ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Obruman 200 mg/ml διάλυμα για έγχυση
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Το Obruman 200 mg/ml είναι διάλυμα περιέχει 200 mg/ml (20%) ολικής πρωτεΐνης
εκ της οποίας τουλάχιστον 95% είναι ανθρώπινη λευκωματίνη.
Ένα φιαλίδιο που περιέχει είτε 2 g/10 ml είτε 10 g/50 ml είτε 20 g/50 ml
ανθρώπινης λευκωματίνης.
Το διάλυμα είναι υπερογκωτικό.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Διάλυμα για έγχυση.
Το διάλυμα είναι διαφανές και ελαφρώς ιξώδες˙ είναι σχεδόν άχρωμο, κίτρινο,
φαιοκίτρινο ή πράσινο.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Αποκατάσταση και διατήρηση του όγκου του κυκλοφορούντος αίματος όταν
παρουσιάζεται ανεπάρκεια όγκου και αρμόζει χρήση κολλοειδούς.
Η χρήση λευκωματίνης αντί για τεχνητό κολλοειδές θα εξαρτηθεί από την
κλινική κατάσταση του
συγκεκριμένου ασθενή με βάση τις επίσημες συστάσεις.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η συγκέντρωση του παρασκευάσματος λευκωματίνης, η δοσολογία και ο ρυθμός
έγχυσης πρέπει να
προσαρμόζονται στις ατομικές ανάγκες του ασθενή.
Δοσολογία
Η απαιτούμενη δόση εξαρτάται από το ύψος και το βάρος του ασθενή, τη
σοβαρότητα του τραύματος ή της ασθένειας και τις συνεχιζόμενες απώλειες
υγρού και πρωτεΐνης. Για τον προσδιορισμό της απαιτούμενης δόσης πρέπει να
χρησιμοποιούνται μετρήσεις επάρκειας του κυκλοφορούντος όγκου και όχι των
επιπέδων λευκωματίνης πλάσματος.
Αν πρόκειται να χορηγηθεί ανθρώπινη λευκωματίνη, πρέπει να παρακολουθείται
τακτικά η αιμοδυναμική λειτουργία.
Κάτι τέτοιο ενδέχεται να περιλαμβάνει:
- αρτηριακή πίεση αίματος και καρδιακή συχνότητα
1
- κεντρική φλεβική πίεση
- πίεση ενσφηνώσεως πνευμονικής αρτηρίας
- παραγωγή ούρων
- ηλεκτρολύτες
- αιματοκρίτης/αιμοσφαιρίνη
Το προϊόν αυτό είναι κατάλληλο για χρήση σε πρόωρα νεογνά και
αιμοκαθαιρόμενους ασθενείς.
Τρόπος χορήγησης
Το Obruman 200 mg/ml μπορεί να χορηγηθεί απευθείας δια της ενδοφλέβιας
οδού ή μπορεί επίσης να αραιωθεί σε ισοτονικό διάλυμα (π.χ. 5% γλυκόζη ή 0,9%
χλωριούχο νάτριο).
Ο ρυθμός έγχυσης πρέπει να προσαρμόζεται στις ατομικές ανάγκες του ασθενή
και τη θεραπευτική
ένδειξη.
Στην ανταλλαγή πλάσματος, ο ρυθμός έγχυσης πρέπει να προσαρμόζεται στο
ρυθμό αφαίρεσης.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στα παρασκευάσματα λευκωματίνης ή σε κάποιο από τα
έκδοχα.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Υποψία αλλεργικού ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεων απαιτεί άμεση διακοπή
της έγχυσης. Σε περίπτωση σοκ, πρέπει να εφαρμοστεί η τυπική ιατρική αγωγή
για σοκ.
Η λευκωματίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε παθήσεις όπου η
υπερογκαιμία και οι επιπτώσεις της ή η αιμοδιάλυση θα μπορούσαν να
αποτελέσουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον ασθενή. Παραδείγματα τέτοιων
παθήσεων είναι:
- αντιρροπούμενη καρδιακή ανεπάρκεια
- υπέρταση
- κιρσοί οισοφάγου
- πνευμονικό οίδημα
- αιμορραγική προδιάθεση
- σοβαρή αναιμία
- νεφρική και μετανεφρική ανουρία
Η κολλοειδής – οσμωτική επίδραση της ανθρώπινης λευκωματίνης των 200
mg/ml είναι περίπου τέσσερις φορές μεγαλύτερη από εκείνη του πλάσματος
αίματος. Συνεπώς, όταν χορηγείται συμπυκνωμένη λευκωματίνη, πρέπει να
δίδεται προσοχή ώστε να διασφαλιστεί επαρκής ενυδάτωση του ασθενή. Οι
ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά ώστε να προφυλαχθούν έναντι
κυκλοφοριακής υπερφόρτωσης και υπερενυδάτωσης.
