ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Zaredrop 75 mg/ml πόσιμο διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε ml πόσιμου διαλύματος περιέχει:
84,86 mg βενλαφαξίνης υδροχλωρικής που ισοδυναμούν με 75 mg ελεύθερης
βάσης βενλαφαξίνης.
Έκδοχα μ ε γνωστή δράση: σορβιτόλη
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Πόσιμο διάλυμα
Διαυγές και άχρωμο ή ελαφρώς κιτρινωπό.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία των μειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων.
Για την πρόληψη της επανεμφάνισης νέων επεισοδίων μείζονος κατάθλιψης.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Επεισόδια μείζονος κατάθλιψης
Η συνιστώμενη δόση έναρξης της βενλαφαξίνης άμεσης αποδέσμευσης είναι
75 mg/ημέρα, χορηγούμενη σε δύο διαιρεμένες δόσεις λαμβανόμενες µε το
φαγητό. Οι ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στην αρχική δόση των
75 mg/ημέρα, μπορεί να ωφεληθούν από αυξήσεις στη δόση μέχρι τη μέγιστη
δόση των 375 mg/ημέρα. Οι αυξήσεις της δόσης μπορεί να γίνονται ανά
διαστήματα 2 εβδομάδων ή περισσότερο. Εάν η σοβαρότητα του συμπτώματος,
το δικαιολογεί κλινικά, αυξήσεις της δόσης μπορεί να γίνουν σε πιο συχνά
διαστήματα, που δεν είναι μικρότερα των 4 ημερών.
Εξαιτίας του κινδύνου των ανεπιθύμητων ενεργειών που συνδέονται µε τη
δόση, οι αυξήσεις της δόσης πρέπει να γίνονται μετά από κλινική αξιολόγηση
(βλ. παράγραφο 4.4). Πρέπει να διατηρείται η ελάχιστη αποτελεσματική δόση.
Οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπεία για αρκετό χρονικό διάστημα,
συνήθως αρκετούς μήνες ή περισσότερο. Η θεραπεία πρέπει να
επαναξιολογείται τακτικά και εξατομικευμένα. Μπορεί να είναι κατάλληλη η
μακροχρόνια θεραπεία για την πρόληψη της επανεμφάνισης των επεισοδίων
μείζονος κατάθλιψης (MDE). Στις περισσότερες περιπτώσεις, η συνιστώμενη
δόση για την πρόληψη της επανεμφάνισης των επεισοδίων μείζονος κατάθλιψης
είναι η ίδια µε αυτή που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια του υπάρχοντος
επεισοδίου.
Τα αντικαταθλιπτικά φαρμακευτικά προϊόντα πρέπει να συνεχιστούν για
τουλάχιστον 6 μήνες μετά από την υποχώρηση συμπτωμάτων.
μ Χορήγηση σε ηλικιω ένους ασθενείς
Δεν συνιστάται καμία προσαρμογή στη δόση της βενλαφαξίνης για τους
υπερήλικες εξαιτίας της ηλικίας τους µόνο. Ωστόσο, απαιτείται προσοχή κατά
την αντιμετώπιση των ηλικιωμένων (π.χ. εξαιτίας της πιθανότητας νεφρικής
ανεπάρκειας, η δυνατότητα μεταβολών της ευαισθησίας και συγγένειας του
νευροδιαβιβαστή που επέρχεται µε την ηλικία). Πρέπει πάντοτε να χορηγείται η
ελάχιστη αποτελεσματική δόση και οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται
προσεκτικά όταν απαιτείται αύξηση της δόσης.
2
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
Δεν συνιστάται η χορήγηση της βενλαφαξίνης σε παιδιά και εφήβους.
Ελεγχόμενες κλινικές μελέτες σε παιδιά και εφήβους µε μείζονα καταθλιπτική
διαταραχή απέτυχαν να αποδείξουν αποτελεσματικότητα και δεν υποστηρίζουν
τη χρήση της βενλαφαξίνης σε αυτούς τους ασθενείς (βλ. παραγράφους 4.4 και
4.8).
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της βενλαφαξίνης για άλλες ενδείξεις
σε παιδιά και εφήβους κάτω των 18 ετών δεν έχει τεκμηριωθεί.
Χορήγηση σε ασθενείς µε ηπατική ανεπάρκεια
Σε ασθενείς µε ήπια έως μέτρια ηπατική ανεπάρκεια, γενικώς η δόση πρέπει να
μειωθεί κατά 50%. Ωστόσο, λόγω της διακύμανσης της κάθαρσης σε
διαφορετικά άτομα μπορεί να είναι επιθυμητή η εξατομίκευση της δοσολογίας.
Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία για ασθενείς µε σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια.
Συνιστάται προσοχή και μείωση της δόσης σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%. Το
ενδεχόμενο όφελος πρέπει να υπολογίζεται έναντι του κινδύνου στη θεραπεία
ασθενών µε σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια.
Χορήγηση σε ασθενείς µε νεφρική ανεπάρκεια
Αν και δεν χρειάζεται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς µε ρυθμό
σπειραµατικής διήθησης (GFR) μεταξύ 30-70 ml/min, συνιστάται προσοχή. Σε
ασθενείς που χρειάζονται αιμοκάθαρση και σε ασθενείς µε σοβαρή νεφρική
ανεπάρκεια (GFR < 30 ml/min), η δόση πρέπει να μειωθεί κατά 50%. Εξαιτίας
της διακύμανσης της κάθαρσης σε διαφορετικά άτομα, μπορεί να είναι
επιθυμητή η εξατομίκευση της δοσολογίας.
Σύνδρομο στέρησης που εμφανίζεται µε τη διακοπή της βενλαφαξίνης
Η απότομη διακοπή πρέπει να αποφεύγεται. Όταν διακόπτεται η θεραπεία µε
βενλαφαξίνη, η δόση πρέπει να μειώνεται βαθμιαία για µια περίοδο
τουλάχιστον µια µε δύο εβδομάδων ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος των
συμπτωμάτων εκ διακοπής (βλ. παραγράφους 4.4 και 4.8). Εάν εμφανισθούν µη
ανεκτά συμπτώματα ως επακόλουθο της μείωσης της δόσης ή της διακοπής της
θεραπείας, μπορεί να επαναληφθεί η προηγουμένως συνταγογραφούμενη δόση.
Επομένως, ο γιατρός μπορεί να συνεχίζει τη βαθμιαία μείωση της δόσης αλλά
µε διαφορετικό ρυθμό.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με βενλαφαξίνη άμεσης αποδέσμευσης
μπορούν να αλλάξουν σε βενλαφαξίνη παρατεταμένης αποδέσμευσης στην
πλησιέστερη ισοδύναμη ημερήσια δόση. Για παράδειγμα, το πόσιμο διάλυμα
βενλαφαξίνης άμεσης αποδέσμευσης 37,5 mg/ml δύο φορές ημερησίως μπορεί να
αλλάξει σε καψάκια/δισκία βενλαφαξίνης παρατεταμένης αποδέσμευσης 75 mg
μία φορά ημερησίως. Μπορεί να απαιτηθούν εξατομικεύσεις στη ρύθμιση της
δοσολογίας.
Τρόπος χορήγησης
Η φιάλη διαθέτει διαβαθμισμένο προσαρμοστή σύριγγας και είναι σφραγισμένη
με βιδωτό πώμα ασφαλείας για παιδιά.
0,5 ml διαλύματος ισούται με 37,5 mg ελεύθερης βάσης βενλαφαξίνης.
Προκειμένου να αναρροφήσετε τη συνταγογραφημένη δόση διαλύματος, η
σύριγγα πρέπει να εισαχθεί στον προσαρμοστή. Κρατώντας τη σύριγγα
προσαρτημένη στη φιάλη, στρέψτε τη φιάλη ανάποδα.
Τραβήξτε αργά το έμβολο προς τα πίσω και αναρροφήστε τη συνταγογραφημένη
δόση.
Απομακρύνετε τυχόν φυσαλίδες αέρα χτυπώντας απαλά το σώμα της σύριγγας
και πιέστε αργά το έμβολο για να απομακρυνθεί ο αέρας.
Συνιστάται να λαμβάνεται το πόσιμο διάλυμα βενλαφαξίνης μαζί με τροφή,
3
περίπου την ίδια ώρα κάθε ημέρα. Το διάλυμα πρέπει να αραιωθεί σε νερό πριν
από τη χορήγηση.
Για από του στόματος χρήση.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
6.1αναφέρονται στην παράγραφο .
Η συγχορήγηση µε µη αναστρέψιμους αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης
(ΜΑΟ) αντενδείκνυται λόγω του κινδύνου εμφάνισης του συνδρόμου
σεροτονίνης µε συμπτώματα όπως διέγερση, τρόμος και υπερθερμία. Η
βενλαφαξίνη δεν πρέπει να ξεκινήσει μέχρι να παρέλθουν τουλάχιστον 14
ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας µε έναν µη αναστρέψιμο αναστολέα της
ΜΑΟ.
