ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
ZAKODRONATE
®
Δισκία 70mg/TAB
Alendronic Acid ως Alendronate Sodium Trihydrate
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΙΔΙΟΣΚΕΥΑΣΜΑΤΟΣ
ZAKODRONATE
®
δισκία 70mg/TAB
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Το ZAKODRONATE
®
περιέχει ανά δισκίο το ισοδύναμο με 70mg Alendronic Acid
ως 91,73mg Alendronate Sodium Trihydrate.
Για τα έκδοχα βλ. 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το ZAKODRONATE
®
ενδείκνυται για τη θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής
οστεοπόρωσης. Το ZAKODRONATE
®
μειώνει τον κίνδυνο των καταγμάτων της
σπονδυλικής στήλης και του ισχίου.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η συνιστώμενη δόση είναι ένα δισκίο 70mg χορηγούμενο μια φορά την εβδομάδα.
Για να επιτραπεί η επαρκής απορρόφηση του alendronate:
Το ZAKODRONATE
®
πρέπει να λαμβάνεται τουλάχιστον τριάντα (30) λεπτά, πριν
το πρώτο γεύμα ή ρόφημα, όπως και πριν τη λήψη άλλου φαρμακευτικού
σκευάσματος, με ένα γεμάτο ποτήρι νερό βρύσης. Άλλα ποτά (συμπεριλαμβανομένου
και του μεταλλικού νερού), φαγητά και ορισμένα φαρμακευτικά σκευάσματα πιθανόν
είναι να μειώσουν την απορρόφηση του alendronate (βλέπε 4.5 Αλληλεπιδράσεις με
άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα και άλλες μορφές αλληλεπιδράσεων).
Για να διευκολυνθεί η μετάβαση του φαρμάκου στο στομάχι ώστε να μειωθεί η
πιθανότητα τοπικού ερεθισμού όπως και ερεθισμού του οισοφάγου/ανεπιθύμητες
ενέργειες (βλέπε 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση), θα
1
πρέπει:
Το ZAKODRONATE
®
να καταπίνεται μόλις η ασθενής σηκωθεί από το
κρεβάτι με ένα γεμάτο ποτήρι νερό βρύσης (όχι λιγότερο από 200ml ή 7fl.oz.).
Οι ασθενείς να μην μασούν τα δισκία και να μην τα διαλύουν μέσα στο στόμα
τους επειδή είναι δυνατόν να εμφανισθεί στοματοφαρυγγική εξέλκωση.
Οι ασθενείς να μην ξαπλώνουν έως όταν πάρουν το πρώτο γεύμα της ημέρας,
το οποίο πρέπει να γίνεται 30 λεπτά τουλάχιστον μετά τη λήψη του δισκίου.
Οι ασθενείς να μην ξαπλώνουν για 30 λεπτά τουλάχιστον μετά τη λήψη του
δισκίου.
Οι ασθενείς να μην λαμβάνουν το ZAKODRONATE
®
εάν πρόκειται να
ξαπλώσουν ή πριν σηκωθούν από το κρεβάτι.
Όλοι οι ασθενείς με οστεοπόρωση θα πρέπει να λαμβάνουν συμπληρωματική
ποσότητα ασβεστίου και βιταμίνης D, εφόσον το διαιτολόγιό τους δεν είναι επαρκές
(βλέπε 4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Χρήση στους Ηλικιωμένους:
Σύμφωνα με κλινικές μελέτες δεν εμφανίσθηκε διαφορά σχετιζόμενη με την ηλικία
στην αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του alendronate. Για αυτό το λόγο δεν
χρειάζεται αναπροσαρμογή της δοσολογίας για ηλικιωμένους ασθενείς.
Χρήση στους Ασθενείς με Νεφρική Ανεπάρκεια:
Δεν χρειάζεται αναπροσαρμογή της δοσολογίας για ασθενείς με ταχύτητα
σπειραματικής διήθησης (GFR) μεγαλύτερη από 35ml/min. Το Alendronate δεν
ενδείκνυται για ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια όπου το GFR είναι μικρότερο από
35ml/min εξαιτίας έλλειψης εμπειρίας.
Χρήση στα παιδιά:
Το alendronate δεν έχει μελετηθεί στα παιδιά και για αυτό δεν συνίσταται η χρήση
του.
Το ZAKODRONATE
®
εβδομαδιαίο δισκίο 70mg δεν έχει μελετηθεί για τη θεραπεία
της οστεοπόρωσης από γλυκοκορτικοειδή.
4.3 Αντενδείξεις
Παθολογικές καταστάσεις του οισοφάγου και άλλες καταστάσεις που
προκαλούν επιβράδυνση της κένωσης, όπως στενώσεις ή αχαλασία.
