ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (S.P.C.)
VINORELBINE/MEDICALIS
(Vinorelbine tartrate)
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
VINORELBINE/MEDICALIS 10mg/ml, Πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος
προς έγχυση.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Vinorelbine 10mg/ml (ως τρυγική).
Κάθε 1 ml του πυκνού διαλύματος για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση
περιέχει 10 mg vinorelbine (ως τρυγική).
Κάθε 5 ml του πυκνού διαλύματος για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση
περιέχει 50 mg vinorelbine (ως τρυγική).
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, είτε την παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση.
Περιγραφή προϊόντος: διαυγές, άχρωμο έως υποκίτρινο διάλυμα με pH που
κυμαίνεται από 3,3 έως 3,8.
.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Η vinorelbine ενδείκνυται για τη θεραπεία του:
Μη-μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα (στάδιο 3 ή 4).
Ως μονοθεραπεία σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του μαστού
(στάδιο 4), όπου η θεραπεία με χημειοθεραπευτικό σχήμα που
συμπεριλαμβάνει ανθρακυκλίνη και ταξάνη έχει αποτύχει ή δεν είναι
κατάλληλη.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Μόνο για ενδοφλέβια έγχυση.
To VINORELBINE/MEDICALIS θα πρέπει να δίνεται σε συνεργασία με ιατρό με
εκτενή εμπειρία στη θεραπεία με κυτταροστατικά.
Αυστηρά για ενδοφλέβια χορήγηση μετά από την κατάλληλη αραίωση.
Η ενδοραχιαία χορήγηση του VINORELBINE/MEDICALIS οδού μπορεί να
είναι θανατηφόρος και αντενδείκνυται.
Για τις οδηγίες σχετικά με τη χρήση και το χειρισμό, δείτε 6.6.
To VINORELBINE/MEDICALIS πρέπει να χορηγείται με έγχυση (5-10 λεπτά) μετά
από τη διάλυση σε 20-50 ml ενέσιμου διαλύματος χλωριούχου νατρίου 9
mg/ml (0,9%) ή ενέσιμου διαλύματος γλυκόζης 50 mg/ml (5%) ή με σύντομη
έγχυση (20-30 λεπτά) μετά από τη διάλυση σε 125 ml φυσιολογικού ορού ή
διαλύματος γλυκόζης 50 mg/ml (5%).
Η χορήγηση πρέπει να ακολουθείται από έγχυση φυσιολογικού ορού προς
έκπλυση της φλέβας.
Μη-μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα:
Ως μονοθεραπεία η συνήθης
δόση είναι 25- 30mg/m
2
χορηγούμενη μία φορά την εβδομάδα. Στην
πολυχημειοθεραπεία το πρόγραμμα της θεραπευτικής αγωγής ακολουθεί το
πρωτόκολλο. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η συνήθης δόση (25-30mg/m
2
),
αλλά η συχνότητα της χορήγησης μειώνεται για παράδειγμα την ημέρα 1 και
5 κάθε τρίτη εβδομάδα ή την ημέρα 1 και 8 κάθε τρίτη εβδομάδα σύμφωνα με
το θεραπευτικό σχήμα.
Μεταστατικός καρκίνος του μαστού:
Η συνήθης δόση είναι 25-30mg/m
2
,
χορηγούμενη μία φορά την εβδομάδα.
Η μέγιστη ανεκτή δόση ανά χορήγηση: 35,4 mg/m
2
επιφάνειας σώματος.
Ηλικιωμένοι
Η κλινική εμπειρία δεν έχει εντοπίσει σχετικές διαφορές ανάμεσα στους
ηλικιωμένους ασθενείς, όσον αφορά το ποσοστό ανταπόκρισης, παρόλο που
δεν μπορεί να αποκλειστεί η μεγαλύτερη ευαισθησία σε ορισμένους ασθενείς
αυτής της κατηγορίας. Η ηλικία δεν μεταβάλλει τις φαρμακοκινητικές
ιδιότητες της vinorelbine.
Παιδιά και έφηβοι
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα στα παιδιά δεν έχουν καθοριστεί
οπότε η χορήγησή της δεν συνιστάται.
Ηπατική διαταραχή
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της vinorelbine δεν τροποποιούνται σε
ασθενείς που παρουσιάζουν μέτρια ή σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια. Παρόλα
αυτά, συνιστάται η δόση να μειώνεται στα 20 mg/m2 και να
παρακολουθούνται στενά οι αιματολογικές παράμετροι σε ασθενείς με
σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια, ως προστατευτικό μέτρο (αναφερθείτε στις
παραγράφους 4.4 και 5.2).
Νεφρική διαταραχή
Δεδομένης της ελάχιστης νεφρικής απέκκρισης, δεν υπάρχει φαρμακοκινητική
αιτιολόγηση για μείωση της δόσης της vinorelbine σε ασθενείς με νεφρική
ανεπάρκεια.
(βλ. 5.2).
4.3. Αντενδείξεις
Η χρήση της ενδορραχιαίας οδού αντενδείκνυται.