Η βενλαφαξίνη πρέπει να διακόπτεται για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν την
έναρξη της θεραπείας µε µη αναστρέψιμο αναστολέα ΜΑΟ (βλ. παραγράφους
4.4 και 4.5).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Αυτοκτονία/σκέψεις αυτοκτονίας ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται µε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων,
αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας (επεισόδια σχετιζόμενα µε αυτοκτονία). Ο
κίνδυνος αυτός παραμένει έως ότου επιτευχθεί σημαντική ύφεση. Καθώς μπορεί
να µη σημειωθεί βελτίωση κατά τη διάρκεια των πρώτων λίγων εβδομάδων
θεραπείας ή περισσότερων, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά
έως ότου επιτευχθεί τέτοια βελτίωση. Κατά τη γενική κλινική εμπειρία, ο
κίνδυνος αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί κατά τα πρώιμα στάδια ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις για τις οποίες η βενλαφαξίνη
συνταγογραφείται μπορεί επίσης να σχετίζονται µε αυξημένο κίνδυνο
επεισοδίων σχετιζόμενων µε αυτοκτονία. Επιπρόσθετα, αυτές οι καταστάσεις
μπορεί να συνυπάρχουν µε μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Για το λόγο αυτό,
οι ίδιες προφυλάξεις που λαμβάνονται κατά τη θεραπεία ασθενών µε μείζονα
καταθλιπτική διαταραχή, θα πρέπει να λαμβάνονται και κατά τη θεραπεία
ασθενών µε άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.
Ασθενείς µε ιστορικό επεισοδίων σχετιζόμενων µε αυτοκτονία, ή εκείνοι που
παρουσιάζουν σημαντικού βαθμού αυτοκτονικό ιδεασμό πριν από την έναρξη
της θεραπείας, είναι γνωστό ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικών
σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας και γι’ αυτό θα πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Μία μετα-
ανάλυση ελεγχόμενων µε εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών µε
αντικαταθλιπτικά φάρμακα σε ενήλικες ασθενείς µε ψυχιατρικές διαταραχές,
έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς µε αντικαταθλιπτικά σε
σύγκριση µε το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 25 ετών.
Στενή παρακολούθηση των ασθενών, και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν
υψηλό κίνδυνο, θα πρέπει να συνδυάζεται µε τη φαρμακευτική αγωγή, ιδιαίτερα
στην αρχή της θεραπείας και μετά από αλλαγές στη δοσολογία. Οι ασθενείς
(και αυτοί που φροντίζουν τους ασθενείς) θα πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση
σχετικά µε την ανάγκη παρακολούθησης για οποιαδήποτε κλινική επιδείνωση,
αυτοκτονική συμπεριφορά ή σκέψεις και οποιεσδήποτε ασυνήθιστες αλλαγές
στη συμπεριφορά και να αναζητήσουν ιατρική συμβουλή άμεσα εάν
εμφανιστούν αυτά τα συμπτώματα.
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
Το Zaredrop δεν συνιστάται για τη θεραπεία παιδιών και εφήβων κάτω των 18
ετών. Η εμφάνιση αυτοκτονικής συμπεριφοράς (απόπειρες αυτοκτονίας και
σκέψεις αυτοκτονίας), καθώς και η εμφάνιση εχθρικής συμπεριφοράς (κυρίως
4
επιθετικότητα, εναντιωτική συμπεριφορά, θυμός) παρατηρήθηκαν µε
μεγαλύτερη συχνότητα σε κλινικές δοκιμές µε παιδιά και εφήβους που
λάμβαναν αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση µε εκείνους που λάμβαναν εικονικό
φάρμακο. Εάν, εντούτοις, αποφασιστεί να χορηγηθεί σχετική αγωγή, λόγω
κλινικής ανάγκης, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται µε προσοχή για την
πιθανότητα εμφάνισης αυτοκτονικών συμπτωμάτων. Επιπλέον, δεν υπάρχουν
μεγάλης χρονικής διάρκειας στοιχεία ασφάλειας σε παιδιά και εφήβους όσον
αφορά στη σωματική τους ανάπτυξη, την ωρίμανση, τη διανοητική ανάπτυξη
και την ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Σύνδρομο σεροτονίνης
μ , Όπως και ε άλλους σεροτονινεργικούς παράγοντες η ανάπτυξη ενός
μ μ μ απειλητικού για τη ζωή Συνδρό ου Σεροτονίνης ή αντιδράσεων που ο οιάζουν ε
μ μ μ μ το Κακόηθες Νευροληπτικό Σύνδρο ο πορεί να παρατηρηθεί ε τη θεραπεία ε
, βενλαφαξίνη ειδικά κατά την ταυτόχρονη χρήση άλλων σεροτονινεργικών
( μ μ μ παραγόντων συ περιλα βανο ένων των SSRIs, SNRIs ), μ και των τριπτανών ε
μ μ , παράγοντες που επηρεάζουν το εταβολισ ό της σεροτονίνης όπως αναστολείς
MAO ( . . μ μ ), μ μ π χ πλε του εθυλενίου ή ε αντιψυχωσικά ή άλλους ντοπα ινικούς
( . ανταγωνιστές βλ 4.3 4.5παραγράφους και ).
μ μ μ μ μ Τα συ πτώ ατα του Συνδρό ου Σεροτονίνης πορεί να περιλα βάνουν αλλαγές
( . . , , μ ), στη νοητική κατάσταση π χ διέγερση ψευδαισθήσεις κώ α αστάθεια από το
μ ( . . , μ , μ ), αυτόνο ο π χ ταχυκαρδία ασταθή πίεση αί ατος υπερθερ ία διαταραχές της
μ ( . . , μ ) νευρο υϊκής λειτουργίας π χ αύξηση αντανακλαστικών έλλειψη συντονισ ού
/ μ μ ( , μ , ). μ και ή γαστρεντερικά συ πτώ ατα ναυτία έ ετος διάρροια Το Σύνδρο ο
μ μ μ μ Σεροτονίνης στην πιο σοβαρή ορφή του πορεί να ι είται το Κακόηθες
μ , μ μ , μ μ , Νευροληπτικό Σύνδρο ο το οποίο περιλα βάνει υπερθερ ία υϊκή ακα ψία
μ μ μ μ μ δυσαυτονο ία ε πιθανή ταχεία διακύ ανση των ζωτικών ση είων και εταβολές
.της διανοητικής κατάστασης
μ μ Αν η ταυτόχρονη θεραπεία ε βενλαφαξίνη και άλλους παράγοντες που πορεί να
/ μ μ επηρεάζουν τα σεροτονινεργικά και ή τα ντοπα ινεργικά συστή ατα
, νευροδιαβίβασης απαιτείται κλινικά συνιστάται η προσεκτική παρακολούθηση
, του ασθενούς ιδιαίτερα κατά την έναρξη της θεραπείας και κατά τις αυξήσεις
.των δόσεων
μ μ Η ταυτόχρονη χορήγηση βενλαφαξίνης ε πρόδρο ες ουσίες της σεροτονίνης
( μ μ ) .όπως τα συ πληρώ ατα τρυπτοφάνης δε συνιστάται
Γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Μπορεί να παρατηρηθεί μυδρίαση, που σχετίζεται µε τη βενλαφαξίνη.
Συνιστάται να παρακολουθούνται στενά οι ασθενείς µε αυξημένη ενδοφθάλμια
πίεση ή ασθενείς σε κίνδυνο για γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Αρτηριακή πίεση
∆οσοεξαρτώμενες αυξήσεις της αρτηριακής πίεσης έχουν αναφερθεί συχνά µε
βενλαφαξίνη. Σε µερικές περιπτώσεις, σοβαρή αύξηση της αρτηριακής πίεσης
χρήζουσας άμεσης αντιμετώπισης έχει αναφερθεί από την εμπειρία μετά την
κυκλοφορία του φαρμάκου. Όλοι οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για
υψηλή αρτηριακή πίεση και προϋπάρχουσα υπέρταση θα πρέπει να ελέγχεται
πριν την έναρξη της θεραπείας. Η αρτηριακή πίεση πρέπει να ελέγχεται
περιοδικά μετά την έναρξη της θεραπείας και μετά από αυξήσεις της δόσης.
Χρειάζεται προσοχή σε ασθενείς µε συνυπάρχοντα νοσήματα, τα οποία μπορεί
να επιδεινωθούν από αυξήσεις της αρτηριακής πίεσης, π.χ. σε αυτούς µε
διαταραχή της καρδιακής λειτουργίας.
5
Καρδιακή συχνότητα
Μπορεί να συμβούν αυξήσεις της καρδιακής συχνότητας, ιδιαίτερα µε
υψηλότερες δόσεις. Χρειάζεται προσοχή σε ασθενείς µε συνυπάρχοντα
νοσήματα που μπορεί να επιδεινωθούν από αυξήσεις της καρδιακής
συχνότητας.
