ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Risedronate/Sandoz 35 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει 35 mg νατριούχου
ρισεδρονάτης (τα οποία ισοδυναμούν με 32,5 mg ρισεδρονικού οξέος).
Έκδοχo(α) με γνωστή δράση:
Ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει 120,0 mg λακτόζη
μονοϋδρική.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
Ωοειδές, αμφίκυρτο, πορτοκαλί επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο, το
οποίο φέρει τον κωδικό 35 στη μία όψη του.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης, προς ελάττωση του
κινδύνου καταγμάτων σπονδύλων.
Θεραπεία της εγκατεστημένης μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης, προς
μείωση των καταγμάτων στο ισχίο (βλ. παράγραφο 5.1).
Θεραπεία της οστεοπόρωσης σε άνδρες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο
καταγμάτων (βλέπε παράγραφο 5.1).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η βέλτιστη χρονική διάρκεια της αγωγής με διφωσφονικά για την
οστεοπόρωση δεν έχει τεκμηριωθεί. Η ανάγκη συνέχισης της θεραπείας θα
πρέπει να επαναξιολογείται σε τακτά χρονικά διαστήματα με βάση τα οφέλη
και τους δυνητικούς κινδύνους που ενέχει η χρήση της νατριούχου
ρισεδρονάτης εξατομικευμένα, ιδιαίτερα έπειτα από 5 ή περισσότερα έτη
χρήσης.
1
Δοσολογία
Η συνιστώμενη δόση για τους ενήλικες είναι ένα δισκίο των 35 mg από του
στόματος μία φορά την εβδομάδα. Το δισκίο πρέπει να λαμβάνεται την ίδια
ημέρα κάθε εβδομάδα.
Τρόπος χορήγησης
Η απορρόφηση της νατριούχου ρισεδρονάτης επηρεάζεται από την τροφή και
για το λόγο αυτό, προκειμένου να εξασφαλισθεί επαρκής απορρόφηση, οι
ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν το δισκίο Risedronate/Sandoz 35 mg:
Πριν από το πρόγευμα: Τουλάχιστον 30 λεπτά πριν από τη λήψη της
πρώτης τροφής, άλλου φαρμάκου ή ποτού (εκτός από νερό βρύσης) της
ημέρας.
Θα πρέπει να δίνονται οδηγίες στους ασθενείς ότι εφόσον παραλειφθεί μία
δόση, τότε θα πρέπει να ληφθεί ένα δισκίο Risedronate/Sandoz 35 mg την
ημέρα που θα το θυμηθούν. Κατόπιν, οι ασθενείς θα πρέπει να συνεχίσουν τη
λήψη ενός δισκίου μία φορά την εβδομάδα, την ημέρα που συνήθως
λαμβάνουν το δισκίο. Δεν θα πρέπει να ληφθούν δύο δισκία την ίδια ημέρα.
Το δισκίο θα πρέπει να καταπίνεται ολόκληρο και να μην απομυζείται ή
μασάται. Για να διευκολυνθεί η μετάβαση του δισκίου στο στομάχι, το
Risedronate/Sandoz 35 mg θα πρέπει να λαμβάνεται ενώ ο ασθενής βρίσκεται
σε όρθια θέση, με ένα ποτήρι νερό βρύσης (>120 ml). Οι ασθενείς δε θα
πρέπει να ξαπλώνουν για 30 λεπτά μετά από τη λήψη του δισκίου (βλέπε
παράγραφο 4.4).
Θα πρέπει να εξετάζεται η χορήγηση συμπληρωμάτων ασβεστίου και
βιταμίνης D εφόσον η διαιτητική πρόσληψη είναι ανεπαρκής.
Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας
Δεν είναι απαραίτητο να γίνει αναπροσαρμογή της δοσολογίας (βλέπε
παράγραφο 5.2).
Το ίδιο έχει καταδειχθεί και για το μετεμμηνοπαυσιακό πληθυσμό πολύ
ηλικιωμένων γυναικών, ηλικίας 75 ετών και άνω.
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν είναι απαραίτητο να γίνει αναπροσαρμογή της δοσολογίας
στους
ασθενείς με ήπιου έως μετρίου βαθμού νεφρική δυσλειτουργία. Η χρήση της
νατριούχου ρισεδρονάτης αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρού βαθμού
νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης κάτω από 30 ml/min) (βλέπε
παραγράφους 4.3 και 5.2).
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες για την αξιολόγηση της ασφάλειας ή της
αποτελεσματικότητας της νατριούχου ρισεδρονάτης σε αυτό τον πληθυσμό.
Η νατριούχος ρισεδρονάτη δεν υφίσταται ηπατικό μεταβολισμό, συνεπώς δεν
2
αναμένεται να απαιτείται αναπροσαρμογή της δοσολογίας στους ασθενείς
με ηπατική δυσλειτουργία.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η νατριούχος ρισεδρονάτη δεν συνιστάται για χρήση σε παιδιά κάτω των 18
ετών λόγω ανεπαρκών στοιχείων για την ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητα (βλέπε επίσης παράγραφο 5.1).
4.3 Αντενδείξεις
- Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1
- Υπασβεστιαιμία (βλέπε παράγραφο 4.4)
- Κύηση και γαλουχία
- Σοβαρού βαθμού νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης <30ml /
min)
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Οι τροφές, τα ποτά (εκτός του νερού βρύσης) και τα φάρμακα που περιέχουν
πολυσθενή κατιόντα (όπως ασβέστιο, μαγνήσιο, σίδηρο και αργίλιο)
επηρεάζουν την απορρόφηση των διφωσφονικών και δε θα πρέπει να
λαμβάνονται ταυτόχρονα με νατριούχο ρισεδρονάτη (βλέπε παράγραφο 4.5).
Για την επίτευξη της επιθυμητής αποτελεσματικότητας, θα πρέπει να
ακολουθούνται πιστά οι δοσολογικές συστάσεις (βλέπε παράγραφο 4.2).
