1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Φιαλίδιο 1 ml με ενέσιμο εναιώρημα που περιέχει 40 mg ακετονιδίου
τριαμσινολόνης
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο εναιώρημα
Λευκό εναιώρημα
pH 6,2 – 7,9
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα ενδείκνυται για τη βελτίωση της
ορατότητας κατά την υαλοειδεκτομή.
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν χρησιμοποιείται μόνο για διαγνωστικούς σκοπούς.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Χρήση σε ενήλικες, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων
Η συνιστώμενη δόση του TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου εναιωρήματος, είναι
από 1 έως 4 mg (25 έως 100 μικρολίτρα των 40 mg/ml εναιωρήματος)
χορηγούμενα ενδοϋαλοειδικά.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου
εναιωρήματος σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 18 ετών δεν έχουν ακόμα
τεκμηριωθεί. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα.
Νεφρική και ηπατική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται τροποποίηση της δόσης σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
(ρυθμός σπειραματικής διήθησης μικρότερος από 20 ml/λεπτό) ή ηπατική
δυσλειτουργία. Το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα αφαιρείται από το
μάτι μετά την εγχείρηση.
Τρόπος χορήγησης
Ενδοϋαλοειδική χρήση
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΥΣΤΗΡΑ ΑΣΗΠΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ. Το
TRIESENCE πρέπει να χορηγείται από καταρτισμένο οφθαλμίατρο εξειδικευμένο
στις ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις υπό άσηπτες συνθήκες.
Μια βελόνα 27 ή 30G x ½ ίντσα πρέπει να προσαρτηθεί στον προσαρμογέα luer για
να καταστεί δυνατή η χορήγηση του προϊόντος.
Θα πρέπει να ανακινήσετε το φιαλίδιο έντονα για 10 δευτερόλεπτα πριν τη χρήση
έτσι ώστε να διασφαλίσετε ένα ομοιόμορφο εναιώρημα. Πριν την αναρρόφηση, θα
πρέπει να ελέγξετε το εναιώρημα για συσσώρευση σωματιδίων ή κοκκιωματώδη
1
εικόνα (συσσωμάτωση). Το προϊόν σε μορφή συσσωμάτωσης προκύπτει από την
έκθεση σε θερμοκρασίες κατάψυξης και δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Μετά
την αναρρόφηση, θα πρέπει να γίνει η ένεση του εναιωρήματος TRIESENCE 40
mg/ml στον υαλώδη χωρίς καθυστέρηση για την αποφυγή της κατακάθισης στη
σύριγγα. Θα πρέπει να γίνει χρήση της επιμελούς τεχνικής για την αποφυγή της
πιθανότητας εισαγωγής αιμοφόρου αγγείου ή της εισόδου οργανισμών που
μπορούν να προκαλέσουν λοίμωξη.
Η τυπική διαδικασία ένεσης θα πρέπει να πραγματοποιηθεί υπό άσηπτες
χειρουργικές συνθήκες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της υαλοειδεκτομής, οι
οποίες περιλαμβάνουν τη χρήση στείρων γαντιών, στείρου χειρουργικού
καλύμματος (οθωνίου) και στείρου οφθαλμικού ενδοσκοπίου (ή αντίστοιχου).
Πριν την ένεση θα πρέπει να χορηγηθεί επαρκής αναισθησία και μικροβιοκτόνο
ευρέως φάσματος.
Πριν την ολοκλήρωση της εγχείρησης, αφαιρείται από το μάτι όσο το δυνατόν
μεγαλύτερη ποσότητα του TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου εναιωρήματος με τη
χρήση συνεχούς αναρρόφησης ή πλύσης.
Μετά τη διαδικασία υαλοειδεκτομής οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται
για τυχόν εμφάνιση ενδοφθαλμίτιδας (βλέπε παράγραφο 4.4.). Θα πρέπει να
παρασχεθεί η τυπική μετεγχειρητική φροντίδα και ο επανέλεγχος θα πρέπει να
είναι συναφής της υποκείμενης αιτιολογίας που αποτέλεσε τη βάση για την
υαλοειδεκτομή. Θα πρέπει να δοθούν οδηγίες στους ασθενείς να αναφέρουν χωρίς
καθυστέρηση οποιαδήποτε συμπτώματα υποδεικνύουν την παρουσία
ενδοφθαλμίτιδας.
