ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Ropivacaine Kabi 2 mg/ml διάλυμα για έγχυση.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε ml διαλύματος για έγχυση περιέχει 2 mg υδροχλωρική ροπιβακαΐνη.
Κάθε σάκος των 100 ml περιέχει 200 mg υδροχλωρική ροπιβακαΐνη.
Κάθε σάκος των 200 ml περιέχει 400 mg υδροχλωρική ροπιβακαΐνη.
μ Έκδοχο ε γνωστή δράση:
Κάθε σάκος των 100 ml περιέχει 14.8 mmol (ή 340 mg) νάτριο.
Κάθε σάκος των 200 ml περιέχει 29.6 mmol (ή 680 mg) νάτριο.
, . 6.1.Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ παράγραφο
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Διάλυμα για έγχυση.
Διαυγές, άχρωμο διάλυμα με pH 4.0 έως 6.0 και μια ωσμωμοριακότητα μεταξύ
255 και 305 mOsmol/kg.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Ropivacaine Kabi 2mg/ml ενέσιμο διάλυμα ενδείκνυται για αντιμετώπιση του
οξέος πόνου
Σε ενήλικους και παιδιά πάνω από 12 χρονών για:
- Συνεχής επισκληρίδια έγχυση ή επαναλαμβανόμενη χορήγηση σε
μετεγχειρητικό πόνο ή πόνο κατά τον τοκετό
- Τοπικοί αποκλεισμοί (Field blocks)
- Συνεχής περιφερικός νευρικός αποκλεισμός μέσω συνεχούς
εγχύσεως ή επαναλαμβανόμενων ενέσεων, π.χ. αντιμετώπιση
μετ’εγχειρητικού πόνου
Σε βρέφη από 1 έτους και παιδιά εως και συμπεριλαμβανομένου 12 ετών για
- Άπαξ και συνεχής περιφερικό νευρικό αποκλεισμό
Σε νεογνά, βρέφη και παιδιά εως και συμπεριλαμβανομένου 12 ετών (προ και
μετεγχειρητικά)
- Ιεροκοκκυγικός επισκληρίδιος αποκλεισμός
- Συνεχής επισκληρίδιος έγχυση
4.2 Δ οσολογία και τρόπος χορήγησης
1
Το Ropivacaine Kabi πρέπει να χορηγείται μόνον από, ή υπό την επίβλεψη, ιατρών
με εμπειρία στην τοπική αναισθησία.
Δοσολογία
Ενήλικες και παιδιά πάνω από 12 ετών
Ο ακόλουθος πίνακας είναι ένας οδηγός δοσολογίας που χρησιμοποιείται στις
πιο συνηθισμένες περιπτώσεις αποκλεισμού. Να χρησιμοποιείται η μικρότερη
απαιτούμενη δόση για την επίτευξη αποτελεσματικού αποκλεισμού. Η πείρα του
κλινικού ιατρού καθώς και η γνώση της φυσικής κατάστασης του ασθενούς
έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον καθορισμό της δόσης.
Συγκέντρω
ση
mg/ml
Όγκος
ml
Δόση
mg
Έναρξη
δράσης
λεπτά
Διάρκε
ια
ώρες
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΟΞΕΟΣ
ΠΟΝΟΥ
Επισκληρίδια Οσφυϊκή
Χορήγηση
Εφάπαξ 2,0 10-20 20-40 10-15 0,5-1,5
Επαναλαμβανόμενες ενέσεις
(πλήρωση) (π.χ διαχείριση
του πόνου κατά τον τοκετό)
2,0 10-15
(ελάχιστο
διάστημα
30 λεπτά)
20-30
Συνεχής έγχυση π.χ Πόνος
κατά τον τοκετό
2,0 6-10 ml/h 12-20 mg/h Δεν
έχει
1
εφα
ρμογή
Δεν έχει
εφαρμογ
ή
Μετεγχειρητική διαχείριση
του πόνου
2,0 6-14ml/h 12-28 mg/h Δεν έχει
εφαρμογ
ή
Δεν έχει
εφαρμογ
ή
Επισκληρίδια Θωρακική
Χορήγηση
Συνεχής έγχυση
(μετεγχειρητική διαχείριση
του πόνου)
2,0 6-14 ml/h 12-28 mg/h Δεν έχει
εφαρμογ
ή
Δεν έχει
εφαρμογ
ή
Τοπικός Αποκλεισμός
(π.χ. αποκλεισμός νεύρων
(minor block) και τοπική
2,0
1-100 2,0-200 1-5 2-6
2
διήθηση
Περιφερικός νευρικός
αποκλεισμός
(Μηριαίος και
διασκαλινικός αποκλεισμός)
Συνεχής έγχυση ή
επαναλαμβανόμενες ενέσεις
(π.χ. αντιμετώπιση
μετεγχειρητικού πόνου)
2.0 5-10 ml/h 10-20
mg/h
Δεν έχει
εφαρμογή
Δεν έχει
εφαρμογή
1) n/a=δεν έχει εφαρμογή
Μέθοδος χορήγησης
Περινευρική και επισκληρίδια χορήγηση με έγχυση.
Συνιστάται προσεκτική αναρρόφηση πριν και κατά την διάρκεια της ένεσης για
την αποφυγή ενδοαγγειακής ένεσης. Όταν πρόκειται να ενεθεί μεγάλη δόση,
συνιστάται η χορήγηση μιας δοκιμαστικής δόσης 3-5 ml λιδοκαΐνης 2%
(lignocaine) με αδρεναλίνη (επινεφρίνη) 1:200.000. Η εκ λάθους ενδοαγγειακή
ένεση μπορεί να αναγνωρισθεί από παροδική αύξηση της καρδιακής συχνότητας,
ενώ η κατά λάθος ενδορραχιαία ένεση από σημεία αποκλεισμού του νωτιαίου
μυελού.
Η αναρρόφηση πρέπει να διενεργείται πριν και κατά την διάρκεια χορήγησης της
κύριας δόσης, η οποία θα πρέπει να ενίεται αργά ή σε σταδιακά αυξανόμενες
δόσεις, με ρυθμό 25-50 mg/min, ενώ παράλληλα ο γιατρός πρέπει να παρατηρεί
τις ζωτικές λειτουργίες του ασθενή και να είναι σε συνεχή συνομιλία μαζί του.
Εάν εμφανισθούν συμπτώματα τοξικότητας, η ένεση διακόπτεται αμέσως.
Όταν χρησιμοποιείται σε αποκλεισμούς μακράς διάρκεια, είτε μέσω συνεχούς
έγχυσης είτε με επαναλαμβανόμενη εφάπαξ χορήγηση, πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη ο κίνδυνος επίτευξης τοξικής συγκέντρωσης στο πλάσμα ή η πρόκληση
τοπικής νευρικής βλάβης. Σε ενήλικες, συνολικές δόσεις έως 675 mg
υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης για χειρουργικές επεμβάσεις και μετεγχειρητική
αναλγησία για διάστημα πάνω από 24 ώρες ήταν καλά ανεκτές , όπως ήταν και
οι μετεγχειρητικές συνεχείς επισκληρίδιες εγχύσεις σε συχνότητες έως 28
mg/ώρα για 72 ώρες. Σε περιορισμένο αριθμό ασθενών χορηγήθηκαν υψηλότερες
δόσεις μέχρι 800 mg/ημέρα με σχετικά λίγες ανεπιθύμητες ενέργειες.
