ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rataz
Πόσιμο Διάλυμα 30mg/ml
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rataz Πόσιμο Διάλυμα 30mg/ml
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ & ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε 1 ml πόσιμου διαλύματος περιέχει 30,0 mg ρανιτιδίνη (ως
υδροχλωρική ρανιτιδίνη)
Έκδοχα με γνωστή δράση:
Κάθε 5 ml πόσιμου διαλύματος περιέχει:
550 mg σορβιτόλη
400 mg αιθανόλη 96%
18,45 mg νάτριο
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Πόσιμο Διάλυμα
Το πόσιμο διάλυμα είναι ένα διαυγές, κίτρινο πορτοκαλί διάλυμα
με χαρακτηριστική φρουτώδη οσμή.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές Ενδείξεις :
Ενήλικες
Το πόσιμο διάλυμα Rataz ενδείκνυται για τη θεραπεία του
δωδεκαδακτυλικού και του καλοήθους γαστρικού έλκους,
συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με τη χρήση μη
στεροειδών αντιφλεγμονωδών παραγόντων. Επιπλέον, το πόσιμο
διάλυμα Rataz ενδείκνυται για την πρόληψη του
δωδεκαδακτυλικού έλκους που συνδέεται με τη θεραπεία με μη
στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ). Το πόσιμο διάλυμα
Rataz ενδείκνυται επίσης για τη θεραπεία του μετεγχειρητικού
έλκους, του συνδρόμου Zollinger-Ellison και της νόσου της
γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, συμπεριλαμβανομένης της
μακροχρόνιας θεραπευτικής αγωγής ασθενών με επουλωμένη
οισοφαγίτιδα. Ασθενείς που πάσχουν από χρόνια επεισοδιακή
δυσπεψία που χαρακτηρίζεται από πόνο (επιγαστρικό ή
οπισθοστερνικό) και που σχετίζεται με τη λήψη γευμάτων ή
διαταραχών ύπνου, αλλά δεν συνδέεται με τις προαναφερθείσες
καταστάσεις, ενδέχεται να επωφεληθούν από τη θεραπεία
ρανιτιδίνης. Το πόσιμο διάλυμα Rataz ενδείκνυται για τις
ακόλουθες καταστάσεις, όπου είναι επιθυμητή η μείωση γαστρικής
έκκρισης και παραγωγής οξέων, όπως: πρόληψη γαστρεντερικής
αιμορραγίας λόγω έλκους από άγχος σε βαρέως πάσχοντες,
πρόληψη υποτροπιάζουσας αιμορραγίας σε ασθενείς με αιμορραγικά
πεπτικά έλκη και πρόληψη εισρόφησης γαστρικού περιεχομένου σε
ασθενείς πριν τη γενική αναισθησία (Σύνδρομο Mendelson),
ιδιαίτερα σε ασθενείς κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Παιδιά (ηλικίας 3 έως 18 ετών):
Βραχυχρόνια θεραπεία του πεπτικού έλκους. Θεραπεία
γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, συμπεριλαμβανομένης της
οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση και της ανακούφισης της
συμπτωματικής γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής νόσου.
Βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
κατά τη χρήση.
4.2 4. 2 Δοσολογία & τρόπος χορήγησης
Οδός χορήγησης: Από του στόματος χρήση
Ενήλικες (συμπεριλαμβανομένων των
ηλικιωμένων)/έφηβοι (12 ετών και άνω)
Η συνήθης δοσολογία είναι 150 mg (5 ml) δύο φορές ημερησίως,
πρωί και βράδυ. Εναλλακτικά, οι ασθενείς με δωδεκαδακτυλικό,
γαστρικό έλκος ή γαστροοισοφαγική παλινδρομική νόσο ενδέχεται
να λάβουν θεραπεία με μία μόνο δόση των 300 mg κατά την
κατάκλιση (10 ml). Η δόση λαμβάνεται ανεξάρτητα από τα γεύματα.
