ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Netvir 125, 250, 500 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Netvir 125 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, περιέχουν 125 mg famciclovir.
Netvir 250 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, περιέχουν 250 mg famciclovir.
Netvir 500 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, περιέχουν 500 mg famciclovir.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Δισκία των 125 mg:
Λευκά, στρογγυλά, αμφίκυρτα, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, με διάμετρο 7.6
mm περίπου.
Δισκία των 250 mg :
Λευκά, στρογγυλά, αμφίκυρτα, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, χαραγμένα στη μια
πλευρά, με διάμετρο 10.6 mm περίπου.
Δισκία των 500 mg :
Λευκά, στρογγυλά, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, χαραγμένα και στις δύο
πλευρές, με διάμετρο 18.2 x 8.6 mm περίπου.
Netvir 250 mg και 500 mg δισκία:
Το δισκίο µπορεί να διαχωριστεί σε δυο ίσα μέρη.
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Λοιμώξεις από τον ιό ανεμοβλογιάς ζωστήρα ( VZV )– Έρπις ζωστήρας
Το Famvir ενδείκνυται για:
τη θεραπεία του έρπητα ζωστήρα και του οφθαλμικού έρπητα ζωστήρα σε
ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς (βλ. παράγραφο 4.4).
τη θεραπεία του έρπητα ζωστήρα σε ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς (βλ.
παράγραφο 4.4)
Λοιμώξεις από τον ιό του απλού έρπητα ( HSV )– Έρπης των γεννητικών οργάνων
Το Famvir ενδείκνυται για:
τη θεραπεία του πρώτου επεισοδίου και των υποτροπών του έρπητα των γεννητικών
οργάνων σε ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς.
τη θεραπεία των υποτροπιαζόντων επεισοδίων του έρπητα των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς.
την καταστολή του υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών οργάνων σε ανοσοεπαρκείς
και ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς.
Δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές μελέτες σε ασθενείς προσβεβλημένους από
HSVανοσοκατεσταλμένους από άλλες αιτίες εκτός της HIVλοίμωξης (βλ. παράγραφο 5.1).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Έρπης ζωστήρας σε ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς
500 mg τρεις φορές ημερησίως για επτά ημέρες.
Η θεραπεία πρέπει να ξεκινά το συντομότερο δυνατό μετά τη
διάγνωση του έρπητα ζωστήρα.
Έρπης ζωστήρας σε ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς
500 mg τρεις φορές ημερησίως για δέκα ημέρες.
Η θεραπεία πρέπει να ξεκινά το συντομότερο δυνατό μετά τη
διάγνωση του έρπητα ζωστήρα.
Έρπης των γεννητικών οργάνων σε ανοσοεπαρκείς ενήλικους
ασθενείς
Πρώτο επεισόδιο έρπητα των γεννητικών οργάνων: 250 mg τρεις
φορές ημερησίως για πέντε ημέρες. Η χορήγηση της αγωγής
συνιστάται να ξεκινά το συντομότερο δυνατό μετά τη διάγνωση
του πρώτου επεισοδίου του έρπητα των γεννητικών οργάνων.
Επεισοδιακή θεραπεία υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών
οργάνων: 125 mg δις ημερησίως για πέντε ημέρες. Η χορήγηση της
αγωγής συνιστάται να ξεκινά το συντομότερο δυνατό μετά την
εμφάνιση των πρόδρομων συμπτωμάτων (π.χ. μυρμηκίαση,
κνησμός, καύσος, πόνος) ή των βλαβών.
Υποτροπιάζων έρπης των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς
Επεισοδιακή θεραπεία του υποτροπιάζοντος έρπητα των
γεννητικών οργάνων: 500 mg δις ημερησίως για επτά ημέρες. Η
χορήγηση της αγωγής συνιστάται να ξεκινά το συντομότερο
δυνατό μετά την εμφάνιση των πρόδρομων συμπτωμάτων (π.χ.
μυρμηκίαση, κνησμός, καύσος, πόνος) ή των βλαβών.
Καταστολή του υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών οργάνων
σε ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς
250 mg δις ημερησίως. Η κατασταλτική θεραπεία πρέπει να
διακόπτεται μετά από12 μήνες το πολύ συνεχούς αντι-ιϊκής
θεραπείας για να επανεκτιμηθεί η συχνότητα και η σοβαρότητα
των υποτροπών. Η ελάχιστη περίοδος επαναξιολόγησης πρέπει να
περιλαμβάνει δύο υποτροπές. Οι ασθενείς οι οποίοι εξακολουθούν
να έχουν σημαντική νόσο μπορούν να ξεκινούν και πάλι την
κατασταλτική θεραπεία.