Η αποτελεσματικότητα των διφωσφονικών στη θεραπευτική αντιμετώπιση
της οστεοπόρωσης σχετίζεται με την παρουσία χαμηλής οστικής πυκνότητας
σε μέταλλα (BMD) και/ή μείζον κάταγμα.
Η προχωρημένη ηλικία ή η ύπαρξη κλινικών παραγόντων κινδύνου
εμφάνισης κατάγματος, από μόνες τους δεν αποτελούν επαρκείς λόγους
έναρξης θεραπευτικής αγωγής κατά της οστεοπόρωσης με κάποιο
διφωσφονικό.
Τα δεδομένα τα οποία υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα των
διφωσφονικών συμπεριλαμβανομένης της νατριούχου ρισεδρονάτης σε πολύ
ηλικιωμένους ασθενείς (>80ετών) είναι περιορισμένα (βλέπε παράγραφο
5.1).
Τα διφωσφονικά έχουν συσχετισθεί με οισοφαγίτιδα, γαστρίτιδα,
οισοφαγικές εξελκώσεις και γαστροδωδεκαδακτυλικές εξελκώσεις. Για το
λόγο αυτό, θα πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή:
Σε ασθενείς με ιστορικό οισοφαγικών διαταραχών που επιβραδύνουν τη
μετάβαση στον οισοφάγο ή την κένωσή του π.χ. στένωση ή αχαλασία.
Σε ασθενείς που δεν μπορούν να σταθούν σε όρθια θέση επί τουλάχιστον
30 λεπτά μετά από τη λήψη του δισκίου.
Εάν χορηγείται νατριούχος ρισεδρονάτη σε ασθενείς με ενεργά ή
πρόσφατα προβλήματα από τον οισοφάγο ή από το ανώτερο
3
γαστρεντερικό συμπεριλαμβανομένου του επιβεβαιωμένου οισοφάγου
Barrett).
Οι θεράποντες ιατροί θα πρέπει να τονίζουν στους ασθενείς τη σημασία που
πρέπει να δίδεται στις δοσολογικές οδηγίες και πως πρέπει να βρίσκονται σε
εγρήγορση για τον εντοπισμό οποιονδήποτε σημείων ή συμπτωμάτων
πιθανής αντίδρασης από τον οισοφάγο. Θα πρέπει να συστήνεται στους
ασθενείς να αναζητούν έγκαιρα ιατρική βοήθεια σε περίπτωση που
εμφανίσουν συμπτώματα οισοφαγικού ερεθισμού όπως δυσφαγία, άλγος
κατά την κατάποση, οπισθοστερνικό άλγος ή νέο/επιδεινωθέν αίσθημα
καύσου.
Η υπασβεστιαιμία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται πριν από την έναρξη της
θεραπείας με νατριούχο ρισεδρονάτη. Λοιπές διαταραχές των οστών και του
μεταβολισμού των μετάλλων (π.χ. δυσλειτουργία παραθυρεοειδούς,
υποβιταμίνωση D) θα πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά την έναρξη της
θεραπείας με νατριούχο ρισεδρονάτη.
Άτυπα κατάγματα του μηριαίου οστού
Άτυπα υποτροχαντήρια κατάγματα και κατάγματα της διάφυσης του
μηριαίου έχουν αναφερθεί με θεραπεία με διφωσφονικά, κυρίως σε ασθενείς
που λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία για την οστεοπόρωση. Αυτά τα
εγκάρσια ή μικρά πλάγια κατάγματα μπορούν να συμβούν οπουδήποτε κατά
μήκος του μηριαίου οστού, από το σημείο που βρίσκεται ακριβώς κάτω από
τον ελάσσονα τροχαντήρα μέχρι και ακριβώς επάνω από το υπερκονδύλιο
κύρτωμα. Αυτά τα κατάγματα σημειώνονται μετά από μικρό ή καθόλου
τραυματισμό και μερικοί ασθενείς αισθάνονται πόνο στο μηρό ή στη
βουβωνική χώρα, που συνδέεται συχνά με απεικονιστικά ευρήματα των
καταγμάτων κόπωσης, εβδομάδες ή και μήνες πριν παρουσιάσουν πλήρες
κάταγμα μηριαίου. Τα κατάγματα είναι συχνά αμφοτερόπλευρα. Συνεπώς
πρέπει να εξεταστεί το αντίπλευρο μηριαίο οστό σε ασθενείς που έλαβαν
διφωσφονικά και που έχουν υποστεί κάταγμα του μηριαίου άξονα. Έχει
επίσης αναφερθεί μειωμένη επούλωση των καταγμάτων αυτών. Η διακοπή
των διφωσφονικών σε ασθενείς που υπάρχει υποψία ότι έχουν άτυπο
κάταγμα μηριαίου θα πρέπει να εκτιμηθεί εν αναμονή της αξιολόγησης του
ασθενούς, με βάση την εξατομικευμένη αξιολόγηση του οφέλους - κινδύνου.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά οι ασθενείς πρέπει να
ευαισθητοποιούνται ώστε να αναφέρουν οποιοδήποτε πόνο στο μηρό, στο
ισχίο ή στη βουβωνική χώρα και κάθε ασθενής που παρουσιάζει αυτά τα
συμπτώματα πρέπει να αξιολογείται για ατελές κάταγμα του μηριαίου.
Οστεονέκρωση της γνάθου
Σε ασθενείς με καρκίνο που ακολούθησαν κάποια θεραπευτική αγωγή,
συμπεριλαμβανομένων των διφωσφονικών τα οποία χορηγούνταν κυρίως
ενδοφλέβια, έχει αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου, η οποία γενικά
συσχετίζεται με εξαγωγή οδόντος και/ή τοπική λοίμωξη
(συμπεριλαμβανομένης της οστεομυελίτιδας). Πολλοί από τους ασθενείς
αυτούς ελάμβαναν ταυτόχρονα χημειοθεραπεία και κορτικοστεροειδή. Η
οστεονέκρωση της γνάθου αναφέρθηκε επίσης σε ασθενείς με οστεοπόρωση
που λάμβαναν από του στόματος διφωσφονικά.
