ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
ZOLMESTAT 5mg/100ml, διάλυμα για έγχυση
Zoledronic acid
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Zolmestat 5 mg διάλυμα για έγχυση
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε φιαλίδιο με 100 ml διαλύματος περιέχει 4 mg zoledronic acid (ως
μονοϋδρικό).
Κάθε ml διαλύματος περιέχει 0,05mg zoledronic acid (άνυδρο) που αντιστοιχεί σε
0,05330 mg zoledronic acid μονοϋδρικό.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Διάλυμα για έγχυση
Διαυγές και άχρωμο διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία της οστεοπόρωσης
σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
σε άνδρες
που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάταγμα, περιλαμβανομένων
αυτών με ένα πρόσφατο κάταγμα ισχίου μικρής βίας.
Θεραπεία της οστεοπόρωσης που σχετίζεται με μακροχρόνια συστηματική
θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή
σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες
σε άνδρες
που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.
Θεραπεία της οστικής νόσου του Paget σε ενήλικες.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Για τη θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης, της οστεοπόρωσης σε
άνδρες και τη θεραπεία της οστεοπόρωσης που σχετίζεται με μακροχρόνια
συστηματική θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή, η συνιστώμενη δόση είναι μια
ενδοφλέβια έγχυση 5mg Zolmestat χορηγούμενη μια φορά ετησίως.
Η βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά για την οστεοπόρωση δεν
έχει τεκμηριωθεί. Η ανάγκη για συνέχιση της θεραπείας θα πρέπει να
επανεκτιμάται περιοδικά με βάση τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους του
Zolmestat για κάθε ασθενή ξεχωριστά, ιδιαίτερα μετά από 5 ή περισσότερα
χρόνια χρήσης.
Σε ασθενείς με πρόσφατο κάταγμα ισχίου μικρής βίας, συνιστάται η έγχυση
Zolmestat να χορηγείται δύο ή περισσότερες εβδομάδες μετά τη χειρουργική
αποκατάσταση του κατάγματος (βλ. παράγραφο 5.1).
Για τη θεραπεία της νόσου του Paget, το Zolmestat πρέπει να συνταγογραφείται
1
μόνο από ιατρούς με εμπειρία στη θεραπεία της νόσου του Paget των οστών. Η
συνιστώμενη δόση είναι μία ενδοφλέβια έγχυση 5 mg Zolmestat.
Επανάληψη της θεραπείας για τη νόσο του Paget: Μετά την αρχική θεραπεία με
Zolmestat για νόσο του Paget παρατηρείται παρατεταμένο διάστημα ύφεσης της
νόσου σε ασθενείς με ανταπόκριση. Η επανάληψη της θεραπείας συνίσταται σε
μια πρόσθετη ενδοφλέβια έγχυση 5 mg Zomestat μετά από διάστημα ενός έτους ή
μεγαλύτερο από την αρχική θεραπεία σε ασθενείς που έχουν υποτροπιάσει.
Υπάρχουν περιορισμένα διαθέσιμα δεδομένα για επανάληψη της θεραπείας της
νόσου Paget (βλ. παράγραφο 5.1).
Οι ασθενείς πρέπει να είναι επαρκώς ενυδατωμένοι πριν τη χορήγηση του
Zolmestat. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους ηλικιωμένους και για τους
ασθενείς που λαμβάνουν διουρητική θεραπεία.
Συνιστάται η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D σε συνδυασμό με
τη χορήγηση του Zolmestat. Επιπρόσθετα, σε ασθενείς με νόσο του Paget,
συνιστάται έντονα η διασφάλιση της πρόσληψης επαρκών συμπληρωματικών
ποσοτήτων ασβεστίου, η οποία αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 500 mg
στοιχειακού ασβεστίου δύο φορές την ημέρα για τουλάχιστον 10 ημέρες μετά τη
χορήγηση του Zolmestat (βλ. παράγραφο 4.4).
Σε ασθενείς με πρόσφατο κάταγμα ισχίου μικρής βίας συνιστάται να
χορηγείται μια δόση φόρτισης βιταμίνης D 50.000 ως 125.000 IU, από του
στόματος ή ενδομυϊκά πριν από την πρώτη έγχυση του Zolmestat.
Η επίπτωση συμπτωμάτων που παρουσιάζονται μετά τη χορήγηση της δόσης τα
οποία εμφανίζονται εντός των πρώτων τριών ημερών μετά τη χορήγηση του
Zolmestat μπορεί να μειωθεί μέσω της χορήγησης παρακεταμόλης ή
ιβουπροφαίνης σε σύντομο διάστημα μετά τη χορήγηση του Zolmestat.
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Το Zolmestat δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης
< 35 ml/min (βλ. παράγραφο 4.4).
Δεν απαιτείται ρύθμιση της δόσης στους ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης
35 ml/min.
Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται ρύθμιση της δόσης (βλ. παράγραφο 5.2).
Ηλικιωμένοι ασθενείς (≥ 65 ετών)
Δεν απαιτείται ρύθμιση της δόσης καθώς η βιοδιαθεσιμότητα, η κατανομή και η
απέκκριση ήταν παρόμοιες σε ηλικιωμένους ασθενείς και νεότερα άτομα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του Zolmestat σε παιδιά και εφήβους
ηλικίας κάτω των 18 ετών. δεν έχουν ακόμα τεκμηριωθεί.
Τρόπος χορήγησης
Ενδοφλέβια χρήση.
Το Zolmestat (5 mg σε 100 ml έτοιμου προς έγχυση διαλύματος) χορηγείται μέσω
ανοικτής γραμμής έγχυσης και υπό σταθερό ρυθμό έγχυσης. Ο χρόνος έγχυσης
δεν πρέπει να είναι μικρότερος από 15 λεπτά. Για πληροφορίες σχετικά με την
έγχυση του Zolmestat, βλ. παράγραφο. 6.6.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σε οποιαδήποτε διφωσφονικά ή σε
κάποιο από τα έκδοχα.
2
Ασθενείς με υπασβεσταιμία (βλ. παράγραφο 4.4).
Σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία με κάθαρση κρεατινίνης < 35 ml/min (βλ.
παράγραφο 4.4).
Κύηση και θηλασμός (βλ. παράγραφο 4.6).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η χρήση Zolmestat σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση
κρεατινίνης < 35 ml/min) αντενδείκνυται λόγω του αυξημένου κινδύνου
νεφρικής ανεπάρκειας στον πληθυσμό αυτό.
Μετά τη χορήγηση του Zolmestat έχει παρατηρηθεί νεφρική διαταραχή (βλ.
παράγραφο 4.8) ιδιαίτερα σε ασθενείς με προϋπάρχουσα νεφρική δυσλειτουργία
ή με άλλους παράγοντες κινδύνου περιλαμβανομένης της προχωρημένης
ηλικίας, της ταυτόχρονης χορήγησης νεφροτοξικών φαρμακευτικών προϊόντων,
της ταυτόχρονης θεραπείας με διουρητικά (βλ. παράγραφο 4.5), ή της
αφυδάτωσης που παρουσιάζεται μετά τη χορήγηση του Zolmestat. Νεφρική
ανεπάρκεια που απαιτεί αιμοκάθαρση ή με μοιραία έκβαση έχει σπάνια
παρουσιασθεί σε ασθενείς με υποκείμενη νεφρική δυσλειτουργία ή με
οποιοδήποτε από. τους παράγοντες κινδύνου που περιγράφονται παραπάνω.
Οι ακόλουθες προφυλάξεις πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη ώστε να
ελαχιστοποιηθούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες από τους νεφρούς:
Η κάθαρση της κρεατινίνης πρέπει να μετράται πριν από κάθε χορήγηση
Zolmestat.
Παροδική αύξηση στην κρεατινίνη του ορού μπορεί να είναι μεγαλύτερη σε
ασθενείς με υποκείμενη έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας.
Παρακολούθηση της κρεατινίνης του ορού πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη
σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο.
Το Zolmestat πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή όταν χρησιμοποιείται
ταυτόχρονα με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα που μπορούν να επηρεάσουν
τη νεφρική λειτουργία (βλ. παράγραφο 4.5).
Οι ασθενείς, ιδιαίτερα οι ηλικιωμένοι ασθενείς και όσοι λαμβάνουν
θεραπεία με διουρητικά, πρέπει να ενυδατώνονται επαρκώς πριν τη
χορήγηση του Zolmestat.
Μια εφάπαξ δόση του Zolmestat δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5 mg και η
διάρκεια της έγχυσης θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 15 λεπτά (βλ.
παράγραφο 4.2).
Προϋπάρχουσα υπασβεσταιμία πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία με επαρκή
πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D πριν την έναρξη θεραπείας με Zolmestat
(βλ. παράγραφο 4.3). Άλλες διαταραχές στο μεταβολισμό των μετάλλων πρέπει
επίσης να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά (π.χ. μειωμένη παραθυρεοειδική
εφεδρεία, εντερική δυσαπορρόφηση ασβεστίου). Οι ιατροί πρέπει να εξετάζουν
το ενδεχόμενο κλινικής παρακολούθησης των συγκεκριμένων ασθενών.
Ο αυξημένος οστικός μεταβολισμός είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της
οστικής νόσου του Paget. Λόγω της ταχείας έναρξης της δράσης του zoledronic
acid στον οστικό μεταβολισμό, μπορεί να εκδηλωθεί παροδική υπασβεστιαιμία,
μερικές φορές συμπτωματική, η οποία συνήθως μεγιστοποιείται κατά τη
διάρκεια των 10 πρώτων ημερών μετά την έγχυση του Zolmestat λ. παράγραφο
4.8).
Συνιστάται η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D σε συνδυασμό με
τη χορήγηση του Zolmestat. Επιπρόσθετα, σε ασθενείς με νόσο του Paget,
3
συνιστάται έντονα η διασφάλιση της πρόσληψης επαρκών συμπληρωματικών
ποσοτήτων ασβεστίου, η οποία αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 500 mg
στοιχειακού ασβεστίου δύο φορές την ημέρα για τουλάχιστον 10 ημέρες μετά τη
χορήγηση του Zolmestat λ. παράγραφο 4.2). Οι ασθενείς πρέπει να
ενημερώνονται για τα συμπτώματα της υπασβεσταιμίας και να υποβάλλονται
σε επαρκή κλινική παρακολούθηση κατά τη διάρκεια της περιόδου κινδύνου.
Συνιστάται η μέτρηση του ασβεστίου ορού στους ασθενείς με νόσο του Paget
πριν από την έγχυση του Zolmestat.
Έντονος πόνος στα οστά, τις αρθρώσεις ή/και τους μύες που περιστασιακά
επιφέρει ανικανότητα έχει αναφερθεί σπάνια σε ασθενείς που λαμβάνουν
διφωσφονικά, περιλαμβανομένου του Zolmestat (βλ. παράγραφο 4.8).
Το Zolmestat περιέχει την ίδια δραστική ουσία με το Zometa (zoledronic acid),
ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για ογκολογικές ενδείξεις, και όταν ο
ασθενής λαμβάνει θεραπεία με Zometa δεν πρέπει να λαμβάνει Zolmestat.
Οστεονέκρωση της γνάθου (ONJ)
Έχει αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου κυρίως σε ασθενείς με καρκίνο που
ελάμβαναν θεραπευτικά σχήματα που περιελάμβαναν διφωσφονικά,
συμπεριλαμβανομένου του zoledronic acid. Πολλοί από αυτούς τους ασθενείς
ελάμβαναν επίσης χημειοθεραπεία και κορτικοστεροειδή. Η πλειονότητα των
αναφερθέντων περιπτώσεων έχει συσχετισθεί με επεμβάσεις στα δόντια όπως
εξαγωγή δοντιού. Πολλοί είχαν σημεία τοπικής λοίμωξης
συμπεριλαμβανομένης της οστεομυελίτιδας. Οδοντιατρικός έλεγχος με
κατάλληλη προληπτική οδοντιατρική παρέμβαση θα πρέπει να εξετασθεί πριν
τη θεραπεία με διφωσφονικά σε ασθενείς με συνοδούς παράγοντες κινδύνου
(π.χ. καρκίνος, χημειοθεραπεία, κορτικοστεροειδή, κακή στοματική υγιεινή).
Όταν αυτοί οι ασθενείς είναι σε αγωγή θα πρέπει, εάν είναι δυνατόν, να
αποφεύγουν τις επεμβατικές οδοντιατρικές παρεμβάσεις. Για τους ασθενείς που
αναπτύσσουν οστεονέκρωση της γνάθου ενώ είναι σε θεραπεία με
διφωσφονικά, η χειρουργική επέμβαση στα δόντια μπορεί να επιδεινώσει την
κατάσταση. Στους ασθενείς στους οποίους απαιτούνται οδοντιατρικές
επεμβάσεις δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα που να υποδηλώνουν ότι η
διακοπή των διφωσφονικών μειώνει τον κίνδυνο οστεονέκρωσης της γνάθου. Η
κλινική κρίση του θεράποντα ιατρού θα πρέπει να καθοδηγεί το σχέδιο
χειρισμού κάθε ασθενή με βάση την ατομική εκτίμηση κινδύνου/ωφέλειας.
Άτυπα κατάγματα του μηριαίου οστού
Άτυπα υποτροχαντήρια κατάγματα και κατάγματα της διάφυσης του μηριαίου
έχουν αναφερθεί με θεραπεία με διφωσφονικά, κυρίως σε ασθενείς που
λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία για την οστεοπόρωση. Αυτά τα εγκάρσια ή
μικρά λοξά κατάγματα μπορούν να συμβούν οπουδήποτε κατά μήκος του
μηριαίου οστού, από ακριβώς κάτω από τον ελάσσονα τροχαντήρα μέχρι και
ακριβώς επάνω από το υπερκονδύλιο κύρτωμα. Αυτά τα κατάγματα συμβαίνουν
μετά από μικρό ή καθόλου τραυματισμό και μερικοί ασθενείς βιώνουν πόνο στο
μηρό ή στη βουβωνική χώρα, που συνδέεται συχνά με απεικονιστικά ευρήματα
των καταγμάτων κόπωσης, εβδομάδες ή και μήνες πριν παρουσιάσουν πλήρες
κάταγμα μηριαίου. Τα κατάγματα είναι συχνά αμφοτερόπλευρα, ως εκ τούτου
το αντίπλευρο μηριαίο οστούν πρέπει να εξεταστεί σε ασθενείς που έλαβαν
διφωσφωνικά και που έχουν υποστεί κάταγμα του μηριαίου άξονα. Πτωχή
επούλωση των καταγμάτων αυτών έχει επίσης αναφερθεί. Η διακοπή των
διφωσφονικών σε ασθενείς που υπάρχει υποψία ότι έχουν άτυπο κάταγμα
μηριαίου θα πρέπει να εκτιμηθεί εν αναμονή της αξιολόγησης του ασθενούς, με
βάση την εξατομικευμένη αξιολόγηση του κινδύνου οφέλους.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά οι ασθενείς πρέπει να
4
ευαισθητοποιούνται ώστε να αναφέρουν οποιοδήποτε πόνο στο μηρό, στο ισχίο
ή στη βουβωνική χώρα και κάθε ασθενής που παρουσιάζει αυτά τα συμπτώματα
πρέπει να αξιολογείται για ατελές κάταγμα του μηριαίου.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αλληλεπίδρασης με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
Το zoledronic acid δε μεταβολίζεται συστηματικά και δεν επηρεάζει τα ένζυμα
του ανθρώπινου κυτοχρώματος P450
in vitro
(βλ. παράγραφο 5.2). Το zoledronic
acid δε συνδέεται σε υψηλό βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος (περίπου
43-55% σύνδεση), επομένως δεν είναι πιθανή η εμφάνιση αλληλεπιδράσεων που
οφείλονται στον εκτοπισμό φαρμάκων που συνδέονται σε υψηλό βαθμό με τις
πρωτεΐνες.
Το zoledronic acid αποβάλλεται με νεφρική απέκκριση. Πρέπει να δίδεται
ιδιαίτερη προσοχή όταν το Zolmestat χορηγείται σε συνδυασμό με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα που μπορεί να έχουν σημαντική επίπτωση στη νεφρική
λειτουργία (π.χ. αμινογλυκοσίδες και διουρητικά που μπορεί να προκαλέσουν
αφυδάτωση) (βλ. παράγραφο 4.4).
Σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία, η συστηματική έκθεση σε ταυτόχρονα
χορηγούμενα φαρμακευτικά προϊόντα που απεκκρίνονται κυρίως από τους
νεφρούς μπορεί να αυξηθεί.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία από τη χρήση του zoledronic acid σε έγκυες
γυναίκες. Μελέτες σε ζώα με το zoledronic acid κατέδειξαν τοξικότητα στην
αναπαραγωγική ικανότητα περιλαμβανομένων δυσπλασιών (βλ. παράγραφο
5.3). Ο ενδεχόμενος κίνδυνος για τον άνθρωπο είναι άγνωστος.
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό εάν το zoledronic acid απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Το
Zolmestat αντενδείκνυται κατά την εγκυμοσύνη και τη γαλουχία (βλ. παράγραφο
4.3).
Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία
Το Zolmestat δεν συνιστάται για γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία.
Γονιμότητα
Το zoledronic acid αξιολογήθηκε για πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες στη
γονιμότητα της γονικής και F1 γενεάς σε αρουραίους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα
μεγιστοποιημένα φαρμακολογικά αποτελέσματα που θεωρείται ότι σχετίζονται
με την αναστολή την κινητοποίησης του σκελετικού ασβεστίου που κατέληξε σε
περιγεννητική υπασβεστιαιμία, μια ενέργεια τ ης κατηγορίας των
διφωσφονικών, δυστοκία και πρόωρο τερματισμό της μελέτης. Έτσι αυτά τα
αποτελέσματα απέκλεισαν τον καθορισμό ενός σαφούς αποτελέσματος του
Zolmestat στην ανθρώπινη γονιμότητα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως η ζάλη μπορούν να επιδράσουν στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανών, παρόλο που δεν έχουν γίνει μελέτες σχετικά
με αυτή την επίδραση για το Zolmestat.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
5
Το συνολικό ποσοστό των ασθενών που παρουσίασαν ανεπιθύμητες ενέργειες
μετά τη χορήγηση της δόσης ήταν 44,7%, 16,7% και 10,2% μετά την πρώτη,
δεύτερη και τρίτη έγχυση αντίστοιχα. Η επίπτωση των ανεπιθύμητων ενεργειών
ξεχωριστά μετά την πρώτη έγχυση ήταν: πυρετός (17,1%), μυαλγία (7,8%),
συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης (6,7%), αρθραλγία (4,8%) και
κεφαλαλγία (5,1%). Η συχνότητα εμφάνισης αυτών των ενεργειών ελαττώθηκε
σημαντικά με τις επόμενες ετήσιες δόσεις του Zolmestat. Η πλειονότητα αυτών
των ενεργειών εμφανίζονται εντός των πρώτων τριών ημερών μετά τη
χορήγηση του Zolmestat. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες αυτές ήταν στην πλειονότητά
τους ήπιας προς μέτριας βαρύτητας και υποχώρησαν σε διάστημα τριών ημερών
από την έναρξη του συμβάματος. Το ποσοστό των ασθενών που παρουσίασαν
ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν χαμηλότερο σε μια μικρότερη μελέτη (19,5%,
10,4%, 10,7% μετά την πρώτη, δεύτερη και τρίτη έγχυση αντίστοιχα), όπου
χρησιμοποιήθηκε προφύλαξη κατά των ανεπιθύμητων ενεργειών μετά τη
χορήγηση της δόσης όπως περιγράφεται παρακάτω.
Η επίπτωση των ανεπιθύμητων ενεργειών που εμφανίζονται εντός των πρώτων
τριών ημερών μετά τη χορήγηση του Zolmestat μπορεί να μειωθεί μέσω της
χορήγησης παρακεταμόλης ή ιβουπροφαίνης σε σύντομο διάστημα μετά τη
χορήγηση του Zolmestat όπως χρειάζεται (βλ. παράγραφο 4.2).
Στην HORIZON Βασική Μελέτη για τα Κατάγματα ([Pivotal Fracture Trial
[PFT]) (βλ. παράγραφο 5.1) η συνολική επίπτωση κολπικής μαρμαρυγής ήταν
2,5%(96 από 3.862) και 1,9% (75 από 3.852) σε ασθενείς που ελάμβαναν
Zolmestat και εικονικό φάρμακο αντίστοιχα. Το ποσοστό των σοβαρών
ανεπιθύμητων ενεργειών με κολπική μαρμαρυγή, ήταν αυξημένο σε ασθενείς
που ελάμβαναν Zolmestat (1,3%) (51 από 3.862) σε σύγκριση με τους ασθενείς
που ελάμβαναν εικονικό φάρμακο (0,6%) (22 από 3.852). Ο μηχανισμός πίσω
από την αύξηση της επίπτωσης της κολπικής μαρμαρυγής είναι άγνωστος. Στις
μελέτες για την οστεοπόρωση (PFT, HORIZON μελέτη για τα
επαναλαμβανόμενα κατάγματα (Recurrent Fracture Trial [RFT])) οι συνολικές
συγκεντρωτικές επιπτώσεις της κολπικής μαρμαρυγής για το Zolmestat (2,6%)
και για το εικονικό φάρμακο (2,1%) ήταν συγκρίσιμες. Για τις σοβαρές
ανεπιθύμητες ενέργειες κολπικής μαρμαρυγής οι συγκεντρωτικές επιπτώσεις
ήταν 1,3% για το Zolmestat και 0,8% για το εικονικό φάρμακο.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες στον Πίνακα 1 παρατίθενται σύμφωνα με την
κατηγορία/οργανικό σύστημα και την κατηγορία συχνότητας κατά MedDRA. Οι
κατηγορίες συχνότητας καθορίζονται με της χρήση της ακόλουθης συνθήκης:
Πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100, <1/10), όχι συχνές (≥1/1.000, <1/100),
σπάνιες (≥1/10.000, <1/1.000) πολύ σπάνιες (<1/10.000) μη γνωστές (δεν
μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα). Εντός κάθε
κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρατίθενται
κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας.
Πίνακας 1
Λοιμώξεις και
παρασιτώσεις
Όχι συχνές
Γρίππη, ρινοφαρυγγίτιδα
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και του
λεμφικού συστήματος
Όχι συχνές
Αναιμία
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Μη γνωστές**
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας
περιλαμβανομένων σπάνιων
περιστατικών βρογχόσπασμου,
κνίδωσης, και αγγειοοιδήματος
6
και πολύ σπάνια περιστατικά
αναφυλακτικής
αντίδρασης/καταπηξίας
Διαταραχές του
μεταβολισμού και της
θρέψης
Συχνές
Όχι συχνές
Υπασβεστιαιμία*
Ανορεξία, μειωμένη όρεξη
Ψυχιατρικές διαταραχές
Όχι συχνές
Αϋπνία
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος
Συχνές
Όχι συχνές
Κεφαλαλγία, ζάλη
Λήθαργος, παραισθησία,
υπνηλία, τρόμος, συγκοπή,
δυσγευσία
Οφθαλμικές διαταραχές
Συχνές
Όχι συχνές
Σπάνιες
Μη γνωστές**
Υπεραιμία του οφθαλμού
Επιπεφυκίτιδα, πόνος του
οφθαλμού
Ραγοειδίτιδα, επισκληρίτιδα,
ιρίτιδα
Σκληρίτιδα και φλεγμονή
οφθαλμικού κόγχου
Διαταραχές του ωτός και
του λαβύρινθου
Όχι συχνές
Ίλιγγος
Καρδιακές διαταραχές
Συχνές
Όχι συχνές
Κολπική μαρμαρυγή
Αίσθημα παλμών
Αγγειακές διαταραχές
Όχι συχνές
Μη γνωστές**
Υπέρταση έξαψη
Υπόταση (μερικοί από τους
ασθενείς είχαν υποκείμενους
παράγοντες κινδύνου)
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του θώρακα
και του μεσοθωράκιου
Όχι συχνές
Bήχας, δύσπνοια
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
Συχνές
Όχι συχνές
Ναυτία, έμετος, διάρροια
Δυσπεψία, άλγος άνω
κοιλιακής χώρας, κοιλιακό
άλγος, γαστροοισοφαγική
παλινδρόμιση, δυσκοιλιότητα,
ξηροστομία, οισοφαγίτιδα
οδονταλγία, γαστρίτιδα
#
Διαταραχές του δέρματος
και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές
Εξάνθημα, υπεριδρωσία,
κνησμός, ερύθημα
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και του
συνδετικού ιστού
Συχνές
Όχι συχνές
Σπάνιες
Μη γνωστές**
Μυαλγία, αρθραλγία, οστικός
πόνος, οσφυαλγία, πόνος στα
άκρα
Αυχεναλγία, μυοσκελετική
δυσκαμψία, διόγκωση
άρθρωσης, μυϊκοί σπασμοί,
πόνος στον ώμο,
μυοσκελετικός πόνος του
θώρακα, μυοσκελετικός πόνος,
δυσκαμψία άρθρωσης,
αρθρίτιδα, μυϊκή αδυναμία
Άτυπα υποτροχαντήρια
κατάγματα και κατάγματα της
διάφυσης του μηριαίου†
7
(ανεπιθύμητη ενέργεια της
κατηγορίας των
διφωσφονικών)
Οστεονέκρωση της γνάθου (βλ.
παραγράφους 4.4 και 4.8
Ενέργειες της
κατηγορίας)
Διαταραχές των νεφρών
και των ουροφόρων οδών
Όχι συχνές
Μη γνωστές**
Κρεατινίνη αίματος αυξημένη,
πολυουρία, πρωτεϊνουρία
Νεφρική δυσλειτουργία.
Σπάνια περιστατικά νεφρικής
ανεπάρκειας που απαιτεί
αιμοκάθαρση και σπάνια
περιστατικά με μοιραία έκβαση
έχουν αναφερθεί σε ασθενείς
με προϋπάρχουσα νεφρική
δυσλειτουργία ή άλλους
παράγοντες κινδύνου όπως
προχωρημένη ηλικία,
ταυτόχρονη χορήγηση
νεφροτοξικών φαρμακευτικών
προϊόντων, ταυτόχρονη
θεραπεία με διουρητικά, ή
αφυδάτωση κατά την περίοδο
μετά την έγχυση (βλ.
παραγράφους 4.4 και 4.8
Ενέργειες της κατηγορίας)
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις
της οδού χορήγησης
Πολύ συχνές
Συχνές
Όχι συχνές
Μη γνωστές**
Πυρετός
Συμπτώματα που μοιάζουν με
αυτά της γρίπης, ρίγη, κόπωση,
εξασθένιση, πόνος, αίσθημα
κακουχίας, αντίδραση της
θέσης έγχυσης, αντίδραση
οξείας φάσης, θωρακικό άλγος
μη καρδιακό
Περιφερικό οίδημα, δίψα,
αντίδραση οξείας φάσης,
θωρακικό άλγος μη καρδιακό
Αφυδάτωση επακόλουθη των
συμπτωμάτων μετά τη
χορήγηση της δόσης όπως
πυρετός, έμετος και διάρροια
Παρακλινικές εξετάσεις
Συχνές
Όχι συχνές
C-αντιδρώσα πρωτεΐνη
αυξημένη
Ασβέστιο αίματος μειωμένο
#
Παρατηρήθηκε σε ασθενείς που ελάμβαναν ταυτόχρονα
γλυκοκορτικοστεοειδή.
* Συχνή μόνο στη νόσο του Paget.
** Βασίζονται σε αναφορές που ελήφθησαν μετά την κυκλοφορία του
φαρμακευτικού προϊόντος. Η συχνότητα δεν μπορεί να υπολογισθεί από
τα διαθέσιμα δεδομένα.
Αναφέρθηκαν κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου.
Ενέργειες της κατηγορίας:
8
Νεφρική δυσλειτουργία
Το zoledronic acid έχει συνδεθεί με νεφρική δυσλειτουργία που εκδηλώνεται ως
επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας (δηλαδή, αυξημένη κρεατινίνη ορού) και
σε σπάνιες περιπτώσεις με οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Νεφρική δυσλειτουργία
έχει παρατηρηθεί μετά τη χορήγηση του zoledronic acid, ιδιαίτερα σε ασθενείς
με προϋπάρχουσα νεφρική δυσλειτουργία ή πρόσθετους παράγοντες κινδύνου
(π.χ. προχωρημένη ηλικία, ογκολογικοί ασθενείς που λαμβάνουν
χημειοθεραπεία, συγχορηγούμενα νεφροτοξικά φαρμακευτικά προϊόντα
ταυτόχρονη θεραπεία με διουρητικά σοβαρή αφυδάτωση), η πλειονότητα των
οποίων ελάμβανε δόση 4 mg κάθε 3-4 εβδομάδες, αλλά έχει παρατηρηθεί σε
ασθενείς μετά από μία χορήγηση.
