Υπόταση σε ασθενείς με απώλεια όγκου - και/ή άλατος
Σε ασθενείς με πιθανή απώλεια ενδοαγγειακού όγκου ή άλατος (π.χ. ασθενείς
με έμετο, διάρροια ή ασθενείς που λαμβάνουν υψηλές δόσεις διουρητικών), η
έναρξη της θεραπείας με Edarclor πρέπει να γίνεται κάτω από στενή ιατρική
παρακολούθηση (βλέπε παράγραφο 4.2). Η απώλεια όγκου- και/ή άλατος θα
πρέπει να διορθώνεται πριν την έναρξη της θεραπείας με Edarclor.
Πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός
Οι ασθενείς με πρωτοπαθή υπεραλδοστερονισμό γενικά δεν ανταποκρίνονται
σε αντιυπερτασικά φαρμακευτικά προϊόντα που δρουν μέσω αναστολής του
συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης. Ως εκ τούτου, δεν συνιστάται η χρήση του
Edarclor σε αυτούς τους ασθενείς.
Διαταραχές στο ισοζύγιο των ηλεκτρολυτών
Όπως για κάθε ασθενή που λαμβάνει θεραπεία με διουρητικά, ο προσδιορισμός
των ηλεκτρολυτών στον ορό θα πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά
διαστήματα.
Οι θειαζίδες μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές υγρών ή ηλεκτρολυτών
(συμπεριλαμβανομένης υποκαλιαιμίας, υπερασβεστιαιμίας, υπονατριαιμίας και
υποχλωραιμικής αλκάλωσης). Προειδοποιητικά σημεία διαταραχών ύδατος ή
ηλεκτρολυτών είναι ξηρότητα στόματος, δίψα, αδυναμία, λήθαργος, υπνηλία,
ανησυχία, μυαλγίες ή κράμπες, μυϊκή κόπωση, υπόταση, ολιγουρία, ταχυκαρδία
και γαστρεντερικές διαταραχές όπως ναυτία ή έμετος (βλέπε παράγραφο 4.8).
Οι διαταραχές του ισοζυγίου υγρών και ηλεκτρολυτών θα πρέπει να
διορθώνονται πριν την έναρξη της θεραπείας με Edarclor.
Υποκαλιαιμία
Η υποκαλιαιμία είναι μια δοσοεξαρτώμενη ανεπιθύμητη ενέργεια που μπορεί
να εμφανισθεί με τη χλωροθαλιδόνη ως μονοθεραπεία. Η ταυτόχρονη θεραπεία
με μεδοξομιλική αζιλσαρτάνη έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την υποκαλιαιμία
που σχετίζεται με τη χλωροθαλιδόνη. Η συγχορήγηση της δακτυλίτιδας μπορεί
να επιδεινώσει τις αρνητικές επιπτώσεις της υποκαλιαιμίας. Η υποκαλιαιμία
πρέπει να διορθωθεί πριν την έναρξη της θεραπείας με Edarclor.
Υπερκαλιαιμία
Λόγω του ανταγωνισμού των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ από το
δραστικό συστατικό μεδοξομιλική αζιλσαρτάνη του Edarclor, μπορεί να
εμφανισθεί υπερκαλιαιμία. Αν και κλινικά σημαντική υπερκαλιαιμία δεν έχει
τεκμηριωθεί με το Edarclor, οι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη
υπερκαλιαιμίας περιλαμβάνουν νεφρική δυσλειτουργία και/ή καρδιακή
ανεπάρκεια και σακχαρώδη διαβήτη. Τα καλιοσυντηρητικά διουρητικά,
συμπληρώματα καλίου ή υποκατάστατα άλατος που περιέχουν κάλιο θα πρέπει
να συγχορηγούνται με προσοχή με το Edarclor (βλέπε παράγραφο 4.5).
Υπονατριαιμία και υποχλωραιμική αλκάλωση. Έχει αποδειχθεί ότι οι θειαζίδες
προκαλούν υπονατριαιμία. Το Edarclor δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται επί
ανθεκτική υπονατριαιμίας (βλέπε παράγραφο 4.3). Η έλλειψη χλωρίου είναι
γενικά ήπια και συνήθως δεν απαιτεί θεραπεία.
Υπερασβεστιαιμία
Οι θειαζίδες μπορεί να μειώσουν την απέκκριση ασβεστίου στα ούρα και να
προκαλέσουν μία διαλείπουσα και ελαφρά αύξηση του ασβεστίου στον ορό με
απουσία γνωστών διαταραχών του μεταβολισμού του ασβεστίου.
5