αλλεργικοί στο ακετυλοσαλικυλικό οξύ ή σε κάποιο ΜΣΑΦ (βλ.
παράγραφο 4.3).
Επιδράσεις στο γαστρεντερικό
:
Γαστρεντερική αιμορραγία, εξέλκωση ή διάτρηση, που μπορεί να είναι
θανατηφόρος, έχει καταγραφεί για όλα τα ΜΣΑΦ, ανά πάσα στιγμή κατά
τη διάρκεια της θεραπείας, με ή χωρίς προειδοποιητικά συμπτώματα ή
προηγούμενο ιστορικό γαστρεντερικών συμβάντων.
Ο κίνδυνος γαστρεντερικής αιμορραγίας, εξέλκωσης ή διάτρησης, η
οποία μπορεί να αποβεί θανατηφόρος, είναι μεγαλύτερος με την αύξηση
των δόσεων ΜΣΑΦ, σε ασθενείς με ιατρικό ιστορικό έλκους, ειδικά αν
επιπλέκεται με αιμορραγία ή διάτρηση (βλ. παράγραφο 4.3) και σε
ασθενείς ηλικίας άνω των 60 ετών. Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει να
ξεκινήσουν θεραπεία με τη μικρότερη διαθέσιμη δόση. Συνδυαστική
θεραπεία με προστατευτικούς παράγοντες (π.χ. μισοπροστόλη ή
αναστολείς αντλίας πρωτονίων) θα πρέπει να εξετάζεται για αυτούς
τους ασθενείς, αλλά και για ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα
χαμηλή δόση ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
ικανά να αυξήσουν το γαστρεντερικό κίνδυνο (βλ. παρακάτω και
παράγραφο 4.5).
Ασθενείς με ιατρικό ιστορικό γαστρεντερικής τοξικότητας, ιδιαίτερα οι
ηλικιωμένοι, μπορεί να παρουσιάσουν ασυνήθιστα κοιλιακά συμπτώματα
(ειδικά αιμορραγία του γαστρεντερικού) κατά τα αρχικά στάδια της
θεραπείας.
Ιδιαίτερη προσοχή συνιστάται σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα
φαρμακευτική αγωγή που θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο
εξέλκωσης ή αιμορραγίας, όπως από του στόματος κορτικοστεροειδή,
αντιπηκτικά όπως η βαρφαρίνη, εκλεκτικούς αναστολείς
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs) ή αντιαιμοπεταλιακούς
παράγοντες όπως το ακετυλοσαλικυλικό οξύ (βλ. παράγραφο 4.5).
Η θεραπεία με Mucocold θα πρέπει να διακόπτεται αμέσως σε περίπτωση
εμφάνισης γαστρεντερικής αιμορραγίας ή έλκους.
Τα ΜΣΑΦ πρέπει να χορηγούνται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό
γαστρεντερικών παθήσεων (ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn) καθώς η
κατάστασή τους μπορεί να επιδεινωθεί (βλ. παράγραφο 4.8).
Καρδιαγγειακές και αγγειακές εγκεφαλικές επιδράσεις:
Κλινικές μελέτες υποδεικνύουν ότι η χρήση της ιβουπροφαίνης, ιδιαίτερα
σε υψηλές δόσεις (2.400 mg/ημέρα), μπορεί να σχετίζεται με μια μικρή
αύξηση του κινδύνου εμφάνισης θρομβωτικών αρτηριακών συμβάντων
(για παράδειγμα έμφραγμα του μυοκαρδίου ή αγγειακό εγκεφαλικό
επεισόδιο). Συνολικά, οι επιδημιολογικές μελέτες δεν υποδεικνύουν ότι
οι χαμηλές δόσεις ιβουπροφαίνης (π.χ. ≤ 1200 mg/ημέρα) συνδέονται με
αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης θρομβωτικών αρτηριακών συμβάντων.
Οι ασθενείς με μη ελεγχόμενη υπέρταση, συμφορητική καρδιακή
ανεπάρκεια (NYHA II-III), διαγνωσμένη ισχαιμική καρδιακή νόσο,
περιφερική αρτηριακή νόσο και/ή εγκεφαλοαγγειακή νόσο πρέπει να
λαμβάνουν θεραπεία με ιβουπροφαίνη κατόπιν προσεκτικής αξιολόγησης,
ενώ πρέπει να αποφεύγονται οι υψηλές δόσεις (2.400 mg/ημέρα).
Απαιτείται επίσης προσεκτική αξιολόγηση πριν την έναρξη
μακροπρόθεσμης θεραπείας σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου
εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων (π.χ. υπέρταση, υπερλιπιδαιμία,
6