Γνωστή υπερευαισθησία στην vinorelbine ή σε άλλα αλκαλοειδή της
Vinca ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα.
Ουδετερόφιλα κοκκιοκύτταρα < 1500/mm
3
ή σοβαρή ενεργός ή πρόσφατη
λοίμωξη (μέσα σε 2 εβδομάδες).
Αριθμός αιμοπεταλίων κάτω από 75.000/mm
3
Κύηση (ο κίνδυνος για την εμβρυϊκή ανάπτυξη πρέπει να σταθμίζεται
έναντι στο πιθανό όφελος από τη θεραπεία για τη μητέρα)
Η γαλουχία πρέπει να διακόπτεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας με
vinorelbine (βλέπε 4.6).
Σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια που δεν σχετίζεται με την εξέλιξη του
όγκου
Γυναίκες με δυνατότητα τεκνοποίησης που δεν χρησιμοποιούν
αποτελεσματική αντισύλληψη (βλέπε παράγραφο 4.4 και 4.6)
Σε συνδυασμό με το εμβόλιο του κίτρινου πυρετού (βλέπε παράγραφο
4.5.)
4.4. Ειδικές προειδοποιήσεις & προφυλάξεις κατά τη χρήση:
Το VINORELBINE/MEDICALIS πρέπει να χορηγείται υπό την επίβλεψη ιατρού
με εμπειρία στη χρήση χημειοθεραπείας.
Αυστηρά για ενδοφλέβια χρήση μόνο.
Στενή αιματολογική παρακολούθηση πρέπει να πραγματοποιείται κατά τη
διάρκεια της θεραπείας (προσδιορισμός των επιπέδων της αιμοσφαιρίνης και
του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων, των ουδετερόφιλων και των
αιμοπεταλίων πριν από κάθε νέα έγχυση), δεδομένου ότι η καταστολή του
αιμοποιητικού συστήματος είναι ο κύριος κίνδυνος κατά τη διάρκεια της
θεραπείας με vinorelbine.
ουδετεροπενία, η οποία δεν είναι αθροιστική και έχει το ναδίρ της
μεταξύ της ημέρας 7 και 14 μετά από τη χορήγηση, είναι γρήγορα
αναστρέψιμη μέσα σε 5-7 ημέρες, είναι η κύρια περιορίζουσα τη δόση
ανεπιθύμητη ενέργεια. Εάν ο αριθμός των ουδετερόφιλων
κοκκιοκυττάρων είναι κάτω από 1500/mm
3
ή/και ο αριθμός των
αιμοπεταλίων είναι κάτω από 75.000/mm
3
, η θεραπεία πρέπει να
αναβληθεί μέχρι την αποκατάσταση.
εάν ο ασθενής παρουσιάζει σημεία ή συμπτώματα που υποδηλώνουν
λοίμωξη πρέπει να πραγματοποιηθεί άμεση εξέταση.
ειδική προσοχή συνιστάται στους ασθενείς με ιστορικό ισχαιμικών
καρδιακών παθήσεων (αναφερθείτε στην παράγραφο 4.8).
Η κλινική σημασία της διαταραχής της ικανότητας απέκκρισης
φαρμάκων από το ήπαρ δεν έχει εκτιμηθεί. Επομένως καμία ακριβής
σύσταση για τη δόση δεν θα μπορούσε να δοθεί. Εντούτοις σε
φαρμακοκινητική μελέτη η υψηλότερη χορηγούμενη δόση σε ασθενείς με
σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία ήταν 20 mg/m
2
(παράγραφος 5.3). Για
τους ασθενείς με σοβαρή ηπατική διαταραχή συστήνεται προσοχή και
απαιτείται προσεκτικός έλεγχος των αιματολογικών παραμέτρων. Για
προσαρμογή της δοσολογίας σε αυτή την ειδική ομάδα ασθενών,
αναφερθείτε στην παράγραφο 4.2.
To VINORELBINE/MEDICALIS δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με
ακτινοθεραπεία εάν το θεραπευτικό πεδίο περιλαμβάνει το ήπαρ.
To VINORELBINE/MEDICALIS δεν πρέπει να έρχεται σε επαφή με τα μάτια,
υπάρχει κίνδυνος σοβαρού ερεθισμού και ακόμη και εξέλκωσης του
κερατοειδούς χιτώνα εάν το φάρμακο εκτοξευτεί υπό πίεση. Εάν αυτό
συμβεί, ξεπλύνετε αμέσως το μάτι με φυσιολογικό ορό και
επικοινωνήστε με οφθαλμίατρο.
Ισχυροί αναστολείς ή επαγωγείς του CYP3A4 μπορούν να επηρεάσουν τη
συγκέντρωση της vinorelbine και γι αυτό το λόγο θα πρέπει να δίνεται
προσοχή (βλέπε παράγραφο 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης) και δε συνιστάται ο
συνδυασμός του με φαινυτοΐνη (όπως για όλα τα κυτταροτοξικά) και με
ιτρακοναζόλη (όπως για όλα τα αλκαλοειδή της vinca).
