ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Sojourn υγρό για εισπνεόμενους ατμούς
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Sojourn υγρό για εισπνεόμενους ατμούς
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Σεβοφλουράνιο 100%.
Έκδοχο με γνωστή δράση:
Κανένα
Το τελικό προϊόν αποτελείται μόνο από το ενεργό συστατικό, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Υγρό για εισπνεόμενους ατμούς
Διαυγές, άχρωμο, πτητικό υγρό
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Εισαγωγή και διατήρηση γενικής αναισθησίας σε ενήλικες και παιδιατρικούς
ασθενείς όλων των ηλικιών, συμπεριλαμβανομένων των τελειόμηνων νεογνών (βλ.
παράγραφο 4.2 για λεπτομέρειες σχετικά με την ηλικία).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η προνάρκωση θα πρέπει να επιλέγεται σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε ασθενή
και κατά την κρίση του αναισθησιολόγου.
1
Χειρουργική αναισθησία:
Το Sojourn θα πρέπει να χορηγείται μέσω εξατμιστήρα ειδικά βαθμονομημένου για
χρήση με το Sojourn, ώστε η συγκέντρωση που χορηγείται να μπορεί να ελεγχθεί με
ακρίβεια.
Οι τιμές MAC (ελάχιστη κυψελιδική συγκέντρωση) για το σεβοφλουράνιο μειώνονται
καθώς αυξάνεται η ηλικία του ασθενούς και με την προσθήκη νιτρώδους οξειδίου. Η
δοσολογία θα πρέπει να εξατομικεύεται και να τιτλοδοτείται προς το επιθυμητό
αποτέλεσμα σύμφωνα με την ηλικία και την κλινική κατάσταση του ασθενή. Ο
παρακάτω πίνακας υποδεικνύει τις μέσες τιμές MAC για τις διάφορες ηλικιακές
ομάδες.
*
Τα νεογνά είναι τελειόμηνα. Οι τιμές MAC σε πρόωρα βρέφη δεν έχουν
προσδιορισθεί.
** Σε παιδιατρικούς ασθενείς 1 – < 3 ετών, χρησιμοποιήθηκε μείγμα
60% N
2
O/40% O
2
.
Εισαγωγή της αναισθησίας
Η δοσολογία θα πρέπει να εξατομικεύεται και να τιτλοποιείται στο επιθυμητό
αποτέλεσμα ανάλογα με την ηλικία και την κλινική κατάσταση του ασθενή. Μπορεί
να χορηγηθεί ένα βαρβιτουρικό βραχείας δράσης ή άλλος ενδοφλέβιος παράγοντας
εισαγωγής, ακολουθούμενος από εισπνοή σεβοφλουρανίου.
Εισαγωγή με σεβοφλουράνιο μπορεί να επιτευχθεί με εισπνοή 0,5 – 1,0%
σεβοφλουρανίου σε οξυγόνο (O
2
) με ή χωρίς νιτρώδες οξείδιο (N
2
O), αυξανόμενο σε
βήματα 0,5 – 1,0% σεβοφλουρανίου, έως μέγιστο ποσοστό 8% σε ενήλικες και
παιδιά, έως ότου επιτευχθεί το απαιτούμενο βάθος αναισθησίας.
Στους ενήλικες, οι εισπνεόμενες συγκεντρώσεις έως και 5% σεβοφλουρανίου
συνήθως παράγουν αναισθησία για χειρουργείο σε λιγότερο από 2 λεπτά. Στα
2
Πίνακας 1: Οι τιμές MAC
για ενήλικες και
παιδιατρικούς ασθενείς
σύμφωνα με την ηλικία
Ηλικία ασθενή (έτη) Sojourn υγρό για
εισπνεόμενους ατμούς σε
οξυγόνο
Sojourn υγρό για
εισπνεόμενους ατμούς σε
65% N
2
O/35% O
2
.
0 – 1 μηνός 3,3% 2,0%**
1 – < 6 μηνών 3,0%
6 μηνών – < 3 ετών 2,8%
3 – 12 2,5%
25 2,6% 1,4%
40 2,1% 1,1%
60 1,7% 0,9%
80 1,4% 0,7%
παιδιά, οι εισπνεόμενες συγκεντρώσεις έως και 7% σεβοφλουρανίου συνήθως
παράγουν χειρουργική αναισθησία σε λιγότερο από 2 λεπτά.
Διατήρηση της αναισθησίας
Xειρουργικά επίπεδα αναισθησίας μπορούν να διατηρηθούν με εισπνοή 0,5 – 3%
σεβοφλουρανίου σε O
2
με ή χωρίς ταυτόχρονη χρήση N
2
O.
Ανάνηψη:
Οι χρόνοι ανάνηψης είναι γενικά βραχείς μετά από αναισθησία με σεβοφλουράνιο.
Ως εκ τούτου, οι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν πρώιμη ανακούφιση του
μετεγχειρητικού πόνου.
Ηλικιωμένοι:
Η MAC ελαττώνεται με αυξανόμενη ηλικία. Η μέση συγκέντρωση σεβοφλουρανίου
για την επίτευξη της MAC σε έναν ασθενή ηλικίας 80 ετών είναι ίση με το 50%
περίπου εκείνης που απαιτείται για έναν ασθενή ηλικίας 20 ετών.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Ανατρέξτε στον πίνακα 1 για τις τιμές MAC για παιδιατρικούς ασθενείς, ανάλογα με
την ηλικία, όταν χρησιμοποιείται σε οξυγόνο με ή χωρίς ταυτόχρονη χρήση
νιτρώδους οξειδίου.
Μέθοδος χορήγησης
Χρήση δια εισπνοής. Το σεβοφλουράνιο πρέπει να χορηγείται είτε μέσω μάσκας
προσώπου είτε μέσω ενδοτραχειακού σωλήνα. Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να
χορηγείται μόνο από άτομα εκπαιδευμένα στη χορήγηση γενικής αναισθησίας. Θα
πρέπει να υπάρχουν άμεσα διαθέσιμες υποδομές για διατήρηση ανοικτού αεραγωγού,
τεχνητό αερισμό, εμπλουτισμό σε οξυγόνο και κυκλοφορική ανάνηψη. Το
σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με εξατμιστήρα ειδικά βαθμονομημένο για
χρήση με σεβοφλουράνιο, ώστε να είναι δυνατός ο ακριβής έλεγχος της
χορηγούμενης συγκέντρωσης. Εάν ο απορροφητής διοξειδίου του άνθρακα ενδέχεται
να έχει ξηρανθεί, πρέπει να αντικατασταθεί πριν τη χρήση του σεβοφλουρανίου (βλ.
παράγραφο 4.4).
4.3 Αντενδείξεις
Το σεβοφλουράνιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με γνωστή
υπερευαισθησία ή υποψία υπερευαισθησίας στο σεβοφλουράνιο ή άλλα αλογονωμένα
αναισθητικά (π.χ. με ιστορικό διαταραχής της ηπατικής λειτουργίας, πυρεξίας ή
λευκοκυττάρωσης αγνώστου αιτιολογίας μετά από αναισθησία με έναν από αυτούς
τους παράγοντες).
Το σεβοφλουράνιο αντενδείκνυται επίσης σε ασθενείς με γνωστή γενετική
προδιάθεση ή υποψία γενετικής προδιάθεσης σε κακοήθη υπερθερμία.
Το σεβοφλουράνιο αντενδείκνυται σε ασθενείς στους οποίους αντενδείκνυται η
γενική αναισθησία.
3
Το σεβοφλουράνιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ιστορικό
ανεξήγητης μέτριας/βαριάς ηπατικής δυσλειτουργίας με ίκτερο, πυρεξία, ή/και
ηωσινοφιλία σε συσχέτιση με αλογονωμένα αναισθητικά.
Το σεβοφλουράνιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ιστορικό
επιβεβαιωμένης ηπατίτιδας οφειλόμενης σε αλογονωμένο εισπνεόμενο αναισθητικό ή
ιστορικό ανεξήγητης μέτριας ή βαριάς ηπατικής δυσλειτουργίας με ίκτερο, πυρεξία
και ηωσινοφιλία μετά από αναισθησία με σεβοφλουράνιο.
Το σεβοφλουράνιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με γνωστή γενετική
προδιάθεση ή υποψία γενετικής προδιάθεσης σε κακοήθη υπερθερμία. Το
σεβοφλουράνιο αντενδείκνυται σε ασθενείς στους οποίους αντενδείκνυται η γενική
αναισθησία.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το σεβοφλουράνιο μπορεί να προκαλέσει αναπνευστική καταστολή, η οποία
ενδέχεται να ενισχυθεί από ναρκωτικούς παράγοντες προνάρκωσης ή άλλους
παράγοντες που προκαλούν αναπνευστική καταστολή. Η αναπνοή θα πρέπει να
παρακολουθείται και, εάν είναι αναγκαίο, να υποστηρίζεται.
Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται μόνο από άτομα εκπαιδευμένα στη
χορήγηση γενικής αναισθησίας. Θα πρέπει να υπάρχουν άμεσα διαθέσιμες υποδομές
για διατήρηση ανοικτού αεραγωγού, τεχνητό αερισμό, εμπλουτισμό σε οξυγόνο και
κυκλοφορική ανάνηψη. Όλοι οι ασθενείς που έχουν αναισθητοποιηθεί με
σεβοφλουράνιο θα πρέπει να παρακολουθούνται διαρκώς, συμπεριλαμβανομένου του
ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ), της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ), του κορεσμού
οξυγόνου και του τελοεκπνευστικού διοξειδίου του άνθρακα (CO
2
).
Η συγκέντρωση σεβοφλουρανίου που χορηγείται από έναν εξατμιστήρα πρέπει να
είναι γνωστή με ακρίβεια. Καθώς τα πτητικά αναισθητικά διαφέρουν στις φυσικές
τους ιδιότητες, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο εξατμιστήρες ειδικά
βαθμονομημένοι για σεβοφλουράνιο. Η χορήγηση γενικής αναισθησίας πρέπει να
είναι εξατομκευμένη με βάση την ανταπόκριση του ασθενή. Η υπόταση και η
αναπνευστική καταστολή αυξάνονται, καθώς η αναισθησία βαθαίνει.
Κακοήθης υπερθερμία
Σε ευαίσθητα άτομα, οι ισχυροί εισπνεόμενοι αναισθητικοί παράγοντες μπορούν να
πυροδοτήσουν υπερμεταβολική κατάσταση των σκελετικών μυών, οδηγώντας σε
υψηλή απαίτηση σε οξυγόνο και στο κλινικό σύνδρομο που είναι γνωστό ως
κακοήθης υπερθερμία. Το κλινικό σύνδρομο έχει ως σημείο υπερκαπνία και
ενδέχεται να περιλαμβάνει μυϊκή ακαμψία, ταχυκαρδία, ταχύπνοια, κυάνωση,
αρρυθμίες ή/και ασταθή αρτηριακή πίεση. Μερικά από αυτά τα μη ειδικά σημεία
ενδέχεται να εμφανιστούν επίσης κατά τη διάρκεια ελαφριάς αναισθησίας, οξείας
υποξίας, υπερκαπνίας και υπογκαιμίας.
Σε κλινικές δοκιμές, έχει αναφερθεί μία περίπτωση κακοήθους υπερθερμίας.
Επιπλέον, έχουν γίνει αναφορές κακοήθους υπερθερμίας μετά την κυκλοφορία στην
αγορά. Μερικές από αυτές ήταν θανατηφόρες.
Η θεραπεία περιλαμβάνει διακοπή των πυροδοτικών παραγόντων (π.χ.
σεβοφλουράνιο), ενδοφλέβια χορήγηση νατριούχου δαντρολενίου (συμβουλευτείτε
4
τις πληροφορίες συνταγογράφησης για το ενδοφλέβια χορηγούμενο νατριούχο
δαντρολένιο για πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση του ασθενή) και
εφαρμογή υποστηρικτικής θεραπείας. Τέτοια θεραπεία περιλαμβάνει έντονες
προσπάθειες αποκατάστασης φυσιολογικής θερμοκρασίας σώματος, αναπνευστική
και κυκλοφορική υποστήριξη όπως ενδείκνυται και διαχείριση ανωμαλιών
ηλεκτρολυτών-υγρών-οξέων-βάσεων. Αργότερα ενδέχεται να εκδηλωθεί νεφρική
ανεπάρκεια και η διούρηση θα πρέπει να παρακολουθείται και να διατηρείται σε
σταθερά επίπεδα, εάν είναι δυνατό. Η χρήση εισπνεόμενων αναισθητικών έχει
συσχετιστεί με σπάνιες αυξήσεις στα επίπεδα συγκέντρωσης καλίου του ορού που
είχαν ως αποτέλεσμα καρδιακές αρρυθμίες και θάνατο σε παιδιατρικούς ασθενείς
κατά τη μετεγχειρητική περίοδο.
Περιεγχειρητική υπερκαλιαιμία
Η χρήση εισπνεόμενων αναισθητικών παραγόντων έχει συσχετισθεί με σπάνιες
αυξήσεις στα επίπεδα καλίου στον ορό, που έχουν καταλήξει σε καρδιακές αρρυθμίες
και θάνατο σε παιδιατρικούς ασθενείς κατά τη διάρκεια της μετεγχειρητικής
περιόδου. Οι ασθενείς με λανθάνουσα, καθώς και έκδηλη, νευρομυϊκή νόσο,
ιδιαίτερα μυϊκή δυστροφία Duchenne, εμφανίζονται να είναι πιο ευπαθείς. Η
ταυτόχρονη χρήση σουκινυλοχολίνης έχει συσχετισθεί με τις περισσότερες, ωστόσο
όχι όλες, αυτών των περιπτώσεων. Αυτοί οι ασθενείς παρουσίασαν επίσης
σημαντικές αυξήσεις των επιπέδων κινάσης της κρεατίνης στον ορό και, σε μερικές
περιπτώσεις, μεταβολές στα ούρα συμβατές με μυοσφαιρινουρία. Παρά το γεγονός
ότι η εικόνα προσομοιάζει στην κακοήθη υπερθερμία, κανένας από αυτούς τους
ασθενείς δεν εκδήλωσε σημεία ή συμπτώματα μυϊκής ακαμψίας ή υπερμεταβολικής
κατάστασης. Συνιστάται πρώιμη και επιθετική επέμβαση για αντιμετώπιση της
υπερκαλιαιμίας και των ανθεκτικών αρρυθμιών, καθώς και επακόλουθη αξιολόγηση
για λανθάνουσα νευρομυϊκή νόσο.
Έχουν ληφθεί μεμονωμένες αναφορές παράτασης του διαστήματος QT, πολύ σπάνια
συσχετιζόμενες με torsades de pointes (σε εξαιρετικές περιπτώσεις θανατηφόρες).
Θα πρέπει να δίνεται πρoσοχή, όταν χορηγείται σεβοφλουράνιο σε επιρρεπείς
ασθενείς.
Σε παιδιατρικούς ασθενείς με νόσο του Pompe, έχουν αναφερθεί μεμονωμένες
περιπτώσεις κοιλιακής αρρυθμίας.
Θα πρέπει να δίνεται προσοχή, όταν χορηγείται γενική αναισθησία,
συμπεριλαμβανομένου του σεβοφλουρανίου, σε ασθενείς με μιτοχονδριακές
διαταραχές.
Ηπατική δυσλειτουργία
Κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία, έχουν αναφερθεί πολύ σπάνιες περιπτώσεις
ήπιας, μέτριας και βαριάς μετεγχειρητικής ηπατικής δυσλειτουργίας ή ηπατίτιδας με
ή χωρίς ίκτερο.
Θα πρέπει να χρησιμοποιείται η κλινική κρίση, όταν το σεβοφλουράνιο
χρησιμοποιείται σε ασθενείς με υποκείμενες ηπατικές παθήσεις ή ασθενείς που
υποβάλλονται σε θεραπεία με φάρμακα τα οποία είναι γνωστό ότι προκαλούν
ηπατική δυσλειτουργία. Σε ασθενείς που έχουν παρουσιάσει ηπατική βλάβη, ίκτερο,
ανεξήγητη πυρεξία ή ηωσινοφιλία μετά από χορήγηση άλλων εισπνεόμενων
αναισθητικών, συνιστάται να αποφεύγεται η χορήγηση σεβοφλουρανίου, εάν είναι
δυνατή η αναισθησία με ενδοφλέβια φαρμακευτικά προϊόντα ή η τοπική αναισθησία
(βλ. παράγραφο 4.8).
5
Οι ασθενείς με επανειλημμένες εκθέσεις σε αλογονωμένους υδρογονάνθρακες,
συμπεριλαμβανομένου του σεβοφλουρανίου, εντός σχετικά σύντομου χρονικού
διαστήματος ενδέχεται να παρουσιάζουν αυξημένη επικινδυνότητα για ηπατική
βλάβη.
Γενικά
Κατά τη διατήρηση της αναισθησίας, η αύξηση της συγκέντρωσης σεβοφλουρανίου
επιφέρει δοσοεξαρτώμενες μειώσεις της αρτηριακής πίεσης. Υπερβολική μείωση της
αρτηριακής πίεσης μπορεί να σχετίζεται με το βάθος της αναισθησίας και σε τέτοιες
περιπτώσεις μπορεί να διορθωθεί με μείωση της εισπνεόμενης συγκέντρωσης
σεβοφλουρανίου. Λόγω της μη διαλυτότητας του σεβοφλουρανίου στο αίμα,
αιμοδυναμικές αλλαγές ενδέχεται να παρουσιαστούν γρηγορότερα από ότι με κάποια
άλλα πτητικά αναισθητικά. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίνεται κατά την
επιλογή της δοσολογίας για υποογκαιμικούς ή υποτασικούς ασθενείς ή ασθενείς με
άλλα αιμοδυναμικά προβλήματα, π.χ. λόγω ταυτόχρονης φαρμακευτικής αγωγής.
Όπως και με όλα τα αναισθητικά, η διατήρηση της αιμοδυναμικής σταθερότητας
είναι σημαντική για την αποτροπή μυοκαρδιακής ισχαιμίας σε ασθενείς με
στεφανιαία νόσο.
