ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Pentasa 2 g κοκκία παρατεταμένης αποδέσμευσης
Pentasa 4 g κοκκία παρατεταμένης αποδέσμευσης
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε φακελλίσκος περιέχει 2g ή 4 g μεσαλαζίνης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κοκκία παρατεταμένης αποδέσμευσης
Κοκκία χρώματος λευκού-γκρι έως ανοιχτού λευκού-καφέ
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Ήπιας έως μέτριας βαρύτητας ελκώδης κολίτιδα.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ελκώδης κολίτιδα
Ενήλικες
Ενεργή νόσος
Εξατομικευμένη δοσολογία, έως και 4 g μεσαλαζίνης άπαξ ημερησίως ή
διηρημένα σε 2 δόσεις.
Θεραπεία συντήρησης
Εξατομικευμένη δοσολογία. Συνιστώμενη δοσολογία, 2 g μεσαλαζίνης άπαξ
ημερησίως.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών δεν
έχουν ακόμα τεκμηριωθεί.
Μόνο περιορισμένη τεκμηρίωση υπάρχει για τη δράση σε παιδιά (ηλικίας 6-18
ετών).
Παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω:
E
νεργή νόσος
: Να καθορίζεται εξατομικευμένα, ξεκινώντας με 30-50
mg/kg/ημέρα σε διηρημένες δόσεις. Μέγιστη δόση: 75 mg/kg/ημέρα σε διηρημένες
δόσεις. Η συνολική δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 4 g/ημέρα (μέγιστη δόση
ενηλίκων).
1
Θεραπεία συντήρησης:
Να καθορίζεται εξατομικευμένα, ξεκινώντας με 15-
30 mg/kg/ημέρα σε διηρημένες δόσεις. Η συνολική δόση δεν πρέπει να
υπερβαίνει τα 2 g/ημέρα (συνιστώμενη δόση ενηλίκων).
Γενικά συνιστάται ότι μπορεί να χορηγηθεί το μισό της δόσης των ενηλίκων σε
παιδιά με σωματικό βάρος έως 40 kg και η κανονική δόση των ενηλίκων σε
εκείνα με σωματικό βάρος μεγαλύτερο των 40 kg.
Τρόπος χορήγησης
Από στόματος χρήση
Τα κοκκία δεν πρέπει να μασώνται.
Το περιεχόμενο του φακελλίσκου πρέπει να τοποθετείται πάνω στη γλώσσα και
να καταπίνεται ολόκληρο με μικρή ποσότητα νερού ή χυμού πορτοκαλιού.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη μεσαλαζίνη, σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται
στην παράγραφο 6.1, ή στα σαλικυλικά.
Σοβαρή ηπατική και/ή νεφρική δυσλειτουργία.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Συνιστάται προσοχή όταν λαμβάνουν θεραπεία ασθενείς με αλλεργία στη
σουλφασαλαζίνη (κίνδυνος αλλεργίας στα σαλικυλικά). Σε περιπτώσεις οξέων
συμπτωμάτων δυσανεξίας, δηλ. εμφάνισης κοιλιακών κραμπών, κοιλιακού
άλγους, πυρετού, σοβαρής κεφαλαλγίας και εξανθήματος, η θεραπεία πρέπει να
διακόπτεται άμεσα.
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με βλάβη της ηπατικής λειτουργίας. Οι
παράμετροι της ηπατικής λειτουργίας όπως η ALT ή η AST πρέπει να
αξιολογούνται πριν και κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ανάλογα με την κρίση
του θεράποντα γιατρού.
Το φάρμακο δεν συνιστάται για χρήση σε ασθενείς με βλάβη της νεφρικής
λειτουργίας και σε ασθενείς με αιμορραγική διάθεση. Η νεφρική λειτουργία
πρέπει να παρακολουθείται τακτικά (π.χ. κρεατινίνη ορού), ειδικότερα κατά τη
διάρκεια της αρχικής φάσης της θεραπείας. Η κατάσταση των ουροφόρων οδών
(με χρωματομετρικές ταινίες εμβάπτισης) πρέπει να προσδιορίζεται πριν και
κατά τη διάρκεια της θεραπείας ανάλογα με την κρίση του θεράποντα γιατρού.