Αυτό το προϊόν γενικά δεν συστήνεται για χρήση σε συνδυασμό με
εμβόλια με ζωντανούς εξασθενημένους οργανισμούς.
Για πληροφορίες για την εγκυμοσύνη, το θηλασμό και τη γονιμότητα,
βλ. παράγραφο 4.6.
Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος του βρογχόσπασμου - ειδικά στη θεραπεία
συνδυασμού με μιτομυκίνη C θα πρέπει να λαμβάνεται κατάλληλη
προφύλαξη. Οι εξωτερικοί ασθενείς πρέπει να πληροφορηθούν ότι σε
περίπτωση δύσπνοιας πρέπει να ενημερωθεί ο γιατρός.
Λόγω των χαμηλών επιπέδων νεφρικής έκκρισης, δεν υπάρχει καμία
φαρμακοκινητική αιτιολογία για μείωση της δόσης στους ασθενείς με
νεφρική εξασθένιση.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης.
Αλληλεπιδράσεις κοινές για όλα τα κυτταροτοξικά:
Λόγω του αυξημένου κινδύνου θρόμβωσης στις νεοπλασματικές νόσους, είναι
συχνή η χρήση αντιπηκτικής θεραπείας. Η υψηλή ενδο-ατομική ποικιλότητα
της πηκτικότητας στις νόσους και το ενδεχόμενο αλληλεπίδρασης μεταξύ των
από του στόματος αντιπηκτικών και της αντικαρκινικής χημειοθεραπείας
επιβάλλουν την αύξηση της συχνότητας παρακολούθησης του INR (International
Normalized Ratio), εάν έχει αποφασιστεί η αντιμετώπιση του ασθενή με από του
στόματος αντιπηκτικά.
Ταυτόχρονη χρήση που αντενδείκνυται:
Εμβόλιο κίτρινου πυρετού: κίνδυνος θανατηφόρου γενικευμένης νόσου
εμβολίου (αναφερθείτε στην παράγραφο 4.3).
Ταυτόχρονη χρήση που δε συνιστάται:
Εμβόλια ζώντων εξασθενημένων ιών ια το εμβόλιου κίτρινου πυρετού, βλ.
ταυτόχρονη χρήση που αντενδείκνυται): κίνδυνος γενικευμένης νόσου
εμβολίου, πιθανώς θανατηφόρου. Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σε ασθενείς
ήδη ανοσοκατασταλμένους από τις υποκείμενες νόσους τους. Συνιστάται η
χρήση απενεργοποιημένου εμβολίου όταν υπάρχει (πολιομυελίτιδα)
(αναφερθείτε στην παράγραφο 4.4).
Φαινυτοΐνη: κίνδυνος επιδείνωσης των σπασμών που είναι αποτέλεσμα
μειωμένης απορρόφησης της φαινυντοΐνης από το πεπτικό, η οποία οφείλεται
στο κυτταροτοξικό φάρμακο ή κίνδυνος ενίσχυσης της τοξικότητας ή
απώλειας της αποτελεσματικότητας του κυτταροτοξικού φαρμάκου λόγω
αυξημένου ηπατικού μεταβολισμού που οφείλεται στη φαινυτοΐνη.
Ταυτόχρονη χρήση που πρέπει να εξετάζεται:
Κυκλοσπορίνη, tacrolimus: υπερβολική ανοσοκαταστολή με κίνδυνο
λεμφοϋπερπλασίας.
Αλληλεπιδράσεις ειδικά για τα αλκαλοειδή της vinca:
Ταυτόχρονη χρήση που δε συνιστάται:
Ιτρακοναζόλη: αυξημένη νευροτοξικότητα των αλκαλοειδών της vinca λόγω
μείωσης του ηπατικού τους μεταβολισμού.
Ταυτόχρονη χρήση που πρέπει να εξετάζεται:
Μitomycin C: αυξάνεται ο κίνδυνος βρογχόσπασμου και δύσπνοιας, σε
σπάνιες περιπτώσεις παρατηρήθηκε διάμεση πνευμονία.
Καθώς τα αλκαλοειδή της vinca είναι γνωστά ως υποστρώματα της Ρ-
γλυκοπρωτεΐνης και απουσία ειδικής μελέτης, πρέπει να δίνεται
προσοχή όταν η vinorelbine συνδυάζεται με ισχυρούς τροποποιητές
αυτού του μεμβρανικού μεταφορέα.
Αλληλεπιδράσεις ειδικά για τη vinorelbine:
Ο συνδυασμός της vinorelbine με άλλα φάρμακα με γνωστή τοξικότητα
του μυελού των οστών είναι δυνατόν να επιφέρει παρόξυνση των
μυελοκατασταλτικών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Καθώς το CYP 3Α4 κυρίως εμπλέκεται στον μεταβολισμό της vinorelbine, ο
συνδυασμός με ισχυρούς αναστολείς αυτού του ισοενζύμου (π.χ.