Δωδεκαδακτυλικό έλκος, καλοήθες γαστρικό έλκος και
μετεγχειρητικό έλκος:
Στις περισσότερες περιπτώσεις δωδεκαδακτυλικού, καλοήθους
γαστρικού και μετεγχειρητικού έλκους, η επούλωση συνήθως
επέρχεται σε διάστημα τεσσάρων εβδομάδων. Για εκείνους τους
ασθενείς για τους οποίους μπορεί να μην επιτεύχθηκε πλήρης
επούλωση μετά από την αρχική θεραπεία, η επούλωση συνήθως
επέρχεται κατά τη διάρκεια μίας επιπλέον περιόδου θεραπείας 4
εβδομάδων.
Θεραπεία γαστρικών ελκών που σχετίζονται με ΜΣΑΦ,
συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης δωδεκαδακτυλικών ελκών:
Για έλκη που οφείλονται σε μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη θεραπεία
ή σχετίζονται με συνεχή λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών
φαρμάκων, ενδέχεται να απαιτείται θεραπεία 8 εβδομάδων.
Για την πρόληψη δωδεκαδακτυλικών ελκών που σχετίζονται με μη
στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, ενδέχεται να χορηγείται
ρανιτιδίνη 150 mg (5 ml) δύο φορές την ημέρα ταυτόχρονα με
θεραπεία μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
Η θεραπεία του δωδεκαδακτυλικού έλκους με δόση 300 mg (10 ml)
δύο φορές ημερησίως για διάστημα 4 εβδομάδων οδηγεί σε
υψηλότερα ποσοστά επούλωσης συγκριτικά με εκείνα που
απορρέουν από θεραπεία 4 εβδομάδων με ρανιτιδίνη 150 mg (5 ml)
δύο φορές την ημέρα ή 300 mg (10 ml) άπαξ ημερησίως. Η αυξημένη
δόση δεν έχει συσχετιστεί με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης
ανεπιθύμητων ενεργειών.
Η θεραπεία συντήρησης με μειωμένη δόση 150 mg (5 ml) κατά την
κατάκλιση συνιστάται σε ασθενείς με απόκριση σε βραχυπρόθεσμη
θεραπεία, ιδιαίτερα σε εκείνους με ιστορικό υποτροπής έλκους.
Γαστροοισοφαγική παλινδρομική νόσος:
Στη θεραπεία της γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής νόσου, η
συνιστώμενη διάρκεια θεραπείας είναι είτε 150 mg (5 ml) δύο
φορές την ημέρα ή 300 mg (10 ml) κατά την κατάκλιση για
διάστημα έως και 8 εβδομάδες ή, εάν κρίνεται απαραίτητο, 12
εβδομάδες.
Σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή οισοφαγίτιδα, η δοσολογία
ρανιτιδίνης ενδέχεται να αυξηθεί σε 150 mg (5 ml) τέσσερις φορές
ημερησίως για διάστημα έως και δώδεκα εβδομάδες. Η αυξημένη
δόση δεν έχει συσχετιστεί με εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών.
Για τη μακροχρόνια αντιμετώπιση της οισοφαγίτιδας, η
συνιστώμενη από του στόματος δόση για ενήλικες ασθενείς είναι
150 mg (5 ml) δύο φορές ημερησίως. Δεν ενδείκνυται μακροχρόνια
θεραπεία σε ασθενείς με μη επουλωμένη οισοφαγίτιδα με ή χωρίς
επιθήλιο Barrett.
Σύνδρομο Zollinger-Ellison:
Σε ασθενείς με σύνδρομο Zollinger-Ellison, η αρχική δόση είναι 150
mg (5 ml) τρεις φορές την ημέρα και, αν κριθεί απαραίτητο, η
δοσολογία ενδέχεται να αυξηθεί. Σε ασθενείς που πάσχουν από το
σύνδρομο αυτό, έχουν χορηγηθεί αυξημένες δόσεις έως και 6 g (200
ml) ημερησίως, οι οποίες ήταν καλά ανεκτές.
Χρόνια επεισοδιακή δυσπεψία:
Για τους ασθενείς με χρόνια επεισοδιακή δυσπεψία, η συνιστώμενη
δοσολογία είναι 150 mg (5 ml) δύο φορές ημερησίως για διάστημα
έως και έξι εβδομάδων. Οποιοσδήποτε ασθενής δεν ανταποκρίνεται
στη θεραπεία ή υποτροπιάζει πρέπει άμεσα να ελέγχεται.
