παρατηρήθηκε μετά από υποδόρια δόση σε προηγούμενη μελέτη,
υποδηλώνοντας παρατεταμένη κατακράτηση του φαρμάκου στο δέρμα. Η
ανάκτηση στα ούρα ήταν λιγότερο από 0,6% της εφαρμοζόμενης δόσης
την εβδομάδα 16 σε αυτούς τους ασθενείς.
Παιδιατρικοί ασθενείς:
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της imiquimod μετά από εφάπαξ και
πολλαπλή τοπική εφαρμογή έχουν μελετηθεί σε παιδιατρικούς ασθενείς
με μολυσματική τέρμινθο (molluscum contagiosum, MC). Τα δεδομένα
από την συστηματική έκθεση έδειξαν ότι η έκταση της απορρόφησης της
imiquimod μετά από τοπική εφαρμογή σε δέρμα παιδιατρικών ασθενών
ηλικίας 6 έως 12 ετών με MC αλλοιώσεις ήταν χαμηλή και συγκρίσιμη με
αυτή που παρατηρείται σε υγιείς ενήλικες και σε ενήλικες με ακτινική
κεράτωση ή καρκίνωμα των επιφανειακών βασικών κυττάρων. Σε
νεαρότερους ασθενείς ηλικίας 2 έως 5 ετών, η απορρόφηση ήταν
υψηλότερη απ’ ότι στους ενήλικες, με βάση τις τιμές της Cmax.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Βάσει συμβατικών μελετών φαρμακολογικής ασφάλειας, τα μη κλινικά
δεδομένα έδειξαν ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερος κίνδυνος μεταλλαξιογόνου
δράσης και τερατογένεσης για τον άνθρωπο.
Σε μια μελέτη δερματικής τοξικότητας τετράμηνης διάρκειας σε
αρουραίους , παρατηρήθηκε σημαντική μείωση του σωματικού βάρους και
αύξηση βάρους του σπλήνα σε δόση 0,5 και 2,5 mg/kg, αντίστοιχα. Δεν
παρατηρήθηκαν παρόμοιες επιπτώσεις κατά τη διάρκεια τετράμηνης
δερματικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια. Τοπικός
δερματικός ερεθισμός, ιδιαίτερα κατά τη χορήγηση υψηλότερων δόσεων,
παρατηρήθηκε και στα δύο είδη.
Μετά από διετή μελέτη καρκινογένεσης σε ποντίκια με χορήγηση κρέμας
imiquimod από το δέρμα τρεις φορές την εβδομάδα δεν επηρεάστηκε η
μορφή και το ποσοστό των όγκων στην περιοχή εφαρμογής. Ωστόσο, η
συχνότητα εμφάνισης ηπατοκυτταρικών όγκων σε ζώα που είχαν
υποβληθεί σε θεραπεία ήταν μεγαλύτερη από ότι σε αυτά που
χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες Ο παραπάνω μηχανισμός δεν είναι
γνωστός, αλλά εφόσον η imiquimod έχει χαμηλή συστηματική
απορρόφηση από το ανθρώπινο δέρμα, και δεν παρουσιάζει
μεταλλαξιογόνο δράση, κάθε κίνδυνος για τον άνθρωπο λόγω
συστηματικής έκθεσης είναι πιθανόν χαμηλός. Επιπλέον, σε καμία
περιοχή δεν παρατηρήθηκαν όγκοι ύστερα από διετή μελέτη στοματικής
χορήγησης σε αρουραίους.
Η κρέμα imiquimod αξιολογήθηκε σε μία βιοανάλυση
φωτοκαρκινογένεσης σε αλφιστικά άτριχα ποντίκια τα οποία εκτέθηκαν
σε προσομοιωμένη ηλιακή υπεριώδη ακτινοβολία (UVR). Στα ζώα
χορηγήθηκε κρέμα imiquimod τρεις φορές την εβδομάδα και υποβλήθηκαν
σε ακτινοβολία 5 ημέρες την εβδομάδα επί 40 εβδομάδες. Τα ποντίκια
διατηρήθηκαν για επιπλέον 12 εβδομάδες, συνολικά 52 εβδομάδες. Οι
όγκοι εμφανίστηκαν συντομότερα και σε αυξημένο αριθμό στην ομάδα
των ποντικών στην οποία χορηγήθηκε η κρέμα του εκδόχου σε σύγκριση
με την ομάδα μαρτύρων χαμηλής UVR. Η σημασία των αποτελεσμάτων
14