Σε ασθενείς που εμφανίζουν νεφρική δυσλειτουργία κατά τη διάρκεια της
θεραπείας πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο νεφροτοξικότητας επαγόμενης
από τη μεσαλαζίνη. Η ταυτόχρονη χρήση άλλων γνωστών νεφροτοξικών
παραγόντων, όπως είναι τα ΜΣΑΦ και η αζαθειοπρίνη, μπορεί να αυξήσει τον
κίνδυνο νεφρικών αντιδράσεων.
Προσοχή συνιστάται σε ασθενείς με ενεργό πεπτικό έλκος.
Ασθενείς με πνευμονική νόσο, ειδικότερα με άσθμα, πρέπει να
παρακολουθούνται πολύ προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Έχουν αναφερθεί σπάνια αντιδράσεις καρδιακής υπερευαισθησίας (μυο- και
περικαρδίτιδα) που επάγονται από τη μεσαλαζίνη. Πολύ σπάνια έχει αναφερθεί
σοβαρή δυσκρασία του αίματος με μεσαλαζίνη (βλ. παράγραφο 4.5). Συνιστάται
να πραγματοποιούνται εξετάσεις αίματος για τη διαφορική μέτρηση του
αίματος πριν και κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ανάλογα με την κρίση του
2
θεράποντα γιατρού. Η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται όταν υπάρχει υποψία ή
ένδειξη αυτών των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Ως κατευθυντήρια γραμμή, συνιστώνται έλεγχοι παρακολούθησης 14 ημέρες
μετά την έναρξη της θεραπείας, και ακολούθως δύο έως τρεις επιπλέον έλεγχοι
σε διαστήματα των 4 εβδομάδων. Εάν τα ευρήματα είναι φυσιολογικά, οι
έλεγχοι παρακολούθησης πρέπει να διεξάγονται κάθε τρεις μήνες. Εάν
εμφανιστούν επιπρόσθετα συμπτώματα, οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διεξάγονται
άμεσα.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αλληλεπιδράσεων. Η θεραπεία συνδυασμού
Pentasa και αζαθειοπρίνης ή 6-μερκαπτοπουρίνης ή θειογουανίνης κατέδειξε
υψηλότερη συχνότητα μυελοκατασταλτικών επιδράσεων, και δεν μπορεί να
αποκλειστεί αλληλεπίδραση, ωστόσο, ο μηχανισμός που υποκρύπτεται πίσω
από την αλληλεπίδραση δεν έχει τεκμηριωθεί. Συνιστάται τακτική
παρακολούθηση των λευκών αιμοσφαιρίων και πρέπει να ρυθμίζεται ανάλογα
το δοσολογικό σχήμα της θειοπουρίνης.
Υπάρχει ανεπαρκής ένδειξη ότι η μεσαλαζίνη μπορεί να μειώσει την
αντιπηκτική δράση της βαρφαρίνης.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Το Pentasa δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης και της
γαλουχίας εκτός όταν τα πιθανά οφέλη από τη θεραπεία υπερισχύουν των
πιθανών κινδύνων κατά τη γνώμη του γιατρού.
Η ίδια η υποκείμενη κατάσταση (Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD)) μπορεί
να αυξήσει τους κινδύνους για ανεπιθύμητη έκβαση της κύησης.
