ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Escitalopram/Sandoz 10 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Escitalopram/Sandoz 15 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Escitalopram/Sandoz 20 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Escitalopram/Sandoz 10 mg: Κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 10 mg εσιταλοπράμης (ως οξαλική).
Έκδοχο(α) με γνωστή δράση: κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 86,67 mg λακτόζης (ως μονοϋδρική).
Escitalopram/Sandoz 15 mg: Κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 15 mg εσιταλοπράμης (ως οξαλική).
Έκδοχο(α) με γνωστή δράση: κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 130,01 mg λακτόζης (ως μονοϋδρική).
Escitalopram/Sandoz 20 mg: Κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 20 mg εσιταλοπράμης (ως οξαλική).
Έκδοχο(α) με γνωστή δράση: κάθε επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίο
περιέχει 173,34 mg λακτόζης (ως μονοϋδρική).
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚOTEXNIKH ΜΟΡΦΗ
Eπικαλυμμένo με λεπτό υμένιο δισκίo.
Escitalopram/Sandoz 10 mg: Λευκό, ωοειδές, επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο
δισκίo, με διαχωριστική εγκοπή στη μία πλευρά, με μήκος 7,7-8,3 mm και
πλάτος 5,2-5,8 mm.
Το δισκίο μπορεί να διαχωριστεί σε ίσες δόσεις.
Escitalopram/Sandoz 15 mg:Λευκό, ωοειδές, επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο
δισκίo, με δύο διαχωριστικές εγκοπές και στις δύο πλευρές, με μήκος
12,7-13,3 mm και πλάτος 4,7-5,3 mm.
Το δισκίο μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις ίσες δόσεις.
Escitalopram/Sandoz 20 mg:Λευκό, στρογγυλό, επικαλυμμένo με λεπτό υμένιο
δισκίo, με σταυρωτή διαχωριστική εγκοπή και στις δύο πλευρές, με
διάμετρο 9,2-9,8 mm.
Το δισκίο μπορεί να διαχωριστεί σε τέσσερεις ίσες δόσεις.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
1
Θεραπεία μειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων.
Θεραπεία διαταραχής πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία.
Θεραπεία κοινωνικής αγχώδους διαταραχής (κοινωνική φοβία).
Θεραπεία γενικευμένης αγχώδους διαταραχής.
Θεραπεία ψυχαναγκαστικής-καταναγκαστικής διαταραχής.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η ασφάλεια ημερήσιων δόσεων άνω των 20 mg δεν έχει αποδειχθεί.
Μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια
Η συνήθης δόση είναι 10 mg άπαξ ημερησίως. Ανάλογα με την
ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί έως τη
μέγιστη δόση των 20 mg ημερησίως.
Συνήθως απαιτούνται 2-4 εβδομάδες για την επίτευξη αντικαταθλιπτικού
αποτελέσματος. Αφού υποχωρήσουν τα συμπτώματα, απαιτείται
περίοδος θεραπείας τουλάχιστον 6 μηνών για τη σταθεροποίηση της
κλινικής ανταπόκρισης.
Διαταραχή πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία
Συνιστάται η χορήγηση αρχικής δόσης ίσης με 5 mg για την πρώτη
εβδομάδα πριν από την αύξηση της δόσης σε 10 mg ημερησίως. Η δόση
μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω, μέχρι το μέγιστο των 20 mg ημερησίως,
ανάλογα με την ανταπόκριση του κάθε ασθενούς.
Η μέγιστη αποτελεσματικότητα επιτυγχάνεται έπειτα από περίπου 3
μήνες. Η θεραπευτική αγωγή διαρκεί για αρκετούς μήνες.
Κοινωνική αγχώδης διαταραχή
Η συνήθης δόση είναι 10 mg άπαξ ημερησίως. Συνήθως απαιτούνται 2-4
εβδομάδες για την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Στη συνέχεια η δόση
μπορεί να μειωθεί σε 5 mg ή να αυξηθεί στη μέγιστη δόση των 20 mg
ημερησίως, ανάλογα με την ανταπόκριση του κάθε ασθενούς ξεχωριστά.
Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή είναι μια νόσος που έχει χρόνια πορεία,
και συνιστάται η λήψη της θεραπευτικής αγωγής επί 12 εβδομάδες
προκειμένου να σταθεροποιηθεί η κλινική ανταπόκριση. Η μακροχρόνια
θεραπεία ασθενών που επέδειξαν κλινική ανταπόκριση έχει μελετηθεί
για 6 μήνες και μπορεί να εξετασθεί σε εξατομικευμένη βάση
προκειμένου να αποφευχθεί ενδεχόμενη υποτροπή της νόσου. Τα οφέλη
της θεραπείας θα πρέπει να επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά
διαστήματα.
Η κοινωνική αγχώδης διαταραχή είναι ένας καλά προσδιορισμένος
διαγνωστικός όρος για την περιγραφή μιας ειδικής διαταραχής, ο οποίος
δε θα πρέπει να συγχέεται με την υπερβολική συστολή. Η χορήγηση
φαρμακευτικής αγωγής ενδείκνυται μόνο στην περίπτωση που η
διαταραχή επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τις επαγγελματικές και τις
κοινωνικές δραστηριότητες του ατόμου.
2
Η θέση αυτής της θεραπείας συγκριτικά με τη γνωσιακή συμπεριφορά
δεν έχει αξιολογηθεί. Η φαρμακευτική αγωγή αποτελεί μέρος μιας
ευρύτερης θεραπευτικής στρατηγικής.
Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή
Η αρχική δόση είναι 10 mg άπαξ ημερησίως. Ανάλογα με την
ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί έως τη
μέγιστη δόση των 20 mg ημερησίως.
Η μακροχρόνια θεραπεία ασθενών που επέδειξαν κλινική ανταπόκριση
έχει μελετηθεί για τουλάχιστον 6 μήνες σε ασθενείς που ελάμβαναν δόση
ίση με 20 mg/ ημέρα. Τα οφέλη από τη λήψη της αγωγής και η δόση θα
πρέπει να επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα (βλέπε
παράγραφο 5.1).
Ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή
Η αρχική δόση είναι 10 mg άπαξ ημερησίως. Ανάλογα με την
ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί έως τη
μέγιστη δόση των 20 mg ημερησίως.
Επειδή η ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή (OCD) είναι μια
χρόνια νόσος, οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν την αγωγή για ένα
επαρκές χρονικό διάστημα το οποίο θα είναι ικανό να διασφαλίσει την
απουσία συμπτωμάτων στους ασθενείς.
Τα οφέλη από τη λήψη της αγωγής και η δόση θα πρέπει να
επαναξιολογούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα (βλέπε παράγραφο
5.1).
Ηλικιωμένοι (ηλικίας > 65 ετών)
Η αρχική δόση είναι 5 mg άπαξ ημερησίως. Ανάλογα με την ανταπόκριση
του κάθε ασθενή, η δόση μπορεί να αυξηθεί σε 10 mg ημερησίως (βλέπε
παράγραφο 5.2). Η αποτελεσματικότητα της εσιταλοπράμης στην
περίπτωση της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής δεν έχει μελετηθεί
στους ηλικιωμένους ασθενείς.
Παιδιατρικός πληθυσμός (< 18 ετών)
Το Escitalopram/Sandoz δεν πρέπει να χρησιμοποιείται στη θεραπεία των
παιδιών και των εφήβων ηλικίας κάτω των 18 ετών (βλέπε παράγραφο
4.4).
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια
νεφρική ανεπάρκεια. Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή
ελάττωση της νεφρικής λειτουργίας (CL
CR
κάτω από 30 ml/min) (βλέπε
παράγραφο 5.2).
Ηπατική δυσλειτουργία
Συνιστάται αρχική δόση 5 mg ημερησίως για τις πρώτες δύο εβδομάδες
της θεραπείας σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια ηπατική ανεπάρκεια. Η δόση
μπορεί να αυξηθεί μέχρι τα 10 mg ημερησίως, ανάλογα με την
ανταπόκριση του κάθε ασθενούς. Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή
και να γίνεται πολύ προσεκτική τιτλοδότηση της δόσης σε ασθενείς με
σημαντικά ελαττωμένη ηπατική λειτουργία (βλέπε παράγραφο 5.2).
3
Ασθενείς με χαμηλό μεταβολισμό του
CYP
2
C
19
Για τους ασθενείς που είναι γνωστό ότι έχουν χαμηλό μεταβολισμό του
CYP2C19, συνιστάται μία αρχική δόση ίση με 5 mg ημερησίως κατά τη
διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων της θεραπείας.
Ανάλογα με την ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να
αυξηθεί έως τα 10 mg ημερησίως (βλέπε παράγραφο 5.2).
