ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
(SPC)
OPRAZIUM
®
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
Oprazium 20mg σκληρά γαστροανθεκτικά καψάκια
Oprazium 40mg σκληρά γαστροανθεκτικά καψάκια
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
20mg: Κάθε καψάκιο περιέχει: 20 mg ομεπραζόλη.
40mg: Κάθε καψάκιο περιέχει: 40 mg ομεπραζόλη.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ :
Γαστροανθεκτικό καψάκιο, σκληρό. Τα κ μαψάκια έχουν λευκό σώ α
.και πράσινο καπάκι
4.ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ :
4.1. Θεραπευτικές Ενδείξεις :
Τα Oprazium καψάκια ενδείκνυνται για:
Ενήλικες
Θεραπεία δωδεκαδακτυλικών ελκών
Πρόληψη υποτροπής δωδεκαδακτυλικών ελκών
Θεραπεία γαστρικών ελκών
Πρόληψη υποτροπής γαστρικών ελκών
Σε συνδυασμό με κατάλληλα αντιβιοτικά, εκρίζωση του
Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού σε πεπτικό έλκος
Θεραπεία γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών που
σχετίζονται με ΜΣΑΦ
Πρόληψη από γαστρικά και δωδεκαδακτυλικά έλκη που
σχετίζονται με ΜΣΑΦ σε ασθενείς υψηλού κινδύνου
Θεραπεία οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση
Μακροχρόνια θεραπευτική αγωγή ασθενών με επουλωμένη
οισοφαγίτιδα από παλινδρόμηση
Θεραπεία συμπωματικής γαστροοισοφαγικής παλινδρομικής
νόσου
Θεραπεία συνδρόμου Zollinger-Ellison
Παιδιατρικ ή χρήση
Παιδιά άνω του 1 έτους και ≥ 10kg
Θεραπεία της οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση
Συμπτωματική θεραπεία του καύσου στομάχου και της αναγωγής
οξέος σε γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
Παιδιά και έφηβοι άνω των 4 ετών
Σε συνδυασμό με αντιβιοτικά στη θεραπεία του δωδεκαδακτυλικού
έλκους που προκαλείται από το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού.
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες
Θεραπεία δωδεκαδακτυλικού έλκους
Η συνιστώμενη δόση σε ασθενείς με ενεργό δωδεκαδακτυλικό έλκος
είναι Oprazium 20mg μία φορά ημερησίως. Στους περισσότερους
ασθενείς η επούλωση επέρχεται εντός δύο εβδομάδων. Για εκείνους
τους ασθενείς που μπορεί να μην επιτεύχθηκε πλήρης επούλωση μετά
από την αρχική θεραπεία, η επούλωση συνήθως επέρχεται κατά τη
διάρκεια μίας επιπλέον περιόδου θεραπείας δύο εβδομάδων. Σε
ασθενείς με χαμηλή απόκριση του δωδεκαδακτυλικού έλκους
συνιστάται Oprazium 40mg μία φορά ημερησίως και η επούλωση
επιτυγχάνεται συνήθως μέσα σε τέσσερις εβδομάδες.
Πρόληψη υποτροπής δωδεκαδακτυλικών ελκών
Για την πρόληψη υποτροπής του δωδεκαδακτυλικού έλκους σε
αρνητικούς στο Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού ασθενείς ή όταν το
Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού δεν είναι δυνατόν να εκριζωθεί η
συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg μία φορά ημερησίως. Σε
ορισμένους ασθενείς η ημερήσια δόση των 10 mg μπορεί να είναι
ικανοποιητική. Σε περίπτωση αποτυχίας της θεραπείας, η δόση μπορεί
να αυξηθεί στα 40 mg.
Θεραπεία γαστρικών ελκών
Η συνιστώμενη δοσολογία είναι Oprazium 20mg μία φορά ημερησίως.
Στους περισσότερους ασθενείς η επούλωση επέρχεται εντός τεσσάρων
εβδομάδων. Για εκείνους τους ασθενείς που μπορεί να μην
επιτεύχθηκε πλήρης επούλωση μετά την αρχική θεραπεία, η επούλωση
συνήθως επέρχεται κατά τη διάρκεια μίας επιπλέον περιόδου
θεραπείας τεσσάρων εβδομάδων. Σε ασθενείς με φτωχή απόκριση του
γαστρικού έλκους συνιστάται Oprazium 40mg μία φορά ημερησίως και
η επούλωση επιτυγχάνεται συνήθως μέσα σε οκτώ εβδομάδες.
Πρόληψη υποτροπής γαστρικών ελκών
Για την πρόληψη υποτροπής σε ασθενείς με χαμηλή απόκριση
γαστρικού έλκους η συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg μία φορά
ημερησίως. Εάν χρειάζεται η δόση μπορεί η δόση να αυξηθεί σε
Oprazium 40mg μία φορά ημερησίως.
Εκρίζωση του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού σε πεπτικά έλκη:
Για την εκρίζωση του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού η επιλογή των
αντιβιοτικών πρέπει να βασίζεται στην ανοχή στα φάρμακα του κάθε
ασθενούς και να λαμβάνονται σε συμφωνία με τα εθνικά, τοπικά
δεδομένα ανθεκτικότητας και τις οδηγίες θεραπείας.
Ομεπραζόλη 20mg + κλαριθρομυκίνη 500mg + αμοξυκιλλίνη
1.000mg, το καθένα δύο φορές ημερησίως για μία εβδομάδα, ή
Oμεπραζόλη 20mg + κλαριθρομυκίνη 250mg (εναλλακτικά 500
mg) + μετρονιδαζόλη 400mg 500mg ή τινιδαζόλη 500mg), το
καθένα δύο φορές ημερησίως για μία εβδομάδα ή
Ομεπραζόλη 40mg μία φορά ημερησίως με αμοξυκιλλίνη 500mg
και μετρονιδαζόλη 400mg 500mg ή τινιδαζόλη 500mg), και τα δύο
τρεις φορές την ημέρα για μία εβδομάδα.
Σε κάθε δοσολογικό σχήμα, εάν ο ασθενής εξακολουθεί να είναι
θετικός στο Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού, η θεραπεία μπορεί να
επαναληφθεί.
Θεραπεία γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών που σχετίζονται
με ΜΣΑΦ
Για τη θεραπεία των γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών που
σχετίζονται με ΜΣΑΦ, η συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg μία
φορά ημερησίως. Στους περισσότερους ασθενείς η επούλωση
επέρχεται μέσα σε τέσσερις εβδομάδες. Για εκείνους τους ασθενείς
που μπορεί να μην επιτευχθεί πλήρης επούλωση μετά την αρχική
θεραπεία, η επούλωση συνήθως επέρχεται κατά τη διάρκεια μίας
επιπλέον περιόδου θεραπείας τεσσάρων εβδομάδων.
Πρόληψη γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών που σχετίζονται
με ΜΣΑΦ σε ασθενείς υψηλού κινδύνου
Για την πρόληψη γαστρικών ελκών ή των δωδεκαδακτυλικών ελκών
που σχετίζονται με ΜΣΑΦ, σε ασθενείς υψηλού κινδύνου (ηλικία >60,
προηγούμενο ιστορικό γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών,
προηγούμενο ιστορικό αιμορραγίας του ανώτερου πεπτικού) η
συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg μία φορά ημερησίως.
Θεραπεία οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση
Η συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg μία φορά ημερησίως.
Στους περισσότερους ασθενείς η επούλωση επέρχεται μέσα σε
τέσσερις εβδομάδες. Για εκείνους τους ασθενείς που μπορεί να μην
επιτεύχθηκε πλήρης επούλωση μετά την αρχική θεραπεία, η επούλωση
συνήθως επέρχεται κατά τη διάρκεια μίας επιπλέον περιόδου
θεραπείας τεσσάρων εβδομάδων.