Καταστολή του υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών οργάνων
σε ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς
500 mg δις ημερησίως.
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Επειδή η μειωμένη κάθαρση της πενσικλοβίρης σχετίζεται με
μειωμένη νεφρική λειτουργία, μετρούμενη μέσω της κάθαρσης της
κρεατινίνης, θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη
δοσολογία που χορηγείται σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία.
Οι συνιστώμενες δόσεις για ενήλικους ασθενείς με νεφρική
δυσλειτουργία παρέχονται στον Πίνακα 1.
Πίνακας 1 Συνιστώμενες δόσεις για ενήλικους ασθενείς με νεφρική
δυσλειτουργία
Ένδειξη και ονομαστικό δοσολογικό σχήμα Κάθαρση Κρεατινίνης
[ml/min]
Προσαρμοσμένο δοσολογικό σχήμα
Έρπης ζωστήρας σε ανοσοεπαρκείς ασθενείς
Ένδειξη και ονομαστικό δοσολογικό
σχήμα
Κάθαρση Κρεατινίνης
[ml/min]
Προσαρμοσμένο δοσολογικό σχήμα
Έρπης ζωστήρας σε ανοσοεπαρκείς
ασθενείς
500 mg τρεις φορές ημερησίως για 7 ημέρες ³ 60 500 mg τρεις φορές ημερησίως για 7 ημέρες
40 έως 59 500 mg δις ημερησίως για 7 ημέρες
20 έως 39 500 mg άπαξ ημερησίως για 7 ημέρες
< 20 250 mg άπαξ ημερησίως για 7 ημέρες
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 250 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση για
7 ημέρες
Έρπης ζωστήρας σε
ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς
500 mg τρεις φορές ημερησίως για
10 ημέρες
³ 60 500 mg τρεις φορές ημερησίως για
10 ημέρες
40 έως 59 500 mg δις ημερησίως για 10 ημέρες
20 έως 39 500 mg άπαξ ημερησίως για 10 ημέρες
< 20 250 mg άπαξ ημερησίως για 10 ημέρες
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 250 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση για
10 ημέρες
Έρπης των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς
πρώτο επεισόδιο έρπητα των γεννητικών
οργάνων
250 mg τρεις φορές ημερησίως για 5 ημέρες ³ 40 250 mg τρεις φορές ημερησίως για 5 ημέρες
20 έως 39 250 mg δις ημερησίως για 5 ημέρες
< 20 250 mg άπαξ ημερησίως για 5 ημέρες
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 250 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση για
5 ημέρες
Έρπης των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς
επεισοδιακή θεραπεία του
υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών
οργάνων
125 mg δις ημερησίως για 5 ημέρες ³ 20 125 mg δις ημερησίως για 5 ημέρες
< 20 125 mg άπαξ ημερησίως για 5 ημέρες
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 125 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση για
5 ημέρες
Έρπης των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς
επεισοδιακή θεραπεία του
υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών
οργάνων
500 mg δις ημερησίως για 7 ημέρες ³ 40 500 mg δις ημερησίως για 7 ημέρες
20 έως 39 500 mg άπαξ ημερησίως για 7 ημέρες
< 20 250 mg άπαξ ημερησίως για 7 ημέρες
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 250 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση για
7 ημέρες
Καταστολή του υποτροπιάζοντος έρπητα
των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοεπαρκείς ενήλικους ασθενείς
250 mg δις ημερησίως ³ 40 250 mg δις ημερησίως
20 έως 39 125 mg δις ημερησίως
< 20 125 mg άπαξ ημερησίως
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 125 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση
Καταστολή του υποτροπιάζοντος έρπητα
των γεννητικών οργάνων σε
ανοσοκατεσταλμένους ενήλικους ασθενείς
500 mg δις ημερησίως ³ 40 500 mg δις ημερησίως
20 έως 39 500 mg άπαξ ημερησίως
< 20 250 mg άπαξ ημερησίως
Ασθενείς σε αιμοδιύλιση 250 mg μετά από κάθε αιμοδιύλιση
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Υπερευαισθησία στην πενσικλοβίρη.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Χρήση σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία είναι απαραίτητη η τροποποίηση της δόσης (βλ.
παραγράφους 4.2,και 4.9).