Για την θεραπεία του μετεγχειρητικού πόνου, συνιστάται η ακόλουθη τεχνική:
Εκτός εάν έχει ήδη τοποθετηθεί προεγχειρητικά, ο επισκληρίδιος αποκλεισμός με
Ropivacaine Kabi 7.5 mg/ml επιτυγχάνεται μέσω ενός επισκληρίδειου καθετήρα. Η
αναλγησία διατηρείται με έγχυση Ropivacaine Kabi 2 mg/ml. Ρυθμοί έγχυσης 6-14 ml
(12-28 mg), ανά ώρα επιτυγχάνουν επαρκή αναλγησία με ήπιο μόνον και μη
επιδεινούμενο κινητικό αποκλεισμό στις περισσότερες περιπτώσεις μέτριου έως
σοβαρού μετεγχειρητικού πόνου. Η μέγιστη διάρκεια επισκληρίδιου αποκλεισμού
3
είναι 3 ημέρες. Πάρα ταύτα, πρέπει να γίνεται προσεκτικός ελεγχος του
αναλγητικού αποτελέσματος έτσι ώστε να αφαιρείται ο καθετήρας αμέσως μόλις
η κατάσταση του πόνου το επιτρέπει. Με αυτή την τεχνική έχει παρατηρηθεί
σημαντική μείωση της ανάγκης χρήσης οποιοειδών.
Σε κλινικές μελέτες η επισκληρίδιος έγχυση υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης 2 mg/ml
μόνη της ή αναμεμιγμένη με φαιντανύλη 1-4 μg/ml δόθηκε για μετεγχειρητική
αντιμετώπιση της αναλγησίας για διάστημα έως 72 ώρες. Ο συνδυασμός
υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης και φαιντανύλης πρόσφερε βελτιωμένη αναλγησία
άλλα είχε ως αποτέλεσμα τις ανεπιθύμητες ενέργειες των οποιοειδών. Ο
συνδυασμός υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης και φαιντανύλης ερευνήθηκε μόνον για
την υδροχλωρική ροπιβακαΐνη 2 mg/ml.
Όταν εφαρμόζεται σε παρατεταμένους περιφερικούς νευρικούς αποκλεισμούς,
είτε μέσω συνεχούς έγχυσης είτε μέσω επαναλαμβανόμενων ενέσεων, πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος επίτευξης τοξικών συγκεντρώσεων στο πλάσμα ή
η πρόκληση τοπικής νευρικής βλάβης. Σε κλινικές μελέτες, οι μηριαίος νευρικός
αποκλεισμός επιτεύχθηκε με 300 mg υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης 7.5 mg/ml και ο
διασκαληνικός αποκλεισμός με 225 mg υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης 7.5 mg/ml,
αντίστοιχα, πριν από την χειρουργική επέμβαση. Η αναλγησία διατηρήθηκε με
υδροχλωρική ροπιβακαΐνη 2 mg/ml. Οι ρυθμοί έγχυσης ή οι διακεκομμένες ενέσεις
των 10-20 mg ανά ώρα για 48 ώρες παρείχαν ικανοποιητική αναλγησία και ήταν
καλά ανεκτές.
Νεφρική ανεπάρκεια
Κανονικά δεν υφίσταται ανάγκη τροποποίησης της δόσης σε ασθενείς με
ανεπάρκεια της νεφρικής λειτουργίας όταν χρησιμοποιείται για μοναδιαίες
δόσεις ή θεραπεία μικρής διάρκειας (βλ. παράγραφο 4.4. και 5.2).
Ηπατική ανεπάρκεια
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη μεταβολίζεται στο ήπαρ και για το λόγο αυτό
πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική νόσο.
Μπορεί να χρειαστεί να μειωθούν οι επαναλαμβανόμενες δόσεις λόγω
καθυστερημένης απέκκρισης (βλ. παράγραφο 4.4 και 5.2).
Παιδιατρικοί ασθενείς από 0 εως και συμπεριλαμβανομένου 12 ετών
Συγκέντρωση
mg/ml
Όγκος
ml/kg
Δόση
mg/kg
Άπαξ Ιεροκοκκυγικός
επισκληρίδιος
αποκλεισμός
Αποκλεισμοί κάτω από T12,
σε παιδιά με ένα σωματικό
βάρος εως και 25 kg
2.0 1 2
Συνεχής Επισκληρίδιος
4
Έγχυση
Σε παιδιά με ένα σωματικό
βάρος εως και 25 kg
0 εως και 6 μήνες
Εφάπαξ δόση
a
2.0 0.5-1 1-2
Έγχυση εως και 72 ώρες 2.0 0.1 ml/kg/h 0.2 mg/kg/h
6 εως και 12 μήνες
Εφάπαξ δόση
a
2.0 0.5-1 1-2
Έγχυση εως και 72 ώρες 2.0 0.2 ml/kg/h 0.4 mg/kg/h
1 εως 12 ετών
Εφάπαξ δόση
b
2.0 1 2
Έγχυση εως και 72 ώρες 2.0 0.2 ml/kg/h 0.4 mg/kg/h
Η δόση στον πίνακα θα πρέπει να θεωρείται ως οδηγίες για την χορήγηση στην
παιδιατρική. Διαφορές από άτομο σε άτομο συμβαίνουν. Σε παιδιά με μεγάλο
σωματικό βάρος μια σταδιακή μείωση της δοσολογίας είναι συχνά απαραίτητη
και θα πρέπει να στηρίζεται στο ιδανικό σωματικό βάρος. Ο όγκος για άπαξ
ιεροκοκκυγικό επισκληρίδιο αποκλεισμό και ο όγκος για τις εφάπαξ
επισκληρίδιες δόσεις δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 25 ml σε οποιονδήποτε
ασθενή. Θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι οδηγίες των σχετικών εγχειριδίων
για τους παράγοντες που επηρεάζουν τις συγκεκριμένες τεχνικές αποκλεισμού
καθώς και τις εξατομικευμένες ανάγκες κάθε ασθενούς.
α
Οι χαμηλότερες οριακές δόσεις συνιστώνται για τον θωρακικό επισκληρίδιο
αποκλεισμό ενώ οι υψηλότερες οριακές δόσεις συνιστώνται για οσφυϊκό ή
ιεροκοκκυγικό επισκληρίδιο αποκλεισμό.
β
Συνιστάται για οσφυϊκό επισκληρίδιο αποκλεισμό. Είναι καλή η πρακτική να
μειωθεί η άπαξ δόση για θωρακική επισκληρίδια αναλγησία.
Βρέφη και παιδιά ηλικίας 1-12 ετών:
Οι προτεινόμενες δόσεις της ροπιβακαΐνης για περιφερικό αποκλεισμό σε βρέφη
και παιδιά παρέχουν οδηγίες για χρήση σε παιδιά χωρίς σοβαρή νόσο. Πιο
συντηρητικές δόσεις και συχνή παρακολούθηση συνιστώνται για παιδιά με
σοβαρή νόσο.
Άπαξ ενέσεις για περιφερικό νευρικό αποκλεισμό (π.χ. λαγονοβουβονικός
νευρικός αποκλεισμός, αποκλεισμός βραχιόνιου πλέγματος) δεν θα πρέπει να
υπερβαίνουν τα 2,5-3,0 mg/kg.
Η συνεχής έγχυση για περιφερικό νευρικό αποκλεισμό συνιστάται στα 0,2-0,6
5
mg/kg/h (0,1-0,3 ml/kg/h) εως και 72 ώρες.
Η χρήση της ροπιβακαΐνης σε παιδιά που έχουν γεννηθεί πρόωρα δεν έχει
καταγραφεί.
Μέθοδος χορήγησης
Επισκληρίδιος χορήγηση με έγχυση.
Συνιστάται προσεκτική αναρρόφηση πριν και κατά την διάρκεια της ένεσης
προκειμένου να προληφθεί ενδοαγγειακή χορήγηση. Οι ζωτικές λειτουργίες του
ασθενή πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά κατά την διάρκεια της ένεσης.
Εάν εμφανισθούν συμπτώματα τοξικότητας, η ένεση πρέπει να διακόπτεται
αμέσως.
