κυττάρων του παγκρέατος στην υψηλότερη δόση που χορηγήθηκε. Οι μέγιστες
συγκεντρώσεις του φαρμάκου στο πλάσμα που ανευρίσκονται στους αρουραίους
και που είναι ίσες με 2000 mg/kg / ημέρα είναι 10 φορές υψηλότερες από τις
συγκεντρώσεις στο πλάσμα ανθρώπων που λαμβάνουν 3600 mg/ ημέρα. Οι όγκοι
των λοβιδιακών κυττάρων του παγκρέατος σε αρσενικούς αρουραίους είχαν
χαμηλό βαθμό κακοήθειας, δεν είχαν επίδραση στο χρόνο επιβίωσης, δεν ήταν
μεταστατικοί ή διηθητικοί στους γύρω ιστούς και ήταν παρόμοιοι με εκείνους της
ομάδας ελέγχου που μελετήθηκαν ταυτόχρονα. Η σχέση μεταξύ των όγκων αυτών
των λοβιδιακών κύτταρων του παγκρέατος σε αρσενικούς αρουραίους και του
κινδύνου καρκινογένεσης στον άνθρωπο δεν είναι σαφής.
Μεταλλαξιογένεση
Η γκαμπαπεντίνη δεν κατέδειξε δυναμικό γονοτοξικότητας. Δεν παρουσίασε
μεταλλαξιογόνες ιδιότητες
in vitro
κατά τις συνήθεις δοκιμασίες στις οποίες
χρησιμοποιήθηκαν κύτταρα βακτηρίων ή θηλαστικών. Η γκαμπαπεντίνη δεν
προκάλεσε δομικές χρωμοσωμιακές παρεκκλίσεις διάταξης σε κύτταρα
θηλαστικών
in vitro
ή
in vivo
και δεν προκάλεσε σχηματισμό μικροπυρήνων
στον μυελό των οστών σε χάμστερ.
Επίπτωση στη Γονιμότητα
Καμία ανεπιθύμητη ενέργεια όσον αφορά στη γονιμότητα και στην
αναπαραγωγή σε αρουραίους δεν παρατηρήθηκε μετά από χορήγηση δόσεων
έως και 2000 mg/kg (περί τις πέντε φορές τη μέγιστη ημερήσια δόση στον
άνθρωπο όπως υπολογίζεται βάσει των mg/m
2
επιφάνειας σώματος).
Τερατογένεση
Η γκαμπαπεντίνη δεν προκάλεσε αύξηση της συχνότητας εμφάνισης των
δυσμορφιών συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου, στα έμβρυα των ποντικών, των
αρουραίων ή των κουνελιών σε δόσεις έως 50, 30 και 25 φορές αντίστοιχα της
ημερήσιας δόσης των 3600 mg στον άνθρωπο (τέσσερις, πέντε ή οκτώ φορές,
αντίστοιχα, την ημερήσια δόση στον άνθρωπο βάσει των mg/m
2
).
Η γκαμπαπεντίνη προκάλεσε επιβράδυνση της οστεοποίησης του κρανίου, των
σπονδύλων, των πρόσθιων και των οπίσθιων άκρων στα τρωκτικά, γεγονός που
αποτελεί ένδειξη επιβράδυνσης της ανάπτυξης του εμβρύου. Οι επιδράσεις αυτές
σημειώθηκαν όταν χορηγήθηκαν σε κυοφορούντες ποντικούς από του στόματος
δόσεις ίσες με 1000 ή 3000 mg/kg/ ημέρα κατά τη διάρκεια της οργανογένεσης
καθώς και σε αρουραίους που έλαβαν από του στόματος δόσεις ίσες με 500, 1000 ή
2000 mg/kg πριν από και κατά τη διάρκεια του ζευγαρώματος και καθ’ όλη τη
διάρκεια της κυοφορίας. Οι δόσεις αυτές αντιστοιχούν κατά προσέγγιση σε 1 έως 5
φορές της δόσης των 3600 mg στον άνθρωπο, υπολογισμένες, βάσει των mg/m
2
.
Καμία επίδραση δεν παρατηρήθηκε σε κυοφορούντα ποντίκια στα οποία
χορηγήθηκαν 500 mg/kg/ ημέρα (περί το ½ της ημερήσιας δόσης στον άνθρωπο,
υπολογισμένης βάσει των mg/m
2
).
Σε αρουραίους στους οποίους χορηγήθηκαν 2000 mg/kg/ ημέρα κατά τη διάρκεια
μιας μελέτης για τη γονιμότητα και γενικά για την αναπαραγωγή, 1500 mg/kg/
ημέρα κατά τη διάρκεια μιας μελέτης τερατογένεσης και 500, 1000 και 2000
mg/kg/ ημέρα κατά τη διάρκεια μιας περιγεννητικής και μεταγεννητικής μελέτης,
σημειώθηκε αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης του υδροουρητήρος και/ή της
υδρονέφρωσης. Η σημασία των ευρημάτων αυτών δεν είναι γνωστή, έχουν όμως
συσχετισθεί με την επιβράδυνση της ανάπτυξης. Οι δόσεις αυτές επίσης
16