6-11 ετών
10 mg (n=8) 6,9 (3,5-10,9) 5,6 (3,1-13,2)
20 mg (n=8)
20 mg (n=6)**
14,4 (7,2-42,3)
10,1 (7,2-13,7)
8,8 (3,4-29,4)
8,1 (3,4-29,4)
12-17 ετών
20 mg (n=6) 8,1 (4,7-15,9) 7,1 (4,8-9,0)
40 mg (n=8) 17,6 (13,1-19,8) 10,5 (7,8-14,2)
Ενήλικες
20 mg (n=22) 5,1 (1,5-11,8) 3,9 (1,5-6,7)
40 mg (n=41) 12,6 (4,8-21,7) 8,5 (5,4-17,9)
* Ένας ασθενής στην ηλικιακή ομάδα 0 έως 1 μηνός ορίστηκε ως ένας
ασθενής με διορθωμένη ηλικία ≥32 πλήρων εβδομάδων και <44 πλήρων
εβδομάδων, όπου διορθωμένη ηλικία ήταν το άθροισμα της ηλικίας κύησης
και της ηλικίας μετά τη γέννηση σε πλήρεις εβδομάδες. Ένας ασθενής
στην ηλικιακή ομάδα ηλικίας 1 έως 11 μηνών είχε μια διορθωμένη ηλικία
≥ 44 πλήρων εβδομάδων.
** Δύο ασθενείς αποκλείστηκαν, ένας πιθανώς με μικρή δυνατότητα
μεταβολισμού του CYP2C19 και ένας σε ταυτόχρονη θεραπεία με
αναστολέα του CYP3A4.
Προβλέψεις βασισμένες σε μοντέλο δείχνουν ότι οι C
ss
,
max
μετά από
ενδοφλέβια χορήγηση εσομεπραζόλης ως 10-λεπτες, 20-λεπτες και 30-
λεπτες εγχύσεις θα μειωθούν κατά μέσο όρο 37% έως 49%, 54% έως 66%
και 61% έως 72%, αντίστοιχα, σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και τις
ομάδες δόσεων συγκριτικά με τις τιμές που προκύπτουν μετά από δόση
χορηγούμενη ως 3-λεπτη ένεση.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μη-κλινικά δεδομένα δεν έδειξαν κάποιο ιδιαίτερο κίνδυνο για τον
άνθρωπο, βάσει των συμβατικών μελετών φαρμακολογικής ασφάλειας,
τοξικότητας μετά από επαναλαμβανόμενη χορήγηση, γονοτοξικότητας,
τοξικότητας στην αναπαραγωγική ικανότητα και την ανάπτυξη.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που δεν παρατηρήθηκαν σε κλινικές μελέτες, αλλά
παρατηρήθηκαν σε ζώα σε επίπεδα έκθεσης παρόμοια με τα κλινικά
επίπεδα έκθεσης και με ενδεχόμενη σχέση με την κλινική χρήση ήταν ως
εξής:
Μελέτες καρκινογένεσης σε αρουραίους με το ρακεμικό μίγμα,
χορηγούμενο από του στόματος, έδειξαν υπερπλασία των γαστρικών ECL-
κυττάρων και καρκινοειδή. Οι δράσεις αυτές στο γαστρικό είναι
αποτέλεσμα της παρατεταμένης και έντονης υπεργαστριναιμίας ως
επακόλουθο της μειωμένης έκκρισης του γαστρικού οξέος και
παρατηρούνται μετά από μακρόχρονη θεραπεία σε αρουραίους με
αναστολείς της έκκρισης γαστρικού οξέος. Στο μη κλινικό πρόγραμμα της
ενδοφλέβιας μορφής της εσομεπραζόλης δεν υπήρξε ένδειξη για ερεθισμό
των αγγείων, αλλά παρατηρήθηκε μία μικρή ιστική φλεγμονώδης
αντίδραση στο σημείο της ένεσης μετά από υποδόρια χορήγηση
(παραφλεβικά) (βλέπε παράγραφο 4.8).
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
μ Αιθυλενοδια ινοτετραοξικό νάτριο
Υδροξείδιο του νατρίου (για ρύθμιση του pΗ)