Μια εφάπαξ ένεση υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης 2mg/ml για ιεροκοκυγγικό
επισκληρίδιο παρέχει ικανοποιητική μετεγχειρητική αναλγησία κάτω του T12
στην πλειονότητα των ασθενών όταν η δόση των 2 mg/kg χορηγείται σε όγκο 1
ml/kg. Ο όγκος της ένεσης για ιεροκοκκυγικό επισκληρίδιο αποκλεισμό μπορεί να
προσαρμόζεται ώστε να επιτυγχάνεται διαφορετική κατανομή του αισθητήριου
αποκλεισμού, όπως συνιστάται από τα σχετικά εγχειρίδια. Σε παιδιά άνω των 4
ετών δόσεις μέχρι 3 mg/kg σε συγκέντρωση υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης 3 mg/ml
έχουν μελετηθεί. Ωστόσο, η συγκέντρωση αυτή συνδέεται με υψηλότερα ποσοστά
κινητικού αποκλεισμού.
Συνιστάται κλασματικός διαχωρισμός της υπολογιζόμενης δόσης του τοπικού
αναισθητικού ανεξάρτητα από την οδό χορήγησης.
Στην περίπτωση που συνιστάται η χορήγηση ενέσιμης υδροχλωρικής
ροπιβακαΐνης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί το Ropivacaine Kabi ενέσιμο διάλυμα.
4.3 Αντενδείξεις
, Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία σε άλλα τοπικά αναισθητικά τύπου
μ 6.1.α ιδίου ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο
Οι γενικές αντενδείξεις που σχετίζονται με την επισκληρίδια αναισθησία,
ανεξάρτητα από το τοπικό αναισθητικό που χρησιμοποιείται, πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη
Ενδοφλέβια περιοχική αναισθησία
Παρατραχηλική αναισθησία στην μαιευτική
Υπο-ογκαιμία
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Οι διαδικασίες της περιοχικής αναισθησίας πρέπει να εκτελούνται πάντοτε σε
χώρο κατάλληλα εξοπλισμένο και με κατάλληλο προσωπικό. Πρέπει να είναι
άμεσα διαθέσιμα τα απαραίτητα ιατρικά μηχανήματα και φαρμακευτικά
προϊόντα για την παρακολούθηση του ασθενούς και την περίπτωση επείγουσας
εφαρμογής καρδιοαναπνευστικής ανάνηψης.
6
Ο υπεύθυνος κλινικός πρέπει να λάβει τις απαραίτητες προφυλάξεις ώστε να
αποφύγει την ενδοαγγειακή ένεση (βλ. παράγραφο 4.2) να έχει εκπαιδευτεί
επαρκώς και να είναι εξοικειωμένος με την διάγνωση και την αντιμετώπιση των
ανεπιθύμητων ενεργειών, την συστηματική τοξικότητα και άλλες επιπλοκές (βλ.
παράγραφο 4.8 και 4.9) όπως εκ λάθους υπαραχνοειδής ένεση η οποία μπορεί να
προκαλέσει αποκλεισμό του νωτιαίου μυελού σε υψηλότερο επίπεδο με άπνοια
και υπόταση. Σπασμοί έχουν εμφανισθεί συχνότερα μετά από αποκλεισμό του
βραχιόνιου πλέγματος και επισκληρίδιο αποκλεισμό. Αυτό πιθανά να οφείλεται
σε τυχαία ενδοαγγειακή ένεση ή γρήγορη απορρόφηση από το σημείο της ένεσης.
Απαιτείται προσοχή για να την αποφυγή ενέσεων σε σημεία με φλεγμονή.
Καρδιαγγειακές επιδράσεις
Ασθενείς στους οποίους χορηγούν ται αντιαρρυθμικά φάρμακα τάξης ΙΙΙ (π.χ.
αμιοδαρόνη) πρέπει να βρίσκονται κάτω από στενή παρακολούθηση, και να
λαμβάνεται υπόψη η παρακολούθηση ηλεκτροκαρδιογραφήματος, καθώς οι
καρδιακές επιπτώσεις μπορεί να είναι αθροιστικές (βλ. παράγραφο 4.5).
Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις καρδιακής ανακοπής κατά την διάρκεια
της χορήγησης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης για επισκληρίδιο αναισθησία ή
περιφερικό νευρικό αποκλεισμό, ειδικά μετά από εκ λάθους ενδοαγγειακή
χορήγηση σε ηλικιωμένους και σε ασθενείς με συνυπάρχουσα καρδιακή νόσο. Σε
μερικές περιπτώσεις, η ανάνηψη είναι δύσκολη. Όταν παρουσιαστεί καρδιακή
ανακοπή μπορεί να χρειάζονται παρατεταμένες προσπάθειες ανάνηψης ώστε να
αυξηθεί η πιθανότητα επιτυχούς αποτελέσματος.
Αποκλεισμοί Κεφαλής και λαιμού
Ορισμένες διαδικασίες τοπικής αναισθησίας όπως ενέσεις στην περιοχή της
κεφαλής και του λαιμού μπορεί να σχετίζονται με την εμφάνιση σοβαρών
ανεπιθύμητων ενεργειών σε μεγαλύτερη συχνότητα, ανεξάρτητα από το τοπικό
αναισθητικό που χρησιμοποιείται.
Μείζονες περιφερικοί νευρικοί αποκλεισμοί
Μείζονες περιφερικοί νευρικοί αποκλεισμοί μπορεί να απαιτήσουν την χορήγηση
μεγάλων όγκων τοπικού αναισθητικού σε περιοχές υψηλής αγγειοποίησης,
συνήθως κοντά σε μεγάλα αγγεία στα οποία υπάρχει αυξημένος κίνδυνος
ενδοαγγειακής ένεσης και/ή ταχύτατης συστηματικής απορρόφησης, η οποία
μπορεί να οδηγήσει σε υψηλές συγκεντρώσεις στο πλάσμα.
Υπερευαισθησία
Η πιθανότητα διασταυρούμενης υπερευαισθησίας με άλλα τοπικά αναισθητικά -
τύπου αμιδίου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη (βλ. παράγραφο 4.3).
Υπο-ογκαιμία
Ασθενείς με υποογκαιμία οποιασδήποτε μορφής, μπορεί να εμφανίσουν ξαφνική
και οξεία υπόταση στην διάρκεια της επισκληρίδιας αναισθησίας, ανεξάρτητα με
το τοπικό αναισθητικό που χρησιμοποιείται (βλ. παράγραφο 4.3).
Ασθενείς σε κακή γενική κατάσταση
Ασθενείς σε κακή γενική κατάσταση λόγω προχωρημένης ηλικίας ή άλλων
7
επιβαρυντικών παραγόντων, όπως μερικός ή πλήρης κολποκοιλιακός
αποκλεισμός, προχωρημένη ηπατική νόσος ή σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία,
χρειάζονται ειδική προσοχή. αν και η περιοχική αναισθησία συχνά ενδείκνυται
σε αυτούς τους ασθενείς.
Ασθενείς με νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη μεταβολίζεται στο ήπαρ και γι’αυτό πρέπει να
χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική νόσο, ίσως να
χρειαστεί να μειωθούν οι επαναλαμβανόμενες δόσεις, λόγω καθυστέρησης της
αποβολής του φαρμάκου.
Συνήθως δεν χρειάζεται τροποποίηση της δοσολογίας σε ασθενείς με ανεπάρκεια
νεφρικής λειτουργίας, όταν χρησιμοποιούνται μεμονωμένες δόσεις ή
βραχυπρόθεσμη θεραπεία. Η οξέωση και η μειωμένη συγκέντρωση των
λευκωμάτων του πλάσματος, που συχνά παρατηρούνται σε ασθενείς με χρόνια
νεφρική ανεπάρκεια, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης συστηματικής
τοξικότητας.
