομάδα,
για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης από γλυκοκορτικοειδή δεν έχει
διερευνηθεί.
4.3 Αντενδείξεις
Παθολογικές καταστάσεις του οισοφάγου και άλλοι παράγοντες που
επιβραδύνουν την κένωση του οισοφάγου, όπως στένωση ή αχαλασία
Αδυναμία παραμονής στην ίσια θέση, σε όρθια ή καθιστή στάση, για
τουλάχιστον 30 λεπτά.
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Υπασβεστιαιμία (βλ. επίσης παράγραφο 4.4).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Ανεπιθύμητες ενέργειες του ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος
Το alendronate μπορεί να προκαλέσει τοπικό ερεθισμό του βλεννογόνου
του ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος. Λόγω κινδύνου επιδείνωσης
της υποκείμενης νόσου, θα πρέπει να δίνεται προσοχή κατά τη
χορήγηση του alendronate σε ασθενείς με ενεργά προβλήματα του
ανώτερου γαστρεντερικού, όπως δυσφαγία, νόσο του οισοφάγου,
γαστρίτιδα, δωδεκαδακτυλίτιδα, έλκη ή πρόσφατο ιστορικό (εντός του
τελευταίου έτους) σοβαρής γαστρεντερικής νόσου όπως πεπτικό έλκος ή
ενεργή γαστρεντερική αιμορραγία ή χειρουργικές επεμβάσεις του
ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος εκτός από πυλωροπλαστική (βλ.
παράγραφο 4.3).
Σε ασθενείς με γνωστό οισοφάγο Barret, οι γιατροί που συνταγογραφούν
αυτό το φάρμακο θα πρέπει να εξετάζουν τα οφέλη και τους πιθανούς
κινδύνους του alendronate σε εξατομικευμένη βάση για κάθε ασθενή.
Σε ασθενείς που έλαβαν alendronate, αναφέρθηκαν αντιδράσεις από τον
οισοφάγο (οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις ήταν σοβαρές και
απαιτήθηκε νοσηλεία στο νοσοκομείο), όπως οισοφαγίτιδα, οισοφαγικά
έλκη και οισοφαγικές διαβρώσεις, που σε σπάνιες περιπτώσεις
ακολουθήθηκαν από οισοφαγική στένωση. Συνεπώς, ο θεράπων ιατρός
θα πρέπει να είναι προσεκτικός ως προς τον εντοπισμό οποιουδήποτε
σημείου ή συμπτώματος ενδεικτικού πιθανής οισοφαγικής αντίδρασης
και θα πρέπει να συστήνεται στους ασθενείς να διακόπτουν τη
θεραπεία με το alendronate και να συμβουλεύονται τον ιατρό τους εάν
εμφανίσουν συμπτώματα οισοφαγικού ερεθισμού όπως δυσφαγία, άλγος
κατά την κατάποση ή οπισθοστερνικό άλγος, νέο ή επιδεινούμενο
αίσθημα καύσου.
Ο κίνδυνος για σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες από τον οισοφάγο
δείχνει να είναι αυξημένος σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν alendronate
με το συνταγογραφούμενο τρόπο και/ή συνεχίζουν να λαμβάνουν
4
alendronate αφού έχουν εμφανίσει συμπτώματα ενδεικτικά
οισοφαγικού ερεθισμού. Είναι πολύ σημαντικό ο ασθενής να λαμβάνει
πλήρεις δοσολογικές οδηγίες και να τις κατανοεί (βλ. παράγραφο 4.2).
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται πως ο κίνδυνος προβλημάτων
από τον οισοφάγο μπορεί να αυξηθεί όταν δεν ακολουθούν αυτές τις
οδηγίες.
Παρόλο που κατά τη διάρκεια εκτεταμένων κλινικών δοκιμών, δεν
παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος, υπήρξαν σπάνιες περιπτώσεις
αναφορών (μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου), γαστρικών και
δωδεκαδακτυλικών ελκών, μερικές εκ των οποίων ήταν σοβαρές και
είχαν επιπλοκές.
Οστεονέκρωση της γνάθου
Σε ασθενείς με καρκίνο που ακολουθούσαν θεραπευτική αγωγή που
συμπεριλαμβάνει διφωσφονικά χορηγούμενα κυρίως ενδοφλέβια, έχει
αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου, συσχετιζόμενη γενικά με εξαγωγή
οδόντος και/ή τοπική λοίμωξη (συμπεριλαμβανομένης της
οστεομυελίτιδας). Πολλοί από τους ασθενείς αυτούς ελάμβαναν επίσης
χημειοθεραπεία και κορτικοστεροειδή. Οστεονέκρωση της γνάθου
αναφέρθηκε επίσης και σε ασθενείς με οστεοπόρωση που ελάμβαναν
από του στόματος διφωσφονικά.
Οι ακόλουθοι παράγοντες κινδύνου πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν
κατά την εξατομικευμένη αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης
οστεονέκρωσης της γνάθου:
περιεκτικότητα του διφωσφονικού (η μεγαλύτερη για το zoledronic
acid), η οδός χορήγησης (βλ. παραπάνω) και η αθροιστική δόση
καρκίνος, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, κορτικοστεροειδή,
αναστολείς αγγειογένεσης, κάπνισμα.
