
4.9 Υπερδοσολογία
Περιορισμένες μόνο πληροφορίες είναι διαθέσιμες όσον αφορά την οξεία τοξικότητα της
νατριούχου σουλμπακτάμης και της νατριούχου αμπικιλλίνης στον άνθρωπο. Η υπερβολική δόση
του φαρμάκου αναμένεται να προκαλέσει κλινικές εκδηλώσεις που αποτελούν κυρίως προέκταση
των ανεπιθύμητων ενεργειών που έχουν αναφερθεί για το φάρμακο. Το γεγονός ότι οι υψηλές
συγκεντρώσεις των β-λακταμικών αντιβιοτικών στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό μπορεί να
προκαλέσουν νευρολογικές εκδηλώσεις περιλαμβάνουσες και τους σπασμούς πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη. Δεδομένου ότι τόσο η αμπικιλλίνη όσο και η σουλμπακτάμη απομακρύνονται
από τη κυκλοφορία με αιμοδιύλιση, η διαδικασία αυτή μπορεί να ενισχύσει την αποβολή του
φαρμάκου από τον οργανισμό σε περιπτώσεις λήψης υπερβολικής δόσης από ασθενείς με
μειωμένη νεφρική λειτουργία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ:
Κωδικός ATC: J01CR01
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Βιοχημικές μελέτες, με χρησιμοποίηση ελευθέρων από κύτταρα μικροβιακών συστημάτων,
απέδειξαν ότι η σουλμπακτάμη αποτελεί μη αναστρέψιμο αναστολέα για τις πιο σημαντικές β-
λακταμάσες που υπάρχουν σε μικροοργανισμούς ανθεκτικούς στις πενικιλλίνες. Το φάρμακο
παρουσιάζει σημαντική αντιμικροβιακή δραστηριότητα μόνο εναντίον των ακόλουθων
μικροοργανισμών: Neisseriaceae, Acinetobacter calcoaceticus (εκτός του είδους anitratus), ειδών
Bacteroides, Moraxella catarrhalis και Pseudomonas cepacia.
Η δυνατότητα της νατριούχου σουλμπακτάμης να προλαμβάνει την καταστροφή των πενικιλλινών
και των κεφαλοσπορινών από ανθεκτικούς μικροοργανισμούς, επιβεβαιώθηκε σε μελέτες που
χρησιμοποιήθηκαν ολόκληρα στελέχη ανθεκτικών μικροοργανισμών, στις οποίες η σουλμπακτάμη
παρουσίαζε έντονο συνεργικό αποτέλεσμα όταν χορηγείτο μαζί με πενικιλλίνες και
κεφαλοσπορίνες.
Δεδομένου ότι η σουλμπακτάμη δεσμεύεται επίσης από μερικές πενικιλλινοδεσμευτικές πρωτεΐνες,
μερικά ευαίσθητα μικροβιακά στελέχη καθίστανται περισσότερο ευαίσθητα στο συνδυασμό, παρά
στο β-λακταμικό αντιβιοτικό που χρησιμοποιείται κατά μόνας.
Το βακτηριοκτόνο στοιχείο του προϊόντος είναι η αμπικιλλίνη, η οποία όπως και η
βενζυλοπενικιλλίνη δρα εναντίον ευαίσθητων μικροοργανισμών, κατά τη διάρκεια του ενεργού
σταδίου του πολλαπλασιασμού αυτών, δια της αναστολής της βιοσύνθεσης των βλεννοπεπτιδίων
του μικροβιακού τοιχώματος.
Το DEMOTINE είναι δραστικό εναντίον μεγάλης κλίμακας θετικών και αρνητικών κατά Gram
μικροβίων, συμπεριλαμβανομένων των Staphylococcus aureus και epidermidis
(περιλαμβανομένων και ανθεκτικών στην πενικιλλίνη στελεχών), Streptococcus pneumoniae,
Streptococcus faecalis και άλλων ειδών Streptococcus, Haemophilus influenzae, και parainfluenzae
(στελέχη παράγοντα ή μη β-λακταμάση), Branhamella catarrhalis, αναερόβιων μικροβίων,
περιλαμβανομένων του Bacteroides fragilis, και παρόμοιων ειδών, Escherichia Coli, ειδών
Klebsiella, ειδών Proteus (με θετική ή αρνητική αντίδραση ινδόλης) Morganella morganii, ειδών
Citrobacter, ειδών Enterobacter, Neisseria meningitidis, και Neisseria gonorrhoeae.
5. 2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες