Ο κίνδυνος συμπτωμάτων απόσυρσης ενδέχεται να είναι συνάρτηση διάφορων
παραγόντων συμπεριλαμβανομένων της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας,
καθώς και του ρυθμού μείωσης της δόσης. Ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας
(περιλαμβανομένων της παραισθησίας και της αίσθησης ηλεκτρισμού),
διαταραχές του ύπνου (περιλαμβανομένης της αϋπνίας και των έντονων
ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία και/ή έμετος, τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση,
κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια,
ευερεθιστότητα και διαταραχές της όρασης είναι οι πιο συχνά αναφερόμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες. Γενικά αυτά τα συμπτώματα είναι ήπια έως μέτρια·
ωστόσο, σε κάποιους ασθενείς ενδέχεται να είναι σοβαρά ως προς την ένταση.
Αυτά συνήθως συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της διακοπής
της αγωγής, αλλά υπήρξαν πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων συμπτωμάτων σε
ασθενείς οι οποίοι παρέλειψαν μια δόση.
Γενικά αυτά τα συμπτώματα είναι αυτο-περιοριζόμενα και συνήθως υποχωρούν
μέσα σε 2 εβδομάδες, μολονότι σε κάποια άτομα ενδέχεται να επιμείνουν (2-
3 μήνες ή περισσότερο). Για το λόγο αυτό συνιστάται η εσιταλοπράμη να
μειώνεται σταδιακά όταν διακόπτεται η αγωγή για ένα διάστημα αρκετών
εβδομάδων ή μηνών, ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς (βλ. «Συμπτώματα
απόσυρσης που παρατηρούνται κατά τη διακοπή της αγωγής», παράγραφος 4.2).
Στεφανιαία νόσος
Λόγω της περιορισμένης κλινικής εμπειρίας, συνιστάται προσοχή σε ασθενείς
με στεφανιαία νόσο (βλ. παράγραφο 5.3).
Παράταση του διαστήματος QT
Η εσιταλοπράμη έχει βρεθεί ότι προκαλεί μια δοσοεξαρτώμενη παράταση του
διαστήματος QT. Περιπτώσεις παράτασης του διαστήματος QT και κοιλιακής
αρρυθμίας περιλαμβανομένης της ταχυκαρδίας δίκην ριπιδίου («torsade de
pointes») έχουν αναφερθεί στην περίοδο μετά την κυκλοφορία του προϊόντος,
κυρίως σε ασθενείς του γυναικείου φύλου, με υποκαλιαιμία, ή με προ-
υπάρχουσα παράταση του διαστήματος QΤ ή άλλες καρδιακές νόσους (βλ.
παραγράφους 4.3, 4.5, 4.8, 4.9 και 5.1).
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σημαντική βραδυκαρδία· ή σε ασθενείς με
πρόσφατο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου ή μη αντιρροπούμενη καρδιακή
ανεπάρκεια.
Διαταραχές των ηλεκτρολυτών όπως η υποκαλιαιμία και η υπομαγνησιαιμία
αυξάνουν τον κίνδυνο για κακοήθεις αρρυθμίες και πρέπει να διορθώνονται
πριν αρχίσει η αγωγή με την εσιταλοπράμη.
Εάν ασθενείς με σταθερή καρδιακή νόσο αντιμετωπίζονται θεραπευτικά, μια
επισκόπηση του ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ) θα πρέπει να εξεταστεί πριν
αρχίσει η αγωγή.
Εάν εμφανιστούν σημεία καρδιακής αρρυθμίας κατά τη διάρκεια της αγωγής με
εσιταλοπράμη, η αγωγή πρέπει να διακοπεί και να πραγματοποιηθεί ένα ΗΚΓ.
Γλαύκωμα Κλειστής Γωνίας
Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs)
περιλαμβανομένης της εσιταλοπράμης ενδέχεται να έχουν μια δράση στο
μέγεθος της κόρης έχοντας ως αποτέλεσμα τη μυδρίαση. Αυτή η μυδριατική
δράση έχει το δυναμικό να στενέψει τη γωνία του ματιού έχοντας ως
αποτέλεσμα αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση και γλαύκωμα κλειστής γωνίας,
ειδικά σε ασθενείς με προδιάθεση. Επομένως, η εσιταλοπράμη πρέπει να
8