Αδυναμία της ασθενούς να παραμένει όρθια ή να καθίσει σε όρθια στάση για
τουλάχιστον 30 λεπτά.
Υπερευαισθησία στο alendronate ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Υπασβεστιαιμία.
(βλέπε 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το alendronate, μπορεί να προκαλέσει τοπικό ερεθισμό του βλεννογόνου του
ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος.
Λόγω της πιθανότητας επιδείνωσης της παρούσας νόσου θα πρέπει να δίνεται
προσοχή όταν χορηγείται το alendronate σε ασθενείς που παρουσιάζουν ήδη ενεργά
προβλήματα από το ανώτερο πεπτικό, όπως δυσφαγία, συμπτωματικές οισοφαγικές
νόσοι, γαστρίτιδα, δωδεκαδακτυλίτιδα, έλκη ή με πρόσφατο ιστορικό (εντός του
προηγούμενου έτους) μείζονος πάθησης του γαστρεντερικού όπως το πεπτικό έλκος,
ή η ενεργός γαστρεντερική αιμορραγία, ή χειρουργική επέμβαση του ανώτερου
γαστρεντερικού τμήματος εκτός από την πυλωροπλαστική (βλ. 4.3 Αντενδείξεις).
Ανεπιθύμητες ενέργειες στον οισοφάγο, όπως οισοφαγίτιδα, οισοφαγικά έλκη και
διαβρώσεις, σπάνια ακολουθούμενες από οισοφαγική στένωση, έχουν αναφερθεί για
ασθενείς που έπαιρναν alendronate. Σε ορισμένες περιπτώσεις ήσαν σοβαρές και
απαιτήθηκε εισαγωγή στο νοσοκομείο. Οι γιατροί θα πρέπει συνεπώς να είναι
ενήμεροι για οποιαδήποτε σημεία ή συμπτώματα που υποδηλώνουν πιθανό
οισοφαγικό ερεθισμό. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται να διακόπτουν το
alendronate και να ζητούν ιατρική συμβουλή αν παρουσιάσουν συμπτώματα
οισοφαγικού ερεθισμού όπως δυσφαγία, οδυνοφαγία, οπισθοστερνικό πόνο ή
εμφάνιση ή/και επιδείνωση του αισθήματος καύσου.
Ο κίνδυνος για σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες στον οισοφάγο εμφανίζεται
αυξημένος σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν το alendronate σύμφωνα με τον
ενδεδειγμένο τρόπο και/ή συνεχίζουν να λαμβάνουν alendronate αφού έχουν
εμφανίσουν συμπτώματα ενδεικτικά οισοφαγικού ερεθισμού. Για το λόγο αυτό είναι
πολύ σημαντικό οι ασθενείς να λαμβάνουν πλήρεις και σαφείς οδηγίες για τον τρόπο
χορήγησης του φαρμάκου (βλέπε 4.4 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης). Οι ασθενείς
θα πρέπει να ενημερώνονται ότι αν δεν ακολουθούν αυτές τις οδηγίες μπορεί να
αυξηθεί ο κίνδυνος πρόκλησης ανεπιθύμητων συμβαμάτων από τον οισοφάγο.
Παρόλο που δεν παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος κατά τη διάρκεια εκτεταμένων
κλινικών μελετών, μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου έγιναν σπάνια αναφορές για
γαστρικά και δωδεκαδακτυλικά έλκη, μερικά σοβαρά και με επιπλοκές. Η
αιτιολογική συσχέτιση δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Έχει αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου που σχετίζεται γενικά με την εξαγωγή
οδόντων και/ή με τοπική λοίμωξη (συμπεριλαμβανομένης της οστεομυελίτιδας) σε
ασθενείς με καρκίνο που λαμβάνουν θεραπευτικά σχήματα που συμπεριλαμβάνουν
πρωτίστως την ενδοφλέβια χορήγηση διφωσφονικών. Πολλοί από αυτούς τους
ασθενείς ελάμβαναν επίσης χημειοθεραπεία και κορτικοστεροειδή. Οστεονέκρωση
της γνάθου έχει επίσης αναφερθεί σε ασθενείς με οστεοπόρωση που λαμβάνουν από
το στόμα χορηγούμενα διφωσφονικά.
Πριν από τη θεραπεία με διφωσφονικά σε ασθενείς με συνυπάρχοντες παράγοντες
κινδύνου (π.χ. καρκίνο, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, θεραπεία με
κορτικοστεροειδή, μη ικανοποιητική στοματική υγιεινή), θα πρέπει να εξετάζεται το
3
ενδεχόμενο οδοντιατρικής εξέτασης και της κατάλληλης προληπτικής οδοντιατρικής
παρέμβασης.