ιστορικό οδοντικής νόσου, κακή στοματική υγιεινή, περιοδοντική
νόσος, επεμβατικοί οδοντιατρικοί χειρισμοί και οδοντοστοιχίες
με κακή εφαρμογή
Στους ασθενείς με κακή στοματική υγεία, θα πρέπει να εξετάζεται η
πιθανότητα μιας οδοντικής εξέτασης συνοδευόμενη από την κατάλληλη
προληπτική οδοντιατρική πριν από την έναρξη θεραπευτικής αγωγής με
από του στόματος διφωσφονικά.
Εάν είναι δυνατό, αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν τις
οδοντιατρικές επεμβάσεις κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Σε ασθενείς
που εμφανίζουν οστεονέκρωση της γνάθου κατά τη διάρκεια της
θεραπευτικής αγωγής με διφωσφονικά, μια οδοντιατρική επέμβαση
μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση. Για ασθενείς για τους οποίους
είναι αναγκαία κάποια οδοντιατρική επέμβαση, δεν υπάρχουν
διαθέσιμα δεδομένα που να υποδεικνύουν εάν η διακοπή των
διφωσφονικών ελαττώνει τον κίνδυνο οστεονέκρωσης της γνάθου. Ο
χειρισμός της κατάστασης των ασθενών πρέπει να πρέπει να γίνεται σε
ατομική βάση σύμφωνα με την κρίση του θεράποντα ιατρού, με βάση την
αποτίμηση του οφέλους/κινδύνου.
5
Κατά τη διάρκεια θεραπείας με διφωσφονικά, όλοι οι ασθενείς πρέπει
να προτρέπονται στο να διατηρούν καλή στοματική υγιεινή, να κάνουν
οδοντιατρικούς ελέγχους ρουτίνας, και να αναφέρουν οποιαδήποτε
συμπτώματα από το στόμα όπως κινητικότητα δοντιών, άλγος, ή
διόγκωση.
Οστεονέκρωση του έξω ακουστικού πόρου
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις οστεονέκρωσης του έξω ακουστικού
πόρου με τη χρήση διφωσφονικών, κυρίως στις περιπτώσεις
μακρόχρονης θεραπείας. Πιθανοί παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης
οστεονέκρωσης του έξω ακουστικού πόρου αποτελούν η χρήση
στεροειδών, η χημειοθεραπεία και/ή η ύπαρξη τοπικών παραγόντων
κινδύνου, όπως λοίμωξη ή τραύμα. Η πιθανότητα ανάπτυξης
οστεονέκρωσης του έξω ακουστικού πόρου πρέπει να εξετάζεται σε
ασθενείς που λαμβάνουν διφωσφονικά και οι οποίοι παρουσιάζουν
συμπτώματα στο αυτί, συμπεριλαμβανομένων χρόνιων ωτικών
λοιμώξεων.
Μυοσκελετικός πόνος
Έχει αναφερθεί πόνος στα οστά, στις αρθρώσεις και / ή στους μυς σε
ασθενείς οι οποίοι έπαιρναν διφωσφονικά. Από την εμπειρία μετά την
κυκλοφορία του φαρμάκου, αυτά τα συμπτώματα σπάνια ήταν σοβαρά
και/ή προκάλεσαν κινητική ανικανότητα (βλ. παράγραφο 4.8). Ο χρόνος
μέχρι την έναρξη των συμπτωμάτων κυμαινόταν από μια ημέρα έως
αρκετούς μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας. Οι περισσότεροι
ασθενείς είχαν ανακούφιση των συμπτωμάτων μετά την παύση της
θεραπείας. Μια υπο-ομάδα είχε υποτροπή των συμπτωμάτων όταν
επαναχορηγήθηκε το ίδιο φάρμακο ή άλλο διφωσφονικό.
Άτυπα κατάγματα του μηριαίου οστού
Άτυπα υποτροχαντήρια κατάγματα και κατάγματα της διάφυσης του
μηριαίου έχουν αναφερθεί με θεραπεία με διφωσφονικά, κυρίως σε
ασθενείς που λάμβαναν μακροχρόνια θεραπεία για την οστεοπόρωση.
Αυτά τα εγκάρσια ή μικρά λοξά κατάγματα μπορούν να συμβούν
οπουδήποτε κατά μήκος του μηριαίου οστού, από ακριβώς κάτω από τον
ελάσσονα τροχαντήρα μέχρι και ακριβώς επάνω από το υπερκονδύλιο
κύρτωμα. Αυτά τα κατάγματα συμβαίνουν μετά από μικρό ή καθόλου
τραυματισμό και μερικοί ασθενείς βιώνουν πόνο στο μηρό ή στη
βουβωνική χώρα, που συνδέεται συχνά με απεικονιστικά ευρήματα των
καταγμάτων κόπωσης, εβδομάδες ή και μήνες πριν παρουσιάσουν
πλήρες κάταγμα μηριαίου. Τα κατάγματα είναι συχνά αμφοτερόπλευρα,
ως εκ τούτου το αντίπλευρο μηριαίο οστούν πρέπει να εξεταστεί σε
ασθενείς που έλαβαν διφωσφονικά και που έχουν υποστεί κάταγμα του
μηριαίου άξονα. Πτωχή επούλωση των καταγμάτων αυτών έχει επίσης
αναφερθεί. Η διακοπή των διφωσφονικών σε ασθενείς που υπάρχει
υποψία ότι έχουν άτυπο κάταγμα μηριαίου θα πρέπει να εκτιμηθεί εν
αναμονή της αξιολόγησης του ασθενούς, με βάση την εξατομικευμένη
αξιολόγηση του κινδύνου/ οφέλους.