Σε ασθενείς με σοβαρή οισοφαγίτιδα συνιστάται Oprazium 40mg μία
φορά ημερησίως και η επούλωση επιτυγχάνεται συνήθως μέσα σε
οκτώ εβδομάδες.
Μακροχρόνια θεραπευτική αγωγή ασθενών με επουλωμένη
οισοφαγίτιδα από παλινδρόμηση
Για μακροχρόνια θεραπευτική αγωγή ασθενών με επουλωμένη
οισοφαγίτιδα από παλινδρόμηση η συνιστώμενη δόση είναι
ομεπραζόλη 10mg μία φορά ημερησίως. Εάν χρειάζεται, η δόση μπορεί
να αυξηθεί σε Oprazium 20-40mg μία φορά ημερησίως.
Θεραπεία συμπτωματικής γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
Η συνιστώμενη δόση είναι Oprazium 20mg ημερησίως. Οι ασθενείς
μπορεί να ανταποκριθούν ικανοποιητικά σε 10mg ημερησίως και ως
εκ τούτου πρέπει να εξεταστεί η ατομική προσαρμογή των δόσεων.
Εάν δεν έχει επιτευχθεί έλεγχος των συμπτωμάτων μετά από τέσσερις
εβδομάδες θεραπείας με Oprazium 20mg ημερησίως, συνιστάται
περαιτέρω εξέταση.
Θεραπεία συνδρόμου
Zollinger
–Ellison
Σε ασθενείς με σύνδρομο Zollinger–Ellison η δόση πρέπει να
προσαρμόζεται ατομικά και η θεραπεία να συνεχίζεται σύμφωνα με
τις κλινικές ενδείξεις. μ Η συνιστώ ενη αρχική δόση είναι ομεπραζόλη
60mg ημερησίως. Όλοι οι ασθενείς με σοβαρή νόσο και μη
ικανοποιητική απόκριση σε άλλες θεραπείες έχουν ελεγχθεί
αποτελεσματικά και περισσότερο από 90% των ασθενών
συντηρούνται με δόσεις της ομεπραζόλη 20-120 mg ημερησίως. Όταν η
δόση υπερβαίνει τα ομεπραζόλη 80 mg ημερησίως, η δόση πρέπει να
μοιράζεται και να λαμβάνεται δύο φορές ημερησίως.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Παιδιά άνω του 1 έτους και ≥ 10
kg
Θεραπεία οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση
Συμπτωματική θεραπεία του καύσου στομάχου και της αναγωγής οξέος
στη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
Οι συνιστώμενες δοσολογίες είναι ως ακολούθως:
Ηλικ
ία
Βάρος Δοσολογία
≥ 1
έτος
10-20 k
g
10 mg μία φορά ημερησίως. Η δόση μπορεί
να αυξηθεί στα 20 mg μία φορά ημερησίως
εάν χρειαστεί
≥ 2
έτη
>20 kg 20 mg μία φορά ημερησίως. Η δόση μπορεί
να αυξηθεί στα 40 mg μία φορά ημερησίως
εάν χρειαστεί
μ :Οισοφαγίτιδα από παλινδρό ηση 4-8 Η διάρκεια της θεραπείας είναι
μ .εβδο άδες
μ μ μ Συ πτω ατική θεραπεία του καύσου στο άχου και της αναγωγής οξέος
μ :στην γαστροοισοφαγική παλινδρό ηση Η διάρκεια της θεραπείας είναι
2-4 μ . μ μ μεβδο άδες Εάν ο έλεγχος των συ πτω άτων δεν έχει επιτευχθεί ετά
2-4 μ από εβδο άδες ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε περαιτέρω
.εξετάσεις
Παιδιά
και έφηβοι
άνω των 4 ετών
Θεραπεία
του δωδεκαδακτυλικού έλκους που προκαλείται από το
Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού
μ , Όταν επιλέγεται κατάλληλος συνδυασ ός θεραπείας πρέπει να
μ μ , λα βάνεται υπόψη η επίση η εθνική τοπική οδηγία που αφορά την
, ( 7βακτηριακή ανθεκτικότητα τη διάρκεια της θεραπείας συνήθως
μ μ μ 14 μ ), η έρες αλλά ερικές φορές έχρι και η έρες και τη κατάλληλη χρήση
.αντιβακτηριδιακών παραγόντων
μ .Η θεραπεία πρέπει να επιβλέπεται από ειδικευ ένο γιατρό
μ :Οι συνιστώ ενες δοσολογίες είναι ως ακολούθως
Βάρος Δοσολογία
15-
≤30 kg
Συνδυασμός με δύο αντιβιοτικά: ομεπραζόλη 10 mg,
αμοξυκιλλίνη 25 mg/kg βάρους σώματος και
κλαριθρομυκίνη 7,5 mg/kg βάρους σώματος
χορηγούνται ταυτόχρονα δύο φορές ημερησίως για μία
εβδομάδα
31-
≤40 kg
Συνδυασμός με δύο αντιβιοτικά: ομεπραζόλη 20 mg,
αμοξυκιλλίνη 750 mg και κλαριθρομυκίνη 7,5 mg/kg
βάρους σώματος χορηγούνται ταυτόχρονα δύο φορές
ημερησίως για μία εβδομάδα
>40 kg Συνδυασμός με δύο αντιβιοτικά: ομεπραζόλη 20 mg,
αμοξυκιλλίνη 1 g και κλαριθρομυκίνη 500 mg
χορηγούνται ταυτόχρονα δύο φορές ημερησίως για μία
εβδομάδα.
μΕιδικοί πληθυσ οί
Νεφρική λειτουργία
Δ μ μ μεν χρειάζεται προσαρ ογή της δόσης σε ασθενείς ε διαταραγ ένη
( 5.2).νεφρική λειτουργία βλέπε παράγραφο
Ηπατική λειτουργία
μ μ μ μ Σε ασθενείς ε διαταραγ ένη ηπατική λειτουργία ία η ερήσια δόση των
10-20 mg μ ( 5.2).πορεί να είναι ικανοποιητική βλέπε παράγραφο
Ηλικιωμένοι
Δ μ μ (εν χρειάζεται προσαρ ογή της δόσης σε ηλικιω ένους βλέπε
5.2).παράγραφο
Μέθοδος χορήγησης
Τα Oprazium μ , καψάκια συνιστάται να λα βάνονται το πρωί κατά
μ μ μ προτί ηση χωρίς φαγητό και να καταπίνονται ολόκληρα ε ισό ποτήρι
. μ μμ .νερό Τα καψάκια δεν πρέπει να ασώνται ή να θρυ ατίζονται
Για ασθενείς με δυσκολίες κατάποσης και για παιδιά που μπορούν να
πιούν ή να καταπιούν ημίρρευστες τροφές.
μ Οι ασθενείς πορούν να ανοίξουν τα καψάκια και να καταπιούν το
μ μ μ μ μ μ μπεριεχό ενο ε ισό ποτήρι νερό ή ετά από ανά ιξη του περιεχο ένου ε
. . μ μ μ , μ μ -ένα ελαφρώς όξινο υγρό π χ χυ ό φρούτου ή κο πόστα ήλου ή ε η
. μ μανθρακούχο νερό Πρέπει να γίνει σύσταση στους ασθενείς ότι το ίγ α
μ μ ( μ 30 ) πρέπει να λα βάνεται α έσως ή έσα σε λεπτά και πάντα να
μ μ αναδεύεται ακριβώς πριν την πόση και να ξεπλένεται ε ισό ποτήρι
.νερό
μ μΕναλλακτικά οι ασθενείς πορούν να διαλύσουν το καψάκιο στο στό α
μ μ . και να καταπιούν τα κοκκία ε ισό ποτήρι νερό Τα εντεροδιαλυτά
μ .κοκκία δεν πρέπει να ασηθούν
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, τα υποκατεστημένα
βενζιμιδαζόλια ή κάποιο από τα έκδοχα.