Κάθε φιαλίδιο θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ενός μόνο οφθαλμού
κατά τη διάρκεια μίας διαδικασίας υαλοειδεκτομής.
Δεν απαιτείται ειδική τροποποίηση της δοσολογίας για οποιονδήποτε από τους
πληθυσμούς που έχουν μελετηθεί (π.χ. φύλο, ηλικιωμένους).
Το εναιώρημα TRIESENCE 40 mg/ml μπορεί να αραιωθεί με ένα ισορροπημένο
αλατούχο διάλυμα (ανά mL το BSS περιέχει τα ακόλουθα: νάτριο χλωριούχο 6,4
mg, κάλιο χλωριούχο 0,75 mg, ασβέστιο χλωριούχο 0,48 mg, μαγνήσιο
χλωριούχο 0,3 mg, νάτριο οξικό 3,9 mg, νάτριο κιτρικό 1,7 mg, νατρίου
υδροξείδιο ή/και υδροχλωρικό οξύ 6,5 έως 8,5 για την επίτευξη pH 7,5, ύδωρ για
ενέσιμα) πριν τη χρήση του κατά την υαλοειδεκτομή. Αναλόγως της προτίμησης
του χειρουργού, το εύρος αραίωσης με ισορροπημένο αλατούχο διάλυμα της
Alcon συνήθως κυμαίνεται από 1 σε 10 ή 1 σε 20. Σε κλινική μελέτη, το
εναιώρημα TRIESENCE 40 mg/ml χορηγήθηκε ως εναιώρημα 2 mg/ml με την
αραίωση 0,05 ml του εναιωρήματος TRIESENCE 40 mg/ml σε 0,95 ml στείρου
διαλύματος έκπλυσης. Μετά τη συγκεκριμένη αραίωση, έγινε η έγχυση όγκου 100
μικρολίτρων στο υαλοειδές.
Σημαντική σημείωση: Η καθίζηση των κρυστάλλων ακετονιδίου
τριαμσινολόνης είναι άμεση. Εξαιτίας αυτού, το διάλυμα θα πρέπει να
αναμειγνύεται αμέσως πριν την ενστάλαξη. Για την ανάμειξη, τραβήξτε μία μικρή
στείρα φυσαλίδα αέρα μέσα στη σύριγγα (μικρότερη από τη διάμετρο της
σύριγγας) και ανακινήστε τα άκρα της σύριγγας για να οδηγήσετε τη φυσαλίδα
αέρα κατά μήκος της σύριγγας ώστε να επιτευχθεί η ομοιόμορφη κατανομή των
κρυστάλλων. Η φυσαλίδα αέρα θα πρέπει να αφαιρεθεί και το έτοιμο διάλυμα να
χρησιμοποιηθεί άμεσα.
Για οδηγίες σχετικά με την ορθή χορήγηση/χρήση του συγκεκριμένου προϊόντος,
βλέπε παραγράφους 6.2 και 6.6.
4.3 Αντενδείξεις
2
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή κάποιο από τα έκδοχα.
Το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα αντενδείκνυται σε ασθενείς με
ενεργό απλό οφθαλμικό έρπη.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το TRIESENCE έχει χρησιμοποιηθεί μόνο ως εφάπαξ ενδοϋαλοειδική έγχυση, για
διαγνωστικούς σκοπούς. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για θεραπευτική
χρήση ούτε έχει μελετηθεί η παρατεταμένη ή μακροπρόθεσμη χρήση του. Γι’ αυτό,
το Triesence 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα αντενδείκνυται για θεραπευτικές
καταστάσεις.