Πρέπει να δίνεται προσοχή, όταν χρησιμοποιείται σεβοφλουράνιο κατά τη διάρκεια
μαιευτικής αναισθησίας, επειδή το χαλαρωτικό αποτέλεσμα στη μήτρα θα μπορούσε
να αυξήσει τον κίνδυνο αιμορραγίας της μήτρας (βλ. παράγραφο 4.6).
Η ανάρρωση από τη γενική αναισθησία θα πρέπει να αξιολογείται προσεκτικά, πριν
οι ασθενείς να εγκαταλείψουν την αίθουσα ανάνηψης. Με το σεβοφλουράνιο
παρατηρείται γενικά γρήγορη ανάνηψη από την αναισθησία. Επομένως, μπορεί να
χρειαστεί πρώιμη ανακούφιση του μετεγχειρητικού πόνου. Παρόλο που η ανάκτηση
της συνείδησης μετά από χορήγηση σεβοφλουρανίου παρατηρείται γενικά εντός
λεπτών, η επίπτωση στη νοητική λειτουργία για τις δύο ή τρεις ημέρες μετά την
αναισθησία δεν έχει μελετηθεί. Όπως και με άλλα αναισθητικά, μικρές μεταβολές
της διάθεσης ενδέχεται να επιμείνουν για αρκετές ημέρες μετά τη χορήγηση (βλ.
παράγραφο 4.7). Η ταχεία ανάνηψη στα παιδιά ενδέχεται να συσχετίζεται με
διέγερση και έλλειψη συνεργασίας (στο 25% των περιπτώσεων περίπου).
Αντικατάσταση ξηρών απορροφητών CO
2
Η εξώθερμη αντίδραση μεταξύ του σεβοφλουρανίου και της απορροφητικής του CO
2
ασβέστου ενισχύεται όταν η απορροφητική του CO
2
άσβεστος έχει ξηρανθεί, π.χ. μετά
από μια παρατεταμένη περίοδο ρεύματος ξηρού αερίου πάνω από τη φιάλη με την
απορροφητική του CO
2
άσβεστο. Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις υπερβολικής
θερμότητας, καπνού ή/και αυθόρμητης πυρκαγιάς στο μηχάνημα αναισθησίας κατά
τη διάρκεια χρήσης σεβοφλουρανίου σε συνδυασμό με χρήση ξηρών απορροφητών
CO
2
, ειδικά εκείνων που περιέχουν υδροξείδιο του καλίου (π.χ. Baralyme). Μια
ασυνήθιστα καθυστερημένη αύξηση ή απρόσμενη μείωση της εισπνεόμενης
συγκέντρωσης σεβοφλουρανίου σε σύγκριση με τη ρύθμιση του εξατμιστήρα
ενδέχεται να συσχετίζεται με υπερβολική θέρμανση του δοχείου του απορροφητή
CO
2
.
Αν ο απορροφητής CO
2
ξηρανθεί, όπως για παράδειγμα μετά από παρατεταμένη
περίοδο ροής ξηρού αερίου μέσω των δοχείων απορροφητή CO
2
, μπορεί να προκύψει
εξώθερμη αντίδραση, ενισχυμένη διάσπαση του σεβοφλουρανίου και παραγωγή
προϊόντων διάσπασης.Προϊόντα αποικοδόμησης του σεβοφλουρανίου (μεθανόλη,
φορμαλδεϋδη, μονοξείδιο του άνθρακα και ενώσεις A, B, C, και D) παρατηρήθηκαν
6
στο αναπνευστικό κύκλωμα ενός πειραματικού μηχανήματος αναισθησίας με χρήση
ξηρών απορροφητών CO
2
και με μέγιστες συγκεντρώσεις σεβοφλουρανίου (8%) για
παρατεταμένα χρονικά διαστήματα (≥ 2 ώρες). Οι συγκεντρώσεις φορμαλδεΰδης που
παρατηρήθηκαν στο αναπνευστικό κύκλωμα αναισθησίας (με χρήση απορροφητών
που περιείχαν υδροξείδιο του νατρίου) ήταν συμβατές με τα επίπεδα που είναι
γνωστό ότι προκαλούν ήπιο αναπνευστικό ερεθισμό. Η κλινική συνάφεια των
προϊόντων αποικοδόμησης που παρατηρήθηκαν σε αυτό το ακραίο πειραματικό
μοντέλο είναι άγνωστη.
Εάν κάποιος επαγγελματίας υγείας υποψιάζεται ότι ο απορροφητής CO
2
έχει
ξηρανθεί, θα πρέπει ο απορροφητής να αντικατασταθεί πριν από ακόλουθη χρήση
πτητικών αναισθητικών (όπως σεβοφλουρανίου). Πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν ότι
ο χρωματικός δείκτης δεν αλλάζει πάντοτε, όταν έχει συμβεί ξήρανση. Συνεπώς, η
απουσία σημαντικής μεταβολής του χρώματος δεν θα πρέπει να λαμβάνεται ως
διασφάλιση επαρκούς υδάτωσης. Οι απορροφητές διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει
να αντικαθίστανται τακτικά ανεξάρτητα από την κατάσταση του χρωματικού δείκτη
(βλ. παράγραφο 6.6).
Νεφρική δυσλειτουργία:
Παρόλο που τα δεδομένα από ελεγχόμενες κλινικές μελέτες σε χαμηλούς ρυθμούς
ροής είναι περιορισμένα, τα ευρήματα από μελέτες σε ασθενείς και ζώα
υποδηλώνουν ότι υπάρχει δυναμικό νεφρικής βλάβης που θεωρείται ότι οφείλεται
στην ένωση Α. Ως εκ τούτου, το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χρησιμοποιείται με
προσοχή σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια. Μελέτες σε ζώα και στον άνθρωπο
καταδεικνύουν ότι το σεβοφλουράνιο, όταν χορηγείται για περισσότερες από
2 MAC ώρες και με ρυθμούς ροής φρέσκων αερίων < 2 l/min, ενδέχεται να
συσχετίζεται με πρωτεϊνουρία και γλυκοζουρία. Βλέπε επίσης παράγραφο 5.1.
Σε κάποιες μελέτες σε αρουραίους, διαπιστώθηκε νεφροτοξικότητα σε ζώα που
εκτέθηκαν σε επίπεδα ένωσης A (πενταφθοροϊσοπροπενυλο-φθορομεθυλ-αιθέρα
(PIFE)) μεγαλύτερα από εκείνα που συνήθως διαπιστώνονται στη συνήθη κλινική
πρακτική. Λάβετε υπόψη όλους τους παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε
έκθεση ανθρώπων σε ένωση Α, ειδικότερα τη διάρκεια της έκθεσης, τον ρυθμό ροής
φρέσκων αερίων και τη συγκέντρωση του σεβοφλουρανίου.
Η συγκέντρωση εισπνεόμενου σεβοφλουρανίου και η ροή φρέσκων αερίων θα πρέπει
να προσαρμόζονται, ώστε να ελαχιστοποιείται η έκθεση σε ένωση Α. Η έκθεση σε
σεβοφλουράνιο δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 2 MAC ώρες σε ρυθμούς ροής 1 έως
< 2 l/min. Δεν συνιστώνται ρυθμοί ροής < 1 l/min.
Ο μηχανισμός αυτής της νεφρικής τοξικότητας στους αρουραίους είναι άγνωστος
και η συνάφειά του με τον άνθρωπο δεν έχει εξακριβωθεί. (Βλ. παράγραφο 5.3 –
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια, για περαιτέρω λεπτομέρειες.)
Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με μειωμένη
νεφρική λειτουργία (ΡΣΔ ≤ 60 ml/min). Η νεφρική λειτουργία θα πρέπει να
παρακολουθείται μετεγχειρητικά.
Νευροχειρουργική και νευρομυϊκή δυσλειτουργία:
Σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο από την αύξηση της ενδοκράνιας πίεσης, το
σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε συνδυασμό με τεχνικές για
τη μείωση της ενδοκράνιας πίεσης (π.χ. υπεραερισμό).
7
Κρίσεις:
Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις κρίσεων σε συσχέτιση με τη χρήση
σεβοφλουρανίου.
Η χρήση σεβοφλουρανίου έχει συσχετισθεί με κρίσεις οι οποίες εμφανίζονται σε
παιδιά και νεαρούς ενήλικες, καθώς και σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας με ή χωρίς
προδιαθεσικούς παράγοντες επικινδυνότητας. Η κλινική κρίση είναι απαραίτητη,
πριν χρησιμοποιηθεί το σεβοφλουράνιο σε ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο
εμφάνισης κρίσεων. Στα παιδιά, το βάθος της αναισθησίας θα πρέπει να
περιορίζεται. Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα μπορεί να επιτρέψει τη βελτιστοποίηση
της δόσης σεβοφλουρανίου και να βοηθήσει στην αποφυγή ανάπτυξης επιληπτικής
δραστηριότητας σε ασθενείς με προδιάθεση για κρίσεις (βλ. παράγραφο 4.4 –
Παιδιατρικός πληθυσμός).