4
Σε ασθενείς στους οποίους απαντώνται συγχρόνως και άλλοι προδιαθεσικοί
παράγοντες κινδύνου (π.χ. καρκίνος, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία,
κορτικοστεροειδή, ελλιπής στοματική υγιεινή), θα πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη η οδοντική εξέταση συνοδευόμενη από την κατάλληλη προληπτική
οδοντιατρική πριν από την έναρξη θεραπευτικής αγωγής με διφωσφονικά.
Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει, εάν είναι δυνατό, να αποφεύγουν τις
οδοντιατρικές επεμβάσεις κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Σε ασθενείς που
θα εμφανίσουν οστεονέκρωση της γνάθου κατά τη διάρκεια θεραπευτικής
αγωγής με διφωσφονικά, η οδοντιατρική επέμβαση μπορεί να επιδεινώσει
αυτή την κατάσταση. Για τους ασθενείς στους οποίους καθίσταται αναγκαία
κάποια οδοντιατρική επέμβαση, δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα που να
υποδεικνύουν αν η διακοπή της αγωγής με διφωσφονικά ελαττώνει τον
κίνδυνο οστεονέκρωσης της γνάθου.
Ο χειρισμός της κατάστασης των ασθενών από τον θεράποντα ιατρό πρέπει
να βασίζεται, εξατομικευμένα, στην αξιολόγηση της κλινικής τους
κατάστασης, με βάση την αποτίμηση του οφέλους/κινδύνου.
Οστεονέκρωση του έξω ακουστικού πόρου
Οστεονέκρωση του έξω ακουστικού πόρου αναφέρθηκε με τη χρήση
διφωσφονικών αλάτων, κυρίως σε περιπτώσεις μακροχρόνιας θεραπείας.
Στους πιθανούς παράγοντες κινδύνου οστεονέκρωσης του έξω ακουστικού
πόρου περιλαμβάνονται η χρήση στεροειδών και η χημειοθεραπεία, ή/και
τοπικοί παράγοντες κινδύνου όπως κάποια λοίμωξη ή τραυματισμός. Σε
ασθενείς που λαμβάνουν διφωσφονικά άλατα και παρουσιάζουν
συμπτώματα στο αυτί, όπως χρόνιες λοιμώξεις του αυτιού, πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα οστεονέκρωσης του έξω ακουστικού πόρου.
Αυτό το φάρμακο περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά
προβλήματα όπως δυσανεξία στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια Lapp λακτάσης ή
δυσαπορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το
φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Αν και δεν έχουν πραγματοποιηθεί επίσημες μελέτες αλληλεπιδράσεων με τη
νατριούχο ρισεδρονάτη, ωστόσο κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών δεν
βρέθηκαν κλινικώς σχετικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά
προϊόντα. Σε μελέτες οστεοπόρωσης Φάσης ΙΙΙ με νατριούχο ρισεδρονάτη σε
ημερήσια δοσολόγηση, αναφέρθηκε χρήση ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή μη
στεροειδούς αντιφλεγμονώδους φαρμάκου (ΜΣΑΦ) από το 33 % και το 45 %
των ασθενών, αντιστοίχως.
Σε μελέτη Φάσης ΙΙΙ με άπαξ εβδομαδιαία χορήγηση σε μετεμμηνοπαυσιακές
γυναίκες, αναφέρθηκε χρήση ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή ΜΣΑΦ από το 57
% και το 40 % των ασθενών, αντιστοίχως. Μεταξύ των τακτικών χρηστών
ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή ΜΣΑΦ (3 ή περισσότερες ημέρες την εβδομάδα),
η επίπτωση των ανεπιθύμητων συμβάντων από το ανώτερο γαστρεντερικό σε
5
ασθενείς υπό αγωγή νατριούχου ρισεδρονάτης ήταν παρόμοια με την
επίπτωση στους ασθενείς της ομάδας ελέγχου.
Στην περίπτωση που κριθεί κατάλληλο, η νατριούχος ρισεδρονάτη μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ταυτόχρονα με τα συμπληρώματα οιστρογόνων (μόνο για τις
γυναίκες).
Η ταυτόχρονη λήψη φαρμάκων που περιέχουν πολυσθενή κατιόντα (π.χ.
ασβέστιο, μαγνήσιο, σίδηρο και αργίλιο) θα έχει επίδραση στην απορρόφηση
της νατριούχου ρισεδρονάτης (βλέπε παράγραφο 4.4).
Η νατριούχος ρισεδρονάτη δε μεταβολίζεται συστηματικά, δεν επάγει τα
ένζυμα του κυτοχρώματος Ρ450 και έχει χαμηλή σύνδεση με πρωτεΐνες.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τη χρήση της νατριούχου ρισεδρονάτης
σε έγκυες γυναίκες. Οι μελέτες στα ζώα έχουν καταδείξει αναπαραγωγική
τοξικότητα (βλέπε παράγραφο 5.3). Ο δυνητικός κίνδυνος για τον άνθρωπο
είναι άγνωστος.
Μελέτες σε ζώα δείχνουν ότι ένα μικρό ποσό της νατριούχου ρισεδρονάτης
περνά στο μητρικό γάλα.