Το TRIESENCE ενέσιμο εναιώρημα 40 mg/ml χρησιμοποιείται μόνο
ενδοϋαλοειδικά. Δεν θα πρέπει να χορηγείται ενδοφλεβίως. Είναι υποχρεωτική η
εφαρμογή αυστηρά άσηπτης τεχνικής (βλέπε παράγραφο 4.2 «Τρόπος χορήγησης»)
Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης είναι γλυκοκορτικοστεροειδές. Τα
κορτικοστεροειδή μπορεί να καλύπτουν κάποια σημεία λοίμωξης και κατά τη
διάρκεια της χρήσης τους μπορεί να εμφανιστούν νέες ή λανθάνουσες λοιμώξεις.
Πιθανώς να υπάρχει μειωμένη αντίσταση και αδυναμία εντοπισμού λοιμώξεως
όταν χρησιμοποιούνται κορτικοστεροειδή. Τα κορτικοστεροειδή μπορεί να
ενισχύσουν την εμφάνιση δευτερευόντων οφθαλμικών λοιμώξεων λόγω μυκήτων,
βακτηρίων ή ιών (π.χ. δαμαλίτιδα, ανεμοβλογιά). Οι γιατροί θα πρέπει να ρωτούν
τους ασθενείς αν έπασχαν στο πρόσφατο παρελθόν ή συνεχίζουν να πάσχουν από
λοιμώξεις. Αν εμφανιστεί λοίμωξη κατά τη διάρκεια θεραπείας με
κορτικοστεροειδή, θα πρέπει να τεθεί άμεσα υπό έλεγχο με την κατάλληλη
αντιμικροβιακή θεραπεία. Η χρήση κορτικοστεροειδών μπορεί να αυξήσει τη
συχνότητα εμφάνισης μολυσματικών επιπλοκών.
Τα κορτικοστεροειδή θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με επιφύλαξη σε ασθενείς
με οφθαλμικό απλό έρπη, ιδιαιτέρως σε εκείνους που πάσχουν από λανθάνουσα
αυτοάνοση διαταραχή, λόγω του κινδύνου διάτρησης του κερατοειδούς. Τα
κορτικοστεροειδή δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε ασθενείς με
ενεργό απλό οφθαλμικό έρπη (βλέπε παράγραφο 4.3).
Οπτική διαταραχή
Ενδέχεται να αναφερθεί οπτική διαταραχή με τη συστηματική και τοπική χρήση
κορτικοστεροειδών. Εάν ένας ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα, όπως όραση
θαμπή ή άλλες οπτικές διαταραχές, τότε θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο
παραπομπής του ασθενούς σε οφθαλμίατρο για την αξιολόγηση των πιθανών
αιτιών που ενδέχεται να περιλαμβάνουν καταρράκτη, γλαύκωμα ή σπάνιες
ασθένειες, όπως κεντρική ορώδης χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια (ΚΟΧΑ) και που
έχουν αναφερθεί μετά τη χρήση συστηματικών και τοπικών κορτικοστεροειδών.
Όπως αναμένεται με τις ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις, μπορεί να παρατηρηθούν
παροδικές αυξήσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να
επιβεβαιωθεί η διάχυση της κεφαλής του οπτικού νεύρου και να γίνει η
κατάλληλη διαχείριση της ενδοφθάλμιας πίεσης μετά την έγχυση. Ο κίνδυνος
αύξησης της ενδοφθάλμιας πίεσης από τα κορτικοστεροειδή αυξάνεται σε
ασθενείς με προδιάθεση (π.χ. διαβητικοί).
Αυξήσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης σχετιζόμενες με την ένεση ακετονιδίου
τριαμσινολόνης έχουν
παρατηρηθεί στο 20-60% των ασθενών όταν τους χορηγήθηκε για θεραπευτικές
ενδείξεις. Αυτό ίσως οδηγήσει σε γλαύκωμα με πιθανή βλάβη του οπτικού νεύρου.
