mmHg ή μία ελάττωση κατά 10 mmHg στη συστολική πίεση, εάν η τιμή κατά την
έναρξη της θεραπείας ήταν > 160 mmHg. Στη στοχευόμενη αυτή αρτηριακή
πίεση έφθασε το 60% των ασθενών της ομάδας του εικονικού φαρμάκου, ενώ
το ποσοστό αυτό για τις ομάδες του irbesartan και του amlodipine ήταν
αντιστοίχως 76% και 78%. Το irbesartan μείωσε σημαντικά το σχετικό κίνδυνο
ως προς το κύριο συνδυασμένο τελικό σημείο διπλασιασμού της κρεατινίνης
του ορού, τη νεφροπάθεια τελικού σταδίου (end-stage renal disease-ESRD) ή τη
θνησιμότητα από όλες τις αιτίες. Περίπου το 33% των ασθενών στην ομάδα
του irbesartan έφθασε το κύριο σύνθετο τελικό σημείο νεφρικής λειτουργίας,
σε σύγκριση με το 39% και το 41% στις ομάδες του εικονικού φαρμάκου και
του amlodipine [20% μείωση του σχετικού κινδύνου σε σύγκριση με το εικονικό
φάρμακο (p= 0,024) και 23% μείωση του σχετικού κινδύνου σε σύγκριση με το
amlodipine (p= 0,006)]. Όταν οι μεμονωμένοι παράγοντες του πρωταρχικού
τελικού σημείου αναλύθηκαν, δεν παρατηρήθηκε καμία επίδραση στη
θνησιμότητα από όλες τις αιτίες, ενώ παρατηρήθηκε μία θετική τάση στη
μείωση της ESRD και μία σημαντική μείωση στο διπλασιασμό της κρεατινίνης
του ορού.
Υποομάδες ανάλογα με το φύλο, τη φυλή, την ηλικία, τη διάρκεια του διαβήτη,
την αρτηριακή πίεση κατά την έναρξη της θεραπείας, την κρεατινίνη ορού, το
ποσοστό έκκρισης λευκωματίνης, αξιολογήθηκαν για την αποτελεσματικότητα
της θεραπείας. Στις υπο-ομάδες με γυναίκες και ασθενείς της μαύρης φυλής
που αντιπροσώπευαν το 32% και το 26% του ολικού πληθυσμού προς μελέτη
αντιστοίχως, μία ευνοϊκή δράση στους νεφρούς δεν ήταν εμφανής, αν και τα
διαστήματα εμπιστοσύνης δεν την εξαιρούν. Όσον αφορά το δευτερεύον τελικό
σημείο θανατηφόρων ή μη θανατηφόρων καρδιαγγειακών επεισοδίων, δεν
υπήρξε διαφορά μεταξύ των τριών ομάδων στον ολικό πληθυσμό, αν και μία
αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μη θανατηφόρου εμφράγματος του μυοκαρδίου
παρατηρήθηκε για τις γυναίκες και μία μειωμένη συχνότητα εμφάνισης μη
θανατηφόρου εμφράγματος του μυοκαρδίου εμφανίσθηκε στους άνδρες στην
ομάδα του irbesartan σε σύγκριση με το δοσολογικό σχήμα στηριζόμενο στο
εικονικό φάρμακο. Μία αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μη θανατηφόρου
εμφράγματος του μυοκαρδίου και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου
παρουσιάσθηκε στις γυναίκες με το δοσολογικό σχήμα με irbesartan σε
σύγκριση με το δοσολογικό σχήμα με amlodipine, ενώ η περίθαλψη στο
νοσοκομείο λόγω καρδιακής ανεπάρκειας μειώθηκε για όλο τον πληθυσμό.
Ωστόσο, δεν έχει διαπιστωθεί σαφής εξήγηση, για τα ευρήματα αυτά στις
γυναίκες.
Η μελέτη «Επιδράσεις του irbesartan στη Μικρολευκωματινουρία σε
Υπερτασικούς Ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2» («Effects of Irbesartan on
Microalbuminuria in Hypertensive Patients with type 2 Diabetes Mellitus» -IRMA 2-) δείχνει
ότι 300 mg irbesartan καθυστερούν την εξέλιξη της εμφανούς πρωτεϊνουρίας σε
ασθενείς με μικρολευκωματινουρία. Η μελέτη IRMA 2, ήταν μία ελεγχόμενη με
εικονικό φάρμακο, διπλά τυφλή μελέτη νοσηρότητας, σε 590 ασθενείς με
διαβήτη τύπου 2, μικρολευκωματινουρία (30-300 mg/ημερησίως) και
φυσιολογική νεφρική λειτουργία (κρεατινίνη ορού ≤ 1,5 mg/dl στους άνδρες και
< 1,1 mg/dl στις γυναίκες). Η μελέτη εξέτασε τις επιδράσεις μακράς διάρκειας
(2 έτη) του Irbesartan/Mylan στην εξέλιξη της κλινικής (εμφανούς) πρωτεϊνουρίας
(ποσοστό έκκρισης λευκωματίνης στα ούρα, urinary albumin excretion rate (UAER)>
300 mg/ημερησίως και μία αύξηση στο UAER τουλάχιστον κατά 30% από την
αρχική τιμή). Η προκαθορισμένη στοχευόμενη τιμή αρτηριακής πίεσης ήταν ≤
135/85 mmHg. Συμπληρωματικοί αντιυπερτασικοί παράγοντες (εξαιρουμένων
των αναστολέων ΜΕΑ, των ανταγωνιστών των υποδοχέων της αγγειοτασίνης
ΙΙ και των διϋδροπυριδινικών αποκλειστών ασβεστίου), προστέθηκαν, όπου