Η νατριούχος ρισεδρονάτη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά την κύηση ή
από γυναίκες που θηλάζουν.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν έχουν παρατηρηθεί επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η νατριούχος ρισεδρονάτη έχει μελετηθεί σε κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ στις
οποίες συμμετείχαν πάνω από 15.000 ασθενείς. Η πλειονότητα των
ανεπιθύμητων ενεργειών που παρατηρήθηκαν σε κλινικές δοκιμές ήταν ήπιες
έως μέτριες σε σοβαρότητα και συνήθως δεν απαιτήθηκε μόνιμη διακοπή της
θεραπείας.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν σε κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙΙ
σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση, οι οποίες υποβλήθηκαν
επί μέχρι και 36 μήνες σε αγωγή με νατριούχο ρισεδρονάτη στη δόση των 5
mg/ημέρα (n = 5020) ή με εικονικό φάρμακο (n = 5048) και για τις οποίες
θεωρείται δυνατόν ή πιθανό να σχετίζονται με τη νατριούχο ρισεδρονάτη
παρατίθενται παρακάτω, με χρήση της ακόλουθης σύμβασης (η επίπτωση των
ανεπιθύμητων ενεργειών έναντι του εικονικού φαρμάκου φαίνεται μέσα στις
παρενθέσεις):
Πολύ συχνές (≥1/10)
Συχνές (≥1/100 έως <1/10)
Όχι συχνές (≥1/1.000 έως <1/100)
6
Σπάνιες (≥ 1/10.000 έως <1/1.000)
Πολύ σπάνιες (< 1/10.000)
Μη γνωστές συχνότητα δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα διαθέσιμα
δεδομένα)
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές:
κεφαλαλγία (1,8 % έναντι 1,4 %)
Οφθαλμικές διαταραχέ
ς
Όχι συχνές
: ιρίτιδα*
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Συχνές:
δυσκοιλιότητα (5,0 % έναντι 4,8 %), δυσπεψία (4,5 % έναντι 4,1 %),
ναυτία (4,3 % έναντι 4,0 % ), κοιλιακό άλγος (3,5 % έναντι 3,3 % ), διάρροια
(3,0 % έναντι 2,7 % ).
Όχι συχνές:
γαστρίτιδα (0,9 % έναντι 0,7 % ), οισοφαγίτιδα (0,9 % έναντι
0,9 %), δυσφαγία (0,4 % έναντι 0,2 %), δωδεκαδακτυλίτιδα (0,2 % έναντι 0,1
%), οισοφαγικό έλκος (0,2 % έναντι 0,2 %).
Σπάνιες:
γλωσσίτιδα (<0,1 % έναντι 0,1 %), οισοφαγική στένωση (<0,1 %
έναντι 0,0%).
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Συχνές:
μυοσκελετικό άλγος (2,1 % έναντι 1,9 % )
Παρακλινικές εξετάσεις
Σπάνιες:
μη φυσιολογικές δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας*
Εργαστηριακά ευρήματα
Σε κάποιους ασθενείς έχει παρατηρηθεί πρώιμη, παροδική, ασυμπτωματική
και ήπια μείωση των επιπέδων ασβεστίου και φωσφορικών του ορού.
* Δεν υπάρχουν σχετικές επιπτώσεις από τις μελέτες οστεοπόρωσης Φάσης
ΙΙΙ. Η συχνότητα βασίζεται σε ευρήματα ανεπιθύμητων
συμβάντων/εργαστηριακών ευρημάτων/ευρημάτων επαναπρόκλησης από
κλινικές δοκιμές που διεξάχθηκαν παλαιότερα.
Σε μία διπλά τυφλή, πολυκεντρική μελέτη ενός έτους, η οποία συνέκρινε τη
χορήγηση ημερήσιας δόσης 5 mg νατριούχου ρισεδρονάτης (n = 480) και
εβδομαδιαίας δόσης 35 mg νατριούχου ρισεδρονάτης (n = 485) σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση, τα προφίλ συνολικής
ασφάλειας και ανοχής ήταν παρόμοια. Έχουν αναφερθεί οι ακόλουθες
επιπρόσθετες ανεπιθύμητες ενέργειες, οι οποίες σύμφωνα με τους ερευνητές
είναι πιθανό ή δυνατόν να σχετίζονται με το φάρμακο (επίπτωση μεγαλύτερη
στην ομάδα νατριούχου ρισεδρονάτης δόσης 35 mg από ότι στην ομάδα
νατριούχου ρισεδρονάτης δόσης 5 mg): διαταραχή του γαστρεντερικού
συστήματος (1,6 % έναντι 1,0 %) και άλγος (1,2 % έναντι 0,8 % ).
Σε μία μελέτη διάρκειας 2 ετών που διεξάχθηκε σε άνδρες με οστεοπόρωση, η
συνολική ασφάλεια και ανοχή ήταν παρόμοιες μεταξύ της ομάδας που έλαβε
τη θεραπεία και της ομάδας του εικονικού φαρμάκου. Οι ανεπιθύμητες
7
ενέργειες συμφωνούσαν με εκείνες που είχαν παρατηρηθεί παλαιότερα στις
γυναίκες.
Κατά τη διάρκεια χρήσης μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου έχουν
αναφερθεί οι ακόλουθες επιπρόσθετες ανεπιθύμητες αντιδράσεις (συχνότητα
άγνωστη):
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
αναφυλακτική αντίδραση
Οφθαλμικές διαταραχές
ιρίτιδα, ραγοειδίτιδα
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
σοβαρές ηπατικές διαταραχές. Στις περισσότερες των περιπτώσεων που
αναφέρθηκαν οι ασθενείς είχαν λάβει επίσης θεραπεία με άλλα προϊόντα που
είναι γνωστό ότι προκαλούν ηπατικές διαταραχές.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
αντιδράσεις υπερευαισθησίας και δερματικές αντιδράσεις,
συμπεριλαμβανομένου του αγγειοοιδήματος, του γενικευμένου ερυθήματος,
της κνίδωσης και των πομφολυγωδών δερματικών αντιδράσεων, μερικές εκ
των οποίων ήταν σοβαρές, συμπεριλαμβανομένων αναφορών συνδρόμου
Stevens-Johnson και τοξικής επιδερμικής νεκρόλυσης και
λευκοκυτταροκλαστικής αγγειίτιδας.