Συμπτώματα απόσυρσης που σημειώνονται με τη διακοπή της αγωγής
Θα πρέπει να αποφεύγεται η αιφνίδια διακοπή της αγωγής. Όταν
διακόπτεται η αγωγή με την εσιταλοπράμη, η δόση θα πρέπει να
μειώνεται σταδιακά σε χρονικό διάστημα τουλάχιστον μίας έως δύο
εβδομάδων ώστε να ελαττωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης συμπτωμάτων εκ
διακοπής (βλέπε παραγράφους 4.4 και 4.8). Εάν εμφανισθούν μη ανεκτά
συμπτώματα με τη μείωση της δόσης ή με τη διακοπή της αγωγής, θα
πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο επαναχορήγησης της δοσολογίας
πριν από τη διακοπή. Στη συνέχεια, ο ιατρός μπορεί να συνεχίσει να
μειώνει τη δόση, αλλά με βραδύτερο ρυθμό.
Escitalopram/Sandoz 15 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία: Η μορφή
του διαιρούμενου δισκίου επιτρέπει την επίτευξη ευελιξίας στη
δοσολογία. Ωστόσο, εάν οι ασθενείς δεν είναι σε θέση να διαιρέσουν το
δισκίο με τον κατάλληλο τρόπο, πρέπει να προτιμηθεί ένα δισκίο
χαμηλότερης περιεκτικότητας
Τρόπος χορήγησης
Το Escitalopram/Sandoz χορηγείται ως μονήρης ημερήσια δόση και μπορεί να
ληφθεί με ή χωρίς φαγητό.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Ταυτόχρονη θεραπεία με μη-εκλεκτικούς, μη-αναστρέψιμους αναστολείς
της μονοαμινοξειδάσης (αναστολείς ΜΑΟ) αντενδείκνυται λόγω του
κινδύνου εμφάνισης συνδρόμου σεροτονίνης συνοδευόμενου από
διέγερση, τρόμο, υπερθερμία κλπ. (βλέπε παράγραφο 4.5).
Ο συνδυασμός της εσιταλοπράμης με αναστρέψιμους αναστολείς ΜΑΟ-Α
(π.χ. μοκλοβεμίδη) ή με τον αναστρέψιμο μη-εκλεκτικό αναστολέα ΜΑΟ
λινεζολίδη αντενδείκνυται λόγω του κινδύνου εκδήλωσης συνδρόμου
σεροτονίνης (βλέπε παράγραφο 4.5).
Η εσιταλοπράμη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή παράταση του
διαστήματος QT ή συγγενές σύνδρομο μακρού QT.
Αντενδείκνυται η χρήση της εσιταλοπράμης με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα που είναι γνωστό ότι προκαλούν παράταση του διαστήματος
του QT (βλέπε παράγραφο 4.5).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
4
Οι ακόλουθες ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις ισχύουν για τη
θεραπευτική κατηγορία των SSRIs (Εκλεκτικοί Αναστολείς
Επαναπρόσληψης Σεροτονίνης).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η εσιταλοπράμη δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θεραπεία
παιδιών και εφήβων ηλικίας κάτω των 18 ετών. Η εμφάνιση
αυτοκτονικής συμπεριφοράς (απόπειρες αυτοκτονίας και σκέψεις
αυτοκτονίας), καθώς και η εμφάνιση εχθρότητας (κυρίως επιθετικότητας,
εναντιωτικής συμπεριφοράς και θυμού) παρατηρήθηκαν με μεγαλύτερη
συχνότητα σε κλινικές δοκιμές σε παιδιατρικό πληθυσμό που λάμβανε
αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με εκείνους που λάμβαναν το εικονικό
φάρμακο (placebo). Εντούτοις, εάν αποφασισθεί να χορηγηθεί σχετική
αγωγή, λόγω κλινικής ανάγκης, ο ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται
με προσοχή για την πιθανότητα εμφάνισης αυτοκτονικών συμπτωμάτων.
Επιπλέον, δεν υπάρχουν μακροχρόνιας διάρκειας στοιχεία ασφάλειας σε
παιδιατρικό πληθυσμό όσον αφορά στη σωματική του ανάπτυξη, στην
ωρίμανση, στη νοητική ανάπτυξη και στην ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Παράδοξο άγχος
Σε μερικούς ασθενείς που πάσχουν από διαταραχή πανικού είναι πιθανό
να εμφανιστούν συμπτώματα αυξημένου άγχους κατά τα αρχικά στάδια
της θεραπείας τους με αντικαταθλιπτικά. Η παράδοξη αυτή αντίδραση
συνήθως υποχωρεί μέσα σε δύο εβδομάδες κατά τη διάρκεια της
συνέχισης της θεραπείας. Συνιστάται η χορήγηση μιας χαμηλής
εναρκτήριας δόσης προκειμένου να μειωθεί το ενδεχόμενο αγχογόνου
επίδρασης (βλέπε παράγραφο 4.2).
Επιληπτικές κρίσεις
Πρέπει να διακόπτεται η χορήγηση του Escitalopram/Sandoz εάν ένας
ασθενής εμφανίσει επιληπτικές κρίσεις για πρώτη φορά, ή εάν αυξηθεί η
συχνότητα των επιληπτικών κρίσεων (σε ασθενείς με προηγούμενη
διάγνωση επιληψίας).
Οι SSRIs πρέπει να αποφεύγονται σε ασθενείς με ασταθή επιληψία και οι
ασθενείς με ελεγχόμενη επιληψία πρέπει να παρακολουθούνται στενά.
Μανία
Οι SSRIs πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό
μανίας/υπομανίας.
Οι SSRIs πρέπει να διακόπτονται σε οποιοδήποτε ασθενή εισέρχεται σε
μανιακή φάση.
Διαβήτης
Σε ασθενείς με διαβήτη, η θεραπεία με έναν SSRI είναι πιθανό να
μεταβάλλει το γλυκαιμικό έλεγχο (υπογλυκαιμία ή υπεργλυκαιμία). Η
δοσολογία της ινσουλίνης και/ή των από του στόματος υπογλυκαιμικών
παραγόντων ενδέχεται να απαιτεί αναπροσαρμογή.
Αυτοκτονία/αυτοκτονικές σκέψεις ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων,
αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας (επεισόδια σχετιζόμενα με
αυτοκτονία). Ο κίνδυνος αυτός παραμένει έως ότου επιτευχθεί
σημαντική ύφεση. Καθώς μπορεί να μη σημειωθεί βελτίωση κατά τη
διάρκεια των πρώτων λίγων ή περισσότερων εβδομάδων θεραπείας, οι
5
ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά έως ότου επιτευχθεί
τέτοια βελτίωση. Κατά τη γενική κλινική εμπειρία, ο κίνδυνος
αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί κατά τα πρώιμα στάδια ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις, για τις οποίες χορηγείται το
Escitalopram/Sandoz, είναι επίσης πιθανό να συσχετίζονται με αυξημένο
κίνδυνο εμφάνισης επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία.
Επιπρόσθετα, οι ίδιες καταστάσεις είναι επίσης πιθανό να ευθύνονται
για συν-νοσηρότητα με τη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Οι ίδιες
προφυλάξεις που λαμβάνονται κατά τη θεραπεία ασθενών που πάσχουν
από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή θα πρέπει για το λόγο αυτό να
λαμβάνονται και κατά τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών που
πάσχουν από άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.
Ασθενείς με ιστορικό επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία, ή εκείνοι
που παρουσιάζουν σημαντικού βαθμού αυτοκτονικό ιδεασμό πριν από
την έναρξη της θεραπείας, είναι γνωστό ότι διατρέχουν μεγαλύτερο
κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας, και γι’ αυτό
θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά κατά τη διάρκεια της
θεραπείας. Μία μετά-ανάλυση ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο
κλινικών δοκιμών με αντικαταθλιπτικά φάρμακα σε ενήλικες ασθενείς
με ψυχιατρικές διαταραχές έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής
συμπεριφοράς με αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο
σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 25 ετών.
Στενή παρακολούθηση των ασθενών και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν
υψηλό κίνδυνο, θα πρέπει να συνδυάζεται με τη φαρμακευτική αγωγή,
ιδιαίτερα στην αρχή της θεραπείας και μετά από αλλαγές στη δοσολογία.
Οι ασθενείς (και οι φροντιστές των ασθενών) θα πρέπει να είναι σε
επαγρύπνηση σχετικά με την ανάγκη παρακολούθησης για οποιαδήποτε
κλινική επιδείνωση, αυτοκτονική συμπεριφορά ή αυτοκτονικές σκέψεις
και οποιεσδήποτε ασυνήθιστες αλλαγές στη συμπεριφορά και για να
αναζητήσουν ιατρική συμβουλή άμεσα εάν εμφανιστούν αυτά τα
συμπτώματα.
