Παρακλινικές
εξετάσεις
Αυξημένες
τρανσαμινάσες
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη
χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι
σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-
κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους
επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων
284 GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ:+30 21 32040380/337, Φαξ: + 30
21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Σε ιδιαίτερο κίνδυνο για ηπατική βλάβη (συμπεριλαμβανομένου της
αιφνίδιας εκδήλωσης ηπατίτιδας, ηπατική ανεπάρκεια, χολοστατική
ηπατίτιδα, κυτταρολυτική ηπατίτιδα) είναι οι ηλικιωμένοι ασθενείς,
μικρά παιδιά, ασθενείς με ηπατικές διαταραχές, χρόνιο αλκοολισμό,
χρόνιο υποσιτισμό και οι ασθενείς που ταυτόχρονα λαμβάνουν
φαρμακευτικά προϊόντα που οδηγούν στην επαγωγή ενζύμων. Στις
περιπτώσεις αυτές, η υπερδοσολογία μπορεί να αποβεί μοιραία.
Συμπτώματα υπερδοσολογίας
Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται εντός των πρώτων 24 ωρών και
περιλαμβάνουν: ναυτία, έμετο, ανορεξία, ωχρότητα και κοιλιακό άλγος.
Υπερδοσολογία με 7,5 g ή περισσότερο παρακεταμόλης σε μια εφάπαξ
χορήγηση σε ενήλικες ή 140 mg / kg βάρους σώματος σε εφάπαξ
χορήγηση σε παιδιατρικούς ασθενείς, οδηγεί σε νέκρωση των ηπατικών
κυττάρων, η οποία μπορεί να προκαλέσει πλήρη και μη αναστρέψιμη
νέκρωση και στη συνέχεια ηπατοκυτταρική ανεπάρκεια, μεταβολική
οξέωση και εγκεφαλοπάθεια. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει
σε κώμα, μερικές φορές με μοιραία έκβαση. Ταυτόχρονα, αυξημένα
επίπεδα των ηπατικών τρανσαμινασών (AST, ALT), γαλακτικής
δεϋδρογενάσης και της χολερυθρίνης σε συνδυασμό με μειωμένα επίπεδα
προθρομβίνης έχουν παρατηρηθεί, το οποίο μπορεί να συμβεί σε 12 έως
48 ώρες μετά τη χορήγηση.
Τα κλινικά συμπτώματα ηπατικής βλάβης γίνονται συνήθως εμφανή μετά
από δύο μέρες, και φτάνουν στο ανώτατο όριο μετά από 4 έως 6 ημέρες.
Θεραπεία της υπερδοσολογίας
Άμεση νοσηλεία
Πριν από την έναρξη της θεραπείας, και το συντομότερο δυνατόν
μετά την υπερδοσολογία, θα πρέπει να λαμβάνεται ένα δείγμα
αίματος για τον προσδιορισμό των επιπέδων της παρακεταμόλης
στο πλάσμα.
Η θεραπεία περιλαμβάνει την χορήγηση του αντίδοτου, Ν-
ακετυλοκυστεϊνη (NAC), είτε ενδοφλεβίως ή από το στόμα, αν είναι
δυνατόν κατά τη διάρκεια των πρώτων 10 ωρών. Η Ν-
ακετυλοκυστεΐνη μπορεί επίσης να προσφέρει κάποιο βαθμό
Σελίδα 7 από 12