Alpers-Huttenlocher, η συχνότητα αναφοράς οξείας ηπατικής
ανεπάρκειας προκαλούμενης από βαλπροϊκό και θανάτων ηπατικής
αιτιολογίας είναι μεγαλύτερη.
Η ύπαρξη διαταραχής σχετιζόμενης με την πολυμεράση γάμμα πρέπει να
πιθανολογείται σε ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό ή με συμπτώματα
ενδεικτικά μιας σχετιζόμενης με πολυμεράση γάμμα διαταραχής όπως,
μεταξύ άλλων, ανεξήγητη εγκεφαλοπάθεια, ανθεκτική επιληψία (εστιακή
μυοκλονική), επιληπτική κατάσταση (status epilepticus) κατά την
εκδήλωση της διαταραχής, καθυστέρηση στην ανάπτυξη, ψυχοκινητική
παλινδρόμηση, αισθητηριοκινητική αξονική νευροπάθεια, μυοπάθεια,
παρεγκεφαλιδική αταξία, οφθαλμοπληγία ή επιπλεγμένη ημικρανία με
ινιακή αύρα. Η εξέταση για τη μετάλλαξη πολυμεράσης γάμμα πρέπει να
διενεργείται σύμφωνα με την ισχύουσα κλινική πρακτική στη
διαγνωστική αξιολόγηση τέτοιων διαταραχών (βλ. παράγραφο 4.3).
4.4.2 Προφυλάξεις
- Εξετάσεις της ηπατικής λειτουργίας θα πρέπει να γίνονται πριν τη
θεραπεία
(βλ. παράγραφο 4.3 «Αντενδείξεις»)
και περιοδικά κατά την
διάρκεια των 6 πρώτων μηνών, ιδιαίτερα σε ασθενείς υψηλού κινδύνου
(
βλ. παράγραφο 4.4.1 «Προειδοποιήσεις»
).
Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα αντιεπιληπτικά φάρμακα, μπορεί να
παρατηρηθεί ελαφρά αύξηση των ηπατικών ενζύμων, ιδιαιτέρως στην
αρχή της θεραπείας, η οποία είναι παροδική και μεμονωμένη, χωρίς
κάποια κλινική ένδειξη.
Στους ασθενείς αυτούς συνιστώνται περισσότερο εκτεταμένοι βιολογικοί
έλεγχοι (συμπεριλαμβανομένου του χρόνου προθρομβίνης). Σε περίπτωση
που κριθεί αναγκαίο, μπορεί να γίνει προσαρμογή της δόσης και αν
χρειάζεται να επαναληφθούν οι εξετάσεις.
-
Παιδιά
: Η μονοθεραπεία συνίσταται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 3
ετών, όταν τους χορηγείται βαλπροϊκό, αλλά το πιθανό όφελος του
βαλπροϊκού θα πρέπει να υπολογισθεί έναντι του κινδύνου ηπατικής
βλάβης ή παγκρεατίτιδας στους ασθενείς αυτούς πριν την έναρξη της
θεραπείας (
βλ.
παράγραφο. 4.4.1 «Προειδοποιήσεις»
).
Η συγχορήγηση των σαλικυλικών θα πρέπει να αποφεύγεται στα παιδιά
ηλικίας κάτω των 3 ετών λόγω κινδύνου ηπατικής τοξικότητας.
- Εξετάσεις αίματος (έμμορφα συστατικά αίματος, όπου περιλαμβάνεται
μέτρηση αιμοπεταλίων, χρόνου ροής και εξετάσεις πηκτικότητας)
συνιστώνται πριν την έναρξη της θεραπείας ή πριν το χειρουργείο,
καθώς επίσης και στην περίπτωση αυτόματων εκχυμώσεων ή
αιμορραγιών (βλ.
παράγραφο 4.8 «Ανεπιθύμητες ενέργειες»).
-
Νεφρική ανεπάρκεια:
Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, ίσως είναι
απαραίτητο να μειωθεί η δοσολογία. Καθώς ο έλεγχος των
συγκεντρώσεων του πλάσματος μπορεί να είναι παραπλανητικός, η
δοσολογία θα πρέπει να προσαρμοσθεί σύμφωνα με τον κλινικό έλεγχο.
(βλ. παράγραφο 5.2 «Φαρμακοκινητικές ιδιότητες»).
- Παρόλο που πολύ σπάνια κατά τη χρήση βαλπροϊκού έχουν αναφερθεί
διαταραχές του ανοσοποιητικού, θα πρέπει να σταθμισθεί το πιθανό
όφελος έναντι του πιθανού κινδύνου σε ασθενείς με συστηματικό
ερυθηματώδη λύκο.