Ακαθησία/ ψυχοκινητική ανησυχία
Η χρήση των SSRIs/SNRIs έχει συσχετισθεί με την ανάπτυξη ακαθησίας, η
οποία χαρακτηρίζεται από ανησυχία, που μπορεί να είναι δυσάρεστη ή να
προκαλεί δυσφορία στο άτομο και από την ανάγκη για συχνή κίνηση, η
οποία συνοδεύεται από αδυναμία να παραμείνει κανείς σε καθιστή ή
όρθια θέση ακίνητος. Αυτή η κατάσταση είναι πιθανότερο να σημειωθεί
εντός των λίγων πρώτων εβδομάδων της θεραπείας. Για τους ασθενείς
που εμφανίζουν αυτά τα συμπτώματα, η αύξηση της δόσης μπορεί να
είναι επιζήμια.
Υπονατριαιμία
Υπονατριαιμία, πιθανώς λόγω της απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής
ορμόνης (SIADH) έχει σπάνια αναφερθεί κατά τη χρήση των SSRIs και
γενικά υποχωρεί με τη διακοπή της θεραπείας. Προσοχή απαιτείται
στους ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο, όπως οι ηλικιωμένοι, οι
ασθενείς με κίρρωση του ήπατος ή εάν το φάρμακο χρησιμοποιείται σε
συνδυασμό με άλλα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν
υπονατριαιμία.
6
Αιμορραγία
Αιμορραγικές διαταραχές στο δέρμα, όπως εκχυμώσεις και πορφύρα,
έχουν αναφερθεί σε ασθενείς υπό αγωγή με SSRIs. Συνιστάται προσοχή σε
ασθενείς που λαμβάνουν αγωγή με SSRIs, ιδιαίτερα με ταυτόχρονη λήψη
από του στόματος αντιπηκτικών, φαρμάκων με γνωστή επίδραση στην
αιμοπεταλιακή λειτουργία (π.χ. άτυπα αντιψυχωσικά και
φαινοθειαζίνες, τα περισσότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
ακετυλοσαλικυλικό οξύ και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
(ΜΣΑΦ), τικλοπιδίνη και διπυριδαμόλη) και σε ασθενείς με γνωστό
ιστορικό αιμορραγικών τάσεων.
ECT
(Ηλεκτροσπασμοθεραπεία)
Υπάρχει περιορισμένη κλινική εμπειρία σε ταυτόχρονη χορήγηση SSRIs
και ηλεκτροσπασμοθεραπείας, γι’ αυτό συνιστάται προσοχή.
Σύνδρομο σεροτονίνης
Συνιστάται προσοχή εάν η εσιταλοπράμη χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με
φαρμακευτικά προϊόντα που παρουσιάζουν σεροτονινεργική δράση όπως
η σουματριπτάνη ή άλλες τριπτάνες, η τραμαδόλη και η τρυπτοφάνη.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, η εμφάνιση συνδρόμου σεροτονίνης έχει
αναφερθεί σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα SSRIs και
σεροτονινεργικά φαρμακευτικά προϊόντα. Συνδυασμός συμπτωμάτων
όπως διέγερση, τρόμος, μυόκλωνος και υπερθερμία μπορεί να
υποδηλώνουν ανάπτυξη αυτής της κατάστασης. Εάν εμφανιστούν τέτοια
συμπτώματα, η θεραπεία με τον SSRI και το σεροτονινεργικό
φαρμακευτικό προϊόν πρέπει να διακοπεί αμέσως και να ξεκινήσει
συμπτωματική αγωγή.
St John s Wort
Η ταυτόχρονη χρήση SSRIs και φυτικών σκευασμάτων που περιέχουν St
Johns Wort (Hypericum
perforatum
/Υπερικό/Βαλσαμόχορτο
) μπορεί να έχει ως
αποτέλεσμα αύξηση στην επίπτωση των ανεπιθύμητων ενεργειών (βλέπε
παράγραφο 4.5).
Συμπτώματα απόσυρσης που παρατηρούνται με τη διακοπή της αγωγής
Τα συμπτώματα απόσυρσης είναι συχνά όταν διακόπτεται η αγωγή,
ιδιαίτερα όταν η θεραπεία διακοπεί αιφνιδίως (βλέπε παράγραφο 4.8).
Στις κλινικές μελέτες, ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τη διακοπή της
θεραπείας παρατηρήθηκαν περίπου στο 25% των ασθενών που έλαβαν
αγωγή με εσιταλοπράμη και στο 15% των ασθενών που έλαβαν εικονικό
φάρμακο.
Ο κίνδυνος εμφάνισης συμπτωμάτων απόσυρσης μπορεί να εξαρτάται
από διάφορους παράγοντες όπως η διάρκεια και η δόση της αγωγής
καθώς και ο ρυθμός μείωσης της δόσης. Οι πιο συχνά αναφερθείσες
αντιδράσεις είναι: ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας
(συμπεριλαμβανομένων παραισθησίας και αισθήσεων σαν ηλεκτρικό
σοκ), διαταραχές του ύπνου (συμπεριλαμβανομένων αϋπνίας και
έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία και/ή έμετος, τρόμος,
σύγχυση, εφίδρωση, κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθημα παλμών,
συναισθηματική αστάθεια, ευερεθιστότητα και οπτικές διαταραχές.
Γενικά τα συμπτώματα αυτά είναι ήπιας έως μέτριας έντασης,
εντούτοις, σε μερικούς ασθενείς ενδέχεται να είναι σοβαρής έντασης.
7
Συνήθως παρατηρούνται εντός των πρώτων λίγων ημερών μετά από τη
διακοπή της αγωγής, αλλά υπάρχουν πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων
συμπτωμάτων σε ασθενείς που ακούσια παρέλειψαν μία δόση.
Γενικά τα συμπτώματα αυτά είναι αυτοπεριοριζόμενα και συνήθως
υποχωρούν μέσα σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων, αν και σε ορισμένα
άτομα μπορεί να διαρκέσουν περισσότερο (2-3 μήνες ή περισσότερο).
Επομένως συνιστάται η σταδιακή μείωση της εσιταλοπράμης κατά τη
διακοπή της αγωγής σε χρονική περίοδο αρκετών εβδομάδων ή μηνών,
ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς (βλέπε «Συμπτώματα απόσυρσης
που παρατηρούνται με τη διακοπή της αγωγής», παράγραφο 4.2).
Στεφανιαία καρδιακή νόσος
Λόγω περιορισμένης κλινικής εμπειρίας, συνιστάται προσοχή σε
ασθενείς με στεφανιαία καρδιακή νόσο (βλέπε παράγραφο 5.3).
Παράταση του διαστήματος QT
Η εσιταλοπράμη έχει διαπιστωθεί ότι προκαλεί μια δοσοεξαρτώμενη
παράταση του διαστήματος QT. Περιπτώσεις επιμήκυνσης του
διαστήματος QT και κοιλιακή αρρυθμία συμπεριλαμβανομένης της
κοιλιακής ταχυκαρδίας δίκην ριπιδίου έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια
της περιόδου μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου, κυρίως σε ασθενείς
του γυναικείου φύλου, με υποκαλιαιμία, ή με προϋπάρχουσα παράταση
του διαστήματος QT ή άλλα καρδιακά νοσήματα (βλέπε παραγράφους 4.3,
4.5, 4.8, 4.9 και 5.1).
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σημαντική βραδυκαρδία, ή σε
ασθενείς με πρόσφατο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου ή μη
αντιρροπούμενη καρδιακή ανεπάρκεια.
Διαταραχές των ηλεκτρολυτών όπως υποκαλιαιμία και υπομαγνησιαιμία
αυξάνουν τον κίνδυνο για κακοήθεις αρρυθμίες και πρέπει να
διορθωθούν πριν την έναρξη της θεραπείας με εσιταλοπράμη.
Εάν λαμβάνουν τη θεραπεία ασθενείς με σταθερή καρδιακή νόσο, θα
πρέπει να γίνεται μία επανεξέταση με ΗΚΓ πριν από την έναρξη της
θεραπείας.
Αν εμφανιστούν σημεία καρδιακής αρρυθμίας κατά τη διάρκεια της
θεραπείας με εσιταλοπράμη, θα πρέπει να αποσυρθεί η θεραπεία και να
γίνει ΗΚΓ.
Γλαύκωμα Κλειστής Γωνίας
Οι SSRIs συμπεριλαμβανομένης της εσιταλοπράμης μπορεί να έχουν
επίδραση στο μέγεθος της κόρης οδηγώντας σε μυδρίαση. Αυτή η
μυδριατική δράση μπορεί δυνητικά να προκαλέσει σμίκρυνση της γωνίας
του οφθαλμού προκαλώντας αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση και γλαύκωμα
κλειστής γωνίας, ιδιαίτερα σε ασθενείς με σχετική προδιάθεση. Για το
λόγο αυτό, η εσιταλοπράμη θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε
ασθενείς με γλαύκωμα κλειστής γωνία ή ιστορικό γλαυκώματος.