Σε κλινικές μελέτες για την οστεοπόρωση, η μεταβολή των επιπέδων κάθαρσης
της κρεατινίνης (που μετρήθηκαν ετησίως πριν από τη χορήγηση) και η
επίπτωση νεφρικής ανεπάρκειας και δυσλειτουργίας ήταν παρόμοια για την
ομάδα θεραπείας με Zolmestat και την ομάδα θεραπείας με εικονικό φάρμακο στο
διάστημα των τριών ετών. Παροδική αύξηση της κρεατινίνης ορού
παρατηρήθηκε εντός 10 ημερών στο 1,8% των ασθενών που έλαβαν Zolmestat
έναντι 0,8% των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο.
Υπασβεστιαιμία
Σε κλινικές μελέτες για την οστεοπόρωση, περίπου το 0,2% των ασθενών
παρουσίασαν αξιοσημείωτες μειώσεις των επιπέδων ασβεστίου στον ορό
(χαμηλότερα από 1,87 mmol/l) μετά από χορήγηση του Zolmestat. Δεν
παρατηρήθηκαν συμπτωματικά περιστατικά υπασβεστιαιμίας.
Σε μελέτες για τη νόσο του Paget, συμπτωματική υπασβεστιαιμία
παρατηρήθηκε στο 1% περίπου των ασθενών, και υποχώρησε σε όλους.
Με βάση την εργαστηριακή αξιολόγηση, παρουσιάστηκαν παροδικά,
ασυμπτωματικά επίπεδα ασβεστίου κατώτερα του κανονικού εύρους αναφοράς
(λιγότερο από 2,10 mmol/l) στο 2,3% των ασθενών που υποβλήθηκαν σε
θεραπεία με Zolmestat σε μια μεγάλη κλινική μελέτη σε σύγκριση με το 21% των
ασθενών που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με Zolmestat στις μελέτες για τη νόσο
του Paget. Η συχνότητα της υπασβεστιαιμίας ήταν πολύ χαμηλότερη μετά τις
επόμενες εγχύσεις.
Όλοι οι ασθενείς έλαβαν επαρκείς ποσότητες συμπληρωμάτων βιταμίνης D και
ασβεστίου στη μελέτη για την μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, στη μελέτη
για την πρόληψη των κλινικών καταγμάτων μετά από κάταγμα ισχίου, και στις
μελέτες για τη νόσο Paget (βλ. επίσης παράγραφο 4.2). Στη μελέτη για την
πρόληψη των κλινικών καταγμάτων μετά από πρόσφατο κάταγμα ισχίου, τα
επίπεδα βιταμίνης D δεν μετριόντουσαν συστηματικά αλλά οι ασθενείς στην
πλειοψηφία τους έλαβαν μια δόση φόρτισης βιταμίνης D πριν τη χορήγηση του
Zolmestat (βλ. παράγραφο 4.2).
Τοπικές αντιδράσεις
Σε μια μεγάλη κλινική μελέτη, μετά τη χορήγηση zoledronic acid αναφέρθηκαν
(0,7%) τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της έγχυσης όπως ερυθρότητα, οίδημα
ή/και πόνος.
Οστεονέκρωση της γνάθου
Σποραδικά έχουν αναφερθεί περιπτώσεις οστεονέκρωσης (κυρίως της γνάθου)
κυρίως σε ασθενείς με καρκίνο που έλαβαν αγωγή με διφωσφονικά,
περιλαμβανομένου του zoledronic acid. Πολλοί από αυτούς τους ασθενείς
παρουσίασαν σημεία τοπικών λοιμώξεων συμπεριλαμβανομένης της
οστεομυελίτιδας και η πλειονότητα των αναφορών αυτών αφορά σε
καρκινοπαθείς μετά από εξαγωγές δοντιών ή άλλες οδοντιατρικές επεμβάσεις.
9
Η οστεονέκρωση της γνάθου έχει πολυάριθμους καλά τεκμηριωμένους,
παράγοντες κινδύνου που περιλαμβάνουν διάγνωση καρκίνου, συνοδούς
θεραπείες (π.χ. χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, κορτικοστεροειδή) και
συνοδούς νοσηρές καταστάσεις (π.χ. αναιμία, διαταραχές στην πήξη του
αίματος, λοιμώξεις, προϋπάρχοντα οδοντικά νοσήματα). Αν και η συσχέτιση
δεν έχει καθορισθεί, είναι φρόνιμο να αποφευχθεί η χειρουργική παρέμβαση στα
δόντια διότι μπορεί έτσι η ανάρρωση να επιμηκυνθεί (βλ. παράγραφο 4.4). Σε
μια μεγάλη κλινική μελέτη στην οποία συμμετείχαν 7.736 ασθενείς,
οστεονέκρωση της γνάθου αναφέρθηκε σε μία ασθενή που έλαβε Zolmestat και σε
μία ασθενή που έλαβε εικονικό φάρμακο. Και στις δύο περιπτώσεις υπήρξε
υποχώρηση.
4.9 Υπερδοσολογία
Η κλινική εμπειρία με οξεία υπερδοσολογία του zoledronic acid είναι
περιορισμένη. Ασθενείς που έλαβαν μεγαλύτερες δόσεις από τις συνιστώμενες
πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας που
οδηγεί σε κλινικά σημαντική υπασβεστιαιμία, αναστροφή μπορεί να επιτευχθεί
με χορήγηση συμπληρωματικού ασβεστίου από το στόμα και/ή ενδοφλέβια
έγχυση γλυκονικού ασβεστίου..
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φάρμακα για τη θεραπεία των νόσων των
οστών διφωσφονικά, κωδικός ATC: M05BA08
Μηχανισμός δράσης
Το zoledronic acid ανήκει στην κατηγορία διφωσφονικών ουσιών που περιέχουν
άζωτο και δρα κατά κύριο λόγο στα οστά. Είναι ένας αναστολέας της
μεσολαβούμενης από οστεοκλάστες οστικής αποδόμησης.
Φαρμακοδυναμικές δράσεις
Η εκλεκτική δράση των διφοσφωνικών στο οστό βασίζεται στην υψηλή τους
συγγένεια προς το επιμεταλλωμένο οστό.
Ο κύριος μοριακός στόχος του ζολενδρονικού οξέος στον οστεοκλάστη είναι το
ένζυμο συνθετάση του πυροφοσφωρικού φαρνεσιλίου. Η μακρά διάρκεια
δράσης του ζολενδρονικού οξέος είναι χαρακτηριστική της υψηλής συγγένειας
του, προς την ενεργή θέση της συνθετάσης του πυροφοσφωρικού φαρνεσιλίου
και της υψηλής συγγένειας σύνδεσης προς τα μεταλλικά άλατα των οστών.
Η θεραπεία με Zolmestat μείωσε ταχέως τον ρυθμό του οστικού μεταβολισμού
από υψηλά μετεμμηνοπαυσιακά επίπεδα με την κατώτατη τιμή για τους δείκτες
αποδόμησης να παρατηρείται στις 7 ημέρες και για τους δείκτες σχηματισμού
στις 12 εβδομάδες. Κατόπιν, οι οστικοί δείκτες σταθεροποιήθηκαν εντός του
προεμμηνοπαυσιακού εύρους. Δεν παρατηρήθηκε προοδευτική μείωση των
δεικτών οστικού μεταβολισμού με επαναλαμβανόμενη ετήσια χορήγηση.
Κλινική αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής
οστεοπόρωσης (PFT)
Η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του Zolmestat 5 mg μια φορά ετησίως για 3
συνεχόμενα έτη καταδείχτηκαν σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (7.736
γυναίκες ηλικίας 65-89 ετών) που είχαν είτε: οστική πυκνότητα του αυχένα του
μηριαίου οστού (BMD) με τιμή T-score –1,5 και τουλάχιστον δύο ελαφριά ή
ένα μέτριο υπάρχον σπονδυλικό κάταγμα, είτε τιμή T-score BMD του αυχένα
του μηριαίου ≤–2,5 με ή χωρίς ενδείξεις υπάρχοντος/–ων σπονδυλικού/-ων
10
κατάγματος/-των. 85% των ασθενών δεν είχαν λάβει ποτέ διφωσφονικά. Οι
γυναίκες οι οποίες αξιολογήθηκαν ως προς την επίπτωση των σπονδυλικών
καταγμάτων δεν έλαβαν παράλληλη αγωγή για την οστεοπόρωση, κάτι που
επετράπει στις γυναίκες που περιελήφθησαν στις αξιολογήσεις των
καταγμάτων ισχίου και όλων των κλινικών καταγμάτων. Στις παράλληλες
αγωγές για την οστεοπόρωση περιλαμβάνονταν: καλσιτονίνη, ραλοξιφένη,
ταμοξιφένη, θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης, τιβολόνη. Ωστόσο, δεν
περιλαμβάνονταν άλλα διφωσφονικά. Όλες οι γυναίκες λάμβαναν 1.000 ως
1.500 mg στοιχειακού ασβεστίου και 400 ως 1,200 IU συμπληρωμάτων
βιταμίνης D καθημερινά.
Επίδραση στα μορφομετρικά σπονδυλικά κατάγματα
Το Zolmestat μείωσε σημαντικά την επίπτωση ενός ή περισσότερων νέων
σπονδυλικών καταγμάτων σε διάστημα τριών ετών, καθώς και στο χρονικό
σημείο μόλις του ενός έτους (βλ. πίνακα 2).
Πίνακας 2 Περίληψη της αποτελεσματικότητας στα σπονδυλικά
κατάγματα τους μήνες 12, 24 και 36
Έκβαση Zoledronic
acid
(%)
Εικονικό
φάρμακο
(%)
Απόλυτη μείωση της
επίπτωσης
καταγμάτων
% (CI)
Σχετική μείωση
της επίπτωσης
καταγμάτων
% (CI)
Τουλάχιστον ένα
νέο σπονδυλικό
κάταγμα (0-1 έτος)
1,5 3,7 2,2 (1,4, 3,1) 60 (43, 72)**
Τουλάχιστον ένα
νέο σπονδυλικό
κάταγμα (0-2 έτος)
2,2 7,7 5,5 (4,4, 6,6) 71 (62, 78)**
Τουλάχιστον ένα
νέο σπονδυλικό
κάταγμα (0-3 έτος)
3,3 10,9 7,6 (6,3, 9,0) 70 (62, 76)**
** p <0,0001
Οι ασθενείς ηλικίας 75 ετών και άνω που έλαβαν Zolmestat παρουσίασαν μια
μείωση κατά 60% του κινδύνου για σπονδυλικά κατάγματα σε σύγκριση με
τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (p<0,0001).