Όταν αυτοί οι ασθενείς βρίσκονται σε θεραπεία, θα πρέπει να αποφεύγονται, εάν
είναι δυνατόν, εν τω βάθει οδοντιατρικές διεργασίες. Στους ασθενείς, οι οποίοι
παρουσίασαν οστεονέκρωση της γνάθου, ενώ ελάμβαναν θεραπεία με διφωσφονικά,
η οδοντιατρική επέμβαση μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση. Για τους ασθενείς
στους οποίους απαιτούνται οδοντιατρικές διεργασίες, δεν υπάρχουν διαθέσιμα
στοιχεία, τα οποία να υποστηρίζουν εάν η διακοπή της θεραπείας με διφωσφονικά
μειώνει τον κίνδυνο οστεονέκρωσης της γνάθου.
Η κλινική αξιολόγηση από τον θεράποντα ιατρό, θα οδηγήσει στο θεραπευτικό σχήμα
για κάθε ασθενή, το οποίο βασίζεται στην εξατομικευμένη αξιολόγηση οφέλους/
κινδύνου.
Έχει αναφερθεί πόνος των οστών, των αρθρώσεων και/ή μυϊκός πόνος σε ασθενείς
που λαμβάνουν θεραπεία με διφωσφονικά. Κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία,
αυτά τα συμπτώματα ήταν σπάνια σοβαρά και/ή μη αντιμετωπίσιμα (βλέπε 4.8
Ανεπιθύμητες ενέργειες).
Το χρονικό διάστημα έναρξης των συμπτωμάτων κυμαινόταν από μια ημέρα έως
μερικούς μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας. Οι περισσότεροι ασθενείς είχαν
ανακουφισθεί από τα συμπτώματα μετά την διακοπή της θεραπείας. Μια υποομάδα
παρουσίασε εκ νέου συμπτώματα, όταν της επαναχορηγήθηκε θεραπεία με το ίδιο
φάρμακο ή θεραπεία με άλλα διφωσφονικά.
Στους ασθενείς θα πρέπει να τονίζεται ότι, σε περίπτωση που παραλείψουν να λάβουν
μια δόση ενός δισκίου ZAKODRONATE
®
, θα πρέπει να λάβουν ένα δισκίο το πρωί
αφότου το θυμηθούν., Δεν θα πρέπει να λάβουν δυο δισκία την ίδια ημέρα αλλά θα
πρέπει να επιστρέψουν στο να πάρουν ένα δισκίο την εβδομάδα, όπως αρχικά είχαν
προγραμματίσει την ημέρα της επιλογής τους.
Το alendronate δε συνιστάται σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια όπου η ταχύτητα
σπειραματικής διήθησης (GFR) είναι λιγότερο από 35in (βλέπε 4.2 Δοσολογία και
τρόπος χορήγησης).
Αιτίες εμφάνισης οστεοπόρωσης εκτός της έλλειψης οιστρογόνων και της
προχωρημένης ηλικίας, πρέπει να ελέγχονται.
Η υπασβεστιαιμία πρέπει να θεραπευθεί πριν την έναρξη θεραπείας με alendronate
(βλέπε 4.3 Αντενδείξεις). Άλλες διαταραχές που επηρεάζουν τον μεταβολισμό
μετάλλων (όπως έλλειψη βιταμίνης D και ο υποπαραθυρεοειδισμός), πρέπει επίσης
να θεραπεύονται πλήρως.
Σε ασθενείς με αυτές τις διαταραχές, πρέπει να ελέγχεται το ασβέστιο του ορού και τα
συμπτώματα υπασβεσταιμίας κατά τη διάρκεια της θεραπείας με ZAKODRONATE
®
.
Εξαιτίας της θετικής επίδρασης του alendronate στην αύξηση της οστικής
πυκνότητας, μπορεί να εμφανισθούν μειώσεις ασβεστίου και φωσφόρου στον ορό.
Αυτές μπορεί να είναι μικρές και ασυμπτωματικές. Ωστόσο, υπάρχουν σπάνιες
αναφορές συμπτωματικής υπασβεσταιμίας, οι οποίες περιστασιακά μπορεί να είναι
σοβαρές και συχνά παρουσιάσθηκαν σε ασθενείς με διαταραχές που προδιαθέτουν
(π.χ. υποπαραθυρεοειδισμό, έλλειψη βιταμίνης D και δυσαπορρόφηση του
ασβεστίου).