Πρόληψη αιμορραγίας λόγω έλκους από άγχος ή πρόληψη
υποτροπιάζουσας αιμορραγίας:
Στην πρόληψη αιμορραγίας λόγω έλκους από άγχος σε βαρέως
πάσχοντες ή στην πρόληψη υποτροπιάζουσας αιμορραγίας σε
ασθενείς με αιμορραγούντα πεπτικά έλκη, η θεραπεία ρανιτιδίνης
με δισκία 150 mg δύο φορές την ημέρα ενδέχεται να
αντικαταστήσει την ενέσιμη χορήγηση ρανιτιδίνης, μόλις αρχίσει η
διατροφή από το στόμα σε ασθενείς που κρίνεται ότι εξακολουθούν
να διατρέχουν κίνδυνο από αυτές τις καταστάσεις.
Πρόληψη συνδρόμου Mendelson:
Σε ασθενείς που θεωρείται ότι υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης του
συνδρόμου εισρόφησης γαστρικού περιεχομένου χορηγείται μία από
του στόματος δόση των 150 mg (5 ml) 2 ώρες πριν την έναρξη της
γενικής αναισθησίας και, κατά προτίμηση, επιπλέον δόση των 150
mg (5 ml) το προηγούμενο βράδυ.
Στις εγκύους χορηγείται με την έναρξη του τοκετού μία από του
στόματος δόση των 150 mg (5 ml) και, στη συνέχεια, δόσεις των
150 mg (5 ml) κάθε 6 ώρες. Δεδομένου ότι υπάρχει καθυστέρηση
στη γαστρική κένωση και την απορρόφηση του φαρμάκου κατά τη
διάρκεια του τοκετού, πριν την έναρξη της αναισθησίας συνιστάται
να χορηγείται επιπρόσθετα ένα αντιόξινο (π.χ. κιτρικό νάτριο) σε
ασθενείς που απαιτείται άμεση γενική αναισθησία. Θα πρέπει
επίσης να λαμβάνονται οι συνήθεις προφυλάξεις για να αποφευχθεί
η εισρόφηση γαστρικού περιεχομένου.
Παιδιά (3-11 ετών):
Βλέπε παράγραφο 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες (ειδικοί
πληθυσμοί ασθενών)
Το πόσιμο διάλυμα Rataz περιέχει περίπου 7,5% w/v αιθανόλη.
Ως εκ τούτου, θεωρείται απαραίτητη μια εναλλακτική μορφή
ρανιτιδίνης για τις ομάδες υψηλού κινδύνου,
συμπεριλαμβανομένων των παιδιών (βλ. παράγραφο 4.4 Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Ασθενείς άνω των 50 ετών
Βλ. παράγραφο 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες (Ειδικοί πληθυσμοί
ασθενών, ασθενείς άνω των 50 ετών)
Οξεία αντιμετώπιση πεπτικού έλκους
Η συνιστώμενη δόση από το στόμα για τη θεραπεία του πεπτικού
έλκους στα παιδιά είναι 4 mg - 8mg/kg/ημέρα χορηγούμενη σε δύο
διηρημένες δόσεις με μέγιστη δόση τα 300 mg (10 ml) ρανιτιδίνης
ημερησίως για διάρκεια 4 εβδομάδων. Για όσους ασθενείς δεν έχουν
πλήρη επούλωση, ενδείκνυνται άλλες 4 εβδομάδες θεραπείας,
καθώς η επούλωση συνήθως επιτυγχάνεται μετά από οκτώ
εβδομάδες θεραπείας.
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
Η συνιστώμενη δόση από το στόμα για τη θεραπεία της
γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης στα παιδιά είναι 5 έως 10
mg/kg/ημέρα, χορηγούμενη σε δύο διηρημένες δόσεις με μέγιστη
δόση τα 600 mg (20 ml) μέγιστη δόση είναι πιθανό να
εφαρμόζεται σε βαρύτερα παιδιά ή έφηβους με σοβαρά
συμπτώματα).
Νεογνά
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε νεογέννητα δεν έχει
τεκμηριωθεί.