Επίδραση στα κατάγματα ισχίου
Το Zolmestat πέτυχε ένα σταθερό αποτέλεσμα σε διάρκεια 3 ετών καταλήγοντας
σε μια μείωση 41% του κινδύνου καταγμάτων ισχίου (95% CI, 17% με 58%). Το
ποσοστό περιστατικών κατάγματος ισχίου ήταν 1,44% για τους ασθενείς που
έλαβαν Zolmestat έναντι ποσοστού 2,49% για τις ασθενείς που έλαβαν εικονικό
φάρμακο. Η μείωση του κινδύνου ήταν 51% σε ασθενείς που δεν είχαν λάβει
στο παρελθόν διφωσφονικά και 42% σε ασθενείς στους οποίους επετράπη η
λήψη παράλληλης θεραπείας για οστεοπόρωση.
Επίδραση σε όλα τα κλινικά κατάγματα
Όλα τα κλινικά κατάγματα επιβεβαιώθηκαν βάσει ακτινογραφικών ή/και
κλινικών ενδείξεων. Περίληψη των αποτελεσμάτων παρουσιάζεται στον
πίνακα 3.
Πίνακας 3 Συγκρίσεις μεταξύ των θεραπειών σχετικά με την
11
επίπτωση καίριων μεταβλητών κλινικών καταγμάτων σε
διάστημα 3 ετών
Έκβαση Zoledronic
acid
(N=3.875)
ποσοστό
περιστατι
κών (%)
Εικονικό
φάρμακο
(N=3.861)
ποσοστό
περιστατι
κών (%)
Απόλυτη μείωση
του ποσοστού
καταγμάτων
% (CI)
Σχετική μείωση
του κινδύνου
κατάγματος
% (CI)
Οποιοδήποτε
κλινικό κάταγμα
(1)
8,4 12,8 4,4 (3,0, 5,8) 33 (23, 42)**
Κλινικό
σπονδυλικό
κάταγμα (2)
0,5 2,6 2,1 (1,5, 2,7) 77 (23, 42)**
Μη σπονδυλικό
κάταγμα (1)
8,0 10,7 2,7 (1,4, 4,0) 25 (13, 36)*
*τιμή p <0,001, **τιμή p <0,0001
(1) Εξαιρούνται τα κατάγματα των δακτύλων του χεριού και του ποδιού και τα
κατάγματα του προσώπου
(2) Περιλαμβάνονται τα κλινικά θωρακικά και κλινικά κατάγματα στην οσφυϊκή μοίρα
Επίδραση στην οστική πυκνότητα (BMD)
Το Zolmestat αύξησε σημαντικά την BMD στην οσφυϊκή μοίρα, το ισχίο και το
περιφερικό άκρο της κερκίδας έναντι της θεραπείας με εικονικό φάρμακο σε
όλα τα χρονικά σημεία (6, 12, 24 και 36 μήνες). Η θεραπεία με Zolmestat αύξησε
τη BMD κατά 6,9% στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης, κατά 6,7%
στο ολικό ισχίο, κατά 5,1% στον αυχένα του μηριαίου οστού και κατά 3,2% στο
περιφερικό άκρο της κερκίδας σε διάστημα 3 ετών έναντι του εικονικού
φαρμάκου.
Ιστολογική εικόνα οστών
Βιοψίες οστού ελήφθησαν από τη λαγόνια ακρολοφία 1 έτος μετά την τρίτη
ετήσια δόση σε 152 μετεμμηνοπαυσιακές ασθενείς με οστεοπόρωση που είχαν
λάβει είτε Zolmestat (N=82) είτε εικονικό φάρμακο (N=70). Η ιστομορφομετρική
ανάλυση έδειξε μείωση 63% του οστικού μεταβολισμού. Σε ασθενείς που
έλαβαν Zolmestat, δεν εντοπίστηκε οστεομαλάκυνση, ίνωση του μυελού ή
σχηματισμός ινώδους πόρου. Η σήμανση με τετρακυκλίνη εντοπίστηκε σε όλες
εκτός από μία από τις 82 βιοψίες που ελήφθησαν από ασθενείς που έλαβαν
Zolmestat. Η ανάλυση της τομογραφίας με μικροϋπολογιστή (μCT) κατέδειξε
αυξημένο όγκο δοκιδωτού οστού και διατήρηση της αρχιτεκτονικής δοκιδωτού
οστού σε ασθενείς που έλαβαν Zolmestat σε σύγκριση με τις ασθενείς που έλαβαν
εικονικό φάρμακο.
Δείκτες οστικού μεταβολισμού
Η ειδική για τα οστά αλκαλική φωσφατάση (BSAP), το Ν-τελικό προπεπτίδιο
του κολλαγόνου τύπου I (P1NP) ορού και τα C-τελοπεπτίδια (b-CTx) του ορού
αξιολογήθηκαν σε υποομάδες που αποτελούνταν από 517 έως 1.246 ασθενείς
σε τακτά διαστήματα καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η θεραπεία με Zolmestat
σε ετήσια δόση 5 mg μείωσε σημαντικά την BSAP κατά 30% στους 12 μήνες σε
σχέση με την αρχική της τιμή, μια μείωση που διατηρήθηκε σε επίπεδα 28%
κάτω από τα αρχικά στους 36 μήνες. Το P1NP μειώθηκε σημαντικά κατά 61%
κάτω από τα αρχικά επίπεδα στους 12 μήνες και διατηρήθηκε σε επίπεδα 52%
κάτω από τα αρχικά στους 36 μήνες. Τα B-CTx μειώθηκαν σημαντικά κατά 61%
12
κάτω από τα αρχικά επίπεδα στους 12 μήνες και διατηρήθηκαν σε επίπεδα 55%
κάτω από τα αρχικά στους 36 μήνες. Κατά τη διάρκεια όλης της περιόδου της
μελέτης, οι δείκτες οστικού μεταβολισμού ήταν εντός του προεμμηνοπαυσιακού
εύρους στο τέλος του κάθε έτους. Η επανάληψη της χορήγησης δεν οδήγησε σε
περαιτέρω μείωση των δεικτών οστικού μεταβολισμού.
Επίδραση στο ύψος
Κατά τη διάρκεια της τριετούς μελέτης για την οστεοπόρωση, το ύψος σε όρθια
θέση μετρήθηκε σε ετήσια βάση χρησιμοποιώντας σταδιόμετρο. Στην ομάδα του
Zolmestat καταγράφηκε μικρότερη απώλεια ύψους κατά 2,5 mm περίπου σε
σύγκριση με την ομάδα του εικονικού φαρμάκου (95% CI: 1,6 mm, 3,5 mm)
[p<0,0001].
Ημέρες ανικανότητας
Το Zolmestat μείωσε σημαντικά τον μέσο όρο ημερών που παρατηρήθηκε
περιορισμένη δραστηριότητα και των ημερών κλινοστατισμού εξαιτίας πόνου
στην πλάτη κατά 17,9 και 11,3 ημέρες αντίστοιχα έναντι του εικονικού
φαρμάκου και μείωσε σημαντικά τον μέσο όρο ημερών που παρατηρήθηκε
περιορισμένη δραστηριότητα και των ημερών κλινοστατισμού εξαιτίας
καταγμάτων, κατά 2,9 ημέρες και 0,5 ημέρες αντίστοιχα έναντι του εικονικού
φαρμάκου (όλες οι τιμές p<0,01).
Κλινική αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της οστεοπόρωσης σε ασθενείς που
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάταγμα μετά από ένα πρόσφατο
κάταγμα ισχίου (Recurrent Fracture Trial (RFT))
Η επίπτωση των κλινικών καταγμάτων περιλαμβανομένων σπονδυλικών μη
σπονδυλικών και καταγμάτων ισχίου αξιολογήθηκε σε 2.127 άνδρες και
γυναίκες ηλικίας 50-95 ετών (μέση ηλικία 74,5 έτη) με ένα πρόσφατο (εντός 90
ημερών) κάταγμα ισχίου μικρής βίας οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για 2 έτη
κατά μέσο όρο με το υπό μελέτη φάρμακο. Περίπου το 42% των ασθενών είχαν
τιμή T-score του αυχένα του μηριαίου κατώτερη από -2,5 και περίπου το 45%
των ασθενών είχαν τιμή T-score του αυχένα του μηριαίου ανώτερη από -2,5. Το
Zolmestat χορηγήθηκε μια φορά ετησίως, έως ότου τουλάχιστον 211 ασθενείς
στον πληθυσμό της μελέτης είχαν επιβεβαιωμένα κλινικά κατάγματα. Τα
επίπεδα βιταμίνης, D δεν μετριόντουσαν συστηματικά αλλά μια δόση φόρτισης
βιταμίνης D (50.000 ως 125.000 IU από του στόματος ή ενδομυϊκά) χορηγήθηκε
στην πλειοψηφία των ασθενών 2 εβδομάδες πριν την έγχυση. Όλοι οι
συμμετέχοντες έλαβαν συμπληρωματικά 1.000 ως 1.500 mg στοιχειακού
ασβεστίου συν 800 ως 1.200 βιταμίνης D την ημέρα. Το ενενήντα πέντε των
ασθενών έλαβαν την έγχυση τους δύο ή περισσότερες εβδομάδες μετά την
χειρουργική αποκατάσταση του κατάγματος ισχίου και ο διάμεσος χρόνος για
την έγχυση ήταν περίπου έξι εβδομάδες μετά την χειρουργική αποκατάσταση
του κατάγματος ισχίου. Η κύρια μεταβλητή για την αποτελεσματικότητα ήταν η
συχνότητα εμφάνισης κλινικών καταγμάτων κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Επίδραση σε όλα τα κλινικά κατάγματα
Το ποσοστό επίπτωσης των μεταβλητών των σημαντικότερων κλινικών
καταγμάτων παρουσιάζονται στον πίνακα 4.
Πίνακας 4 Συγκρίσεις μεταξύ θεραπειών της επίπτωσης των
μεταβλητών των σημαντικότερων κλινικών καταγμάτων
Έκβαση
Zoledronic
acid
Εικονικό
φάρμακο
Απόλυτη
μείωση
Σχετική μείωση
κινδύνου στην
13
(N=1.065)
ποσοστό
περιστατικoύ
(%)
(N=1.062)
ποσοστό
περιστατικο
ύ (%)
στο ποσοστό
περιστατικών
καταγμάτων
% (CI)
επίπτωση
καταγμάτων
% (CI)
Οποιοδήποτε κλινικό
κάταγμα (1)
8,6 13,9 5,3 (2,3, 8,3) 35 (16, 50)**
Κλινικό σπονδυλικό
κάταγμα (2)
1,7 3,8 2,1 (0,5, 3,7) 46 (8, 68)**
Μη σπονδυλικό κάταγμα
(1)
7,6 10,7 3,1 (0,3, 5,9) 27 (2, 45)*
*τιμή p <0,05, **τιμή p <0,01
(1) Εξαιρούνται κατάγματα δακτύλου, δακτύλου ποδιού και προσώπου
(2) Περιλαμβάνονται κλινικά θωρακικά κατάγματα και κλινικά κατάγματα οσφυϊκού
σπονδύλου
Η μελέτη δεν είχε σχεδιαστεί ώστε να μετρηθούν σημαντικές διαφορές στο
κάταγμα ισχίου αλλά παρατηρήθηκε μια τάση για μείωση των νέων
καταγμάτων ισχίου.
Η θνησιμότητα από όλα τα αίτια ήταν 10% (101 ασθενείς) στην ομάδα ασθενών
που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με Zolmestat σε σύγκριση με 13% (141 ασθενείς)
στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου.
Αυτό αντιστοιχεί σε μια μείωση 28% στον συνολικό κίνδυνο θνησιμότητας από
όλα τα αίτια (p=0,01).
Η επίπτωση της καθυστέρησης της επούλωσης του κατάγματος του ισχίου ήταν
συγκρίσιμη μεταξύ του Zolmestat (34 [3,2%]) και του εικονικού φαρμάκου (29
[2,7%]).
Επίδραση στην οστική πυκνότητα (BMD)
Στη μελέτη HORIZON-RFT η θεραπεία με Zolmestat αύξησε σημαντικά την BMD
στο ισχίο συνολικά και τον αυχένα του μηριαίου έναντι της θεραπείας με
εικονικό φάρμακο σε όλα τα χρονικά σημεία. Η θεραπεία με Zolmestat είχε ως
αποτέλεσμα την αύξηση της BMD κατά 5,4% στο σύνολο του ισχίου και 4,3%
στον αυχένα του μηριαίου σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο σε διάστημα 24
μηνών.
Κλινική αποτελεσματικότητα σε άνδρες
Στη μελέτη HORIZON-RFT 508 άνδρες τυχαιοποιήθηκαν στη μελέτη και 185
ασθενείς εκτιμήθηκαν ως προς την οστική πυκνότητα (BMD) σε 24 μήνες. Σε 24
μήνες μια παρόμοια σημαντική αύξηση της BMD κατά 3,6% παρατηρήθηκε
στους ασθενείς που ελάμβαναν θεραπεία με Zolmestat συγκρινόμενη με τα
αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες στη
μελέτη HORIZON-RFT. Η μελέτη δεν είχε δυνατότητα να δείξει μείωση των
κλινικών καταγμάτων σε άνδρες. Η επίπτωση των κλινικών καταγμάτων ήταν
7,5% σε άνδρες που έλαβαν θεραπεία με Zolmestat έναντι 8,7% σε αυτούς που
έλαβαν εικονικό φάρμακο.
Σε μια άλλη μελέτη σε άνδρες (μελέτη CZOL446M2308) μια ετήσια έγχυση
του Zolmestat δεν ήταν κατώτερη από την εβδομαδιαία λήψη αλενδρονάτης ως
προς την ποσοστιαία μεταβολή της οστικής μάζας της οσφυϊκής μοίρας της
σπονδυλικής στήλης κατά τον 24
ο
μήνα σε σχέση με τα αρχικά επίπεδα.
Κλινική αποτελεσματικότητα στην οστεοπόρωση που σχετίζεται με
μακροχρόνια συστηματική θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή
14
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του Zolmestat στη θεραπεία και την
πρόληψη της οστεοπόρωσης που σχετίζεται με τη μακροχρόνια συστηματική
θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή αξιολογήθηκε σε μία τυχαιοποιημένη,
πολυκεντρική διπλά τυφλή, στρωματοποιημένη, ελεγχόμενη με ενεργό φάρμακο
μελέτη 833 ανδρών και γυναικών ηλικίας 18-85 ετών (μέση ηλικία για τους
άνδρες 56,4 έτη, για τις γυναίκες 53,5 έτη) που υποβάλλονταν σε θεραπεία με >
7,5 mg/ημέρα πρεδνιζόνη από του στόματος ισοδύναμο). Οι ασθενείς
στρωματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη διάρκεια της χρήσης των
γλυκοκορτικοειδών πριν την τυχαιοποίηση (≤ 3 μήνες έναντι 3 μήνες). Η
διάρκεια της μελέτης ήταν ένα έτος. Οι ασθενείς τυχαιοποιηθηκαν είτε σε
Zolmestat 5 mg εφάπαξ έγχυση είτε σε από του στόματος ρισενδρονάτη μία φορά
την ημέρα για ένα έτος. Όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν συμπληρωματικά 1.000
mg στοιχειακού ασβεστίου και 400 ως 1.000 IU βιταμίνης D την ημέρα. Η
αποτελεσματικότητα επιδεικνύονταν αν παρουσιάζονταν συνεχής μη
κατωτερότητα προς τη ρισενδρονάτη ως προς το ποσοστό επί τοις εκατό της
μεταβολής της οστικής πυκνότητας στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής
στήλης σε 12 μήνες σε σχέση με τα αρχικά επίπεδα, στους υποπληθυσμούς της
πρόληψης και της θεραπείας, αντίστοιχα. Η πλειοψηφία των ασθενών συνέχισε
να λαμβάνει γλυκοκορτικοειδή κατά τη διάρκεια του ενός έτους της μελέτης.
Αποτελεσματικότητα στην οστική πυκνότητα
Οι αυξήσεις στη οστική πυκνότητα ήταν σημαντικά μεγαλύτερες στην ομάδα
που έλαβε Zolmestat στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και τον
αυχένα του μηριαίου οστού 12 μήνες σε σύγκριση με τη ρισενδρονάτη (όλες οι
τιμές p<0,03).Στον υποπληθυσμό των ασθενών που ελάμβαναν
γλυκοκορτικοειδή για περισσότερο από 3 μήνες πριν την τυχαιοποίηση το
Zolmestat αύξησε την οστική πυκνότητα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής
στήλης κατά 4.06% έναντι 2.71% για τη ρισενδρονάτη (μέση διαφορά: 1,36% ;
p<0,001).Στον υποπληθυσμό των ασθενών που είχαν λάβει γλυκοκορτικοειδή
για 3 μήνες ή λιγότερο πριν την τυχαιοποίηση το Zolmestat αύξησε την οστική
πυκνότητα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης κατά 2.60% έναντι
0.64% για τη ρισενδρονάτη έση διαφορά: 1,96%; p<0,001). Η μελέτη δεν
ήταν δυνατόν να δείξει μείωση στα κλινικά κατάγματα σε σύγκριση με τη
ρισενδρονάτη. Η συχνότητα εμφάνισης των καταγμάτων ήταν 8 για τους
ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με Zolmestat έναντι 7 για τους
ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με ρισενδρονάτη (p=0,8055).
Κλινική αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της οστικής νόσου του Paget
Το Zolmestat μελετήθηκε σε άρρενες και θήλεις ασθενείς ηλικίας άνω των 30
ετών με κυρίως ήπια ως μέτρια οστική νόσο του Paget (διάμεσο επίπεδο
αλκαλικής φωσφατάσης ορού 2,6–3,0 φορές το ανώτερο όριο του ηλικιακά
εξειδικευμένου εύρους αναφοράς κατά το χρόνο ένταξης στη μελέτη)
επιβεβαιωμένης με ραδιογραφικά στοιχεία.
Η αποτελεσματικότητα της εφάπαξ έγχυσης 5 mg zoledronic acid έναντι
καθημερινών δόσεων 30 mg risedronate για 2 μήνες επιδείχθηκε σε δύο
εξαμηνιαίες συγκριτικές δοκιμές. Μετά από 6 μήνες, το Zolmestat έδειξε ποσοστά
ανταπόκρισης και ομαλοποίησης της αλκαλικής φωσφατάσης ορού (SAP) 96%
(169/176) και 89% (156/176) σε σύγκριση με 74% (127/171) και 58% (99/171)
για τη risedronate (p < 0,001).
Στα συγκεντρωτικά αποτελέσματα, παρατηρήθηκε μια παρόμοια μείωση στις
βαθμολογίες ως προς τη βαρύτητα και την παρεμβολή του άλγους σε σχέση με
τα αρχικά επίπεδα, σε διάστημα 6 μηνών για το Zolmestat και τη risedronate.