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Οι ασθενείς με σπάνια
κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκειας Lapp
8
λακτάσης ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης γαλακτόζης δε θα πρέπει να
λαμβάνουν το Escitalopram/Sandoz.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις
Συνδυασμοί που αντενδείκνυνται:
Μη-αναστρέψιμοι, μη-εκλεκτικοί αναστολείς ΜΑΟ
Έχουν αναφερθεί περιστατικά σοβαρών αντιδράσεων σε ασθενείς οι
οποίοι λάμβαναν έναν SSRI σε συνδυασμό με έναν μη-εκλεκτικό, μη-
αναστρέψιμο αναστολέα της μονοαμινοοξειδάσης (αναστολέα ΜΑΟ),
καθώς και σε ασθενείς οι οποίοι διέκοψαν πρόσφατα τη λήψη του SSRI
και στη συνέχεια ξεκίνησαν θεραπεία με τέτοιον αναστολέα ΜΑΟλέπε
παράγραφο 4.3). Σε κάποιες περιπτώσεις, ο ασθενής εμφάνισε σύνδρομο
σεροτονίνης (βλέπε παράγραφο 4.8).
Ο συνδυασμός εσιταλοπράμης με μη-εκλεκτικούς, μη-αναστρέψιμους
αναστολείς ΜΑΟ αντενδείκνυται. Η αγωγή με την εσιταλοπράμη μπορεί
να ξεκινήσει 14 ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας με μη-
αναστρέψιμο αναστολέα ΜΑΟ. Πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 7
ημέρες μετά τη διακοπή της αγωγής με εσιταλοπράμη, πριν την έναρξη
της αγωγής με μη-εκλεκτικό, μη-αναστρέψιμο αναστολέα ΜΑΟ.
Αναστρέψιμος, εκλεκτικός αναστολέας ΜΑΟ-Α (μοκλοβεμίδη)
Λόγω του κινδύνου εμφάνισης συνδρόμου σεροτονίνης, ο συνδυασμός
της εσιταλοπράμης με αναστολέα ΜΑΟ-Α όπως η μοκλοβεμίδη
αντενδείκνυται (βλέπε παράγραφο 4.3). Εάν ο συνδυασμός αποδειχθεί
αναγκαίος, θα πρέπει να ξεκινήσει από την ελάχιστη συνιστώμενη
δοσολογία και θα πρέπει να ενταθεί η κλινική παρακολούθηση.
Αναστρέψιμος, μη-εκλεκτικός αναστολέας ΜΑΟ (λινεζολίδη)
Το αντιβιοτικό λινεζολίδη είναι ένας αναστρέψιμος, μη-εκλεκτικός
αναστολέας ΜΑΟ και δε θα πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που
λαμβάνουν αγωγή με εσιταλοπράμη. Εάν ο συνδυασμός αποδειχθεί
αναγκαίος, θα πρέπει να χορηγηθεί με την ελάχιστη δοσολογία και υπό
στενή κλινική παρακολούθηση (βλέπε παράγραφο 4.3).
Μη-αναστρέψιμος, εκλεκτικός αναστολέας ΜΑΟ-Β (σελεγιλίνη)
Κατά το συνδυασμό με σελεγιλίνη (μη αναστρέψιμος αναστολέας ΜΑΟ-
Β), χρειάζεται προσοχή λόγω του κινδύνου εμφάνισης συνδρόμου
σεροτονίνης. Δόσεις σελεγιλίνης μέχρι 10 mg/ημέρα έχουν συγχορηγηθεί
με ασφάλεια σε συνδυασμό με ρακεμική σιταλοπράμη.
Παράταση του διαστήματος QT
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί φαρμακοκινητικές και φαρμακοδυναμικές
μελέτες της εσιταλοπράμης σε συνδυασμό με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα που παρατείνουν το διάστημα QT. Δεν μπορεί να αποκλειστεί
αθροιστική επίδραση της εσιταλοπράμης και αυτών των φαρμακευτικών
προϊόντων. Ως εκ τούτου, αντενδείκνυται η συγχορήγηση της
εσιταλοπράμης με φαρμακευτικά προϊόντα που επιμηκύνουν το διάστημα
QT, όπως αντιαρρυθμικά Τάξης ΙΑ και ΙΙΙ, αντιψυχωσικά (π.χ. παράγωγα
phenotiazine, πιμοζίδη, αλοπεριδόλη), τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
9
ορισμένοι αντιμικροβιακοί παράγοντες (π.χ. σπαρφλοξασίνη,
μοξιφλοξασίνη, ερυθρομυκίνη IV, πενταμιδίνη, θεραπεία ελονοσίας
κυρίως αλοφαντρίνη), ορισμένα αντιισταμινικά (αστεμιζόλη,
μιζολαστίνη).
Συνδυασμοί που απαιτούν προφυλάξεις κατά τη χρήση:
Σεροτονινεργικά φαρμακευτικά προϊόντα
Η συγχορήγηση με σεροτονινεργικά φαρμακευτικά προϊόντα (π.χ.
τραμαδόλη, σουματριπτάνη και άλλες τριπτάνες) μπορεί να οδηγήσει
στην εμφάνιση συνδρόμου σεροτονίνης.
Φαρμακευτικά προϊόντα που μειώνουν τον ουδό των επιληπτικών
κρίσεων
Οι SSRIs μπορούν να μειώσουν τον ουδό των επιληπτικών κρίσεων.
Συνιστάται προσοχή όταν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα που μπορεί να μειώσουν τον ουδό των
επιληπτικών κρίσεων (π.χ. αντικαταθλιπτικά (τρικυκλικά, SSRIs),
νευροληπτικά (φαινοθειαζίνες, θειοξανθίνες και βουτυροφαινόνες),
μεφλοκίνη, βουπροπιόνη και τραμαδόλη).
Λίθιο, τρυπτοφάνη
Υπήρξαν αναφορές αυξημένων δράσεων σε περιπτώσεις όπου οι SSRIs
συγχορηγήθηκαν με λίθιο ή τρυπτοφάνη, συνεπώς η ταυτόχρονη χρήση
των SSRIs με αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα πρέπει να γίνεται με
προσοχή.
St
John
s
Wort
Η ταυτόχρονη χρήση SSRIs και φυτικών σκευασμάτων που περιέχουν St
Johns Wort (Hypericum
perforatum
/Υπερικό/Βαλσαμόχορτο
) μπορεί να έχει ως
αποτέλεσμα αύξηση στην επίπτωση των ανεπιθύμητων ενεργειών (βλέπε
παράγραφο 4.4).
Αιμορραγία
Μπορεί να εμφανιστεί μεταβολή στην αντιπηκτική δράση όταν η
εσιταλοπράμη συνδυαστεί με από του στόματος χορηγούμενα
αντιπηκτικά. Ασθενείς που λαμβάνουν από του στόματος χορηγούμενη
αντιπηκτική θεραπεία πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά για την
πηκτικότητα του αίματος όταν αρχίζει ή διακόπτεται η θεραπεία με
εσιταλοπράμη (βλέπε παράγραφο 4.4).
Η ταυτόχρονη χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων
(ΜΣΑΦ) μπορεί να αυξήσει την αιμορραγική τάση (βλέπε παράγραφο 4.4).
Αλκοόλ
Καμία φαρμακοδυναμική ή φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση δεν
αναμένεται μεταξύ εσιταλοπράμης και αλκοόλ. Ωστόσο, όπως και με όλα
τα ψυχοτρόπα φαρμακευτικά προϊόντα, ο συνδυασμός με το αλκοόλ δε
συνιστάται.
Φαρμακευτικά προϊόντα που προκαλούν υποκαλιαιμία/ υπομαγνησιαιμία
Επιβάλλεται να επιδεικνύεται προσοχή κατά τη συγχορήγηση
φαρμακευτικών προϊόντων που προκαλούν
υποκαλιαιμία/υπομαγνησιαιμία επειδή οι εν λόγω καταστάσεις αυξάνουν
τον κίνδυνο εμφάνισης κακοήθους αρρυθμίας (βλέπε παράγραφο 4.4).
10
Φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις
Επίδραση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων στη φαρμακοκινητική της
εσιταλοπράμης
Ο μεταβολισμός της εσιταλοπράμης πραγματοποιείται κυρίως μέσω του
CYP2C19. Τα CYP3Α4 και CYP2D6 μπορεί επίσης να συμβάλουν στο
μεταβολισμό, αλλά σε μικρότερο βαθμό. Ο μεταβολισμός του βασικού
μεταβολίτη S-DCT (απομεθυλιωμένη εσιταλοπράμη) φαίνεται ότι
καταλύεται σε κάποιο βαθμό από το CYP2D6.
Συγχορήγηση εσιταλοπράμης με ομεπραζόλη 30 mg άπαξ ημερησίως (έναν
αναστολέα του CYP2C19) είχε ως αποτέλεσμα τη μέτρια (περίπου 50%)
αύξηση της συγκέντρωσης της εσιταλοπράμης στο πλάσμα.