Η ομεπραζόλη όπως και άλλοι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων
(PPIs) δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα με νελφιναβίρη
(βλέπε παράγραφο 4.5).
4.4Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Παρουσία κάποιων προειδοποιητικών συμπτωμάτων (π.χ. σημαντική
ακούσια απώλεια βάρους, υποτροπιάζων έμετος, δυσφαγία, αιματέμεση
ή μέλαινα) και όταν υπάρχει υποψία ή παρουσία γαστρικού έλκους,
πρέπει να αποκλείεται η κακοήθεια, καθώς η θεραπεία μπορεί να
ανακουφίσει τα συμπτώματα και να καθυστερήσει τη διάγνωση.
Δε συνιστάται η ταυτόχρονη χορήγηση αταζαναβίρης με αναστολείς της
αντλίας πρωτονίων λέπε παράγραφο 4.5). Εάν ο συνδυασμός
αταζαναβίρης με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων δεν μπορεί να
αποφευχθεί, συνιστάται στενή κλινική παρακολούθηση (π.χ. ιικό
φορτίο) σε συνδυασμό με αύξηση της δόσης της αταζαναβίρης σε
400 mg με 100 mg ριτοναβίρη. Η ομεπραζόλη δεν πρέπει να ξεπερνά τα
20 mg.
Η ομεπραζόλη, όπως όλα τα φάρμακα αναστολείς της αντλίας
πρωτονίων, μπορεί να μειώσει την απορρόφηση της βιταμίνης Β
12
(κυανοκοβαλαμίνη) λόγω της υπο- ή αχλωρυδρίας. Αυτό πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς με μειωμένες αποθήκες ή αυξημένο
κίνδυνο για μειωμένη απορρόφηση βιταμίνης Β
12
σε περίπτωση
μακροχρόνιας θεραπείας.
Η ομεπραζόλη είναι αναστολέας του CYP2C19. Κατά την έναρξη ή τη
διακοπή της θεραπείας με ομεπραζόλη, πρέπει να εξετάζεται η
ενδεχόμενη αλληλεπίδραση με φάρμακα που μεταβολίζονται μέσω του
CYP2C19. Αλληλεπίδραση παρατηρείται μεταξύ κλοπιδογρέλης και
ομεπραζόλης (βλέπε παράγραφο 4.5). Η κλινική σημασία αυτής της
αλληλεπίδρασης είναι αμφίβολη. Προληπτικά, η ταυτόχρονη χρήση
ομεπραζόλης και κλοπιδογρέλης πρέπει να αποθαρρύνεται.
Σοβαρή υπομαγνησιαιμία έχει αναφερθεί σε ασθενείς που έλαβαν
θεραπεία με αναστολείς αντλίας πρωτονίων, όπως oμεπραζόλη για
τουλάχιστον τρεις μήνες, και στις περισσότερες περιπτώσεις, για ένα
χρόνο. Σοβαρά συμπτώματα υπομαγνησιαιμίας όπως κόπωση, τετανία,
παραλήρημα, σπασμοί, ζάλη και κοιλιακή αρρυθμία μπορεί να
εμφανισθούν, αλλά μπορεί να ξεκινήσουν ύπουλα και να αγνοηθούν.
Στην πλειονότητα των προσβεβλημένων ασθενών, η υπομαγνησιαιμία
βελτιώθηκε μετά την αντικατάσταση του μαγνησίου και τη διακοπή του
αναστολέα αντλίας πρωτονίων.
Για τους ασθενείς που αναμένεται να έχουν παρατεταμένη θεραπεία ή
που λαμβάνουν αναστολείς αντλίας πρωτονίων με διγοξίνη ή φάρμακα
που μπορεί να προκαλέσουν υπομαγνησιαιμία (π.χ. διουρητικά), οι
επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να εξετάζουν την πιθανότητα μέτρησης
των επιπέδων μαγνησίου πριν την έναρξη της θεραπείας με αναστολείς
αντλίας πρωτονίων και περιοδικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, ιδίως αν χρησιμοποιηθούν σε
υψηλές δόσεις και για μεγάλα χρονικά διαστήματα (>1 έτους), μπορεί
να αυξήσουν ελαφρώς τον κίνδυνο κατάγματος ισχίου, καρπού και
σπονδυλικής στήλης, κυρίως σε ηλικιωμένους ή παρουσία άλλων
καταγεγραμμένων παραγόντων κινδύνου. Οι μελέτες παρατήρησης
δείχνουν ότι οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων μπορεί να αυξήσουν
τον συνολικό κίνδυνο κατάγματος κατά 10-40%. Μέρος αυτής της
αύξησης μπορεί να οφείλεται σε άλλους παράγοντες κινδύνου. Ασθενείς
σε κίνδυνο οστεοπόρωσης πρέπει να λαμβάνουν μέριμνα, σύμφωνα με
τις ισχύουσες κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες και θα πρέπει να έχουν
επαρκή πρόσληψη της βιταμίνης D και ασβεστίου.
Υποξύς δερματικός ερυθηματώδης λύκος (ΥΔΕΛ)
Οι αναστολείς αντλίας πρωτονίων σχετίζονται με πολύ σπάνια
περιστατικά υποξέος δερματικού ερυθηματώδους λύκου. Εάν
παρατηρηθούν βλάβες, ιδίως σε περιοχές του δέρματος που εκτίθενται
στον ήλιο, συνοδευόμενες από αρθραλγία, ο ασθενής πρέπει να
αναζητήσει άμεσα ιατρική βοήθεια και οι επαγγελματίες του τομέα της
υγείας πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο διακοπής της χορήγησης του
Oprazium. Η εμφάνιση υποξέος δερματικού ερυθηματώδους λύκου μετά
από τη χορήγηση ενός αναστολέα αντλίας πρωτονίων ενδέχεται να
αυξάνει τον κίνδυνο υποξέος δερματικού ερυθηματώδους λύκου με
άλλους αναστολείς αντλίας πρωτονίων.
Επίδραση στις εργαστηριακές εξετάσεις
Το αυξημένο επίπεδο χρωμογρανίνης Α (CgA) μπορεί να επηρεάσει τις
εξετάσεις για νευροενδοκρινικούς όγκους. Για να αποφευχθεί αυτή η
επιρροή, θα πρέπει, η θεραπεία με ομεπραζόλη, να σταματά
τουλάχιστον 5 ημέρες πριν από τις CgA μετρήσεις (βλέπε παράγραφο
5.1). Εάν οι τιμές της CgA και της γαστρίνης δεν επανέλθουν εντός του
εύρους των τιμών αναφοράς μετά την αρχική μέτρηση, οι μετρήσεις
πρέπει να επαναληφθούν 14 ημέρες μετά τη διακοπή της χρήσης
αναστολέα αντλίας πρωτονίων.
Μερικά παιδιά με χρόνιες παθήσεις μπορεί να χρειαστούν μακροχρόνια
θεραπεία παρόλο που δεν ενδείκνυται.
Η θεραπεία με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων μπορεί να οδηγήσει
σε ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης γαστρεντερικών λοιμώξεων
όπως από Salmonella και
Campylobacter
και σε νοσηλευόμενους ασθενείς
πιθανώς επίσης από Clostridium difficile. (βλέπε παράγραφο 5.1).
Όπως σε όλες τις μακροχρόνιες θεραπείες, ειδικά όταν ξεπερνούν σε
διάρκεια τον 1 χρόνο θεραπείας, οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται υπό
τακτική επίβλεψη.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
μ μ Επιδράσεις της ο επραζόλης στη φαρ ακοκινητική άλλων δραστικών
.ουσιών
Δ ραστικές ουσίες με απορρόφηση που εξαρτάται από το pH .
μ μ μΗ ειω ένη ενδογαστρική οξύτητα κατά τη διάρκεια της θεραπείας ε
μ μ μ ο επραζόλη πορεί να αυξήσει ή να ειώσει την απορρόφηση των
μ δραστικών ουσιών ε απορρόφηση που εξαρτάται από το γαστρικό pH.
Νελφιναβίρη αταζαναβίρη
μ μ Τα επίπεδα νελφιναβίρης και αταζαναβίρης στο πλάσ α ειώνονται σε
μ μ .περίπτωση συγχορήγησης ε ο επραζόλη
μ μ Ταυτόχρονη χορήγηση ο επραζόλης ε νελφιναβίρη αντενδείκνυται
( 4.3). μ (40βλέπε παράγραφο Συγχορήγηση ο επραζόλης mg μ ία φορά
μ ) μ μ 40% η ερησίως είωσε τη έση έκθεση νελφιναβίρης κατά περίπου και η
μ μ μ έση έκθεση του φαρ ακολογικά δραστικού εταβολίτη M8 μ ειώθηκε κατά
75-90% . μ μ περίπου Η αλληλεπίδραση πορεί επίσης να ε πλέκει την
αναστολή του CYP2C19.
μ μ (Ταυτόχρονη χορήγηση ο επραζόλης ε αταζαναβίρη δε συνιστάται βλέπε
4.4).παράγραφο
μ (40Συγχορήγηση ο επραζόλης mg μ μ ) ία φορά η ερησίως και αταζαναβίρης
300 mg/ 100ριτοναβίρης mg μ 75%σε υγιείς εθελοντές είχε ως αποτέλεσ α
μ . είωση της έκθεσης αταζναβίρης Αύξηση της δόση της αταζαναβίρης στα
400 mg μ μ δεν αντιστάθ ισε την επίδραση της ο επραζόλης στην έκθεση
. μ (20αταζαναβίρης Η συγχορήγηση ο επραζόλης mg μ μ )ία φορά η ερησίως
μ 400ε αταζαναβίρη mg/ 100ριτοναβίρη mg σε υγιείς εθελοντές είχε ως
αποτέλεσμα μείωση κατά 30% περίπου στην έκθεση αταζαναβίρης σε
σύγκριση με αταζαναβίρη 300 mg/ριτοναβίρη 100 mg μία φορά
ημερησίως.
Διγοξίνη
μ μ (20Ταυτόχρονη θεραπεία ε ο επραζόλη mg μ ) η ερησίως και διγοξίνη σε
μ μ 10%.υγιή άτο α αυξάνει τη βιοδιαθεσι ότητα της διγοξίνης κατά
. , Τοξικότητα διγοξίνης σπάνια έχει αναφερθεί Ωστόσο πρέπει να δίνεται
μ μπροσοχή όταν η ο επραζόλη χορηγείται σε υψηλες δόσεις σε ηλικιω ένα
μ . , άτο α Στην περίπτωση αυτή πρέπει να ενισχύεται η θεραπευτική
(παρακολούθηση TDM) .της διγοξίνης
Κλοπιδογρέλη
Αποτελέσματα από μελέτες σε υγιή άτομα έχουν δείξει μια
φαρμακοκινητική (PK)/φαρμακοδυναμική (PD) αλληλεπίδραση μεταξύ
κλοπιδογρέλης (300 mg δόση εφόδου/75 mg ημερήσια δόση συντήρησης)
και ομεπραζόλης (80 mg από του στόματος ημερησίως) έχοντας ως
αποτέλεσμα μειωμένη έκθεση στο δραστικό μεταβολίτη της
κλοπιδογρέλης κατά μέσο όρο 46% και μειωμένη μέγιστη αναστολή της
(ADP επαγόμενης) συσσώρευσης αιμοπεταλίων κατά μέσο όρο 16%.
Έχει αναφερθεί ασυμφωνία δεδομένων επί των κλινικών επιπλοκών
της PK/PD αλληλεπίδρασης της ομεπραζόλης σε όρους μειζόνων
καρδιαγγειακών συμβαμάτων από μελέτες παρατήρησης και κλινικές
μελέτες. Προληπτικά, η ταυτόχρονη χρήση ομεπραζόλης και
κλοπιδογρέλης πρέπει να αποθαρρύνεται (βλ. παράγραφο 4.4).
Άλλες δραστικές ουσίες
, μ , Η απορρόφηση ποσακοναζόλης ερλοτινί πης κετοκοναζόλης και
μ μ ιτρακοναζόλης ειώνεται ση αντικά και έτσι η κλινική
μ μ μ . αποτελεσ ατικότητα πορεί να είναι επηρεασ ένη Για την
μ ποσακοναζόλη και την ερλοτινί πη η ταυτόχρονη χρήση πρέπει να
. αποφεύγεται
Δ μ ραστικές ουσίες που εταβολίζονται από το CYP 2 C 19
μ Η ο επραζόλη είναι ήπιος αναστολέας του CYP2C19, μτο κύριο ένζυ ο
μ μ μ . , μ μ εταβολισ ού της ο επραζόλης Έτσι ο εταβολισ ός συνεπακόλουθων
μ δραστικών ουσιών που επίσης εταβολίζονται από το CYP2C19, μ πορεί να
μ μ μ μ .είναι ειω ένος και η συστη ατική έκθεση σε αυτές τις ουσίες αυξη ένη
μ Παράδειγ α τέτοιων ουσιών είναι η R- βαρφαρίνη και άλλοι
μ , , μ ανταγωνιστές της βιτα ίνης Κ η σιλοσταζόλη η διαζεπά η και η
.φαινυτοΐνη
Σιλοσταζόλη
μ μ 40Η ο επραζόλη χορηγού ενη σε δόσεις των mg μ μσε υγιή άτο α σε ία
μ μ , διασταυρού ενη ελέτη αύξησε το C
max
και AUC για την σιλοσταζόλη
κατά 18% και 26% αντίστοιχα, και για έναν από τους δραστικούς
μεταβολίτες της κατά 29% και 69% αντίστοιχα.
Φαινυτοΐνη
Συνιστάται η παρακολούθηση της συγκέντρωσης φαινυτοΐνης στο
μ μ μ πλάσ α κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο εβδο άδων ετά την έναρξη
μ μ , μ της θεραπείας ε ο επραζόλη και αν έχει γίνει προσαρ ογή της δόσης της
, φαινυτοΐνης πρέπει να λάβει χώρα παρακολούθηση και περαιτέρω
μ μ μ μ .προσαρ ογή της δόσης ετά το πέρας της θεραπείας ε ο επραζόλη
μ μΆγνωστοι ηχανισ οί
Σακουιναβίρη
μ μ / Ταυτόχρονη χορήγηση ο επραζόλης ε σακουιναβίρη ριτοναβίρη είχε ως
μ μ μ 70% αποτέλεσ α αύξηση στα επίπεδα του πλάσ ατος έχρι και περίπου
μ μ μ για την σακουιναβίρη σε συνδυασ ό ε καλή ανοχή σε ασθενείς ε HIV
μ .όλυνση
μΤακρόλι ους
μ Ταυτόχρονη χορήγηση ο επραζόλης έχει αναφερθεί ότι αυξάνει τα
μ . μ μεπίπεδα της τακρόλι ους στον ορό Θα πρέπει να εφαρ όζεται ενισχυ ένη
μ παρακολούθηση της συγκέντρωσης τακρόλι ους καθώς και της νεφρικής
( ), μ λειτουργίας κάθαρση κρεατινίνης και να προσαρ όζεται η δόση της
μ . τακρόλι ους αν χρειάζεται
Μεθοτρεξάτη
Σε ορισμένους ασθενείς έχει αναφερθεί αύξηση των επιπέδων της
μεθοτρεξάτης όταν συγχορηγείται μαζί με αναστολείς της αντλίας
πρωτονίων. Σε χορήγηση υψηλών δόσεων μεθοτρεξάτης μπορεί να
χρειαστεί να εξεταστεί μια παροδική διακοπή της ομεπραζόλης
.