6
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά οι ασθενείς πρέπει να
συμβουλεύονται ώστε να αναφέρουν οποιοδήποτε πόνο στο μηρό, στο
ισχίο ή στη βουβωνική χώρα και κάθε ασθενής που παρουσιάζει αυτά τα
συμπτώματα πρέπει να αξιολογείται για ατελές κάταγμα του μηριαίου.
Δερματικές αντιδράσεις
Κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου, υπήρξαν
σπάνιες αναφορές σοβαρών δερματικών αντιδράσεων
συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου Stevens-Johnson και της τοξικής
επιδερμικής νεκρόλυσης.
Παράλειψη δόσης
Αν οι ασθενείς παραλείψουν να λάβουν μία δόση Alendronate/Mylan, θα
πρέπει να τους συστήνεται να λάβουν ένα δισκίο το άλλο πρωί αφού το
θυμηθούν. Δε θα πρέπει να πάρουν δύο δισκία την ίδια ημέρα, αλλά να
συνεχίσουν τη λήψη ενός δισκίου την εβδομάδα, όπως είχε αρχικά
προγραμματισθεί την ημέρα της επιλογής τους.
Νεφρική δυσλειτουργία
Το alendronate δεν συνιστάται για ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
αν ο GFR είναι μικρότερος από 35 ml/min (βλ. παράγραφο 4.2).
Μεταβολισμός του οστού και των μετάλλων
Θα πρέπει να εξετάζονται άλλα αίτια εμφάνισης οστεοπόρωσης εκτός
της έλλειψης οιστρογόνων και της προχωρημένης ηλικίας.
Η υπασβεστιαιμία θα πρέπει να διορθωθεί πριν την έναρξη θεραπείας με
alendronate (βλ. παράγραφο 4.3). Άλλες διαταραχές που επηρεάζουν το
μεταβολισμό των μετάλλων (όπως έλλειψη βιταμίνης D και
υποπαραθυρεοειδισμός) θα πρέπει επίσης να έχουν αντιμετωπισθεί
αποτελεσματικά. Οι ασθενείς με αυτές τις διαταραχές, θα πρέπει να
παρακολουθούνται ως προς το ασβέστιο του ορού και για πιθανά
συμπτώματα υπασβεστιαιμίας κατά τη διάρκεια της θεραπείας με το
Alendronate/Mylan.
Λόγω της θετικής επίδρασης του alendronate στην αύξηση της
επιμετάλλωσης των οστών, μπορεί να εμφανισθεί μείωση του ασβεστίου
και των φωσφορικών του ορού, ιδιαίτερα σε ασθενείς που λαμβάνουν
θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή, στους οποίους η απορρόφηση του
ασβεστίου ενδέχεται να είναι μειωμένη. Αυτές είναι συνήθως μικρές και
ασυμπτωματικές. Εντούτοις, έχει σπάνια αναφερθεί συμπτωματική
υπασβεστιαιμία, η οποία ήταν σε κάποιες περιπτώσεις σοβαρή και
αφορούσε συχνά ασθενείς με προδιαθεσικούς παράγοντες (π.χ.
υποπαραθυρεοειδισμό, έλλειψη βιταμίνης D και δυσαπορρόφηση
ασβεστίου).
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να εξασφαλίζεται πως η πρόσληψη
ασβεστίου και βιταμίνης D στους ασθενείς που λαμβάνουν
γλυκοκορτικοειδή είναι επαρκής.
7
Έκδοχα
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια
κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκειας Lapp
λακτάσης ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να
λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Αν ληφθούν ταυτόχρονα, είναι πιθανόν οι τροφές και τα ποτά
(συμπεριλαμβανομένου του μεταλλικού νερού), τα συμπληρώματα
ασβεστίου, τα αντιόξινα και μερικά από του στόματος φαρμακευτικά
προϊόντα να επηρεάσουν την απορρόφηση του alendronate. Για το λόγο
αυτό, οι ασθενείς θα πρέπει να περιμένουν επί τουλάχιστον 30 λεπτά
μετά τη λήψη του alendronate, προτού να λάβουν οποιοδήποτε άλλο από
του στόματος φάρμακο (βλ. παραγράφους 4.2 και 5.2).
Δεν αναμένονται άλλες κλινικώς σημαντικές φαρμακευτικές
αλληλεπιδράσεις. Ορισμένες ασθενείς σε κλινικές μελέτες έλαβαν
οιστρογόνα (ενδοκολπικά, διαδερμικά ή από του στόματος) ενώ
έπαιρναν alendronate. Δεν διαπιστώθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες που
θα μπορούσαν να συσχετισθούν με την ταυτόχρονη χρήση.
Επειδή η χρήση των ΜΣΑΦ συσχετίζεται με γαστρεντερικό ερεθισμό,
συνιστάται προσοχή κατά την ταυτόχρονη λήψη με το alendronate.
Μολονότι δεν έχουν διεξαχθεί ειδικές μελέτες αλληλεπίδρασης, το
alendronate συγχορηγήθηκε σε κλινικές μελέτες με ευρύ φάσμα συχνά
συνταγογραφούμενων φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς να
εμφανιστούν κλινικά ανεπιθύμητες αλληλεπιδράσεις.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Το alendronate δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της
κύησης.
Στοιχεία αναφορικά με τη χρήση alendronate σε εγκύους
γυναίκες δεν υπάρχουν ή είναι πολύ περιορισμένα.
Οι μελέτες στα ζώα έχουν επιδείξει αναπαραγωγική τοξικότητα. Όταν
χορηγήθηκε alendronate σε αρουραίους κατά την κύηση, προκλήθηκε
δυστοκία σχετιζόμενη με υπασβεστιαιμία (βλ. παράγραφο 5.3).
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό αν το alendronate/μεταβολίτες της απεκκρίνονται στο
ανθρώπινο μητρικό γάλα. Κάποιος κίνδυνος για τα νεογέννητα/βρέφη
δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το alendronate δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται από θηλάζουσες γυναίκες.
Γονιμότητα
8
Τα διφωσφονικά ενσωματώνονται στη δομή του οστού, από την οποία
απελευθερώνονται σταδιακά σε μια περίοδο ετών. Η ποσότητα του
δισφωσφονικού που έχει ενσωματωθεί στα οστά των ενηλίκων, και ως
εκ τούτου, είναι διαθέσιμη για να απελευθερωθεί πίσω στην
συστηματική κυκλοφορία, σχετίζεται άμεσα με τη δόση και τη διάρκεια
της χρήσης των διφωσφονικών (βλ. παράγραφο 5.2). Δεν υπάρχουν
δεδομένα σχετικά με τον εμβρυϊκό κίνδυνο στον άνθρωπο. Ωστόσο,
υπάρχει ένας θεωρητικός κίνδυνος βλάβης του εμβρύου, κυρίως στη
σκελετική του δομή, αν μια γυναίκα μείνει έγκυος μετά την
ολοκλήρωση μιας θεραπευτικής αγωγής με διφωσφονικά. Η επίδραση
των μεταβλητών όπως ο χρόνος, μεταξύ της διακοπής της θεραπείας με
διφωσφονικά μέχρι τη σύλληψη, το συγκεκριμένο διφωσφονικό που
χρησιμοποιείται, και η οδός χορήγησης (ενδοφλέβια έναντι από του
στόματος χορήγηση) επί κινδύνου δεν έχει μελετηθεί.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Το alendronate δεν έχει καμία ή έχει αμελητέα άμεση επίδραση στην
ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. Ωστόσο, ορισμένες
ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν με το Alendronate/Mylan μπορεί
να επηρεάσουν την ικανότητα ορισμένων ασθενών στην οδήγηση και το
χειρισμό μηχανημάτων. Οι ατομικές αντιδράσεις στο Alendronate/Mylan
μπορεί να ποικίλουν (βλ. παράγραφο 4.8).
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη των χαρακτηριστικών ασφάλειας
Σε μία μελέτη ενός έτους σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με
οστεοπόρωση η συνολική εικόνα ασφαλείας του alendronate στη δόση
70 mg μία φορά την εβδομάδα (n=519) ήταν παρόμοια με εκείνης του
alendronate στη δόση 10 mg/ημέρα (n=370).
Σε δύο μελέτες, διάρκειας τριών ετών με ουσιαστικά όμοιο σχεδιασμό,
σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (alendronate 10 mg: n=196, εικονικό
φάρμακο: n=397), η συνολική εικόνα ασφαλείας του alendronate στη
δόση 10 mg/ημέρα ήταν παρόμοια με του εικονικού φαρμάκου.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν από τους ερευνητές, ως
ενδεχομένως, πιθανώς ή μετά βεβαιότητος σχετιζόμενες με το φάρμακο
παρουσιάζονται παρακάτω εφόσον η συχνότητα εμφάνισής τους ήταν ≥
1% σε οποιαδήποτε από τις ομάδες θεραπείας στη μελέτη ενός έτους, ή
≥ 1% σε ασθενείς που έλαβαν alendronate στη δόση των 10 mg / ημέρα
και μεγαλύτερη από τη συχνότητα εμφάνισης στους ασθενείς που
έλαβαν το εικονικό φάρμακο κατά τη διάρκεια των μελετών διάρκειας
τριών ετών:
Μελέτη ενός έτους Μελέτες τριών ετών
alendronate alendronate alendronate Εικονικό
9
μία φορά /
εβδομάδα 70
mg (n=519)
%
10 mg/ημέρα
(n=370)
%
10 mg/ημέρα
(n=196)
%
φάρμακο
(n=397)
%
Γαστρεντερι
κές
κοιλιακό
άλγος
3,7 3,0 6,6 4,8
δυσπεψία 2,7 2,2 3,6 3,5
παλινδρόμη
ση οξέων
1,9 2,4 2,0 4,3
ναυτία 1,9 2,4 3,6 4,0
διάταση
κοιλίας
1,0 1,4 1,0 0,8
δυσκοιλιότη
τα
0,8 1,6 3,1 1,8
διάρροια 0,6 0,5 3,1 1,8
δυσφαγία 0,4 0,5 1,0 0,0
μετεωρισμός 0,4 1,6 2,6 0,5
γαστρίτις 0,2 1,1 0,5 1,3
γαστρικό
έλκος
0,0 1,1 0,0 0,0
οισοφαγικό
έλκος
0,0 0,0 1,5 0,0
Μυοσκελετι
κές
μυοσκελετικ
ό άλγος
(οστό, μυς ή
άρθρωση)
2,9 3,2 4,1 2,5
μυϊκές
κράμπες
0,2 1,1 0,0 1,0
Νευρολογικέ
ς
κεφαλαλγία 0,4 0,3 2,6 1,5
Πίνακας ανεπιθύμητων ενεργειών
Επίσης έχουν αναφερθεί οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες κατά τη
διάρκεια κλινικών δοκιμών και/ή μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου:
Οι συχνότητες προσδιορίζονται ως: [Πολύ συχνές (≥1/10), Συχνές (≥
1/100 έως < 1/10), Όχι συχνές (≥ 1/1.000 έως < 1/100), Σπάνιες (≥
1/10.000 έως < 1/1.000), Πολύ σπάνιες (< 1/10.000)]
Κατηγορία
Οργανικού
Συστήματος
Συχνότητα Ορολογία
Ανεπιθύμητων
Ενεργειών
Δ ιαταραχές του
Σπάνιες:
αντιδράσεις
10
ανοσοποιητικού
μ :συστή ατος
υπερευαισθησίας
συμπεριλαμβανομένης της
κνίδωσης και του
αγγειοοιδήματος
Διαταραχές του
μεταβολισμού και
της θρέψης:
Σπάνιες:
συμπτωματική
υπασβεστιαιμία, συχνά σε
συσχετισμό με
προδιαθεσικές
καταστάσεις
§
.
Διαταραχές του
νευρικού
συστήματος:
Συχνές:
κεφαλαλγία, ζάλη
Όχι συχνές:
δυσγευσία †
μ Οφθαλ ικές
:διαταραχές
Όχι συχνές:
φλεγμονή οφθαλμού
(ραγοειδίτιδα,
σκληρίτιδα,
επισκληρίτιδα)
Διαταραχές του
ωτός και του
λαβυρίνθου:
:Συχνές ίλιγγος
Δ ιαταραχές του
γαστρεντερικού
συστήματος:
Συχνές:
κοιλιακό άλγος,
δυσπεψία, δυσκοιλιότητα,
διάρροια, μετεωρισμός,
οισοφαγικό έλκος*,
δυσφαγία*, διάταση
κοιλίας, παλινδρόμηση
οξέος.
Όχι συχνές:
ναυτία, έμετος,
γαστρίτιδα,
οισοφαγίτιδα*,
οισοφαγικές διαβρώσεις*,
μέλαινα
Σπάνιες:
οισοφαγική στένωση*,
στοματοφαρυγγική
εξέλκωση*, (διάτρηση,
έλκη, αιμορραγία)
ανώτερου γαστρεντερικού
§
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού:
Συχνές:
αλωπεκία
, κνησμός
: Όχι συχνές εξάνθημα, ερύθημα
Σπάνιες:
εξάνθημα με
φωτοευαισθησία,
11
σοβαρές δερματικές
αντιδράσεις,
συμπεριλαμβανομένου
συνδρόμου Stevens-Johnson
και τοξικής επιδερμικής
νεκρόλυσης
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και
του συνδετικού
ιστού:
Πολύ συχνές
: μυοσκελετικός πόνος
(οστού, μυός ή άρθρωσης)
ο οποίος μερικές φορές
είναι έντονος
†§
Συχνές:
οίδημα άρθρωσης
Σπάνιες:
οστεονέκρωση της γνάθου
‡§
, άτυπα υποτροχαντήρια
κατάγματα και
κατάγματα της διάφυσης
του μηριαίου
(ανεπιθύμητη ενέργεια της
κατηγορίας των
διφωσφονικών
^
Πολύ σπάνιες:
οστεονέκρωση του έξω
ακουστικού πόρου
(ανεπιθύμητες ενέργειες
της κατηγορίας των
διφωσφονικών)
Γενικές
διαταραχές και
καταστάσεις της
οδού χορήγησης:
Συχνές:
εξασθένιση †, περιφερικό
οίδημα †
Όχι συχνές:
παροδικά συμπτώματα
όπως σε μια αντίδραση
οξείας φάσης (μυαλγία,
κακουχία, και σπάνια
πυρετός), τυπικά σε σχέση
με την έναρξη της
θεραπείας
§
Βλ. παράγραφο 4.4
Η συχνότητα στις Κλινικές Μελέτες ήταν παρόμοια στην ομάδα με το
φάρμακο και με το εικονικό φάρμακο.