κετοκοναζόλη, ιτρακοναζόλη) θα μπορούσε να αυξήσει τις
συγκεντρώσεις της vinorelbine στο αίμα και ο συνδυασμός με ισχυρούς
επαγωγείς αυτού του ισοενζύμου (π.χ. ριφαμπικίνη, φαινυτοΐνη) θα
μπορούσε να μειώσει τις συγκεντρώσεις της vinorelbine στο αίμα.
Δεν υπάρχει αμοιβαία φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση όταν η vinorelbine
συνδυάζεται με σισπλατίνη σε μερικούς κύκλους θεραπείας. Ωστόσο, η
συχνότητα εμφάνισης κοκκιοκυτταροπενίας σχετιζόμενης με τη χρήση
της vinorelbine σε συνδυασμό με σισπλατίνη είναι μεγαλύτερη από τη
σχετιζόμενη με τη χρήση της vinorelbine ως μόνου παράγοντα.
4.6. Χορήγηση κατά τη κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη:
Η vinorelbine είναι ύποπτη για την πρόκληση σοβαρών επιδράσεων κατά τον
τοκετό, όταν χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (αναφερθείτε
στην παράγραφο 5.3).
Η vinorelbine αντενδείκνυται στην εγκυμοσύνη (αναφερθείτε στην παράγραφο
4.3).
Σε περίπτωση ζωτικής ένδειξης, πρέπει να διεξάγεται ιατρικό συμβούλιο
σχετικά με τον κίνδυνο επιβλαβών επιδράσεων για το παιδί για τη θεραπεία
εγκύου ασθενή. Εάν προκύψει εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια της θεραπείας,
θα πρέπει να προταθεί γενετική συμβουλευτική.
Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία:
Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία πρέπει να χρησιμοποιούν αποτελεσματική
αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας και έως 3 μήνες μετά τη
θεραπεία.
Γαλουχία:
Δεν είναι γνωστό εάν η vinorelbine απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα. Η
απέκκριση της vinorelbine στο γάλα δεν έχει μελετηθεί σε μελέτες σε ζώα. Ο
κίνδυνος στο βρέφος δεν μπορεί να αποκλειστεί επομένως, ο θηλασμός
πρέπει να διακόπτεται πριν την έναρξη της θεραπείας με vinorelbine
(αναφερθείτε στην παράγραφο 4.3).
Γονιμότητα:
Σε άνδρες που ακολουθούν θεραπεία με vinorelbine, συνιστάται να μην
τεκνοποιούν κατά τη διάρκεια της θεραπείας και έως 3 μήνες μετά τη
θεραπεία. Πριν από τη θεραπεία, πρέπει να αναζητείται συμβουλή για τη
διατήρηση του σπέρματος εξαιτίας της πιθανότητας μη αναστρέψιμης
στειρότητας λόγω της θεραπείας με vinorelbine.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων:
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων αλλά, βάσει των φαρμακοδυναμικών
χαρακτηριστικών, η vinorelbine δεν επηρεάζει την ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανών. Ωστόσο, απαιτείται προσοχή σε ασθενείς που
ακολουθούν θεραπεία με vinorelbine, δεδομένων ορισμένων ανεπιθύμητων
ενεργειών του φαρμάκου.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί σε περισσότερο από μια
μεμονωμένη περίπτωση παρατίθενται κατωτέρω κατά οργανικό σύστημα και
συχνότητα. Η συχνότητα καθορίζεται χρησιμοποιώντας την ακόλουθη
σύμβαση:
Πολύ συχνές (> 1/10) συχνές (> 1/100, < 1/10) ασυνήθεις (> 1/1.000, <
1/100) σπάνιες (> 1/10.000, < 1/1.000) πολύ σπάνιες (< 1/10.000),
συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών.
Οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου είναι
καταστολή του μυελού των οστών με ουδετεροπενία, αναιμία, νευρολογικές
διαταραχές, τοξικότητα του γαστρεντερικού με ναυτία, έμετο, στοματίτιδα
και δυσκοιλιότητα, παροδικές αυξήσεις των δοκιμασιών ηπατικής
λειτουργίας, αλωπεκία και τοπική φλεβίτιδα.
Επιπλέον ανεπιθύμητες ενέργειες από τη μετεγκριτική εμπειρία έχουν
προστεθεί σύμφωνα με την ταξινόμηση MedDRA με συχνότητα
Μη-γνωστές.
Λεπτομερείς πληροφορίες για τις ανεπιθύμητες ενέργειες:
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες περιγράφηκαν χρησιμοποιώντας την ταξινόμηση
W.H.O. (βαθμός 1=G1, βαθμός 2=G2, βαθμός 3=G3, βαθμός 4=G4, βαθμός 1-
4=G1-4, βαθμός 1-2=G1-2, βαθμός 3-4=G3-4).
Λοιμώξεις και παρασιτώσεις:
Συχνές: - Λοίμωξη βακτηριακή, ιογενής ή
μυκητιασική σε διαφορετικά σημεία
(αναπνευστική, ουροφόρος, γαστρεντερική οδός...)
ήπια έως μέτρια και συνήθως αναστρέψιμη με
κατάλληλη θεραπεία.