Νεφρική δυσλειτουργία:
Συσσώρευση της ρανιτιδίνης με αποτέλεσμα την αύξηση της
συγκέντρωσης στο πλάσμα θα συμβεί σε ασθενείς με σοβαρή
νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη από 50
ml/λεπτό). Συνεπώς, σε αυτούς τους ασθενείς συνιστάται ημερήσια
δόση ρανιτιδίνης 150 mg (5 ml) το βράδυ για 4 έως 8 εβδομάδες.
Εάν κρίνεται απαραίτητο, για θεραπεία συντήρησης χορηγείται η
ίδια δόση. Σε περίπτωση μη επούλωσης του έλκους μετά τη
θεραπεία, απαιτείται η χορήγηση του συνήθους δοσολογικού
σχήματος των 150 mg (5 ml) δύο φορές την ημέρα, ακολουθούμενο,
εφόσον απαιτείται, από θεραπεία συντήρησης στα 150 mg (5 ml) το
βράδυ.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις & ειδικές προφυλάξεις κατά τη
χρήση
Η θεραπεία με Η2-ανταγωνιστές της ισταμίνης ενδέχεται να
αποκρύψει συμπτώματα γαστρικού καρκινώματος και, ως εκ
τούτου, ενδέχεται να καθυστερήσει τη διάγνωση της πάθησης. Κατά
συνέπεια, η ύπαρξη κακοήθειας πρέπει να αποκλεισθεί πριν από την
έναρξη θεραπείας με ρανιτιδίνη σε ασθενείς με διαγνωσθέν
γαστρικό έλκος ή σε ασθενείς μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας με
νέα ή πρόσφατη μεταβολή των δυσπεπτικών τους συμπτωμάτων.
Η ρανιτιδίνη απεκκρίνεται από τους νεφρούς, με αποτέλεσμα τα
επίπεδα του φαρμάκου στο πλάσμα να αυξάνονται σε ασθενείς με
νεφρική δυσλειτουργία. Η δοσολογία πρέπει να ρυθμίζεται σύμφωνα
με όσα αναγράφονται σχετικά με τη νεφρική δυσλειτουργία στην
παράγραφο 4.2.
Συνιστάται ο τακτικός έλεγχος των ασθενών που λαμβάνουν μη
στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα σε συνδυασμό με ρανιτιδίνη,
ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Πρόσφατα στοιχεία καταδεικνύουν
ότι η ρανιτιδίνη προστατεύει από το έλκος που συνδέεται με τη
θεραπεία μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων στο
δωδεκαδάκτυλο και όχι στο στομάχι.
Αν και οι κλινικές αναφορές σχετικά με το γεγονός ότι η χορήγηση
ρανιτιδίνης σχετίζεται με οξείες πορφυρικές προσβολές είναι
σπάνιες και ασαφείς, θα πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση
ρανιτιδίνης σε ασθενείς με ιστορικό οξείας πορφυρίας.
Τα ποσοστά επούλωσης των ελκών σε ασθενείς ηλικίας 65 ετών και
άνω που συμμετείχαν σε κλινικές μελέτες βρέθηκαν ότι δεν
διαφέρουν από εκείνα σε νεότερους ασθενείς. Επιπροσθέτως, δεν
υπήρχε διαφορά στη συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών.
Το πόσιμο διάλυμα Rataz περιέχει περίπου 7,5% w/v αιθανόλη
(οινόπνευμα), δηλ. έως 200 mg ανά 2,5 ml, τα οποία ισοδυναμούν με
περίπου 5,5 ml μπύρας ή 2,5 ml κρασιού. Είναι επιβλαβές για όσους
πάσχουν από αλκοολισμό. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε
εγκύους ή θηλάζουσες γυναίκες, σε ομάδες υψηλού κινδύνου (άτομα
που πάσχουν από αλκοολισμό, ηπατική νόσο, επιληψία, εγκεφαλική
βλάβη ή νόσο) και παιδιά (βλ. παράγραφο 4.2). Ενδέχεται να
μεταβάλλει ή να αυξήσει τη δράση άλλων φαρμάκων.
Αυτό το προϊόν περιέχει επίσης σορβιτόλη. Ασθενείς με σπάνια
κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη φρουκτόζη δεν πρέπει να
λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
Σε αυτούς τους πληθυσμούς, προτιμάται η χορήγηση εναλλακτικής
μορφής της ρανιτιδίνης.
Σε ασθενείς όπως ηλικιωμένοι, άτομα με χρόνια πνευμονοπάθεια,
διαβήτη ή σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς, ενδέχεται να υπάρχει
αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης πνευμονίας της κοινότητας. Μια
μεγάλη επιδημιολογική μελέτη έδειξε αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης
πνευμονίας της κοινότητας σε τρέχοντες ασθενείς που λάμβαναν
μονοθεραπεία με ρανιτιδίνη έναντι εκείνων που είχαν διακόψει τη
θεραπεία, με παρατηρούμενη προσαρμοσμένη αύξηση του σχετικού
κινδύνου 1,82 (95% CI 1,26 - 2,64). Στοιχεία μετά την κυκλοφορία
του φαρμάκου καταδεικνύουν αναστρέψιμη διανοητική σύγχυση,
κατάθλιψη και παραισθήσεις, τα οποία έχουν αναφερθεί πιο συχνά
σε σοβαρά πάσχοντες και ηλικιωμένους ασθενείς (βλ. παράγραφο
4.8).
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Η ρανιτιδίνη έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει την απορρόφηση, το
μεταβολισμό ή τη νεφρική κάθαρση άλλων φαρμάκων. Η
μεταβαλόμενη φαρμακοκινητική ενδέχεται να απαιτεί ρύθμιση της
δοσολογίας του φαρμάκου που επηρεάζεται ή διακοπή της θεραπείας
Οι αλληλεπιδράσεις συντελούνται με διάφορους μηχανισμούς που
περιλαμβάνουν:
1) Αναστολή του κυτοχρώματος Ρ450 που συνδέεται με το σύστημα
οξυγενάσης: Η ρανιτιδίνη σε συνήθεις θεραπευτικές δόσεις δεν
ενισχύει τις δράσεις φαρμάκων που αδρανοποιούνται από αυτό το
ενζυμικό σύστημα, όπως είναι η διαζεπάμη, η λιδοκαΐνη, η
φαινυτοΐνη, η προπανολόλη και η θεοφυλλίνη.
Υπάρχουν αναφορές μεταβαλλόμενου χρόνου προθρομβίνης με
κουμαρινικά αντιπηκτικά (π.χ. βαρφαρίνη). Λόγω του στενού
θεραπευτικού δείκτη, συνιστάται στενή παρακολούθηση της
αύξησης ή της μείωσης του χρόνου προθρομβίνης, κατά τη διάρκεια
ταυτόχρονης θεραπείας με ρανιτιδίνη.
2) Ανταγωνισμός για νεφρική σωληναριακή απέκκριση:
Δεδομένου ότι η ρανιτιδίνη απεκκρίνεται μερικώς από το κατιονικό
σύστημα, ενδέχεται να επηρεάζει την κάθαρση άλλων φαρμάκων
που απεκκρίνονται μέσω αυτής της οδού. Υψηλές δόσεις ρανιτιδίνης
(π.χ. όπως αυτές που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του
συνδρόμου Zollinger-Ellison) ενδέχεται να μειώσουν την έκκριση
προκαϊναμίδης και Ν-ακετυλοπροκαϊναμίδης, με αποτέλεσμα την
αύξηση των επιπέδων στο πλάσμα αυτών των φαρμάκων.
3) Μεταβολή του γαστρικού pH:
Η βιοδιαθεσιμότητα ορισμένων φαρμάκων ενδέχεται να επηρεαστεί.
Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα είτε αύξηση της απορρόφησης
(π.χ. τριαζολάμη, μιδαζολάμη, γλιπιζίδη) ή μείωση της απορρόφησης
(π.χ. κετοκοναζόλη, αταζαναβίρη, δελαβιριδίνη, γεφιτνίβη).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Το πόσιμο διάλυμα Rataz διαπερνά τον πλακούντα, ωστόσο οι
θεραπευτικές δόσεις που χορηγούνται σε ασθενείς κατά τον τοκετό
ή όσες υποβάλλονται σε καισαρική τομή, δεν εμφανίζουν καμία
ανεπιθύμητη ενέργεια κατά τον τοκετό ή τη μεταγενέστερη νεογνική
πρόοδο.
Γαλουχία
Το πόσιμο διάλυμα Rataz απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα.