Η επίδραση στην ενδοφθάλμια πίεση μπορεί να διαρκέσει μέχρι 6 μήνες μετά την
3
ένεση και συνήθως αντιμετωπίζεται με τοπική θεραπεία γλαυκώματος. Ένα μικρό
ποσοστό ασθενών μπορεί να χρειαστούν επιθετική μη-τοπική θεραπεία. Θα πρέπει
να υπάρχει παρακολούθηση και κατάλληλος χειρισμός της ενδοφθάλμιας πίεσης
καθώς και της διάχυσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου. Αυτό είναι ιδιαίτερα
σημαντικό στους παιδιατρικούς πληθυσμούς , καθώς ο κίνδυνος οφθαλμικής
υπέρτασης από κορτικοστεροειδή μπορεί να είναι μεγαλύτερος στα παιδιά και
μπορεί να συμβεί νωρίτερα απ’ ό,τι στους ενήλικες. Το TRIESENCE δεν έχει
εγκριθεί για χρήση στους παιδιατρικούς ασθενείς.
Δεν υπάρχουν δεδομένα αναφορικά με τη χρήση TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου
εναιωρήματος σε ασθενείς με οφθαλμική υπέρταση ή γλαύκωμα ή ασθενείς με
ιστορικό χρόνιας ή επαναλαμβανόμενης οφθαλμικής φλεγμονής. Ο χειρουργός θα
πρέπει να αξιολογήσει με προσοχή τους κινδύνους έναντι των οφελών για να
καθορίσει την καταλληλότητα του TRIESENCE για χρήση στους συγκεκριμένους
ασθενείς.
Το ποσοστό της μολυσματικής θετικής καλλιέργειας ενδοφθαλμίτιδας είναι 0,5%
όταν χρησιμοποιείται για θεραπευτικές ενδείξεις. Θα πρέπει να γίνεται πάντοτε
χρήση κατάλληλων ασηπτικών τεχνικών όταν χορηγείται ακετονίδιο
τριαμσινολόνης κατά τη διάρκεια διαδικασιών υαλοειδεκτομής για την πρόληψη
κινδύνου ενδοφθαλμίτιδας. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να παρακολουθούνται οι
ασθενείς μετά την έγχυση για την έγκαιρη θεραπεία σε περίπτωση εμφάνισης
μόλυνσης.
Η παρατεταμένη χρήση τοπικών και ενδοϋαλοειδικών κορτικοστεροειδών μπορεί
να δημιουργήσει καταρράκτη, ιδιαίτερα οπίσθιο υποκαψιδικό καταρράκτη (βλέπε
παράγραφο 4.8). Ο κίνδυνος αυξάνεται σε ασθενείς με προδιάθεση (π.χ.
διαβητικοί).
Πληροφορίες τρόπου διάθεσης για τη Γερμανία
Η χρήση του Triesence 40 mg/ml ενέσιμου εναιωρήματος μπορεί να επιφέρει
θετικά αποτελέσματα σε ελέγχους ντόπινγκ.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αλληλεπιδράσεων. Δεν έχουν αναφερθεί
σχετικές αλληλεπιδράσεις με το TRIESENCE.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Δεν διατίθενται ή είναι περιορισμένα τα κλινικά δεδομένα σχετικά με τη χρήση
του ενέσιμου εναιωρήματος TRIESENCE 40 mg/ml σε έγκυο γυναίκα. Μελέτες σε
ζώα κατέδειξαν αναπαραγωγική τοξικότητα (βλέπε παράγραφο 5.3). Το
TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό εάν το TRIESENCE ενέσιμο εναιώρημα 40 mg/ml απεκκρίνεται
στο ανθρώπινο γάλα. Πρέπει να αποφασιστεί εάν θα διακοπεί ο θηλασμός ή θα
αποφευχθεί η θεραπεία με TRIESENCE ενέσιμο εναιώρημα, λαμβάνοντας υπόψη
το όφελος του θηλασμού για το παιδί και το όφελος της θεραπείας για την
γυναίκα.
Γονιμότητα
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες για την αξιολόγηση της επίδρασης της οφθαλμικής
ένεσης με TRIESENCE 40mg/ml στη γονιμότητα.
