όλων των ασθενών (32 ασθενείς στη μία κλινική δοκιμή και 60 ασθενείς στην
άλλη κλινική δοκιμή) και οι χειρουργοί απομάκρυναν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο
μέρος του προϊόντος πριν την ολοκλήρωση των χειρουργείων. Τα βίντεο που
καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια κάθε χειρουργείου και η καταγραφή της
βελτίωσης της ορατότητας πριν και μετά την ένεση του υπό μελέτη προϊόντος
αξιολογήθηκαν για το βαθμό της βελτίωσης της ορατότητας από ανεξάρτητο
τυφλό αναγνώστη. Μετά το χειρουργείο για τη μελέτη, όλοι οι ασθενείς
συμπλήρωσαν αξιολόγηση ασφαλείας την Ημέρα 1, Ημέρα 3 και Ημέρα 7
(επίσκεψη εξόδου). Από τα αποτελέσματα και των δύο μελετών προέκυψε ότι το
TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμο εναιώρημα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό όταν
χρησιμοποιείται ως μέσο βελτίωσης της ορατότητας κατά την υαλοειδεκτομή σε
ενήλικες και ηλικιωμένους ασθενείς.
Ο σχεδιασμός των κλινικών μελετών επέτρεψε στους χειρουργούς να
χρησιμοποιήσουν διάφορες ποσότητες TRIESENCE 40 mg/ml ενέσιμου
εναιωρήματος κατά τη διακριτική τους ευχέρεια για μία συνολική δόση περίπου 1
έως 4 mg. Η ανάλυση της υποομάδας που έγινε σε μία κλινική μελέτη
παρουσίασε τη συνάφεια των ευρημάτων μεταξύ των υποομάδων καθώς και την
ομοιότητα με το γενικό αποτέλεσμα, υποδεικνύοντας ελάχιστη επίδραση της
δόσης στην αποτελεσματικότητα του εναιωρήματος όταν χρησιμοποιείται ως
σκιαγραφικός /απεικόνισης παράγοντας για τη διευκόλυνση της βελτίωσης της
ορατότητας κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής pars plana.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η φαρμακοκινητική υδατοειδούς υγρού του ακετονιδίου τριαμσινολόνης
αξιολογήθηκε σε 5 ασθενείς μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση (4 mg)
ακετονιδίου τριαμσινολόνης. Η συλλογή των δειγμάτων υδατοειδούς υγρού έγινε
από 5 ασθενείς (5 μάτια) μέσω παρακέντησης του πρόσθιου θαλάμου τις Ημέρες
1, 3, 10, 17 και 31 μετά την έγχυση. Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις υδατοειδούς
υγρού τριαμσινολόνης κυμαίνονταν από 2.151 έως 7.202 ng/mL, χρόνος ημίσειας
ζωής 76 έως 635 ώρες και η περιοχή υπό την καμπύλη συγκέντρωσης-χρόνου
(AUCO-t) από 231 έως 1.911 ng.h/mL μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση. Ο
μέσος χρόνος ημισείας ζωής για την εξάλειψη ήταν 18,7 ± 5,7 ημέρες σε 4
οφθαλμούς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (4 ασθενείς). Σε ασθενή
που είχε υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (1 οφθαλμός), ο χρόνος ημισείας ζωής για
την εξάλειψη της τριαμσινολόνης από το υαλοειδές σώμα ήταν συντομότερος (3,2
ημέρες) συγκριτικά με ασθενείς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή. Το
φαρμακοκινητικό προφίλ του Triesence αξιολογήθηκε στην κλινική μελέτη C-08-
055. Στη συγκεκριμένη μελέτη οι συγκεντρώσεις πλάσματος ακετονιδίου
τριαμσινολόνης μετρήθηκαν για ένα υποσύνολο ασθενών (n=22) για την
εκτίμηση συστηματικής έκθεσης ακετονιδίου τριαμσινολόνης μετά την
ενστάλαξη του εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης στην υαλοειδή
κοιλότητα για οπτικοποίηση κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής pars plana. Η
συλλογή δειγμάτων αίματος έγινε την Ημέρα 0 πριν τη χορήγηση της δόσης και 3
ώρες (±1 ώρα) μετά την ενστάλαξη εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης
και την Ημέρα 7. Σε 2 από τους 22 ασθενείς, το ακετονίδιο τριαμσινολόνης ήταν
ποσοτικοποιήσιμο στο πλάσμα 3 ώρες μετά τη χορήγηση Triesence την Ημέρα 0.
Την Ημέρα 7 δεν υπήρχαν ασθενείς με ποσοτικοποιήσιμες συγκεντρώσεις
πλάσματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα για το ακετονίδιο τριαμσινολόνης δεν αποκαλύπτουν
ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο. Τα δοσοεξαρτώμενα φαινόμενα
τερατογένεσης σε επίμυες και κόνικλους, στα οποία είχε χορηγηθεί ακετονίδιο
τριαμσινολόνης περιλάμβαναν υπερωϊοσχιστία και/ή εσωτερική υδροκεφαλία και
ανωμαλίες στον άξονα του σκελετού, ενώ τα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν σε
7