Οι ασθενείς οι οποίοι ταξινομήθηκαν ως ανταποκρινόμενοι στο τέλος της
εξάμηνης κύριας μελέτης θεωρήθηκαν κατάλληλοι για εισαγωγή σε μία
15
παρατεταμένη περίοδο παρακολούθησης. Από τους 153 ασθενείς που
υποβλήθηκαν σε θεραπεία με zoledronic acid και τους 115 ασθενείς που
υποβλήθηκαν σε θεραπεία με risedronate και οι οποίοι εισήχθησαν σε μια
παρατεταμένη μελέτη παρακολούθησης μετά από μέση διάρκεια
παρακολούθησης 3,8 ετών από το χρόνο χορήγησης, το ποσοστό των ασθενών
που τερμάτισαν την Περίοδο Παρατεταμένης Παρακολούθησης λόγω ανάγκης
επανάληψης της θεραπείας (κλινική απόφαση) ήταν υψηλότερο στo risedronate (48
ασθενείς ή 41,7%) συγκριτικά με το zoledronic acid (11 ασθενείς ή 7,2%). Ο μέσος
χρόνος τερματισμού της Περιόδου Παρατεταμένης Παρακολούθησης λόγω
ανάγκης επανάληψης της θεραπείας της νόσου Paget από την αρχική δόση ήταν
μεγαλύτερος για το zoledronic acid (7,7 έτη) απ’ ότι για τo risedronate (5,1 έτη).
Έξι ασθενείς στους οποίους επετεύχθη θεραπευτική ανταπόκριση 6 μήνες μετά
τη θεραπεία με zoledronic acid και αργότερα παρουσίασαν υποτροπή της νόσου
κατά την περίοδο παρατεταμένης παρακολούθησης έλαβαν επανάληψη της
θεραπείας με zoledronic acid μετά από μέσο χρονικό διάστημα 6,5 ετών από την
αρχική θεραπεία έως την επανάληψη της θεραπείας. Πέντε από τους 6 ασθενείς
είχαν SAP εντός των φυσιολογικών ορίων τον μήνα 6 (Μεταφορά Τελευταίας
Παρατήρησης, LOFC).
Ύστερα από 6 μήνες θεραπείας με 5 mg zoledronic acid διενεργήθηκαν
ιστολογικές εξετάσεις οστών σε 7 ασθενείς με νόσο του Paget. Τα
αποτελέσματα της βιοψίας οστών έδειξαν φυσιολογική ποιότητα οστών, χωρίς
ενδείξεις ελαττωμένης οστικής αναδόμησης ή ατελούς επιμετάλλωσης. Τα
αποτελέσματα αυτά ήταν σε συμφωνία με τις ενδείξεις των βιοχημικών
δεικτών για ομαλοποίηση του οστικού μεταβολισμού.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει δώσει απαλλαγή από την
υποχρέωση υποβολής των αποτελεσμάτων των μελετών με το Zolmestat στην
οστική νόσο του Paget σε όλες τις υποκατηγορίες του παιδιατρικού
πληθυσμού, την οστεοπόρωση σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάταγμα, την οστεοπόρωση σε
άνδρες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάταγμα και την
πρόληψη κλινικών καταγμάτων μετά από κάταγμα ισχίου σε άνδρες και
γυναίκες (βλέπε παράγραφο 4.2 για πληροφορίες σχετικά με την παιδιατρική
χρήση).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Οι μεμονωμένες και πολλαπλές εγχύσεις, διάρκειας 5 και 15 λεπτών,
zoledronic acid 2, 4, 8 και 16 mg σε 64 ασθενείς έδωσαν τα ακόλουθα
φαρμακοκινητικά δεδομένα, τα οποία βρέθηκε ότι δεν είναι δοσοεξαρτώμενα.
Μετά την έναρξη της έγχυσης του zoledronic acid, οι συγκεντρώσεις της
δραστικής ουσίας στο πλάσμα αυξήθηκαν ταχύτατα, φθάνοντας τις μέγιστες
τιμές τους στο τέλος της περιόδου έγχυσης. Ακολούθησε μία ταχεία μείωση σε
επίπεδα < 10% και < 1% των μεγίστων μετά από 4 και 24 ώρες αντίστοιχα. Στη
συνέχεια ακολούθησε μία παρατεταμένη περίοδος πολύ χαμηλών
συγκεντρώσεων οι οποίες δεν υπερέβαιναν το 0,1% της μέγιστης.
Χορηγούμενο ενδοφλεβίως, το zoledronic acid απεκκρίνεται μέσω μίας
διαδικασίας τριών φάσεων: ταχεία απομάκρυνση από τη συστηματική
κυκλοφορία σε δύο φάσεις, με χρόνους ημίσειας ζωής t½α =0,24 και t½β =1,87
ώρες και, ακολούθως, μία μακρά φάση απομάκρυνσης με χρόνο ημίσειας ζωής
τελικής απομάκρυνσης t½γ =146 ώρες. Δεν υπήρξε συσσώρευση της δραστικής
ουσίας στο πλάσμα μετά από τη χορήγηση πολλαπλών δόσεων κάθε 28 ημέρες.
Οι αρχικές φάσεις και β, με τιμές που αναφέρθηκαν παραπάνω) πιθανώς
να υποδεικνύουν ταχεία απορρόφηση στο ιστό και απέκκριση μέσω των
νεφρών.
Το zoledronic acid δε μεταβολίζεται και απεκκρίνεται αμετάβλητο μέσω των
16
νεφρών. Κατά τις πρώτες 24 ώρες, το 39 ± 16% της χορηγούμενης δόσης
απεκκρίνεται στα ούρα, ενώ το υπόλοιπο συνδέεται κυρίως με τον οστίτη ιστό.
Η πρόσληψη αυτή στο οστό είναι κοινή για όλα τα διφωσφονικά και είναι
πιθανώς μια συνέπεια της δομικής αναλογίας προς τα πυροφωσφορικά. Όπως
και με άλλα διφωσφονικά ο χρόνος κατακράτησης του zoledronic acid στα οστά
είναι πολύ μακρύς. Από τον οστίτη ιστό απελευθερώνεται πολύ αργά πίσω στη
συστηματική κυκλοφορία και απεκκρίνεται μέσω των νεφρών. Ο συνολικός
ρυθμός κάθαρσης από το σώμα είναι 5,04 ± 2,5 l/h, είναι ανεξάρτητος από τη
δόση και δεν επηρεάζεται από το φύλο, την ηλικία, τη φυλή ή το σωματικό
βάρος. Η διακύμανση του ρυθμού κάθαρσης του zoledronic acid από το πλάσμα
μεταξύ ασθενών και στον ίδιο ασθενή βρέθηκε ότι είναι 36% και 34%
αντίστοιχα. Η αύξηση της διάρκειας έγχυσης από 5 σε 15 λεπτά προκάλεσε
μείωση της τάξης του 30% στη συγκέντρωση του zoledronic acid στο τέλος της
έγχυσης, αλλά δεν επηρέασε την περιοχή κάτω από την καμπύλη της
συγκέντρωσης στο πλάσμα έναντι του χρόνου.
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αλληλεπίδρασης με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα. με το zoledronic acid. Καθώς το zoledronic acid δε μεταβολίζεται
στον ανθρώπινο οργανισμό και η ουσία βρέθηκε ότι έχει μικρή ή μηδενική
ικανότητα άμεσης δράσης και/ ή μη αναστρέψιμης εξαρτώμενης από το
μεταβολισμό αναστολής του ενζύμου P450, το zoledronic acid δεν είναι
πιθανό να μειώσει τη μεταβολική κάθαρση ουσιών που μεταβολίζονται μέσω
των ενζυμικών συστημάτων του κυτοχρώματος P450. Το zoledronic acid δεν
παρουσιάζει υψηλό βαθμό σύνδεσης με τις πρωτεΐνες του πλάσματος
(συνδέεται περίπου το 43-55%) και η σύνδεση είναι ανεξάρτητη από τη
συγκέντρωση. Επομένως, δεν είναι πιθανή η εμφάνιση αλληλεπιδράσεων που
οφείλονται στον εκτοπισμό φάρμακων που συνδέονται σε υψηλό βαθμό με τις
πρωτεΐνες.
Ειδικοί πληθυσμοί (βλ. παράγραφο 4.2)
Νεφρική δυσλειτουργία
Ο ρυθμός νεφρικής κάθαρσης του zoledronic acid συσχετίστηκε με την
κάθαρση κρεατινίνης, με τη νεφρική κάθαρση να αντιπροσωπεύει το 75 ±
33% της κάθαρσης κρεατινίνης και η μέση τιμή κάθαρσης υπολογίστηκε σε 84
± 29 ml/min (εύρος από 22 έως 143 ml/min) στους 64 ασθενείς που
μελετήθηκαν. Οι μικρές αυξήσεις που παρατηρήθηκαν στο AUC
(0-24
hr
)
περίπου
κατά 30% έως 40% σε περιπτώσεις ήπιας έως μέτριας νεφρικής
δυσλειτουργίας, συγκριτικά με κάποιο ασθενή με φυσιολογική νεφρική
λειτουργία, καθώς και η απουσία συσσώρευσης του φαρμάκου ύστερα από
χορήγηση πολλαπλών δόσεων ανεξάρτητα από τη νεφρική λειτουργία,
υποδεικνύουν ότι οι αναπροσαρμογές των δόσεων του zoledronic acid σε
περιπτώσεις ήπιας (Clcr = 50–80 ml/min) και μέτριας νεφρικής
δυσλειτουργίας με κάθαρση κρεατινίνης ως 35 ml/min δεν είναι απαραίτητες.
Καθώς για τους ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση
κρεατινίνης < 30 ml/min) τα διαθέσιμα στοιχεία είναι περιορισμένα, δε
μπορούν να γίνουν συστάσεις για τη δοσολογία στον πληθυσμό αυτό.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Οξεία τοξικότητα
Η υψηλότερη, εφάπαξ, μη θανατηφόρος ενδοφλέβια δόση στους ποντικούς ήταν
10 mg/kg σωματικού βάρους και στους επίμυες 0,6 mg/kg. Στις μελέτες
έγχυσης μίας εφάπαξ δόσης σε σκύλους, η δόση του 1,0 mg/kg (6 φορές
μεγαλύτερη από τη συνιστώμενη θεραπευτική έκθεση για τους ανθρώπους με
βάση το AUC) χορηγούμενη σε διάστημα 15 λεπτών ήταν καλά ανεκτή χωρίς
17
ανεπιθύμητες ενέργειες στους νεφρούς.
