Η οξική λευπρορελίνη, η δραστική ουσία του Leuprorelin/Sandoz, είναι ένα
συνθετικό ανάλογο του φυσικού υποθαλαμικού «εκλυτικού παράγοντα»
LHRH, ο οποίος ελέγχει την απελευθέρωση των γοναδοτροπινών ορμονών
LH (ωχρινοτρόπος ορμόνη) και FSH (ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη) από τον
πρόσθιο λοβό του αδένα της υπόφυσης. Αυτές οι ορμόνες με τη σειρά
τους διεγείρουν τη σύνθεση των στεροειδών στις γονάδες.
Σε αντίθεση με τη φυσιολογικά παραγόμενη LHRH, η οποία εκκρίνεται
κατά ώσεις από τον υποθάλαμο, η οξική λευπρορελίνη – γνωστή και ως
αγωνιστής της LHRH – αποκλείει με συνεχή τρόπο τους υποδοχείς της
LHRH του αδένα της υπόφυσης κατά τη διάρκεια μακροχρόνιας θεραπείας
και έπειτα από την αρχική βραχυχρόνια διέγερση, προκαλεί ρύθμιση προς
τα κάτω. Ως αποτέλεσμα υπάρχει αναστρέψιμη καταστολή της έκκρισης
της γοναδοτροπίνης, με επακόλουθη μείωση των συγκεντρώσεων της
τεστοστερόνης.
Η συγκέντρωση τεστοστερόνης μειώνεται και αυτό κατά συνέπεια
επηρεάζει την ανάπτυξη καρκινωματώδους προστατικού ιστού, που
κανονικά διεγείρεται από τη διυδροτεστοστερόνη, η οποία παράγεται
από την αναγωγή της τεστοστερόνης στα κύτταρα του προστάτη.
Η συνεχής χορήγηση της οξικής λευπρορελίνης οδηγεί σε μείωση ως προς
τον αριθμό και/ή ως προς την ευαισθησία (η επονομαζόμενη «ρύθμιση
προς τα κάτω») των υποδοχέων του αδένα της υπόφυσης και κατά
συνέπεια στη μείωση των συγκεντρώσεων της LH, της FSH και της DHT.
Κατά τη διαδικασία το επίπεδο της τεστοστερόνης μειώνεται σε επίπεδο
ευνουχισμού.
Σε μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε ζώα καταδείχθηκε επίσης μία
αντιανδρογόνος δράση και αναστολή της αύξησης των καρκινωμάτων
του προστάτη.
Σύμφωνα με προκλινικές και κλινικές μελέτες, η μηνιαία θεραπεία με
οξική λευπρορελίνη αναστέλλει την έκκριση της γοναδοτροπίνης έπειτα
από αρχική διέγερση.
Στον άνθρωπο, η υποδόρια χορήγηση οξικής λευπρορελίνης προκαλεί μία
αρχική αύξηση της LH (ωχρινοτρόπος ορμόνη) και της FSH
(ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη), η οποία χαρακτηρίζεται από μία παροδική
αύξηση των συγκεντρώσεων της τεστοστερόνης και της
διυδροτεστοστερόνης.
Δεδομένου ότι έχει παρατηρηθεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις μία
συσχετιζόμενη βραχυπρόθεσμη συμπτωματική επιδείνωση της νόσου
κατά τη διάρκεια των 3 πρώτων εβδομάδων, θα πρέπει να εξετάζεται η
χορήγηση επικουρικής αγωγής με αντιανδρογόνα στους άνδρες με
καρκίνωμα του προστάτη.
Αντιθέτως, η μακροχρόνια θεραπεία με οξική λευπρορελίνη προκαλεί σε
όλους τους ασθενείς μείωση στις συγκεντρώσεις της LH και της FSH. Οι
συγκεντρώσεις των ανδρογόνων που επιτυγχάνονται στους άνδρες είναι
παρόμοιες με εκείνες έπειτα από αμφίπλευρη ορχεκτομή. Οι μεταβολές
αυτές συνήθως εμφανίζονται 2-3 εβδομάδες έπειτα από την έναρξη της
θεραπείας και διατηρούνται καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια της θεραπείας.
Για το λόγο αυτό, η οξική λευπρορελίνη μπορεί επίσης να διερευνηθεί σε
σχέση με την ορμονική ευαισθησία των προστατικών καρκινωμάτων και