νόσο. Οι μεταβολές στο διάστημα QT δεν διέφεραν σε σημαντικό βαθμό μεταξύ της
ομάδας του placebo και της ομάδας θεραπείας.
Η επίδραση της τολτεροδίνης στην παράταση του διαστήματος QT διερευνήθηκε
περαιτέρω σε 48 υγιείς εθελοντές, άνδρες και γυναίκες, ηλικίας 18 – 55 ετών, οι
οποίοι έλαβαν τολτεροδίνη άμεσης αποδέσμευσης 2 mg δις ημερησίως και 4 mg δις
ημερησίως. Τα αποτελέσματα (διορθωμένα κατά Fridericia) στη μέγιστη συγκέντρωση
τολτεροδίνης (1 ώρα) έδειξαν μέσες αυξήσεις του διαστήματος QTc ίσες προς 5,0 και
11,8 msec για δόσες τολτεροδίνης 2 mg δις ημερησίως και 4 mg δις ημερησίως
αντίστοιχα, και 19,3 msec με την μοξιφλοξασίνη (400 mg) που χρησιμοποιήθηκε ως
δραστικός ενεργός μάρτυρας. Ένα φαρμακοκινητικό/ φαρμακοδυναμικό μοντέλο
υπολόγισε ότι οι αυξήσεις του διαστήματος QTc σε άτομα με ανεπαρκή μεταβολισμό
(με ανεπάρκεια CYP2D6) που έλαβαν τολτεροδίνη 2 mg δις ημερησίως είναι
συγκρίσιμες με εκείνες που παρατηρούνται σε άτομα με εκτεταμένο μεταβολισμο
που έλαβαν 4 mg δις ημερησίως. Και στις δύο δοσολογίες τολτεροδίνης, σε κανένα
άτομο, ανεξαρτήτως της μεταβολικής του εικόνας, δεν υπερέβη τα 500 msec
απόλυτου QTcF ή τα 60 msec μεταβολής από την αρχική τιμή, τιμές που θεωρούνται
όρια (ουδοί) ιδιαίτερης σημασίας. Η δοσολογία των 4 mg δις ημερησίως αντιστοιχεί
σε μέγιστη έκθεση (Cmax) τρεις φορές μεγαλύτερη εκείνης που επιτυγχάνεται με την
υψηλότερη θεραπευτική δόση των καψακίων παρατεταμένης αποδέσμευσης
Τολτεροδίνης 4 mg.
Παιδιατρικοί ασθενείς
Η αποτελεσματικότητα σε παιδιατρικούς ασθενείς δεν έχει αποδειχθεί. Διεξήχθηκαν
δύο παιδιατρικές, τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο, διπλά τυφλές
μελέτες φάσης 3 διάρκειας 12 εβδομάδων με την χρήση καψακίων τολτεροδίνης
παρατεταμένης αποδέσμευσης. Μελετήθηκαν συνολικά 710 παιδιατρικοί ασθενείς
(486 σε αγωγή τολτεροδίνης και 224 σε αγωγή με εικονικό φάρμακο) ηλικίας 5-10
ετών με συχνουρία και επιτακτικού τύπου ακράτεια ούρων. Δεν παρατηρήθηκε
σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων σε οιαδήποτε από τις δύο μελέτες σε
ό,τι αφορά αλλαγές από τις αρχικές τιμές σε ό, τι αφορά συνολικό αριθμό
επεισοδίων ακράτειας/εβδομάδα (βλ. παράγραφο 4.8).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Φαρμακοκινητικά χαρακτηριστικά ειδικά για την σύνθεση αυτή:
Τα σκληρά καψάκια τολτεροδίνης παρατεταμένης αποδέσμευσης παρέχουν
βραδύτερη απορρόφηση τολτεροδίνης από τα δισκία άμεσης αποδέσμευσης. Σαν
αποτέλεσμα αυτού, οι μέγιστες συγκεντρώσεις στον ορό παρατηρούνται 4 (2-6) ώρες
μετά την χορήγηση των καψακίων. Η φαινομενική περίοδος ημιζωής της
τολτεροδίνης όταν χορηγείται με την μορφή καψακίου είναι περίπου 6 ώρες σε
άτομο με εκτεταμένο μεταβολισμό και περίπου 10 ώρες σε άτομα με ανεπαρκή
μεταβολισμό (με ανεπάρκεια CYP2D6). Οι συγκεντρώσεις σταθεροποιημένης
κατάστασης επιτυγχάνονται εντός 4 ημερών μετά την χορήγηση των καψακίων.
Δεν υπάρχει επίδραση της τροφής στην βιοδιαθεσιμότητα των καψακίων.
A
πορρόφηση
:
Μετά την από του στόματος χορήγηση η τολτεροδίνη υπόκειται σε μεταβολισμό
πρώτης διόδου στο ήπαρ, που καταλύεται από CYP2D6 και που έχει ως αποτέλεσμα
τον σχηματισμό του 5-υδροξυμεθυλο παραγώγου, μείζονος φαρμακολογικώς
ισοδύναμου μεταβολίτη.
Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της τολτεροδίνης είναι 17 % σε άτομα με εκτεταμένο
μεταβολισμό, που αποτελούν την πλειονότητα των ασθενών, και 65% σε άτομα με
ανεπααρκή μεταβολισμό (με ανεπάρκεια CYP2D6).
9