Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός,
Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Η τοξικότητα της οιστριόλης είναι πολύ χαμηλή. Η υπερδοσολογία με
Blissel 50 μικρογραμμάρια/g κολπική γέλη με κολπική εφαρμογή είναι
πολύ απίθανη. Τα συμπτώματα που μπορεί να παρουσιαστούν στην
περίπτωση που από λάθος προσληφθεί υψηλή δόση είναι ναυτία, έμετος
και κολπική αιμορραγία σε γυναίκες. Δεν υπάρχει γνωστό αντίδοτο. Εάν
είναι αναγκαίο, πρέπει να εφαρμοστεί συμπτωματική θεραπεία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Οιστρογόνα, κωδικός ATC: G03CA04.
Το Blissel 50 μικρογραμμάρια/g κολπική γέλη περιέχει συνθετική
οιστριόλη, η οποία είναι χημικά και βιολογικά όμοια με την ανθρώπινη
οιστριόλη. Η οιστριόλη ασκεί τις φαρμακολογικές και βιολογικές της
επιδράσεις μέσω της δράσης της στους υποδοχείς οιστρογόνων. Η
οιστριόλη έχει υψηλή συγγένεια σύνδεσης με τους υποδοχείς
οιστρογόνων στον ιστό της ουροδόχου κύστης και του κόλπου και
σχετικά χαμηλή συγγένεια σύνδεσης με τους υποδοχείς οιστρογόνων του
ιστού του ενδομητρίου και των μαστών. Για το λόγο αυτό, η σύνδεση της
οιστριόλης στον υποδοχέα οιστρογόνων του ενδομητρίου είναι
εξαιρετικά βραχεία για να επάγει πραγματική υπερπλασία όταν η
οιστριόλη δίνεται άπαξ ημερησίως, ενώ η σύνδεσή της στον υποδοχέα
οιστρογόνων του κόλπου είναι επαρκής και δρα ενάντια στην κολπική
ατροφία παρά τη χρήση πολύ χαμηλής δόσης οιστριόλης.
Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η μείωση των επιπέδων των
οιστρογόνων έχει σαν αποτέλεσμα η περιοχή των γεννητικών οργάνων
να γίνεται ξηρή, κνησμώδης και να ερεθίζεται ευκολότερα. Η τοπική
κολπική οιστριόλη δρα απευθείας στους ιστούς του κατώτερου
ουρογεννητικού σωλήνα που είναι ευαίσθητοι στα οιστρογόνα,
ανακουφίζοντας τα συμπτώματα της κολπικής ατροφίας. Η οιστριόλη
ομαλοποιεί το κολπικό επιθήλιο, το επιθήλιο του τραχήλου μήτρας και το
επιθήλιο της ουρήθρας και ως εκ τούτου βοηθά στην αποκατάσταση της
φυσιολογικής μικροβιακής χλωρίδας και του φυσιολογικού pH του
κόλπου. Επιπλέον, η οιστριόλη αυξάνει την αντίσταση των επιθηλιακών
κυττάρων του κόλπου σε λοίμωξη και φλεγμονή και μειώνει τη
συχνότητα εμφάνισης ουρογεννητικών ενοχλήσεων.
8