Τα διαλύματα ανθρώπινης λευκωματίνης των 200 mg/ml έχουν σχετικά
χαμηλούς ηλεκτρολύτες σε σύγκριση με τα διαλύματα ανθρώπινης
λευκωματίνης των 40 mg/ml. Όταν χορηγείται λευκωματίνη, η κατάσταση
ηλεκτρολυτών του ασθενή πρέπει να παρακολουθείται (βλ. παράγραφο 4.2) και
2
να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα αποκατάστασης ή διατήρησης της ισορροπίας
ηλεκτρολυτών.
Ωστόσο, τα διαλύματα λευκωματίνης δεν πρέπει να αραιώνονται με ύδωρ για
ενέσιμα διότι μπορεί να προκληθεί αιμόλυση στους λήπτες.
Αν πρόκειται να αντικατασταθούν συγκριτικά μεγάλοι όγκοι διαλύματος
λευκωματίνης, είναι απαραίτητοι οι έλεγχοι της πήξης και του αιματοκρίτη.
Πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερη φροντίδα ώστε να διασφαλιστεί η επαρκής
υποκατάσταση των άλλων συστατικών του αίματος (παράγοντες πήξης,
ηλεκτρολύτες, αιμοπετάλια και ερυθροκύτταρα).
Ενδέχεται να εμφανιστεί υπερογκαιμία αν η δοσολογία και ο ρυθμός έγχυσης δεν
προσαρμοστούν στην κατάσταση του κυκλοφορικού του ασθενή.
Με τα πρώτα κλινικά σημεία καρδιαγγειακής υπερφόρτωσης (κεφαλαλγία,
δύσπνοια, συμφόρηση σφαγίτιδας φλέβας), ή αυξημένης πίεσης αίματος,
αυξημένης φλεβικής πίεσης και πνευμονικού οιδήματος, η έγχυση πρέπει να
διακοπεί αμέσως.
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει 100 mmol/l νατρίου. Πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη για ασθενείς σε δίαιτα ρύθμισης του νατρίου.
Στα τυπικά μέτρα για την πρόληψη μολύνσεων που απορρέουν από τη χρήση
φαρμακευτικών προϊόντων που παρασκευάζονται από ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα
περιλαμβάνονται η επιλογή των αιμοδοτών, οι εκτενείς εξετάσεις ατομικών
αιμοδοσιών και παρακαταθηκών πλάσματος για ειδικούς δείκτες μόλυνσης και η
τήρηση αποτελεσματικών βημάτων παρασκευής για την
απενεργοποίηση/αφαίρεση των ιών. Παρ’ όλα αυτά, όταν χορηγούνται
φαρμακευτικά προϊόντα που παρασκευάζονται από ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα,
δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί εντελώς η πιθανότητα μετάδοσης
μολυσματικών παραγόντων. Αυτό ισχύει επίσης για τους άγνωστους ή
αναδυόμενους ιούς και άλλα παθογόνα.
Δεν υπάρχουν αναφορές μετάδοσης ιών με λευκωματίνη που κατασκευάζεται με
τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Φαρμακοποιίας και καθιερωμένες μεθόδους.
Σε κάθε περίπτωση που χορηγείται το Obruman σε ασθενή, συνιστάται θερμά η
καταγραφή του ονόματος και αριθμού παρτίδας του προϊόντος έτσι ώστε να
διατηρείται ένας σύνδεσμος μεταξύ του ασθενή και της παρτίδας του
προϊόντος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Ουδεμία ειδική αλληλεπίδραση μεταξύ της ανθρώπινης λευκωματίνης και άλλων
φαρμακευτικών προϊόντων είναι γνωστή.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Η ασφαλής χρήση του Οbruman κατά την ανθρώπινη κύηση δεν έχει διαπιστωθεί
με ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές. Ωστόσο, η κλινική εμπειρία με τη λευκωματίνη
υποδηλώνει ότι δεν πρέπει να αναμένονται επιβλαβείς επιπτώσεις στην πορεία
της κύησης ή στο έμβρυο και το νεογνό.
