Βιομετατροπή
Τέσσερις μεταβολίτες της δεφεροξαμίνης απομονώθηκαν από τα ούρα ασθενών
με υπερφόρτωση σιδήρου. Οι ακόλουθες αντιδράσεις βιομετατροπής βρέθηκε ότι
προκαλούνται με τη δεφεροξαμίνη: τρανσαμίνωση και οξείδωση, από τις οποίες
προκύπτει όξινος μεταβολίτης, βήτα-οξείδωση, από την οποία επίσης προκύπτει
όξινος μεταβολίτης, αποκαρβοξυλίωση και Ν-υδροξυλίωση, από τις οποίες
προκύπτουν ουδέτεροι μεταβολίτες.
Αποβολή
Και η δεφεροξαμίνη και η φερριοξαμίνη αποβάλλονται με διφασική διαδικασία
μετά από ενδομυϊκή ένεση σε υγιείς εθελοντές. Για τη δεφεροξαμίνη ο
φαινόμενος χρόνος ημίσειας ζωής της κατανομής είναι 1 ώρα και για τη
φερριοξαμίνη 2,4 ώρες. Ο φαινόμενος χρόνος τελικής ηµίσειας ζωής είναι 6 ώρες
και για τις δύο. Μέσα σε έξι ώρες από την ένεση, το 22% της δόσης εμφανίζεται
στα ούρα ως δεφεροξαμίνη και το 1% ως φερριοξαμίνη.
Χαρακτηριστικά στους ασθενείς
Σε ασθενείς με αιμοχρωμάτωση μετρήθηκαν μέγιστα επίπεδα πλάσματος 7,0
μmol/L (3,9 mcg/mL) για τη δεφεροξαμίνη και 15,7 μmol/L (9,6 mcg/mL) για τη
φερριοξαμίνη, 1 ώρα μετά από ενδομυϊκή ένεση 10 mg/kg δεφεροξαμίνης. Σε
αυτούς τους ασθενείς η δεφεροξαμίνη και η φερριοξαμίνη απομακρύνθηκαν με
χρόνο ημίσειας ζωής 5,6 και 4,6 ώρες αντίστοιχα. Έξι ώρες μετά την ένεση το
17% της δόσης απεκκρίθηκε στα ούρα ως δεφεροξαμίνη και το 12% ως
φερριοξαμίνη.
Σε ασθενείς που υποβάλλονταν σε αιμοδιύλιση για νεφρική ανεπάρκεια, οι
οποίοι έλαβαν 40 mg/kg δεφεροξαμίνης ως ενδοφλέβια έγχυση εντός 1 ώρας, η
συγκέντρωση στο πλάσμα στο τέλος της έγχυσης ήταν 152 μmol/L (85,2 mcg/mL),
όταν η έγχυση χορηγήθηκε μεταξύ των συνεδριών αιμοδιύλισης. Οι
συγκεντρώσεις της δεφεροξαμίνης στο πλάσμα ήταν χαμηλότερες κατά 13% -
27%, όταν η έγχυση χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της αιμοδιύλισης. Οι
συγκεντρώσεις της φερριοξαμίνης ήταν σε όλες τις περιπτώσεις περίπου 7,0
μmol/L (4,3 mcg/mL) με ταυτόχρονα επίπεδα αλουμινοξαμίνης 2-3 μmol/λίτρο (1,2-
1,8 mcg/mL). Μετά τη διακοπή της έγχυσης, οι συγκεντρώσεις της δεφεροξαμίνης
στο πλάσμα μειώθηκαν ταχέως με χρόνο ημίσειας ζωής 20 λεπτών. Μικρότερο
κλάσμα δόσης απομακρύνθηκε με μεγαλύτερη χρόνο ημίσειας ζωής 14 ωρών. Οι
συγκεντρώσεις της αλουμινοξαμίνης στο πλάσμα συνέχισαν να αυξάνονται για
έως 48 ώρες μετά την έγχυση και έφθασαν σε τιμές περίπου 7 μmol/L (4 mcg/mL).
Μετά την αιμοδιύλιση, η συγκέντρωση της αλουμινοξαμίνης στο πλάσμα
μειώθηκε σε 2,2 μmol/L (1,3 mcg/mL), το οποίο δηλώνει ότι το σύμπλεγμα
αλουμινοξαμίνης μπορεί να απομακρυνθεί με αιμοδιύλιση.
Σε ασθενείς με θαλασσαιμία η συνεχής ενδοφλέβια έγχυση 50mg/kg/24h
δεφεροξαμίνης
είχε ως αποτέλεσμα επίπεδα δεφεροξαμίνης σταθεροποιημένης κατάστασης στο
πλάσμα της τάξης του 7,4 μmol/L. Η απομάκρυνση της δεφεροξαμίνης από το
πλάσμα έγινε με διφασική διαδικασία με μέσο χρόνο ημίσειας ζωής της
κατανομής 0,28 ώρες και φαινόμενο χρόνο τελικής ημίσειας ζωής 3,0 ώρες. Η
συνολική κάθαρση από το πλάσμα ήταν 0,5 L/h/kg και ο όγκος κατανομής στη
σταθεροποιημένη κατάσταση εκτιμήθηκε σε 1,35 L/kg. Η έκθεση στον κύριο
μεταβολίτη δέσμευσης σιδήρου ήταν περίπου 54% αυτής της δεφεροξαμίνης όσον