Ασυνήθεις: - Σοβαρή σήψη με άλλη
σπλαγχνική ανεπάρκεια.
- Σηψαιμία.
Πολύ
σπάνιες:
- Σηψαιμία με επιπλοκές και
μερικές φορές θανατηφόρος.
Μη-γνωστές: - Ουδετεροπενική σηψαιμία.
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος:
Πολύ συχνές: Καταστολή του μυελού των οστών με αποτέλεσμα
κυρίως την ουδετεροπενία (G3: 24,3%, G4: 27,8%),
αναστρέψιμη μέσα σε 5 έως 7 ημέρες και μη
συσσωρευτική με τον χρόνο.
Αναιμία (G3-4: 7,4%).
Συχνές: Θρομβοπενία (G3-4: 2,5%) μπορεί να συμβεί αλλά
σπάνια είναι σοβαρή.
Μη-γνωστές: Εμπύρετη ουδετεροπενία.
Σε μερικές περιπτώσεις θεραπείας ανθεκτικού στην ορμονοθεραπεία καρκίνου
του προστάτη έχουν αναφερθεί τοξικοί θάνατοι.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος:
Μη-
γνωστές:
- Συστηματικές αλλεργικές αντιδράσεις
όπως αναφυλαξία, αναφυλακτική καταπληξία ή αντίδραση
αναφυλακτικού τύπου.
Διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος
Μη-
γνωστές:
- Απρόσφορη έκκριση
αντιδιουρητικής ορμόνης (SIADH).
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης:
Σπάνιες: - Σοβαρή υπονατριαιμία.
Μη-
γνωστές:
- Ανορεξία.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Πολύ
συχνές:
- Νευρολογικές διαταραχές (G3-4:
2,7%) συμπεριλαμβανομένης απώλειας των
αντανακλαστικών των εν τω βάθει τενόντων.
- Αδυναμία των κάτω άκρων έχει
αναφερθεί μετά από παρατεταμένη
χημειοθεραπεία
Ασυνήθεις: - Σοβαρές παραισθησίες με
αισθητικά και κινητικά συμπτώματα είναι
σπάνιες.
Αυτές οι επιδράσεις είναι γενικά αναστρέψιμες.
Καρδιακές διαταραχές
Σπάνιες: - Ισχαιμική καρδιακή νόσος
(στηθάγχη, έμφραγμα του μυοκαρδίου).
Πολύ
σπάνιες:
- Ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών
και διαταραχές καρδιακού ρυθμού.
Αγγειακές διαταραχές
Ασυνήθεις: - Υπόταση, υπέρταση, έξαψη και
περιφερική ψυχρότητα.
Σπάνιες: - Σοβαρή υπόταση, κατέρριψη.
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωράκιου
Ασυνήθεις: - Δύσπνοια και βρογχόσπασμος
ενδέχεται να συμβούν σε σχέση με τη θεραπεία
vinorelbine, όπως συμβαίνει και με τα υπόλοιπα
αλκαλοειδή της vinca.
Σπάνιες: - Διάμεση πνευμονοπάθεια έχει
αναφερθεί ιδιαίτερα σε ασθενείς οι οποίοι
ακολουθούν θεραπεία με vinorelbine σε συνδυασμό
με mitomycin.
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Πολύ
συχνές:
- Στοματίτιδα (G1-4: 15% με
vinorelbine ως μόνο παράγοντα).
- Ναυτία και έμετος (G1-2: 30,4%
και G3-4: 2,2%). Αντιεμετική θεραπεία μπορεί να
μειώσει την εμφάνισή τους.
- Δυσκοιλιότητα είναι το κύριο
σύμπτωμα (G3-4: 2,7%), η οποία σπάνια
εξελίσσεται σε παραλυτικό ειλεό με vinorelbine ως
μόνο παράγοντα και (G3-4: 4,1%) με συνδυασμό
vinorelbine και άλλων χημειοθεραπευτικών
παραγόντων.
Συχνές: - Διάρροια συνήθως ήπια έως
μέτρια ενδέχεται να συμβεί.
Σπάνιες: - Παραλυτικός ειλεός, η θεραπεία
μπορεί να ξεκινήσει ξανά μετά την επαναφορά της
φυσιολογικής κινητικότητας του εντέρου.
- Έχει αναφερθεί παγκρεατίτιδα.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Πολύ
συχνές:
- Έχουν αναφερθεί παροδικές
αυξήσεις των δοκιμασιών της ηπατικής
λειτουργίας (G1-2) χωρίς κλινικά συμπτώματα
(SGOT στο 27,6% και SGPT στο 29,3%).
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ
συχνές:
- Αλωπεκία, συνήθως ήπιας
μορφής, ενδέχεται να εμφανισθεί (G3-4: 4,1% με
vinorelbine ως μόνο χημειοθεραπευτικό παράγοντα).
Σπάνιες: - Γενικευμένες δερματικές
αντιδράσεις έχουν αναφερθεί με το vinorelbine.
Μη-
γνωστές:
- Ερύθημα στα χέρια και τα
πόδια.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού
ιστού
Συχνές: - Αρθραλγία
συμπεριλαμβανομένου άλγους στη γνάθο και
μυαλγία.
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Πολύ
συχνές:
- Αντιδράσεις στο σημείο της
ένεσης ενδέχεται να περιλαμβάνουν ερύθημα,
καυστικό άλγος, αλλοίωση στο χρώμα της φλέβας
και τοπική φλεβίτιδα (G3-4: 3,7% με το vinorelbine
ως μόνο χημειοθεραπευτικό παράγοντα).
Συχνές: - Εξασθένιση, κόπωση, πυρετός,
άλγος σε διαφορετικές θέσεις
συμπεριλαμβανομένου θωρακικού άλγους και
άλγους στη θέση του όγκου έχουν εμφανισθεί σε
ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με vinorelbine.
Σπάνιες: - Έχει παρατηρηθεί τοπική
νέκρωση. Η σωστή τοποθέτηση της ενδοφλέβιας
βελόνας ή του καθετήρα και bolus ένεση η οποία
ακολουθείται από καλή έκπλυση της φλέβας
μπορούν να περιορίσουν αυτές τις επιδράσεις.
4.9. Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει σοβαρή καταστολή του μυελού των
οστών, πυρετό και λοίμωξη, επίσης έχει αναφερθεί παραλυτικός ειλεός.
Συνιστάται συμπτωματική θεραπεία με μεταγγίσεις αίματος και ευρέως
φάσματος αντιβιοτική αγωγή. Δεν υπάρχει γνωστό ειδικό αντίδοτο.
Αφού δεν υπάρχει ειδικό αντίδοτο για την ενδοφλέβια υπερδοσολόγηση της
vinorelbine είναι αναγκαία τα μέτρα συμπτωματικής αντιμετώπισης , π.χ.
συνεχής έλεγχος των γενικών σημείων και προσεκτική παρακολούθηση
του ασθενούς
καθημερινός έλεγχος της γενικής αίματος για το ενδεχόμενο των
μεταγγίσεων αίματος, της χορήγησης αυξητικών παραγόντων, της
ανάγκης νοσηλείας στην ΜΕΘ και την μείωση του κινδύνου των
λοιμώξεων
μέτρα για την πρόληψη ή θεραπεία του παραλυτικού ειλεού
έλεγχος του κυκλοφορικού και της ηπατικής λειτουργίας
η χορήγηση ευρέως φάσματος αντιβιοτικής αγωγής μπορεί να καταστεί
αναγκαία σε περίπτωση επιπλοκών από λοιμώξεις
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΈΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: L01C Α04 (Αλκαλοειδή της Vinca και ανάλογα)
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες:
Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Αντινεοπλασματικοί παράγοντες
(Αλκαλοειδή
της Vinca και ανάλογα), Κωδικός ATC: L01C Α04.
Η vinorelbine είναι κυτταροστατικό φάρμακο της οικογένειας των
αλκαλοειδών της vinca. Η vinorelbine αναστέλλει τον πολυμερισμό της
τουμπουλίνης και δεσμεύει πρωτίστως τα μικροσωληνάρια της μιτώσεως, ενώ
επιδρά στα αξονικά μικροσωληνάρια σε μεγάλες συγκεντρώσεις. Η επαγωγή
ελίκωσης της τουμπουλίνης είναι μικρότερη από αυτήν που προκαλεί η
vincristine. Η vinorelbine εμποδίζει την μίτωση στην φάση G2-M προκαλώντας
τον θάνατο του κυττάρου κατά την μεσόφαση ή κατά την επόμενη μίτωση.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες:
Μετά την ενδοφλέβια χορήγηση, το φάσμα της συγκεντρώσεως στο αίμα με
τον χρόνο χαρακτηρίζεται από τριπλή εκθετική καμπύλη απομάκρυνσης. Η
τελική περίοδος ζωής ήταν κατά μέσο όρο 40 ώρες. Η κάθαρση στο αίμα είναι
υψηλή περίπου όσο και η αιματική ροή του ήπατος και κατά μέσον όρο 0,72
Ι/h/kg (διάστημα 0,32-1,26 Ι/h/kg), ενώ ο όγκος κατανομής στην
σταθεροποιημένη κατάσταση ήταν μεγάλος, κατά μέσον όρο 21,2 Ι/kg
ενδεικτικός εκτεταμένης κατανομής στους ιστούς.
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι ισχυρή (13,5%), αλλά
υπάρχει ισχυρή σύνδεση με τα κύτταρα του αίματος, ιδίως τα αιμοπετάλια
(78%).
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της ενδοφλεβίως χορηγούμενης vinorelbine
έχει φανεί ότι είναι γραμμικές μέχρι το επίπεδο δόσεων 45mg/m
2
.
Η vinorelbine μεταβολίζεται κυρίως από το CYP3A4 και ο κύριος μεταβολίτης
είναι η 4-O- deacetylvinorelbine.
Η νεφρική απέκκριση είναι χαμηλή (<20% της δόσεως ) και αφορά κυρίως στο
αρχικό μόριο.