Συγχορήγηση εσιταλοπράμης με σιμετιδίνη 400 mg δις ημερησίως (ένα
μετρίως ισχυρό γενικό αναστολέα ενζύμων) είχε ως αποτέλεσμα μία
μέτρια (περίπου 70%) αύξηση της συγκέντρωσης της εσιταλοπράμης στο
πλάσμα. Συνιστάται προσοχή κατά τη χορήγηση εσιταλοπράμης σε
συνδυασμό με σιμετιδίνη. Προσαρμογή της δόσης μπορεί να
δικαιολογείται.
Για το λόγο αυτό, χρειάζεται προσοχή όταν η εσιταλοπράμη
χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με αναστολείς του CYP2C19 (π.χ.
ομεπραζόλη, εσομεπραζόλη, φλουβοξαμίνη, λανσοπραζόλη, τικλοπιδίνη)
ή σιμετιδίνη. Μείωση της δόσης της εσιταλοπράμης μπορεί να είναι
απαραίτητη, με βάση την παρακολούθηση των ανεπιθύμητων ενεργειών
κατά τη συγχορήγηση (βλέπε παράγραφο 4.4).
Επίδραση της εσιταλοπράμης στη φαρμακοκινητική άλλων
φαρμακευτικών προϊόντων
Η εσιταλοπράμη είναι ένας αναστολέας του ενζύμου CYP2D6.
Συνιστάται προσοχή κατά τη συγχορήγηση της εσιταλοπράμης με
φαρμακευτικά προϊόντα, των οποίων ο μεταβολισμός πραγματοποιείται
κυρίως από αυτό το ένζυμο, και έχουν στενό θεραπευτικό δείκτη π.χ.
φλεκαϊνίδη, προπαφαινόνη και μετοπρολόλη (όταν χρησιμοποιείται στην
καρδιακή ανεπάρκεια), ή κάποια φάρμακα που επιδρούν στο ΚΝΣ και
μεταβολίζονται κυρίως από το CYP2D6, π.χ. αντικαταθλιπτικά όπως η
δεσιπραμίνη, η κλομιπραμίνη και η νορτριπτυλίνη ή αντιψυχωσικά όπως
η ρισπεριδόνη, η θειοριδαζίνη και η αλλοπεριδόλη. Μπορεί να χρειαστεί
προσαρμογή της δόσης.
Η συγχορήγηση με δεσιπραμίνη ή μετοπρολόλη οδήγησε και στις δύο
περιπτώσεις σε διπλασιασμό των επιπέδων αυτών των δύο
υποστρωμάτων του CYP2D6 στο πλάσμα.
Μελέτες in
vitro κατέδειξαν ότι η εσιταλοπράμη μπορεί επίσης να
προκαλέσει ασθενή αναστολή του CYP2C19. Συνιστάται προσοχή κατά
την ταυτόχρονη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων τα οποία
μεταβολίζονται από το CYP2C19.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
11
Για την εσιταλοπράμη, υπάρχουν μόνο περιορισμένα κλινικά δεδομένα
σχετικά με την έκθεση κατά την κύηση. Μελέτες σε ζώα κατέδειξαν
αναπαραγωγική τοξικότητα (βλέπε παράγραφο 5.3).
Το Escitalopram/Sandoz δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της
κύησης εκτός εάν είναι σαφώς απαραίτητο και μόνο έπειτα από
προσεκτική εκτίμηση της σχέσης κινδύνου/οφέλους.
Τα νεογνά πρέπει να παρακολουθούνται εάν η χρήση του
Escitalopram/Sandoz από τη μητέρα συνεχίζεται και κατά την όψιμη κύηση,
ιδιαίτερα στο τρίτο τρίμηνο. Κατά τη διάρκεια της κύησης πρέπει να
αποφεύγεται η απότομη διακοπή.
Η χρήση των SSRIs/ SΝRIs από τη μητέρα κατά τα όψιμα στάδια της
κύησης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση των ακόλουθων
συμπτωμάτων στο νεογνό: αναπνευστική δυσχέρεια, κυάνωση, άπνοια,
σπασμοί, αστάθεια στη θερμοκρασία, δυσκολία στη σίτιση, έμετος,
υπογλυκαιμία, υπερτονία, υποτονία, υπεραντανακλαστικότητα, τρόμος,
σπαστικότητα, ευερεθιστότητα, λήθαργος, συνεχές κλάμα, υπνηλία και
δυσκολία στον ύπνο. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί είτε να οφείλονται σε
σεροτονινεργικές επιδράσεις είτε να είναι συμπτώματα απόσυρσης. Στην
πλειονότητα των περιπτώσεων οι επιπλοκές αρχίζουν αμέσως ή σύντομα
(< 24 ώρες) μετά τον τοκετό.
Επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι η χρήση των SSRIs κατά την
κύηση, ειδικά σε όψιμο στάδιο κύησης, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο
εμμένουσας πνευμονικής υπέρτασης των νεογνών (PPHN). Ο
παρατηρούμενος κίνδυνος ήταν περίπου 5 περιστατικά στις 1000
κυήσεις. Στο γενικό πληθυσμό, σημειώνονται 1 έως 2 περιστατικά PPHN
ανά 1000 κυήσεις.
Θηλασμός
Η εσιταλοπράμη αναμένεται να απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα.
Συνεπώς, η γαλουχία δε συνιστάται κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Γονιμότητα
Δεδομένα σε ζώα έχουν δείξει ότι η σιταλοπράμη μπορεί να επηρεάσει
την ποιότητα του σπέρματος (βλέπε παράγραφο 5.3).
Αναφορές με κάποια SSRIs στον άνθρωπο έχουν δείξει ότι η επίδραση
στην ποιότητα του σπέρματος είναι αναστρέψιμη.
Δεν έχουν παρατηρηθεί μέχρι σήμερα επιπτώσεις στη γονιμότητα του
ανθρώπου.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Αν και έχει δειχθεί ότι η εσιταλοπράμη δεν επηρεάζει τη διανοητική
λειτουργία ή τις ψυχοκινητικές ικανότητες, κάθε ψυχοδιεγερτικό
φαρμακευτικό προϊόν ενδέχεται να μειώσει την κρίση ή τις δεξιότητες.
Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται για τον πιθανό κίνδυνο να
επηρεαστεί η ικανότητά τους για οδήγηση αυτοκινήτου και χειρισμό
μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
12
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρατηρούνται συχνότερα κατά την πρώτη ή
δεύτερη εβδομάδα της θεραπείας και συνήθως μειώνεται η ένταση και η
συχνότητά τους καθώς συνεχίζεται η θεραπεία.
Πίνακας με τις ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που είναι γνωστές για τους SSRIs και έχουν
επίσης αναφερθεί για την εσιταλοπράμη, είτε σε ελεγχόμενες με εικονικό
φάρμακο κλινικές μελέτες ή ως αυθόρμητα συμβάντα μετά την
κυκλοφορία του φαρμάκου, αναγράφονται παρακάτω κατά κατηγορία
οργανικού συστήματος και συχνότητα εμφάνισης.
Οι συχνότητες έχουν εξαχθεί από κλινικές μελέτες· δεν είναι
διορθωμένες σύμφωνα με το εικονικό φάρμακο.