*Βλ. παραγράφους 4.2 και 4.4
Αυτή η ανεπιθύμητη ενέργεια ταυτοποιήθηκε μέσω της παρακολούθησης
μετά την κυκλοφορία. Η συχνότητα ως σπάνια εκτιμήθηκε βάσει των
σχετικών κλινικών δοκιμών.
^
Διαπιστώθηκε κατά την εμπειρία μετά από την κυκλοφορία.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
12
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων,
Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21
32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http :// www . eof . gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Συμπτώματα
Η από του στόματος υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει
υπασβεστιαιμία, υποφωσφαταιμία και ανεπιθύμητα συμβάντα από το
ανώτερο γαστρεντερικό όπως στομαχική διαταραχή, αίσθημα καύσου,
οισοφαγίτιδα, γαστρίτιδα ή έλκος.
Αντιμετώπιση
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες ειδικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση
της υπερδοσολογίας με alendronate. Θα πρέπει να χορηγείται γάλα ή
αντιόξινα ώστε να δεσμευθεί το alendronate. Λόγω του κινδύνου
οισοφαγικού ερεθισμού, δε θα πρέπει να προκαλείται έμετος και η
ασθενής θα πρέπει να παραμένει σε εντελώς ίσια θέση.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Διφωσφονικά για τη θεραπεία
παθήσεων των οστών, Κωδικός ATC: M05BA04
Μηχανισμός δράσης
Η δραστική ουσία του Alendronate/Mylan, το sodium alendronate trihydrate, είναι
ένα διφωσφονικό το οποίο αναστέλλει την οστική απορρόφηση από τους
οστεοκλάστες χωρίς να έχει άμεση επίδραση στο σχηματισμό του
οστού. Προκλινικές μελέτες έχουν δείξει κύρια εντόπιση του
alendronate στις θέσεις ενεργού απορρόφησης. Η δράση των
οστεοκλαστών αναστέλλεται, όμως η προσέλκυση και η προσκόλληση
των οστεοκλαστών δεν επηρεάζεται. Το οστό που σχηματίζεται κατά τη
θεραπεία με alendronate έχει φυσιολογική δομή.
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης
Η οστεοπόρωση ορίζεται ως οστική πυκνότητα (bone mineral density,
BMD) της σπονδυλικής στήλης ή του ισχίου κατά 2,5 μονάδες τυπικής
απόκλισης (SD) κάτω από τη μέση τιμή ενός φυσιολογικού πληθυσμού
νέων ατόμων ή ως ένα προηγούμενο κάταγμα λόγω ευθραυστότητας του
13
οστού, ανεξάρτητα από την BMD.
Η θεραπευτική ισοδυναμία του alendronate σε δόση 70 mg μία φορά την
εβδομάδα (n=519) και του alendronate σε δόση 10 mg ημερησίως
(n=370) καταδείχθηκε σε μία πολυκεντρική μελέτη διάρκειας ενός έτους
σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση. Η μέση αύξηση από
το αρχικό επίπεδο της BMD της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής
στήλης ήταν μετά από ένα χρόνο 5,1% (95% διάστημα εμπιστοσύνης
(CI): 4,8, 5,4%) στην ομάδα που έλαβε 70 mg και 5,4% (95% CI: 5,0,
5,8%) στην ομάδα που έλαβε 10 mg. Η μέση αύξηση της BMD στις
ομάδες θεραπείας των 70 mg μία φορά την εβδομάδα και 10 mg μία φορά
την ημέρα ήταν 2,3% και 2,9%, αντίστοιχα, στον αυχένα του μηριαίου
οστού και 2,9% και 3,1%, αντίστοιχα, στο ολικό ισχίο. Οι δύο
θεραπευτικές ομάδες ήταν επίσης παρόμοιες όσον αφορά στις αυξήσεις
της οστικής πυκνότητας σε άλλα σημεία του σκελετού.
Η επίδραση του alendronate στη BMD και στην επίπτωση των
καταγμάτων σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες διερευνήθηκε σε δύο,
ταυτόσημου σχεδιασμού, μελέτες αρχικής επίδρασης (n=994) καθώς και
στη μελέτη «Fracture Intervention Trial» (FIT: n=6.459).
Στις μελέτες αρχικής επίδρασης, οι αυξήσεις της BMD με το alendronate
10 mg ημερησίως σε σχέση με το εικονικό φάρμακο στα τρία χρόνια
ήταν 8,8%, 5,9% και 7,8%, αντίστοιχα, στη σπονδυλική στήλη, στον
αυχένα του μηριαίου και στον τροχαντήρα. Η ολική BMD επίσης
αυξήθηκε σημαντικά. Υπήρξε 48% μείωση (alendronate 3,2% έναντι
εικονικού φαρμάκου 6,2%) στην αναλογία των ασθενών που ελάμβαναν
alendronate και εμφάνισαν ένα ή περισσότερα σπονδυλικά κατάγματα
σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν το εικονικό φάρμακο. Κατά
τις διετείς επεκτάσεις αυτών των μελετών, η BMD στη σπονδυλική
στήλη και τον τροχαντήρα συνέχισε να αυξάνει. Η BMD στον αυχένα
του μηριαίου και συνολικά διατηρήθηκε.
