ΝΕΜΠΙΒΟΛΟΛΗΣ ΔΙΣΚΙΑ 2,5MG / 5MG
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Παράγοντες βήτα-αποκλεισμού, εκλεκτικοί. Κωδικός
ATC: C07AB12.
Η νεμπιβολόλη είναι ένα ρακεμικό μίγμα δύο εναντιομερών, SRRR-νεμπιβολόλης (ή d-
νεμπιβολόλης) και RSSS-νεμπιβολόλης (ή l-νεμπιβολόλης). Συνδυάζει δυο
φαρμακολογικές δραστηριότητες:
● Είναι ένας ανταγωνιστικός και εκλεκτικός ανταγωνιστής των βήτα-υποδοχέων: αυτή η
δράση αποδίδεται στο SRRR-εναντιομερές (d-εναντιομερές).
● Έχει ήπιες αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες λόγω αλληλεπίδρασης με την οδό L-αργινίνης/
οξειδίου του αζώτου.
Μονήρεις και επαναλαμβανόμενες δόσεις νεμπιβολόλης μειώνουν τον καρδιακό ρυθμό
και την αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης και της άσκησης, τόσο σε
άτομα με φυσιολογική αρτηριακή πίεση όσο και σε υπερτασικούς ασθενείς. Η
αντιυπερτασική δράση διατηρείται κατά τη διάρκεια χρόνιας θεραπείας.
Σε θεραπευτικές δόσεις, η νεμπιβολόλη στερείται άλφα-αδρενεργικού ανταγωνισμού.
Κατά τη διάρκεια οξείας και χρόνιας θεραπευτικής αντιμετώπισης με νεμπιβολόλη σε
υπερτασικούς ασθενείς, μειώνεται η συστηματική αγγειακή αντίσταση. Παρά τη μείωση
του καρδιακού ρυθμού, η μείωση της καρδιακής παροχής κατά τη διάρκεια της
ανάπαυσης και της άσκησης μπορεί να είναι περιορισμένη λόγω αύξησης στον όγκο
εξώθησης. Το κατά πόσον αυτές οι αιμοδυναμικές διαφορές είναι κλινικά σημαντικές σε
σύγκριση με άλλους ανταγωνιστές βήτα 1-υποδοχέων δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί.
Σε υπερτασικούς ασθενείς, η νεμπιβολόλη αυξάνει την μεσολαβούμενη από ΝΟ
αγγειακή απόκριση στην ακετυλοχολίνη (Ach), η οποία είναι μειωμένη σε ασθενείς με
ενδοθηλιακή δυσλειτουργία.
Σε μια ελεγχόμενη με ψευδοφάρμακο δοκιμασία θνησιμότητας-νοσηρότητας που
διενεργήθηκε σε 2128 ασθενείς ≥70 ετών (διάμεση ηλικία 75,2 έτη) με σταθερή χρόνια
καρδιακή ανεπάρκεια με ή χωρίς μειωμένο κλάσμα εξώθησης αριστερής κοιλίας (μέσο
LVEF: 36±12,3%, με την ακόλουθη κατανομή: LVEF μικρότερο του 35% στο 56% των
ασθενών, LVEF μεταξύ 35% και 45% στο 25% των ασθενών και LVEF μεγαλύτερο του
45% στο 19% των ασθενών) οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για μέσο χρονικό διάστημα
20 μηνών, η νεμπιβολόλη, επιπρόσθετα στην τυπική θεραπεία, παρέτεινε σημαντικά το
χρόνο εμφάνισης θανάτου ή νοσηλείας για καρδιαγγειακούς λόγους (κύριο τελικό σημείο
αποτελεσματικότητας) με σχετική μείωση του κινδύνου 14% (απόλυτη μείωση: 4,2%).
Αυτή η μείωση του κινδύνου αναπτύχθηκε μετά από 6 μήνες θεραπείας και διατηρήθηκε
καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας (διάμεση διάρκεια: 18 μήνες). Η επίδραση της
νεμπιβολόλης ήταν ανεξάρτητη από την ηλικία, το φύλο ή το κλάσμα εξώθησης
αριστερής κοιλίας του υπό μελέτη πληθυσμού. Το όφελος στη θνησιμότητα από όλα τα
αίτια δεν έφθασε σε βαθμό που να θεωρείται κλινικά σημαντικός σε σύγκριση με το
ψευδοφάρμακο (απόλυτη μείωση: 2,3%).
Παρατηρήθηκε μείωση στη συχνότητα αιφνιδίου θανάτου σε ασθενείς υπό θεραπεία με
νεμπιβολόλη (4,1% έναντι 6,6%, σχετική μείωση 38%).
In vitro και in vivo πειράματα σε ζώα κατέδειξαν ότι η νεμπιβολόλη δεν έχει ενδογενή
συμπαθητικομιμητική δραστηριότητα.
In vitro και in vivo πειράματα σε ζώα κατέδειξαν ότι, σε φαρμακολογικές δόσεις, η
11