Οξεία πορφυρία
Το διάλυμα για έγχυση Ropivacaine Kabi είναι πιθανά πορφυρογόνο και πρέπει να
συνταγογραφείται μόνον σε ασθενείς με οξεία πορφυρία όταν δεν υπάρχει
ασφαλέστερη εναλλακτική. Πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα προφυλακτικά
μέτρα σε περιπτώσεις ευάλωτων ασθενών, σύμφωνα με τις συνήθεις οδηγίες
και/ή συμβουλή από ειδικούς σε αυτήν την κατηγορία νόσου.
Παρατεταμένη θεραπεία
Παρατεταμένη χορήγηση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης πρέπει να αποφεύγεται
σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα θεραπεία με ισχυρούς αναστολείς
CYP1A2, όπως φλουβοξαμίνη και ενοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.5).
Παιδιατρικοί ασθενείς
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται σε νεογνά λόγω ανωριμότητας ορισμένων
μεταβολικών μηχανισμών. Οι μεγαλύτερες διακυμάνσεις στις συγκεντρώσεις
της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης στο πλάσμα οι οποίες παρατηρούνται σε
κλινικές μελέτες σε νεογνά, καταδεικνύουν ότι μπορεί να υπάρχει υψηλή
επικινδυνότητα συστηματικής τοξικότητας στην ηλικιακή αυτή ομάδα, ιδιαίτερα
κατά την διάρκεια συνεχούς επισκληρίδιας έγχυσης. Οι συνιστώμενες δόσεις
στα νεογνά βασίζονται σε περιορισμένα κλινικά δεδομένα. Όταν
χρησιμοποιείται η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη σε αυτήν την ομάδα ασθενών,
συνιστάται τακτική παρακολούθηση, για συστηματική τοξικότητα (π.χ. ενδείξεις
τοξικότητας του ΚΝΣ, ECG, SpO
2
) και τοπικής νευροτοξικότητας (π.χ.
παρατεταμένη ανάρρωση), η οποία πρέπει να συνεχίζεται και μετά το τέλος της
έγχυσης, λόγω της βραδείας κάθαρσης στα νεογνά.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της Ropivacaine Kabi 2mg/ml για
περιφερικούς νευρικούς αποκλεισμούς δεν έχει αποδειχθεί για βρέφη < 1 έτους.
Η ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της Ropivacaine Kabi 2mg.ml για τοπικούς
αποκλεισμούς δεν έχει αποδειχθεί για παιδιά < 12 ετών.
Το φαρμακευτικό αυτό προϊόν περιέχει 0.148 mmol (ή 3.4 mg) νάτριο ανά ml. Να
8
λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς σε δίαιτα χαμηλού νατρίου.
4.5 μ μ Αλληλεπιδράσεις ε άλλα φαρ ακευτικά προϊόντα και άλλες
μ ορφές αλληλεπίδρασης
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς
που λαμβάνουν άλλα τοπικά αναισθητικά ή παράγοντες με παρόμοια δομή με τα
τοπικά αναισθητικά τύπου αμιδίου, π.χ. ορισμένα αντιαρρυθμικά, όπως η
λιδοκαΐνη και η μεξιλετίνη, καθώς οι τοξικές επιδράσεις στο σύστημα είναι
αθροιστικές. Η ταυτόχρονη χορήγηση του Ropivacaine Kabi με αναισθητικά γενικής
αναισθησίας, ή οποιοειδή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αμοιβαία ενίσχυση
των (ανεπιθύμητων) ενεργειών τους. Ειδικές μελέτες αλληλεπίδρασης της
υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης και αντιαρρυθμικών φαρμάκων τάξης ΙΙΙ (π.χ.
αμιοδαρόνη) δεν έχουν διενεργηθεί αλλά συνιστάται προσοχή (βλ. παράγραφο
4.4).
Το κυττόχρωμα P450 (CYP) 1A2 λαμβάνει μέρος στον σχηματισμό της 3-hydroxy
ropivacaine, του κύριου μεταβολίτη.
In
vivo η κάθαρση υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης από το πλάσμα μειώθηκε έως 77%
στην διάρκεια της συγχορήγησης με φλουβοξαμίνη, ενός εκλεκτικού και ισχυρού
αναστολέα του CYP1A2. Έτσι ισχυροί αναστολείς του CYP1A2, όπως η
φλουβοξαμίνη και η ενοξασίνη, όταν δίνονται ταυτόχρονα με το Ropivacaine Kabi,
μπορούν να αλληλεπιδράσουν με την υδροχλωρική ροπιβακαΐνη. Παρατεταμένη
χορήγηση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς
που λαμβάνουν θεραπεία με ισχυρούς αναστολείς CYP1A2 (βλ. παράγραφο 4.4).
In
vivo η κάθαρση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης από το πλάσμα μειώθηκε κατά
15% στην διάρκεια συγχορήγησης κετοκοναζόλης, έναν εκλεκτικό και ισχυρό
αναστολέα του CYP3A4. Ωστόσο η αναστολή αυτού του ισοενζύμου δεν φαίνεται
να έχει κλινική σχέση.
In
vitro, η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη είναι ένας ανταγωνιστικός αναστολέας του
CYP2D6 αλλά δεν φαίνεται να αναστέλλει αυτό το ισοένζυμο στις
συγκεντρώσεις που επιτυγχάνονται στο πλάσμα κατά την κλινική πράξη.
4.6 μ , Γονι ότητα κύηση και γαλουχία
Κύηση
Εκτός από την επισκληρίδιο χορήγηση σε μαιευτικές επεμβάσεις δεν υπάρχουν
αρκετά στοιχεία για την χρήση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης κατά την κύηση.
Πειραματικές μελέτες σε πειραματόζωα δεν έδειξαν άμεσες ή έμμεσες
επιβλαβείς δράσεις κατά την εγκυμοσύνη, την εμβρυϊκή ανάπτυξη, τον τοκετό ή
την ανάπτυξη μετά την γέννηση (βλ. παράγραφο 5.3).
Γαλουχία
Δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με την απέκκριση της υδροχλωρικής
ροπιβακαΐνης στο ανθρώπινο γάλα.
9
4.7 μ μΕπιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισ ού ηχανών
Δεν έχουν διενεργηθεί μελέτες για την επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανών. Ανάλογα με την δόση, τα τοπικά αναισθητικά μπορεί να
ασκήσουν μικρή επίδραση στην πνευματική λειτουργία και συντονισμό, ακόμη
και επί απουσίας εμφανούς τοξικότητας στο ΚΝΣ και μπορεί προσωρινά να
επηρεάσουν την σωματικινητικότητα και εγρήγορση.
4.8 μ Ανεπιθύ ητες ενέργειες
Το προφίλ των ανεπιθύμητων ενεργειών για το Ropivacaine Kabi είναι παρόμοιο με
εκείνο άλλων τοπικών αναισθητικών μακράς δράσης του τύπου αμιδίου. Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες πρέπει να διακριθούν από τις φυσιολογικές επιπτώσεις
αυτού καθ’αυτού του αποκλεισμού νεύρων, π.χ. υπόταση και βραδυκαρδία κατά
την διάρκεια ραχιαίας/επισκληρίδιας αναισθησίας, και περιστατικά που
προκαλούνται από παρακέντηση βελόνας (π.χ. ραχιαίο αιμάτωμα, καφαλαλγία
μετά από επισκληρίδια παρακέντηση, μηνιγγίτιδα και επισκληρίδιο απόστημα).
Οι πλέον συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες, ναυτία και υπόταση
είναι πολύ συχνές γενικά κατά την διάρκεια της αναισθησίας και της
χειρουργικής επέμβασης και δεν είναι δυνατό να διακριθούν αυτές που
προκαλούνται από την κλινική κατάσταση από εκείνες που προκαλεί το
φαρμακευτικό προϊόν ή ο αποκλεισμός.
