Η ολανζαπίνη δεν συνιστάται για χρήση σε ασθενείς με ψύχωση και/ή
διαταραχές συμπεριφοράς σχετιζόμενες με άνοια λόγω αύξησης της
θνησιμότητας και του κινδύνου αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Σε
ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο κλινικές δοκιμές (διάρκειας 6-12
εβδομάδων), ηλικιωμένων ασθενών (μέσης ηλικίας 78 ετών) με ψύχωση και/ή
διαταραχές συμπεριφοράς σχετιζόμενες με άνοια, παρατηρήθηκε διπλάσια
αύξηση στην επίπτωση θανάτου στους ασθενείς υπό ολανζαπίνη συγκριτικά με
εκείνη για τους ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο (3,5% έναντι 1,5%
αντιστοίχως). Η μεγαλύτερη επίπτωση θανάτου δεν σχετιζόταν με τη δόση της
ολανζαπίνης (μέση ημερήσια δόση 4,4 mg) ή τη διάρκεια της αγωγής. Οι
παράγοντες κινδύνου που ενδέχεται να προδιαθέτουν αυτόν τον πληθυσμό
ασθενών σε αυξημένη θνησιμότητα περιλαμβάνουν: ηλικία > 65 ετών,
δυσφαγία, καταστολή, κακή διατροφή και αφυδάτωση, πνευμονικές
καταστάσεις (π.χ. πνευμονία, με ή χωρίς εισρόφηση) ή ταυτόχρονη χρήση
βενζοδιαζεπινών. Ωστόσο, η επίπτωση θανάτου ήταν μεγαλύτερη στους
ασθενείς σε θεραπεία με ολανζαπίνη συγκριτικά με τους ασθενείς υπό εικονικό
φάρμακο, ανεξάρτητα από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου.
Στις ίδιες κλινικές δοκιμές, αναφέρθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες στα αγγεία
του εγκεφάλου (CVAE, π.χ. αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, παροδικό ισχαιμικό
επεισόδιο), συμπεριλαμβανομένων θανατηφόρων περιπτώσεων. Υπήρξε μια
τριπλάσια αύξηση των CVAE στους ασθενείς που ήταν σε αγωγή με ολανζαπίνη
συγκριτικά με τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (1,3% έναντι 0,4%,
αντίστοιχα). Όλοι οι ασθενείς σε θεραπεία με ολανζαπίνη και εικονικό
φάρμακο που εμφάνισαν κάποιο επεισόδιο από τα αγγεία του εγκεφάλου είχαν
προϋπάρχοντες παράγοντες κινδύνου. Ηλικία > 75 ετών και αγγειακού/μικτού
τύπου άνοια διαπιστώθηκαν ως παράγοντες κινδύνου για CVAE που
σχετίζονται με την αγωγή με ολανζαπίνη. Η αποτελεσματικότητα της
ολανζαπίνης δεν τεκμηριώθηκε στις δοκιμές αυτές.
Νόσος του Parkinson
Η χρήση της ολανζαπίνης στην αγωγή της ψύχωσης που σχετίζεται με
αγωνιστές ντοπαμίνης σε ασθενείς με νόσο του Parkinson δε συνιστάται. Σε
κλινικές δοκιμές, επιδείνωση της παρκινσονικής συμπτωματολογίας και των
ψευδαισθήσεων αναφέρθηκαν πολύ συχνά και σε μεγαλύτερη συχνότητα έναντι
του εικονικού φαρμάκου (βλ. παράγραφο 4.8) και η ολανζαπίνη δεν ήταν πιο
αποτελεσματική από το εικονικό φάρμακο στην αγωγή των ψυχωσικών
συμπτωμάτων. Σε αυτές τις δοκιμές, οι ασθενείς απαιτείτο αρχικά να είναι
σταθεροποιημένοι στη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση των αντι-
παρκινσονικών φαρμάκων (αγωνιστών ντοπαμίνης) και να παραμένουν στα
ίδια αντι-παρκινσονικά φαρμακευτικά προϊόντα και δοσολογία κατά τη
διάρκεια της μελέτης. Η ολανζαπίνη άρχισε στα 2,5 mg/ημέρα και
τιτλοποιήθηκε σε ένα μέγιστο των 15 mg/ημέρα με βάση την κρίση του
ερευνητή.
Κακόηθες Νευροληπτικό Σύνδρομο
Το Κακόηθες Νευροληπτικό Σύνδρομο (Neuroleptic Malignant Syndrome - NMS) είναι
μία δυνητικά απειλητική για τη ζωή κατάσταση που σχετίζεται με
αντιψυχωσικά φαρμακευτικά προϊόντα. Σπάνια περιπτώσεις που αναφέρθηκαν
ως NMS έχουν επίσης ληφθεί να συσχετίζονται με την ολανζαπίνη. Οι κλινικές
εκδηλώσεις του NMS είναι υπερπυρεξία, μυϊκή ακαμψία, μεταβολή στη νοητική
κατάσταση και ενδείξεις αστάθειας του αυτόνομου νευρικού συστήματος
(ακανόνιστος σφυγμός ή αρτηριακή πίεση, ταχυκαρδία, διαφόρηση και