μ Επιδράσεις άλλων δραστικών ουσιών στη φαρ ακοκινητική της
μο επραζόλης
Αναστολείς του CYP 2 C 19 / και ή του CYP 3 A 4
μ μ μ Καθώς η ο επραζόλη εταβολίζεται έσω των CYP2C19 και CYP3A4,
δραστικές ουσίες που είναι γνωστό ότι αναστέλλουν το CYP2C19 ή το
CYP3A4 ( μ ) μ όπως η κλαριθρο υκίνη και η βορικοναζόλη πορεί να
μ μ μ οδηγήσουν σε αυξη ένα επίπεδα ο επραζόλης στον ορό διότι ειώνεται ο
μ μ μ μ . μρυθ ός εταβολισ ού της ο επραζόλης Ταυτόχρονη θεραπεία ε
μ βορικοναζόλη είχε ως αποτέλεσ α περισσότερο από διπλάσια έκθεση
μ . μ ,στην ο επραζόλη Καθώς υψηλές δόσεις ο επραζόλης ήταν καλά ανεκτές
μ μ . ,γενικώς δεν απαιτείται προσαρ ογή της δόσης της ο επραζόλης Ωστόσο
μ μ πρέπει να εξεταστεί η προσαρ ογή της δόσης σε ασθενείς ε σοβαρή
μ .ηπατική δυσλειτουργία και αν ενδείκνυται ακροχρόνια θεραπεία
Επαγωγείς του CYP 2 C 19 / και ή του CYP 3 A 4
Δ ραστικές ουσίες που είναι γνωστό ότι διεγείρουν το CYP2C19 ή το
CYP3A4 ( μ ή και τα δύο όπως η ριφα πικίνη και το St John’s wort) μ πορεί να
μ μ μ οδηγήσουν σε ειω ένα επίπεδα ο επραζόλης στον ορό αυξάνοντας το
μ μ μ μ .ρυθ ό εταβολισ ού της ο επραζόλης
4.6Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Αποτελέσματα από τρεις διερευνητικές επιδημιολογικές μελέτες
(περισσότερα από 1.000 αποτελέσματα έκθεσης) δεν υποδεικνύουν
ανεπιθύμητες ενέργειες της ομεπραζόλης στην κύηση ή την υγεία του
εμβρύου/νεογέννητου παιδιού. Η ομεπραζόλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί
κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Γαλουχία
Η ομεπραζόλη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα αλλά δε φαίνεται να
επηρεάζει το παιδί όταν λαμβάνεται σε θεραπευτικές δόσεις.
Γονιμότητα
Μελέτες σε πειραματόζωα με το ρακεμικό μίγμα της ομεπραζόλης,
χορηγούμενης μέσω από του στόματος χορήγησης, δεν υποδεικνύουν
επιδράσεις αναφορικά με τη γονιμότητα.
4.7Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Το Oprazium δεν έχει επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών. Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ζάλη και οπτικές διαταραχές
μπορεί να συμβούν (βλέπε παράγραφο 4.8). Εάν αυτό συμβεί, οι
ασθενείς δεν πρέπει να οδηγούν ή να χειρίζονται μηχανές.
4.8Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη του προφίλ ασφάλειας
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (1-10% των ασθενών) είναι
κεφαλαλγία, κοιλιακό άλγος, δυσκοιλιότητα, διάρροια, μετεωρισμός
και ναυτία/έμετος.
Ανεπιθύμητες ενέργειες υπό μορφή πίνακα
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου έχουν εξακριβωθεί
ή υποψιαστεί από κλινικές μελέτες για την ομεπραζόλη και μετά την
κυκλοφορία του φαρμάκου. Καμία από τις ανεπιθύμητες ενέργειες δε
φάνηκε να είναι δοσοεξαρτώμενη. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που
καταρτίζονται στην παρακάτω λίστα κατηγοριοποιούνται σύμφωνα με
τη συχνότητα και την Κατηγορία Οργάνου Συστήματος (ΚΟΣ). Οι
κατηγορίες συχνότητας ορίζονται σύμφωνα με την παρακάτω συνθήκη:
Πολύ συχνές (≥1/10), Συχνές (≥1/100, <1/10), Όχι συχνές (≥1/1.000,
<1/100), Σπάνιες (≥1/10.000, <1/1.000), Πολύ σπάνιες (<1/10.000),
Μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα
δεδομένα).
ΚΟΣ/συχνότ
ητα
Ανεπιθύμητη ενέργεια
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Σπάνιες: Λευκοπενία, θρομβοπενία
Πολύ
σπάνιες:
Ακοκκιοκυτταραιμία, πανκυτταροπενία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Σπάνιες: Αντιδράσεις υπερευαισθησίας π.χ. πυρετός,
αγγειοοίδημα και αναφυλακτική αντίδραση/καταπληξία
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Σπάνιες: Υπονατριαιμία
Μη γνωστές: Υπομαγνησιαιμία, σοβαρή υπομαγνησιαιμία μπορεί να
προκαλέσει υπασβεστιαιμία.
Υπομαγνησιαιμία μπορεί να συσχετίζεται με την
υποκαλιαιμία.