τριχόπτωση
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
οστεονέκρωση της γνάθου
άτυπα υποτροχαντήρια κατάγματα και κατάγματα της διάφυσης του
μηριαίου (ανεπιθύμητη ενέργεια της κατηγορίας των διφωσφονικών)
(συχνότητα σπάνια)
οστεονέκρωση του έξω ακουστικού πόρου (ανεπιθύμητη ενέργεια των
διφωσφονικών αλάτων- πολύ σπάνια συχνότητα).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
μ μ μ Η αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών ετά από τη χορήγηση
μ μ . άδειας κυκλοφορίας του φαρ ακευτικού προϊόντος είναι ση αντική Επιτρέπει
- μτη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους κινδύνου του φαρ ακευτικού
. προϊόντος Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός,
Αθήνα. Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες ειδικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της
υπερδοσολογίας με νατριούχο ρισεδρονάτη.
8
Μπορεί να σημειωθεί μείωση του ασβεστίου του ορού μετά από σημαντική
υπερδοσολογία. Μπορεί επίσης σε μερικούς από αυτούς τους ασθενείς να
παρουσιαστούν σημεία και συμπτώματα υπασβεστιαιμίας.
Θα πρέπει να χορηγούνται γάλα ή αντιόξινα που περιέχουν μαγνήσιο,
ασβέστιο ή αργίλιο για να δεσμεύσουν τη νατριούχο ρισεδρονάτη και να
μειώσουν την απορρόφηση της νατριούχου ρισεδρονάτης. Σε περιπτώσεις
σημαντικής υπερδοσολογίας, μπορεί να εξετασθεί η δυνατότητα πλύσης
στομάχου για την απομάκρυνση της μη απορροφημένης νατριούχου
ρισεδρονάτης.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Διφωσφονικά
Κωδικός ATC: M05B Α07
Η νατριούχος ρισεδρονάτη είναι ένα διφωσφονικό πυριδινυλίου που
συνδέεται στον υδροξυαπατίτη των οστών και αναστέλλει την
υποβοηθούμενη μέσω των οστεοκλαστών επαναρρόφηση των οστών. Ο
κύκλος αναπλήρωσης των οστών μειώνεται ενώ διατηρείται η
δραστηριότητα των οστεοβλαστών και η επιμετάλλωση των οστών. Σε
προκλινικές μελέτες, η νατριούχος ρισεδρονάτη επέδειξε ισχυρή αντι-
οστεοκλαστική και αντι-επαναρροφητική δραστηριότητα, και οδήγησε σε
δοσοεξαρτώμενη αύξηση της μάζας των οστών και της βιο-μηχανικής
σκελετικής ισχύος. Η δραστηριότητα της νατριούχου ρισεδρονάτης
επιβεβαιώθηκε μέσω μέτρησης βιοχημικών δεικτών για τον κύκλο
αναπλήρωσης των οστών κατά τη διάρκεια φαρμακοδυναμικών και κλινικών
μελετών. Σε μελέτες μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών, παρατηρήθηκαν
μειώσεις όσον αφορά στους βιοχημικούς δείκτες του κύκλου αναπλήρωσης
των οστών μέσα σε 1 μήνα, οι οποίες έφτασαν το μέγιστο σε 3-6 μήνες.
Οι μειώσεις στους βιοχημικούς δείκτες του κύκλου αναπλήρωσης των οστών
ήταν παρόμοιες με τη νατριούχο ρισεδρονάτη στη δόση των 35 mg άπαξ
εβδομαδιαίως και τη νατριούχο ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg ημερησίως
σε 12 μήνες.
Σε μελέτη που έγινε σε άνδρες με οστεοπόρωση, παρατηρήθηκαν μειώσεις
όσον αφορά τους βιοχημικούς δείκτες του κύκλου αναπλήρωσης των οστών
στο πλέον πρώιμο χρονικό σημείο των 3 μηνών και συνέχισαν να
παρατηρούνται στους 24 μήνες.
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης
Η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση συνδέεται με ορισμένους παράγοντες
κινδύνου στους οποίους περιλαμβάνονται η χαμηλή οστική μάζα, η χαμηλή
οστική πυκνότητα, η πρώιμη εμμηνόπαυση, το ιστορικό καπνίσματος και το
οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης. Η κλινική συνέπεια της
9
οστεοπόρωσης είναι τα κατάγματα. Ο κίνδυνος καταγμάτων αυξάνεται με
την αύξηση των παραγόντων κινδύνου.
Βάσει των δράσεων στη μέση μεταβολή στην BMD της οσφυϊκής μοίρας της
σπονδυλικής στήλης, η νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 35 mg άπαξ
εβδομαδιαίως (n = 485) φάνηκε να είναι ισοδύναμη έναντι της νατριούχου
ρισεδρονάτης στη δόση των 5 mg ημερησίως (n = 480) σε μία διπλά τυφλή,
πολυκεντρική μελέτη ενός έτους μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών με
οστεοπόρωση.
Το κλινικό πρόγραμμα για τη νατριούχο ρισεδρονάτη που χορηγείται άπαξ
ημερησίως μελέτησε τη δράση της νατριούχου ρισεδρονάτης στον κίνδυνο
καταγμάτων ισχίου και σπονδύλων και συμπεριέλαβε πρώιμα και όψιμα
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με και χωρίς κάταγμα. Μελετήθηκαν
ημερήσιες δόσεις των 2,5 mg και 5 mg και όλες οι ομάδες,
συμπεριλαμβανομένων των ομάδων ελέγχου, έλαβαν ασβέστιο και βιταμίνη
D (στην περίπτωση που τα αρχικά επίπεδα αναφοράς ήταν χαμηλά). Ο
απόλυτος και σχετικός κίνδυνος νέων καταγμάτων ισχίου και σπονδύλων
εκτιμήθηκε μέσω χρήσης μιας ανάλυσης χρόνου έως το πρώτο σύμβαμα.
