παραισθησία των άκρων με ή χωρίς κράμπες, οι οποίες συχνά προκαλούνται
από το κρύο. Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται έως και στο 95% των
ασθενών. Η διάρκεια αυτών των συμπτωμάτων, που συνήθως υποχωρούν
μεταξύ των κύκλων της θεραπείας, αυξάνεται με τον αριθμό των
χορηγούμενων κύκλων.
Η εμφάνιση πόνου ή/και λειτουργικών διαταραχών είναι ενδείξεις, ανάλογα
με την διάρκεια των συμπτωμάτων, για την προσαρμογή της δοσολογίας ή
για τη διακοπή της θεραπείας (βλ. παράγραφο 4.4). Αυτές οι λειτουργικές
διαταραχές περιλαμβάνουν δυσκολίες στην εκτέλεση λεπτών κινήσεων και
πιθανόν να προέρχονται από μια διαταραχή της αισθητικότητας. Ο κίνδυνος
εμφάνισης επίμονων συμπτωμάτων για αθροιστικές δόσεις περίπου 850
mg/m
2
(10 κύκλοι) και 1020 mg/m
2
(12 κύκλοι) είναι περίπου 10% και 20%
αντίστοιχα. Στην πλειοψηφία των ασθενών, τα νευρολογικά συμπτώματα
υποχωρούν όταν διακόπτεται η θεραπεία. Στην επικουρική θεραπεία του
καρκίνου του παχέος εντέρου, 6 μήνες μετά τη διακοπή της αγωγής, το 87%
των ασθενών παρουσίασε καθόλου ή ήπια συμπτώματα. Μετά από 3 χρόνια
παρακολούθησης, περίπου 3% των ασθενών παρουσίασε είτε επιμένουσες
τοπικές παραισθησίες ήπιας έντασης (2,3%) ή παραισθησίες με μείωση των
λειτουργικών δραστηριοτήτων (0,5%).
Έχουν αναφερθεί οξείες νευροαισθητικές εκδηλώσεις (βλ. παράγραφο 5.3).
Συνήθως τα συμπτώματα εμφανίζονται εντός ωρών από τη χορήγηση και
συχνά εκδηλώνονται με την έκθεση στο κρύο. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί
να εμφανισθούν ως παροδική παραισθησία, δυσαισθησία και υπαισθησία. Το
οξύ σύνδρομο φαρυγγολαρυγγικής δυσαισθησίας εμφανίζεται σε 1% έως 2%
των ασθενών, και χαρακτηρίζεται από υποκειμενικό αίσθημα δυσφαγίας ή
δύσπνοιας/αίσθημα πνιγμονής, χωρίς καμία αντικειμενική ένδειξη
αναπνευστικής δυσφορίας (χωρίς κυάνωση ή υποξία) ή λαρυγγόσπασμου ή
βρογχόσπασμου (χωρίς εισπνευστικό ή εκπνευστικό συριγμό). Παρόλο που
έχουν χορηγηθεί αντιϊσταμινικά και βρογχοδιασταλτικά στις περιπτώσεις
αυτές, τα συμπτώματα αυτά είναι γρήγορα αναστρέψιμα ακόμα και χωρίς
φαρμακευτική αγωγή. Η παράταση του χρόνου έγχυσης βοηθά στη μείωση
της συχνότητας εμφάνισης αυτού του συνδρόμου (βλ. παράγραφο 4.4).
Περιστασιακά έχουν παρατηρηθεί άλλα συμπτώματα που περιλαμβάνουν
σπασμό της γνάθου/μυϊκούς σπασμούς/ακούσιες μυϊκές συσπάσεις/μυϊκές
δεσμιδώσεις/μυόκλονος, μη φυσιολογικός συντονισμός/μη φυσιολογικό
βάδισμα/αταξία/ διαταραχές ισορροπίας, αίσθημα σύσφιξης
/πίεσης/δυσφορίας/άλγους στο λαιμό ή τον θώρακα, ακόμα σε συσχέτιση με
δυσλειτουργίες κρανιακού νεύρου που μπορεί να εμφανισθούν ως
μεμονωμένα περιστατικά όπως πτώση, διπλωπία, αφωνία/δυσφωνία/βράγχος
φωνής, που μερικές φορές περιγράφεται ως παράλυση των φωνητικών
χορδών, μη φυσιολογική αίσθηση της γλώσσας ή δυσαρθρία, που μερικές
φορές περιγράφεται ως αφασία, νευραλγία τριδύμου/ άλγος προσώπου/άλγος
οφθαλμού, ελάττωση της οπτικής οξύτητας, διαταραχές του οπτικού πεδίου.
Άλλα νευρολογικά συμπτώματα όπως δυσαρθρία, απώλεια των εν τω βάθει
τενόντιων αντανακλαστικών και σήμα Lhermitte έχουν αναφερθεί κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με οξαλιπλατίνη. Μεμονωμένες περιπτώσεις οπτικής
νευρίτιδας έχουν αναφερθεί.
Εμπειρία μετά την κυκλοφορία με μη γνωστή συχνότητα
Σπασμοί