Καρδιοπάθεια και κίνδυνος αρρυθμίας
Η βενλαφαξίνη δεν έχει αξιολογηθεί σε ασθενείς µε πρόσφατο ιστορικό
εμφράγματος του μυοκαρδίου ή ασταθούς καρδιοπάθειας. Ως εκ τούτου θα
πρέπει να χρησιμοποιείται µε προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς.
Σύμφωνα µε την αποκτηθείσα εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου,
θανατηφόρες καρδιακές αρρυθμίες έχουν αναφερθεί µε τη χρήση βενλαφαξίνης
ιδιαίτερα σε υπερδοσολογία. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ισοζύγιο κινδύνου
και οφέλους πριν την συνταγογράφηση της βενλαφαξίνης σε ασθενείς µε
αυξημένο κίνδυνο σοβαρής καρδιακής αρρυθμίας.
Σπασμοί
Μπορεί να παρατηρηθούν σπασμοί µε τη θεραπεία βενλαφαξίνης. Όπως και όλα
τα αντικαταθλιπτικά, η βενλαφαξίνη θα πρέπει να χορηγείται µε προσοχή σε
ασθενείς µε ιστορικό σπασμών, και οι ενδιαφερόμενοι ασθενείς πρέπει να
παρακολουθούνται στενά. Η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται σε κάθε ασθενή
που εμφανίζει σπασμούς.
Υπονατριαιμία
Με τη βενλαφαξίνη μπορεί να παρατηρηθεί υπονατριαιμία και/ή Σύνδρομο
απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης (Syndrome of Inappropriate
Antidiuretic Hormone secretion, SIADH). Αυτό παρατηρείται πιο συχνά σε
ασθενείς µε υποογκαιμία, ή αφυδατωμένους ασθενείς. Ηλικιωμένοι, ασθενείς
που λαμβάνουν διουρητικά, και ασθενείς µε υποογκαιµία μπορεί να είναι σε
μεγαλύτερο κίνδυνο για αυτό το γεγονός.
Μη φυσιολογικές αιμορραγικές εκδηλώσεις
Φάρμακα που αναστέλλουν την πρόσληψη σεροτονίνης μπορεί να οδηγήσουν σε
διαταραχές της συσσώρευσης των αιμοπεταλίων. Ο κίνδυνος αιμορραγίας του
δέρματος και των βλεννογόνων συμπεριλαμβανομένης την γαστρεντερικής
αιμορραγίας μπορεί να αυξηθεί στους ασθενείς που λαμβάνουν βενλαφαξίνη.
Όπως και µε άλλους αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, η
βενλαφαξίνη πρέπει να χρησιμοποιείται µε προσοχή σε ασθενείς µε αιμορραγική
προδιάθεση, συμπεριλαμβάνοντας τους ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτικά
φάρμακα και αναστολείς αιμοπεταλίων.
Χοληστερόλη στον ορό
Σε κλινικές μελέτες ελεγχόμενες µε εικονικό φάρμακο (placebo) και διάρκειας
τουλάχιστον 3 μηνών, αναφέρθηκαν κλινικώς σημαντικές αυξήσεις στην
χοληστερόλη του ορού σε 5,3% των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε
βενλαφαξίνη και σε 0,0% των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε εικονικό
φάρμακο (placebo). Κατά τη διάρκεια μακρόχρονης θεραπείας, πρέπει να
εξετάζεται το ενδεχόμενο παρακολούθησης των επιπέδων χοληστερόλης.
Συγχορήγηση µε φάρμακα κατά της παχυσαρκίας
Δεν έχει τεκμηριωθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της θεραπείας µε
βενλαφαξίνη όταν χορηγείται σε συνδυασμό µε φάρμακα κατά της
παχυσαρκίας, συμπεριλαμβανομένης της φαιντερµίνης. Η συγχορήγηση
βενλαφαξίνης και φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας δεν συνιστάται. Η
βενλαφαξίνη δεν ενδείκνυται για μείωση σωματικού βάρους είτε από μόνη της
6
είτε σε συνδυασμό µε άλλα προϊόντα.
Μανία/υποµανία
Μανία/υποµανία μπορεί να εκδηλωθεί σε μικρό ποσοστό ασθενών µε
διαταραχές διάθεσης οι οποίοι λάμβαναν αντικαταθλιπτικά,
συμπεριλαμβανομένης της βενλαφαξίνης. Όπως µε άλλα αντικαταθλιπτικά, η
βενλαφαξίνη πρέπει να χρησιμοποιείται µε προσοχή σε ασθενείς µε ιστορικό ή
οικογενειακό ιστορικό διπολικής διαταραχής.
Επιθετικότητα
Επιθετικότητα μπορεί να εκδηλωθεί σε μικρό αριθμό ασθενών στους οποίους
χορηγήθηκαν αντικαταθλιπτικά, συμπεριλαμβανομένης της βενλαφαξίνης. Αυτό
αναφέρθηκε στην έναρξη, στις αλλαγές στη δόση και στη διακοπή της
θεραπείας.
Όπως και µε άλλα αντικαταθλιπτικά, η βενλαφαξίνη θα πρέπει να χορηγείται µε
προσοχή σε ασθενείς µε ιστορικό επιθετικότητας.
Διακοπή της θεραπείας
Όταν η θεραπεία διακόπτεται παρατηρούνται συχνά τα συμπτώματα στέρησης,
ειδικά εάν η διακοπή είναι απότομη (βλ. παράγραφο 4.8). Σε κλινικές μελέτες,
οι ανεπιθύμητες ενέργειες που παρουσιάζονται στη διακοπή της θεραπείας
(σταδιακή μείωση και μετά την σταδιακή μείωση) εμφανίζονται περίπου στο
35% των ασθενών στους οποίους χορηγείται βενλαφαξίνη και στο 17% των
ασθενών που λαμβάνουν εικονικό φάρμακο (placebo).
Ο κίνδυνος των συμπτωμάτων στέρησης μπορεί να εξαρτάται από διάφορους
παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας
καθώς και του ρυθμού μείωσης της δόσης. Οι πιο συνηθισμένες αντιδράσεις που
αναφέρονται είναι η ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας (συμπεριλαμβανομένης
της παραισθησίας), διαταραχές ύπνου (συμπεριλαμβανομένης αϋπνίας και
έντονα όνειρα), διέγερση ή άγχος, ναυτία και/ή έμετο, τρόμος και κεφαλαλγία.
Γενικά, αυτά τα συμπτώματα είναι ήπια έως μέτρια, ωστόσο σε μερικούς
ασθενείς μπορεί η ένταση να είναι σε μεγαλύτερο βαθμό. Αυτά συνήθως
εκδηλώνονται μέσα στις πρώτες μερικές ημέρες από τη διακοπή της θεραπείας,
αλλά υπάρχουν πολύ σπάνιες αναφορές αυτών των συμπτωμάτων σε ασθενείς
που έχουν χάσει ακούσια µια δόση. Γενικά, αυτά τα συμπτώματα είναι
αυτοπεριοριζόμενα και συνήθως υποχωρούν μέσα σε 2 εβδομάδες, αν και σε
μερικούς ασθενείς τα συμπτώματα αυτά μπορεί να παραταθούν (2-3 μήνες ή
περισσότερο). Επομένως, συνιστάται η βενλαφαξίνη να μειώνεται βαθμιαία
όταν διακόπτεται η θεραπεία πάνω από µια περίοδο αρκετών εβδομάδων ή
μηνών, σύμφωνα µε τις ανάγκες του ασθενή (βλ. παράγραφο 4.2).
Ακαθησία/ψυχοκινητική ανησυχία
Η χρήση βενλαφαξίνης έχει συνδεθεί µε την εμφάνιση ακαθησίας,
χαρακτηριζόμενη από υποκειμενική δυσάρεστη ή δυσχερή ανησυχία και την
ανάγκη για συχνή κίνηση, συνοδευόμενη από ανικανότητα να καθίσετε ή να
σταθείτε ακίνητοι. Αυτό πιθανόν να συμβεί μέσα στις πρώτες εβδομάδες της
θεραπείας. Σε ασθενείς που παρουσιάζουν αυτά τα συμπτώματα, η αύξηση της
δόσης μπορεί να είναι επιβλαβής.
Ξηροστομία
Ξηροστομία αναφέρεται στο 10% των ασθενών που λαμβάνουν βενλαφαξίνη.
Αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της τερηδόνας και οι ασθενείς πρέπει να
ενημερώνονται για την σημασία της υγιεινής των δοντιών.