Έγιναν δύο ελεγχόμενες έναντι εικονικού φαρμάκου δοκιμές (n = 3.661)
στις οποίες εγγράφηκαν μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες κάτω των 85 ετών με
κατάγματα σπονδύλων κατά την έναρξη της μελέτης. Η νατριούχος
ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg ημερησίως χορηγούμενη για 3 έτη μείωσε τον
κίνδυνο νέων καταγμάτων των σπονδύλων σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.
Σε γυναίκες με τουλάχιστον 2 κατάγματα ή τουλάχιστον 1 κάταγμα
σπονδύλων, η μείωση σχετικού κινδύνου ήταν 49 % και 41 % αντίστοιχα
(επίπτωση νέων καταγμάτων με νατριούχο ρισεδρονάτη 18,1 % και 11,3 %,
με εικονικό φάρμακο 29,0 % και 16,3 % , αντίστοιχα). Η δράση της αγωγής
φάνηκε νωρίς, κατά το τέλος του πρώτου έτους αγωγής. Καταδείχθηκαν
επίσης οφέλη σε γυναίκες με πολλαπλά κατάγματα κατά την έναρξη της
μελέτης. Η νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg ημερησίως μείωσε
επίσης την ετήσια απώλεια ύψους εν συγκρίσει με την ομάδα ελέγχου.
Διεξάχθηκαν δύο περαιτέρω ελεγχόμενες έναντι εικονικού φαρμάκου
δοκιμές στις οποίες εντάχθηκαν μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας άνω
των 70 ετών με ή χωρίς κατάγματα σπονδύλων κατά την έναρξη της μελέτης.
Εντάχθηκαν γυναίκες ηλικίας 70-79 ετών με Τ-βαθμολογία BMD μηριαίου
αυχένα <-3 SD (κλίμακα παρασκευαστή:- 2,5 SD με χρήση της NHANES III) και
έναν τουλάχιστον επιπρόσθετο παράγοντα κινδύνου. Θα μπορούσαν να
ενταχθούν γυναίκες > 80 ετών επί τη βάσει ενός τουλάχιστον μη-σκελετικού
παράγοντα κινδύνου για κάταγμα ισχίου ή χαμηλή οστική πυκνότητα στον
μηριαίο αυχένα. Η στατιστική σημασία της αποτελεσματικότητας της
νατριούχου ρισεδρονάτης έναντι του εικονικού φαρμάκου επιτυγχάνεται
μόνο όταν ομαδοποιούνται οι δύο ομάδες αγωγής των 2,5 mg και 5 mg. Τα
ακόλουθα αποτελέσματα βασίζονται μόνον σε
εκ των υστέρων
ανάλυση των
υποομάδων που ορίζονται μέσω της κλινικής άσκησης και των ισχυόντων
ορισμών της οστεοπόρωσης:
- Στην υποομάδα ασθενών με Τ-βαθμολογία BMD μηριαίου αυχένα < -2,5 SD
(με χρήση της NHANES III) και ένα τουλάχιστον κάταγμα σπονδύλων κατά
10
την έναρξη της μελέτης, η νατριούχος ρισεδρονάτη χορηγούμενη για 3 έτη
μείωσε τον κίνδυνο καταγμάτων ισχίου κατά 46 % σε σχέση με την ομάδα
ελέγχου επίπτωση των καταγμάτων ισχίου στις συνδυασμένες ομάδες
νατριούχου ρισεδρονάτης στη δόση των 2,5 mg και των 5 mg ήταν 3,8 και
7,4% για το εικονικό φάρμακο).
- Τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι στους υπερήλικες (> 80 ετών) μπορεί να
παρατηρηθεί ακόμη μικρότερη προστασία από αυτήν που αναφέρθηκε
παραπάνω. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην αυξανόμενη σημασία των μη-
σκελετικών παραγόντων για κάταγμα ισχίου με το πέρας της ηλικίας.
Σε αυτές τις δοκιμές, τα δεδομένα που αναλύθηκαν ως ένα δευτερογενές
τελικό σημείο υπέδειξαν μία μείωση όσον αφορά στον κίνδυνο νέων
καταγμάτων σπονδύλων σε ασθενείς με χαμηλή BMD μηριαίου αυχένα χωρίς
κάταγμα σπονδύλων και σε ασθενείς με χαμηλή BMD μηριαίου αυχένα με ή
χωρίς κάταγμα σπονδύλων.
Η νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg χορηγούμενη ημερησίως για
3 έτη αύξησε την οστική πυκνότητα (BMD) σε σχέση με την ομάδα ελέγχου
στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης, στον μηνιαίο αυχένα, στον
τροχαντήρα και στον καρπό και διατήρησε την οστική πυκνότητα στην
ακτίνα μέσης-διάφυσης.
Σε μια εκτός θεραπείας περίοδο παρακολούθησης ενός έτους μετά από τρία
έτη αγωγής με νατριούχο ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg ημερησίως, υπήρξε
ταχεία αναστρεψιμότητα της καταστέλλουσας δράσης της νατριούχου
ρισεδρονάτης επί του ρυθμού του κύκλου αναπλήρωσης των οστών.
Τα δείγματα βιοψίας οστών από μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που
υποβάλλονται σε αγωγή με νατριούχο ρισεδρονάτη στη δόση των 5 mg
ημερησίως για 2 έως 3 έτη, έδειξε μια αναμενόμενη μέτρια μείωση όσον
αφορά τον κύκλο αναπλήρωσης οστών. Το οστό που σχηματίστηκε κατά τη
διάρκεια της αγωγής με νατριούχο ρισεδρονάτη είχε φυσιολογική
ελασματική δομή και επιμετάλλωση. Αυτά τα δεδομένα, μαζί με τη μειωμένη
επίπτωση των σχετιζόμενων με την οστεοπόρωση καταγμάτων σε σημεία
σπονδύλων σε γυναίκες με οστεοπόρωση φαίνεται να υποδηλώνουν ότι δεν
υπάρχει επιβλαβής επίδραση στην ποιότητα των οστών.