Χρήση σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
Η φαμσικλοβίρη δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία. Η
μετατροπή της φαμσικλοβίρης στον δραστικό μεταβολίτη της πενσικλοβίρης μπορεί να είναι
μειωμένη σε αυτούς τους ασθενείς, με αποτέλεσμα χαμηλότερες συγκεντρώσεις
πενσικλοβίρης στο πλάσμα και συνεπώς μπορεί να συμβεί μείωση της αποτελεσματικότητας
της φαμσικλοβίρης.
Χρήση στη θεραπεία του έρπητα ζωστήρα
Η κλινική ανταπόκριση πρέπει να παρακολουθείται στενά, ειδικά στους
ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Όταν η ανταπόκριση στην από του στόματος θεραπεία
θεωρείται ανεπαρκής, πρέπει να εξετάζεται η ενδοφλέβια αντι-ιική θεραπεία.
Ασθενείς με επιπεπλεγμένο έρπητα ζωστήρα, π.χ. ασθενείς με σπλαχνική συμμετοχή,
γενικευμένο ζωστήρα, κινητικές νευροπάθειες, εγκεφαλίτιδα και αγγειακές εγκεφαλικές
επιπλοκές, πρέπει να αντιμετωπίζονται με ενδοφλέβια αντι-ιική θεραπεία.
Επιπλέον, ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς με οφθαλμικό έρπητα ζωστήρα ή ασθενείς υψηλού
κινδύνου για γενικευμένη νόσο και σπλαχνική συμμετοχή πρέπει να αντιμετωπίζονται με
ενδοφλέβια αντι-ιική θεραπεία.
Μετάδοση του έρπητα των γεννητικών οργάνων
Στους ασθενείς θα πρέπει να παρέχονται οδηγίες αποφυγής της σεξουαλικής επαφής όταν
υπάρχουν συμπτώματα, ακόμα κι αν έχει ξεκινήσει η θεραπεία με αντι-ιικό σκεύασμα. Κατά
τη διάρκεια κατασταλτικής θεραπείας με αντι-ιικούς παράγοντες, η συχνότητα
αναπαραγωγής του ιού είναι σημαντικά μειωμένη. Ωστόσο, η μετάδοση είναι ακόμη πιθανή.
Επομένως, επιπροσθέτως της θεραπείας με φαμσικλοβίρη, συνιστάται οι ασθενείς να
εφαρμόζουν ασφαλέστερες σεξουαλικές πρακτικές.
Άλλες
Οι ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, έλλειψη
λακτάσηςLapp ή κακή απορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να πάρουν αυτό το
φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Επιδράσεις άλλων φαρμακευτικών προϊόντων στη φαμσικλοβίρη
Δεν έχουν αναγνωριστεί κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις..
Η ταυτόχρονη χρήση προβενεσίδης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αυξημένες συγκεντρώσεις
πενσικλοβίρης στο πλάσμα, του δραστικού μεταβολίτη της φαμσικλοβίρης, λόγω
ανταγωνιστικής αποβολής.
Επομένως, ασθενείς που λαμβάνουν φαμσικλοβίρη σε δόση 500 mg τρεις φορές ημερησίως
ταυτόχρονα με προβενεσίδη, θα πρέπει να παρακολουθούνται για τοξικότητα. Εάν οι
ασθενείς αισθανθούν σοβαρή ζάλη, υπνηλία, σύγχυση ή άλλες διαταραχές του κεντρικού
νευρικού συστήματος, μπορεί να εξετάζεται μείωση της δόσης σε 250 mg τρεις φορές
ημερησίως.
Η φαμσικλοβίρη χρειάζεται την οξειδάση της αλδεΰδης για να μετατραπεί σε πενσικλοβίρη,
το δραστικό μεταβολίτη της. Η ραλοξιφαίνη έχει αποδειχθεί ισχυρός αναστολέας του
ενζύμου αυτού in vitro. Η συγχορήγηση με ραλοξιφαίνη μπορεί να επηρεάσει το σχηματισμό
της πενσικλοβίρης και έτσι μπορεί να επηρεάσει την αποτελεσματικότητα της
φαμσικλοβίρης. Όταν η ραλοξιφαίνη συγχορηγείται με τη φαμσικλοβίρη η κλινική
αποτελεσματικότητα της αντι-ιικής θεραπείας θα πρέπει να παρακολουθείται.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Κύηση
Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία (λιγότερες
από 300 εκβάσεις εγκυμοσύνης) από τη χρήση
της φαμσικλοβίρης σε έγκυες γυναίκες. Με
βάση αυτές τις περιορισμένες πληροφορίες,
τόσο η αναδρομική όσο και η προοπτική
ανάλυση όλων των περιπτώσεων εγκυμοσύνης
δεν απέδειξαν ότι το προϊόν προκαλεί κάποιες
συγκεκριμένες δυσλειτουργίες στο έμβρυο ή
κάποιες συγγενείς ανωμαλίες. Μελέτες σε ζώα
δεν έχουν δείξει εμβρυοτοξικές ή τερατογόνες
επιδράσεις με τη φαμσικλοβίρη ή την
πενσικλοβίρη (το δραστικό μεταβολίτη της
φαμσικλοβίρης). Η φαμσικλοβίρη θα πρέπει να
χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης μόνο όταν τα πιθανά οφέλη της
θεραπείας υπερτερούν των πιθανών κινδύνων.