Διαβήτης
μ , μ Σε ασθενείς ε διαβήτη η θεραπεία ε έναν SSRI μ ή βενλαφαξίνη πορεί να
7
μ μ . μ εταβάλλει τον γλυκαι ικό έλεγχο Μπορεί να χρειαστεί προσαρ ογή της δόσης
/ μ .της ινσουλίνης και ή των από του στό ατος αντιδιαβητικών
Σορβιτόλη
Το προϊόν περιέχει σορβιτόλη, επομένως οι ασθενείς με σπάνια κληρονομικά
προβλήματα δυσανεξίας στη φρουκτόζη δεν πρέπει να πάρουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Αναστολείς της ΜΑΟ
-
Μη αναστρέψιμοι, µη εκλεκτικοί αναστολείς της ΜΑΟ
Η βενλαφαξίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό µε µη
αναστρέψιμους, µη εκλεκτικούς αναστολείς της ΜΑΟ. Η βενλαφαξίνη δεν
πρέπει να ξεκινήσει για τουλάχιστον 14 ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας
µε έναν µη αναστρέψιμο µη εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ. Η βενλαφαξίνη
πρέπει να διακοπεί για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν ξεκινήσει η θεραπεία µε έναν
µη αναστρέψιμο µη εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ (βλ. παραγράφους 4.3 και
4.4).
-
Αναστρέψιμος, εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ-Α (μοκλοβεµίδη)
Δεν συνιστάται ο συνδυασμός βενλαφαξίνης µε έναν αναστρέψιμο και
εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ όπως είναι η μοκλοβεµίδη λόγω του κινδύνου
συνδρόμου σεροτονίνης. Μετά τη θεραπεία µε έναν αναστρέψιμο αναστολέα
της ΜΑΟ, µια περίοδος απόσυρσης του φαρμάκου μικρότερη των 14 ημερών
μπορεί να χρησιμοποιηθεί πριν την έναρξη της θεραπείας µε βενλαφαξίνη. Η
χορήγηση βενλαφαξίνης πρέπει να διακοπεί για τουλάχιστον 7 ημέρες πριν την
έναρξη της θεραπείας µε έναν αναστρέψιμο αναστολέα της ΜΑΟ (βλ.
παράγραφο 4.4).
-
Αναστρέψιμος, µη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ (λινεζολίδη)
Το αντιβιοτικό λινεζολίδη είναι ένας ασθενής αναστρέψιμος µη εκλεκτικός
αναστολέας της ΜΑΟ και δεν πρέπει να δίνεται σε ασθενείς που υπεβλήθησαν
σε θεραπεία µε βενλαφαξίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Σε ασθενείς, οι οποίοι πρόσφατα διέκοψαν τη χρήση ενός αναστολέα της ΜΑΟ
και ξεκίνησαν τη χρήση βενλαφαξίνης, ή που πρόσφατα διέκοψαν τη θεραπεία
µε βενλαφαξίνη πριν την έναρξη της λήψης αναστολέα της ΜΑΟ έχουν
αναφερθεί σοβαρές ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές
περιελάμβαναν τρόμο, μυοκλονία, εφίδρωση, ναυτία, έμετο, εξάψεις, ζάλη και
υπερθερμία, µε χαρακτηριστικά που προσομοιάζουν µε το κακόηθες
νευροληπτικό σύνδρομο, σπασμούς και θάνατο.
Σύνδρομο σεροτονίνης
Όπως και µε άλλους σεροτονινεργικούς παράγοντες, κατά τη θεραπεία µε
βενλαφαξίνη μπορεί να παρατηρηθεί σύνδρομο σεροτονίνης, μ ία δυνητικά
,απειλητική για τη ζωή κατάσταση ιδιαίτερα µε την ταυτόχρονη χρήση άλλων
παραγόντων, που μπορεί να επηρεάζουν το σύστημα σεροτονινεργικής
νευροδιαβίβασης (που περιλαμβάνουν τις τριπτάνες, τους SSRIs, τους SNRIs, το
λίθιο, τη σιµπουτραµίνη, την τραμαδόλη ή το Μελισσόχορτο, αλλιώς και
Βότανο του Αγ. Ιωάννη (St. John's Wort [
Hypericum perforatum
]), φαιντανύλη
και ανάλογα αυτής, δεξτρομεθορφάνη, ταπενταδόλη, πεθιδίνη, μεθαδόνη και
πενταζοσίνη) µε φάρμακα που επηρεάζουν το μεταβολισµό της σεροτονίνης
(συμπεριλαμβανομένων των αναστολέων ΜΑΟ, π.χ. μ μπλε του εθυλενίου) ή µε
πρόδρομες ουσίες της σεροτονίνης (όπως τα συμπληρώματα τρυπτοφάνης).
Αν απαιτείται κλινικά η θεραπεία µε βενλαφαξίνη και ταυτόχρονα µε έναν
SSRI, έναν SNRI ή έναν αγωνιστή του υποδοχέα της σεροτονίνης (τριπτάνη),
συνιστάται η προσεκτική παρακολούθηση του ασθενούς, ιδιαίτερα κατά την
έναρξη της θεραπείας και τις αυξήσεις της δόσης. Η ταυτόχρονη χρήση της
βενλαφαξίνης µε πρόδρομες ουσίες της σεροτονίνης (όπως συμπληρώματα
8
τρυπτοφάνης) δεν συνιστάται (βλ. παράγραφο 4.4).
Ουσίες που δρουν στο ΚΝΣ
Ο κίνδυνος της χρήσης της βενλαφαξίνης σε συνδυασμό µε άλλες ουσίες που
δρουν στο ΚΝΣ δεν έχει εκτιμηθεί συστηματικά. Επομένως, συνιστάται
προσοχή όταν συγχορηγείται βενλαφαξίνη µε ουσίες που δρουν στο ΚΝΣ.
Αιθανόλη
Η χορήγηση βενλαφαξίνης δεν ενίσχυσε τα ψυχοκινητικά και ψυχομετρικά
αποτελέσματα που προκαλούσε η αιθανόλη. Παρόλα αυτά, όπως µε όλες τις
ουσίες που επενεργούν στο ΚΝΣ, συνιστάται στους ασθενείς να µη γίνεται
κατανάλωση.
Επίδραση της βενλαφαξίνης σε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα φάρμακα που
μεταβολίζονται από τα ισοένζυμα του Κυτοχρώματος P450
In vivo
μελέτες δείχνουν ότι η βενλαφαξίνη είναι ένας σχετικά ασθενής
αναστολέας του CYP2D6. Η βενλαφαξίνη δεν αναστέλλει το CYP3A4
(αλπραζολάμη και καρβαμαζεπίνη), CYP1A2 (καφεΐνη) και CYP2C9
(τολβουταμίδη) ή CYP2C19 (διαζεπάμη)
in vivo
.
Φάρμακα που Παρατείνουν το διάστημα QT
Ο κίνδυνος παράτασης του διαστήματος QTc ή/και κοιλιακών αρρυθμιών (π.χ.,
TdP) αυξάνεται με την ταυτόχρονη χρήση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που
παρατείνουν το διάστημα QTc. Η συγχορήγηση αυτών των φαρμάκων θα πρέπει
να αποφεύγεται (βλέπε παράγραφο 4.4).
Οι σχετικές κατηγορίες περιλαμβάνουν:
τάξης ΙΑ και ΙΙΙ αντιαρρυθμικά (π.χ. κινιδίνη, αμιοδαρόνη, σοταλόλη,
δοφετιλίδη)
ορισμένα αντιψυχωσικά (π.χ. θειοριδαζίνη)
ορισμένα μακρολίδια (π.χ. ερυθρομυκίνη)
ορισμένα αντιισταμινικά
ορισμένα αντιβιοτικά κινολόνες (π.χ. μοξιφλοξασίνη)
Ο παραπάνω κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός και άλλα μεμονωμένα φάρμακα
που είναι γνωστό ότι παρατείνουν σημαντικά το διάστημα QT πρέπει να
αποφεύγονται.
Επίδραση άλλων φαρμάκων στη βενλαφαξίνη
Κετοκοναζόλη (αναστολέας του CYP3A4)
Μία φαρμακοκινητική μελέτη µε κετοκοναζόλη σε άτομα µε εκτεταμένο (EM)
και περιορισμένο (PM) δια του CYP2D6 μεταβολισμό, κατέδειξε υψηλότερη AUC
(επιφάνεια κάτω από την καμπύλη) βενλαφαξίνης (70% και 21% του CYP2D6 σε
άτομα µε PM και EM, αντίστοιχα) και Οδυσµεθυλβενλαφαξίνης (µέχρι 33% και
23% του CYP2D6 σε άτομα µε PM και EM, αντίστοιχα) μετά τη χορήγηση της
κετοκοναζόλης. Η ταυτόχρονη χορήγηση των αναστολέων του CYP3A4 (π.χ.
αταζαναβίρη, κλαριθρομυκίνη, ινδιναβίρη, ιτρακοναζόλη, βορικοναζόλη,
ποσακοναζόλη, κετοκοναζόλη, νελφιναβίρη, ριτοναβίρη, σακουϊναβίρη,
τελιθροµυκίνη) και της βενλαφαξίνης μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των
επιπέδων της βενλαφαξίνης και της Ο-δυσµεθυλβενλαφαξίνης. Επομένως,
απαιτείται προσοχή αν η θεραπεία του ασθενή περιλαμβάνει συγχορήγηση ενός
αναστολέα του CYP3A4 και της βενλαφαξίνης.