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Η χρήση σεβοφλουρανίου έχει συσχετισθεί με κρίσεις. Πολλές έχουν εμφανιστεί σε
παιδιά και νεαρούς ενήλικες ηλικίας από 2 μηνών, οι περισσότεροι εκ των οποίων
δεν είχαν προδιαθεσικούς παράγοντες επικινδυνότητας. Θα πρέπει να
χρησιμοποιείται η κλινική κρίση, όταν χρησιμοποιείται το σεβοφλουράνιο σε
ασθενείς που ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης κρίσεων (βλ.
παράγραφο 4.4 – Κρίσεις).
Έχουν παρατηρηθεί δυστονικές κινήσεις σε παιδιά (βλ. παράγραφο 4.8).
Σύνδρομο Down
Σε παιδιά με σύνδρομο Down έχει αναφερθεί σημαντικά υψηλότερος επιπολασμός
και βαθμός βραδυκαρδίας κατά τη διάρκεια και μετά την εισαγωγή με
σεβοφλουράνιο.
Η εμπειρία με επαναλαμβανόμενη έκθεση σε σεβοφλουράνιο είναι πολύ
περιορισμένη. Ωστόσο, δεν υπήρχε καμία εμφανής διαφορά στα ανεπιθύμητα
συμβάντα μεταξύ της πρώτης και των επακόλουθων εκθέσεων.
Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με βαρεία
μυασθένεια.
Όπως και άλλα αλογονωμένα αναισθητικά, έτσι και το σεβοφλουράνιο μπορεί να
προκαλέσει βήχα κατά την εισαγωγή.
Το σεβοφλουράνιο θα μπορούσε να προκαλέσει παράταση του διαστήματος QTc. Στην
κλινική πρακτική, αυτό σπάνια οδηγεί σε κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου
(Torsade des Pointes). Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε
ασθενείς που βρίσκονται σε κίνδυνο, όπως ηλικιωμένους και ασθενείς οι οποίοι
έχουν διαγνωσθεί με συγγενή παράταση του διαστήματος QTc.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
8
Έχει καταδειχθεί ότι το σεβοφλουράνιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό, όταν
χορηγείται ταυτόχρονα με μια μεγάλη ποικιλία παραγόντων που απαντώνται συχνά
σε χειρουργικές καταστάσεις, όπως παράγοντες του κεντρικού νευρικού
συστήματος, φάρμακα του αυτόνομου νευρικού συστήματος, χαλαρωτικά των
σκελετικών μυών, αντιλοιμώδεις παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των
αμινογλυκοσιδών, ορμόνες και συνθετικά υποκατάστατα, παράγωγα αίματος και
φάρμακα του καρδιαγγειακού συστήματος, συμπεριλαμβανομένης της επινεφρίνης.
Βήτα-συμπαθητικομιμητικοί και Άλφα και Βήτα-συμπαθητικομιμητικοί παράγοντες
Οι βήτα-συμπαθητικομιμητικοί παράγοντες όπως η ισοπρεναλίνη και η άλφα- και
βήτα-συμπαθητικομιμητικοί παράγοντες όπως η αδρεναλίνη και η νοραδρεναλίνη θα
πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή στη διάρκεια της νάρκωσης με
σεβοφλουράνιο, λόγω δυνητικού κινδύνου κοιλιακής αρρυθμίας. Η δοσολογία
αδρεναλίνης και νοραδρεναλίνης που χρησιμοποιείται για τοπική αιμοστατική δράση
με υποδόριες ή ουλαίες ενέσεις θα πρέπει να περιορίζεται, για παράδειγμα, σε
0,1 mg επινεφρίνης εντός 10 λεπτών ή 0,3 mg εντός μίας ώρας στους ενήλικες.
Παρεντερική χορήγηση αδρεναλίνης και νοραδρεναλίνης δεν συνιστάται.
Σουκινυλοχολίνη
Η ταυτόχρονη χρήση της σουκινυλοχολίνης με εισπνεόμενους αναισθητικούς
παράγοντες έχει συσχετιστεί με σπάνιες αυξήσεις των επιπέδων καλίου ορού με
αποτέλεσμα καρδιακές αρρυθμίες και θάνατο σε παιδιατρικούς ασθενείς κατά τη
μετεγχειρητική περίοδο.
Παράγωγα αμφεταμίνης
Η χρήση αμφεταμινών και παραγώγων καθώς επίσης και εφεδρίνης και παραγώγων
μπορεί να προκαλέσει προεγχειρητική υπερτασική κρίση. Είναι προτιμότερο να
διακόπτονται οι θεραπείες λίγες ημέρες πριν από το χειρουργείο.
Μη επιλεκτικοί αναστολείς MAO
Ο κίνδυνος ενδοεγχειρητικής κατάρρευσης δεν μπορεί να αποκλεισθεί, καθώς έχει
παρατηρηθεί με άλλους αλογονωμένους εισπνεόμενους αναισθητικούς παράγοντες.
Γενικά συνιστάται η διακοπή της θεραπείας 2 εβδομάδες πριν από τη χειρουργική
επέμβαση.
Ανταγωνιστές ασβεστίου
Το σεβοφλουράνιο ενδέχεται να οδηγήσει σε σοβαρή υπόταση σε ασθενείς που
λαμβάνουν θεραπεία με ανταγωνιστές ασβεστίου, ιδίως παράγωγα διϋδροπυριδίνης.
Θα πρέπει να εφαρμόζεται προσοχή κατά τη συγχορήγηση ανταγωνιστών ασβεστίου
με εισπνεόμενα αναισθητικά λόγω του κινδύνου της σωρευτικής αρνητικής
ινότροπης δράσης.
Επινεφρίνη/αδρεναλίνη
Το σεβοφλουράνιο είναι παρόμοιο με το ισοφλουράνιο σε ότι αφορά την
ευαισθητοποίηση του μυοκαρδίου στην αρρυθμιογόνο δράση εξωγενώς χορηγούμενης
αδρεναλίνης. H δόση αδρεναλίνης κατωφλίου που παράγει πολλαπλές κοιλιακές
αρρυθμίες έχει τεκμηριωθεί στα 5 μικρογραμμάρια ανά kg.
Συμπαθητικομιμητικά έμμεσης δράσης
9
Με την ταυτόχρονη χρήση σεβοφλουρανίου και συμπαθητικομιμητικών προϊόντων
έμμεσης δράσης (αμφεταμινών, εφεδρίνης), υφίσταται κίνδυνος οξέος υπερτασικού
επεισοδίου.
β-αποκλειστές
Το σεβοφλουράνιο μπορεί να αυξήσει τις αρνητικές ινοτρόπους, χρονοτρόπους και
δρομοτρόπους δράσεις των β-αποκλειστών (αποκλείοντας τους καρδιαγγειακούς
αντισταθμιστικούς μηχανισμούς). Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για την
διακοπή των β-αναστολέων και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αποφεύγεται η
απότομη διακοπή της αγωγής. Ο αναισθησιολόγος θα πρέπει να ενημερώνεται
σχετικά με τη θεραπεία με β-αποκλειστές.
Βεραπαμίλη
Όταν βεραπαμίλη και σεβοφλουράνιο χορηγήθηκαν ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε
δυσμενής επίδραση στην κολποκοιλιακή αγωγή.
Επαγωγείς του CYP2E1
Τα φαρμακευτικά προϊόντα και οι ενώσεις που αυξάνουν τη δραστηριότητα του
ισοενζύμου CYP2E1 του κυτοχρώματος P450, όπως η ισονιαζίδη και το οινόπνευμα,
μπορούν να αυξήσουν τον μεταβολισμό του σεβοφλουρανίου και να οδηγήσουν σε
σημαντικές αυξήσεις στις συγκεντρώσεις φθορίου στο πλάσμα. Η ταυτόχρονη χρήση
σεβοφλουρανίου και ισονιαζίδης μπορεί να ενισχύσει τις ηπατοτοξικές ενέργειες της
ισονιαζίδης.
Υπερικό
Σε ασθενείς που λάμβαναν μακροχρόνια θεραπεία με υπερικό, έχει αναφερθεί βαριά
υπόταση και καθυστερημένη ανάνηψη από αναισθησία με αλογονωμένα εισπνεόμενα
αναισθητικά.
Βαρβιτουρικά
Η χορήγηση σεβοφλουρανίου είναι συμβατή με τα βαρβιτουρικά, την προποφόλη και
άλλα συχνά χρησιμοποιούμενα ενδοφλέβια αναισθητικά. Μετά τη χρήση ενδοφλέβιου
αναισθητικού ενδέχεται να απαιτούνται χαμηλότερες συγκεντρώσεις
σεβοφλουρανίου.
Βενζοδιαζεπίνες και οπιοειδή
Οι βενζοδιαζεπίνες και τα οπιοειδή αναμένεται να μειώσουν τη MAC του
σεβοφλουρανίου με τον ίδιο τρόπο όπως και άλλα εισπνεόμενα αναισθητικά. Η
χορήγηση σεβοφλουρανίου είναι συμβατή με τις βενζοδιαζεπίνες και τα οπιοειδή
όπως συνήθως χρησιμοποιούνται στη χειρουργική πράξη.
Οπιοειδή όπως η αλφαιντανύλη και η σουφαιντανύλη, όταν συνδυάζονται με
σεβοφλουράνιο, μπορεί να οδηγήσουν σε συνεργική μείωση του καρδιακού ρυθμού,
της αρτηριακής πίεσης και του αναπνευστικού ρυθμού.
