Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ψυχοαναληπτικά, αναστολέας
χολινεστεράσης, κωδικός ATC: N06DA03.
Η rivastigmine είναι ένας αναστολέας της ακετυλο- και
βουτυρυλχολινεστεράσης καρβαμικού τύπου, που πιστεύεται
ότι διευκολύνει τη χολινεργική νευροδιαβίβαση
επιβραδύνοντας την αποικοδόμηση της ακετυλοχολίνης που
ελευθερώνεται από όσους χολινεργικούς νευρώνες διατηρούν
τη λειτουργικότητα τους. Έτσι, η rivastigmine ενδέχεται να έχει
βελτιωτική δράση σε γνωσιακά ελλείμματα χολινεργικής
μεσολάβησης στην άνοια σχετιζόμενη με τη νόσο Alzheimer
και τη νόσο του Parkinson.
H rivastigmine αλληλεπιδρά με τα ένζυμα-στόχους της
σχηματίζοντας σύμπλοκο ομοιοπολικού δεσμού, με
αποτέλεσμα την προσωρινή αδρανοποίηση των ενζύμων. Σε
νεαρούς υγιείς ανθρώπους, μια από του στόματος δόση 3mg
μειώνει τη δράση της ακετυλοχολινεστεράσης (AChE) στο
εγκεφαλονωτιαίο υγρό κατά περίπου 40% εντός των πρώτων
1,5 ωρών μετά τη χορήγηση. Η δραστικότητα του ενζύμου
επανέρχεται στα αρχικά της επίπεδα περίπου 9 ώρες μετά
την επίτευξη του μέγιστου ανασταλτικού αποτελέσματος. Σε
ασθενείς με νόσο Alzheimer, η αναστολή της AChE στο
εγκεφαλονωτιαίο υγρό από τη rivastigmine ήταν
δοσοεξαρτώμενη έως τα 6mg χορηγούμενη δύο φορές
ημερησίως, που είναι και η μέγιστη δόση που έχει
δοκιμαστεί. Η αναστολή της δράσης της
βουτυρυλχολινεστεράσης στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό 14
ασθενών με νόσο Alzheimer με αγωγή με rivastigmine ήταν όμοια
με αυτή της AChE.
Κλινικές μελέτες στην άνοια της νόσου Alzheimer
Η αποτελεσματικότητα της rivastigmine έχει καταδειχθεί με τη
χρήση τριών ανεξάρτητων, για συγκεκριμένους τομείς
εργαλείων αξιολόγησης που αξιολογήθηκαν ανά περιοδικά
διαστήματα στη διάρκεια εξαμηνιαίων θεραπευτικών
περιόδων. Στα εργαλεία αυτά συμπεριλαμβάνονται: η ADAS-
CogAlzheimer’s Disease Assessment Scale – Cognitive subscale,
μια δοκιμασία με βάση την απόδοση, που αποτελεί μέτρο της
γνωστικής λειτουργίας, η CIBIC-Plus
Clinician’s Interview Based Impression of Change-Plus, μια
πλήρης ολική αξιολόγηση του ασθενούς από τον ιατρό, όπου
λαμβάνονται υπ’όψιν στοιχεία που δίνονται από το άτομο
που φροντίζει τον ασθενή) και η PDS (Progressive
Deterioration Scale, μια αξιολόγηση από το άτομο που
φροντίζει τον ασθενή των δραστηριοτήτων της καθημερινής
ζωής στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η προσωπική υγιεινή,
η λήψη τροφής, το ντύσιμο, οι δουλειές του νοικοκυριού όπως
τα ψώνια, η διατήρηση της ικανότητας προσανατολισμού στο
περιβάλλον, καθώς και η συμμετοχή σε δραστηριότητες που
σχετίζονται με την ικανότητα χειρισμού χρημάτων κ.λ.π.).