Επίδραση της βενλαφαξίνης σε άλλα φάρμακα
Λίθιο
9
Κατά τη συγχορήγηση της βενλαφαξίνης µε λίθιο μπορεί να παρατηρηθεί
σύνδρομο σεροτονίνης (βλ. Σύνδρομο Σεροτονίνης).
∆ιαζεπάμη
Η βενλαφαξίνη δεν είχε καμία επίδραση στη φαρμακοκινητική και
φαρμακοδυναμική της διαζεπάμης και του ενεργού μεταβολίτη της, της
δυσµεθυλδιαζεπάµης. Η διαζεπάμη δεν φαίνεται να επιδρά στη
φαρμακοκινητική είτε της βενλαφαξίνης είτε της Ο-δυσμεθυλβενλαφαξίνης.
Είναι άγνωστο εάν υπάρχει φαρμακοκινητική και/ή φαρμακοδυναμική
αλληλεπίδραση µε άλλες βενζοδιαζεπίνες.
Ιµιπραµίνη
Η βενλαφαξίνη δεν επηρέασε τη φαρμακοκινητική της ιµιπραµίνης και της 2-
ΟΗ-ιµιπραµίνης. Υπήρξε µια δοσοεξαρτώμενη αύξηση της AUC της 2-ΟΗ-
δεσιπραµίνης από 2,5 έως 4,5 φορές όταν η βενλαφαξίνη χορηγήθηκε από 75mg
έως 150mg ημερησίως. Η ιµιπραµίνη δεν επηρέασε τη φαρμακοκινητική της
βενλαφαξίνης και της Ο-δυσµεθυλβενλαφαξίνης. Η κλινική σημασία αυτής της
αλληλεπίδρασης δεν είναι γνωστή. Απαιτείται προσοχή κατά τη συγχορήγηση
της βενλαφαξίνης µε την ιµιπραµίνη.
Αλοπεριδόλη
Μία φαρμακοκινητική μελέτη µε την αλοπεριδόλη έδειξε ότι η αλοπεριδόλη
μειώνει: κατά 42% την ολική κάθαρση της από του στόματος χορήγησης,
αυξάνει κατά 70% την AUC, αυξάνει κατά 88% τη Cmax, αλλά δεν προκαλεί
καμία μεταβολή στον χρόνο ημιζωής της. Τα παραπάνω θα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονη θεραπεία
αλοπεριδόλης και βενλαφαξίνης. Η κλινική σημασία αυτής της αλληλεπίδρασης
δεν είναι γνωστή.
Ρισπεριδόνη
H βενλαφαξίνη προκάλεσε αύξηση της AUC της ρισπεριδόνης κατά 50% αλλά
δεν προκάλεσε σημαντική μεταβολή στο φαρμακοκινητικό προφίλ της ολικής
δραστικής ουσίας (ρισπεριδόνη και 9υδροξυρισπεριδόνη). Η κλινική σημασία
αυτής της αλληλεπίδρασης δεν είναι γνωστή.
Μετοπρολόλη
Η ταυτόχρονη χορήγηση της βενλαφαξίνης και της μετοπρολόλης σε υγιείς
εθελοντές σε µια φαρμακοκινητική μελέτη αλληλεπίδρασης και για τα δύο
φάρμακα, οδήγησε σε αύξηση των συγκεντρώσεων μετοπρολόλης στο πλάσμα
κατά 30-40% περίπου χωρίς να μεταβληθούν οι συγκεντρώσεις του ενεργού
μεταβολίτη της στο πλάσμα, της α-υδροξυμετοπρολόλης. Η κλινική σημασία του
ευρήματος αυτού σε υπερτασικούς ασθενείς δεν είναι γνωστή. Η μετοπρολόλη
δεν άλλαξε το φαρµακοκινητικό προφίλ της βενλαφαξίνης ή του ενεργού της
μεταβολίτη, Ο-δυσµεθυλοβενλαφαξίνη. Απαιτείται προσοχή κατά τη
συγχορήγηση της βενλαφαξίνης µε τη μετοπρολόλη.
Ινδιναβίρη
Μία φαρμακοκινητική μελέτη µε ινδιναβίρη έδειξε 28% μείωση της AUC και
36% μείωση της Cmax για την ινδιναβίρη. Η ινδιναβίρη δεν επηρέασε τη
φαρμακοκινητική της βενλαφαξίνης και της Ο-δυσµεθυλβενλαφαξίνης. Η
κλινική σημασία αυτής της αλληλεπίδρασης δεν είναι γνωστή.
Από του στόματος αντισυλληπτικά
Κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου έχουν αναφερθεί
ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες σε άτομα που λάμβαναν αντισυλληπτικά από του
στόματος, ενόσω ήταν υπό θεραπεία με βενλαφαξίνη. Δεν υπάρχουν σαφείς
10
ενδείξεις για το εάν αυτές οι εγκυμοσύνες ήταν αποτέλεσμα της
αλληλεπίδρασης του φαρμάκου με βενλαφαξίνη. Δεν έχει διεξαχθεί μελέτη
αλληλεπίδρασης με ορμονικά αντισυλληπτικά.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα από τη χρήση της βενλαφαξίνης σε έγκυες
γυναίκες.
Μελέτες σε πειραματόζωα κατέδειξαν τοξικότητα κατά την αναπαραγωγή (βλ.
παράγραφο 5.3). Ο πιθανός κίνδυνος για τον άνθρωπο δεν είναι γνωστός. Η
βενλαφαξίνη πρέπει να χορηγείται σε έγκυες γυναίκες μόνο αν τα αναμενόμενα
οφέλη αντισταθμίζουν τους πιθανούς κινδύνους.
Όπως και με άλλους αναστολείς της επαναπρόσληψης σεροτονίνης
(SSRIs/SNRIs), αν η βενλαφαξίνη χρησιμοποιηθεί μέχρι τη γέννηση ή για
διάστημα μέχρι λίγο πριν τη γέννηση, μπορεί να παρατηρηθούν σε νεογνά
συμπτώματα από τη διακοπή. Ορισμένα νεογνά που εκτέθηκαν στη βενλαφαξίνη
κατά το τέλος του τρίτου τριμήνου ανέπτυξαν επιπλοκές, για τις οποίες
απαιτήθηκε η παρεντερική σίτιση, η αναπνευστική υποστήριξη ή η
παρατεταμένη νοσηλεία σε νοσοκομείο. Οι επιπλοκές αυτές μπορούν να
προκύψουν αμέσως μετά τον τοκετό.
Επιδημιολογικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι η χρήση των SSRIs στην
εγκυμοσύνη, ιδιαίτερα στην προχωρημένη εγκυμοσύνη, μπορεί να αυξήσει τον
κίνδυνο εμμένουσας πνευμονικής υπέρτασης των νεογνών (ΕΠΥΝ). Παρόλο που
δεν υπάρχουν μελέτες που να συσχετίζουν την ΕΠΥΝ με τη θεραπεία με SNRI, ο
πιθανός κίνδυνος του Zaredrop πόσιμες σταγόνες δεν μπορεί να αποκλειστεί,
λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό μηχανισμό δράσης (αναστολή της
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης).
Τα ακόλουθα συμπτώματα μπορεί να παρατηρηθούν σε νεογέννητα εάν η μητέρα
λάμβανε έναν SSRI/SNRI στο τέλος της κύησης: ευερεθιστότητα, τρόμος,
υποτονία, επίμονο κλάμα και δυσκολία στο θηλασμό ή στον ύπνο. Αυτά τα
συμπτώματα μπορεί να είναι είτε λόγω σεροτονεργικών επιδράσεων είτε
συμπτώματα έκθεσης. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, αυτές οι επιπλοκές
παρατηρούνται αμέσως ή μέσα σε 24 ώρες μετά τον τοκετό.
Θηλασμός
Η βενλαφαξίνη και ο ενεργός μεταβολίτης της, Ο-δυσμεθυλοβενλαφαξίνη,
απεκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Έχουν υπάρξει αναφορές μετά την
κυκλοφορία του προϊόντος για βρέφη που θήλαζαν και εμφάνισαν κλάμα,
ευερεθιστότητα και μη φυσιολογικά πρότυπα ύπνου. Έχουν επίσης αναφερθεί
συμπτώματα ανάλογα της διακοπής χρήσης βενλαφαξίνης μετά από διακοπή
του θηλασμού. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί ο κίνδυνος για τα μωρά που
θηλάζουν. Ωστόσο, πρέπει να αποφασίζεται αν θα συνεχισθεί/σταματήσει ο
θηλασμός ή θα συνεχισθεί/διακοπεί η θεραπεία με το Zaredrop, λαμβάνοντας
υπόψη τα οφέλη του παιδιού από το θηλασμό και τα οφέλη από τη θεραπεία με
το Zaredrop για τη γυναίκα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Οποιοδήποτε ψυχοφάρμακο μπορεί να βλάψει την κρίση, τη σκέψη και την
κινητική δεξιότητα. Ωστόσο, κάθε ασθενής που λαμβάνει βενλαφαξίνη πρέπει
να είναι προσεκτικός όσον αφορά στην ικανότητά του για οδήγηση ή χειρισμό
επικίνδυνων μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνά (>1/10) αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες σε κλινικές
11
μελέτες ήταν ναυτία, ξηροστομία, κεφαλαλγία και εφίδρωση
(περιλαμβανομένων και των νυκτερινών εφιδρώσεων).