Κύηση: Η μεσαλαζίνη είναι γνωστό ότι διαπερνά τον πλακουντιακό φραγμό και
η συγκέντρωσή της στο πλάσμα του ομφάλιου λώρου είναι χαμηλότερη από τη
συγκέντρωση στο πλάσμα της μητέρας. Ο μεταβολίτης ακετυλο-μεσαλαζίνη
ανευρίσκεται σε παρόμοιες συγκεντρώσεις στο πλάσμα του ομφάλιου λώρου
και της μητέρας. Μελέτες σε ζώα με από στόματος μεσαλαζίνη δεν
καταδεικνύουν άμεσες ή έμμεσες επιβλαβείς επιδράσεις όσον αφορά στην
κύηση, στην εμβρυο-εμβρυϊκή ανάπτυξη, στον τοκετό ή στη μεταγεννητική
ανάπτυξη. Δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σχετικά με τη
χρήση του Pentasa σε έγκυες γυναίκες. Περιορισμένα δημοσιευμένα δεδομένα για
τον άνθρωπο σχετικά με τη μεσαλαζίνη δεν δεικνύουν αύξηση στο συνολικό
ποσοστό συγγενών δυσπλασιών. Ορισμένα δεδομένα δεικνύουν αυξημένο
ποσοστό πρόωρου τοκετού, τοκετού νεκρού εμβρύου, και χαμηλού σωματικού
βάρους νεογνού. Ωστόσο, αυτές οι ανεπιθύμητες εκβάσεις κύησης
συσχετίζονται επίσης με ενεργή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
Διαταραχές του αίματος (λευκοπενία, θρομβοπενία, αναιμία) έχουν αναφερθεί
σε νεογέννητα μητέρων που ελάμβαναν θεραπεία με Pentasa.
Σε ένα μεμονωμένο περιστατικό μετά από μακροχρόνια χρήση υψηλής δόσης
μεσαλαζίνης (2-4 g, από στόματος) κατά τη διάρκεια της κύησης, αναφέρθηκε
νεφρική ανεπάρκεια στο νεογνό.
Θηλασμός: Η μεσαλαζίνη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Η συγκέντρωση της
μεσαλαζίνης στο μητρικό γάλα είναι χαμηλότερη από ότι στο μητρικό αίμα, ενώ
3
ο μεταβολίτης – ακετυλο-μεσαλαζίνη - εμφανίζεται σε παρόμοιες ή αυξημένες
συγκεντρώσεις. Δεν έχουν διεξαχθεί ελεγχόμενες μελέτες με το Pentasa κατά τη
διάρκεια του θηλασμού. Μέχρι σήμερα είναι διαθέσιμη μόνο περιορισμένη
εμπειρία για τη χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας σε γυναίκες μετά από
στόματος χορήγηση. Δεν μπορούν να αποκλεισθούν αντιδράσεις
υπερευαισθησίας όπως η διάρροια. Εάν το βρέφος εμφανίσει διάρροια, ο
θηλασμός πρέπει να διακοπεί.
Γονιμότητα:
Δεδομένα ζώων για τη μεσαλαζίνη δεν καταδεικνύουν καμία επίδραση στην
ανδρική και θηλυκή γονιμότητα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Το Pentasa δεν έχει καμία ή έχει ασήμαντη επίδραση στην ικανότητα οδήγησης
και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες αντιδράσεις που παρατηρήθηκαν σε κλινικές
δοκιμές είναι διάρροια, ναυτία, κοιλιακό άλγος, κεφαλαλγία, έμετος, και
εξάνθημα. Μπορεί να εμφανισθούν περιστασιακά αντιδράσεις υπερευαισθησίας
και φαρμακευτικός πυρετός.
Συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών, βάσει κλινικών δοκιμών και αναφορών
από την παρακολούθηση του προϊόντος μετά την κυκλοφορία του
Κατηγορία/Οργανικό
σύστημα
Συχνές
1/100 έως <1/10
Σπάνιες
1/10.000 έως
1/1.000
Πολύ σπάνιες
1/10.000
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και του
λεμφικού συστήματος
Διαταραχές του
αίματος όπως:
Αναιμία,
απλαστική
αναιμία,
ακοκκιοκυτταραιμ
ία, ουδετεροπενία,
λευκοπενία (συμπ.
κοκκιοκυτταροπεν
ίας),
πανκυτταροπενία,
θρομβοπενία, και
ηωσινοφιλία (ως
μέρος μίας
αλλεργικής
αντίδρασης).
