περιγραφεί με δόσεις προπιονικής φλουτικαζόνης μεταξύ 500 και λιγότερων
από 1.000 μικρογραμμαρίων. Οι περιπτώσεις που θα μπορούσαν δυνητικά
να πυροδοτήσουν οξεία επινεφριδιακή κρίση περιλαμβάνουν τραύμα,
χειρουργική επέμβαση, λοίμωξη ή κάθε ταχεία μείωση της δοσολογίας. Οι
κλινικές εκδηλώσεις είναι τυπικά ασαφείς και ενδέχεται να
συμπεριλαμβάνουν ανορεξία, κοιλιακό άλγος, απώλεια βάρους, κόπωση,
κεφαλαλγία, ναυτία, έμετο, υπόταση, μειωμένο επίπεδο συνείδησης,
υπογλυκαιμία και κρίσεις. Πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο πρόσθετης
συστηματικής κάλυψης με κορτικοστεροειδή σε περιόδους καταπόνησης ή
εκλεκτικής χειρουργικής επέμβασης.
Η συστηματική απορρόφηση της σαλμετερόλης και της προπιονικής
φλουτικαζόνης γίνεται κατά κύριο λόγο μέσω των πνευμόνων. Καθώς η
χρήση αεροθαλάμου με δοσιμετρική συσκευή εισπνοής ενδέχεται να αυξήσει
την παροχή φαρμάκου στους πνεύμονες, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό
μπορεί δυνητικά να οδηγήσει σε αύξηση του κινδύνου συστηματικών
ανεπιθύμητων ενεργειών. Δεδομένα φαρμοκοκινητικής μονής δόσης
κατέδειξαν ότι η συστηματική έκθεση σε σαλμετερόλη κα προπιονική
φλουτικαζόνη ενδέχεται να αλλάξει, όταν χρησιμοποιούνται διαφορετικοί
αεροθάλαμοι.
CIPLACOMBO
Τα οφέλη της θεραπείας με εισπνεόμενη προπιονική φλουτικαζόνη θα πρέπει
να ελαχιστοποιήσουν την ανάγκη για από του στόματος στεροειδή, αλλά οι
ασθενείς που μεταβαίνουν από τα από του στόματος στεροειδή ενδέχεται να
παραμένουν σε κίνδυνο μειωμένης επινεφριδιακής επάρκειας για σημαντικό
χρονικό διάστημα. Ασθενείς που έχουν χρειαστεί υψηλή δόση επείγουσας
θεραπείας με κορτικοστεροειδή στο παρελθόν ενδέχεται επίσης να
διατρέχουν κίνδυνο. Η πιθανότητα υπολειπόμενης ανεπάρκειας πρέπει
πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη σε επείγουσες και εκλεκτικές καταστάσεις
που είναι πιθανόν να προκαλέσουν καταπόνηση και πρέπει να εξετάζεται το
ενδεχόμενο κατάλληλης θεραπείας με κορτικοστεροειδή. Η έκταση της
μείωσης της επινεφριδιακής λειτουργίας ενδέχεται να απαιτεί τη συμβουλή
ειδικού πριν από εκλεκτικές επεμβάσεις.
Η ριτοναβίρη μπορεί να αυξήσει σε μεγάλο βαθμό τη συγκέντρωση της
προπιονικής φλουτικαζόνης στο πλάσμα. Συνεπώς, η ταυτόχρονη χρήση
πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν το δυνητικό όφελος για τον ασθενή
υπερτερεί έναντι του κινδύνου των ανεπιθύμητων ενεργειών των
κορτικοστεροειδών. Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος συστηματικών
ανεπιθύμητων ενεργειών, όταν συνδυάζεται η προπιονική φλουτικαζόνη με
άλλους ισχυρούς αναστολείς του CYP3A (βλ. παράγραφο 4.5).
Υπήρξε αυξημένη συχνότητα αναφοράς λοιμώξεων της κατώτερης
αναπνευστικής οδού (ιδιαίτερα πνευμονίας και βρογχίτιδας) σε μια 3ετή
μελέτη σε ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) που
λάμβαναν εναιώρημα για εισπνοή υπό πίεση σαλμετερόλης και
φλουτικαζόνης σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο (βλ. παράγραφο 4.8). Σε
μια 3ετή μελέτη για τη ΧΑΠ, οι ηλικιωμένοι ασθενείς με χαμηλό δείκτη
μάζας σώματος (< 25 kg/m
2
) και ασθενείς με πολύ σοβαρή νόσο