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου ταξινομούνται στον κάτωθι πίνακα
ανά οργανικό σύστημα και συχνότητα.
Οι συχνότητες ορίζονται ως εξής: πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100,
<1/10), όχι συχνές (≥1/1.000, <1/100), σπάνιες (≥1/10.000, <1/.000), μη
γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Οργανικό
Σύστημα
Πολύ
Συχνές
Συχνές Όχι Συχνές Σπάνιες Μη
γνωστές
Διαταραχές
του
μαι οποιητι
κού και του
μ λε φικού
μσυστή ατο
ς
Θρομβοκυτο
πενία,
Αιματολογι
κή
διαταραχή
συμπεριλαμ
βανομένων
ακκοκιοκυτ
τάρωσης,
απλαστικής
αναιμίας,
ουδετεροπε
νίας,
πανκυτοπεν
ίας
Διαταραχές
του
ανοσοποιη
τικού
μσυστή ατο
ς
Αναφυλακτι
κή
αντίδραση
Διαταραχές
του
ενδοκρινικ
ού
μσυστή ατο
ς
μ Συνδρο ο
απρόσφορη
ς έκκρισης
αντιδιουρητ
ικής
μ ορ όνης
(SIADH)
Διαταραχές
του
μ μεταβολισ
ού και της
θρέψης
μ Μειω ένη
όρεξη
Υπονατριαι
μία
Ψυχιατρικέ
ς
διαταραχές
Συγχυτική
,κατάσταση
Αποπροσωπ
, οποίηση
μΑνοργασ ία
, μ Μειω ένη
μ , λί πιντο
Νευρικότητ
, , α Αϋπνία
μ Ανώ αλα
Ψευδαισθή
, σεις
μΑποπραγ α
, τοποίηση
Δ , ιέγερση
Μη
φυσιολογικ
ός
μ οργασ ός
( ), θήλυ
Μανία
Αυτοκτονικ
μ ός ιδεασ ός
και
αυτοκτονικ
ές
μσυ περιφορ
ές
*
,
μΠαραλήρη
, α
Επιθετικότη
12
όνειρα , Απάθεια
μ , Υπο ανία
μ Τριγ ός των
οδόντων
τα
**
Διαταραχές
του
νευρικού
μσυστή ατο
ς
, Ζάλη
Κεφαλαλγί
α
***
, Υπνηλία
μ , Τρό ος
Παραισθησ
, ία
Υπερτονία
, Ακαθησία
Ψυχοκινητι
κή
, ανησυχία
, Συγκοπή
,Μυοκλονία
Μη
φυσιολογικ
ός
μσυντονισ ό
, ς
Δ ιαταραχή
,ισορροπίας
Δυσγευσία
Σπασμοί Κακόηθες
Νευροληπτι
κό
μ Σύνδρο ο
( S), ΝΜ
μ Σύνδρο ο
Σεροτονίνη
, ς
μΠαραλήρη
, α
μΕξωπυρα ιδ
ική
διαταραχή
μ μσυ περιλα
μ βανο ένης
της
δυστονίας
και της
δυσκινησία
, ς
Βραδυκινησ
.ία
μΟφθαλ ικέ
ς
διαταραχές
Δ ιαταραχές
,της όρασης
μ μσυ περιλα
μ βανο ένης
μ της θα πής
, όρασης
, Μυδρίαση
Δ ιαταραχή
της
μπροσαρ ογή
ς
Γλαύκωμα
κλειστής
γωνίας
Διαταραχές
του ωτός
και του
λαβυρίνθου
Εμβοές Ίλιγγος
Καρδιακές
διαταραχές
Αίσθημα
παλμών
Ταχυκαρδία Κοιλιακή
μαρμαρυγή,
Κοιλιακή
ταχυκαρδία
(συμπεριλα
μβανομένης
της
κοιλιακής
ταχυκαρδία
ς δίκην
ριπιδίου)
Αγγειακές
διαταραχές
, Υπέρταση
Αγγειοδιασ
Ορθοστατικ
ή υπόταση
, Υπόταση
μ Αι ορραγία
13
τολή
( κυρίως
)έξαψη
( μαι ορραγία
βλεννογόνο
)υ
Διαταραχές
του
αναπνευστ
ικού
μσυστή ατο
, ς του
θώρακα και
του
μεσοθωράκ
ιου
Χασμουρητ
ό
Πνευμονική
ηωσινοφιλί
α
Διαταραχές
του
γαστρεντερ
ικού
Ναυτία,
μΞηροστο ία
μ , Έ ετος
Δ , ιάρροια
Δυσκοιλιότ
ητα
μ Αι ορραγία
του
γαστρεντερ
ικού
σωλήνα
Παγκρεατίτ
ιδα
Διαταραχές
του ήπατος
και των
χοληφόρων
Ηπατίτιδα,
Δοκιμασίες
ηπατικής
λειτουργίας
μη
φυσιολογικ
ές
Διαταραχές
του
μ δέρ ατος
και του
υποδόριου
ιστού
Υπεριδρωσί
α
(περιλαμβα
νομένων
των
νυκτερινών
εφιδρώσεω
ν)
μΑγγειοοίδη
, α
Αντίδραση
φωτοευαισ
, θησίας
μ , Εκχύ ωση
Εξάνθημα,
Αλωπεκία
Σύνδρομο
Stevens
Johnson,
Πολύμορφο
ερύθημα,
Τοξική
επιδερμική
νεκρόλυση,
Κνησμός,
Κνίδωση
Διαταραχές
του
μυοσκελετι
κού
μσυστή ατο
ς και του
συνδετικού
ιστού
Ραβδομυόλυ
ση
Διαταραχές
των
νεφρών και
των
ουροφόρων
οδών
Δ υσουρία
( κυρίως
δυσκολία
στην
), ούρηση
μ Αυξη ένη
συχνότητα
ούρησης
Κατακράτη
ση ούρων
Ακράτεια
ούρων
Διαταραχές
του
αναπαραγ
Δ ιαταραχές
μμ ε ήνου
ρύσης
14
ωγικού
μσυστή ατο
ς και του
μαστού
μσχετιζό ενε
μ ς ε
μ αυξη ένη
μ αι ορραγία
ή
ακανόνιστη
μ αι ορραγία
( . . π χ
μ ,ηνορραγία
μ μηνο ητρορ
), ραγία
Δ ιαταραχές
μεκσπερ άτι
, σης
Στυτική
δυσλειτουρ
γία
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσε
ις της οδού
χορήγησης
Εξασθένισς
, Κόπωση,
Ρίγη
Παρακλινι
κές
εξετάσεις
Χοληστερόλ
μ η αί ατος
μαυξη ένη
μ Σω ατικό
βάρος
μ , αυξη ένο
μ Σω ατικό
βάρος
μ μειω ένο
Παράταση
του
διαστήματο
ς QT στο
ηλεκτροκαρ
διογράφημα
, Χρόνος
ροής
παρατεταμέ
νος,
Προλακτίνη
αίματος
αυξημένη
*
Περιστατικά αυτοκτονικού ιδεασμού και αυτοκτονικών συμπεριφορών έχουν
αναφερθεί κατά τη διάρκεια της θεραπείας με βενλαφαξίνη ή λίγο μετά τη
διακοπή της θεραπείας (βλ. παράγραφο 4.4).
**
Βλ. παράγραφο 4.4.
***
μ , Σε συγκεντρωτικές κλινικές δοκι ές η επίπτωση της κεφαλαλγίας ήταν
μ μ .παρό οια για τη βενλαφαξίνη και το εικονικό φάρ ακο
Η διακοπή της βενλαφαξίνης (ειδικά όταν είναι αιφνίδια) συνήθως οδηγεί σε
συμπτώματα στέρησης. Ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας (περιλαμβανομένης
της παραισθησίας), διαταραχές ύπνου (περιλαμβανομένης της αϋπνίας και των
έντονων ονείρων), διέγερση ή ανησυχία, ναυτία και/ή έμετος, τρόμος,
κεφαλαλγία, σύνδρομο γρίπης είναι οι πιο συνήθεις αντιδράσεις που
αναφέρονται. Γενικά, αυτά τα συμπτώματα είναι ήπια έως μέτρια και
αυτοπεριοριζόμενα. Ωστόσο, σε μερικούς ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρά
και/ή παρατεταμένα. Επομένως, συνιστάται βαθμιαία μείωση και διακοπή της
δόσης όταν η θεραπεία με βενλαφαξίνη δεν απαιτείται (βλ. παραγράφους 4.2
και 4.4).