Γαλουχία
Δεν είναι γνωστό εάν η φαμσικλοβίρη
απεκκρίνεται στο ανθρώπινο μητρικό γάλα.
Μελέτες σε ζώα έδειξαν ότι η πενσικλοβίρη
απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Εάν ή
κατάσταση της γυναίκας απαιτεί θεραπεία με
φαμσικλοβίρη, θα πρέπει να εξετάζεται η
διακοπή του θηλασμού.
Γονιμότητα
Κλινικά δεδομένα δεν υποδεικνύουν κάποια
επίδραση της φαμσικλοβίρης στη γονιμότητα
των ανδρών μετά από θεραπεία μακράς
διάρκειας με χορήγηση από του στόματος
250 mg δις ημερησίως (βλ. παράγραφο 5.3)
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες για τις επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών. Ωστόσο, ασθενείς που εμφανίζουν ζάλη, υπνηλία, σύγχυση ή άλλες διαταραχές του
κεντρικού νευρικού συστήματος ενώ λαμβάνουν Famvir δεν θα πρέπει να οδηγούν ή να
χειρίζονται μηχανές.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η κεφαλαλγία και η ναυτία έχουν αναφερθεί
σε κλινικές μελέτες. Αυτές ήταν γενικά ήπιας
ή μέτριας φύσης και εμφανίστηκαν με
παρόμοια επίπτωση σε ασθενείς που έλαβαν
αγωγή με εικονικό φάρμακο. Όλες οι άλλες
ανεπιθύμητες ενέργειες προστέθηκαν έπειτα
από τη διάθεση στην αγορά.
Συνολικά1.587 ασθενείς έχουν λάβει
φαμσικλοβίρη στις συνιστώμενες δόσεις σε
ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο- (n=657)και
ελεγχόμενες με δραστικό φάρμακο-
(n=930)μελέτες. Η ανάλυση αυτών των
κλινικών μελετών έγινε αναδρομικά για να
ληφθεί η κατηγορία συχνότητας για όλες τις
ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται
παρακάτω. Για τις ανεπιθύμητες ενέργειες οι
οποίες δεν παρατηρήθηκαν ποτέ σε αυτές τις
μελέτες, το άνω όριο του 95% διαστήματος
εμπιστοσύνης δεν αναμένεται να είναι
υψηλότερο από 3 (με βάση των «κανόνα
των τριών»), με το Χ να αντιπροσωπεύει το
συνολικό μέγεθος του δείγματος (n=1.587).
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες (Πίνακας 2) έχουν
ταξινομηθεί σε κατηγορίες ανάλογα με τη
συχνότητά τους χρησιμοποιώντας την
παρακάτω συνθήκη: πολύ συχνές (≥ 1/10),
συχνές (≥ 1/100, < 1/10),όχι συχνές
(≥ 1/1.000, < 1/100), σπάνιες
(≥ 1/10.000,< 1/1.000), πολύ σπάνιες
(< 1/10.000).
Πίνακας 2 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Σπάνιες: Θρομβοκυτταροπενία.
Ψυχιατρικές διαταραχές
Όχι συχνές: Σύγχυση.
Σπάνιες: Ψευδαισθήσεις.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Πολύ
συχνές:
Κεφαλαλγία.
Συχνές: Ζάλη, υπνηλία.
Γαστρεντερικές διαταραχές
Συχνές: Ναυτία, έμετος.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
4.9 Υπερδοσολογία
Η εμπειρία σχετικά με την υπερδοσολογία για τη φαμσικλοβίρη είναι περιορισμένη. Σε
περίπτωση υπερδοσολογίας, υποστηρικτική και συμπτωματική θεραπεία θα πρέπει να
χορηγούνται, όπως κρίνεται κατάλληλο. Οξεία νεφρική ανεπάρκεια έχει αναφερθεί σπάνια
σε ασθενείς με υποκείμενη νεφρική νόσο, στους οποίους η δοσολογία της φαμσικλοβίρης
δεν μειώθηκε κατάλληλα για το επίπεδο της νεφρικής λειτουργίας. Η πενσικλοβίρη είναι
διυλίσιμη. Οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα μειώνονται κατά περίπου 75% έπειτα από
αιμοκάθαρση 4 ωρών.