Δ ιαταραχές του
ανοσοποιητικού
μσυστή ατος
Αντίδραση
υπερευαισθησίας
συμπεριλαμβανομέ
νων αλλεργικού
εξανθήματος,
αναφυλακτικής
αντίδρασης,
Φαρμακευτικής
Αντίδρασης με
Ηωσινοφιλία και
Συστηματικά
4
Συμπτώματα
(DRESS)
Φαρμακευτικός
Πυρετός
Δ ιαταραχές του νευρικού
μσυστή ατος
Κεφαλαλγία Ζάλη Περιφερική
νευροπάθεια
Καλοήθης
ενδοκρανιακή
υπέρταση σε
εφήβους
Καρδιακές διαταραχές Μυοκαρδίτιδα*
Περικαρδίτιδα*
Περικαρδιακή
συλλογή
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Αλλεργική
κυψελίτιδα,
αλλεργικές και
ινωτικές
αντιδράσεις των
πνευμόνων (συμπ.
δύσπνοιας, βήχα,
βρογχόσπασμου),
πνευμονική
ηωσινοφιλία,
διάμεση
πνευμονοπάθεια,
πνευμονική
διήθηση,
πνευμονίτιδα
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
συστήματος
Διάρροια
Κοιλιακό άλγος
Ναυτία
Έμετος
Μετεωρισμός
Οξεία
παγκρεατίτιδα*
Αυξημένη
αμυλάση
(σε αίμα και/ή
ούρα)
Πανκολίτιδα
Διαταραχές του ήπατος
και των χοληφόρων
Αυξημένα ηπατικά
ένζυμα, αυξημένες
παράμετροι
χολόστασης και
αυξημένη
χολερυθρίνη,
ηπατοτοξικότητα
(συμπ.
ηπατίτιδας*,
χολοστατικής
ηπατίτιδας,
κίρρωσης,
ηπατικής
ανεπάρκειας)
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Εξάνθημα
(συμπ.
κνίδωσης,
ερυθηματώδους
εξανθήματος)
(Αναστρέψιμη)
αλωπεκία
Οίδημα του Quincke
Πολύμορφο
ερύθημα Σύνδρομο
Stevens-Johnson (SJS)
5
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και του
συνδετικού ιστού
Μυαλγία
Αρθραλγία
Αντιδράσεις τύπου
ερυθηματώδη
λύκου
Διαταραχές των νεφρών
και των ουροφόρων
οδών
Βλάβη της
νεφρικής
λειτουργίας (συμπ.
διάμεσης
νεφρίτιδας*
(οξείας και
χρόνιας),
νεφρωσικού
συνδρόμου,
οξείας/χρόνιας
νεφρικής
ανεπάρκειας)
Δυσχρωματισμός
των ούρων.
Διαταραχές του
αναπαραγωγικού
συστήματος και του
μαστού
Ολιγοσπερμία
(αναστρέψιμη)
(*) Ο μηχανισμός της επαγόμενης από τη μεσαλαζίνη μυο- και περικαρδίτιδας,
παγκρεατίτιδας, νεφρίτιδας και ηπατίτιδας δεν είναι γνωστός, αλλά μπορεί να
έχει αλλεργική προέλευση.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αρκετές από αυτές τις διαταραχές μπορεί να
οφείλονται στην ίδια τη φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού
συστήματος αναφοράς.
Κύπρος
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: www . moh . gov . cy / phs
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
6
Οξεία εμπειρία σε ζώα: Μία εφάπαξ ενδοφλέβια δόση μεσαλαζίνης 920 mg/kg σε
αρουραίους και εφάπαξ από στόματος δόσεις μεσαλαζίνης 5 g/kg σε χοίρους δεν
ήταν θανατηφόρες.
Εμπειρία στον άνθρωπο: Υπάρχει περιορισμένη κλινική εμπειρία σχετικά με την
υπερδοσολογία του Pentasa η οποία δεν καταδεικνύει νεφρική ή ηπατική
τοξικότητα. Δεδομένου ότι το Pentasa είναι ένα αμινοσαλικυλικό, μπορεί να
εμφανιστούν συμπτώματα τοξικότητας από σαλικυλικά. Συμπτώματα
υπερδοσολογίας σαλικυλικών περιγράφονται επαρκώς στη βιβλιογραφία.
Έχουν υπάρξει αναφορές ασθενών που λάμβαναν ημερήσιες από στόματος
δόσεις 8 γραμμαρίων για ένα μήνα χωρίς καμία ανεπιθύμητη ενέργεια.
Δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο και η θεραπεία είναι συμπτωματική και
υποστηρικτική. Η θεραπεία σε νοσοκομείο περιλαμβάνει στενή παρακολούθηση
της νεφρικής λειτουργίας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντιφλεγμονώδη φάρμακα του εντέρου,
αμινοσαλικυλικό οξύ και παρόμοια φάρμακα
Κωδικός ATC: A07E C02
Η μεσαλαζίνη είναι το ενεργό συστατικό της σουλφασαλαζίνης, η οποία έχει
χρησιμοποιηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στη θεραπεία της ελκώδους
κολίτιδας και της νόσου του Crohn.
Η θεραπευτική αξία της μεσαλαζίνης εμφανίζεται να οφείλεται σε τοπική δράση
στον φλεγμαίνοντα εντερικό ιστό, παρά σε συστηματική δράση. Υπάρχουν
πληροφορίες που υποδηλώνουν ότι η σοβαρότητα της φλεγμονής στο κόλον
ασθενών με ελκώδη κολίτιδα που έλαβαν θεραπεία με μεσαλαζίνη σχετίζεται
αντιστρόφως ανάλογα με τις συγκεντρώσεις μεσαλαζίνης στο βλεννογόνο.
Αυξημένη μετανάστευση λευκοκυττάρων, μη φυσιολογική παραγωγή κυτοκινών,
αυξημένη παραγωγή μεταβολιτών αραχιδονικού οξέος, ιδιαίτερα των
λευκοτριενίων Β4 και αυξημένος σχηματισμός ελεύθερων ριζών στον
φλεγμαίνοντα εντερικό ιστό, εμφανίζονται όλα σε ασθενείς με φλεγμονώδη
νόσο του εντέρου. Ο μηχανισμός δράσης της μεσαλαζίνης δεν είναι πλήρως
κατανοητός παρότι έχουν υπονοηθεί μηχανισμοί όπως η ενεργοποίηση του
τύπου γ των ενεργοποιημένων υποδοχέων του πολλαπλασιαστή
υπεροξεισωμάτων (PPAR-γ) και η αναστολή του πυρηνικού παράγοντα κάππα Β
(NF-κΒ ) στον εντερικό βλεννογόνο. Η μεσαλαζίνη έχει in
vitro και in
vivo
φαρμακολογικές δράσεις που αναστέλλουν το χημειοτακτισμό των
λευκοκυττάρων, μειώνουν την παραγωγή κυτοκινών και λευκοτριενίων και
εκκαθαρίζουν τις ελεύθερες ρίζες. Επί του παρόντος δεν είναι γνωστό ποιος,
εάν κάποιος, από αυτούς τους μηχανισμούς διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην
κλινική αποτελεσματικότητα της μεσαλαζίνης.
Ο κίνδυνος ορθοκολικού καρκίνου (ΟΚΚ) εμφανίζεται ελαφρά αυξημένος στην
ελκώδη κολίτιδα.
Οι δράσεις της μεσαλαζίνης που παρατηρήθηκαν σε πειραματικά μοντέλα και
βιοψίες ασθενών ενισχύουν το ρόλο της μεσαλαζίνης στην πρόληψη του
σχετιζόμενου με κολίτιδα ΟΚΚ, με απορρύθμιση των φλεγμονο-εξαρτώμενων
και μη φλεγμονο-εξαρτώμενων σηματοδοτικών οδών που εμπλέκονται στην
7
εμφάνιση του σχετιζόμενου με κολίτιδα ΟΚΚ. Εντούτοις, δεδομένα
μεταναλύσεων, που περιλαμβάνουν τόσο επιλεγμένους όσο και μη επιλεγμένους
πληθυσμούς, παρέχουν αντιφατικές κλινικές πληροφορίες σχετικά με τα
ευεργετικά αποτελέσματα της μεσαλαζίνης στον κίνδυνο της καρκινογένεσης
που σχετίζεται με ελκώδη κολίτιδα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Γενικά Χαρακτηριστικά της Δραστικής Ουσίας
Διάθεση και τοπική διαθεσιμότητα: Η θεραπευτική δράση της μεσαλαζίνης
εξαρτάται πολύ πιθανώς από την τοπική επαφή του φαρμάκου με την πάσχουσα
περιοχή του εντερικού βλεννογόνου.