Το ποσοστό των ασθενών που αναμένεται να παρουσιάσουν ανεπιθύμητες
ενέργειες κυμαίνεται ανάλογα με την οδό χορήγησης του Ropivacaine Kabi. Οι
συστηματικές και τοπικές ανεπιθύμητες ενέργειες του Ropivacaine Kabi συνήθως
εμφανίζονται λόγω υπερβολικής δόσης, ταχείας απορρόφησης ή από λάθος
ενδοαγγειακή ένεση.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών που δίνονται παρακάτω ορίζεται
χρησιμοποιώντας την ακόλουθη κλίμακα:
Πολύ συχνές ≥1/10
Συχνές ≥1/100 έως <1/10
Όχι συχνές ≥1/1,000 έως <1/100
Σπάνιες ≥1/10,000 έως <1/1,000
Πολύ σπάνιες <1/10,000
Άγνωστες δεν μπορούν να προσδιοριστούν από τα διαθέσιμα στοιχεία
Ψυχιατρικές διαταραχές:
Όχι συχνές: Άγχος
Διαταραχές του νευρικού συστήματος:
Συχνές: Κεφαλαλγία, παραισθησία, ζάλη
Όχι συχνές: Συμπτώματα τοξικότητας του ΚΝΣ (σπασμοί, σπασμοί grand mal,
επιληπτικές κρίσεις, αίσθημα ελαφράς κεφαλής, περιστοματική
παραισθησία, μούδιασμα της γλώσσας, υπερακουσία, εμβοή,
διαταραχές της όρασης, δυσαρθρία, μυϊκός σπασμός, τρόμος)*,
υπαισθησία.
10
Καρδιακές διαταραχές:
Συχνές: Βραδυκαρδία, ταχυκαρδία
Σπάνιες: καρδιακή προσβολή, καρδιακές αρρυθμίες
Αγγειακές διαταραχές:
Πολύ συχνές: Υπόταση
a
Συχνές: Υπέρταση
Όχι συχνές: Συγκοπή
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου:
Όχι συχνές: Δύσπνοια
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος:
Πολύ συχνές: Ναυτία
Συχνές: Έμετος
b
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών:
Συχνές: Κατακράτηση ούρων
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης:
Συχνές: Οσφυαλγία, υπερθερμία, ρίγη
Όχι συχνές: Υποθερμία
Σπάνιες: Αλλεργικές αντιδράσεις (αναφυλακτικές αντιδράσεις,
αγγειονευρωτικό οίδημα και κνίδωση)
*Αυτά τα συμπτώματα συνήθως οφείλονται σε λάθος ενδοαγγειακή ένεση,
υπερδοσολογία ή ταχεία απορρόφηση (βλ. παράγραφο 4.9).
a
Η υπόταση είναι λιγότερο συχνή στα παιδιά (>1/100).
b
Ο έμετος είναι περισσότερο συχνός στα παιδιά. (>1/10).
Ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με την κατηγορία φαρμάκου
Νευρολογικές επιπλοκές
Νευροπάθεια και δυσλειτουργία της σπονδυλικής στήλης (π.χ. σύνδρομο
προσθίας νωτιαίας αρτηρίας, αραχνοειδίτις, σύνδρομο «ιππούριδος») που
μπορούν σε σπάνιες περιπτώσεις να έχουν σαν αποτέλεσμα μόνιμες συνέπειες,
έχουν συσχετισθεί με την περιοχική αναισθησία, ανεξάρτητα από το τοπικό
αναισθητικό που χρησιμοποιήθηκε.
Ολικός αποκλεισμός του νωτιαίου μυελού
Ο ολικός αποκλεισμός του νωτιαίου μυελού μπορεί να συμβεί με την εκ λάθους
ενδορραχιαία χορήγηση της επισκληρίδιας δόσης.
Οξεία συστηματική τοξικότητα
Οι συστηματικές τοξικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν πρωταρχικά το κεντρικό
νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) και το καρδιαγγειακό σύστημα (ΚΑΣ). Τέτοιες
αντιδράσεις προκαλούνται από υψηλές συγκεντρώσεις τοπικού αναισθητικού
στο αίμα, λόγω εκ λάθους ενδοαγγειακής ένεσης, υπερδοσολογίας ή ταχύτατης
απορρόφησης σε περιοχή υψηλής αγγείωσης (βλ. παράγραφο 4.4). Οι αντιδράσεις
11
από το ΚΝΣ είναι παρόμοιες για όλα τα τοπικά αναισθητικά τύπου αμιδίου,
καθώς οι καρδιακές αντιδράσεις έιναι περισσότερο εξαρτώμενες από την
δραστική ουσία, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά.
Κεντρικό νευρικό σύστημα
Η τοξικότητα από το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι μια σταδιακή αντίδραση
με συμπτώματα και σημεία κλιμακούμενης βαρύτητας. Αρχικά παρατηρούνται
οπτικές και ακουστικές διαταραχές, περιστοματική αιμωδία, ζάλη, αίσθημα
κενού της κεφαλής, αίσθημα νυγμών και παραισθησία. Δυσαρθρία, μυϊκή
δυσκαμψία, μυϊκές συσπάσεις είναι σοβαρότερα συμπτώματα και μπορεί να
προηγούνται της έναρξης γενικευμένων σπασμών. Αυτά τα συμπτώματα δεν
πρέπει να εκληφθούν λανθασμένα ως υποβόσκουσα νευρωσική συμπεριφορά. Η
απώλεια των αισθήσεων και οι σπασμοί επιληψίας grand mal μπορεί να
ακολουθήσουν και να διαρκέσουν από λίγα δευτερόλεπτα ως αρκετά λεπτά.
Υποξία και υπερκαπνία παρουσιάζονται ταχύτατα μετά από τους σπασμούς,
λόγω της αυξημένης μυϊκής δραστηριότητας, σε συνδυασμό με την παρέμβαση
στην φυσιολογική αναπνευστική λειτουργία. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να
προκληθεί άπνοια. Η αναπνευστική και μεταβολική οξέωση αυξάνει και
παρατείνει τις τοξικές δρασεις των τοπικών αναισθητικών.
Η αποκατάσταση των συμπτωμάτων από το κεντρικό νευρικό σύστημα επέρχεται
μετά από την επανακατανομή της δραστικής ουσίας και τον επακόλουθο
μεταβολισμό και απέκκριση. Η αποκατάσταση μπορεί να είναι ταχεία, εκτός εάν
έχουν χορηγηθεί πολύ μεγάλες ποσόστητες του φαρμάκου.
Τοξικότητα του καρδιαγγειακού
Η τοξικότητα του καρδιαγγειακού είναι ενδεικτική μιας σοβαρότερης
κατάστασης. Υπόταση, βραδυκαρδία, αρρυθμία και ακόμη καρδιακή ανακοπή,
μπορεί να είναι το αποτέλεσμα υψηλών συστηματικών συγκεντρώσεων των
τοπικών αναισθητικών. Σε εθελοντές, η ενδοφλέβια έγχυση υδροχλωρικής
ροπιβακαΐνης είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση σημείων καταστολής της
αγωγιμότητας και συσταλτικότητας.
Οι τοξικές επιδράσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα γενικά επέρχονται από
σημεία τοξικότητας στο κεντρικό νευρικό σύστημα, εκτός εάν ο ασθενής
βρίσκεται υπό γενική αναισθησία ή είναι υπό έντονη καταστολή με φάρμακα,
όπως βενζοδιαζεπίνες ή τα βαρβιτουρικά.
μΠαιδιατρικός πληθυσ ός
, μ Η συχνότητα ο τύπος και η σοβαρότητα των ανεπιθύ ητων ενεργειών σε παιδιά
μ ανα ένονται να είναι τα ίδια όπως στους ενήλικες εκτός από την υπόταση η οποία
μ (<1 10) μ μ συ βαίνει λιγότερα συχνά σε παιδιά σε και ε ετούς οι οποίοι συ βαίνουν πιο
(>1 10).συχνά στα παιδιά στα
Σε παιδιά μπορεί να είναι δύσκολο να εντοπισθούν τα πρώτα σημάδια
τοξικότητας των τοπικών αναισθητικών καθώς μπορεί να μην είναι δυνατό να
τα εκφράσουν προφορικά.