Η πιο σημαντική οδός απέκκρισης είναι η χοληφόρος, τόσο για την
αμετάβλητη όσο και την μεταβολισμένη vinorelbine.
Η επίδραση της μειωμένης νεφρικής λειτουργίας στην έκθεση της vinorelbine
δεν έχει εκτιμηθεί, όμως δεν είναι αναγκαία η μείωση της δόσεως εξαιτίας
της χαμηλής νεφρικής απέκκρισης .
Σε ασθενείς με ηπατικές μεταστάσεις συνέβησαν αλλαγές στην κάθαρση της
vinorelbine ς μόνο όταν ήταν επηρεασμένο περισσότερο από το 75 % του
ήπατος. Σε 6 καρκινικούς ασθενείς με μέσης βαρύτητας δυσλειτουργία του
ήπατος (χολερυθρίνη <2 x ULN (ανώτερα φυσιολογικά όρια) και
τρανσαμινάσες <5χ ULN) που τους χορηγήθηκαν μέχρι 25mg/m
2
και σε 8
ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (χολερυθρίνη > 2 ULN και/ή
τρανσαμινάσες >5x ULN) που τους χορηγήθηκαν μέχρι 20mg/m
2
, η μέση ολική
κάθαρση και στις 2 ομάδες ήταν ίδια με αυτούς που είχαν φυσιολογική
λειτουργία. Τα στοιχεία αυτά όμως μπορεί να μην είναι αντιπροσωπευτικά
για τους ασθενείς με περιορισμένη ικανότητα αποβολής του φάρμακου από το
ήπαρ και ως εκ τούτου συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική
βλάβη και χρειάζεται προσεκτική παρακολούθηση των αιματολογικών
παραμέτρων (βλέπε τμήματα 4.2 και 4.4)
Η πιθανή επίδραση βλάβης του μεταβολισμού δεν έχει διαπιστωθεί και δεν
είναι δυνατόν να δοθούν ακριβείς συστάσεις δοσολογίας.
Ηλικιωμένοι ασθενείς
Μια μελέτη με vinorelbine σε ηλικιωμένους ασθενείς ( 70 ετών) με NSCLC
έδειξε ότι η φαρμακοκινητική της vinorelbine δεν επηρεάστηκε από την ηλικία.
Ωστόσο, επειδή οι ηλικιωμένοι ασθενείς είναι ευπαθείς, πρέπει να δίνεται
προσοχή όταν αυξάνεται η δόση του vinorelbine (αναφερθείτε στην παράγραφο
4.2 – Δοσολογία και τρόπος χορήγησης).
Έχει δειχθεί η ύπαρξη ισχυρής συσχέτισης ανάμεσα στην έκθεση του αίματος
στο φάρμακο και την μείωση την λευκοκυττάρων ή πολυμορφοπυρήνων.
5.3
Προκλινικά στοιχεία ασφάλειας (τοξικολογικές ιδιότητες)
Μεταλλαξιογόνο και καρκινογόνο δυναμικό.
Κατά τις μελέτες σε ζώα η vinorelbine προκάλεσε ανευπλοειδία και
πολυπλοειδία. Μπορεί να θεωρηθεί ότι η vinorelbine δύναται επίσης να έχει
γονοτοξικές επιδράσεις στους ανθρώπους (ανευπλοειδία, πολυπλοειδία). Τα
αποτελέσματα των μελετών καρκινογένεσης στα ποντίκια και τους
αρουραίους ήσαν αρνητικά, χρησιμοποιήθηκαν όμως μόνον χαμηλές δόσεις.
Μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγή
Σε μελέτες αναπαραγωγής στα ζώα παρατηρήθηκαν επιδράσεις σε
υποθεραπευτικές δόσεις. Διαπιστώθηκε εμβρυοτοξικότητα, όπως καθυστέρηση
ενδομήτριας ανάπτυξης και καθυστερημένη οστεοποίηση. Παρατηρήθηκε
τερατογένεση (σύμπηξη σπονδύλων, ελλείψεις πλευρών) σε τοξικές για την
έγκυο δόσεις. Επί πλέον η σπερματογένεση και η έκκριση του προστάτη και
των σπερματικών αγγείων ήταν μειωμένη, αλλά η γονιμότητα στους
αρουραίους δεν είχε μειωθεί.
Φαρμακολογία ασφαλείας
Φαρμακολογικές μελέτες ασφαλείας σε σκύλους και πιθήκους δεν
απεκάλυψαν κάποια ανεπιθύμητη δράση στο καρδιαγγειακό σύστημα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος Εκδόχων:
Water for injection, Nitrogen
6.2 Ασυμβατότητες:
To VINORELBINE/MEDICALIS δεν πρέπει να διαλύεται με αλκαλικούς
διαλύτες (κίνδυνος καθιζήσεως).
To VINORELBINE/MEDICALIS δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα εκτός των αναφερομένων στο τμήμα 6.6.
6.3 Διάρκεια ζωής:
Διάρκεια διατήρησης των μη ανοιγμένων κουτιών: 2 χρόνια.