Τα κοκκία παρατεταμένης αποδέσμευσης Pentasa αποτελούνται από μικροκοκκία
μεσαλαζίνης επικαλυμμένα με αιθυλοκυτταρίνη. Τα επικαλυμμένα μικροκοκκία
εισέρχονται στο δωδεκαδάκτυλο εντός μίας ώρας από τη χορήγηση, ανεξάρτητα
από τη συγχορήγηση τροφής. Η μεσαλαζίνη απελευθερώνεται συνεχώς από τα
επικαλυμμένα μικροκοκκία σε όλο το γαστρεντερικό σωλήνα σε οποιεσδήποτε
συνθήκες εντερικού pH.
Απορρόφηση: Μετά την από στόματος χορήγηση η βιοδιαθεσιμότητα του Pentasa
μπορεί να εκτιμηθεί στο 30% περίπου, βάσει των δεδομένων ανάκτησης ούρων
σε υγιείς εθελοντές. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα εμφανίζονται 1-6
ώρες μετά τη χορήγηση της δόσης. Δοσολογικό σχήμα μεσαλαζίνης άπαξ
ημερησίως (1 x 4 g/ημέρα) και δοσολογία δύο φορές ημερησίως (2 x 2 g/ημέρα)
έχουν ως αποτέλεσμα μία συγκρίσιμη συστηματική έκθεση (AUC) για 24 ώρες
και δεικνύουν μία συνεχή απελευθέρωση μεσαλαζίνης από τα κοκκία κατά τη
διάρκεια της περιόδου θεραπείας. Η σταθεροποιημένη κατάσταση
επιτυγχάνεται μετά από περίοδο θεραπείας 5 ημερών ακολουθώντας χορήγηση
από στόματος.
Εφάπαξ δόση Σταθεροποιημένη κατάσταση
Cmax (ng/ml) AUC 0-24 (h∙ng/ml) Cmax (ng/ml) AUC 0-24 (h∙ng/ml)
Μεσαλαζίν
η
2 g BID
5103,51 36.456 6803,70 57.519
4 g OD
8561,36 35.657 9742,51 50.742
Μοριακό βάρος μεσαλαζίνης: 153,13 g/mol, Ακετυλο-μεσαλαζίνης: 195,17 g/mol.
Η διέλευση και η απελευθέρωση της μεσαλαζίνης μετά την από στόματος
χορήγηση είναι ανεξάρτητη από τη συγχορήγηση τροφής, παρόλο που η
συστηματική έκθεση μπορεί να αυξηθεί.
Κατανομή: Η μεσαλαζίνη και η ακετυλο-μεσαλαζίνη δεν διαπερνούν τον
αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Η πρωτεϊνική δέσμευση της μεσαλαζίνης είναι
περίπου 50% και της ακετυλο-μεσαλαζίνης περίπου 80%.
Μεταβολισμός: Η μεσαλαζίνη μεταβολίζεται τόσο προ-συστηματικά από τον
εντερικό βλεννογόνο όσο και συστηματικά από το ήπαρ σε Ν-ακετυλο-
μεσαλαζίνη (ακετυλο-μεσαλαζίνη) κυρίως από την Ν-ακετυλοτρανσφεράση-1
(NAT-1).
Ορισμένη ακετυλίωση προκύπτει επίσης διαμέσου της δράσης των βακτηρίων
στο κόλον. Η ακετυλίωση φαίνεται να είναι ανεξάρτητη από τον ακετυλιωτικό
φαινότυπο του ασθενή. Το κλάσμα μεταβολισμού της ακετυλο-μεσαλαζίνης
προς μεσαλαζίνη στο πλάσμα έπειτα από στόματος χορήγηση κυμαίνεται από
3,5 έως 1,3 μετά από ημερήσιες δόσεις 500 mg x 3 και 2 g x 3, αντίστοιχα,
8
υποδηλώνοντας δοσοεξαρτώμενη ακετυλίωση η οποία μπορεί να υπόκειται σε
κορεσμό.
