εκδηλώσεις του NMS είναι υπερπυρεξία, μυϊκή ακαμψία, μεταβολή στη νοητική
κατάσταση και ενδείξεις αστάθειας του αυτόνομου νευρικού συστήματος
(ακανόνιστος σφυγμός ή αρτηριακή πίεση, ταχυκαρδία, διαφόρηση και
καρδιακή δυσρυθμία). Επιπρόσθετα σημεία πιθανόν να περιλαμβάνουν
αυξημένη κρεατινοφωσφοκινάση, μυοσφαιρινουρία, (ραβδομυόλυση) και οξεία
νεφρική ανεπάρκεια. Αν ένας ασθενής εμφανίσει σημεία και συμπτώματα
ενδεικτικά του NMS ή παρουσιαστεί με ανεξήγητο υψηλό πυρετό χωρίς
πρόσθετες κλινικές εκδηλώσεις του NMS, όλα τα αντιψυχωσικά φάρμακα,
συμπεριλαμβανομένης της ολανζαπίνης πρέπει να διακοπούν.
Υπεργλυκαιμία και διαβήτης
Υπεργλυκαιμία και/ή εμφάνιση ή επιδείνωση του διαβήτη, περιστασιακά
σχετιζόμενη με κετοξέωση ή κώμα, έχει αναφερθεί όχι συχνά,
συμπεριλαμβανομένων κάποιων θανατηφόρων περιπτώσεων (βλ. παράγραφο
4.8). Σε κάποιες περιπτώσεις, προηγούμενη αύξηση στο βάρος του σώματος έχει
αναφερθεί, η οποία πιθανόν να είναι ένας παράγοντας προδιάθεσης.
Συνιστάται η κατάλληλη κλινική παρακολούθηση σύμφωνα με τις
χρησιμοποιούμενες κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπευτική των ψυχώσεων,
π.χ. μετρώντας τη γλυκόζη αίματος στην έναρξη, 12 εβδομάδες μετά την
έναρξη της αγωγής με ολανζαπίνη και ετησίως στη συνέχεια.
Ασθενείς που αντιμετωπίζονται με αντιψυχωσικά φάρμακα,
συμπεριλαμβανομένης της ολανζαπίνης, πρέπει να παρακολουθούνται για
σημεία και συμπτώματα υπεργλυκαιμίας (όπως πολυδιψία, πολυουρία,
πολυφαγία και αδυναμία) και ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή με παράγοντες
κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για
επιδείνωση του ελέγχου της γλυκόζης. Το βάρος πρέπει να παρακολουθείται
τακτικά, π.χ. στην αρχή, 4, 8 και 12 εβδομάδες μετά την έναρξη της αγωγής με
ολανζαπίνη και ανά τρίμηνο στη συνέχεια.
Μεταβολές των λιπιδίων
Ανεπιθύμητες μεταβολές στα λιπίδια έχουν παρατηρηθεί σε ασθενείς υπό
αγωγή με ολανζαπίνη σε κλινικές δοκιμές ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο
(βλ. παράγραφο 4.8). Οι μεταβολές των λιπιδίων πρέπει να αντιμετωπίζονται
όπως απαιτείται κλινικά, ειδικά σε δυσλιπιδαιμικούς ασθενείς και σε ασθενείς
με παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη διαταραχών των λιπιδίων. Ασθενείς
που αντιμετωπίζονται με αντιψυχωσικά φάρμακα, συμπεριλαμβανομένης της
ολανζαπίνης, πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για τα λιπίδια σύμφωνα με
τις χρησιμοποιούμενες κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπευτική των
ψυχώσεων, π.χ. στην αρχή, 12 εβδομάδες μετά την έναρξη της αγωγής με
ολανζαπίνη και κάθε 5 χρόνια στη συνέχεια.
Αντιχολινεργική δραστηριότητα
Ενώ η ολανζαπίνη έδειξε αντιχολινεργική δραστηριότητα in
vitro, η εμπειρία
κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών αποκάλυψε χαμηλή συχνότητα
εμφάνισης σχετιζόμενων περιστατικών. Ωστόσο, επειδή η κλινική εμπειρία με
την ολανζαπίνη σε ασθενείς με συνυπάρχουσες ασθένειες είναι περιορισμένη,
συνιστάται προσοχή όταν συνταγογραφείται σε ασθενείς με υπερτροφία του
προστάτη ή παραλυτικό ειλεό και σχετιζόμενες καταστάσεις.
Ηπατική λειτουργία
Παροδικές, ασυμπτωματικές αυξήσεις των ηπατικών αμινοτρανσφερασών, της
ALT, της AST έχουν παρατηρηθεί συχνά, ειδικά στα αρχικά στάδια της αγωγής.