Οι συχνότητες ορίζονται ως: πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100 έως
<1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως ≤1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως
≤1/1.000), πολύ σπάνιες (≤1/10.000), ή μη γνωστές (δεν μπορούν να
εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Kατηγορία/
οργανικό
σύστημα
Συχνότη
τα
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και
του λεμφικού
συστήματος
Μη
γνωστές
Θρομβοπενία
Δ ιαταραχές του
ανοσοποιητικού
μσυστή ατος
Σπάνιες Αναφυλακτική αντίδραση
Δ ιαταραχές του
ενδοκρινικού
μσυστή ατος
Μη
γνωστές
Απρόσφορη έκκριση
μαντιδιουρητικής ορ όνης
Διαταραχές του
μεταβολισμού
και της θρέψης
Συχνές Μειωμένη όρεξη, αυξημένη όρεξη,
σωματικό βάρος αυξημένο
Όχι συχνές Σωματικό βάρος μειωμένο
Μη
γνωστές
Υπονατριαιμία, ανορεξία
1
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Συχνές Άγχος, ανησυχία, ανώμαλα όνειρα,
γενετήσια ορμή μειωμένη
Γυναίκες: ανοργασμία
Όχι συχνές Τριγμός των οδόντων, διέγερση,
νευρικότητα, προσβολή πανικού,
συγχυτική κατάσταση
Σπάνιες Επιθετικότητα,
αποπροσωποποίηση, ψευδαίσθηση
Μη
γνωστές
Μανία, αυτοκτονικός ιδεασμός,
αυτοκτονική συμπεριφορά
2
Δ ιαταραχές του
νευρικού
μσυστή ατος
Πολύ
συχνές
Κεφαλαλγία
Συχνές Αϋπνία, υπνηλία, ζάλη,
παραισθησία, τρόμος
Όχι συχνές Διαταραχή γεύσης, διαταραχή
ύπνου, συγκοπή
Σπάνιες Σύνδρομο σεροτονίνης
13
Μη
γνωστές
Δυσκινησία, διαταραχή
κινητικότητας, σπασμός,
ψυχοκινητική ανησυχία/ακαθησία
1
μ Οφθαλ ικές
διαταραχές
Όχι συχνές Μυδρίαση, οπτική διαταραχή
Διαταραχές του
ωτός και του
λαβυρίνθου
Όχι συχνές Εμβοές
Καρδιακές
διαταραχές
Όχι συχνές Ταχυκαρδία
Σπάνιες Βραδυκαρδία
Μη
γνωστές
Επιμήκυνση του QT στο
ηλεκτροκαρδιογράφημα, κοιλιακή
αρρυθμία, συμπεριλαμβανομένης
της
κοιλιακής ταχυκαρδίας δίκην
ριπιδίου
Αγγειακές
διαταραχές
Μη
γνωστές
Ορθοστατική υπόταση
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Συχνές Παραρρινοκολπίτιδα, χασμουρητό
Όχι συχνές Επίσταξη
Δ ιαταραχές του
γαστρεντερικού
μσυστή ατος
Πολύ
συχνές
Ναυτία
Συχνές Διάρροια, δυσκοιλιότητα, έμετος,
ξηροστομία
Όχι συχνές Αιμορραγία του γαστρεντερικού
σωλήνα (συμπεριλαμβανομένης
αιμορραγίας του ορθού)
Διαταραχές του
ήπατος και των
χοληφόρων
Μη
γνωστές
Ηπατίτιδα,
δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας
μη φυσιολογικές
Διαταραχές του
δέρματος και
του υποδόριου
ιστού
Συχνές Εφίδρωση αυξημένη
Όχι συχνές Κνίδωση, αλωπεκία, εξάνθημα,
κνησμός
Μη
γνωστές
Εκχύμωση, αγγειοοιδήματα
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και
του συνδετικού
ιστού και
οστικές
διαταραχές
Συχνές Αρθραλγία, μυαλγία
Διαταραχές των
νεφρών και των
ουροφόρων
οδών
Μη
γνωστές
Κατακράτηση ούρων
Διαταραχές του
αναπαραγωγικο
ύ συστήματος
και του μαστού
Συχνές Άνδρες: διαταραχές
εκσπερμάτισης, ανικανότητα
Όχι συχνές Γυναίκες: μητρορραγία,
μηνορραγία
14
Μη
γνωστές
Γαλακτόρροια, Άνδρες: πριαπισμός
Γενικές
διαταραχές και
καταστάσεις της
οδού χορήγησης
Συχνές Κόπωση, πυρεξία
Όχι συχνές Οίδημα
1
Αυτά τα συμβάντα αναφέρθηκαν για τη θεραπευτική κατηγορία των
SSRIs.
2
Περιστατικά αυτοκτονικού ιδεασμού και αυτοκτονικών συμπεριφορών
έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια της θεραπείας με εσιταλοπράμη ή λίγο
μετά τη διακοπή της θεραπείας (βλέπε παράγραφο 4.4).
Παράταση του διαστήματος QT
Περιπτώσεις παράτασης του διαστήματος QT και κοιλιακής αρρυθμίας
συμπεριλαμβανομένης της κοιλιακής ταχυκαρδίας δίκην ριπιδίου έχουν
αναφερθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την κυκλοφορία του
φαρμάκου, κυρίως σε ασθενείς του γυναικείου φύλου, με υποκαλιαιμία, ή
με προϋπάρχουσα παράταση του διαστήματος QT ή άλλα καρδιακά
νοσήματα (βλέπε παραγράφους 4.3, 4.4 , 4.5, 4.9 και 5.1).
Επιδράσεις φαρμάκων αυτής της κατηγορίας
Οι επιδημιολογικές μελέτες, οι οποίες διεξάχθηκαν κυρίως σε ασθενείς
50 ετών και άνω, δείχνουν αυξημένο κίνδυνο οστικών καταγμάτων
στους ασθενείς που λαμβάνουν SSRIs και τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά
(TCAs). Ο μηχανισμός που οδηγεί στον παραπάνω κίνδυνο είναι
άγνωστος.
Συμπτώματα απόσυρσης με τη διακοπή της θεραπείας
Η διακοπή της θεραπείας με SSRIs/SΝRIs (ιδιαίτερα όταν είναι απότομη)
έχει συχνά ως αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων απόσυρσης. Οι
αντιδράσεις που έχουν αναφερθεί συχνότερα είναι: ζάλη, διαταραχές
αισθητικότητας (συμπεριλαμβανομένων παραισθησίας και αισθήσεων
σαν ηλεκτρικό σοκ), διαταραχές του ύπνου (συμπεριλαμβανομένων
αϋπνίας και έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία και/ή έμετος,
τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση, κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθημα παλμών,
συναισθηματική αστάθεια, ευερεθιστότητα και οπτικές διαταραχές.
Γενικά, αυτά τα συμβάντα είναι ήπιας έως μέτριας έντασης και
αυτοπεριοριζόμενα, όμως, σε μερικούς ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρά
και/ ή παρατεταμένης χρονικής διάρκειας. Επομένως, όταν η αγωγή με
την εσιταλοπράμη δεν είναι πλέον απαραίτητη, συνιστάται να γίνεται
προοδευτική διακοπή της θεραπείας με σταδιακή μείωση της δόσης
(βλέπε παραγράφους 4.2 και 4.4).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων,
Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: + 30 21
32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr
15
4.9 Υπερδοσολογία
Τοξικότητα
Τα κλινικά δεδομένα σχετικά με την υπερδοσολογία με εσιταλοπράμη
είναι περιορισμένα και πολλά περιστατικά περιλαμβάνουν ταυτόχρονες
υπερδοσολογίες με άλλα φάρμακα. Στην πλειονότητα των περιστατικών
έχουν αναφερθεί ήπια ή καθόλου συμπτώματα. Μοιραία περιστατικά με
υπερδοσολογία μόνο με εσιταλοπράμη έχουν αναφερθεί σπάνια. Η
πλειονότητα των περιστατικών αφορά σε υπερδοσολογία με ταυτόχρονη
λήψη και άλλων φαρμάκων. Έχουν ληφθεί δόσεις μόνο εσιταλοπράμης
μεταξύ 400 και 800 mg χωρίς κάποια σοβαρά συμπτώματα.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα που έχουν εμφανιστεί στις αναφερθείσες περιπτώσεις
υπερδοσολογίας με εσιταλοπράμη περιλαμβάνουν συμπτώματα
σχετιζόμενα κυρίως με το κεντρικό νευρικό σύστημα (κυμαίνονται από
ζάλη, τρόμο και διέγερση μέχρι σπάνιες περιπτώσεις συνδρόμου
σεροτονίνης, σπασμών και κώματος), με το γαστρεντερικό σύστημα
(ναυτία/έμετος), το καρδιαγγειακό σύστημα (υπόταση, ταχυκαρδία,
επιμήκυνση του διαστήματος QT και αρρυθμία) και με καταστάσεις
διαταραχής ισοζυγίου ηλεκτρολυτών/υγρών (υποκαλιαιμία,
υπονατριαιμία).
Αντιμετώπιση
Δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο. Πρέπει να εξασφαλιστεί και να διατηρηθεί
η ελευθερία των αεροφόρων οδών, να εξασφαλιστεί η επαρκής
οξυγόνωση και η αναπνευστική λειτουργία. Θα πρέπει να εξεταστεί η
πλύση στομάχου και η χρήση ενεργού άνθρακα. Η πλύση στομάχου θα
πρέπει να λάβει χώρα όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την από του
στόματος κατάποση. Συνιστάται η παρακολούθηση της καρδιακής
λειτουργίας και των ζωτικών σημείων σε συνδυασμό με γενικά μέτρα
συμπτωματικής υποστήριξης.
Παρακολούθηση με ΗΚΓ συνιστάται στην περίπτωση υπερδοσολογίας, σε
ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια / βραδυαρρυθμίες, σε
ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα φάρμακα που παρατείνουν το
διάστημα QT, ή σε ασθενείς με διαταραγμένο μεταβολισμό, π.χ. ηπατική
δυσλειτουργία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: αντικαταθλιπτικά, εκλεκτικοί
αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης
Κωδικός ATC: Ν 06 ΑΒ 10
Μηχανισμός δράσης
Η εσιταλοπράμη είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας της επαναπρόσληψης
της σεροτονίνης (5-ΗΤ) με υψηλή χημική συγγένεια για την κύρια θέση
δέσμευσης. Επίσης προσδένεται σε αλλοστερική θέση στο μεταφορέα της
σεροτονίνης, με 1.000 φορές μικρότερη χημική συγγένεια.