Ψυχιατρικές διαταραχές
Όχι συχνές: Αϋπνία
Σπάνιες: Διέγερση, σύγχυση, κατάθλιψη
Πολύ
σπάνιες:
Επιθετικότητα, παραισθήσεις
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Κεφαλαλγία
Όχι συχνές: Ζάλη, παραισθησία, υπνηλία
Σπάνιες: Διαταραχή της γεύσης
Οφθαλμικές διαταραχές
Σπάνιες: Θαμπή όραση
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Όχι συχνές: Ίλιγγος
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και
του μεσοθωρακίου
Σπάνιες: Βρογχόσπασμος
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Συχνές: Κοιλιακό άλγος, δυσκοιλιότητα, διάρροια, μετεωρισμός,
ναυτία/έμετος
Σπάνιες: Ξηροστομία, στοματίτιδα, γαστρεντερική καντιντίαση
Μη γνωστές: Μικροσκοπική κολίτιδα
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Όχι συχνές: Αυξημένα ηπατικά ένζυμα
Σπάνιες: Ηπατίτιδα με ή χωρίς ίκτερο
Πολύ
σπάνιες:
Ηπατική ανεπάρκεια, εγκεφαλοπάθεια σε ασθενείς με
προϋπάρχουσα νόσο του ήπατος
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές: Δερματίτιδα, κνησμός, εξάνθημα, κνίδωση
Σπάνιες: Αλωπεκία, φωτοευαισθησία
Πολύ
σπάνιες:
Πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens-Johnson, τοξική
επιδερμική νεκρόλυση
Μη γνωστές Υποξύς δερματικός ερυθηματώδης λύκος (βλ. παράγραφο
4.4)
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού
ιστού
Όχι συχνές: Κάταγμα ισχίου, καρπού ή σπονδυλικής στήλης
Σπάνιες: Αρθραλγία, μυαλγία
Πολύ
σπάνιες:
Μυϊκή αδυναμία
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Σπάνιες: Διάμεση νεφρίτιδα
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού
Πολύ
σπάνιες:
Γυναικομαστία
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Όχι συχνές: Αίσθημα κακουχίας, περιφερικό οίδημα
Σπάνιες: Αυξημένη εφίδρωση
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια της ομεπραζόλης έχει αξιολογηθεί σε σύνολο 310 παιδιών
ηλικίας 0 έως 16 ετών με νόσο σχετιζόμενη με υπεροξύτητα. Υπάρχουν
περιορισμένα δεδομένα ασφάλειας με παρατεταμένη θεραπεία από 46
παιδιά τα οποία έλαβαν θεραπεία συντήρησης με ομεπραζόλη κατά τη
διάρκεια κλινικής μελέτης για σοβαρή διαβρωτική οισοφαγίτιδα έως και
749 ημέρες. Το προφίλ των ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν γενικώς το
ίδιο με των ενηλίκων τόσο σε βραχυπρόθεσμη όσο και σε μακροπρόθεσμη
θεραπεία. Δεν υπάρχουν μακροπρόθεσμα δεδομένα αναφορικά με τις
επιδράσεις της θεραπείας με ομεπραζόλη στην ήβη και την ανάπτυξη
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
εθνικού συστήματος αναφοράς που αναγράφεται παρακάτω:
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Υπάρχουν περιορισμένες πληροφορίες διαθέσιμες για την επίδραση
υπερδοσολογίας της ομεπραζόλης στους ανθρώπους. Στη βιβλιογραφία,
έχουν περιγραφεί δόσεις μέχρι και 560 mg, και υπήρξαν περιστασιακές
αναφορές όπου εφάπαξ από του στόματος ληφθείσες δόσεις έφτασαν
μέχρι και τα 2.400 mg ομεπραζόλης (120 φορές μεγαλύτερες της
συνήθους κλινικά συνιστώμενης δόσης). Ναυτία, έμετος, ζάλη,
κοιλιακό άλγος, διάρροια και κεφαλαλγία έχουν αναφερθεί. Επίσης,
απάθεια, κατάθλιψη και σύγχυση έχουν περιγραφεί σε μεμονωμένες
περιπτώσεις.
Τα συμπτώματα που περιγράφηκαν ήταν παροδικά, και δεν αναφέρθηκε
δυσμενής έκβαση. Ο ρυθμός απομάκρυνσης παρέμεινε αμετάβλητος
(κινητική πρώτης τάξεως) με αυξανόμενες δόσεις. Η θεραπεία, εάν
χρειάζεται, είναι συμπτωματική.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αναστολείς της αντλίας πρωτονίων,
κωδικός ATC: Α02BC01
Μηχανισμός δράσης
Η ομεπραζόλη, ένα ρακεμικό μίγμα δύο εναντιομερών, μειώνει τη
γαστρική έκκριση οξέος μέσω ενός μηχανισμού δράσης υψηλής
εκλεκτικότητας. Είναι ένας ειδικός αναστολέας της αντλίας
πρωτονίων του τοιχωματικού κυττάρου. Δρα ταχέως και προσφέρει
έλεγχο μέσω αντιστρεπτής αναστολής της γαστρικής έκκρισης οξέος,
με μία μόνο δόση την ημέρα.
Η ομεπραζόλη είναι μία ασθενής βάση που συγκεντρώνεται και
μετατρέπεται στη δραστική μορφή μέσα στο ισχυρά όξινο περιβάλλον
των ενδοκυτταρικών σωληνίσκων του τοιχωματικού κυττάρου, όπου
αναστέλλει το ένζυμο H
+
K
+
-ATPάση, την αντλία δηλαδή πρωτονίων.
Αυτή η επίδραση στο τελικό στάδιο της διαδικασίας σχηματισμού του
γαστρικού οξέος είναι δοσοεξαρτώμενη και παρέχει αναστολή υψηλής
απόδοσης τόσο στην βασική έκκριση οξέος όσο και σε αυτήν μετά από
διέγερση, ανεξάρτητα από τον παράγοντα διέγερσης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Όλες οι φαρμακοδυναμικές επιδράσεις που παρατηρούνται μπορούν να
εξηγηθούν από τη δράση της ομεπραζόλης στην έκκριση οξέος.
Επίδραση στη γαστρική έκκριση οξέος
Η από του στόματος χορήγηση ομεπραζόλης μία φορά ημερησίως
παρέχει ταχεία και αποτελεσματική αναστολή της γαστρική έκκρισης
οξέος τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας όσο και της νύχτας με το
μέγιστο της δράσης της να επιτυγχάνεται μέσα σε 4 μέρες θεραπείας.
Σε ασθενείς με δωδεκαδακτυλικό έλκος, με ομεπραζόλη 20 mg η μέση
ελάττωση της 24ωρης ενδογαστρικής οξύτητας διατηρείται ακολούθως
στο 80% τουλάχιστον, με μέση ελάττωση της μέγιστης έκκρισης οξέος
μετά από διέγερση με πενταγαστρίνη περίπου στο 70%, 24 ώρες μετά τη
λήψη της δόσης.
Η από του στόματος χορήγηση ομεπραζόλης 20 mg διατηρεί ένα
ενδογαστρικό pH≥3 για ένα μέσο χρόνο 17 ωρών κατά τη διάρκεια του
24ώρου σε ασθενείς με δωδεκαδακτυλικό έλκος.
Ως αποτέλεσμα της μειωμένης έκκρισης οξέος και ενδογαστρικής
οξύτητας, η ομεπραζόλη μειώνει/ομαλοποιεί με δοσοεξαρτώμενο τρόπο
την έκθεση του οισοφάγου στο γαστρικό οξύ σε ασθενείς με
γαστροοισοφαγική παλινδρομική νόσο.
Η αναστολή της έκκριση του οξέος σχετίζεται με το εμβαδό κάτω από
την καμπύλη της συγκέντρωσης στο πλάσμα ως προς το χρόνο (AUC)
της ομεπραζόλης και όχι με την πραγματική συγκέντρωση στο πλάσμα
σε δεδομένο χρόνο.
Δεν έχει παρατηρηθεί ταχυφυλαξία κατά τη διάρκεια θεραπείας με
ομεπραζόλη.
Επίδραση στο Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού
Το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού σχετίζεται με τα πεπτικά έλκη,
συμπεριλαμβανομένων του δωδεκαδακτυλικού και γαστρικού έλκους.
Το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού είναι ο κύριος παράγοντας
ανάπτυξης γαστρίτιδας. Το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού μαζί με το
γαστρικό οξύ είναι οι κύριοι παράγοντες ανάπτυξης πεπτικού έλκους.
Το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού είναι ο κύριος παράγοντας
ανάπτυξης ατροφικής γαστρίτιδας η οποία σχετίζεται με αυξημένο
κίνδυνο ανάπτυξης γαστρικού καρκινώματος.
Η εκρίζωση του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού με ομεπραζόλη και
αντιβιοτικά σχετίζεται με υψηλά ποσοστά επούλωσης και μακροχρόνια
ύφεση της νόσου των πεπτικών ελκών.
Διπλές θεραπείες έχουν μελετηθεί και βρεθεί ότι είναι λιγότερο
αποτελεσματικές από τις τριπλές θεραπείες. Θα μπορούσαν, ωστόσο,
να ληφθούν υπόψη σε περιπτώσεις όπου γνωστές υπερευαισθησίες
αποκλείουν τη χρήση οποιουδήποτε τριπλού συνδυασμού.
Άλλες επιδράσεις που σχετίζονται με την αναστολή έκκρισης του
γαστρικού οξέος
Κατά τη διάρκεια της μακροπρόθεσμης θεραπείας έχει αναφερθεί η
εμφάνιση γαστρικών αδενικών κυστών με κάποια αυξημένη συχνότητα.