10
Νιτρώδες οξείδιο
Όπως και με άλλα πτητικά αναισθητικά, η MAC του σεβοφλουρανίου μειώνεται,
όταν χορηγείται σε συνδυασμό με νιτρώδες οξείδιο. Το ισοδύναμο της MAC
μειώνεται κατά περίπου 50% στους ενήλικες και κατά περίπου 25% στους
παιδιατρικούς ασθενείς (βλ. παράγραφο 4.2 – Διατήρηση).
Παράγοντες νευρομυϊκού αποκλεισμού
Όπως και με άλλους εισπνεόμενους αναισθητικούς παράγοντες, το σεβοφλουράνιο
επηρεάζει τόσο την ένταση όσο και τη διάρκεια του νευρομυϊκού αποκλεισμού που
προκαλούν τα μη αποπολωτικά μυοχαλαρωτικά. Όταν χρησιμοποιείται
συμπληρωματικά της αναισθησίας με συνδυασμό αλφαιντανύλης-N
2
O, το
σεβοφλουράνιο ενισχύει τον νευρομυϊκό αποκλεισμό που επάγεται με πανκουρόνιο,
βεκουρόνιο ή ατρακούριο. Οι προσαρμογές της δοσολογίας αυτών των
μυοχαλαρωτικών, όταν χορηγούνται μαζί με σεβοφλουράνιο, είναι παρόμοιες με
αυτές που απαιτούνται με το ισοφλουράνιο. Η επίδραση του σεβοφλουρανίου στη
σουκινυλοχολίνη και η διάρκεια του αποπολωτικού νευρομυϊκού αποκλεισμού δεν
έχουν μελετηθεί.
Μείωση της δοσολογίας των παραγόντων νευρομυϊκού αποκλεισμού κατά την
εισαγωγή αναισθησίας ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα καθυστερημένη έναρξη
συνθηκών κατάλληλων για ενδοτραχειακή διασωλήνωση ή ανεπαρκή μυϊκή χάλαση,
λόγω του ότι η ενίσχυση των παραγόντων νευρομυϊκού αποκλεισμού παρατηρείται
λίγα λεπτά μετά την αρχή της χορήγησης σεβοφλουρανίου.
Μεταξύ των μη αποπολωτικών μυοχαλαρωτικών παραγόντων, έχουν μελετηθεί οι
αλληλεπιδράσεις με βεκουρόνιο, πανκουρόνιο και ατρακούριο. Απουσία
συγκεκριμένων κατευθυντήριων γραμμών: (1) για ενδοτραχειακή διασωλήνωση, μη
μειώνετε τη δόση των μη αποπολωτικών μυοχαλαρωτικών και (2) κατά τη διατήρηση
της αναισθησίας, η δόση μη αποπολωτικών μυοχαλαρωτικών είναι πιθανό να είναι
μειωμένη σε σύγκριση με αυτήν κατά την αναισθησία με συνδυασμό N
2
O/οπιοειδούς.
Η χορήγηση συμπληρωματικών δόσεων μυοχαλαρωτικών θα πρέπει να οδηγείται από
την ανταπόκριση σε νευρική διέγερση.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Μελέτες αναπαραγωγής σε αρουραίους και κουνέλια σε δόσεις έως 1 MAC δεν
αποκάλυψαν ενδείξεις βλάβης του εμβρύου λόγω του σεβοφλουρανίου. Δεν υπάρχουν
επαρκείς και καλά ελεγχόμενες μελέτες σε εγκύους γυναίκες. Συνεπώς, το
σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά την κύηση, μόνο όταν είναι
σαφώς απαραίτητο.
Τοκετός και γέννα
Σε μια κλινική δοκιμή, επιδείχθηκε η ασφάλεια του σεβοφλουρανίου για τις μητέρες
και τα βρέφη, όταν χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια καισαρικής τομής. Η ασφάλεια
του σεβοφλουρανίου στον τοκετό και την κολπική γέννα δεν έχει καταδειχθεί. Θα
πρέπει να δίνεται προσοχή στη μαιευτική αναισθησία, λόγω της χαλαρωτικής
11
δράσης του σεβοφλουρανίου στη μήτρα και της αύξησης της μητρορραγίας.
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό, εάν το σεβοφλουράνιο ή οι μεταβολίτες του απεκκρίνονται στο
ανθρώπινο γάλα. Θα πρέπει να δίνεται προσοχή, όταν το σεβοφλουράνιο χορηγείται
σε μητέρες που θηλάζουν.
Γονιμότητα
Μελέτες αναπαραγωγής σε αρουραίους και κουνέλια σε δόσεις έως 1 MAC δεν
αποκάλυψαν μειωμένη γονιμότητα λόγω του σεβοφλουρανίου.
Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης, μόνο
εάν ενδείκνυται σαφώς.
Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας της μήτρας λόγω χαλαρωτικής δράσης του
σεβοφλουρανίου στη μήτρα.
Η χρήση κατά τη διάρκεια του τοκετού και της γέννας περιορίζεται σε μια μικρή
μελέτη σε καισαρική τομή.
Μελέτες σε ζώα καταδεικνύουν ότι το σεβοφλουράνιο δεν είναι τερατογόνο.
Μελέτες αναπαραγωγής σε επίμυες και κονίκλους (δόσεις έως 1 MAC) δεν έδειξαν
καμία επίδραση στην ικανότητα αναπαραγωγής των αρσενικών ή των θηλυκών. Δεν
παρατηρήθηκε εμβρυοτοξικότητα σε μελέτες σε ζώα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Όπως και με άλλους παράγοντες, οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται ότι η
ικανότητα άσκησης δραστηριοτήτων που απαιτούν διανοητική εγρήγορση, όπως ο
χειρισμός μηχανοκίνητων οχημάτων ή επικίνδυνων μηχανημάτων, μπορεί να
επηρεαστεί δυσμενώς για κάποιο διάστημα μετά από γενική αναισθησία (βλ.
παράγραφο 4.4).
Στους ασθενείς δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να οδηγήσουν για ικανό χρονικό
διάστημα μετά από αναισθησία με σεβοφλουράνιο.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σύνοψη του προφίλ ασφαλείας
Όπως και με όλα τα ισχυρά εισπνεόμενα αναισθητικά, το σεβοφλουράνιο μπορεί να
προκαλέσει δοσοεξαρτώμενη καρδιοαναπνευστική καταστολή. Οι περισσότερες
ανεπιθύμητες αντιδράσεις είναι ήπιας έως μέτριας βαρύτητας και είναι παροδικές σε
διάρκεια. Ναυτία και έμετος παρατηρούνται συχνά στη μετεγχειρητική περίοδο, με
συχνότητα παρόμοια με αυτή που παρατηρείται με άλλα εισπνεόμενα αναισθητικά.
Αυτές οι επιπτώσεις είναι συχνά επακόλουθα του χειρουργείου και της γενικής
αναισθησίας, που μπορεί να οφείλονται στο εισπνεόμενο αναισθητικό, άλλους
παράγοντες που χορηγούνται διεγχειρητικά ή μετεγχειρητικά και στην αντίδραση
12
του ασθενούς στη χειρουργική επέμβαση. Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες ήταν οι ακόλουθες:
σε ενήλικες ασθενείς: υπόταση, ναυτία και έμετος,
σε ηλικιωμένους ασθενείς: βραδυκαρδία, υπόταση και ναυτία, και
σε παιδιατρικούς ασθενείς: διέγερση, βήχας, έμετος και ναυτία.
Πινακοποιημένη σύνοψη των ανεπιθύμητων ενεργειών
Τα δεδομένα των ανεπιθύμητων συμβάντων προέκυψαν από ελεγχόμενες κλινικές
δοκιμές που διεξήχθησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη σε
περισσότερους από 3.200 ασθενείς. Ο τύπος, η σοβαρότητα και η συχνότητα των
ανεπιθύμητων συμβάντων σε ασθενείς που έλαβαν σεβοφλουράνιο ήταν συγκρίσιμα
με αυτές των ανεπιθύμητων συμβάντων που παρατηρήθηκαν σε ασθενείς που έλαβαν
άλλα εισπνεόμενα αναισθητικά.
Τα πιο συχνά ανεπιθύμητα συμβάματα που σχετίστηκαν με το σεβοφλουράνιο γενικά
ήταν ναυτία (24%) και εμετός (17%). Διέγερση παρουσιάστηκε συχνά στα παιδιά
(23%).
Όλες οι ανεπιθύμητες ενέργειες, από κλινικές δοκιμές και από την εμπειρία
μετά την κυκλοφορία, οι οποίες είναι τουλάχιστον δυνατό να σχετίζονται με
το σεβοφλουράνιο, παρουσιάζονται στον ακόλουθο πίνακα ανά
κατηγορία/οργανικό σύστημα, προτιμώμενο όρο και συχνότητα.
Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες κατηγορίες συχνότητας: πολύ συχνές (≥ 1/10),
συχνές (≥ 1/100, < 1/10), όχι συχνές (≥ 1/1.000, < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000,
< 1/1.000), πολύ σπάνιες (< 1/10.000), συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων
αναφορών. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες μετά την κυκλοφορία αναφέρονται εθελοντικά
από έναν πληθυσμό με άγνωστο ποσοστό έκθεσης. Συνεπώς, δεν είναι δυνατό να
εκτιμηθεί η πραγματική συχνότητα εμφάνισης των ανεπιθύμητων συμβάντων και η
συχνότητα είναι «μη γνωστή». Το είδος, η βαρύτητα και η συχνότητα των
ανεπιθύμητων ενεργειών σε ασθενείς που έλαβαν σεβοφλουράνιο σε κλινικές
δοκιμές ήταν συγκρίσιμα με τις ανεπιθύμητες ενέργειες σε ασθενείς που έλαβαν
φάρμακο αναφοράς.
Δεδομένα σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες από κλινικές δοκιμές και
την εμπειρία μετά την κυκλοφορία
Σύνοψη των πιο συχνών ανεπιθύμητων ενεργειών σε κλινικές δοκιμές με
το σεβοφλουράνιο και από την εμπειρία μετά την κυκλοφορία
Κατηγορία
/
οργανικό
σύστημα
Συχνότητα Ανεπιθύμητες
ενέργειες
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Μη γνωστές
Αναφυλακτική αντίδραση
1
Αναφυλακτοειδής
αντίδραση
Υπερευαισθησία
1
13
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και του
λεμφικού συστήματος
Όχι συχνές
Λευκοπενία
Λευκοκυττάρωση
Ψυχιατρικές διαταραχές
Πολύ συχνές
Όχι συχνές
Διέγερση
Συγχυτική κατάσταση
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος
Συχνές
Μη γνωστές
Υπνηλία
Ζάλη
Κεφαλαλγία Σπασμός
2, 3
Δυστονία
Αυξημένη ενδοκρανιακή
πίεση
Καρδιακές διαταραχές
Πολύ συχνές
Συχνές
Όχι συχνές
Μη γνωστές
Βραδυκαρδία
Ταχυκαρδία
Πλήρης κολποκοιλιακός
αποκλεισμός
Καρδιακές αρρυθμίες
(συμπεριλαμβανομένων
κοιλιακών αρρυθμιών)
Κολπική μαρμαρυγή
Αρρυθμία
Κοιλιακές έκτακτες
συστολές
Υπερκοιλιακές έκτακτες
συστολές
Έκτακτες συστολές
(κοιλιακές, υπερκοιλιακές,
συνδεόμενες με διδυμία)
Καρδιακή ανακοπή
4
Κοιλιακή μαρμαρυγή
Torsades de pointes
Κοιλιακή ταχυκαρδία
14
Παρατεταμένο QT
ηλεκτροκαρδιογραφήματος
Αγγειακές διαταραχές
Πολύ συχνές
Συχνές
Υπόταση
Υπέρταση
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του θώρακα
και του μεσοθωρακίου
Πολύ συχνές
Συχνές
Όχι συχνές
Μη γνωστές
Βήχας
Αναπνευστική διαταραχή
Αναπνευστική καταστολή
Λαρυγγόσπασμος
Απόφραξη των αεραγωγών
Πνευμονικό οίδημα
Άπνοια
Υποξία
Άσθμα
Βρογχόσπασμος
Δύσπνοια
1
Αναπνευστικός συριγμός
1
Κατακράτηση της
αναπνοής
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
Πολύ συχνές
Συχνές
Μη γνωστές
Εμετός
Ναυτία
15
Υπερέκκριση σιέλου
Παγκρεατίτιδα
Διαταραχές του
μεταβολισμού και της
θρέψης
Μη γνωστές Υπερκαλιαιμία
Διαταραχές των νεφρών
και των ουροφόρων οδών
Όχι συχνές
Μη γνωστές
Κατακράτηση ούρων
Γλυκοζουρία
Διάμεση σωληναριακή
νεφρίτιδα
Διαταραχές του ήπατος
και των χοληφόρων
Μη γνωστές
Ηπατίτιδα
1, 2
Ηπατική ανεπάρκεια
1, 2
Ηπατική νέκρωση
1, 2
Ίκτερος
Διαταραχές του δέρματος
και του υποδόριου ιστού
Μη γνωστές
Δερματίτιδα εξ επαφής
1
Κνησμός
Εξάνθημα
1
Οίδημα προσώπου
1
Κνίδωση
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και του
συνδετικού ιστού
Μη γνωστές
Μυϊκή ακαμψία
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις της οδού
χορήγησης
Συχνές
Μη γνωστές
Ρίγη
Πυρεξία
Θωρακική δυσφορία
1
Κακοήθης υπερθερμία
1, 2
Οίδημα
Παρακλινικές εξετάσεις
Συχνές Μη φυσιολογική γλυκόζη
αίματος
Μη φυσιολογική
δοκιμασία ηπατικής
λειτουργίας
5
Μη φυσιολογικός αριθμός
16
Μη συχνές
λευκοκυττάρων
Αυξημένη συγκέντρωση
φθορίου στο αίμα
1
Αυξημένη ασπαρτική
αμινοτρανσφεράση
Αυξημένη κρεατινίνη του
ορού
Αυξημένη
αμινοτρανσφεράση της
αλανίνης
Αυξημένη γαλακτική
αφυδρογονάση
Κακώσεις,δηλητηριάσεις
και επιπλοκές
θεραπευτικών χειρισμών
Συχνές Υποθερμία
1 Βλέπε παράγραφο 4.8 – Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών.
2 Βλέπε παράγραφο 4.4.
3 Βλέπε παράγραφο 4.8 – Παιδιατρικός πληθυσμός.
4 Έχουν υπάρξει πολύ σπάνιες αναφορές μετά την κυκλοφορία για καρδιακή
ανακοπή σε περιβάλλον χρήσης σεβοφλουρανίου.
5 Περιστασιακές περιπτώσεις παροδικών μεταβολών των δοκιμασιών ηπατικής
λειτουργίας αναφέρθηκαν με σεβοφλουράνιο και παράγοντες αναφοράς.
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Παροδικές αυξήσεις των επιπέδων ανόργανου φθορίου στον ορό μπορεί να
παρατηρηθούν κατά τη διάρκεια της αναισθησίας με σεβοφλουράνιο και μετά από
αυτήν. Οι συγκεντρώσεις ανόργανου φθορίου γενικά κορυφώνονται εντός δύο ωρών
από το πέρας της αναισθησίας με σεβοφλουράνιο και επανέρχονται εντός 48 ωρών
στα προεγχειρητικά επίπεδα. Στις κλινικές δοκιμές, αυξημένα επίπεδα φθορίου δεν
συσχετίστηκαν με μείωση της νεφρικής λειτουργίας.
Υπάρχουν σπάνιες αναφορές μετεγχειρητικής ηπατίτιδας. Επιπλέον, έχουν υπάρξει
σπάνιες αναφορές μετά την κυκλοφορία ηπατικής ανεπάρκειας και ηπατικής
νέκρωσης που συσχετίζονται με τη χρήση ισχυρών πτητικών αναισθητικών
παραγόντων, συμπεριλαμβανομένου του σεβοφλουρανίου. Ωστόσο, η πραγματική
συχνότητα εμφάνισης και η σχέση του σεβοφλουρανίου με αυτά τα συμβάντα δεν
μπορεί να τεκμηριωθεί με βεβαιότητα (βλ. παράγραφο 4.4).
Έχουν ληφθεί σπάνιες αναφορές υπερευαισθησίας (συμπεριλαμβανομένης
δερματίτιδας εξ επαφής, εξανθήματος, δύσπνοιας, αναπνευστικού συριγμού,
θωρακικής δυσφορίας, οιδήματος του προσώπου, οιδήματος του βλεφάρου,
17
ερυθήματος, κνίδωσης, κνησμού, βρογχόσπασμου, αναφυλακτικών ή
αναφυλακτοειδών αντιδράσεων ή αναφυλακτικής αντίδρασης), ιδιαίτερα σε
συσχέτιση με μακροχρόνια επαγγελματική έκθεση σε εισπνεόμενους αναισθητικούς
παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του σεβοφλουρανίου.
Σε ευαίσθητα άτομα, οι ισχυροί εισπνεόμενοι αναισθητικοί παράγοντες μπορούν να
πυροδοτήσουν μια υπερμεταβολική κατάσταση των σκελετικών μυών, οδηγώντας σε
υψηλή απαίτηση σε οξυγόνο και στο κλινικό σύνδρομο που είναι γνωστό ως
κακοήθης υπερθερμία (βλ. παράγραφο 4.4).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η χρήση σεβοφλουρανίου έχει συσχετισθεί με κρίσεις. Πολλές έχουν εμφανιστεί σε
παιδιά και νεαρούς ενήλικες ηλικίας από 2 μηνών, οι περισσότεροι εκ των οποίων
δεν είχαν προδιαθεσικούς παράγοντες επικινδυνότητας. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν
αναφέρθηκαν συγχορηγούμενα φάρμακα και τουλάχιστον μία περίπτωση
επιβεβαιώθηκε με ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ). Παρόλο που πολλές περιπτώσεις
ήταν μεμονωμένες κρίσεις που υποχώρησαν αυθόρμητα ή μετά από θεραπεία, έχουν
επίσης αναφερθεί περιπτώσεις πολλαπλών κρίσεων. Κρίσεις έχουν παρουσιαστεί
κατά τη διάρκεια ή λίγο μετά την εισαγωγή με σεβοφλουράνιο, κατά την ανάνηψη
και κατά τη μετεγχειρητική ανάρρωση έως και μία ημέρα μετά την αναισθησία. Θα
πρέπει να χρησιμοποιείται η κλινική κρίση, όταν χρησιμοποιείται το σεβοφλουράνιο
σε ασθενείς που ενδέχεται να διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης κρίσεων (βλ.
