έναν αναστολέα του ΜΕΑ( 2,6% έναντι 7,9% αντίστοιχα). Σε μία κλινική
δοκιμή ασθενών με ιστορικό ξηρού βήχα κατά τη διάρκεια θεραπείας με
αναστολέα του ΜΕΑ ,το 19,5% των ατόμων της δοκιμής, που έλαβαν
βαλσαρτάνη και το 19,0% εκείνων που πήραν ένα θειαζιδικό διουρητικό, είχαν
βήχα σε σύγκριση με το 68,5% εκείνων, που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με έναν
αναστολέα του ΜΕΑ (p<0,05).
Πρόσφατο έμφραγμα του μυοκαρδίου
Η μελέτη VALsartan In Acute myocardial iNfarcTion (VALIANT) ήταν μια
τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, πολυεθνική, διπλή-τυφλή μελέτη σε 14.703
ασθενείς με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και σημεία, συμπτώματα ή
ακτινολογικές ενδείξεις συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας ή/και ενδείξεις
συστολικής δυσλειτουργίας της αριστερής κοιλίας (που εκδηλώνεται ως
κλάσμα εξώθησης ≤ 40% στη κοιλιογραφία με ραδιονουκλεοτίδιο ή ≤ 35%
στην ηχοκαρδιογραφία ή στην κοιλιακή αγγειογραφία αντίθεσης). Οι ασθενείς
τυχαιοποιήθηκαν σε διάστημα 12 ωρών έως 10 ημερών από την έναρξη των
συμπτωμάτων του εμφράγματος στη βαλσαρτάνη, στην καπτοπρίλη ή στο
συνδυασμό τους. Η μέση διάρκεια της θεραπείας ήταν δύο χρόνια. Το κύριο
τελικό σημείο ήταν ο χρόνος μέχρι τη θνησιμότητα από όλα τα αίτια.
Η βαλσαρτάνη ήταν εξίσου αποτελεσματική με την καπτοπρίλη στη μείωση της
θνησιμότητας από όλα τα αίτια μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Η
θνησιμότητα από όλα τα αίτια ήταν παρόμοια στις ομάδες της βαλσαρτάνης
(19,9%), της καπτοπρίλης (19,5%) και της βαλσαρτάνης + καπτοπρίλης
(19,3%). Ο συνδυασμός της βαλσαρτάνης και της καπτοπρίλης δεν πρόσθεσε
κανένα επιπλέον όφελος σε σχέση με την καπτοπρίλη μόνο. Δεν υπήρξαν
διαφορές μεταξύ βαλσαρτάνης και καπτοπρίλης αναφορικά με τη θνησιμότητα
από όλα τα αίτια σε σχέση με την ηλικία, το φύλο, τη φυλή, τις θεραπείες
αναφοράς ή την υποκείμενη νόσο. Η βαλσαρτάνη ήταν επίσης αποτελεσματική
στην επιμήκυνση του χρόνου μέχρι την εμφάνιση θνησιμότητας
καρδιοαγγειακής αιτιολογίας και στη μείωση της θνησιμότητας
καρδιοαγγειακής αιτιολογίας, της νοσηλείας για καρδιακή ανεπάρκεια, του
νέου εμφράγματος μυοκαρδίου, της καρδιακής παύσης που ανατάχτηκε και του
μη-θανατηφόρου εγκεφαλικού επεισοδίου (δευτερεύον σύνθετο τελικό σημείο).
Το προφίλ ασφαλείας της βαλσαρτάνης ήταν συνεπές με την κλινική πορεία
των ασθενών που έλαβαν θεραπεία μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Σχετικά με τη νεφρική λειτουργία, διπλασιασμός της κρεατινίνης ορού
παρατηρήθηκε σε 4,2% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με βαλσαρτάνη,
4,8% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με βαλσαρτάνη + καπτοπρίλη και
3,4% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με καπτοπρίλη. Διακοπή της
θεραπείας λόγω διαφόρων τύπων νεφρικής δυσλειτουργίας παρατηρήθηκε το
1,1% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με βαλσαρτάνη, στο 1,3 % των
ασθενών που έλαβαν θεραπεία με βαλσαρτάνη + καπτοπρίλη, και στο 0,8%
των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με καπτοπρίλη. Η αξιολόγηση των ασθενών
μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου πρέπει πάντα να περιλαμβάνει εκτίμηση
της νεφρικής λειτουργίας.
Δεν υπήρξε διαφορά στη θνησιμότητα από όλα τα αίτια, την θνησιμότητα
καρδιοαγγειακής αιτιολογίας και τη νοσηρότητα όταν χορηγήθηκαν β-
αποκλειστές μαζί με το συνδυασμό βαλσαρτάνης + καπτοπρίλης, βαλσαρτάνη
μόνο ή καπτοπρίλη μόνο. Ανεξάρτητα από την ομάδα φαρμάκου της μελέτης, η