4.9 Υπερδοσολογία
12
Συμπτώματα υπερδοσολογίας
Οι εκ λάθους ενδοαγγειακές ενέσεις τοπικών αναισθητικών μπορεί να
προκαλέσουν άμεσες (εντός δευτερολέπτων έως μερικών λεπτών) αντιδράσεις
συστηματικής τοξικότητας. Στην περίπτωση υπερδοσολογίας, οι ανώτερες
συγκεντρώσεις στο πλάσμα μπορεί να μην επιτευχθούν για μία έως δύο ώρες,
ανάλογα με το σημείο της ένεσης, και έτσι τα συμπτώματα μπορεί να
καθυστερήσουν (βλ. παράγραφο 4.8.
«Οξεία συστηματική τοξικότητα»,
«Κεντρικό νευρικό σύστημα»
και
«Τοξικότητα του καρδιαγγειακού».
Θεραπεία της υπερδοσολογίας
Εάν παρουσιαστούν ενδείξεις οξείας συστηματικής τοξικότητας ή ολικού
νωτιαίου αποκλεισμού, θα πρέπει να διακοπεί αμέσως η έγχυση του τοπικού
αναισθητικού και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα τα συμπτώματα του
ΚΝΣ (σπασμοί, καταστολή ΚΝΣ) με κατάλληλη υποστήριξη
αεραγωγών/αναπνευστικού και την χορήγηση αντισπασμωδικών φαρμάκων.
Εάν παρουσιαστεί αγγειακή ανακοπή, πρέπει να εφαρμοστεί άμεσα
καρδιοαναπνευστική ανάνηψη. Η άριστη οξυγόνωση και ο αερισμός και η
υποστήριξη του αναπνευστικού καθώς και η αντιμετώπιση της οξέωσης είναι
ζωτικής σημασίας.
Εάν παρουσιαστεί καρδιακή ανακοπή, μπορεί να χρειατούν παρατεταμένες
προσπάθειες ανάνηψης για την επίτευξη θετικού αποτελέσματος.
Εάν παρουσιαστεί καρδιαγγειακή καταστολή (υπόταση, βραδυκαρδία), πρέπει
ληφθεί υπόψη η χορήγηση κατάλληλης θεραπείας με ενδοφλέβια διαλύματα,
αγγειοσυσταλτικά και/ή ινοτρόπους παράγοντες. Στα παιδιά πρέπει να
χορηγούνται δόσεις ανάλογες με την ηλικία και το βάρος.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 μ μ Φαρ ακοδυνα ικές ιδιότητες
μ : , , μ , ATC: Φαρ ακοθεραπευτική κατηγορία Αναισθητικά τοπικά Α ίδια κωδικός
N01BB09
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη είναι ένα τοπικό αναισθητικό μακράς διάρκειας με
αναισθητική και αναλγητική δράση. Σε υψηλές δόσεις η υδροχλωρική
ροπιβακαΐνη προκαλεί χειρουργική αναισθησία, ενώ σε χαμηλότερες δόσεις
προκαλεί αποκλεισμό των αισθητικών νευρικών ινών με περιορισμένο μη
επιδεινούμενο κινητικό αποκλεισμό.
Ο μηχανισμός δράσης είναι η αναστρέψιμη ελάττωση της διαπερατότητας της
μεμβράνης των νευρικών ινών για τα ιόντα νατρίου. Επομένως μειώνεται η
13
ταχύτητα εκπόλωσης και ο ουδός διεγερσιμότητας αυξάνει, με αποτέλεσμα να
προκαλείται τοπικός αποκλεισμός των νευρικών ώσεων.
Η πιο χαρακτηριστική ιδιότητα της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης είναι η μακρά
διάρκεια δράσης. Η έναρξη και η διάρκεια της αποτελεσματικότητας της τοπικής
αναισθησίας εξαρτώνται από το σημείο χορήγησης, και της δόσης αλλά δεν
επηρεάζονται από την παρουσία αγγειοσυσπαστικού (π.χ. επινεφρίνη). Για
πληροφορίες σχετικά με την έναρξη και την διάρκεια δράσης του Ropivacaine Kabi
(βλ. παράγραφο 4.2).
Υγιείς εθελοντές που εκτέθηκαν σε ενδοφλέβιες εγχύσεις ανέχθηκαν καλά την
υδροχλωρική ροπιβακαΐνη στις χαμηλές δόσεις και με αναμενόμενα συμπτώματα
στο ΚΝΣ στις μέγιστα ανεκτές δόσεις . Η κλινική εμπειρία με υδροχλωρική
ροπιβακαΐνη δείχνει ότι έχει ικανοποιητικά όρια ασφαλείας όταν
χρησιμοποιείται επαρκώς στις συνιστώμενες δόσεις.
5.2 μ Φαρ ακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση και κατανομή
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη είναι ένα κέντρο συμμετρίας και διατίθεται σαν
καθαρό S-(-)-εναντιομερές. Παρουσιάζει μεγάλη λιποδιαλυτότητα. Όλοι οι
μεταβολίτες έχουν τοπική αναισθητική δράση αλλά με αξιοσημείωτα μικρότερη
ισχύ και μικρότερη διάρκεια δράσης από την υδροχλωρική ροπιβακαΐνη.
Η συγκέντρωση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης στο πλάσμα εξαρτάται από την
δόση, την οδό χορήγησης και την αγγείωση της περιοχής που γίνεται η ένεση. Η
υδροχλωρική ροπιβακαΐνη έχει γραμμική φαρμακοκινητική η C
max
είναι ανάλογη
με την δόση.
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη παρουσιάζει πλήρη και διφασική απορρόφηση από
τον επισκληρίδιο χώρο με χρόνο ημίσειας ζωής των δύο φάσεων της τάξεως των
14 λεπτών και 4 ωρών στους ενήλικες. Η βραδεία απορρόφηση επιβραδύνει το
ρυθμό απομάκρυνσης της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης, πράγμα που εξηγεί την
βραδύτερη απομάκρυνση μετά από επισκληρίδια χορήγηση συγκριτικά με την
ενδοφλέβια χορήγηση. Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη παρουσιάζει πλήρη και
διφασική απορρόφηση από τον επισκληρίδιο χώρο επίσης στα παιδιά.
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη έχει μέση ολική κάθαρση πλάσματος της τάξεως
των 440ml/min, νεφρική κάθαρση 1 ml/min, όγκο κατανομής σε σταθεροποιημένη
κατάσταση 47 λίτρων και τελικό χρόνο ημίσειας ζωής 1.8 h μετά από
ενδοφλέβια χορήγηση. Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη έχει ενδιάμεση τιμή ηπατικής
απέκκρισης περίπου 0,4. Είναι κυρίως συνδεδεμένη στην α1-acid glycoprotein του
πλάσματος με κλάσμα μη συνδεδεμένη ουσίας περίπου 6%.
Έχει παρατηρηθεί αύξηση των ολικών συγκεντρώσεων στο πλάσμα κατά την
διάρκεια συνεχούς επισκληρίδιας και διασκαληνικής έγχυσης. Η οποία
σχετίζεται με μετεγχειρητική αύξηση της α1-acid glycoprotein.
Οι διακυμάνσεις της συγκέντρωσης της μη συνδεδεμένης ουσίας, δηλαδή της
14
φαρμακολογικά ενεργούς ουσίας, είναι πολύ λιγότερες από την ολική
συγκέντρωση στο πλάσμα.
