Η ροπιβακαΐνη έχει μέση ολική κάθαρση πλάσματος της τάξης των 440 ml/min,
νεφρική κάθαρση του 1 ml/min, όγκο κατανομής σε σταθεροποιημένη κατάσταση 47
λίτρα και τελικό χρόνο ημίσειας ζωής 1,8 ώρες μετά από ενδοφλέβια χορήγηση. Η
ροπιβακαΐνη έχει ενδιάμεση τιμή ηπατικής απέκκρισης περίπου 0,4. Είναι κυρίως
συνδεδεμένη στην α
1
-όξινη γλυκοπρωτεΐνη του πλάσματος, με κλάσμα μη
δεσμευμένης ουσίας περίπου 6%.
Έχει παρατηρηθεί αύξηση των ολικών συγκεντρώσεων στο πλάσμα κατά τη
διάρκεια συνεχούς επισκληρίδιου και διασκαληνικής έγχυσης, που σχετίζεται με
μετεγχειρητική αύξηση της α
1
-όξινης γλυκοπρωτεΐνης.
Οι διακυμάνσεις της συγκέντρωσης της μη συνδεδεμένης ουσίας, δηλαδή της
φαρμακολογικά ενεργούς ουσίας, είναι πολύ λιγότερες από την ολική συγκέντρωση
στο πλάσμα.
Λόγω του μέτριου έως χαμηλού βαθμού διύλισης της ροπιβακαΐνης από το ήπαρ, η
ταχύτητα της αποβολής της αναμένεται να εξαρτάται από τη συγκέντρωση του μη
δεσμευμένου φαρμάκου στο πλάσμα. Η μετεγχειρητική αύξηση της AAG θα μειώσει
το αδέσμευτο κλάσμα, λόγω της αυξημένης πρωτεϊνικής σύνδεσης, με αποτέλεσμα
μείωση της ολικής κάθαρσης και αύξηση της ολικής συγκέντρωσης στο πλάσμα,
όπως διαπιστώνεται στις παιδιατρικές μελέτες αλλά και στις μελέτες των
ενηλίκων. Η κάθαρση της αδέσμευτης ροπιβακαΐνης παραμένει αμετάβλητη όπως
φαίνεται από τις σταθερές συγκεντρώσεις του αδέσμευτου κλάσματος κατά τη
διάρκεια της μετεγχειρητικής έγχυσης. Η συγκέντρωση του αδεσμεύτου φαρμάκου
στο πλάσμα είναι εκείνη που ευθύνεται για τις συστηματικές φαρμακοδυναμικές
επιδράσεις και την τοξικότητα.
Η ροπιβακαΐνη διαπερνά εύκολα τον φραγμό του πλακούντα και αποκαθίσταται
ταχέως η ισορροπία των συγκεντρώσεων του ελεύθερου κλάσματος του φαρμάκου.
Ο βαθμός της σύνδεσης με τις πρωτεΐνες του πλάσματος στο έμβρυο είναι
μικρότερος απ' ότι στη μητέρα, με αποτέλεσμα η ολική συγκέντρωση στο πλάσμα
να είναι μικρότερη στο έμβρυο απ’ ό,τι στη μητέρα.
Η ροπιβακαΐνη εμφανίζει έντονο μεταβολισμό, βασικά με αρωματική υδροξυλίωση.
Συνολικά το 86% της δόσης απεκκρίνεται με τα ούρα μετά από ενδοφλέβια
χορήγηση από την οποία μόνο το 1% περίπου απεκκρίνεται αμετάβλητο. Ο κύριος
μεταβολίτης είναι η 3-υδρόξυ-ροπιβακαΐνη, περίπου 37% του οποίου απεκκρίνεται
στα ούρα, κυρίως συζευγμένος. Η απέκκριση στα ούρα του 4-υδρόξυ-ροπιβακαΐνης,
του Ν-αφαλκυλιωμένου μεταβολίτη (PPX) και του 4-υδρόξυ αφαλκυλιωμένου
μεταβολίτη υπολογίζεται σε 1-3%. Το άθροισμα της συζευγμένης και της μη
συζευγμένης 3-υδρόξυ-ροπιβακαΐνης δίνει μόνο ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις στο
πλάσμα.
Μια παρόμοια εικόνα μεταβολιτών έχει βρεθεί σε παιδιά άνω του ενός έτους.
Δεν υπάρχουν αποδείξεις για in
vivo
ρακεμοποίηση της ροπιβακαΐνης.
Παιδιατρική
Η φαρμακοκινητική της ροπιβακαΐνης εξετάσθηκε μέσα από μια συγκεντρωτική
ανάλυση πληθυσμού βάσει στοιχείων σε 192 παιδιά ηλικίας μεταξύ 0 και 12 ετών.
Η κάθαρση αδέσμευτης ροπιβακαΐνης και του μεταβολίτη PPX και ο όγκος
κατανομής αδέσμευτης ροπιβακαΐνης εξαρτώνται τόσο από το σωματικό βάρος όσο
και από την ηλικία μέχρι την ωρίμανση της ηπατικής λειτουργίας, ενώ μετά κυρίως
από το σωματικό βάρος. Η ωρίμανση της κάθαρσης της μη δεσμευμένης
ροπιβακαΐνης φαίνεται να ολοκληρώνεται κατά την ηλικία των 3 ετών, της ΡΡΧ
κατά την ηλικία 1 έτους και του όγκου κατανομής της αδέσμευτης ροπιβακαΐνης
κατά την ηλικία των 2 ετών. Ο όγκος κατανομής του αδεσμεύτου PPX εξαρτάται
μόνο από το σωματικό βάρος. Επειδή ο μεταβολίτης PPX έχει μεγαλύτερο χρόνο