Η μελέτη FIT περιελάμβανε δύο ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο
μελέτες alendronate (5 mg ημερησίως για δύο έτη και 10 mg ημερησίως
για ένα ή για δύο επιπλέον έτη).
FIT 1: Μία μελέτη διαρκείας τριών ετών με 2.027 ασθενείς οι οποίοι
είχαν εξ’ αρχής ένα τουλάχιστον σπονδυλικό (συμπιεστικό)
κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη η άπαξ ημερήσια χορήγηση alendronate
μείωσε τη συχνότητα εμφάνισης ≥ 1 νέων σπονδυλικών
καταγμάτων κατά 47% (alendronate 7,9% έναντι του εικονικού
φαρμάκου 15,0%). Επιπρόσθετα, στατιστικά σημαντική μείωση
επιβεβαιώθηκε αναφορικά με τη συχνότητα εμφάνισης των
καταγμάτων ισχίου (1,1% έναντι 2,2%, μείωση κατά 51%).
FIT 2: Μία μελέτη διαρκείας τεσσάρων ετών με 4.432 ασθενείς με
χαμηλή οστική μάζα, αλλά χωρίς σπονδυλικό κάταγμα κατά την
αρχή της μελέτης. Σε αυτή τη μελέτη, ανάλυση μιας υποομάδας
14
οστεοπορωτικών γυναικών (37% του συνολικού πληθυσμού, οι
οποίες είχαν οστεοπόρωση, σύμφωνα με τον ορισμό που δόθηκε
παραπάνω) κατέδειξε σημαντική διαφορά στη συχνότητα των
καταγμάτων ισχίου (alendronate 1,0% έναντι εικονικού φαρμάκου
2,2%, μείωση κατά 56%) και στη συχνότητα ≥ 1 σπονδυλικού
κατάγματος (2,9% έναντι 5,8%, μείωση κατά 50%).
Ευρήματα εργαστηριακών ελέγχων
Σε κλινικές μελέτες, ασυμπτωματική, ήπια και παροδική μείωση των
επιπέδων ασβεστίου και φωσφορικών στον ορό παρατηρήθηκε περίπου
σε 18% και 10%, αντίστοιχα, των ασθενών που ελάμβαναν alendronate
10 mg/ημερησίως έναντι περίπου σε 12% και 3% αυτών που ελάμβαναν
εικονικό φάρμακο. Ωστόσο, οι επιπτώσεις των μειώσεων των επιπέδων
του ασβεστίου στον ορό σε < 8,0 mg/dl (2,0 mmol/l) και των φωσφορικών
στον ορό σε ≤ 2,0 mg/dl (0,65 mmol/l) στον ορό ήταν παρόμοιες και στις
δύο ομάδες θεραπείας.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Το alendronate sodium έχει μελετηθεί σε μικρό αριθμό ασθενών ηλικίας
κάτω των 18 ετών με ατελή οστεογένεση (osteogenesis imperfecta). Δεν
υπάρχουν επαρκή αποτελέσματα που να υποστηρίζουν τη χρήση του
alendronate sodium σε παιδιατρικούς ασθενείς με ατελή οστεογένεση.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες.
Απορρόφηση:
Συγκρινόμενη με μία ενδοφλέβια δόση αναφοράς, η μέση από του
στόματος βιοδιαθεσιμότητα του alendronate στις γυναίκες ήταν 0,64%
για δόσεις που κυμάνθηκαν από 5 - 70 mg χορηγούμενα μετά από
νηστεία μίας νύχτας και δύο ώρες πριν από ένα κανονικό πρωινό. Η
βιοδιαθεσιμότητα μειώθηκε σε περίπου 0,46% και 0,39% όταν το
alendronate χορηγήθηκε μία ή μισή ώρα πριν από ένα κανονικό πρωινό.
Στις μελέτες οστεοπόρωσης το alendronate ήταν αποτελεσματική όταν
χορηγούνταν τουλάχιστον 30 λεπτά πριν από το πρώτο γεύμα ή ποτό
της ημέρας.
Η βιοδιαθεσιμότητα ήταν αμελητέα ανεξάρτητα από το αν το
alendronate δόθηκε μαζί ή έως δύο ώρες μετά από ένα κανονικό πρωινό.
Ο καφές ή ο χυμός πορτοκαλιού μείωσε τη βιοδιαθεσιμότητα κατά
περίπου 60%.
Σε υγιείς εθελοντές, η από του στόματος prednisone (20 mg τρεις φορές
ημερησίως επί πέντε ημέρες) δεν άλλαξε τη βιοδιαθεσιμότητα του
alendronate σε κλινικά σημαντικό βαθμό (μέση αύξηση που κυμάνθηκε
από 20% - 44%).