Επειδή η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη έχει ενδιάμεση προς χαμηλή τιμή ηπατικής
απέκκρισης, ο ρυθμός της κάθαρσης εξαρτάται από τη συγκέντρωση της
αδέσμευτης ροπιβακαΐνης στο πλάσμα. Η μετεγχειρητική αύξηση της AAG θα
μειώσει το αδέσμευτο κλάσμα, λόγω της αυξημένης πρωτεϊνικής σύνδεσης, με
αποτέλεσμα μείωση της ολικής κάθαρσης και αύξηση της ολικής συγκέντρωσης
στο πλάσμα, όπως διαπιστώνεται στις παιδιατρικές μελέτες αλλά και στις
μελέτες των ενηλίκων. Η κάθαρση της αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης
παραμένει αμετάβλητη όπως φαίνεται από τις σταθερές συγκεντρώσεις του
αδέσμευτου κλάσματος κατά την διάρκεια της μετεγχειρητικής έγχυσης. Η
συγκέντρωση στο πλάσμα του αδέσμευτου κλάσματος είναι αυτό που ευθύνεται
για τις συστηματικές φαρμακοδυναμικές επιδράσεις και την τοξικότητα.
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη περνά εύκολα τον φραγμό του πλακούντα και
αποκαθίσταται ταχέως η ισορροπία των συγκεντρώσεων του ελεύθερου
κλάσματος του φαρμάκου. Ο βαθμός της σύνδεσης με τα λευκώματα του
πλάσματος στο έμβρυο είναι μικρότερος από ότι στην μητέρα, με αποτέλεσμα
την ολική συγκέντρωση στο πλάσμα να είναι μικρότερη στο έμβρυο από ότι στη
μητέρα.
Βιομετατροπή και απέκκριση
Η υδροχλωρική ροπιβακαΐνη μεταβολίζεται εκτενώς, κυρίως με αρωματική
υδροξυλίωση. Συνολικά το 86% της δόσης απεκκρίνεται με τα ούρα μετά από
ενδοφλέβια χορήγηση, από την οποία μόνο το 1% περίπου σχετίζεται με
απέκκριση αμετάβλητης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης . Ο κύριος μεταβολίτης
είναι το 3-hydroxy-ropivacaine, περίπου το 37% του οποίου απεκκρίνεται στα ούρα,
κυρίως συζευγμένος. Η απέκκριση στα ούρα του 4-hydroxy-ropivacaine, του N-
dealkylated μεταβολίτη (PPX) και του 4-hydroxy-dealkylated μεταβολίτη υπολογίζεται
σε 1-3%. Η συζευγμένη και η μη συζευγμένη 3-υδρόξυ-ροπιβακαΐνη δίνει μόνο
ελάχιστα ανιχνεύσιμες συγκεντρώσεις στο πλάσμα.
Αναφορικά με μεταβολίτες και σε σχέση με τους ενήλικες έχει βρεθεί ένα
παρόμοιο μοντέλο σε παιδιά ηλικίας άνω του ενός έτους.
Δεν υπάρχει απόδειξη για in
vivo
ρακεμοποίηση της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης.
Παιδιατρικοί ασθενείς
Η φαρμακοκινητική της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης εξετάσθηκε σε πληθυσμό PK
με βάση στοιχείων από 192 παιδιά ηλικίας μεταξύ 0 και 12 ετών. Η κάθαρση
αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης και PPX και όγκος κατανομής
αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης εξαρτώνται τόσο από το σωματικό
βάρος όσο και από την ηλικία μέχρι την ωρίμανση της ηπατικής λειτουργίας ενώ
μετά, εξαρτώνται κυρίως από το σωματικό βάρος. Η ωρίμανση της κάθαρσης της
αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης φαίνεται να ολοκληρώνεται κατά την
ηλικία των 3 ετών, της PPX κατά την ηλικία ενός έτους και του όγκου κατανομής
αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης κατά την ηλικία των 2 ετών. Ο όγκος
κατανομής αδέσμευτης PPK εξαρτάται μόνον από το σωματικό βάρος. Επειδή η
15
PPK έχει μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής και χαμηλότερη κάθαρση, μπορεί να
συσσωρευθεί κατά την επισκληρίδια έγχυση.
Η κάθαρση αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης (Cl
u
) για τις ηλικίες άνω των
6 μηνών φθάνει στο εύρος των τιμών των ενηλίκων. Οι τιμές της ολικής
κάθαρσης της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης (Cl) που αναγράφονται στον
ακόλουθο πίνακα είναι εκείνες που δεν επηρεάζονται από την μετεγχειρητική
αύξηση της AAG.
Εκτιμήσεις των φαρμακοκινητικών παραμέτρων που προέρχονται από
ΡΚ ανάλυση παιδιατρικού «pooled» πληθυσμού
Ηλικία BW
a
Clu
b
Vu
c
Cl
d
t
1/2
e
t
1/2ppx
f
Ομάδα kg (l/h/kg) (l/kg) (l/h/kg) (h) (h)
Νεογνό 3.27 2.40 21.86 0.096 6.3 43.3
1 m 4.29 3.60 25.94 0.143 5.0 25.7
6 m 7.85 8.03 41.71 0.320 3.6 14.5
1 y 10.15 11.32 52.60 0.451 3.2 13.6
4 y 16.69 15.91 65.24 0.633 2.8 15.1
10 y 32.19 13.94 65.57 0.555 3.3 17.8
a
Μεσαίο σωματικό βάρος για την αντίστοιχη ηλικία από βάση δεδομένων του ΠΟΥ.
b
Κάθαρση αδέσμευτης ροπιβακαΐνης
c
Όγκος κατανομής αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης
d
Ολική κάθαρση υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης
e
Τελικός χρόνος ημίσειας ζωής της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης
f
Τελικός χρόνος ημίσειας ζωής PPX
Η προσομειωμένη μέση συγκέντρωση στο πλάσμα αδέσμευτης ουσίας (Cu
max
) μετά
από ένα κοκκυγικό αποκλεισμό τείνει να είναι υψηλότερη σε νεογνά και ο
χρόνος μέχρι την Cu
max
(t
max
) μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας. Η
προσομειωμένη μέση συγκέντρωση αδέσμευτης ουσίας στο πλάσμα μετά από 72
ώρες συνεχούς επισκληρίδιας έγχυσης στους συνιστώμενους ρυθμούς
δοσολογίας έδειξε επίσης υψηλότερα επίπεδα στα νεογνά σε σύγκριση με εκείνα
των νηπίων και των παιδιών Βλ. παράγραφο 4.4.
Προσομειωμένο μέσο και παρατηρηθές έυρος αδέσμευτης ουσίας Cu
max
μετά από ένα κοκκυγικό αποκλεισμό
Ηλικιακή
ομάδα
Δόση Cu
max
a
t
max
b
Cu
max
c
(mg/kg) (mg/l) (h) (mg/l)
0-1 m 2.00 0.0582 2.00 0.05-0.08 (n=5)
1-6 m 2.00 0.0375 1.50 0.02-0.09 (n=18)
6-12 m 2.00 0.0283 1.00 0.01-0.05 (n=9)
1-10 y 2.00 0.0221 0.50 0.01-0.05 (n=60)
a
Μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα αδέσμευτης ουσίας
b
Χρόνος μέχρι την μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα αδέσμευτης ουσίας
c
Παρατηρηθείσα και προσαρμοθείσα στην δόση μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα αδέσμευτης
ουσίας
16
Στην ηλικία των 6 μηνών που είναι το σημείο αλλαγής του συνιστώμενου
δοσολογικού ρυθμού έγχυσης για συνεχή επισκληρίδιο, η κάθαρση της
αδέσμευτης υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης έχει φθάσει το 34% και του αδέσμευτου
PPX το 71% της ώριμης τιμής. Η συστηματική έκθεση είναι υψηλότερη στα
νεογνά και επίσης κάπως υψηλότερη σε βρέφη μεταξύ 1 και 6 μηνών συγκριτικά
με τα μεγαλύτερα παιδιά, γεγονός που σχετίζεται με την ανωριμότητα της
ηπατικής λειτουργίας. Ωστόσο, αυτό αντισταθμίζεται από την συνιστώμενη
μείωση κατά 50% του δοσολογικού ρυθμού για την συνεχή επισκληρίδιο έγχυση
στα νεογνά κάτω των 6 μηνών.