Εξασφάλιση πρόσληψης επαρκούς ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D είναι για
αυτό το λόγο πολύ σημαντική, ιδιαίτερα για τους ασθενείς που λαμβάνουν
γλυκοκορτικοειδή.
Έκδοχα
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά
προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια Lap λακτάσης ή
δυσαπορρόφησης της γλυκόζης γαλακτόζης δεν πρέπει να λάβουν αυτό το
φαρμακευτικό προϊόν.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπιδράσεων
Λαμβανόμενα κατά τον ίδιο χρόνο, τροφές, ροφήματα (συμπεριλαμβανομένου του
μεταλλικού νερού, συμπληρώματα ασβεστίου, αντιόξινα και άλλα από του στόματος
λαμβανόμενα φαρμακευτικά σκευάσματα πιθανόν να επηρεάζουν την απορρόφηση
του alendronate. Για το λόγο αυτό, μετά τη λήψη του alendronate, οι ασθενείς θα
πρέπει να περιμένουν τουλάχιστον μισή ώρα πριν λάβουν οποιοδήποτε άλλο
φαρμακευτικό σκεύασμα από το στόμα (βλέπε 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
και 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες).
Δεν αναμένονται αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα κλινικής
σημασίας. Ένας μικρός αριθμός γυναικών με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση που
μετείχαν σε κλινικές μελέτες, έλαβε οιστρογόνα (ενδοκολπικά, διαδερμικά ή από του
στόματος) ενώ ελάμβαναν ταυτόχρονα alendronate. Δε διαπιστώθηκαν ανεπιθύμητες
ενέργειες που να αποδόθηκαν στην ταυτόχρονη χορήγηση των δύο φαρμάκων.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχουν γίνει ειδικές μελέτες αλληλεπίδρασης στις κλινικές
μελέτες του alendronate χορηγήθηκε σε μεγάλη κλίμακα ταυτόχρονα με
φαρμακευτικά σκευάσματα που συνταγογραφούνται συχνά χωρίς την εμφάνιση
κλινικών ανεπιθύμητων αλληλεπιδράσεων.
4.6 Χορήγηση κατά την κύηση και το θηλασμό
Χορήγηση κατά την κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία από τη χρήση του alendronate σε εγκύους γυναίκες.
Μελέτες σε ζώα δεν δείχνουν άμεσα επιζήμιες συνέπειες στην εγκυμοσύνη, την
εμβρυονική / εμβρυική ανάπτυξη. Το alendronate που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια
της εγκυμοσύνης σε αρουραίους προκάλεσε δυστοκία σχετιζόμενη με την
υπασβεστιαιμία (βλέπε 5.3 Προκλινικά δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια).
Σύμφωνα και με την ένδειξη, το alendronate δεν θα πρέπει να χορηγείται κατά τη
διάρκεια της κύησης.
Χορήγηση κατά το θηλασμό
Δεν είναι γνωστό εάν το alendronate εκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα με το θηλασμό.
Σύμφωνα και με την ένδειξη, το alendronate δεν θα πρέπει να χορηγείται σε
θηλάζουσες γυναίκες.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
5
Δεν έχει παρατηρηθεί επίδραση στην ικανότητα οδήγησης ή του χειρισμού
μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε κλινική μελέτη ενός έτους σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση η
γενική κλινική εικόνα ασφαλείας ήταν παρόμοια για το ZAKODRONATE
®
δισκίο
70mg (n=519) και το alendronate 10mg/ημερησίως (η=370).
