μακροχρόνιας ασφάλειας (βλέπε παράγραφο 4.4 και 4.8).
5.2 μ Φαρ ακοκινητικές ιδιότητες
Η ολανζαπίνη απορροφάται καλά μετά την χορήγηση από του στόματος και τα
μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα επιτυγχάνονται εντός 5-8 ωρών. Η απορρόφηση
της δεν επηρεάζεται από τη λήψη τροφής. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της από
του στόματος χορήγησης σχετικά με αυτή της ενδοφλέβιας δεν έχει
προσδιορισθεί.
Η ολανζαπίνη μεταβολίζεται στο ήπαρ μέσω οδών σύζευξης και οξείδωσης. Ο
κύριος μεταβολίτης στο αίμα είναι το 10-Ν-γλυκουρονίδιο, το οποίο δε
διαπερνά τον αιμο-εγκεφαλικό φραγμό. Τα κυτοχρώματα P450-CYP1A2 και
P450-CYP2D6 είναι υπεύθυνα, για τον σχηματισμό των Ν-δεσμεθυλ και 2-
υδροξυμεθυλ- μεταβολιτών, οι οποίοι εμφάνισαν σημαντικά μικρότερη in
vivo
φαρμακολογική δραστικότητα από την ολανζαπίνη σε μελέτες πειραματόζωων.
Η κύρια φαρμακολογική δράση οφείλεται στη μητρική ολανζαπίνη. Μετά την
από του στόματος χορήγηση της ολανζαπίνης, η μέση τελική ημιπερίοδος
αποβολής της ολανζαπίνης σε υγιή άτομα ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία και
το φύλο.
Σε υγιή ηλικιωμένα άτομα (65 ετών ή περισσότερο) σε σύγκριση με μη
ηλικιωμένα υγιή άτομα, η μέση ημιπερίοδος αποβολής της ολανζαπίνης ήταν
παρατεταμένη (51,8 έναντι 33,8 ώρες) και η κάθαρση ήταν ελαττωμένη (17,5
έναντι 18,2 l/hr). Οι φαρμακοκινητικές διαφορές σε ηλικιωμένα άτομα
ευρίσκονται εντός των ορίων διακύμανσης που παρατηρούνται σε μη
ηλικιωμένα άτομα. Σε 44 σχιζοφρενικούς ασθενείς ηλικίας >65 ετών, οι οποίοι
έλαβαν δόσεις ολανζαπίνης μεταξύ 5 και 20 mg/ημερησίως, δεν παρατηρήθηκε
κάποιο ιδιαίτερο περίγραμμα (προφίλ) ανεπιθύμητων ενεργειών.
Σε γυναίκες συγκριτικά με άνδρες, η μέση ημιπερίοδος αποβολής της
ολανζαπίνης ήταν κάπως μεγαλύτερης διάρκειας (36,7 έναντι 32,3 ώρες) και η
κάθαρση ήταν μικρότερη (18,9 έναντι 27,3 l/hr). Ωστόσο, η ολανζαπίνη (5-20
mg) έδειξε ένα συγκρίσιμο προφίλ ασφαλείας στις γυναίκες (n=467) με αυτό
των ανδρών (n=869) ασθενών.
Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης <10 ml/min)
συγκριτικά με υγιή άτομα, δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά στη μέση
ημιπερίοδο αποβολής (37,7 έναντι 32,4 ώρες) ή στην κάθαρση (21,2 έναντι 25,0
l/hr). Μια μελέτη mass balance έδειξε ότι ποσοστό περίπου 57% της
ραδιοσημασμένης ολανζαπίνης ανιχνεύθηκε στα ούρα, κυρίως με τη μορφή των
μεταβολιτών.
Σε καπνιστές με ελαφρά ηπατική δυσλειτουργία, η μέση ημιπερίοδος αποβολής
(39,3 ώρες) παρατάθηκε και η κάθαρση του φαρμάκου (18,0 l/hr) ελαττώθηκε σε
σύγκριση με μη-καπνιστές (48,8 ώρες και 14,1 l/hr, αντίστοιχα).
Σε μη-καπνιστές σε σύγκριση με καπνιστές (άνδρες και γυναίκες) η μέση
ημιπερίοδος αποβολής της ολανζαπίνης παρατάθηκε (38,6 έναντι 30,4 ώρες)
και η κάθαρση ελαττώθηκε (18,6 έναντι 27,7 l/hr).
Η κάθαρση της ολανζαπίνης από το πλάσμα είναι μικρότερη στα ηλικιωμένα σε
σύγκριση με νεαρά άτομα, στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες, και
στους μη καπνιστές σε σύγκριση με τους καπνιστές. Εντούτοις, η
21