Δεν έχουν γίνει μελέτες αναπαραγωγής ζώων με το Οbruman.
3
Οι πειραματικές μελέτες σε ζώα είναι ανεπαρκείς για την αξιολόγηση της
ασφάλειας σχετικά με την
αναπαραγωγή, την ανάπτυξη του εμβρύου, την πρόοδο της κυοφορίας, καθώς
και της περιγεννητικής και μεταγεννητικής ανάπτυξης. Ωστόσο, η λευκωματίνη
είναι ένα φυσιολογικό συστατικό του ανθρωπίνου αίματος.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν παρατηρήθηκαν επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Ήπιες αντιδράσεις όπως ερυθρίαση, κνίδωση, πυρετός και ναυτία εμφανίζονται
σπάνια. Οι αντιδράσεις αυτές εξαφανίζονται γρήγορα όταν επιβραδύνεται ο
ρυθμός έγχυσης ή σταματήσει η έγχυση. Πολύ σπάνια μπορεί να εμφανιστούν
σοβαρές αντιδράσεις όπως σοκ. Στις περιπτώσεις αυτές, η έγχυση πρέπει να
σταματήσει και να ξεκινήσει κατάλληλη αγωγή.
Για την ασφάλεια σχετικά με μεταδόσιμους παράγοντες, βλ. παράγραφο 4.4.
4.9 Υπερδοσολογία
Μπορεί να εμφανιστεί υπερογκαιμία αν η δοσολογία και ο ρυθμός έγχυσης είναι
πολύ υψηλά. Με τα πρώτα κλινικά σημεία καρδιαγγειακής υπερφόρτωσης
(κεφαλαλγία, δύσπνοια, συμφόρηση σφαγίτιδας φλέβας), ή αυξημένης πίεσης
αίματος, αυξημένης κεντρικής φλεβικής πίεσης και πνευμονικού οιδήματος, η
έγχυση πρέπει να διακοπεί αμέσως και να παρακολουθούνται προσεκτικά οι
αιμοδυναμικοί παράμετροι του ασθενή.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: υποκατάστατα πλάσματος και κλάσματα
πρωτεϊνών πλάσματος, κωδικός ATC: B05AA01
Η ανθρώπινη λευκωματίνη ποσοτικά αποτελεί πάνω από τη μισή ολική πρωτεΐνη
στο πλάσμα και αντιπροσωπεύει περίπου 10% της δραστηριότητας σύνθεσης
πρωτεϊνών στο ήπαρ.
Φυσικοχημικά δεδομένα: Η ανθρώπινη λευκωματίνη των 200 mg/ml είναι
υπερογκωτική προς το φυσιολογικό πλάσμα.
Οι σημαντικότερες φυσιολογικές λειτουργίες της λευκωματίνης είναι
αποτέλεσμα της συνεισφοράς της στην ογκωτική πίεση του αίματος και τη
λειτουργία μεταφοράς. Η λευκωματίνη σταθεροποιεί τον όγκο του
κυκλοφορούντος αίματος και είναι φορέας ορμονών, ενζύμων, φαρμακευτικών
σκευασμάτων και τοξινών.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η συνολική δεξαμενή ανταλλάξιμης λευκωματίνης
είναι 4-5 g/kg βάρους σώματος, εκ των οποίων 40-45% βρίσκεται
ενδοαγγειακώς και 55-60% στον εξωαγγειακό χώρο. Η αυξημένη τριχοειδής
4
διαπερατότητα μεταβάλλει την κινητική της λευκωματίνης και ενδέχεται να
εμφανιστεί μη φυσιολογική κατανομή σε καταστάσεις όπως σοβαρά εγκαύματα ή
σηπτικό σοκ.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η μέση ημι-ζωή της λευκωματίνης είναι περίπου 19
ημέρες. Η ισορροπία μεταξύ σύνθεσης και διάσπασης επιτυγχάνεται συνήθως με
τη ρύθμιση της ανατροφοδότησης. Η εξάλειψη γίνεται κυρίως ενδοκυτταρικά
και οφείλεται σε πρωτεάσες λυσοσωμάτων.
Σε υγιή άτομα, λιγότερο του 10% της εγχυθείσας λευκωματίνης φεύγει από τον
ενδοαγγειακό χώρο στη διάρκεια των 2 πρώτων ωρών μετά την έγχυση.