Σε δυο ταυτόσημα σχεδιασμένες, διάρκειας τριών ετών, μελέτες σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (alendronate 10mg: η=196, placebo: η=397) η γενική
κλινική εικόνα ασφαλείας του alendronate 10mg/ημερησίως και του placebo ήταν
παρόμοια.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν από τους ερευνητές ως ενδεχόμενες,
πιθανόν ή οριστικά σχετιζόμενες με το φάρμακο, παρουσιάζονται παρακάτω εάν
αυτές εμφανίστηκαν σε ποσοστό ≥ 1% σε κάθε ομάδα θεραπείας στην κλινική μελέτη
ενός έτους, ή σε ποσοστό =1% των ασθενών που ελάμβαναν alendronate
10mg/ημερησίως και σε μεγαλύτερη συχνότητα από τους ασθενείς οι οποίοι
ελάμβαναν placebo στις κλινικές μελέτες των τριών ετών:
Μελέτη Ενός Έτους Μελέτη Τριών Ετών
ZAKODRONAT
E
®
Εβδομαδιαίο
70mg
(n=519)
%
10mg/ημέρα
(n=370)
%
Alendronate
10mg/ημέρα
(n=196)
%
Placebo
(n=397)
%
Γαστρεντερικές
κοιλιακός πόνος
δυσπεψία
παλινδρόμηση οξέος
ναυτία
διάταση κοιλίας
δυσκοιλιότητα
διάρροια
δυσφαγία
μετεωρισμός
γαστρίτιδα
γαστρικό έλκος
οισοφαγικό έλκος
3,7
2,7
1,9
1,9
1,0
0,8
0,6
0,4
0,4
0,2
0,0
0,0
3,0
2,2
2,4
2,4
1,4
1,6
0,5
0,5
1,6
1,1
1,1
0,0
6,6
3,6
2,0
3,6
1,0
3,1
3,1
1,0
2,6
0,5
0,0
1,5
4,8
3,5
4,3
4,0
0,8
1,8
1,8
0,0
0,5
1,3
0,0
0,0
Μυοσκελετικές
Μυοσκελετικός πόνος
(οστό, μυς ή
άρθρωση)
μυϊκή σύσπαση
(κράμπα)
2,9
0,2
3,2
1,1
4,1
0,0
2,5
1,0
Νευρολογικές
Κεφαλαγία 0,4 0,3 2,6 1,5
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν επίσης αναφερθεί κατά τη διάρκεια
κλινικών μελετών και/ή μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου:
[Συχνές (≥1/100, <1/10), Όχι σπάνιες (≥1/1.000, <1/100), Σπάνιες (≥1/10.000,
<1/1.000), Πολύ σπάνιες (<1/10.000 συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων
περιπτώσεων)]
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος:
Σπάνιες: αντιδράσεις υπευαισθησίας συμπεριλαμβανομένης της κνίδωσης και του
αγγειοοιδήματος.
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης:
Σπάνιες: συμπτωματική υπασβεστιαιμία, συχνά σε συσχετισμό με καταστάσεις που
προδιαθέτουν (βλέπε παράγραφο 4.4).
Διαταραχές του νευρικού συστήματος:
Συχνές: κεφαλαλγία.
Οφθαλμικές διαταραχές:
Σπάνιες: ραγοειδίτιδα, σκληρίτιδα, επισκληρίτιδα.
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος:
Συχνές: κοιλιακό άλγος, δυσπεψία, δυσκοιλιότητα, διάρροια, μετεωρισμός,
οισοφαγικό έλκος*, δυσφαγία*, κοιλιακή διάταση, παλινδρόμηση οξέος.
Όχι συχνές: ναυτία, έμετος, γαστρίτιδα, οισοφαγίτιδα*, οισοφαγικές εξελκώσεις*,
μέλαινα.
Σπάνιες: οισοφαγική στένωση*, στοματοφαρυγγική εξέλκωση*, του ανώτερου
γαστρεντερικού ΔΕΑ (διάτρηση, έλκη, αιμορραγία) (βλέπε παράγραφο 4.4).
*Βλέπε παραγράφους 4.2 και 4.4.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού:
Όχι συχνές: εξάνθημα, κνησμός, ερύθημα.
Σπάνιες: εξάνθημα με φωτοευαισθησία.
Πολύ σπάνιες και μεμονωμένες περιπτώσεις: μεμονωμένες περιπτώσεις σοβαρών
δερματικών αντιδράσεων συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου Stevens-Johnson και
τοξικής επιδερμικής νεκρόλυσης.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού:
Συχνές: μυοσκελετικός (του οστού, του μυός ή της άρθρωσης) πόνος.
Σπάνιες: Έχει αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου που σχετίζεται με ασθενείς που
λαμβάνουν διφωσφωνικά. Οι περισσότερες αναφορές έγιναν από ασθενείς με
καρκίνο, αλλά τέτοιες περιπτώσεις έχουν αναφερθεί επίσης σε ασθενείς που
7
λαμβάνουν θεραπεία για οστεοπόρωση. Οστεονέκρωση της γνάθου σχετίζεται γενικά
με την εξαγωγή οδόντων και / ή με τοπική λοίμωξη (συμπεριλαμβανομένης της
οστεομυελίτιδας). Ως παράγοντες κινδύνου θεωρούνται επίσης διαγνωσμένος
καρκίνος, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, κορτικοστεροειδή, και μη ικανοποιητική
στοματική υγιεινή), σοβαρός μυοσκελετικός (του οστού, του μυός ή της άρθρωσης)
πόνος (βλέπε 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης:
Σπάνιες: Μεταβατικά συμπτώματα όπως αυτά της ανταπόκρισης οξείας φάσης
(μυαλγία, κακουχία και σπάνια πυρετός) τυπικά σε σχέση με την έναρξη της
θεραπείας.