Οι αλλαγές αυτές είναι ένα φυσιολογικό επακόλουθο της έντονης
αναστολής της έκκρισης οξέος, είναι καλοήθεις και φαίνεται ότι είναι
αναστρέψιμες.
Η με οποιοδήποτε τρόπο μείωση της γαστρικής οξύτητας,
συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης. αναστολέων της αντλίας
πρωτονίων, αυξάνει τον αριθμό των γαστρικών βακτηριδίων που
φυσιολογικά υπάρχουν στο γαστρεντερικό σωλήνα. Η θεραπεία με
φάρμακα που μειώνουν την έκκριση οξέος μπορεί να οδηγήσει σε
ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης γαστρεντερικών λοιμώξεων π.χ.
από Salmonella
και
Campylobacter και σε νοσηλευόμενους ασθενείς πιθανώς
επίσης από Clostridium difficile.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με αντι-εκκριτικά φαρμακευτικά
προϊόντα τα επίπεδα της γαστρίνης στον ορό αυξάνονται ως απάντηση
στη μειωμένη έκκριση γαστρικού οξέος. Επίσης η CgA αυξάνεται λόγω
της μειωμένης γαστρικής οξύτητας. Το αυξημένο επίπεδο
χρωμογρανίνης Α (CgA) μπορεί να επηρεάσει τις εξετάσεις για
νευροενδοκρινικούς όγκους. Βιβλιογραφικές αναφορές δείχνουν ότι η
θεραπεία με αναστολείς αντλίας πρωτονίων θα πρέπει να διακοπεί
τουλάχιστον 5 ημέρες πριν από τη μέτρηση της CgA. Εάν τα επίπεδα
της CgA και της γαστρίνης δεν έχουν ομαλοποιηθεί μετά από 5 ημέρες,
οι μετρήσεις θα πρέπει να επαναληφθούν 14 ημέρες μετά τη διακοπή
της θεραπείας με ομεπραζόλη. Σκοπός της διακοπής είναι να
διευκολυνθεί η επάνοδος τυχόν ψευδώς αυξημένων τιμών της CgA μετά
τη θεραπεία με PPI εντός του εύρους των τιμών αναφοράς.
Αύξηση στον αριθμό των ECL-κυττάρων που πιθανά σχετίζεται με την
αύξηση των επιπέδων της γαστρίνης στον ορό έχει παρατηρηθεί σε
μερικούς ασθενείς (παιδιά και ενήλικες), κατά τη διάρκεια
μακροχρόνιας θεραπείας με ομεπραζόλη. Θεωρείται ότι τα ευρήματα
δεν έχουν κλινική σημασία.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Σε μία μη-ελεγχόμενη μελέτη σε παιδιά (ηλικίας 1 έως 16 ετών) με
σοβαρή οισοφαγίτιδα από παλινδρόμηση, η ομπεραζόλη σε δόσεις από
0,7 έως 1,4 mg/kg βελτίωσε το βαθμό της οισοφαγίτιδας στο 90% των
περιπτώσεων και μείωσε σημαντικά τα συμπτώματα της
παλινδρόμησης. Σε μία μονά-τυφλή μελέτη, σε παιδιά ηλικίας 0-24
μηνών με κλινικά διαγνωσμένη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
χορηγήθηκαν 0,5, 0,1 ή 1,5 mg ομεπραζόλης/kg. Η συχνότητα των
επεισοδίων εμέτου/παλινδρόμησης μειώθηκαν κατά 50% μετά από 8
εβδομάδες θεραπείας, ανεξάρτητα από τη δόση.
Εκρίζωση του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού από παιδιά
Μία τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή κλινική μελέτη (μελέτη Héliot)
απέδειξε ότι η ομεπραζόλη σε συνδυασμό με δύο αντιβιοτικά
(αμοξικυλλίνη και κλαριθρομυκίνη), ήταν ασφαλής και αποτελεσματική
στη θεραπεία λοιμώξεων από το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού σε
παιδιά ηλικίας από 4 ετών και άνω με γαστρίτιδα: ποσοστό εκρίζωσης
του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού: 74,2% (23/31 ασθενείς) με
ομεπραζόλη + αμοξικυλλίνη + κλαριθρομυκίνη έναντι 9,4% (3/32) με
αμοξικυλλίνη + κλαριθρομυκίνη. Ωστόσο, δεν παρουσιάστηκαν
στοιχεία κλινικού οφέλους αναφορικά με τα συμπτώματα δυσπεψίας.
Αυτή η μελέτη δεν υποστηρίζει καμία πληροφορία για παιδιά ηλικίας
μικρότερης από 4 ετών.
5.2Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η ομεπραζόλη είναι οξινοευαίσθητη ουσία και ως εκ τούτου χορηγείται
από του στόματος ως εντεροδιαλυτά κοκκία σε καψάκια ή δισκία. Η
απορρόφηση της ομεπραζόλης είναι ταχεία, με τα μέγιστα επίπεδα στο
πλάσμα να παρατηρούνται κατά προσέγγιση σε 1-2 ώρες μετά τη λήψη
της δόσης. Η απορρόφηση της ομεπραζόλης λαμβάνει χώρα στο λεπτό
έντερο και συνήθως ολοκληρώνεται εντός 3-6 ωρών. Η ταυτόχρονη λήψη
τροφής δεν έχει επίδραση στη βιοδιαθεσιμότητα. Η συστηματική
διαθεσιμότητα (βιοδιαθεσιμότητα) από εφάπαξ δόση ομεπραζόλης από
του στόματος είναι περίπου 40%. Μετά από επαναλαμβανόμενη
χορήγηση μια φορά ημερησίως, η βιοδιαθεσιμότητα αυξάνεται σε περίπου
60%.
Κατανομή
Ο φαινόμενος όγκος κατανομής σε υγιή άτομα είναι περίπου 0,31/kg
βάρους σώματος. Η ομεπραζόλη είναι κατά 97% συνδεδεμένη σε
πρωτεΐνες του πλάσματος.
Βιομετασχηματισμός
Η ομεπραζόλη μεταβολίζεται πλήρως από το ενζυμικό σύστημα του
κυτοχρώματος P450 (CYP). Το κυριότερο τμήμα του μεταβολισμού της
εξαρτάται από την πολυμορφικά εκφραζόμενη ειδική ισομορφή
CYP2C19, που είναι υπεύθυνη για το σχηματισμό της
υδροξυομεπραζόλης, τον κύριο μεταβολίτη στο πλάσμα. Το εναπομείναν
τμήμα εξαρτάται από μία άλλη ειδική ισομορφή, CYP3A4, υπεύθυνη για
το σχηματισμό της σουλφονικής ομεπραζόλης. Ως αποτέλεσμα της
υψηλής συγγένειας της ομεπραζόλης με το CYP2C19, υπάρχει η
πιθανότητα συναγωνιστικής αναστολής και μεταβολικής
αλληλεπίδρασης με άλλα υποστρώματα του CYP2C19. Ωστόσο, λόγω
της μικρής συγγένειας με το CYP3A4, η ομεπραζόλη δεν έχει τη
δυνατότητα να αναστείλει το μεταβολισμό άλλων υποστρωμάτων του
CYP3A4. Επιπλέον, η ομεπραζόλη δεν διαθέτει ανασταλτική δράση επί
των κύριων CYP ενζύμων.