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
15
Γενικά, το προφίλ ανεπιθύμητων αντιδράσεων της βενλαφαξίνης (σε
ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο (placebo) κλινικές δοκιμές) σε παιδιά και
εφήβους (ηλικίας 6 έως 17 ετών) ήταν παρόμοιο με εκείνο που παρατηρήθηκε
στους ενήλικες. Όπως και με τους ενήλικες, παρατηρήθηκαν μειωμένη όρεξη,
απώλεια βάρους, αυξημένη αρτηριακή πίεση και αυξημένη χοληστερόλη ορού
(βλ. παράγραφο 4.4).
Σε παιδιατρικές κλινικές δοκιμές αναφέρθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες, που
σχετίζονταν με τον αυτοκτονικό ιδεασμό. Υπήρξαν, επίσης, αυξημένες
αναφορές εχθρικής συμπεριφοράς και ιδιαίτερα σε άτομα με μείζονα
καταθλιπτική διαταραχή, αναφορές αυτοτραυματισμού.
Επιπλέον, οι παρακάτω ανεπιθύμητες αντιδράσεις παρατηρήθηκαν σε
παιδιατρικούς ασθενείς: κοιλιακός πόνος, διέγερση, δυσπεψία, εκχύμωση,
επίσταξη και μυαλγία.
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού
συστήματος αναφοράς:
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Σύμφωνα με την αποκτηθείσα εμπειρία μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου,
υπερδοσολογία βενλαφαξίνης αναφέρθηκε κυρίως σε συγχορήγηση με αλκοόλ
και/ή άλλα φαρμακευτικά προϊόντα. Οι συχνότερα αναφερόμενες ενέργειες
όσον αφορά στην υπερδοσολογία περιλαμβάνουν ταχυκαρδία, αλλαγές στο
επίπεδο της συνείδησης (που κυμαίνονται από υπνηλία σε κώμα), μυδρίαση,
σπασμούς και έμετο. Αναφέρθηκαν δε και άλλες ενέργειες, που περιλαμβάνουν
αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα (π.χ. επιμήκυνση του διαστήματος QT,
ημισκελικός αποκλεισμός, επιμήκυνση του διαστήματος QRS), κοιλιακή
ταχυκαρδία, βραδυκαρδία, υπόταση, ίλιγγος και θάνατος.
Δημοσιευμένες αναδρομικές μελέτες αναφέρουν ότι η λήψη βενλαφαξίνης σε
υπερδοσολογία μπορεί να συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θανατηφόρων
εκβάσεων, σε σύγκριση με εκείνες που παρατηρούνται με τα αντικαταθλιπτικά
σκευάσματα με SSRI, αλλά μικρότερο από εκείνων των τρικυκλικών
αντικαταθλιπτικών. Επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν ότι οι ασθενείς που
υποβλήθηκαν σε θεραπεία με βενλαφαξίνη έχουν υψηλότερη επιβάρυνση από
παράγοντες κινδύνου για αυτοκτονία σε σχέση με τους ασθενείς που
λαμβάνουν SSRI. Ο βαθμός στον οποίο το εύρημα αυτό του αυξημένου κινδύνου
για θανατηφόρες εκβάσεις μπορεί να αποδοθεί στην τοξικότητα της
βενλαφαξίνης όταν λαμβάνεται σε υπερδοσολογία, σε συνάρτηση με ορισμένα
χαρακτηριστικά των ασθενών που υποβάλλονται σε θεραπεία με βενλαφαξίνη,
δεν είναι γνωστός. Η βενλαφαξίνη πρέπει να συνταγογραφείται στη μικρότερη
ποσότητα του φαρμάκου που αντιστοιχεί στην καλή θεραπευτική αντιμετώπιση
του ασθενούς προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος υπερδοσολογίας.
Συνιστώμενη θεραπεία
Συνιστώνται γενικά υποστηρικτικά και συμπτωματικά μέτρα, ενώ πρέπει να
παρακολουθούνται ο καρδιακός ρυθμός και τα ζωτικά σημεία. Δεν συνιστάται η
16
πρόκληση εμέτου όταν υφίσταται κίνδυνος εισρόφησης. Πρέπει να εξετάζεται
το ενδεχόμενο πλύσης στομάχου, εάν μπορεί να γίνει σύντομα μετά τη λήψη του
φαρμάκου ή σε συμπτωματικούς ασθενείς. Η χορήγηση ενεργού άνθρακα μπορεί
να περιορίσει την απορρόφηση της δραστικής ουσίας. Δεν είναι πιθανό να
υπάρξει όφελος από την πρόκληση διούρησης, την αιμοκάθαρση, την
αιμοπροσρόφηση και την αφαιμαξομετάγγιση. Δεν είναι γνωστά ειδικά
αντίδοτα για τη βενλαφαξίνη.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Άλλα αντικαταθλιπτικά
Κωδικός ATC: N06AX16
Ο μηχανισμός αντικαταθλιπτικής δράσης της βενλαφαξίνης στους ανθρώπους
πιστεύεται ότι συνδέεται με την ενίσχυση της νευροδιαβιβαστικής
δραστηριότητας στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Προκλινικές μελέτες έδειξαν
ότι η βενλαφαξίνη και ο βασικός μεταβολίτης της, Ο-δυσμεθυλβενλαφαξίνη
(ODV), είναι αναστολείς της επαναπρόσληψης σεροτονίνης και
νοραδρεναλίνης. Η βενλαφαξίνη είναι επίσης ασθενής αναστολέας της
επαναπρόσληψης ντοπαμίνης. Η βενλαφαξίνη και ο βασικός μεταβολίτης της
μειώνουν τη β-αδρενεργική διεγερσιμότητα μετά την εφάπαξ (απλή δόση) και τη
χρόνια χορήγηση αμφότερα. H βενλαφαξίνη και η ODV είναι ισοδύναμες ως
προς τη συνολική δράση στην επαναπρόσληψη των νευροδιαβιβαστών και στη
σύνδεση του υποδοχέα.
Η βενλαφαξίνη in
vitro
δεν έχει πρακτικά συγγένεια με τους μουσκαρινικούς,
χολινεργικούς, Η1-ισταμινεργικούς ή β-αδρενεργικούς υποδοχείς του
εγκεφάλου του αρουραίου. Η φαρμακολογική δραστηριότητα σε αυτούς τους
υποδοχείς μπορεί να συνδέεται με διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως
αντιχολινεργικές, ηρεμιστικές και καρδιαγγειακές ανεπιθύμητες ενέργειες, που
εμφανίζονται με άλλα αντικαταθλιπτικά φαρμακευτικά προϊόντα.
Η βενλαφαξίνη δεν αναστέλλει τη δράση του υποδοχέα της µονοάµινο
οξειδάσης (ΜΑΟ).
Μελέτες
in
vitro
αποκάλυψαν ότι η βενλαφαξίνη δεν έχει πρακτικά συγγένεια με
τους υποδοχείς οπίου ή βενζοδιαζεπίνης.
Επεισόδια μείζονος κατάθλιψης
Η αποτελεσματικότητα της βενλαφαξίνης άμεσης αποδέσμευσης για τη
θεραπεία της μείζονος κατάθλιψης τεκμηριώθηκε με πέντε τυχαιοποιημένες,
διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο (placebo), μικρής διάρκειας
μελέτες, 4 έως 6 εβδομάδων, για δόσεις έως 375 mg/ημέρα.
Σε μία δεύτερη μελέτη μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, η αποτελεσματικότητα
της βενλαφαξίνης στην πρόληψη της επανεμφάνισης νέων επεισοδίων
κατάθλιψης, διάρκειας 12 μηνών, αποδείχθηκε σε μία ελεγχόμενη με εικονικό
φάρμακο (placebo), διπλά τυφλή μελέτη σε ενήλικες εξωνοσοκομειακούς
ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη, του υποτροπιάζοντος τύπου, οι οποίοι είχαν
ανταποκριθεί στη θεραπεία της βενλαφαξίνης (100 έως 200 mg/ημέρα, σε σχήμα
b.i.d.) κατά το τελευταίο επεισόδιο κατάθλιψης.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η βενλαφαξίνη μεταβολίζεται εκτεταμένα, κυρίως στον ενεργό της μεταβολίτη,
Ο-δυσμεθυλβενλαφαξίνη (ODV). Ο χρόνος ημίσειας ζωής (μέσος όρος ± SD) της
βενλαφαξίνης και της ODV στο πλάσμα είναι 5±2 ώρες και 11±2 ώρες,
αντίστοιχα. Οι συγκεντρώσεις σταθεροποιημένης κατάστασης της
βενλαφαξίνης και της ODV επιτυγχάνονται εντός 3 ημερών από τη θεραπεία με
πολλαπλές χορηγούμενες δόσεις από το στόμα. Η βενλαφαξίνη και η ODV
17
διαθέτουν γραμμική κινητική σε δοσολογικό εύρος 75 mg έως 450 mg/ημέρα.