Εργαστηριακά ευρήματα
Σε κλινικές μελέτες, ασυμπτωματική, ήπια και παροδική μείωση των επιπέδων
ασβεστίου στον ορό αίματος αναφέρθηκε σε περίπου σε 18 και 10%,
αντίστοιχα, των ασθενών που ελάμβαναν alendronate 10mg/ημερησίως σε
αντίθεση περίπου σε 12 και 3% αυτών που ελάμβαναν placebo. Παρόλα αυτά,
οι συχνότητες μείωσης των επιπέδων του ασβεστίου στον ορό αίματος σε
<8.0mg/dl (2.0mmol/l) και του φωσφόρου στον ορό αίματος σε 2.0mg/dl
(0,65mmol/l) ήταν παρόμοιες και στις δύο ομάδες θεραπείας.
4.9 Υπερδοσολογία
Υπασβεστιαιμία, υποφωσφαταιμία και ανεπιθύμητες ενέργειες από το ανώτερο
πεπτικό όπως γαστρική δυσφορία, οπισθοστερνικός καύσος, οισοφαγίτιδα,
γαστρίτιδα, ή έλκος μπορεί να προκληθούν από υπερβολική από του στόματος λήψη.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με την θεραπεία της
υπερδοσολογίας με alendronate. Θα πρέπει να χορηγείται γάλα ή αντιόξινα ώστε να
δεσμευθεί το alendronate. Λόγω του κινδύνου οισοφαγικού ερεθισμού, θα πρέπει να
αποφεύγεται πρόκληση εμέτου και η ασθενής θα πρέπει να παραμένει σε όρθια στάση
(καθιστή ή όρθια).
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Διφωσφονικά, για τη θεραπεία των παθήσεων
των οστών
Κωδικός ATC: Μ05Β Α04
Η δραστική ουσία του ZAKODRONATE
®
, το alendronate sodium trihydrate είναι
ένας διφωσφονίτης, ο οποίος εμποδίζει την οστική απορρόφηση στους οστεοκλάστες
χωρίς να έχει άμεση επίδραση στο σχηματισμό του οστού. Προκλινικές μελέτες έχουν
δείξει επιλεκτική εντόπιση του alendronate στις θέσεις ενεργούς απορρόφησης. Η
δράση των οστεοκλαστών εμποδίζεται, όμως η προσέλκυση ή προσκόλληση των
οστεοκλαστών δεν επηρεάζεται. Δεν έχει επηρεαστεί η ποιότητα του οστού που
σχηματίστηκε κατά τη θεραπεία με το alendronate.
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης
Η οστεοπόρωση προσδιορίζεται ως οστική πυκνότητα (BMD) της σπονδυλικής
στήλης ή του ισχίου κατά 2,5μονάδες SD κάτω από το μέσο όρο φυσιολογικών
νέων ατόμων ή ως ένα προηγούμενο κάταγμα ευπάθειας, ανεξάρτητα από την
οστική πυκνότητα.
Η θεραπευτική αντιστοιχία του εβδομαδιαίου δισκίου "alendronate 70mg" =519)
και του "alendronate 10mg ημερησίως" (η=370) αξιολογήθηκε σε μια ετήσια
πολυκεντρική μελέτη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση. Οι μέσες
αυξήσεις από το αρχικό επίπεδο (baseline) της ΟΠ της οσφυϊκής μοίρας της
σπονδυλικής στήλης ήταν 5,1% (95% CI: 4,8, 5,4%) στην ομάδα του εβδομαδιαίου
δισκίου 70mg και 5,4% (95% CI: 5,0, 5,8%) στην ομάδα του ημερήσιου 10mg. Οι
μέσες αυξήσεις της ΟΠ ήταν 2.3% και 2.9% στον αυχένα του μηριαίου και 2,9% και
3,1% στο ολικό ισχίο για τις ομάδες των 70mg εβδομαδιαίως και των 10mg
ημερησίως, αντίστοιχα. Οι δύο θεραπευτικές ομάδες εμφανίστηκαν επίσης παρόμοιες
όσον αφορά τις αυξήσεις της ΟΠ σε άλλα σκελετικά τμήματα.
Η δράση του alendronate στην οστική πυκνότητα και στην συχνότητα εμφάνισης των
καταγμάτων, αξιολογήθηκε σε δυο ταυτόσημου σχεδιασμού αρχικές μελέτες
αποτελεσματικότητας (η=994) καθώς και στην μελέτη Fracture Intervention Trial
(FIT: n=6,459).
