
Για επιπλέον αντενδείξεις του cetuximab ή του bevacizumab, αναφερθείτε στις πληροφορίες που
αφορούν αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η χρήση του IRITEC
®
θα πρέπει να περιορίζεται σε μονάδες ειδικευμένες στη χορήγηση
κυτταροτοξικής χημειοθεραπείας και θα πρέπει να χορηγείται μόνο υπό την επίβλεψη ιατρού
εξειδικευμένου στη χρήση αντικαρκινικής θεραπείας.
Δεδομένης της φύσης και της συχνότητας εμφάνισης των ανεπιθύμητων ενεργειών, το IRITEC
®
θα
πρέπει να συνταγογραφείται στις ακόλουθες περιπτώσεις μόνο όταν το αναμενόμενο όφελος έχει
εκτιμηθεί σε σχέση με τους ενδεχόμενους κινδύνους:
• σε ασθενείς που παρουσιάζουν κάποιο παράγοντα κινδύνου, ιδιαίτερα σε εκείνους με κατάσταση
ικανότητας κατά WHO = 2.
• στις ελάχιστες σπάνιες περιπτώσεις όπου οι ασθενείς θεωρείται ότι δεν θα συμμορφώνονται με τις
συστάσεις όσον αφορά την αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων ενεργειών (ανάγκη για άμεση και
παρατεταμένη αντιδιαρροϊκή θεραπεία σε συνδυασμό με λήψη μεγάλων ποσοτήτων υγρών κατά την
εμφάνιση της όψιμης διάρροιας). Γι’ αυτούς τους ασθενείς συνιστάται αυστηρή νοσοκομειακή
επίβλεψη.
Όταν το IRITEC
®
χορηγείται ως μονοθεραπεία, συνήθως συνταγογραφείται με το δοσολογικό σχήμα
κάθε -3- εβδομάδες. Ωστόσο το εβδομαδιαίο δοσολογικό σχήμα (βλέπε «Φαρμακολογικές ιδιότητες»)
μπορεί να ληφθεί υπόψη για τους ασθενείς που μπορεί να χρειάζονται στενότερη παρακολούθηση ή
που διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο σοβαρής ουδετεροπενίας.
‘Οψιμη διάρροια
Οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι για τον κίνδυνο εμφάνισης όψιμης διάρροιας σε
διάστημα μεγαλύτερο των 24 ωρών μετά από τη χορήγηση του IRITEC
®
και σε οποιαδήποτε χρονική
στιγμή πριν από τον επόμενο κύκλο χορήγησης. Κατά τη μονοθεραπεία, ο μέσος χρόνος εμφάνισης
της πρώτης υδαρούς κένωσης ήταν η 5
η
ημέρα μετά την έγχυση του IRITEC
®
. Οι ασθενείς θα πρέπει
να ενημερώσουν αμέσως το γιατρό τους για την εμφάνισή της και να αρχίσουν αμέσως την
κατάλληλη θεραπεία.
Ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο διάρροιας είναι εκείνοι που έχουν υποβληθεί σε προηγούμενη
ακτινοθεραπεία κοιλίας/πυέλου, εκείνοι με υπερλευκοκυττάρωση εξ’ αρχής, εκείνοι με κατάσταση
ικανότητας ≥ 2 και οι γυναίκες. Εάν δεν αντιμετωπισθεί κατάλληλα, η διάρροια μπορεί να αποβεί
απειλητική για τη ζωή, ειδικά σε ασθενείς που είναι ταυτόχρονα ουδετεροπενικοί.
Αμέσως μόλις εμφανιστεί η πρώτη υδαρής κένωση, ο ασθενής θα πρέπει να αρχίσει να πίνει μεγάλες
ποσότητες ροφημάτων που περιέχουν ηλεκτρολύτες και να αρχίσει αμέσως κατάλληλη αντιδιαρροϊκή
θεραπεία. Η αντιδιαρροϊκή θεραπεία αυτή θα συνταγογραφηθεί από το τμήμα που χορήγησε το
IRITEC
®
. Μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, οι ασθενείς θα πρέπει να προμηθευτούν τα
συνταγογραφημένα φάρμακα, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τη διάρροια, μόλις εμφανισθεί.
Επιπροσθέτως, θα πρέπει να ενημερώσουν το γιατρό τους ή το τμήμα που χορήγησε το IRITEC
®
για
το πότε/εάν εμφανισθεί διάρροια.
Η τρέχουσα συνιστώμενη αντιδιαρροϊκή θεραπεία συνίσταται στη χορήγηση υψηλών δόσεων
loperamide (4 mg για την πρώτη λήψη και μετά 2 mg κάθε 2 ώρες). Η θεραπεία αυτή θα πρέπει να
συνεχιστεί για 12 ώρες μετά την εμφάνιση της τελευταίας υδαρούς κένωσης και δεν θα πρέπει να
τροποποιηθεί. Σε καμιά περίπτωση η loperamide δεν θα πρέπει να χορηγηθεί για περισσότερο από 48
συνεχείς ώρες σε αυτές τις δόσεις, λόγω του κινδύνου εμφάνισης παραλυτικού ειλεού και ούτε για
λιγότερο από 12 ώρες.
Όταν η διάρροια συνδέεται με σοβαρή ουδετεροπενία (αριθμός ουδετερόφιλων < 500 κύτταρα/mm
3
),
επιπλέον της αντιδιαρροϊκής θεραπείας θα πρέπει να χορηγείται προφυλακτικώς αντιβιοτική θεραπεία
ευρέος φάσματος.
Επιπρόσθετα της αντιβιοτικής θεραπείας, συστήνεται εισαγωγή στο νοσοκομείο για την αντιμετώπιση
της διάρροιας στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Διάρροια η οποία συνδέεται με πυρετό,