4
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα θα χρησιμοποιείται ως μέρος
χειρουργικής επέμβασης. Η επίδραση στην όραση του ασθενούς λόγω της
διαδικασίας μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανών. Θα πρέπει να είναι αντιληπτό στον ασθενή ότι μετά το
χειρουργείο και μέχρι να επιστρέψει η οπτική οξύτητα στα κανονικά επίπεδα,
απαγορεύεται η οδήγηση οχήματος ή ο χειρισμός επικίνδυνων μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη του προφίλ ασφαλείας
Σε δύο πολυκεντρικές κλινικές δοκιμές εκτέθηκαν 92 ασθενείς σε εφάπαξ
ενδοϋαλοειδική ένεση κατά προσέγγιση 1 έως 4 mg ακετονιδίου τριαμσινολόνης
για τη βελτίωση της ορατότητας κατά τη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης
υαλαοειδούς-αμφιβληστροειδούς. Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις που αναφέρθηκαν
με το ακετονίδιο τριαμσινολόνης στις συγκεκριμένες δύο δοκιμές
συμπεριελάμβαναν απλές αναφορές αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης.
Κατάλογος των ανεπιθύμητων ενεργειών σε μορφή πίνακα
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες κατηγοριοποιήθηκαν σύμφωνα με την
ακόλουθη συνθήκη: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100 έως <1/10), όχι
συχνές (≥1/1.000 έως <1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες
(<1/10.000), ή μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα
δεδομένα). Σε κάθε ομάδα ταξινόμησης της συχνότητας, οι ανεπιθύμητες
ενέργειες εμφανίζονται με φθίνουσα τάξη σοβαρότητας. Οι ανεπιθύμητες
αντιδράσεις συγκεντρώθηκαν από τις δύο κλινικές δοκιμές της Alcon και τις
άμεσες αναφορές μετά την πώληση.
Κατηγορία/ Οργανικό
Σύστημα
Συχνότητα Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οφθαλμικές διαταραχές Όχι συχνές
Μη γνωστές
ενδοφθάλμια πίεση αυξημένη
ενδοφθαλμίτιδα, μη λοιμώδεςς ενδοφθάλμιο
υποπύον, μειωμένη οπτική οξύτητα, όραση
θαμπή (βλέπε επίσης παράγραφο 4.4)
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Δεδομένα από δημοσιευμένη βιβλιογραφία: Πραγματοποιήθηκε η ανάλυση
σαράντα τεσσάρων (44) δημοσιευμένων άρθρων που αναφέρονταν στη χρήση του
ακετονιδίου τριαμσινολόνης σε υαλοειδεκτομή υποβοηθούμενη με τριαμσινολόνη
για την εξαγωγή δεδομένων ασφαλείας. Η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση ήταν η
πιο συχνά αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια που βίωσαν οι ασθενείς στα
συγκεκριμένα άρθρα. Η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση που παρουσιάστηκε κατά
την άμεση μετεγχειρητική περίοδο ήταν παροδική. Η αυξημένη ενδοφθάλμια
πίεση αποτελεί συχνή μετεγχειρητική επιπλοκή της υαλοειδεκτομής και σε
κάποια από τα παραπάνω άρθρα η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση δεν θεωρήθηκε
ότι σχετίζεται με το ακετονίδιο τριαμσινολόνης.
Παρακάτω γίνεται η παράθεση συμβαμάτων που αναφέρονται στη βιβλιογραφία
σχετικά με τη χρήση ακετονιδίου τριαμσινολόνης για τη βελτίωση της
ορατότητας κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής. Τα περισσότερα από αυτά τα
συμβάματα οφείλονταν κατά πάσα πιθανότητα στη χειρουργική επέμβαση,
ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί πιθανή αιτιολογική σχέση. Αυτά τα
συμβάματα περιλάμβαναν: σχηματισμό ή εξέλιξη καταρράκτη, ανωμαλία του
κερατοειδούς (επιμένουσα διαταραχή του επιθηλίου του κερατοειδούς, βλάβες ή
θολερότητα), οίδημα (κυστοειδές, ωχράς κηλίδας ή του κερατοειδούς), την
ανάπτυξη ινωδών μεμβρανών (υποαμφιβληστροειδική, νεοαγγειακή ή
5
προαμφιβληστροειδική), αιμορραγία (υαλοειδούς, υποαμφιβληστροειδική ή
ενδοαμφιβληστροειδική), μετατόπιση ενδοφθάλμιου φακού, ενδοεγχειρητική
αιμορραγία, συμφύσεις ίριδας, πτυχή ωχράς κηλίδας, φλεγμονή του οφθαλμού,
θολερότητα του στρώματος του κερατοειδούς, ρήξη οπίσθιας κάψας, παραγωγική
υαλοειδοαμφιβληστροειδοπάθεια (PVR), αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς,
ρήξη αμφιβληστροειδούς και σχισμή του αμφιβληστροειδούς. Στις περισσότερες
περιπτώσεις η εξάλειψη των υπολειμμάτων ακετονιδίου τριαμσινολόνης έγινε
χωρίς παρέμβαση και δεν σχετίστηκε με επιπλοκές.