Στις αρχικές μελέτες αποτελεσματικότητας οι αυξήσεις της μέσης οστικής
πυκνότητας (BMD) με το "alendronate 10mg/ημερησίως" σχετικά με το placebo στα
τρία χρόνια ήταν 8,8%, 5,9% και 7,8% στην σπονδυλική στήλη, στον αυχένα του
μηριαίου και στον τροχαντήρα. Η ολική ΟΠ σώματος επίσης αυξήθηκε σημαντικά.
Υπήρξε 48% μείωση (alendronate 3,2% έναντι placebo 6,2%) στην αναλογία των
ασθενών που ελάμβαναν alendronate και εμφάνισαν σπονδυλικά κατάγματα σε σχέση
με αυτούς που ελάμβαναν placebo. Κατά τη διετή χρονικά επέκταση αυτών των
μελετών η ΟΠ στην σπονδυλική στήλη και τον τροχαντήρα συνέχισε να αυξάνει και
την ΟΠ στον αυχένα του μηριαίου και στο συνολικό σώμα διατηρήθηκε.
Η FIT αποτελούνταν από δυο μελέτες ελεγχόμενες με placebo όταν χορηγούνταν
alendronate 5mg ημερησίως για δύο έτη και 10mg ημερησίως είτε για ένα είτε για
δύο επιπλέον έτη, ημερησίως:
FIT 1: Μια τριετής μελέτη με 2.027 ασθενείς οι οποίοι είχαν τουλάχιστον ένα
αρχικό σπονδυλικό (συμπιεστικό)κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη το alendronate
ημερησίως μείωσε την συχνότητα εμφάνισης ενός ή περισσοτέρων (≥1) νέων
σπονδυλικών καταγμάτων κατά 47% (alendronate 7,9% έναντι του placebo 15,0%).
Επιπρόσθετα, μια στατιστικά σημαντική μείωση εμφανίστηκε στην συχνότητα
εμφάνισης των καταγμάτων ισχίου (1,1% έναντι 2,2%, μείωση κατά 51%).
FIT 2: Μια τετραετής μελέτη με 4.432 ασθενείς με χαμηλή οστική μάζα, αλλά
χωρίς ένα αρχικό σπονδυλικό κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη παρατηρήθηκε μια
σημαντική διαφορά στην ανάλυση της υποομάδας των οστεοπορωτικών γυναικών
(37% του γενικού πληθυσμού, που αντιστοιχεί στον παραπάνω αναφερθέντα
προσδιορισμό της οστεοπόρωσης στην συχνότητα των καταγμάτων ισχίου
(alendronate 1,0% έναντι placebo 2,2%, μείωση κατά 56%) και στην συχνότητα ενός
ή περισσοτέρων (≥1) σπονδυλικών καταγμάτων (2,9% έναντι 5,8%, μείωση κατά
9
50%).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Σε σύγκριση με μια ενδοφλέβια δόση αναφοράς η από του στόματος
βιοδιαθεσιμότητα του alendronate σε γυναίκες ήταν 0,64% για δόσεις κυμαινόμενες
από 5 έως 701mg όταν χορηγήθηκαν σε νηστικά από το προηγούμενο βράδυ άτομα
και δυο ώρες πριν το τυποποιημένο πρωϊνό γεύμα τους. Η βιοδιαθεσιμότητα
μειώθηκε εξίσου κατά περίπου 0,46% και 0,39% όταν το alendronate χορηγήθηκε μια
ή μισή ώρα πριν το φαγητό. Στις μελέτες οστεοπόρωσης, το alendronate ήταμ
αποτελεσματικό, όταν χορηγούνταν τουλάχιστον 30 λεπτά πριν το πρώτο φαγητό ή
ρόφημα της ημέρας.
Η βιοδιαθεσιμότητα ήταν ασήμαντη όταν το alendronate χορηγήθηκε ταυτόχρονα ή
πριν περάσουν δυο ώρες μετά το πρωινό γεύμα. Ταυτόχρονη χορήγηση του
alendronate με καφέ ή χυμό πορτοκάλι μείωσε τη βιοδιαθεσιμότητα κατά περίπου
60%.
Σε υγιείς ασθενείς, η χορήγηση πρεδνιζολόνης από το στόμα (20mg τρεις φορές
ημερησίως για 5 ημέρες) δεν οδήγησε σε κάποια κλινικά σημαντική αλλαγή στην από
του στόματος βιοδιαθεσιμότητα του alendronate (εύρος μέσης αύξηση από 20% έως
44%).