Απορρόφηση
Τουλάχιστον το 92% μίας απλής δόσης βενλαφαξίνης άμεσης αποδέσμευσης
απορροφάται. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα είναι 40% με 45% εξαιτίας του
προσυστηματικού μεταβολισμού. Μετά τη χορήγηση βενλαφαξίνης άμεσης
αποδέσμευσης, οι μέγιστες συγκεντρώσεις της βενλαφαξίνης και της ODV στο
πλάσμα παρατηρούνται σε 2 και 3 ώρες, αντιστοίχως.
Η τροφή δεν επηρεάζει τη βιοδιαθεσιμότητα της βενλαφαξίνης και της ODV.
Κατανομή
Η βενλαφαξίνη και η ODV συνδέονται σε ελάχιστο βαθμό σε θεραπευτικές
συγκεντρώσεις με τις πρωτεΐνες του ανθρώπινου πλάσματος (27% και 30%,
αντιστοίχως). Ο όγκος κατανομής της βενλαφαξίνης σε σταθεροποιημένη
κατάσταση είναι 4,4±1,6 L/kg μετά την ενδοφλέβια χορήγηση.
μ μ μΒιο ετασχη ατισ ός
Η βενλαφαξίνη υφίσταται εκτεταμένο μεταβολισμό στο ήπαρ. Σε μελέτες in
vitro
και
in
vivo
φαίνεται ότι η βενλαφαξίνη βιομετατρέπεται στον κύριο ενεργό
της μεταβολίτη, ODV, από το CYP2D6. Σε μελέτες in
vitro
και in
vivo
φαίνεται ότι
η βενλαφαξίνη μεταβολίζεται σε έναν δευτερεύοντα, λιγότερο ενεργό
μεταβολίτη, την N-δυσμεθυλβενλαφαξίνη, από το CYP3A4. Σε μελέτες in
vitro
και in
vivo
φαίνεται ότι η βενλαφαξίνη είναι ασθενής αναστολέας του CYP2D6.
Η βενλαφαξίνη δεν αναστέλλει τα CYP1A2, CYP2C9 ή CYP3A4.
Αποβολή
Η βενλαφαξίνη και οι μεταβολίτες της απεκκρίνονται κυρίως μέσω των νεφρών.
Περίπου το 87% μίας δόσης βενλαφαξίνης εμφανίζεται στα ούρα σε 48 ώρες
είτε ως αμετάβλητη βενλαφαξίνη (5%), είτε ως μη συζευγμένη ODV (29%), είτε
ως συζευγμένη ODV (26%), ή με τη μορφή άλλων αδρανών μεταβολιτών μικρής
σημασίας (27%). Η μέση τιμή ± SD της κάθαρση της βενλαφαξίνης και της ODV
στο πλάσμα σε σταθεροποιημένη κατάσταση είναι 1,3±0,6 L/h/kg και
0,4±0,2 L/h/kg, αντιστοίχως.
Ειδικοί Πληθυσμοί
Ηλικία και φύλο
Η ηλικία και το φύλο των ασθενών δεν επηρεάζουν σημαντικά την
φαρμακοκινητική της βενλαφαξίνης και της ODV.
Άτομα με έντονη/μειωμένη μεταβολική ικανότητα του CYP2D6
Οι συγκεντρώσεις της βενλαφαξίνης στο πλάσμα είναι υψηλότερες σε άτομα με
μειωμένη μεταβολική ικανότητα του CYP2D6 απ' ότι σε άτομα με έντονη
μεταβολική ικανότητα. Καθώς η συνολική έκθεση (AUC) της βενλαφαξίνης και
της ODV είναι παρόμοια σε άτομα τόσο με μειωμένη όσο και με έντονη
μεταβολική ικανότητα, δεν απαιτείται να χορηγηθούν διαφορετικά δοσολογικά
σχήματα βενλαφαξίνης στις δύο αυτές ομάδες.
Ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια
Σε άτομα με Child-Pugh A (ήπια ηπατική ανεπάρκεια) και Child-Pugh Β (μετρίου
βαθμού ηπατική ανεπάρκεια), οι χρόνοι ημίσειας ζωής της βενλαφαξίνης και
της ODV παρατάθηκαν σε σύγκριση με τα υγιή άτομα. Η κάθαρση της από του
στόματος χορηγούμενης βενλαφαξίνης και ODV μειώθηκε. Παρατηρήθηκε
σημαντικός βαθμός διακύμανσης μεταξύ των ατόμων. Υπάρχουν περιορισμένα
δεδομένα σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια (βλ. παράγραφο 4.2).
Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
18
Σε ασθενείς που υφίστανται αιμοκάθαρση, ο χρόνος ημιζωής της βενλαφαξίνης
επιμηκύνθηκε κατά 180% περίπου και η κάθαρση μειώθηκε κατά 57% περίπου
σε σύγκριση με υγιή άτομα, ενώ για την ODV, ο χρόνος ημίσειας ζωής
επιμηκύνθηκε κατά 142% περίπου και η κάθαρση μειώθηκε κατά περίπου 56%.
Απαιτείται προσαρμογή της δόσης στους ασθενείς με σοβαρή νεφρική
ανεπάρκεια και σε ασθενείς που υφίστανται αιμοκάθαρση (βλ. παράγραφο 4.2).
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μελέτες με βενλαφαξίνη σε αρουραίους και ποντίκια δεν έδειξαν στοιχεία
καρκινογένεσης. Η βενλαφαξίνη δεν ήταν μεταλλαξιογόνος σε ένα ευρύ φάσμα
in
vitro
και in
vivo
δοκιμών.
Σε μελέτες τοξικότητας σε πειραματόζωα κατά την αναπαραγωγή,
παρατηρήθηκε μείωση του βάρους των απογόνων των αρουραίων, αύξηση του
αριθμού των θνησιγενών νεογνών και αύξηση στους θανάτους των νεογνών
κατά τις 5 πρώτες ημέρες της γαλουχίας. Το αίτιο των θανάτων δεν είναι
γνωστό. Οι ενέργειες αυτές παρατηρήθηκαν στα 30 mg/kg/ημέρα, 4 φορές την
ανθρώπινη ημερήσια δόση των 375 mg βενλαφαξίνης (βασισμένη σε mg/kg). Η
μη αποτελεσματική δόση για αυτά τα ευρήματα ήταν 1,3 φορές την ανθρώπινη
δόση. Ο ενδεχόμενος κίνδυνος για τους ανθρώπους δεν είναι γνωστός.
Μειωμένη γονιμότητα παρατηρήθηκε σε μια μελέτη κατά την οποία τόσο
θηλυκοί όσο και αρσενικοί αρουραίοι εκτέθηκαν στην ODV. Η έκθεση αυτή ήταν
περίπου 1 έως 2 φορές μεγαλύτερη της ανθρώπινης δόσης των 375 mg ανά
ημέρα. Η σημασία αυτού του ευρήματος για τον άνθρωπο δεν είναι γνωστή.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Σορβιτόλη υγρή E420
Σακχαρίνη νατριούχος E954
Νάτριο βενζοϊκό E211
Βελτιωτικό γεύσης ανίσου (ανηθόλη, νερό, αιθανόλη)
Νατρίου υδροξείδιο (για τη ρύθμιση του pH)
Υδροχλωρικό οξύ, πυκνό (για τη ρύθμιση του pH)
Ύδωρ κεκαθαρμένο
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
Μετά το πρώτο άνοιγμα του περιέκτη: 120 ημέρες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Το φαρμακευτικό αυτό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκες θερμοκρασίας
για την φύλαξή του όταν το προϊόν φυλάσσεται στη σφραγισμένη τελική του
συσκευασία.
Μετά το πρώτο άνοιγμα, το φαρμακευτικό αυτό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες
συνθήκες φύλαξης.
Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία και διατηρείτε τη φιάλη στο εξωτερικό
κουτί.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Φιάλη των 60 ml από τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο (PET) εφοδιασμένη με
προσαρμοστή σύριγγας από πολυαιθυλένιο χαμηλής πυκνότητας (LDPE) και
σφραγισμένη με βιδωτό πώμα ασφαλείας για παιδιά από πολυαιθυλένιο υψηλής
19
πυκνότητας (HDPE).
Η φιάλη συσκευάζεται μέσα σε αναδιπλωμένο χάρτινο κουτί μαζί με μία
διαβαθμισμένη σύριγγα (κύλινδρος από πολυπροπυλένιο [PP] και έμβολο από
πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας [HPDE]) και το φύλλο οδηγιών για το
χρήστη.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Κάθε μαχρησι οποίητο προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται σύμφωνα με
τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
ITF Hellas Α.Ε.
Άρεως 103 & Αγίας Τριάδος 36, 17562 Παλαιό Φάληρο
Τηλ.: +30 210 9373330
Φαξ: +30 210 9373339
Ε-mail: info@italfarmaco.gr
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
20