Σημειώθηκε ότι η συχνότητα εμφάνισης ενδοφθάλμιας πίεσης, ενδοφθαλμίτιδας
και σχηματισμού/ εξέλιξης καταρράκτη είναι υψηλότερη όταν το ακετονίδιο
τριαμσινολόνης ή άλλα κορτικοστεροειδή έχουν χρησιμοποιηθεί για θεραπευτικές
ενδείξεις, συγκριτικά με χρήση για τη βελτίωση της ορατότητας κατά την
υαλοειδεκτομή (βλέπε παράγραφο 4.4).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα αντενδείκνυται για χρήση σε
ασθενείς κάτω των 18 ετών καθώς η αποτελεσματικότητα και η ασφάλειά του
δεν έχουν ακόμα τεκμηριωθεί για τη συγκεκριμένη ομάδα.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός
Φαρμάκων (Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, τηλ: + 30 21
32040380/337, φαξ: + 30 21 06549585, ιστότοπος: http :// www . eof . gr).
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν αναφέρθηκε καμία περίπτωση υπερδοσολογίας. Καθώς το συγκεκριμένο
προϊόν χορηγείται από γιατρό υπό ελεγχόμενες συνθήκες, ο κίνδυνος τυχαίας
υπερδοσολογίας από τον ασθενή είναι μικρός ή αμελητέος.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Οφθαλμολογικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα,
Αμιγή κορτικοστεροειδή.
Κωδικός ATC: S01BA05
Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης είναι γλυκοκορτικοστεροειδές που έχει
χρησιμοποιηθεί ως αντιφλεγμονώδης παράγοντας για τη θεραπεία ποικίλων
οφθαλμικών παθήσεων. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, ο διαμερισμός
αδιάλυτων στο νερό σωματιδίων ακετονιδίου τριαμσινολόνης εντός του
υαλοειδούς θαλάμου παρέχει αντίθεση με το διάφανο υγρό του υαλοειδούς και τις
μεμβράνες. Ως εκ τούτου, το ενδοφθάλμιο ακετονίδιο τριαμσινολόνης
ενδείκνυται για χρήση κατά την υαλοειδεκτομή για τη βελτίωση της ορατότητας
κατά την υαλοειδεκτομή, της έσω αφοριστικής μεμβράνης και των παθολογικών
επι-αμφιβληστροειδικών μεμβρανών.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου
εναιωρήματος αξιολογήθηκαν σε δύο πολυκεντρικές κλινικές δοκιμές τυφλού
παρατηρητή Φάσης ΙΙΙ. Στις δύο κλινικές μελέτες, το εναιώρημα TRIESENCE
χορηγήθηκε σε δόσεις μέχρι 4 mg μέσω χειρουργικής διόδου στους οφθαλμούς
6
όλων των ασθενών (32 ασθενείς στη μία κλινική δοκιμή και 60 ασθενείς στην
άλλη κλινική δοκιμή) και οι χειρουργοί απομάκρυναν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο
μέρος του προϊόντος πριν την ολοκλήρωση των χειρουργείων. Τα βίντεο που
καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια κάθε χειρουργείου και η καταγραφή της
βελτίωσης της ορατότητας πριν και μετά την ένεση του υπό μελέτη προϊόντος
αξιολογήθηκαν για το βαθμό της βελτίωσης της ορατότητας από ανεξάρτητο
τυφλό αναγνώστη. Μετά το χειρουργείο για τη μελέτη, όλοι οι ασθενείς
συμπλήρωσαν αξιολόγηση ασφαλείας την Ημέρα 1, Ημέρα 3 και Ημέρα 7
(επίσκεψη εξόδου). Από τα αποτελέσματα και των δύο μελετών προέκυψε ότι το
TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό όταν
χρησιμοποιείται ως μέσο βελτίωσης της ορατότητας κατά την υαλοειδεκτομή σε
ενήλικες και ηλικιωμένους ασθενείς.