5 ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Από του στόματος αντι – ιϊκοί παράγοντες.
Κωδικός ATC : J05A B09
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Το famciclovir είναι η από του στόματος μορφή του penciclovir. Το famciclovir
μετατρέπεται ταχέως in vivo σε penciclovir, το οποίο αποδεδειγμένα εμφανίζει in vitro
δραστικότητα έναντι των ιών του απλού έρπητα (τύπου 1 και 2), του ιού της ανεμoβλογιάς
ζωστήρος, του ιού του Epstein-Barr και του κυτταρομεγαλοϊού. Το αντιϊκό αποτέλεσμα του
από του στόματος χορηγούμενου famciclovir , έχει αποδειχθεί σε διάφορα πειραματόζωα: το
αποτέλεσμα αυτό οφείλεται στην in vivo μετατροπή προς penciclovir. Το penciclovir
στοχεύει στα κύτταρα που έχουν προσβληθεί από ιό, όπου ταχέως και αποτελεσματικά
μετατρέπεται σε τριφωσφορικό (αντίδραση που επιβοηθείται από το ένζυμο κινάση της
θυμιδίνης). Αυτή η τριφωσφορική μορφή, διατηρείται στα προσβεβλημένα κύτταρα σε
περίσσεια, επί 12ωρο και αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό του DNA του ιού. Σε μη
προσβεβλημένα κύτταρα τα οποία βρίσκονται υπό την επίδραση του penciclovir, είναι μόλις
ανιχνεύσιμες οι συγκεντρώσεις penciclovir τριφωσφορικού. Κατά συνέπεια, είναι απίθανο
τα μη προσβεβλημένα κύτταρα να επηρεασθούν από τις θεραπευτικές συγκεντρώσεις του
penciclovir.
Η συχνότερη μορφή αντίστασης που απαντάται στα στελέχη του HSV (Herpes Simplex
Virus) έναντι του acyclovir, είναι μία ανεπάρκεια στην παραγωγή του ενζύμου θυμιδίνη
κινάση (ΤΚ).
Τέτοια στελέχη, ανεπαρκή σε ΤΚ, θα μπορούσε να αναμένεται ότι θα εμφάνιζαν
διασταυρούμενη αντίσταση και στο penciclovir και στο acyclovir.Όμως, το penciclovir έχει
αποδειχθεί ότι είναι δραστικό έναντι ενός πρόσφατα απομονωθέντος στελέχους ιού του
απλού έρπητα, το οποίο είναι ανθεκτικό στο acyclovir και το οποίο διαθέτει μία διαφορετική
DNA-πολυμεράση.
Σε μία μελέτη καταστολής του υποτροπιάζοντα έρπητα των γεννητικών οργάνων στην οποία
ανοσοεπαρκείς ασθενείς υποβλήθηκαν σε θεραπεία με το famciclovir για 4 μήνες, δεν
υπήρξε ένδειξη αντοχής στο famciclovir όταν αναλύθηκαν κλινικά στελέχη από 71 ασθενείς.
Μία ελεγμένη με εικονικό φάρμακο μελέτη σε ασθενείς με ανοσοανεπάρκεια οφειλόμενη
στον ΗΙV έδειξε ότι το famciclovir σε δόση 500mg δύο φόρες ημερησίως ελάττωσε
σημαντικά την αναλογία των ημερών της συμπτωματικής και της ασυμπτωματικής
διασποράς του HSV.
5.2 Φαρμακοκινητικές Ιδιότητες
α) Γενικά Χαρακτηριστικά:
Μετά τη χορήγηση από το στόμα, το famciclovir απορροφάται ταχέως και αποτελεσματικά
και μετατρέπεται προς ένα δραστικό αντιϊκό παράγωγο, το penciclovir. Η βιοδιαθεσιμότητα
του penciclovir μετά από χορήγηση famciclovir από το στόμα είναι 77%. Οι μέσες μέγιστες
συγκεντρώσεις του penciclovir στο πλάσμα, μετά από μία δόση famciclovir 125 mg, 250mg
και 500 mg από το στόμα ήταν 0,8 μg/ml, 1.6 μg/ml και 3.3 μg/ml αντίστοιχα και