παράγραφο 4.4).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους–κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος.
Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Στα συμπτώματα υπερδοσολογίας συμπεριλαμβάνονται η αναπνευστική καταστολή
και η κυκλοφορική ανεπάρκεια.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, θα πρέπει να ληφθούν τα παρακάτω μέτρα: Να
διακοπεί η χορήγηση του φαρμάκου, να εξασφαλισθεί η διαπερατότητα των
αναπνευστικών οδών και να εγκατασταθεί τεχνητός ή ελεγχόμενος αερισμός με
χορήγηση καθαρού οξυγόνου και να διατηρείται σταθερή καρδιαγγειακή λειτουργία.
18
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Γενικά αναισθητικά, αλογονωμένοι
υδρογονάνθρακες
Κωδικός ATC: N01AB08
Τυχόν μεταβολές στην εισπνεόμενη συγκέντρωση ακολουθούνται γρήγορα από
μεταβολές στις κλινικές επιδράσεις του σεβοφλουρανίου. Το σεβοφλουράνιο είναι
ένα εισπνεόμενο αναισθητικό αλογονωμένου μεθυλισοπροπυλαιθέρα, το οποίο
προκαλεί ταχείες φάσεις εισαγωγής και ανάνηψης. Η MAC (ελάχιστη κυψελιδική
συγκέντρωση) είναι ειδική για την ηλικία (βλ. παράγραφο 4.2).
Το σεβοφλουράνιο προκαλεί απώλεια της συνείδησης, αναστρεπτή κατάργηση του
πόνου και της κινητικής δραστηριότητας, περιορισμό των αυτόνομων
αντανακλαστικών, αναπνευστική και καρδιαγγειακή καταστολή. Αυτές οι δράσεις
είναι δοσοεξαρτώμενες.
Το σεβοφλουράνιο έχει χαμηλό συντελεστή κατανομής αίματος/αερίου (0,65) με
αποτέλεσμα μια ταχεία ανάνηψη από την αναισθησία.
Καρδιαγγειακές επιδράσεις
Όπως συμβαίνει και με όλους τους άλλους εισπνεόμενους παράγοντες, το
σεβοφλουράνιο καταστέλλει την καρδιαγγειακή λειτουργία με τρόπο που σχετίζεται
με τη δοσολογία. Σε μια μελέτη σε εθελοντές, αυξήσεις στη συγκέντρωση
σεβοφλουρανίου είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της μέσης αρτηριακής πίεσης.
Ωστόσο, δεν υπήρξε καμία μεταβολή στον καρδιακό ρυθμό. Το σεβοφλουράνιο δεν
μετέβαλε τις συγκεντρώσεις νοραδρεναλίνης στο πλάσμα σε αυτήν τη μελέτη. Το
σεβοφλουράνιο επάγει ευαισθητοποίηση του μυοκαρδίου στην αρρυθμογόνο δράση
της εξωγενώς χορηγούμενης επινεφρίνης. Αυτή η ευαισθητοποίηση είναι παρόμοια με
αυτή που επάγεται από το ισοφλουράνιο.
Επιδράσεις στο νευρικό σύστημα
Σε ασθενείς με φυσιολογική ενδοκράνια πίεση (ΕΚΠ), το σεβοφλουράνιο είχε
ελάχιστη επίδραση στην ΕΚΠ και διατήρησε την ανταπόκριση στο CO
2
. Η ασφάλεια
του σεβοφλουρανίου δεν έχει ερευνηθεί σε ασθενείς με αυξημένη ΕΚΠ. Σε ασθενείς
με κίνδυνο για αύξηση της ΕΚΠ, το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με
προσοχή σε συνδυασμό με χειρισμούς που μειώνουν την ΕΚΠ.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η χαμηλή διαλυτότητα του σεβοφλουρανίου στο αίμα θα πρέπει να οδηγεί σε
κυψελιδικές συγκεντρώσεις που αυξάνονται ραγδαία κατά την εισαγωγή και
μειώνονται ταχέως με τη διακοπή του εισπνεόμενου αναισθητικού.
19
Στον άνθρωπο, ποσοστό < 5% του απορροφώμενου σεβοφλουρανίου μεταβολίζεται
στο ήπαρ, όπου αποφθοριώνεται μέσω του κυτοχρώματος P450(CYP)2E1 με
αποτέλεσμα την παραγωγή εξαφθοροϊσοπροπανόλης (HFIP) με απελευθέρωση
ανόργανου φθορίου και διοξειδίου του άνθρακα ενός μονοανθρακικού τμήματος).
Κατόπιν, η HFIP υφίσταται ταχεία σύζευξη με γλυκουρονικό οξύ και απεκκρίνεται
στα ούρα. Η ταχεία και εκτενής πνευμονική αποβολή του σεβοφλουρανίου
ελαχιστοποιεί την ποσότητα που είναι διαθέσιμη για μεταβολισμό.
Ο μεταβολισμός του σεβοφλουρανίου ενδέχεται να αυξηθεί από γνωστούς επαγωγείς
του CYP2E1 (π.χ. ισονιαζίδη και αλκοόλη), αλλά δεν είναι επαγώγιμος από
βαρβιτουρικά.
Παροδικές αυξήσεις των επιπέδων ανόργανου φθορίου στον ορό μπορεί να
παρατηρηθούν κατά τη διάρκεια και μετά την αναισθησία με σεβοφλουράνιο. Οι
συγκεντρώσεις ανόργανου φθορίου γενικά κορυφώνονται εντός 2 ωρών από το πέρας
της αναισθησίας με σεβοφλουράνιο και επανέρχονται εντός 48 ωρών στα
προεγχειρητικά επίπεδα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Προκλινικά δεδομένα για την τοξικότητα μονής και επαναλαμβανόμενων δόσεων
σεβοφλουρανίου δεν κατέδειξαν ειδική τοξικότητα για όργανα.
Μελέτες αναπαραγωγής: Μελέτες της γονιμότητας που διεξάχθηκαν σε αρουραίους
κατέδειξαν μείωση των ποσοστών εμφύτευσης και κύησης μετά από
επαναλαμβανόμενη έκθεση σε δόσεις αναισθητικών. Μελέτες της τοξικότητας για
την ανάπτυξη που διεξάχθηκαν σε επίμυες δεν αποκάλυψαν τερατογόνο δράση. Σε
υποαναισθητικές συγκεντρώσεις κατά την περιγεννητική φάση, οι επίμυες έδειξαν
παράταση της κύησης.
Εκτεταμένες
in vitro
και
in vivo
μελέτες μεταλλαξιγένεσης με σεβοφλουράνιο
έδωσαν αρνητικά αποτελέσματα. Δεν διενεργήθηκαν μελέτες καρκινογένεσης.
Επιδράσεις στη λειτουργία του κυκλοφορικού συστήματος και την κατανάλωση
οξυγόνου:
Τα αποτελέσματα μελετών που διεξάχθηκαν σε σκύλους καταδεικνύουν
ότι το σεβοφλουράνιο δεν προκαλεί σύνδρομο υποκλοπής των στεφανιαίων ή
παρόξυνση προϋπάρχουσας μυοκαρδιακής ισχαιμίας. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει
ότι η ηπατική και νεφρική κυκλοφορία διατηρούνται καλά με σεβοφλουράνιο.
Το σεβοφλουράνιο μειώνει τον εγκεφαλικό μεταβολικό ρυθμό οξυγόνου (CMRO
2
) με
τρόπο ανάλογο με εκείνον που παρατηρείται με το ισοφλουράνιο. Μια μείωση του
CMRO
2
κατά ένα ποσοστό περίπου 50% παρατηρείται σε συγκεντρώσεις που
προσεγγίζουν την τιμή 2,0 MAC. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι το σεβοφλουράνιο
δεν έχει σημαντική επίδραση στη ροή αίματος στον εγκέφαλο.
Στα ζώα, το σεβοφλουράνιο καταστέλλει σημαντικά την ηλεκτροεγκεφαλογραφική
δραστηριότητα (EEG) συγκρίσιμα με ισοδύναμες δόσεις ισοφλουρανίου. Δεν
υπάρχουν ενδείξεις ότι το σεβοφλουράνιο συσχετίζεται με επιληπτοειδή
δραστηριότητα κατά τη νορμοκαπνία ή υποκαπνία. Σε αντίθεση με το ενφλουράνιο,
προσπάθειες να προκληθεί επιληπτοειδής ηλεκτροεγκεφαλογραφική δραστηριότητα
κατά την υποκαπνία με ρυθμικά ακουστικά ερεθίσματα ήταν αρνητικές.