Ο σχεδιασμός των κλινικών μελετών επέτρεψε στους χειρουργούς να
χρησιμοποιήσουν διάφορες ποσότητες TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου
εναιωρήματος κατά τη διακριτική τους ευχέρεια για μία συνολική δόση περίπου 1
έως 4 mg. Η ανάλυση της υποομάδας που έγινε σε μία κλινική μελέτη
παρουσίασε τη συνάφεια των ευρημάτων μεταξύ των υποομάδων καθώς και την
ομοιότητα με το γενικό αποτέλεσμα, υποδεικνύοντας ελάχιστη επίδραση της
δόσης στην αποτελεσματικότητα του εναιωρήματος όταν χρησιμοποιείται ως
σκιαγραφικός /απεικόνισης παράγοντας για τη διευκόλυνση της βελτίωσης της
ορατότητας κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής pars plana.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η φαρμακοκινητική υδατοειδούς υγρού του ακετονιδίου τριαμσινολόνης
αξιολογήθηκε σε 5 ασθενείς μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση (4 mg)
ακετονιδίου τριαμσινολόνης. Η συλλογή των δειγμάτων υδατοειδούς υγρού έγινε
από 5 ασθενείς (5 μάτια) μέσω παρακέντησης του πρόσθιου θαλάμου τις Ημέρες
1, 3, 10, 17 και 31 μετά την έγχυση. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις υδατοειδούς
υγρού τριαμσινολόνης κυμαίνονταν από 2.151 έως 7.202 ng/mL, χρόνος ημίσειας
ζωής 76 έως 635 ώρες και η περιοχή υπό την καμπύλη συγκέντρωσης-χρόνου
(AUCO-t) από 231 έως 1.911 ng.h/mL μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση. Ο
μέσος χρόνος ημισείας ζωής για την εξάλειψη ήταν 18,7 ± 5,7 ημέρες σε 4
οφθαλμούς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (4 ασθενείς). Σε ασθενή
που είχε υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (1 οφθαλμός), ο χρόνος ημισείας ζωής για
την εξάλειψη της τριαμσινολόνης από το υαλοειδές σώμα ήταν συντομότερος (3,2
ημέρες) συγκριτικά με ασθενείς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή. Το
φαρμακοκινητικό προφίλ του Triesence αξιολογήθηκε στην κλινική μελέτη C-08-
055. Στη συγκεκριμένη μελέτη οι συγκεντρώσεις πλάσματος ακετονιδίου
τριαμσινολόνης μετρήθηκαν για ένα υποσύνολο ασθενών (n=22) για την
εκτίμηση συστηματικής έκθεσης ακετονιδίου τριαμσινολόνης μετά την
ενστάλαξη του εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης στην υαλοειδή
κοιλότητα για οπτικοποίηση κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής pars plana. Η
συλλογή δειγμάτων αίματος έγινε την Ημέρα 0 πριν τη χορήγηση της δόσης και 3
ώρες (±1 ώρα) μετά την ενστάλαξη εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης
και την Ημέρα 7. Σε 2 από τους 22 ασθενείς, το ακετονίδιο τριαμσινολόνης ήταν
ποσοτικοποιήσιμο στο πλάσμα 3 ώρες μετά τη χορήγηση Triesence την Ημέρα 0.
