χορηγείται επ’ αόριστον. Η θεραπεία με μεθυλφαινιδάτη συνήθως διακόπτεται κατά τη διάρκεια ή
μετά την εφηβεία. Οι ασθενείς που λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία (δηλ. πάνω από 12 μήνες)
πρέπει συνεχώς να παρακολουθούνται προσεκτικά σύμφωνα με τις οδηγίες στις παραγράφους 4.2 και
4.4 για την καρδιαγγειακή τους κατάσταση, την ανάπτυξη, την όρεξη και την εκ νέου εμφάνιση ή
επιδείνωση ψυχιατρικών διαταραχών που προϋπήρχαν. Οι ψυχιατρικές διαταραχές προς
παρακολούθηση περιγράφονται παρακάτω, και περιλαμβάνουν (χωρίς να περιορίζονται σε αυτές) τα
κινητικά ή τα φωνητικά τικ, την επιθετική ή εχθρική συμπεριφορά, τη διέγερση, το άγχος, την
κατάθλιψη, την ψύχωση, τη μανία, το παραλήρημα, την ευερεθιστότητα, την έλλειψη αυθορμητισμού
ή την απόσυρση και την υπερβολική εμμονή.
Ο θεράπων ιατρός, ο οποίος επιλέγει να χορηγήσει τη μεθυλφαινιδάτη για παρατεταμένες περιόδους
(άνω των 12 μηνών) σε παιδιά και εφήβους με ΔΕΠ-Υ πρέπει να επαναξιολογεί τακτικά το
μακροπρόθεσμο όφελος του φαρμάκου σε κάθε ασθενή χωριστά, εφαρμόζοντας δοκιμαστικά
διαστήματα διακοπής του φαρμάκου προκειμένου να εκτιμήσει τη λειτουργικότητα του ασθενούς
χωρίς την υποστήριξη φαρμακευτικής αγωγής. Συνιστάται η διακοπή της μεθυλφαινιδάτης
τουλάχιστον μία φορά το χρόνο προκειμένου να εκτιμηθεί η κατάσταση του παιδιού (κατά προτίμηση
κατά τη διάρκεια σχολικών διακοπών). Η βελτίωση μπορεί να διατηρείται όταν το φάρμακο
διακόπτεται είτε προσωρινά είτε οριστικά.
Χρήση σε ενήλικες
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα για την έναρξη της θεραπείας σε ενήλικες ή για τη συνέχιση
της συνήθους θεραπείας μετά την ηλικία των 18 ετών, δεν έχουν τεκμηριωθεί. Εάν η απόσυρση της
θεραπείας δεν είναι επιτυχής όταν ένας έφηβος φτάσει στο 18ο έτος της ηλικίας του, μπορεί να είναι
απαραίτητη η συνέχιση της θεραπείας και μετά την ενηλικίωση. Η ανάγκη για περαιτέρω θεραπεία
αυτών των ενηλίκων πρέπει να επανεξετάζεται τακτικά και να πραγματοποιείται σε ετήσια βάση
Χρήση σε ηλικιωμένους
Η μεθυλφαινιδάτη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε ηλικιωμένους. Η ασφάλεια και η
αποτελεσματικότητα δεν έχουν εδραιωθεί σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.
Χρήση σε παιδιά κάτω των 6 ετών
Η μεθυλφαινιδάτη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών. Η ασφάλεια και
η αποτελεσματικότητα σε αυτή την ηλικιακή ομάδα δεν έχουν εδραιωθεί.
Καρδιαγγειακή κατάσταση
Οι ασθενείς για τους οποίους υπάρχει σκέψη θεραπείας με διεγερτικά φάρμακα πρέπει να έχουν
λεπτομερές ιστορικό (συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης για οικογενειακό ιστορικό αιφνίδιου
καρδιακού ή ανεξήγητου θανάτου ή κακοήθους αρρυθμίας) και σωματική εξέταση προκειμένου να
εκτιμηθεί η παρουσία καρδιοπάθειας και πρέπει να λάβουν περαιτέρω καρδιακή αξιολόγηση από
ειδικό ιατρό, αν τα αρχικά ευρήματα υποδεικνύουν τέτοιου είδους ιστορικό ή ασθένεια. Οι ασθενείς
που εμφανίζουν συμπτώματα όπως αίσθημα παλμών, θωρακικό άλγος μετά από κόπωση, μη
αιτιολογημένη συγκοπή, δύσπνοια ή άλλα συμπτώματα που υποδεικνύουν καρδιοπάθεια κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με μεθυλφαινιδάτη πρέπει να υποβάλλονται άμεσα σε καρδιακή αξιολόγηση
από ειδικό ιατρό.
Αναλύσεις των δεδομένων κλινικών δοκιμών της μεθυλφαινιδάτης σε παιδιά και εφήβους με ΔΕΠ-Υ
έδειξαν ότι οι ασθενείς που χρησιμοποιούν μεθυλφαινιδάτη μπορεί να εμφανίσουν συνήθως
μεταβολές στη διαστολική και συστολική αρτηριακή πίεση άνω των 10 mmHg σε σχέση με τις
ομάδες ελέγχου. Οι βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες κλινικές συνέπειες αυτών των καρδιαγγειακών
επιδράσεων σε παιδιά και εφήβους δεν είναι γνωστές. Η πιθανότητα κλινικών επιπλοκών δεν μπορεί
να αποκλειστεί ως αποτέλεσμα των επιδράσεων που παρατηρήθηκαν στα δεδομένα των κλινικών
δοκιμών ιδιαίτερα όταν η θεραπεία κατά την παιδική/εφηβική ηλικία συνεχίζεται και μετά την
ενηλικίωση. Ενδείκνυται προσοχή κατά τη θεραπεία ασθενών των οποίων οι υποκείμενες
6