• Τα ενδοσκοπικά ευρήματα από ορισμένους ασθενείς με μέτριες έως έντονες
ενοχλήσεις από το γαστρεντερικό, τόσο από ασθενείς που ελάμβαναν
νατριούχο ρισεδρονάτη όσο και από ασθενείς της ομάδας ελέγχου, δεν
υπέδειξαν συσχέτιση της αγωγής με την εμφάνιση γαστρικών,
δωδεκαδακτυλικών ή οισοφαγικών ελκών στη μία ή την άλλη ομάδα, παρά το
γεγονός πως, όχι συχνά, παρατηρήθηκε δωδεκαδακτυλίτιδα στην ομάδα της
νατριούχου ρισεδρονάτης.
Θεραπεία της οστεοπόρωσης σε άνδρες
Η νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 35 mg μια φορά την εβδομάδα
επέδειξε αποτελεσματικότητα σε άνδρες με οστεοπόρωση (ηλικίας 36 έως 84
ετών) σε μία διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη 2 ετών σε
11
284 ασθενείς (νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 35 mg, n=191). Όλοι οι
ασθενείς έλαβαν συμπληρωματικό ασβέστιο και βιταμίνη D.
Παρατηρήθηκαν αυξήσεις της BMD ήδη 6 μήνες μετά την έναρξη της αγωγής
με νατριούχο ρισεδρονάτη. Η νατριούχος ρισεδρονάτη στη δόση των 35 mg
άπαξ την εβδομάδα προκάλεσε μέση αύξηση της BMD στην οσφυϊκή μοίρα της
σπονδυλικής στήλης, στον μηριαίο αυχένα, στον τροχαντήρα και στο σύνολο
του ισχίου εν συγκρίσει με το εικονικό φάρμακο μετά από 2 έτη αγωγής. Δεν
αποδείχθηκε αποτελεσματικότητα κατά των καταγμάτων σε αυτήν τη
μελέτη.
Η δράση στα οστά (αύξηση της BMD και μείωση των δεικτών του κύκλου
αναπλήρωσης -BTM-) της νατριούχου ρισεδρονάτης είναι παρόμοια σε
άρρενες και θήλεις.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της νατριούχου ρισεδρονάτης έχει
αποτελέσει αντικείμενο έρευνας σε μια τριετή μελέτη (μια τυχαιοποιημένη,
διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, πολυκεντρική, παράλληλων
ομάδων μελέτη διάρκειας ενός έτους ακολουθούμενη από δύο έτη θεραπείας
σε ανοιχτή μελέτη) σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 4 έως 16 ετών με ήπια
έως μέτρια ατελή οστεογένεση. Σε αυτή τη μελέτη, οι ασθενείς με βάρος 10-
30 kg έλαβαν ρισεδρονάτη 2,5 mg ημερησίως, και οι ασθενείς με βάρος
μεγαλύτερο των 30 kg έλαβαν ρισεδρονάτη 5 mg ημερησίως.
Μετά την ολοκλήρωση της ενός έτους, τυχαιοποιημένης, διπλά-τυφλής,
ελεγχόμενης με εικονικό φάρμακο φάσης, παρατηρήθηκε μια στατιστικά
σημαντική αύξηση της BMD στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης
στην ομάδα της ρισεδρονάτης έναντι της ομάδας του εικονικού φαρμάκου.
Ωστόσο ένας αυξημένος αριθμός ασθενών με τουλάχιστον ένα νέο
μορφομετρικό (προσδιοριζόμενου με ακτίνες x) σπονδυλικό κάταγμα βρέθηκε
στην ομάδα της ρισεδρονάτης σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο. Κατά τη
διάρκεια της διπλά τυφλής περιόδου της μελέτης, το πρώτο έτος, το ποσοστό
των ασθενών που ανέφεραν κλινικά κατάγματα ήταν 30,9% στην ομάδα της
ρισεδρονάτης και 49,0% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου.
Στην ανοιχτή περίοδο της μελέτης, όταν όλοι οι ασθενείς έλαβαν
ρισεδρονάτη (μήνας 12 έως μήνας 36) αναφέρθηκαν κλινικά κατάγματα από
το 65,3% των ασθενών που αρχικά είχαν τυχαιοποιηθεί στην ομάδα του
εικονικού φαρμάκου, και από το 52,9% των ασθενών που αρχικά είχαν
τυχαιοποιηθεί στην ομάδα της ρισεδρονάτης. Συνολικά, τα αποτελέσματα
δεν υποστηρίζουν τη χρήση της νατριούχου ρισεδρονάτης σε παιδιατρικούς
ασθενείς με ήπια έως μέτρια ατελή οστεογένεση.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η απορρόφηση μετά από μια δόση χορηγούμενη από το στόμα είναι σχετικά
ταχεία (t
max
~1 ώρα) και είναι ανεξάρτητη από τη δόση για την κλίμακα που
μελετάται (μελέτη μονής δόσης 2,5 έως 30 mg, μελέτες πολλαπλών δόσεων,
2,5 έως 5 mg ημερησίως και μέχρι 50 mg σε εβδομαδιαία χορήγηση). Η μέση
βιοδιαθεσιμότητα για το δισκίο που χορηγείται από το στόμα είναι 0,63 %
12
και μειώνεται όταν η νατριούχος ρισεδρονάτη χορηγείται με τροφή. Η
βιοδιαθεσιμότητα ήταν παρόμοια σε άνδρες και γυναίκες.
Κατανομή
Ο μέσος όγκος κατανομής σταθεροποιημένης κατάστασης είναι 6,3 l/kg σε
ανθρώπους.
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες πλάσματος είναι περίπου 24 % .
Μεταβολισμός
Δεν υπάρχουν ενδείξεις εμφάνισης συστηματικού μεταβολισμού της
νατριούχου ρισεδρονάτης.