Η εσιταλοπράμη έχει μηδενική ή χαμηλή συγγένεια για διάφορους
υποδοχείς συμπεριλαμβανομένων των 5-ΗΤ
, 5-ΗΤ
2
, DA D
1
και D
2
16
υποδοχέων, α
1
-, α
2
- και β- αδρενεργικών υποδοχέων, Η
1
ισταμινεργικών,
μουσκαρινικών χολινεργικών υποδοχέων, υποδοχέων βενζοδιαζεπινών
και οπιοειδών υποδοχέων.
Η αναστολή της επαναπρόσληψης της 5-ΗΤ είναι ο μόνος πιθανός
μηχανισμός δράσης ο οποίος εξηγεί τη φαρμακολογική και κλινική δράση
της εσιταλοπράμης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Σε μια διπλή τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη με ΗΚΓ σε
υγιή άτομα, η αλλαγή από την αρχική τιμή του QTc (Fridericia-διόρθωση)
ήταν 4,3 msec (90% CI: 2.2, 6.4) στη δόση των 10 mg / ημέρα και 10,7
msec (90 % CI: 8,6, 12,8) στην υπερθεραπευτική δόση των 30 mg / ημέρα
(βλέπε παραγράφους 4.3, 4.4, 4.5, 4.8 και 4.9).
Κλινική αποτελεσματικότητα
Μείζονα Καταθλιπτικά Επεισόδια
Η εσιταλοπράμη έχει βρεθεί ότι είναι αποτελεσματική στη θεραπεία της
οξείας φάσης του μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου σε τρεις από τις
τέσσερις διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μικρής
διάρκειας (8 εβδομάδων) μελέτες. Σε μία μακροχρόνια μελέτη για την
πρόληψη των υποτροπών, 274 ασθενείς που έδειξαν ανταπόκριση κατά
τη διάρκεια των αρχικών 8 εβδομάδων της ανοιχτής θεραπείας με
εσιταλοπράμη 10 ή 20 mg/ημέρα, τυχαιοποιήθηκαν για να συνεχίσουν με
εσιταλοπράμη στην ίδια δόση, ή με εικονικό φάρμακο, για μέχρι και 36
εβδομάδες. Στη μελέτη αυτή, οι ασθενείς που συνέχισαν να λαμβάνουν
εσιταλοπράμη παρέμειναν για σημαντικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα
ελεύθεροι υποτροπής στο διάστημα των 36 εβδομάδων που
επακολούθησε, σε σύγκριση με εκείνους που λάμβαναν το εικονικό
φάρμακο.
Κοινωνική αγχώδης διαταραχή
Η εσιταλοπράμη έχει βρεθεί ότι είναι αποτελεσματική τόσο στις τρεις
βραχυχρόνιες (12 εβδομάδων) μελέτες που πραγματοποιήθηκαν όσο και
στα άτομα με κλινική ανταπόκριση σε μία μελέτη πρόληψης υποτροπής
της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής
με χρονική διάρκεια 6 μηνών.
Κατά τη διάρκεια μιας μελέτης εύρεσης της δόσης χρονικής διάρκειας 24
εβδομάδων, καταδείχτηκε η αποτελεσματικότητα της εσιταλοπράμης
στις δόσεις των 5, 10 και 20 mg.
Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή
Η εσιταλοπράμη στις δόσεις των 10 και 20 mg/ημέρα ήταν
αποτελεσματική και στις τέσσερις ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο
μελέτες που πραγματοποιήθηκαν.
Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από τρεις μελέτες
παρόμοιου σχεδιασμού στις οποίες συμμετείχαν 421 ασθενείς οι οποίοι
έλαβαν θεραπεία με εσιταλοπράμη και 419 ασθενείς οι οποίοι έλαβαν
θεραπεία με το εικονικό φάρμακο κατέδειξε ανταπόκριση σε ποσοστό
47,5% και 28,9%, αντίστοιχα, και ύφεση των συμπτωμάτων της νόσου σε
ποσοστό 37,1% και 20,8%, αντίστοιχα. Αποτέλεσμα με διάρκεια
σημειώθηκε από την 1
η
εβδομάδα.
Η διατήρηση της αποτελεσματικότητας της εσιταλοπράμης στη δόση των
20 mg/ημέρα καταδείχτηκε σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη διατήρησης της
17
αποτελεσματικότητας χρονικής διάρκειας 24 έως 76 εβδομάδων σε 373
ασθενείς οι οποίοι είχαν δείξει κλινική ανταπόκριση κατά την αρχική
ανοικτή φάση της θεραπείας, χρονικής διάρκειας 12 εβδομάδων.
Ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή
Κατά τη διάρκεια μιας τυχαιοποιημένης, διπλά τυφλής, κλινικής μελέτης,
δόση εσιταλοπράμης ίση με 20 mg/ ημέρα διαχωρίστηκε από το εικονικό
φάρμακο βάσει της συνολικής βαθμολογίας Y-BOCS έπειτα από 12
εβδομάδες. Μετά από την παρέλευση 24 εβδομάδων, και οι δύο δόσεις
των 10 και 20 mg/ημέρα εσιταλοπράμης υπερείχαν σε σύγκριση με το
εικονικό φάρμακο.
Η ικανότητα ως προς την πρόληψη υποτροπής καταδείχτηκε για ασθενείς
που έλαβαν δόση εσιταλοπράμης ίση με 10 και 20 mg/ημέρα, οι οποίοι
έδειξαν κλινική ανταπόκριση στην εσιταλοπράμη κατά τη διάρκεια της
ανοικτής φάσης διάρκειας 16 εβδομάδων μιας μελέτης και οι οποίοι
εισήλθαν σε μια τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό
φάρμακο φάση χρονικής διάρκειας 24 εβδομάδων.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η απορρόφηση είναι σχεδόν πλήρης και ανεξάρτητη από τη λήψη τροφής
μέσος χρόνος για την επίτευξη της μέγιστης συγκέντρωσης (mean T
max
)
είναι 4 ώρες μετά από πολλαπλές δόσεις). Όπως ισχύει και για τη
ρακεμική σιταλοπράμη, η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα της εσιταλοπράμης
αναμένεται να είναι περίπου 80%.
Κατανομή
Ο φαινόμενος όγκος κατανομής (V
d
/F) μετά την από του στόματος
χορήγηση είναι περίπου 12 έως 26 L/kg. Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του
πλάσματος είναι κάτω από 80% για την εσιταλοπράμη και τους βασικούς
της μεταβολίτες.
Βιομετασχηματισμός
Η εσιταλοπράμη μεταβολίζεται στο ήπαρ και μετατρέπεται στον
απομεθυλιωμένο και στον δις απομεθυλιωμένο μεταβολίτη της. Οι
μεταβολίτες αυτοί είναι και οι δύο φαρμακολογικά δραστικοί.
Εναλλακτικά, το άζωτο μπορεί να οξειδωθεί για να σχηματίσει το Ν-
οξείδιο μεταβολίτη. Τόσο η μητρική ένωση όσο και οι μεταβολίτες της
απεκκρίνονται μερικώς ως γλυκουρονίδια. Μετά από πολλαπλές δόσεις
οι μέσες συγκεντρώσεις του απομεθυλιωμένου και δις απομεθυλιωμένου
μεταβολίτη είναι συνήθως 28-31% και < 5% της συγκέντρωσης της
εσιταλοπράμης, αντίστοιχα. Ο βιομετασχηματισμός της εσιταλοπράμης
στον απομεθυλιωμένο μεταβολίτη της πραγματοποιείται βασικά μέσω
του CYP2C19. Είναι πιθανή κάποια συμβολή από τα ένζυμα CYP3Α4 και
CYP2D6.
Απέκκριση
Η ημιπερίοδος ζωής απέκκρισης (t
½ β
) μετά από πολλαπλές δόσεις είναι
περίπου 30 ώρες και η κάθαρση του πλάσματος εφόσον ληφθεί από το
στόμα (Cl
oral
) είναι περίπου 0,6 L/min. Οι βασικοί μεταβολίτες έχουν
σημαντικά μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής. Η εσιταλοπράμη και οι
κύριοι μεταβολίτες της θεωρείται ότι απομακρύνονται τόσο από την
18
ηπατική (μεταβολική) όσο και από τη νεφρική οδό, με μεγάλο μέρος της
δόσης να απεκκρίνεται στα ούρα υπό τη μορφή μεταβολιτών.
Γραμμικότητα
Η φαρμακοκινητική είναι γραμμική. Επίπεδα σταθεροποιημένης
κατάστασης στο πλάσμα επιτυγχάνονται σε περίπου 1 εβδομάδα. Η μέση
συγκέντρωση κατά τη σταθεροποιημένη κατάσταση των 50 nmol/L (εύρος
από 20 έως 125 nmol/L) επιτυγχάνεται με ημερήσια δόση 10 mg.