20
Ένωση Α:
Η ένωση Α είναι προϊόν διάσπασης του σεβοφλουρανίου, το οποίο
παράγεται στους απορροφητές CO
2
. Η συγκέντρωσή της αυξάνεται κανονικά με
αύξηση της θερμοκρασίας του απορροφητή ή της συγκέντρωσης του σεβοφλουρανίου
ή με μείωση του ρυθμού ροής φρέσκων αερίων.
Μελέτες που διεξάχθηκαν σε αρουραίους κατέδειξαν αναστρέψιμη νεφροτοξικότητα,
εξαρτώμενη από τη δόση και τη διάρκεια της έκθεσης (νέκρωση μεμονωμένων
κυττάρων των εγγύς σωληναρίων). Στον αρουραίο, ενδείξεις νεφροτοξικότητας
μπόρεσαν να βρεθούν στα 25 – 50 ppm μετά από έκθεση 6 και 12 ωρών. Η συνάφεια
για τον άνθρωπο δεν είναι γνωστή.
Σε κλινικές μελέτες, η υψηλότερη συγκέντρωση ένωσης Α (χρησιμοποιώντας
νατράσβεστο ως απορροφητικό υλικό στο κύκλωμα) ήταν 15 ppm σε παιδιά και
32 ppm σε ενήλικες. Σε συστήματα που χρησιμοποιούν άσβεστο με βάση το
υδροξείδιο του βαρίου ως απορροφητή CO
2
βρέθηκαν συγκεντρώσεις έως και 61 ppm.
Παρόλο που η εμπειρία με αναισθησία χαμηλής ροής είναι περιορισμένη, δεν
υπάρχουν έως σήμερα ενδείξεις νεφρικής δυσλειτουργίας οφειλόμενης στην ένωση Α.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Ουδέν.
6.2 Ασυμβατότητες
Το σεβοφλουράνιο είναι σταθερό, όταν φυλάσσεται υπό κανονικές συνθήκες
φωτισμού δωματίου. Καμία ευδιάκριτη διάσπαση του σεβοφλουρανίου δεν
παρατηρείται παρουσία ισχυρών οξέων ή θερμότητας. Το σεβοφλουράνιο δεν είναι
διαβρωτικό για τον ανοξείδωτο χάλυβα, τον ορείχαλκο, το αλουμίνιο, τον
επινικελωμένο ορείχαλκο, τον επιχρωμιωμένο ορείχαλκο ή το κράμα χαλκού-
βηρυλλίου.
Χημική διάσπαση μπορεί να προκύψει με την έκθεση εισπνεόμενων αναισθητικών σε
απορροφητή CO
2
εντός του μηχανήματος αναισθησίας. Όταν χρησιμοποιείται με
νέους απορροφητές, όπως ενδείκνυται, η διάσπαση του σεβοφλουρανίου είναι
ελάχιστη και τα προϊόντα αποικοδόμησης είναι μη ανιχνεύσιμα ή μη τοξικά. Η
διάσπαση του σεβοφλουρανίου και ο επακόλουθος σχηματισμός προϊόντων της
διάσπασης ενισχύονται με αύξηση της θερμοκρασίας του απορροφητή, ξήρανση του
απορροφητή CO
2
(ειδικά αυτών που περιέχουν υδροξείδιο του καλίου, π.χ.
Baralyme
®
), αυξημένη συγκέντρωση σεβοφλουρανίου και μειωμένη ροή φρέσκου
αερίου. Το σεβοφλουράνιο μπορεί να υποστεί αλκαλική διάσπαση με δύο τρόπους. Ο
πρώτος είναι αποτέλεσμα απώλειας υδροφθορίου και σχηματισμού
πενταφθοροϊσοπροπενυλο-φθορομεθυλ-αιθέρα (PIFE, γνωστού και ως ένωσης Α). Ο
δεύτερος τρόπος διάσπασης του σεβοφλουρανίου προκύπτει μόνο παρουσία ξηρών
απορροφητών
2
και οδηγεί σε διάσπαση του σεβοφλουρανίου σε
εξαφθοροϊσοπροπανόλη (HFIP) και φορμαλδεΰδη. Η HFIP είναι ανενεργή, μη
γονοτοξική, υφίσταται ταχεία γλυκουρονιδίωση, αποβολή και εμφανίζει συγκρίσιμη
τοξικότητα με το σεβοφλουράνιο. Η φορμαλδεΰδη είναι παρούσα υπό κανονικές
21
διαδικασίες μεταβολισμού. Η φορμαλδεΰδη μπορεί να υποστεί περαιτέρω διάσπαση
σε μεθανόλη και μυρμηκικό άλας κατόπιν έκθεσης σε υπερβολικά ξηρό απορροφητή.
Το μυρμηκικό άλας μπορεί να συμβάλει στο σχηματισμό μονοξειδίου του άνθρακα
παρουσία υψηλής θερμοκρασίας. Η μεθανόλη μπορεί να αντιδράσει με την ένωση A
προς σχηματισμό του μεθοξυπαραγώγου προσθήκης, ένωσης B. Η ένωση B μπορεί να
υποστεί περαιτέρω διάσπαση HF προς σχηματισμό των ενώσεων C, D και E. Με
απορροφητές που έχουν υποστεί υπερβολική ξήρανση, ειδικά αυτούς που περιέχουν
υδροξείδιο του καλίου (π.χ. Baralyme
®
), ενδέχεται να προκύψει σχηματισμός
φορμαλδεΰδης, μεθανόλης, μονοξειδίου του άνθρακα, ένωσης Α και ενδεχομένως
κάποιων προϊόντων διάσπασής της, ενώσεων C, D και Ε.
6.3 Διάρκεια ζωής
5 χρόνια
Αφού ανοιχθεί, τα περιεχόμενα της φιάλης θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν εντός
8 εβδομάδων.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25°C. Μην ψύχετε. Διατηρείτε το
πώμα της φιάλης ερμητικά κλειστό λόγω της πτητικής φύσης του αναισθητικού.
Φυλάσσετε τη φιάλη σε όρθια θέση.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κεχριμπαρένιου χρώματος φιάλες από γυαλί τύπου III, 250 ml (Με ή χωρίς εξωτερική
επικάλυψη PVC), με βιδωτό καπάκι δύο μερών, κατασκευασμένο από εξωτερικό
μαύρο κάλυμμα φαινόλης και εσωτερικό ημιδιαφανή κώνο χαμηλής πυκνότητας
πολυαιθυλενίου. Η συσκευασία διαθέτει δακτύλιο κίτρινου χρώματος χαμηλής
πυκνότητας πολυαιθυλενίου.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Το σεβοφλουράνιο θα πρέπει να χορηγείται με εξατμιστήρα ειδικά βαθμονομημένο
για σεβοφλουράνιο με χρήση βασικού συστήματος πλήρωσης σχεδιασμένου για
εξατμιστήρες ειδικούς για σεβοφλουράνιο ή άλλων κατάλληλων συστημάτων
πλήρωσης εξατμιστήρων ειδικών για σεβοφλουράνιο.
Όταν χορηγούνται εισπνεόμενα αναισθητικά, οι απορροφητές διοξειδίου του
άνθρακα δεν θα πρέπει να αφήνονται να ξηρανθούν εντελώς. Έχει αναφερθεί ότι
κάποια αλογονωμένα αναισθητικά αλληλεπιδρούν με ξηρό απορροφητή διοξειδίου
του άνθρακα προς σχηματισμό μονοξειδίου του άνθρακα. Ωστόσο, για να
ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος σχηματισμού μονοξειδίου του άνθρακα σε κυκλώματα
αναπνοής και η πιθανότητα αύξησης των επιπέδων καρβοξυαιμοσφαιρίνης, οι
απορροφητές CO
2
δεν θα πρέπει να αφήνονται να ξηρανθούν πλήρως. Υπήρξαν
σπάνιες περιπτώσεις υπερβολικής παραγωγής θερμότητας, καπνού και φωτιάς στο
μηχάνημα αναισθησίας, όταν το σεβοφλουράνιο χρησιμοποιήθηκε σε συνδυασμό με
εντελώς ξηρό απορροφητή CO
2
. Εάν υπάρχει η υποψία ότι ο απορροφητής CO
2
έχει
ξηρανθεί, θα πρέπει να αντικατασταθεί. Έχει βρεθεί ότι το σεβοφλουράνιο
διασπάται παρουσία οξέων ισχυρών κατά Lewis, τα οποία ενδέχεται να
σχηματιστούν σε μεταλλικές ή γυάλινες επιφάνειες υπό εξαιρετικές συνθήκες, και
θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση εξατμιστήρων που περιέχουν τέτοια ισχυρά κατά
Lewis οξέα ή στους οποίους αυτά μπορούν να σχηματιστούν υπό συνθήκες συνήθους
χρήσης. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο φιάλες χωρίς διαπεραστική οσμή.
22
Σε περίπτωση που μια μερικώς χρησιμοποιημένη φιάλη παραμένει στο τέλος της
διαδικασίας, τα περιεχόμενα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για χρονικό διάστημα
8 εβδομάδων.
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Piramal Healthcare UK Limited
Whalton Road,
Morpeth,
Northumberland NE61 3YA,
Ηνωμένο Βασίλειο
Τηλ: 0044 1670562400
Φαξ: 0044 1670562604
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
14721/28-5-2013
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
11/2016
23