Κατά τη διάρκεια κλινικών μελετών έχουν παρατηρηθεί συχνότερα
αυτοκτονική συμπεριφορά (απόπειρες αυτοκτονίας και
αυτοκτονικές σκέψεις) και εχθρότητα (κυρίως επιθετικότητα,
εναντιωτική συμπεριφορά και θυμός) σε παιδιά και σε εφήβους
που έλαβαν θεραπεία με αντικαταθλιπτικά, σε σύγκριση με τα
παιδιά και τους εφήβους που έλαβαν το εικονικό φάρμακο
(placebo). Εάν ωστόσο, λόγω κλινικής αναγκαιότητας, ληφθεί η
απόφαση να ακολουθηθεί η θεραπευτική αγωγή, ο ασθενής θα
πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή για τυχόν εμφάνιση
αυτοκτονικών συμπτωμάτων. Επιπρόσθετα, υπάρχει έλλειψη
δεδομένων ασφαλείας από μακροχρόνια χρήση σε παιδιά και σε
εφήβους αναφορικά με την ανάπτυξη, την ωρίμανση και τη νοητική
ανάπτυξη, καθώς και την ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Αυτοκτονία/ αυτοκτονικές σκέψεις ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη συνδέεται με έναν αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών
σκέψεων, αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας (συμβάντα σχετικά
με αυτοκτονία). Αυτός ο κίνδυνος παραμένει μέχρις ότου
παρουσιαστεί σημαντική ύφεση των συμπτωμάτων. Καθώς η
βελτίωση μπορεί να μην παρουσιαστεί κατά τις πρώτες εβδομάδες
της θεραπείας ή και περισσότερο, οι ασθενείς θα πρέπει να
παρακολουθούνται στενά μέχρι ότου παρουσιαστεί μία τέτοια
βελτίωση. Η κλινική εμπειρία είναι ότι γενικά ο κίνδυνος
αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί στα πρώτα στάδια της ανάρρωσης.
Ασθενείς με ιστορικό συμβάντων σχετικών με αυτοκτονία ή
εκείνοι που εμφανίζουν σε σημαντικό βαθμό αυτοκτονικό ιδεασμό
πριν την έναρξη της αγωγής είναι γνωστό ότι βρίσκονται σε
μεγαλύτερο κίνδυνο για αυτοκτονικές σκέψεις ή απόπειρες
αυτοκτονίας, και θα πρέπει να παρακολουθούνται με προσοχή
κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Μία μετα-ανάλυση ελεγχόμενων
με εικονικό φάρμακο κλινικών μελετών αντικαταθλιπτικών
φαρμάκων σε ενήλικες με ψυχιατρικές διαταραχές έδειξε ένα
μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς με
αντικαταθλιπτικά συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς
κάτω των 25 ετών.
Στενή επίβλεψη των ασθενών και ιδιαίτερα εκείνων με μεγαλύτερο
κίνδυνο θα πρέπει να συνοδεύει τη θεραπεία με τα
αντικαταθλιπτικά, ειδικά στην αρχική φάση της αγωγής και μετά
από αλλαγές δόσεων. Οι ασθενείς (και όσοι φροντίζουν τους
ασθενείς) πρέπει να έχουν προειδοποιηθεί για την ανάγκη
παρακολούθησης κάθε ενδεχόμενης κλινικής επιδείνωσης,
αυτοκτονικής συμπεριφοράς ή αυτοκτονικών σκέψεων και
ασυνήθιστων αλλαγών στη συμπεριφορά και να αναζητούν
αμέσως ιατρική συμβουλή εάν εμφανιστούν τέτοια συμπτώματα.
Αναφορικά με την πιθανότητα αυτοκτονίας, ιδιαίτερα κατά την
έναρξη της θεραπείας, μόνο μία περιορισμένη ποσότητα
μιρταζαπίνης θα πρέπει να δίδεται στους ασθενείς στα πλαίσια
της ορθής αντιμετώπισης των ασθενών, προκειμένου να μειωθεί ο
κίνδυνος υπερδοσολογίας.
Καταστολή του μυελού των οστών