Υποχρόνια και χρόνια τοξικότητα
Στις μελέτες με ενδοφλέβια έγχυση, η νεφρική ανοχή του zoledronic acid
καθιερώθηκε στους επίμυες ύστερα από χορήγηση 0,6 mg/kg με τη μορφή
εγχύσεων διάρκειας 15 λεπτών ανά 3 ημέρες, έξι φορές συνολικά (συνολική
δόση που αντιστοιχούσε σε επίπεδα AUC περίπου 6 φορές μεγαλύτερα από την
θεραπευτική έκθεση στους ανθρώπους), ενώ, πέντε εγχύσεις 0,25 mg/kg
διάρκειας 15 λεπτών χορηγούμενες σε διαστήματα 2–3 εβδομάδων (συνολική
δόση 7 φορές μεγαλύτερη της αντίστοιχης θεραπευτικής έκθεσης στους
ανθρώπους) έγιναν καλά ανεκτές σε σκύλους. Στις μελέτες με ενδοφλέβιες
ενέσεις, οι δόσεις που ήταν καλά ανεκτές μειώνονταν όσο αυξανόταν η
διάρκεια της μελέτης: αν και οι δόσεις των 0,2 και 0,02 mg/kg ημερησίως ήταν
καλά ανεκτές για 4 εβδομάδες στους επίμυες και τους σκύλους αντίστοιχα,
μόνο η χορήγηση δόσεων 0,01 mg/kg και 0,005 mg/kg στους επίμυες και τους
σκύλους αντίστοιχα, επί 52 εβδομάδες γινόταν καλά ανεκτή.
Η επαναλαμβανόμενη χορήγηση για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα σε
συνολική έκθεση που υπερέβαινε επαρκώς τη μέγιστη επιδιωκόμενη έκθεση
στους ανθρώπους, είχε οδηγήσει στην εμφάνιση τοξικότητας σε άλλα όργανα,
συμπεριλαμβανομένης της γαστρεντερικής οδού και του ήπατος, καθώς και στο
σημείο της ενδοφλέβιας χορήγησης. Η κλινική συσχέτιση των ευρημάτων αυτών
είναι άγνωστη. Το πιο συχνό εύρημα στις μελέτες με επαναλαμβανόμενες
δόσεις ήταν η αύξηση της πρωτογενούς σπογγώδους ουσίας στη μετάφυση των
μακρών οστών στα υπό ανάπτυξη ζώα σε όλες σχεδόν τις δόσεις, ένα εύρημα το
οποίο αντανακλά τη φαρμακολογική αντιεπαναρροφητική δράση της ουσίας.
Τοξικότητα στην αναπαραγωγική ικανότητα
Μελέτες τερατογένεσης διεξήχθησαν σε δύο είδη, και στα δύο με υποδόρια
χορήγηση. Τερατογένεση με τη μορφή εξωτερικών, σπλαγχνικών και
σκελετικών δυσπλασιών παρατηρήθηκε στους επίμυες σε δόσεις 0,2 mg/kg.
Δυστοκία παρατηρήθηκε στην πιο χαμηλή δόση (0,01 mg/kg σωματικού βάρους)
που δοκιμάστηκε σε επίμυες. Δεν παρατηρήθηκε τερατογένεση ή επίδραση στο
έμβρυο σε κουνέλια, παρόλο που σημειώθηκε τοξικότητα στη μητέρα σε δόσεις
του 0,1 mg/kg εξαιτίας των μειωμένων επιπέδων ασβεστίου στον ορό.
Μεταλλαξιογόνος και καρκινογόνος δράση
Το zoledronic acid δεν ήταν μεταλλαξιογόνο κατά τις μελέτες
μεταλλαξιογένεσης που διεξήχθησαν, ενώ οι δοκιμασίες για καρκινογένεση δεν
παρείχαν αποδείξεις για καρκινογόνο δράση.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Μανιτόλη (E421)
Κιτρικό νάτριο (E331)
Ύδωρ για ενέσιμα
6.2 Ασυμβατότητες
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να έρχεται σε επαφή με διαλύματα
που περιέχουν ασβέστιο. Το Zolmestat δεν πρέπει να αναμειγνύεται ή να
χορηγείται ενδοφλέβια με οποιαδήποτε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Μετά το άνοιγμα το προϊόν μπορεί να αποθηκευτεί για 24 ώρες σε θερμοκρασία
18
δωματίου (25
o
C) ή στους 2°C - 8°C.
Από μικροβιολογική άποψη το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιηθεί αμέσως. Αν δε
χρησιμοποιηθεί άμεσα οι χρόνοι για την αποθήκευσή του προς χρήση και οι
συνθήκες πριν τη χρήση είναι ευθύνη του χρήστη και κανονικά δεν πρέπει να
ξεπερνούν τις 24 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου (25
o
C) ή στους 2°C - 8°C.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό. Για τις συνθήκες
φύλαξης του φαρμακευτικού προϊόντος μετά το άνοιγμα, παρακαλούμε δείτε
την παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
100 ml διαλύματος συσκευάζονται σε διαφανή γυάλινη φιάλη τύπου Ι με
εσωτερική επικάλυψη διοξειδίου του πυριτίου, που κλείνει με πώμα που
αποτελείται από ελαστικό βρωμοβουτυλίου τύπου Ι, κολάρο αλουμινίου και
αποσπώμενο (τύπου flip-off) επίπωμα πολυπροπυλενίου.
Το Zolmestat 5mg/100ml διάλυμα για έγχυση διατίθεται σε μονήρη συσκευασία
που περιέχει μία φιάλη (1x1), και σε πολλαπλές συσκευασίες που αποτελούνται
από 4 συσκευασίες που περιέχουν από μία φιάλη η κάθε μια (4x1) και 10
συσκευασίες που περιέχουν από μια φιάλη η κάθε μια (10x1).
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Για εφάπαξ χρήση μόνο.
Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειμμα πρέπει να απορριφθεί
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
Μόνο διαυγές διάλυμα, ελεύθερο από σωματίδια και δυσχρωματισμό πρέπει να
χρησιμοποιείται.
Εάν διατηρηθεί στο ψυγείο, το διάλυμα πρέπει να έρθει σε θερμοκρασία
δωματίου πριν την χορήγηση. Άσηπτες τεχνικές πρέπει να ακολουθούνται κατά
την προετοιμασία της έγχυσης.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
ΦΑΡΜΑΖΑΚ Α.Ε.
Ναούσης 31, 104 47 Αθήνα
τηλ. 210-3418890, φαξ 210-3418887
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
19
ΟΡΟΙ ΄Η ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΗ ΚΑΙ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΥ
Ο Κάτοχος της Άδειας Κυκλοφορίας θα διασφαλίσει ότι το επιμορφωτικό
πρόγραμμα το οποίο εφαρμόσθηκε για την εγκεκριμένη ένδειξη της θεραπείας
της οστεοπόρωσης, σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και άνδρες που
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάταγμα, περιλαμβανομένων αυτών
με ένα πρόσφατο κάταγμα ισχίου μικρής βίας, επεκτείνεται στους πιθανούς
συνταγογράφους τους οποίους αφορά η νέα ένδειξη: θεραπεία της
οστεοπόρωσης που σχετίζεται με μακροχρόνια συστηματική θεραπεία με
γλυκοκορτικοειδή σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και σε άνδρες που
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος. Το επιμορφωτικό πρόγραμμα
περιέχει τα ακόλουθα:
Επιμορφωτικό υλικό για τον γιατρό
Πακέτο πληροφοριών για τον ασθενή
Το επιμορφωτικό υλικό για τον γιατρό θα πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα
βασικά στοιχεία:
Την Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος
Υπενθυμιστική κάρτα με τα ακόλουθα βασικά μηνύματα:
o Την ανάγκη μέτρησης της κρεατινίνης ορού πριν τη θεραπεία με
Zolmestat
o Σύσταση να μην χρησιμοποιείται το Zolmestat σε ασθενείς με
κάθαρση κρεατινίνης < 35 ml/min
o Αντένδειξη στην εγκυμοσύνη και σε γυναίκες που θηλάζουν λόγω
πιθανής ιδιότητας να προκαλεί τερατογέννεση
o Την ανάγκη να διασφαλισθεί η επαρκής ενυδάτωση του ασθενούς
o Την ανάγκη να εγχύεται το Zolmestat αργά για ένα διάστημα όχι
μικρότερο από 15 λεπτά
o Θεραπευτικό σχήμα χορήγησης μια φορά το χρόνο
o Συνίσταται η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D σε
συνδυασμό με τη χορήγηση του Zolmestat
o Την ανάγκη για κατάλληλη φυσική δραστηριότητα, αποχή από το
κάπνισμα και υγιεινή διατροφή
Πακέτο πληροφοριών για τον ασθενή
Το πακέτο πληροφοριών για τον ασθενή θα πρέπει να παρέχετε και να περιέχει
τα ακόλουθα βασικά μηνύματα:
Το Φύλλο Οδηγιών Χρήσης
Αντένδειξη στην εγκυμοσύνη και σε γυναίκες που θηλάζουν
Την ανάγκη για επαρκή συμπληρωματική λήψη ασβεστίου και βιταμίνης
D, κατάλληλη φυσική δραστηριότητα, αποχή από το κάπνισμα, και
υγιεινή διατροφή
Βασικά σημεία και συμπτώματα των σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών
Πότε να αναζητηθεί επείγουσα φροντίδα από τους επαγγελματίες του
τομέα υγειονομικής περίθαλψης
20