Όπως και άλλα φάρμακα, το Rataz πρέπει να χρησιμοποιείται
κατά τη διάρκεια της κυήσεως και λοχείας μόνο αν υπάρχει
απόλυτη ανάγκη.
Γονιμότητα
Δεν υπάρχουν δεδομένα σχετικά με τις επιδράσεις της ρανιτιδίνης
στην ανθρώπινη γονιμότητα. Μελέτες σε ζώα κατέδειξαν ότι δεν
υπάρχουν επιδράσεις στην αρσενική και θηλυκή γονιμότητα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Δεν εφαρμόζεται.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η ακόλουθη κατάταξη έχει χρησιμοποιηθεί για την
κατηγοριοποίηση των ανεπιθύμητων ενεργειών: πολύ συχνές (≥
1/10), συχνές (≥ 1/100, <1/10), όχι συχνές (≥ 1/1000, 1/100),
σπάνιες (≥ 1/10, 000, ≤ 1/1000), πολύ σπάνιες (≤ 1/10, 000).
Οι συχνότητες των ανεπιθύμητων ενεργειών έχουν υπολογισθεί από
αυθόρμητες αναφορές από στοιχεία μετά την κυκλοφορία του
φαρμάκου.
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού
συστήματος
Πολύ σπάνιες: Αιματολογικές διαταραχές (λευκοπενία,
θρομβοκυτοπενία). Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι συνήθως
αναστρέψιμες. Ακοκκιοκυτταραιμία ή πανκυτταροπενία, μερικές
φορές με υποπλασία ή απλασία του μυελού των οστών.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Σπάνιες: Αντιδράσεις υπερευαισθησίας (κνίδωση, αγγειονευρωτικό
οίδημα, πυρετός, βρογχόσπασμος, υπόταση και πόνος στο
θώρακα).
Πολύ σπάνιες: Αναφυλακτικό σοκ.
Τα περιστατικά αυτά έχουν αναφερθεί μετά από χορήγηση μόνο
μίας δόσης.
Ψυχιατρικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Αναστρέψιμη διανοητική σύγχυση, κατάθλιψη και
παραισθήσεις.
Αυτές έχουν αναφερθεί κυρίως σε σοβαρά πάσχοντες και
ηλικιωμένους ασθενείς.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: Κεφαλαλγία (μερικές φορές έντονη), ζάλη και
αναστρέψιμες ακούσιες κινητικές διαταραχές.
Οφθαλμολογικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Αναστρέψιμη θόλωση της όρασης.
Έχουν αναφερθεί περιστατικά θόλωσης της όρασης που είναι
πιθανό να οφείλονται σε μεταβολή της προσαρμογής.
Καρδιακές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Όπως και με άλλους ανταγωνιστές του υποδοχέα
H2, βραδυκαρδία και κολποκοιλιακός αποκλεισμός.
Αγγειακές διαταραχές
Πολύ σπάνιες: Αγγειίτιδα.
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Όχι συχνές: Κοιλιακό άλγος, δυσκοιλιότητα, ναυτία (αυτά τα
συμπτώματα βελτιώθηκαν κυρίως κατά τη συνέχιση της
θεραπείας).
Πολύ σπάνιες: Οξεία παγκρεατίτιδα, διάρροια
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Σπάνιες: Παροδικές και αναστρέψιμες μεταβολές στις
λειτουργικές δοκιμασίες του ήπατος.
Πολύ σπάνιες: Ηπατίτιδα (ηπατοκυτταρική, ηπατοχολαγγειακή ή
μικτή) με ή χωρίς ίκτερο. Αυτά τα περιστατικά ήταν
συνήθως αναστρέψιμα.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Σπάνιες: Δερματικό εξάνθημα.
Πολύ σπάνιες: Πολύμορφο ερύθημα, αλωπεκία.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του
συνδετικού ιστού
Πολύ σπάνιες: Μυοσκελετικά συμπτώματα όπως αρθραλγία και
μυαλγία.
Διαταραχές των νεφρών και του ουροποιητικού
συστήματος
Σπάνιες: Αύξηση της κρεατινίνης στο πλάσμα (συνήθως ήπια,
επανέρχεται στις φυσιολογικές τιμές κατά τη συνέχιση της
θεραπείας)
Πολύ σπάνιες: Οξεία διάμεση νεφρίτιδα.