Κατανομή
Προκλινικές μελέτες σε αρουραίους έδειξαν ότι το alendronate παροδικά κατανέμεται
στους μαλακούς ιστούς μετά από τη χορήγηση 1mg/kg ενδοφλέβια, αλλά ταχύτατα
κατόπιν, ανακατανέμεται στα οστά ή απεκκρίνεται από τα ούρα. Ο μέσος σταθερός
όγκος κατανομής, εκτός των οστών είναι τουλάχιστον 28L στον ανθρώπινο
οργανισμό. Οι συγκεντρώσεις του φαρμάκου στο πλάσμα που ακολουθούν από του
στόματος θεραπευτικές δόσεις είναι πολύ χαμηλές για αναλυτική ανίχνευση
(<5μg/ml). Η δέσμευση με τις πρωτεΐνες στο ανθρώπινο πλάσμα είναι περίπου 78%.
Μεταβολισμός
Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το alendronate μεταβολίζεται στα ζώα ή στο άνθρωπο.
Απέκκριση
Μετά από μια ενδοφλέβια δόση [
14
C] alendronate, περίπου το 50% του
ραδιοσεσημασμένου alendronate απεκκρίθηκε από τα ούρα μέσα σε 72 ώρες ενώ
ελάχιστο έως καθόλου ανιχνεύθηκε στα κόπρανα. Μετά από μια ενδοφλέβια δόση
10mg, η νεφρική κάθαρση του alendronate ήταν 71ml/min και η συστηματική
κάθαρση δεν ξεπέρασε τα 20ml/min.
Οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα, μειώθηκαν περισσότερο από 95% μέσα στις 6 ώρες
που ακολούθησαν από την ενδοφλέβια χορήγηση. Η τελική μέση ημίσεια ζωή στον
άνθρωπο υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 10 χρόνια, αντανακλώντας την απελευθέρωση
του alendronate από το σκελετό. Το alendronate δεν απεκκρίνεται μέσω των όξινων ή
βασικών συστημάτων μεταφοράς των νεφρών των αρουραίων και για το λόγο αυτό,
δεν αναμένεται να επηρεάζει την απέκκριση άλλων φαρμακευτικών σκευασμάτων
από τα συστήματα αυτά στον άνθρωπο.
Χαρακτηριστικά στους ασθενείς
Προκλινικές μελέτες έδειξαν ότι το φάρμακο το οποίο δεν αποθηκεύεται στα οστά,
αποβάλλεται γρήγορα από τα ούρα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις κορεσμού της
πρόσληψης από τα οστά μετά χρόνια έκθεση σε IV δόσεις alendronate έως και
35mg/kg σε ζώα. Παρά το ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες από την κλινική πράξη,
εκτιμάται ότι όπως και στα ζώα η απέκκριση του alendronate μέσω των νεφρών θα
μειώνεται σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία. Για το λόγο αυτό κάποια
μεγαλύτερη συσσώρευση alendronate στα οστά, θα μπορούσε να συμβεί σε ασθενείς
με νεφρική δυσλειτουργία (βλέπε 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης).
5.3 Προκλινικά δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια
Τα προκλινικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερος κίνδυνος για τον
άνθρωπο, σύμφωνα με conventional μελέτες φαρμακολογίας, ασφάλειας,
τοξικότητας, επαναλαμβανόμενης δόσης, γενοτοξικότητας και ενδεχόμενης
καρκινογένεσης. Μελέτες σε αρουραίους έχουν δείξει ότι η θεραπεία με alendronate
κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εμφάνισε δυστοκία στις μητέρες των ζώων κατά
τη διάρκεια του τοκετού, η οποία σχετιζόταν με την υπασβεστιαιμία.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Ποιοτική σύνθεση σε έκδοχα
Lactose Monohydrate
Cellulose Microcrystalline
Sodium Croscarmellose
Povidone
Water Purified*
Magnesium Stearate
* Εξατμίζεται κατά την παραγωγική διαδικασία
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία.
6.3 Χρόνος ζωής
36 μήνες σε θερμοκρασία όχι μεγαλύτερη από 25
o
C.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις για τη διατήρηση του προϊόντος.
Καμία.
11
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη / Συσκευασία
Τα δισκία συσκευάζονται σε κυψέλη από PVC/PVDC/Aluminum.
Τα δισκία διατίθενται σε συσκευασίες blister με 4, 8 και 12 δισκία.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Οδηγίες για τη χρήση και τον χειρισμό
Καμία.
6.7 Παρασκευάζεται & Συσκευάζεται
Kern Pharma S.L., Poligono Ind. Colon II. Venus, 72, E-08228 Terrassa (Barcelona),
Spain
7. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
ΦΑΡΜΑΖΑΚ A.E.
Ναούσης 31, Βοτανικός
104 47 Αθήνα
τηλ. 210-34 18 890
fax: 210-34 18 887
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
82829/ 13-12-2010
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
04-02-2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
26-05-2009