Περίπου το 3% του Καυκάσιου πληθυσμού και το 15-20% του Ασιατικού
πληθυσμού έχουν έλλειψη του λειτουργικού ενζύμου CYP2C19 και
καλούνται άτομα με περιορισμένο μεταβολισμό. Σε τέτοια άτομα ο
μεταβολισμός της ομεπραζόλης πιθανόν να καταλύεται κυρίως από το
CYP3A4. Μετά από επαναλαμβανόμενη χορήγηση 20 mg ομεπραζόλης
μία φορά ημερησίως, το μέσο AUC ήταν 5 με 10 φορές υψηλότερο σε
άτομα με περιορισμένο μεταβολισμό σε σχέση με τα άτομα που έχουν
λειτουργικό CYP2C19 ένζυμο (άτομα με εκτεταμένο μεταβολισμό). Η
μέση μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα ήταν επίσης υψηλότερη, κατά 3
με 5 φορές. Τα ευρήματα αυτά δεν έχουν επιπτώσεις στην δοσολογία
της ομεπραζόλης.
Αποβολή
Ο χρόνος ημιζωής της απομάκρυνσης της ομεπραζόλης από το πλάσμα
είναι συνήθως μικρότερος από μία ώρα τόσο μετά από εφάπαξ όσο και
μετά από επαναλαμβανόμενη μία φορά ημερησίως από του στόματος
χορήγηση. Η ομεπραζόλη απομακρύνεται πλήρως από το πλάσμα
μεταξύ των δόσεων χωρίς τάση για συσσώρευση κατά τη διάρκειας
χορήγησης μια φορά ημερησίως. Σχεδόν το 80% της από του στόματος
δόσης της ομεπραζόλης αποβάλλεται υπό τη μορφή μεταβολιτών με τα
ούρα και το υπόλοιπο ανευρίσκεται στο κόπρανα, απεκκρινόμενο
πρωτίστως με τη χολή.
Γραμμικότητα/μη γραμμικότητα
Το AUC της ομεπραζόλης αυξάνεται με την επαναλαμβανόμενη
χορήγηση. Αυτή η αύξηση είναι δοσοεξαρτώμενη και έχει ως
αποτέλεσμα μία μη-γραμμική σχέση δόσης-AUC μετά από
επαναλαμβανόμενη χορήγηση. Η χρονο- και δοσο-εξάρτηση οφείλεται
στη μείωση του μεταβολισμού πρώτης διόδου και της συστηματικής
κάθαρσης που πιθανόν προκαλείται από την αναστολή του ενζύμου
CYP2C19 από την ομεπραζόλη και/ή τους μεταβολίτες της (π.χ. τη
σουλφονική).
Δεν έχει βρεθεί μεταβολίτης που να έχει επίδραση στην έκκριση του
γαστρικού οξέος.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ηπατική λειτουργία
Ο μεταβολισμός της ομεπραζόλης σε ασθενείς με ηπατική
δυσλειτουργία είναι εξασθενημένος, έχοντας ως αποτέλεσμα αυξημένο
AUC. Δεν έχει αποδειχθεί να έχει η ομεπραζόλη οποιαδήποτε τάση για
συσσώρευση όταν χορηγείται μία φορά ημερησίως.
Νεφρική λειτουργία
Οι φαρμακοκινητικές της ομεπραζόλης, συμπεριλαμβανομένης της
συστηματικής βιοδιαθεσιμότητας και του ποσοστού απομάκρυνσης,
είναι αμετάβλητες σε ασθενείς με μειωμένη νεφρική λειτουργία.
Ηλικιωμένοι
Το ποσοστό μεταβολισμού της ομεπραζόλης είναι κάπως μειωμένο σε
ηλικιωμένα άτομα (ηλικίας 75-79 ετών).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Κατά τη διάρκεια θεραπείας με τις συνιστώμενες δόσεις σε παιδιά
ηλικίας από 1 έτους, οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα που λαμβάνονται
είναι παρόμοιες με αυτές των ενηλίκων. Σε παιδιά μικρότερα από 6
μηνών, η κάθαρση της ομεπραζόλης είναι χαμηλή λόγω της μικρής
ικανότητας μεταβολισμού της ομεπραζόλης.
5.3Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Γαστρική ECL-κυτταρική υπερπλασία και καρκινοειδή, έχουν
παρατηρηθεί σε δια-βίου μελέτες σε αρουραίους στους οποίους
χορηγείται ομεπραζόλη. Αυτές οι μεταβολές είναι αποτέλεσμα της
παρατεταμένης υπεργαστριναιμίας σαν επακόλουθο της αναστολής
έκκρισης του οξέος. Παρόμοια ευρήματα έχουν υπάρξει μετά από
θεραπεία με ανταγωνιστές των Η
2
-υποδοχέων, αναστολείς της αντλίας
πρωτονίων και μετά από μερική εκτομή του θόλου του στομάχου. Έτσι,
αυτές οι μεταβολές δεν οφείλονται στην άμεση δράση κάποιας
συγκεκριμένης δραστικής ουσίας.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1.Περιεχόμενο
μ . (Η δραστική ουσία είναι η ο επραζόλη Κάθε καψάκιο γαστροανθεκτικό
) 40καψάκιο περιέχει mg μο επραζόλης
Τα άλλα συστατικά είναι:
Υπρομελλόζη 6CPS, Όξινο Φωσφορικό
Διϋδρικό Δινάτριο, Νάτριο Λαουρυλοθειικό, χαμηλής υποκατάστασης
Υδροξυπροπυλική Κυτταρίνη, Σφαιρίδια ζάχαρης (710 micron & 850
micron), Διοξείδιο του Τιτανίου CI 77891 E 171, Ελαφρύ Ανθρακικό
Μαγνήσιο, Τάλκη κεκαθαρμένη, Συμπολυμερές Μεθακρυλικού Οξέος-
Ακρυλικού Αιθυλεστέρα (1:1) (Eudragit-L 100 55),
Πολυαιθυλενογλυκόλη 6000, Πολυσορβάτη 80, Υδροξείδιο του Νατρίου
σε πέλλετς, Ύδωρ κεκαθερμένο.
Σύνθεση
κενής
κάψουλας
: Κυανή χρωστική (patent Blue) V (E131),
Κινολίνης Κίτρινο Ε104, Διοξείδιο του Τιτανίου (Ε171), Οξείδιο του
Σιδήρου Κίτρινο (Ε172), Ζελατίνη.
6.2. Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3. Χρόνος ζωής
24 μήνες
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος :
Το φιαλίδιο με τα καψάκια φυλάσσεται σε θερμοκρασία 25C και σε
χώρο προστατευμένο από την υγρασία
: Δ μ Φιαλίδιο ιατηρείτε τον περιέκτη καλά κλεισ ένο για να προστατεύεται
.από την υγρασία
: Κυψέλη Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία για να προστατεύεται από
.την υγρασία
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Πλαστικό φιαλίδιο: Από πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας (HDPC) με
ειδικό πώμα ασφαλείας με ενσωματωμένο αφυγραντικό υλικό το οποίο
περιέχει:
40 mg: 14, 28 .καψάκια
μ :Κυψέλη αλου ινίου
20 mg: 14, 28 .καψάκια
Το φιαλίδιο ή τα blisters μαζί με την οδηγία χρήσης συσκευάζονται σε
χάρτινο κουτί.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 μΙδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισ ός
Καμία ειδική υποχρέωση.
6.6. Οδηγίες χρήσης / χειρισμού
Καμία
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
VENIFAR LTD
Αγίας Λαύρας 1, Γραφείο 305,
2414 Λευκωσία, Κύπρος
ΤΟΠΙΚΟΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
MEDIAPHARM ΕΠΕ
Αθηνάς 22, 15344 Γέρακας Αττικής
8. AΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Oprazium gr.cap 20mg/cap: 103704/14/01-04-2015
Oprazium gr.cap 40mg/cap: 103708/14/01-04-2015
9. ΑΔΕΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ
Oprazium gr.cap 20mg/cap: 16179/13-3-2008
Oprazium gr.cap 40mg/cap: 54996/28-8-2008
10.ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: 2017