Αποβολή
Κατά προσέγγιση, η μισή ποσότητα της απορροφούμενης δόσης απεκκρίνεται
στα ούρα εντός 24 ωρών, και το 85 % μιας ενδοφλέβιας δόσης ανακτάται
στα ούρα μετά από 28 ημέρες. Η μέση νεφρική κάθαρση είναι 105 ml/λεπτό
και η μέση ολική κάθαρση είναι 122 ml/λεπτό, ενώ διαφορά πιθανώς
οφείλεται στην κάθαρση λόγω προσρόφησης στο οστό. Η νεφρική κάθαρση
δεν εξαρτάται από τη συγκέντρωση, και υπάρχει γραμμική συσχέτιση μεταξύ
νεφρικής κάθαρσης και κάθαρσης κρεατινίνης. Η μη απορροφούμενη
νατριούχος ρισεδρονάτη αποβάλλεται αμετάβλητη στα κόπρανα. Μετά τη
χορήγηση από το στόμα, το προφίλ συγκέντρωσης - χρόνου δείχνει τρεις
φάσεις απέκκρισης, με τελική ημιπερίοδο ζωής 480 ώρες
Ειδικοί πληθυσμοί
Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας
Δεν χρειάζεται ρύθμιση της δοσολογίας. Η βιοδιαθεσιμότητα, η κατανομή
και η αποβολή ήταν παρόμοιες μεταξύ των ηλικιωμένων (>60 ετών) και των
νεότερων ατόμων.
Νεφρική ανεπάρκεια
Σε σύγκριση με τα άτομα που έχουν φυσιολογική νεφρική λειτουργία, η
κάθαρση της νατριούχου ρισεδρονάτης ήταν μειωμένη κατά περίπου 70 %
στους ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης περίπου 30 ml/λεπτό.
Χρήστες ακετυλοσαλικυλικού οξέος/ΜΣΑΦ:
Μεταξύ των τακτικών χρηστών ακετυλοσαλικυλικού οξέος ή ΜΣΑΦ (3 ή
περισσότερες ημέρες την εβδομάδα) η επίπτωση των ανεπιθύμητων
συμβαμάτων από ανώτερο γαστρεντερικό στους ασθενείς που υποβάλλονται
σε αγωγή με νατριούχο ρισεδρονάτη ήταν παρόμοια με εκείνη στους
ασθενείς της ομάδας ελέγχου.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Σε τοξικολογικές μελέτες σε αρουραίους και σκύλους καταδείχτηκαν δοσο-
εξαρτώμενες ηπατοτοξικές δράσεις της νατριούχου ρισεδρονάτης,
πρωτίστως ως αυξήσεις των ενζύμων, με ιστολογικές αλλοιώσεις στους
αρουραίους. Η κλινική συσχέτιση αυτών των παρατηρήσεων είναι άγνωστη.
Καταδείχτηκε τοξικότητα στους όρχεις σε αρουραίους και σκύλους σε
13
εκθέσεις που θεωρείται ότι υπερβαίνουν τη θεραπευτική έκθεση για τον
άνθρωπο. Παρατηρήθηκαν συχνά σε τρωκτικά, ερεθισμοί των ανώτερων
αεραγωγών που σχετίζονται με τη δόση. Παρόμοιες δράσεις έχουν φανεί και
με άλλα διφωσφονικά. Έχουν επίσης δειχθεί επιδράσεις στο κατώτερο
αναπνευστικό σύστημα σε μεγαλύτερης διάρκειας μελέτες σε τρωκτικά, αν
και η κλινική σημασία αυτών των ευρημάτων δεν είναι σαφής. Σε μελέτες
τοξικότητας στην αναπαραγωγική ικανότητα σε εκθέσεις κοντά στα επίπεδα
της κλινικής έκθεσης, παρατηρήθηκαν αλλαγές της οστεοποίησης στο στέρνο
και/ή στο κρανίο εμβρύων αρουραίων που υποβλήθηκαν σε αγωγή, καθώς και
υπασβεστιαιμία και θνησιμότητα σε κυοφορούντα θήλεα που άφησαν να
γεννήσουν. Δεν υπήρξαν ενδεικτικά στοιχεία τερατογένεσης στη δόση των
3,2 mg/kg/ημέρα στους αρουραίους και των 10 mg/kg/ημέρα στα κουνέλια,
αν και τα υπάρχοντα δεδομένα αφορούν μόνο σε ένα μικρό αριθμό
κουνελιών. Η μητρική τοξικότητα απέτρεψε τη μελέτη υψηλότερων δόσεων.
Οι μελέτες γονοτοξικότητας και δυναμικού καρκινογένεσης δεν κατέδειξαν
ιδιαίτερους κινδύνους για τον άνθρωπο.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου
Κροσποβιδόνη
Λακτόζη μονοϋδρική
Μαγνήσιο στεατικό
Κυτταρίνη
μικροκρυσταλλική
Επικάλυψη με λεπτό υμένιο
Υπρομελλόζη
Πολυαιθυλενογλυκόλη 400
Τιτανίου διοξείδιο (E171)
Σιδήρου οξείδιο, κίτρινο
(E172)
Σιδήρου οξείδιο, ερυθρό
(E172)
6.2. Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3. Διάρκεια ζωής
Κυψέλες: 2 χρόνια
Φιάλη HDPE: 2 χρόνια
Μετά το πρώτο άνοιγμα της φιάλης, να χρησιμοποιείται εντός 6 μηνών
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
14
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για αυτό το φαρμακευτικό προϊόν.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
AL/PVC blisters, με 1, 2, 4, 10, 12, 16, 28 και 84 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο
δισκία.
Φιάλες HDPE με HDPE πώμα με 1, 2, 4, 10, 12, 16, 28 84και επικαλυμμένα με
λεπτό υμένιο δισκία.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΆΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
Sandoz GmbH
Biochemiestrasse 10
A-6250 Kundl, Αυστρία
8. ΑΡΙΘΜΌΣ(ΟΙ) ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ
54912
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑ ΠΡΏΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΊΑΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ
ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑ ΑΝΑΘΕΏΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΈΝΟΥ
10 Ιουλίου 2013
15