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του
μαστού
Πολύ σπάνιες: Αναστρέψιμη ανικανότητα, συμπτώματα στο μαστό
και παθήσεις του μαστού (όπως γυναικομαστία και γαλακτόρροια).
Η ασφάλεια της ρανιτιδίνης έχει αξιολογηθεί σε παιδιά με πάθηση
που σχετίζεται με την έκκριση οξέος, από τη γέννηση έως την
ηλικία των 16 ετών και ήταν γενικά καλά ανεκτή με ένα προφίλ
ανεπιθύμητων ενεργειών που μοιάζει με αυτό των ενηλίκων.
Υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα μακροχρόνιας ασφάλειας,
ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάπτυξη των παιδιών.
Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, ενημερώστε το
γιατρό ή το φαρμακοποιό σας. Αυτό ισχύει και για κάθε πιθανή
ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο
οδηγιών χρήσης. Μπορείτε επίσης να αναφέρετε ανεπιθύμητες
ενέργειες απευθείας, μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς που
αναγράφεται παρακάτω. Μέσω της αναφοράς ανεπιθύμητων
ενεργειών μπορείτε να βοηθήσετε στη συλλογή περισσότερων
πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια του παρόντος φαρμάκου.
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος:
http://www.eof.gr
Κύπρος
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος:
www.moh.gov.cy/phs
4.8 Υπερδοσολογία
Το Rataz έχει ιδιαίτερα συγκεκριμένη δράση και, συνεπώς, δεν
αναμένονται ιδιαίτερα προβλήματα μετά από υπερδοσολογία.
Απαιτείται η λήψη συμπτωματικής και υποστηρικτικής θεραπείας
κατά περίπτωση.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ανταγωνιστές των Η2-υποδοχέων,
ρανιτιδίνη
Κωδικός ATC: A02BA02
Το Rataz είναι ένας συγκεκριμένος, ταχείας δράσης H
2
-
ανταγωνιστής. Αναστέλλει τη βασική και τη γαστρική έκκριση μετά
από διέγερση, μειώνοντας τον όγκο και την περιεκτικότητά της σε
οξύ και πεψίνη. Το Ratazέχει σχετικά παρατεταμένη δράση, ώστε
με μία μόνο δόση των 150 mg να αναστέλλεται αποτελεσματικά η
γαστρική έκκριση για δώδεκα ώρες.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα (300 έως 550 ng/mL)
επιτυγχάνονται 1-3 ώρες μετά την από του στόματος χορήγηση 150
mg ρανιτιδίνης. Δύο διακριτές αυξήσεις ή η σταθεροποίηση στη
φάση απορρόφησης είναι το αποτέλεσμα της επαναπορρόφησης του
φαρμάκου που απεκκρίνεται στο έντερο. Η απόλυτη
βιοδιαθεσιµότητα της ρανιτιδίνης είναι 50-60% και οι
συγκεντρώσεις στο πλάσµα αυξάνονται ανάλογα με την αύξηση της
δόσης έως τα 300 mg.
Κατανομή
Η ρανιτιδίνη δεν συνδέεται εκτεταµένα µε τις πρωτεΐνες του
πλάσµατος (15%), αλλά επιδεικνύει ένα µεγάλο όγκο κατανοµής
που κυμαίνεται από 96 έως 142 λίτρα.
Βιομετατροπή
Η ρανιτιδίνη δεν μεταβολίζεται εκτενώς. Το κλάσµα της δόσης που
ανακτάται ως μεταβολίτης είναι παρόµοιο µετά την χορήγηση, τόσο
από το στόµα όσο και ενδοφλέβια και περιλαµβάνει 6% της δόσης
να αποβάλλεται από τα ούρα ως Ν-οξείδιο, 2% ως S-οξείδιο, 2% ως
απομεθυλιωμένη ρανιτιδίνη και το 1-2% ως ανάλογο του φουροϊκού
οξέος.