Εμφανίζονται όμως σημαντικές διαφορές μεταξύ των ατόμων στην επίδραση επί
του όγκου πλάσματος. Σε ορισμένους ασθενείς, ο όγκος πλάσματος μπορεί να
παραμείνει αυξημένος για μερικές ώρες. Ωστόσο, σε ασθενείς σε κρίσιμη
κατάσταση, η λευκωματίνη μπορεί να διαρρεύσει από τον αγγειακό χώρο κατά
σημαντικές ποσότητες και με μη προγνώσιμο ρυθμό.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η ανθρώπινη λευκωματίνη αποτελεί φυσιολογικό συστατικό του ανθρώπινου
πλάσματος και δρα όπως και η φυσιολογική λευκωματίνη.
Σε ζώα, η δοκιμή τοξικότητας μίας μόνο δόσης έχει ελάχιστη σημασία και δεν
επιτρέπει την αξιολόγηση των τοξικών ή θανατηφόρων δόσεων ή της σχέσης
δόσης-αποτελέσματος. Τοξικότητα από επαναληπτικές δόσεις σε ζώα είναι
ανεφάρμοστη στους ανθρώπους λόγω των παρεμβολών αντισωμάτων στην
ετερόλογη (ετερόκλητη) πρωτεΐνη σε ζωικά μοντέλα.
Έως σήμερα, δεν έχει αναφερθεί συσχετισμός της ανθρώπινης λευκωματίνης με
τοξικότητα στο έμβρυο, και ογκογενετικό ή μεταλλαξογόνο δυναμικό.
Δεν έχουν περιγραφεί σημάδια οξείας τοξικότητας σε ζωικά μοντέλα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Καπρυλικό νάτριο. Υδροξείδιο του νατρίου ή υδροχλωρικό οξύ. Χλωριούχο
νάτριο. Ύδωρ για ενέσιμα.
6.2 Ασυμβατότητες
Το διάλυμα Obruman 200 mg/ml δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα, πλήρες αίμα και συμπυκνωμένα ερυθροκύτταρα (εκτός
των διαλυμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 6.6).
6.3 Διάρκεια ζωής
10 ml: 2 έτη.
50 ml και 100 ml: 3 έτη.
Μετά το πρώτο άνοιγμα: το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιηθεί αμέσως.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
5
10 ml: Φυλάσσετε σε ψυγείο (2°C - 8°C). Μην καταψύχετε. Φυλάσσετε στην
αρχική συσκευασία για να προστατεύεται από το φως.
50 ml και 100 ml: Φυλάσσετε σε θερμοκρασία μικρότερη των 25°C. Μην
καταψύχετε. Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία για να προστατεύεται από το
φως.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
10 ml, 50 ml ή 100 ml διαλύματος σε φιαλίδιο (τύπος υάλου II) με πώμα
(βρωμοβουτυλίου)˙ μέγεθος συσκευασίας του l.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης <και άλλος χειρισμός>
Το παρασκεύασμα μπορεί να χορηγηθεί απευθείας δια της ενδοφλέβιας οδού ή
μπορεί επίσης να αραιωθεί σε ισοτονικό διάλυμα (π.χ. 5% γλυκόζη ή 0,9%
χλωριούχο νάτριο).
Ωστόσο, τα διαλύματα λευκωματίνης δεν πρέπει να αραιώνονται με ύδωρ για
ενέσιμα διότι μπορεί να προκληθεί αιμόλυση στους λήπτες.
Αν χορηγούνται μεγάλοι όγκοι, το προϊόν πρέπει να ζεσταθεί σε θερμοκρασία
δωματίου ή σώματος πριν τη χρήση.
Να μη χρησιμοποιείτε διαλύματα που είναι θολά ή έχουν ιζήματα. Αυτό ενδέχεται
να υποδεικνύει ότι η πρωτεΐνη έχει αλλοιωθεί ή ότι το διάλυμα έχει επιμολυνθεί.
Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειμμα πρέπει να απορριφθεί
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
OXBRIDGE PHARMA LIMITED
15A Fitzroy House, Lynwood Drive
Worcester park, Sutton KT4 7AT
Ηνωμένο Βασίλειο
Τηλ.: +44 208 335 4110
Fax: +44 208 335 4118
E-mail: jyha@oxbridgepharma.com
Τοπικός Αντιπρόσωπος του Κατόχου της Άδειας Κυκλοφορίας
Leriva A.E.
Λεωφόρος Πηγής 33 & Αναπήρων Πολέμου 6
15127 Μελίσσια
Τηλ.: +30210 6199886
Fax: +30210 6178733
E-mail: info@leriva.com
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
6
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
7