Αποβολή: Λόγω της συνεχούς απελευθέρωσης της μεσαλαζίνης σε όλο το
γαστρεντερικό σωλήνα, ο χρόνος ημίσειας ζωής της αποβολής δεν μπορεί να
προσδιοριστεί μετά την από στόματος χορήγηση. Ωστόσο, μόλις η
φαρμακοτεχνική μορφή των κοκκίων πάψει να είναι παρούσα στο
γαστρεντερικό σωλήνα η αποβολή θα ακολουθήσει το χρόνο ημίσειας ζωής της
από στόματος ή της ενδοφλεβίως χορηγούμενης μη επικαλυμμένης μεσαλαζίνης,
ο οποίος είναι περίπου 40 λεπτά και για την ακετυλο-μεσαλαζίνη περίπου 70
λεπτά.
Χαρακτηριστικά σε Ασθενείς
Παθοφυσιολογικές μεταβολές όπως η διάρροια και η αυξημένη οξύτητα του
εντέρου που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια της ενεργής φλεγμονώδους νόσου
του εντέρου έχουν μόνο μία ήσσονος σημασίας επίπτωση στη μεταφορά της
μεσαλαζίνης στον εντερικό βλεννογόνο μετά την από στόματος χορήγηση. Έχει
παρατηρηθεί απέκκριση μέσω ούρων σε ποσοστό 20-25% της ημερήσιας δόσης
σε ασθενείς με επιταχυνόμενη εντερική διέλευση. Παρόμοια, έχει παρατηρηθεί
αντίστοιχη αύξηση στην απέκκριση μέσω κοπράνων.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Έχουν καταδειχθεί τοξικές νεφρικές επιδράσεις σε όλα τα είδη που ελέγχθηκαν.
Δοσολογίες σε αρουραίους και πιθήκους και συγκεντρώσεις στο πλάσμα στα
Επίπεδα Μη Παρατηρούμενων Ανεπιθύμητων Συμβάντων (NOAELs) υπερβαίνουν
εκείνες που χρησιμοποιούνται στον άνθρωπο κατά ένα συντελεστή ίσο με 2-7,2.
Ι
n
vitro δοκιμασίες και in
vivo μελέτες δεν παρείχαν καμία ένδειξη
μεταλλαξιογόνων επιδράσεων. Μελέτες ενδεχόμενης ογκογόνου δράσης που
διεξήχθησαν σε αρουραίους δεν παρείχαν καμία ένδειξη, σχετιζόμενη με την
ουσία, αύξησης της συχνότητας εμφάνισης όγκων.
Μελέτες σε ζώα με από στόματος μεσαλαζίνη δεν καταδεικνύουν άμεσες ή
έμμεσες επιβλαβείς επιδράσεις όσον αφορά στη γονιμότητα, στην κύηση, στην
εμβρυο-εμβρυϊκή ανάπτυξη, στον τοκετό ή στη μεταγεννητική ανάπτυξη.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Αιθυλοκυτταρίνη
Ποβιδόνη
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Τα κοκκία πρέπει να χρησιμοποιούνται αμέσως μετά το πρώτο άνοιγμα του
φακελλίσκου.
9
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Φακελλίσκος από Πολυεστέρα/Αλουμίνιο/Χαμηλής Πυκνότητας πολυαιθυλένιο.
Συσκευασίες:
Pentasa 2 g: 1 x 60, 1 x 120, 1 x 10 φακελλίσκοι
Pentasa 4 g: 1 x 20, 1 x 30, 1 x 50, 1 x 100 φακελλίσκοι
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
FERRING ΕΛΛΑΣ ΜΕΠΕ
Γκύζη 3
151 25 Μαρούσι, Ελλάδα
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(Ι) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Ελλάδα
Pentasa 2 g: 56794/11/19.11.2012
Pentasa 4 g: 16611/05.03.2015
Κύπρος
Pentasa 2 g: 021943
Pentasa 4 g:
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ελλάδα
Pentasa 2 g: Ημ/νία πρώτης έγκρισης: 19.11.2012
Pentasa 4 g: Ημ/νία πρώτης έγκρισης: 05.03.2015
Κύπρος
Pentasa 2 g: Ημ/νία πρώτης έγκρισης: 25.10.2013
Pentasa 4 g: Ημ/νία πρώτης έγκρισης:
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
10