κυλεξετίλη 32 mg χορηγούμενη άπαξ ημερησίως και 10,0/8,7 mmHg με την
άπαξ ημερησίως χορήγηση καλιούχου λοσαρτάνης 100 mg (διαφορά στη μείωση
της αρτηριακής πίεσης 3,1/1,8 mmHg, p<0,0001/p<0,0001).
Τα φαρμακευτικά προϊόντα που αναστέλλουν το σύστημα
ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης έχουν λιγότερο έντονη αντιυπερτασική
δράση σε μαύρους ασθενείς (συνήθως πληθυσμός με χαμηλή ρενίνη) σε
σύγκριση με μη μαύρους ασθενείς. Το ίδιο ισχύει και για την καντεσαρτάνη. Σε
μία ανοικτή μελέτη κλινική εμπειρίας σε 5.156 ασθενείς με διαστολική
υπέρταση, η μείωση της αρτηριακής πίεσης κατά τη διάρκεια της θεραπείας με
καντεσαρτάνη ήταν σημαντικά χαμηλότερη στους μαύρους σε σχέση με τους μη
μαύρους ασθενείς (14,4/10,3 mmHg έναντι 19,0/12,7 mmHg,
p<0,0001/p<0,0001).
Η καντεσαρτάνη αυξάνει τη νεφρική αιματική ροή και είτε δεν έχει επίδραση
είτε αυξάνει το ρυθμό σπειραματικής διήθησης ενώ μειώνονται η νεφρική
αγγειακή αντίσταση και το κλάσμα διήθησης. Σε μία κλινική μελέτη διάρκειας
3 μηνών σε υπερτασικούς ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και
μικρολευκωματινουρία, η αντιυπερτασική θεραπεία με καντεσαρτάνη
κυλεξετίλη μείωσε την απέκκριση της λευκωματίνης στα ούρα (λόγος
λευκωματίνης/κρεατινίνης, μέση τιμή 30%, 95% CI 15-42%). Επί του παρόντος
δεν υπάρχουν δεδομένα για την επίδραση της καντεσαρτάνης στη εξέλιξη σε
διαβητική νεφροπάθεια.
Οι επιδράσεις της άπαξ ημερησίως χορηγούμενης καντεσαρτάνης κυλεξετίλης
8-16 mg (μέση δόση 12 mg), στην καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα
αξιολογήθηκαν σε μία τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη με 4.937 ηλικιωμένους
ασθενείς (ηλικίας 70-89 ετών, το 21% ηλικίας 80 ετών ή άνω) με ήπια έως
μέτρια υπέρταση, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για ένα μέσο χρονικό διάστημα
3,7 ετών (Study on COgnition and Prognosis in the Elderly). Οι ασθενείς
έλαβαν καντεσαρτάνη κυλεξετίλη ή εικονικό φάρμακο, με προσθήκη άλλης
αντιυπερτασικής θεραπείας κατά περίπτωση. Η αρτηριακή πίεση μειώθηκε από
166/90 σε 145/80 mmHg στην ομάδα της καντεσαρτάνης και από 167/90 σε
149/82 mmHg στην ομάδα ελέγχου. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική
διαφορά στο κύριο καταληκτικό σημείο, τα μείζονα καρδιαγγειακά επεισόδια
(καρδιαγγειακή θνητότητα, μη θανατηφόρο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και
μη θανατηφόρο έμφραγμα του μυοκαρδίου). Παρατηρήθηκαν 26,7 συμβάντα
1.000 ασθενείς-έτη στην ομάδα της καντεσαρτάνης έναντι των 30,0 επεισοδίων
ανά 1.000 ασθενείς-έτη στην ομάδα ελέγχου (σχετικός κίνδυνος 0,89, 95%CI
0,75 έως 1,06, p=0,19).
Δύο μεγάλες τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες (η ONTARGET (ONgoing
Telmisartan Alone and in combination with Ramipril Global Endpoint Trial) και
η VA NEPHRON-D (The Veterans Aˆairs Nephropathy in Diabetes)) έχουν
εξετάσει τη χρήση του συνδυασμού ενός αναστολέα ΜΕΑ με έναν αποκλειστή
των υποδοχέων αγγειοτενσίνης II.
Η ONTARGET ήταν μία μελέτη που διεξήχθη σε ασθενείς με ιστορικό
καρδιαγγειακής ή εγκεφαλικής αγγειακής νόσου ή σακχαρώδη διαβήτη τύπου
2 συνοδευόμενο από ένδειξη βλάβης τελικού οργάνου.
17