Αποβολή
Οι συγκεντρώσεις στο πλάσµα µειώνονται δι-εκθετικά, µε τελική
ηµιπερίοδο ζωής 2 3 ώρες. Η κυριότερη οδός αποβολής είναι η
νεφρική. Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση 150 mg 3H-ρανιτιδίνης,
ανακτήθηκε το 98% της δόσης, το 5% απεκκρίθηκε από τα κόπρανα
και το 93% από τα ούρα, από τα οποία το 70% ήταν αμετάβλητο
αρχικό φάρμακο. Μετά από του στόματος χορήγηση 150 mg 3H-
ρανιτιδίνης, ανακτήθηκε το 96% της δόσης, το 26% απεκκρίθηκε
από τα κόπρανα και το 70% από τα ούρα, από τα οποία το 35% ήταν
αμετάβλητο αρχικό φάρμακο. Λιγότερο από 3% της δόσης
απεκκρίνεται από τη χολή. Η νεφρική κάθαρση είναι περίπου 500
mL/min, που υπερβαίνει τη σπειραµατική διήθηση, υποδεικνύοντας
καθαρή νεφρική σωληναριακή απέκκριση.
Ειδικοί πληθυσμοί ασθενών
Παιδιά (ηλικίας 3 ετών και άνω)
Περιορισμένα φαρμακοκινητικά δεδομένα δείχνουν ότι δεν υπήρξαν
σημαντικές διαφορές στο χρόνο ημίσειας ζωής (εύρος για παιδιά 3
ετών και άνω: 1,7 2,2 ώρες) και την κάθαρση πλάσματος (εύρος
για παιδιά 3 ετών και άνω: 9-22 ml/min/kg) μεταξύ παιδιών και
υγιών ενηλίκων που λαμβάνουν ρανιτιδίνη από το στόμα, όταν γίνει
διόρθωση για το βάρος σώματος
Ασθενείς άνω των 50 ετών
Σε ασθενείς ηλικίας άνω των 50 ετών, ο χρόνος ημίσειας ζωής
παρατείνεται (3-4 ώρες) και η κάθαρση µειώνεται ανάλογα µε τη
µείωση της νεφρικής λειτουργίας λόγω ηλικίας. Ωστόσο η
συστηµατική έκθεση και η συσσώρευση είναι 50% υψηλότερες. Η
διαφορά αυτή υπερβαίνει τη δράση που έχει η µείωση της νεφρικής
λειτουργίας και δείχνει αυξηµένη βιοδιαθεσιµότητα σε
ηλικιωµένους ασθενείς.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον
άνθρωπο με βάση τις συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής ασφάλειας,
τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, γονοτοξικότητας,
ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης, τοξικότητας στην αναπαραγωγική
ικανότητα και την ανάπτυξη
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
70% υγρή σορβιτόλη (Ε420)
96% αιθανόλη
Άνυδρο όξινο φωσφορικό διβασικό νάτριο
Μονοένυδρο δισόξινο φωσφορικό νάτριο
Υδροξυαιθυλοκυτταρίνη
Άρωμα μίγματος φρούτων
Σακχαρίνη νατριούχος
Σουκραλόζη
Διάλυμα υδροξειδίου του νατρίου 1,0Ν
Κεκαθαρμένο ύδωρ
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Μετά το πρώτο άνοιγμα της φιάλης: 2 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να φυλάσσεται σε θερμοκρασία μικρότερη των 25 °C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη:
Το πόσιμο διάλυμα Rataz30 mg/ml περιέχεται σε γυάλινη
φαιοκίτρινη φιάλη, τύπου ΙΙΙ ονομαστικής χωρητικότητας 150 ml,
κατάλληλη για φαρμακευτικά διαλύματα που περιέχουν 150 ml
φαρμακευτικού προϊόντος. Το βιδωτό καπάκι ασφαλείας από
πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας (HDPE) με το εξωτερικό πώμα
ασφαλείας PEBD αποτελούν ακέραιο τμήμα του αρχικού περιέκτη.
Παρέχεται επίσης μία δοσιμετρική σύριγγα από πολυαιθυλένιο των
5 ml σε
αυξανόμενα διαστήματα των 0,1 ml που φέρει τη σήμανση CE.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία
7. Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας
RAFARM A.E.B.E.
Κορίνθου 12, 154 51, Ν. Ψυχικό, Αθήνα, Τηλ: 210 6776550
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Απρίλιος 2014