Ανοιγμένα μετά την πώληση κουτιά : τα ανοιγμένα κουτιά πρέπει να
χρησιμοποιηθούν αμέσως και όποιο αχρησιμοποίητο υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται.
Διαλυμένο παρασκεύασμα: από μικροβιολογική σκοπιά, το προϊόν πρέπει να
χρησιμοποιηθεί αμέσως. Εάν δεν χρησιμοποιηθεί αμέσως, ο χρόνος και οι
συνθήκες διατήρησης πριν την χρήση ανήκουν στην υπευθυνότατα του χρήστη
και δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 24 ώρες σε θερμοκρασία 2 έως 8 °C εκτός
και η διάλυση έχει γίνει κάτω από αξιόπιστα ελεγχόμενες άσηπτες συνθήκες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος:
Συσκευασμένο προς πώληση: αποθήκευση σε ψυγείο (2-8 °C). Δεν πρέπει να
καταψύχεται. Το φιαλίδιο να παραμένει εντός του κουτιού για προστασία από
το φως.
Για τις συνθήκες διατήρησης του διαλυμένου φαρμακευτικού προϊόντος,
βλέπε τμήμα 6.3
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κουτί από λιθογραφημένο χαρτόνι, το οποίο περιέχει γυάλινο φιαλίδιο τύπου
I με πώμα με
φθοριοπολυμερική γράμμωση. Το πώμα σφραγίζεται με αλουμινένιο κυάθιο
που καλύπτεται
από καπάκι πολυπροπυλενίου τύπου flip-off, μαζί με το φύλλο οδηγιών.
ΒΤ Χ 1 VIAL Χ 1ML,
ΒΤ Χ 1 VIAL Χ 5 ML,
ΒΤ Χ 10 VIALS Χ 1 ML,
ΒΤ Χ 10 VIALS Χ 5 ML
Μπορεί να μην διατίθενται όλα τα μεγέθη συσκευασίας
6.6 Οδηγίες χρήσης/χειρισμού
Η προετοιμασία και χορήγηση του VINORELBINE/MEDICALIS διενεργείται μόνο
από εκπαιδευμένο προσωπικό. Πρέπει να φορά κατάλληλη στολή ασφαλείας
με απορριπτόμενα γάντια, μάσκα προσώπου και απορριπτόμενη ποδιά.
Πιτσιλιές και διαρροές πρέπει να ξεπλένονται.
Πρέπει με αυστηρή προσοχή να αποφεύγεται κάθε επαφή με τα μάτια. Εάν
υπάρξει επαφή πρέπει να πλένονται τα μάτια με διάλυμα φυσιολογικού ορού.
Μετά το πέρας της προετοιμασίας πρέπει να καθαρίζονται οι επιφάνειες
εργασίας και να πλένονται τα χέρια και το πρόσωπο.
Δεν υπάρχει ασυμβατότητα μεταξύ του VINORELBINE/MEDICALIS και των
διαφανών γυάλινων φιαλιδίων, PVC ή συσκευών έγχυσης με σωλήνες PVC.
To VINORELBINE/MEDICALIS πρέπει να χορηγηθεί με αργή ένεση (5-10 λεπτά),
μετά από αραίωση σε 20-50 ml φυσιολογικού ορού ή διαλύματος γλυκόζης
50mg/ml (5%) ή με βραχεία έγχυση (20-30 λεπτά) μετά από αραίωση με 125 ml
φυσιολογικού ορού ή διαλύματος γλυκόζης 50mg/ml (5%). Η χορήγηση πρέπει
να ακολουθείται πάντα από έγχυση φυσιολογικού ορού ώστε να εκπλύνεται η
φλέβα.
To VINORELBINE/MEDICALIS πρέπει να χορηγείται μόνο ενδοφλεβίως πριν
αρχίσει η έγχυση. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει βεβαιότητα ότι η βελόνα
ή ο καθετήρας είναι σωστά τοποθετημένα μέσα στην φλέβα. Εάν κατά την
έγχυση το VINORELBINE/MEDICALIS διηθήσει τους πέριξ ιστούς μπορεί να
υπάρξει έντονος ερεθισμός. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να σταματήσει η
έγχυση, να εκπλυθεί η φλέβα με φυσιολογικό ορό και το υπόλοιπο της δόσεως
να χορηγηθεί από άλλη φλέβα. Στην περίπτωση εξαγγείωσης μπορούν να
χορηγηθούν κορτικοειδή ενδοφλεβίως για να μειωθεί ο κίνδυνος της
φλεβίτιδας.
Κάθε αχρησιμοποίητη ποσότητα του προϊόντος και τα χρησιμοποιηθέντα
υλικά πρέπει να απορρίπτονται σύμφωνα με τις σχετικές τοπικές οδηγίες και
απαιτήσεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
MEDICALIS ΕΜΠΟΡΙΑ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΕΠΕ
Δ.Τ. MEDICALIS EΠΕ
ΑΡΙΣΤΟΝΙΚΟΥ 1
116 36 ΑΘΗΝΑ
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ:
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ / Ή ΤΗΣ
ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΣΤΗΝ
ΕΛΛΑΔΑ:
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