Την Ημέρα 7 δεν υπήρχαν ασθενείς με ποσοτικοποιήσιμες συγκεντρώσεις
πλάσματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα για το ακετονίδιο τριαμσινολόνης δεν αποκαλύπτουν
ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο. Τα δοσοεξαρτώμενα φαινόμενα
τερατογένεσης σε επίμυες και κόνικλους, στα οποία είχε χορηγηθεί ακετονίδιο
τριαμσινολόνης περιλάμβαναν υπερωϊοσχιστία και/ή εσωτερική υδροκεφαλία και
ανωμαλίες στον άξονα του σκελετού, ενώ τα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν σε
7
πιθήκους σχετίζονταν με κρανιακές παραμορφώσεις. Τα συγκεκριμένα φαινόμενα
παρουσιάστηκαν σε δόσεις παρόμοιες ή χαμηλότερες από εκείνα που προέκυψαν
με τη χορήγηση έγχυσης 4 mg ακετονιδίου τριαμσινολόνης στο μάτι ανθρώπου
βάρους 50 kg. Τα ευρήματα που παρατηρήθηκαν στις συγκεκριμένες μελέτες
αναπαραγωγικής τοξικότητας ακετονιδίου τριαμσινολόνης είναι παρόμοια με
εκείνα που σημειώθηκαν με άλλα κορτικοστεροειδή. Το γεγονός ότι η
χορηγηθείσα δόση ακετονιδίου τριαμσινολόνης παραμένει στο μάτι μόνο κατά τη
διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης προσφέρει μείωση του κινδύνου για τις
πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με προγεννητική έκθεση σε
ακετονίδιο τριαμσινολόνης. Ως εκ τούτου, εξαιρουμένων των ανεπιθύμητων
ενεργειών αναπαραγωγικής και αναπτυξιακής τοξικότητας που σημειώθηκαν
παραπάνω, τα φαινόμενα του ακετονιδίου τριαμσινολόνης σε μη-κλινικές μελέτες
παρατηρήθηκαν μόνο σε έκθεση που θεωρείται επαρκώς υπερβάλλουσα της
μέγιστης ανθρώπινης έκθεσης μετά την ενδοφθάλμια χρήση και συνεπώς έχει
αμελητέα σχέση με την κλινική χρήση.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Χλωριούχο νάτριο
Νατριούχος καρμελλόζη
Πολυσορβικό 80
Χλωριούχο κάλιο
Χλωριούχο ασβέστιο (διϋδρικό)
Χλωριούχο μαγνήσιο (εξαϋδρικό)
Οξικό νάτριο (τριϋδρικό)
Κιτρικό νάτριο
Υδροξείδιο του νατρίου (για
ρύθμιση του pH)
Υδροχλωρικό οξύ (για ρύθμιση του
pH)
Ύδωρ για ενέσιμα
6.2 Ασυμβατότητες
Ελλείψει μελετών σχετικά με τη συμβατότητα, το παρόν φαρμακευτικό προϊόν δεν
πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Το εναιώρημα θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί αμέσως μετά το άνοιγμα του
φιαλιδίου.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μην καταψύχετε. Φυλάσσετε τον περιέκτη στο εξωτερικό κουτί για να
προστατεύεται από το φως.
Για τις συνθήκες διατήρησης μετά το πρώτο άνοιγμα του φαρμακευτικού
προϊόντος, βλ. παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Ένα γυάλινο φιαλίδιο τύπου 1 και μίας χρήσης με πώμα χλωροβουτυλίου και
καπάκι αλουμινίου. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 1 ml εναιωρήματος. Κάθε φιαλίδιο με
8
επισήμανση σφραγίζεται σε θήκη πολυάνθρακα, με υποστηρικτικό υλικό με το
οποίο φαίνεται εάν έχει ανοιχτεί το προϊόν και διατηρείται σε εξωτερική
συσκευασία.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Για μία χρήση μόνο. Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα
πρέπει να απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές
διατάξεις. Μη χρησιμοποιείτε το TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα αν το
φιαλίδιο έχει ραγίσει ή καταστραφεί με οποιονδήποτε τρόπο.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
NOVARTIS (HELLAS) A.E.B.E.
12º χλμ. Αθηνών Λαμίας
14451 Μεταμόρφωση
Τηλ.: 210 2811712
FAX: 210 2850590
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9005/02-02-2017
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
ΠΡΩΤΗ ΕΓΚΡΙΣΗ: 23-04-2012
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗ: 02-02-2017
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
9