Προσομοιώσεις του αθροίσματος των συγκεντρώσεων αδέσμευτης υδροχλωρικής
ροπιβακαΐνης στο πλάσμα και του PPX, με βάση τις παραμέτρους PK και στην
διακύμανσή τους στον πλυθησμό ανάλυσης, δείχνουν ότι για ένα κοκκυγικό
αποκλεισμό η συνιστώμενη δόση πρέπει να αυξηθεί κατά 2,7 στην νεότερη
ηλικιακή ομάδα και κατά 7,4 στην ηλικιακή ομάδα των 1εως 10 ετών ώστε το
άνω προγνωστικό όριο με διάστημα εμπιστοσύνης 90% να αγγίζει την ουδό
συστηματικής τοξικότητας. Αντίστοιχοι παράγοντες για συνεχή επισκληρίδια
έγχυση είναι 1,8 και 3,8 αντίστοιχα.
5.3 μ Προκλινικά δεδο ένα για την ασφάλεια
Με βάση συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής ασφάλειας, τοξικότητας σε
εφάπαξ και επαναλαμβανόμενες δόσεις, τοξικότητας κατά την αναπαραγωγή,
ενδεχόμενης μεταλαξιογόνου δράσης και τοπικής τοξικότητας, δεν έδειξαν
κίνδυνο για τους ανθρώπους, εκτός από αυτούς τους αναμενόμενους βάση της
φαρμακοδυναμικής δράσης των υψηλών δόσεων της υδροχλωρικής ροπιβακαΐνης
(π.χ. συμπτώματα στο ΚΝΣ, συμπεριλαμβανομένων των σπασμών και
καρδιοτοξικότητα).
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Χλωριούχο νάτριο
Υδροχλωρικό οξύ (για προσαρμογή του pH)
Υδροξείδιο του νατρίου (για προσαρμογή του pH)
Ενέσιμο ύδωρ
6.2 μΑσυ βατότητες
Οι συμβατότητες με άλλα διαλύματα από εκείνα που αναφέρονται στην
παράγραφο 6.6 δεν έχουν ερευνηθεί.
Σε αλκαλικά διαλύματα μπορεί να δημιουργηθεί ίζημα καθώς η υδροχλωρική
ροπιβακαΐνη είναι ελάχιστα διαλυτή σε pH > 6.0.
6.3 Δ ιάρκεια ζωής
Διάρκεια ζωής πριν το άνοιγμα
17
2 χρόνια
Διάρκεια ζωής μετά το άνοιγμα
Από μικροβιολογικής άποψης το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιηθεί άμεσα. Εάν
δεν χρησιμοποιηθεί άμεσα, οι συνθήκες φύλαξης και οι συνθήκες πριν από την
χρήση είναι στην ευθύνη του χρήστη και φυσιολογικά δεν πρέπει να ξεπερνούν
τις 24 ώρες στους 2 έως 8 °C.
Για την διάρκεια ζωής των μιγμάτων δείτε την παράγραφο 6.6.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Να αποθηκεύετε σε θερμοκρασία κάτω των 30°C.
Να μην ψύχετε ή καταψύχετε.
Για τις συνθήκες φύλαξης μετά το πρώτο άνοιγμα του φαρμακευτικού προϊόντος,
δείτε την παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
1. μ / μ Συσκευασίες που εγκρίθηκαν κατά την α οιβαία αποκεντρω ένη
:διαδικασία
Διαφανές σάκος πολυολεφίνης των 100 ml.
Διαφανές σάκος πολυολεφίνης των 200 ml.
Μεγέθη συσκευασιών:
1 σάκος με εξωτερικό περίβλημα από αλουμίνιο
5 σάκοι με εξωτερικό περίβλημα
10 σάκοι με εξωτερικό περίβλημα
2. Συσκευασίες που θα κυκλοφορήσουν στην Ελληνική και στην
Κυπριακή αγορά:
Διαφανές σάκος πολυολεφίνης των 100 ml.
Διαφανές σάκος πολυολεφίνης των 200 ml.
Μεγέθη συσκευασιών:
1 σάκος με εξωτερικό περίβλημα από αλουμίνιο
5 σάκοι με εξωτερικό περίβλημα
10 σάκοι με εξωτερικό περίβλημα
μ .Μπορεί να η κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες
6.6 μΙδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισ ός
Χειρισμός
Τα προϊόντα Ropivacaine Kabi δεν περιέχουν συντηρητικά και προορίζονται για
εφάπαξ χρήση. Απορρίπτετε οποιοδήποτε διάλυμα που δεν χρησιμοποιήθηκε.
18
Το φαρμακευτικό προϊόν πρέπει να ελέγχεται οπτικά πριν από την χρήση. Το
διάλυμα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνον εάν είναι διαυγές, πρακτικά ελεύθερο
σωματιδίων και εάν ο περιέκτης είναι άθικτος.
Ο άθικτος περιέκτης δεν πρέπει να μπεί σε κλίβανο αποστείρωσης δεύτερη φορά.
Ο σάκος με το εξωτερικό περίβλημα από αλουμίνιο επιλέγεται όταν απαιτείται
στείρα εξωτερική επιφάνεια.
Το διάλυμα για έγχυση ροπιβακαΐνης σε πλαστικούς σάκους είναι χημικά και
φυσικά συμβατό με τα ακόλουθα φάρμακα:
Συγκέντρωση Ropivacaine Kabi: 1-2 mg/ml
Πρόσθετο
Συγκέντρωση*
Fentanyl citrate 1.0 - 10.0 µg/ml
Sufentanil citrate
0.4 – 4.0 µg/ml
Morphine sulphate 20.0 – 100.0 µg/ml
Clonidine hydrochloride 5.0 – 50 µg/ml
* Το εύρος των συγκεντρώσεων που αναφέρονται στον πίνακα είναι μεγαλύτερο
από εκείνο που χρησιμοποιείται στην κλινική πρακτική. Οι επισκληρίδιες
εγχύσεις του διαλύματος Ropivacaine Kabi/sufentanil citrate, Ropivacaine Kabi/morphine
sulphate και Ropivacaine/clonidine hydrochloride δεν έχουν αξιολογηθεί σε κλινικές
μελέτες.
Τα μίγματα είναι χημικά και φυσικά σταθερά για 30 ημέρες στους 20 έως 30C.
Από μικροβιολογικής άποψης το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιηθεί άμεσα. Εάν
δεν χρησιμοποιηθεί άμεσα, οι συνθήκες φύλαξης και οι συνθήκες πριν από την
χρήση είναι στην ευθύνη του χρήστη και φυσιολογικά δεν πρέπει να ξεπερνούν
τις 24 ώρες στους 2 έως 8 °C.
Απόρριψη
μ μ μμ Κάθε φαρ ακευτικό προϊόν που δεν έχει χρησι οποιηθεί ή υπόλει α πρέπει να
μ μ .απορριφθεί σύ φωνα ε τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις
7. Δ ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Fresenius Kabi Hellas A.E.
. 354Λ Μεσογείων
15341 Αγία Παρασκευή
: +30 210 6542909Τηλ
Fax: +30 210 6548909
e-mail: FKHinfo@fresenius-kabi.com
8. ( ) Δ ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΙ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
19
EL: 12143/03-02-2014
CY: 21422
9. / ΔΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ
μ μ : ( μ ):Η ερο ηνία πρώτης έγκρισης ΗΗ ήνας ΕΕΕΕ
EL: 13-12-2010
CY:14-05-2012
μ μ : ( μ )Η ερο ηνία ανανέωσης της άδειας ΗΗ ήνας ΕΕΕΕ
EL: 03-02-2014
CY: 09-05-2014
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
EL:
CY:
20