Κατανομή:
Οι μελέτες σε αρουραίους δείχνουν ότι μετά από ενδοφλέβια χορήγηση
15
1mg/kg, το alendronate κατανέμεται αρχικά στους μαλακούς ιστούς,
αλλά στη συνέχεια ανακατανέμεται ταχέως στο σκελετό ή απεκκρίνεται
στα ούρα. Στον άνθρωπο, ο μέσος όγκος κατανομής στη σταθερή
κατάσταση, εκτός των οστών, είναι τουλάχιστον 28 λίτρα. Η
συγκέντρωση του φαρμακευτικού προϊόντος στο πλάσμα μετά τη
χορήγηση μιας θεραπευτικής από του στόματος δόσης είναι κάτω από
το ανιχνεύσιμο όριο (<5 ng/ml). Στον άνθρωπο, η πρόσδεση με τις
πρωτεΐνες του πλάσματος είναι περίπου 78%.
Βιομετασχηματισμός:
Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το alendronate μεταβολίζεται στα ζώα ή
στον άνθρωπο.
Αποβολή:
Μετά από μία εφάπαξ ενδοφλέβια δόση [
14
C] alendronate, το 50%
περίπου της ραδιενέργειας εκκρίθηκε στα ούρα μέσα σε 72 ώρες. Πολύ
λίγη ή καθόλου ραδιενέργεια ανιχνεύθηκε στα κόπρανα. Μετά τη
χορήγηση εφάπαξ ενδοφλέβιας δόσης 10 mg, η νεφρική κάθαρση ήταν 71
ml/min, και η συστηματική κάθαρση δεν ξεπέρασε τα 200 ml/min. Μέσα σε
έξι ώρες μετά από την ενδοφλέβια χορήγηση, η συγκέντρωση στο
πλάσμα μειώθηκε περισσότερο από 95%. Βάσει της βραδείας
απελευθέρωσης του alendronate από τον σκελετό, ο χρόνος ημίσειας
ζωής στον άνθρωπο εκτιμάται > 10 έτη. Στους αρουραίους, το
alendronate δεν απεκκρίνεται μέσω των συστημάτων μεταφοράς οξέων
ή βάσεων των νεφρών, και έτσι στον άνθρωπο δεν αναμένεται να
επιδρά στην απέκκριση άλλων φαρμάκων μέσω των συστημάτων αυτών.
Νεφρική Δυσλειτουργία:
Οι προκλινικές μελέτες δείχνουν ότι ένα φαρμακευτικό προϊόν που δεν
επικάθεται στα οστά, εκκρίνεται ταχέως στα ούρα. Μετά από χρόνια
χορήγηση σωρευτικών ενδοφλέβιων δόσεων έως και 35 mg/kg σε ζώα,
δεν καταδείχθηκε κορεσμός της πρόσληψης από τα οστά. Όπως
συμβαίνει με τα ζώα, είναι πιθανό η αποβολή του alendronate μέσω των
νεφρών να είναι ελαττωμένη στους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια.
Ωστόσο, δεν είναι διαθέσιμα σχετικά κλινικά δεδομένα. Κατά συνέπεια,
στα άτομα με μειωμένη νεφρική λειτουργία θα μπορούσε να αναμένεται
μεγαλύτερη συσσώρευση alendronate στα οστά (βλ. παράγραφο 4.2).
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα με βάση συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής
ασφάλειας, τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, γονοτοξικότητας
και δυναμικού καρκινογένεσης δεν έχουν καταδείξει κάποιο ιδιαίτερο
κίνδυνο για τον άνθρωπο. Οι μελέτες σε αρουραίους κατέδειξαν πως η
αγωγή με alendronate κατά την κύηση συσχετίστηκε με δυστοκία στα
θηλυκά κατά τον τοκετό, η οποία συσχετιζόταν με υπασβεστιαιμία.
Μελέτες, κατά τις οποίες χορηγήθηκαν υψηλές δόσεις σε αρουραίους,
κατέδειξαν αυξημένη επίπτωση ατελούς εμβρυϊκής οστεοποίησης. Δεν
είναι γνωστό εάν αυτό συσχετίζεται με τον άνθρωπο.
16
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
Cellulose, microcrystalline
Lactose monohydrate
Croscarmellose sodium
Magnesium stearate.
Povidone
6.2. Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3. Διάρκεια ζωής
3 χρόνια
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Συσκευασίες κυψέλης (blister) από πράσινο, αδιαφανές αλουμίνιο/PVC
που περιέχουν 4, 8 ή 12 δισκία.
Περιέκτης δισκίων από πολυπροπυλένιο με πώμα από πολυαιθυλένιο
και προαιρετικά υλικό πληρώσεως από πολυαιθυλένιο που περιέχει 4, 8,
12 ή 100 (συσκευασία dispensing) δισκία.
*Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση για απόρριψη.
7. ΚΆΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας:
Mylan S.A.S., 117 allee des parcs, 69 800 Saint Priest, Γαλλία
Τοπικός Αντιπρόσωπος για την Ελλάδα:
Generics Pharma Hellas ΕΠΕ, Λεωφόρος Βουλιαγμένης 577
Α
, 16 451
Αργυρούπολη, Ελλάδα, Τηλ. 210 9936410
17
8. ΑΡΙΘΜΌΣ(ΟΙ) ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
20085 / 15 /23-05-2016
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑ ΠΡΏΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ /ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 09-05-2007
Ημερομηνία ανανέωσης : 17-05-2012
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑ ΑΝΑΘΕΏΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΈΝΟΥ
18
19