Ηλικιωμένοι (> 65 ετών)
Η εσιταλοπράμη φαίνεται ότι απεκκρίνεται βραδύτερα στους
ηλικιωμένους ασθενείς συγκριτικά με τους νεότερους ασθενείς. Η
συστηματική έκθεση (AUC) είναι περίπου 50% υψηλότερη στους
ηλικιωμένους ασθενείς συγκριτικά με τους νεότερους υγιείς εθελοντές
(βλέπε παράγραφο 4.2).
Ηπατική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια ηπατική ανεπάρκεια (κριτήρια Α και Β κατά
Child-Pugh), ο χρόνος ημίσειας ζωής της εσιταλοπράμης ήταν περίπου
διπλάσιος και η έκθεση ήταν περίπου 60% μεγαλύτερη σε σχέση με τα
άτομα με φυσιολογική ηπατική λειτουργία (βλέπε παράγραφο 4.2).
Νεφρική δυσλειτουργία
Με τη ρακεμική σιταλοπράμη, παρατηρήθηκε μεγαλύτερη ημιπερίοδος
ζωής και μικρή αύξηση στην έκθεση σε ασθενείς με ελαττωμένη νεφρική
λειτουργία (CL
cr
10-53 ml/min). Η συγκέντρωση των μεταβολιτών στο
πλάσμα δεν έχει μελετηθεί, όμως πιθανόν να είναι αυξημένη (βλέπε
παράγραφο 4.2).
Πολυμορφισμός
Έχει παρατηρηθεί ότι τα άτομα με χαμηλό μεταβολισμό του CYP2C19
εμφανίζουν διπλάσιες συγκεντρώσεις εσιταλοπράμης στο πλάσμα σε
σύγκριση με τα άτομα με εκτεταμένο μεταβολισμό. Δεν έχει παρατηρηθεί
κάποια σημαντική μεταβολή στην έκθεση στα άτομα με χαμηλό
μεταβολισμό του CYP2D6 (βλέπε παράγραφο 4.2).
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Δεν έχει γίνει ολοκληρωμένο πρόγραμμα προκλινικών μελετών με
εσιταλοπράμη δεδομένου ότι οι συγκριτικές τοξικοκινητικές και
τοξικολογικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε αρουραίους με
εσιταλοπράμη και σιταλοπράμη έδειξαν παρόμοιο προφίλ. Για το λόγο
αυτό όλες οι πληροφορίες της σιταλοπράμης μπορούν να εφαρμοστούν
και στην εσιταλοπράμη.
Σε συγκριτικές τοξικολογικές μελέτες σε αρουραίους, η εσιταλοπράμη
και η σιταλοπράμη προκάλεσαν καρδιακή τοξικότητα,
συμπεριλαμβανομένης της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, μετά
από θεραπεία μερικών εβδομάδων, όταν χρησιμοποιήθηκαν δόσεις που
προκαλούν και γενικότερη τοξικότητα. Η καρδιοτοξικότητα φαίνεται να
σχετίζεται περισσότερο με τις μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα παρά
με τη συστηματική έκθεση (AUC).
19
Οι ανώτατες συγκεντρώσεις στο πλάσμα σε επίπεδο μη τοξικής δράσης
ήταν παραπάνω (8 φορές) από αυτές που επιτεύχθηκαν κατά την έκθεση
στην κλινική χρήση, ενώ η AUC για την εσιταλοπράμη ήταν μόνο 3 έως 4
φορές υψηλότερη από την έκθεση που επιτεύχθηκε κατά την κλινική
χρήση. Για τη σιταλοπράμη οι τιμές AUC για το S- εναντιομερές ήταν 6-7
φορές υψηλότερες από αυτές που επιτεύχθηκαν κατά την έκθεση στην
κλινική χρήση. Τα ευρήματα αυτά σχετίζονται πιθανώς με την πολύ
μεγάλη επίδραση στις βιογενείς αμίνες, δηλαδή πρόκειται για
δευτερεύουσα φαρμακολογική δράση του φαρμάκου που προκαλεί
αιμοδυναμικές δράσεις (μείωση στην κυκλοφορία αίματος στη
στεφανιαία αρτηρία) και ισχαιμία. Ωστόσο, ο ακριβής μηχανισμός της
καρδιοτοξικότητας στους αρουραίους δεν είναι σαφής. Η κλινική
εμπειρία με τη σιταλοπράμη και η εμπειρία των κλινικών δοκιμών με
εσιταλοπράμη δεν υποδεικνύουν ότι τα ευρήματα αυτά έχουν κάποια
κλινική συσχέτιση.
Αυξημένη περιεκτικότητα σε φωσφολιπίδια έχει παρατηρηθεί σε
ορισμένους ιστούς όπως π.χ. στον πνεύμονα, στις επιδιδυμίδες και στο
ήπαρ μετά από θεραπεία για μεγάλα χρονικά διαστήματα με
εσιταλοπράμη και σιταλοπράμη στους αρουραίους. Τα ευρήματα στις
επιδιδυμίδες και στο ήπαρ παρατηρήθηκαν σε εκθέσεις παρόμοιες με
εκείνες στον άνθρωπο. Το φαινόμενο αυτό είναι αναστρέψιμο μετά τη
διακοπή της θεραπείας. Συσσώρευση φωσφολιπιδίων (φωσφολιπίδωση)
σε ζώα έχει παρατηρηθεί σε σχέση με πολλά κατιονικά αμφιφιλικά
φάρμακα. Είναι άγνωστο εάν το φαινόμενο αυτό έχει κάποια κλινική
σημασία για τον άνθρωπο.
Στην αναπτυξιακή τοξικολογική μελέτη, οι εμβρυοτοξικές δράσεις σε
αρουραίους (μειωμένο βάρος εμβρύου και αναστρέψιμη καθυστέρηση
οστεοποίησης) παρατηρήθηκαν σε έκθεση στο φάρμακο σε σχέση με την
AUC, σε μεγαλύτερο βαθμό από την έκθεση κατά την κλινική χρήση. Δε
σημειώθηκε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης δυσπλασιών. Μια
προγεννητική και μεταγεννητική μελέτη έδειξε ελαττωμένη επιβίωση
κατά τη διάρκεια της περιόδου γαλουχίας σε εκθέσεις σε σχέση με την
AUC υψηλότερες από αυτές που επιτεύχθηκαν κατά την κλινική χρήση.
Δεδομένα σε ζώα έχουν δείξει ότι η σιταλοπράμη προκαλεί μείωση του
δείκτη γονιμότητας και του δείκτη της εγκυμοσύνης, μείωση του αριθμού
εμφύτευσης και ανωμαλίες στο σπέρμα κατά την έκθεση και σε πολύ
μεγαλύτερα επίπεδα σε σχέση με την έκθεση του ανθρώπου.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε ζώα σχετικά με αυτό το θέμα για
την εσιταλοπράμη.
6 ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου:
Λακτόζη μονοϋδρική
Κυτταρίνη μικροκρυσταλλική
Καρμελλόζη νατριούχος διασταυρούμενη
Υπρομελλόζη
Μαγνήσιο στεατικό
20
Πυριτίου οξείδιο κολλοειδές, άνυδρο
Επικάλυψη δισκίου:
Υπρομελλόζη
Πολυαιθυλενογλυκόλη 6000
Τιτανίου διοξείδιο (E 171)
Τάλκης
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
Κυψέλη
(blister)
από
OPA-Al-PVC/Al (10 mg, 15 mg)
2 χρόνια
Κυψέλη
(blister)
από
OPA-Al-PVC/Al (20 mg):
3 χρόνια
Φιάλες από υψηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο (
HDPE
) (10
mg
, 15
mg
, 20
mg
):
3 χρόνια
6 μήνες μετά το πρώτο άνοιγμα της φιάλης HDPE
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκες φύλαξης.
Φιάλη
HDPE
Μετά το πρώτο άνοιγμα της φιάλης HDPE: μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία
μεγαλύτερη των 25 ºC.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Συσκευασία κυψέλης ( blister ) από OPA - Al - PVC / Al σε χάρτινο κουτί
7, 10, 14, 20, 28, 30, 50, 56, 56x1, 60, 60x1, 90, 98, 98x1, 100, 100x1, 200
και 500 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Φιάλες από υψηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο ( HDPE ) με βιδωτά πώματα
πολυπροπυλενίου ( PP ) που περιέχουν ξηραντικό μέσο
28, 30, 56, 60, 98, 100 και 250 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Καμία ειδική υποχρέωση για απόρριψη.
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές
διατάξεις.
21
7 ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Sandoz GmbH
Biochemiestrasse 10
6250 Kundl
Αυστρία
8 ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Escitalopram/Sandoz 10 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία: 77675/7-
11-2012
Escitalopram/Sandoz 15 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία: 77676/7-
11-2012
Escitalopram/Sandoz 20 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία: 77677/7-
11-2012
9 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΈΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ
Escitalopram/Sandoz 10 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία:
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 07-11-2012
Escitalopram/Sandoz 15 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία:
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 07-11-2012
Escitalopram/Sandoz 20 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία:
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 07-11-2012
10 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
22