Δοσοεξαρτώμενη επίδραση στο σχηματισμό TxB
2
έχει παρατηρηθεί μετά από υψηλές δόσεις
celecoxib. Ωστόσο, σε μικρές μελέτες πολλαπλών δόσεων με 600 mg δύο φορές ημερησίως
(τριπλάσια της μέγιστης συνιστώμενης δόσης) σε υγιή άτομα, η celecoxib δεν είχε επίδραση στη
συσσώρευση των αιμοπεταλίων και στο χρόνο ροής σε σύγκριση προς το εικονικό φάρμακο.
Έχουν διενεργηθεί αρκετές κλινικές δοκιμές, οι οποίες επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα και
την ασφάλεια του φαρμάκου στην οστεοαρθρίτιδα, στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και στην
αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα. Η celecoxib έχει αξιολογηθεί στην αντιμετώπιση της φλεγμονής και
του πόνου στην οστεοαρθρίτιδα του γόνατος και του ισχίου, σε 4.200 ασθενείς περίπου, κατά τη
διάρκεια ελεγχόμενων με δραστικό και εικονικό φάρμακο δοκιμών διάρκειας μέχρι 12 εβδομάδων.
Αξιολογήθηκε επίσης στην αντιμετώπιση της φλεγμονής και του πόνου στη ρευματοειδή αρθρίτιδα σε
2.100 ασθενείς περίπου, κατά τη διάρκεια ελεγχόμενων με δραστικό και εικονικό φάρμακο δοκιμών
διάρκειας μέχρι 24 εβδομάδων. Η celecoxib σε ημερήσιες δόσεις των 200-400 mg παρείχε
ανακούφιση από τον πόνο μέσα σε 24 ώρες από τη χορήγησή της. Η celecoxib αξιολογήθηκε στη
συμπτωματική θεραπεία της αγκυλοποιητικής σπονδυλίτιδας σε 896 ασθενείς κατά τη διάρκεια
κλινικών δοκιμών ελεγχόμενων με δραστικό και εικονικό φάρμακο διάρκειας μέχρι 12 εβδομάδες. Στις
μελέτες αυτές η celecoxib, σε δόσεις των 100 mg δύο φορές την ημέρα, 200 mg άπαξ ημερησίως, 200
mg δύο φορές την ημέρα και 400 mg άπαξ ημερησίως, παρείχε σημαντική βελτίωση στον πόνο, την
ενεργότητα της νόσου και την λειτουργικότητα των ασθενών με αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα.
Σε πέντε διπλά τυφλές τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες, διενεργήθηκαν προγραμματισμένες
ενδοσκοπήσεις του ανωτέρου γαστρεντερικού συστήματος επί 4.500 ασθενών περίπου που δεν
παρουσίαζαν αρχική εξέλκωση. Οι δόσεις της celecoxib κυμαίνονταν από 50 mg έως 400 mg,
χορηγούμενες δύο φορές την ημέρα. Σε ενδοσκοπικές μελέτες διάρκειας δώδεκα εβδομάδων η
celecoxib (100-800 mg ημερησίως) συσχετίστηκε με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο για
γαστροδωδεκαδακτυλικά έλκη σε σύγκριση με τη ναπροξένη (1.000 mg ημερησίως) και την
ιβουπροφαίνη (2.400 mg ημερησίως). Τα δεδομένα ήταν αντιφατικά σε σύγκριση με τη δικλοφαινάκη
(150 mg/ημέρα). Σε δύο από τις μελέτες διάρκειας 12 εβδομάδων το ποσοστό των ασθενών με
αποδεδειγμένα ενδοσκοπικά γαστροδωδεκαδακτυλικά έλκη, δεν ήταν σημαντικά διαφορετικό μεταξύ
του εικονικού φαρμάκου και της celecoxib 200 mg δύο φορές ημερησίως και 400 mg δύο φορές
ημερησίως.
Σε μια προοπτική μελέτη ασφάλειας μακράς διάρκειας (διάρκεια 6 έως 15 μήνες, μελέτη CLASS),
5.800 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα και 2.200 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα έλαβαν 400 mg
celecoxib, δύο φορές ημερησίως (4-πλάσια και 2-πλάσια της συνιστώμενης δόσης στην
οστεοαρθρίτιδα και ρευματοειδή αρθρίτιδα αντίστοιχα), 800 mg ιβουπροφαίνης τρεις φορές
ημερησίως, ή 75 mg δικλοφαινάκης δύο φορές ημερησίως (και οι δύο σε θεραπευτικές δόσεις). Στο
εικοσιδύο τοις εκατό των εγγεγραμμένων ασθενών συγχορηγήθηκε χαμηλή δόση ακετυλοσαλικυλικού
οξέος (≤325 mg ημερησίως), κυρίως για καρδιαγγειακή προφύλαξη. Για το πρωτεύων τελικό σημείο
δηλαδή τα επιπλεγμένα έλκη (οριζόμενα ως γαστρεντερική αιμορραγία, διάτρηση ή απόφραξη) η
celecoxib δεν διέφερε σημαντικά ούτε από την ιβουπροφαίνη ούτε από τη δικλοφαινάκη. Επίσης για
τη συνδυασμένη ομάδα των ΜΣΑΦ δεν παρατηρήθηκε καμία στατιστικώς σημαντική διαφορά, όσον
αφορά τα επιπλεγμένα έλκη (σχετικός κίνδυνος 0,77, 95% CI 0,41- 1,46, βασισμένο στη διάρκεια
ολόκληρης της μελέτης). Για το συνδυασμένο τελικό σημείο δηλαδή τα επιπλεγμένα και
συμπτωματικά έλκη, η συχνότητα εμφάνισης ήταν σημαντικά μειωμένη στην ομάδα της celecoxib σε
σύγκριση με την ομάδα των ΜΣΑΦ, με σχετικό κίνδυνο 0,66, 95% CI 0,45- 0,97 όχι όμως μεταξύ
celecoxib και δικλοφαινάκης. Αυτοί οι ασθενείς στους οποίους συγχορηγήθηκε celecoxib και χαμηλή
δόση ακετυλοσαλικυλικού οξέος εμφάνισαν επιπλεγμένα έλκη με συχνότητα 4 φορές υψηλότερη σε
σύγκριση με όσους έλαβαν μόνο celecoxib. Η συχνότητα εμφάνισης κλινικά σημαντικών μειώσεων
στην αιμοσφαιρίνη (>2g/dL), η οποία επιβεβαιώθηκε με επαναλαμβανόμενες εξετάσεις, ήταν
σημαντικά μειωμένη σε ασθενείς που τους χορηγήθηκε celecoxib σε σύγκριση με τα ΜΣΑΦ, σχετικός
κίνδυνος 0,29, 95% CI 0,17- 0,48. Η σημαντικά μειωμένη συχνότητα εμφάνισης αυτού του γεγονότος
με τη celecoxib διατηρήθηκε με ή χωρίς τη χρήση του ακετυλοσαλικυλικού οξέος.
Σε μια προοπτική τυχαιοποιημένη μελέτη ασφάλειας 24 εβδομάδων, σε ασθενείς ηλικίας ≥60 ετών ή
που είχαν ιστορικό γαστροδωδεκαδακτυλικών ελκών [εξαιρουμένων των χρηστών
ακετυλοσαλικυλικού οξέος (ASA)], τα ποσοστά των ασθενών με μείωση της αιμοσφαιρίνης (≥2 g/dL)
και/ή του αιματοκρίτη (≥10%) επιβεβαιωμένης ή υποτιθέμενης γαστρεντερικής προέλευσης, ήταν
12