ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. OΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦAPMAKEΥΤΙKOY ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
Magnetοlux 500 micromol/ml, ενέσιμο διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
1 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχει 469 mg άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη που
ισοδυναμούν με 500 micromol, που ισοδυναμούν με 78,63 mg γαδολινίου.
5 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 2.345 mg άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη
που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν με 393,15 mg γαδολινίου.
10 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 4.690 mg άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη
που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν με 786,30 mg γαδολινίου.
15 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 7.035 mg άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη
που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν με 1.179,45 mg γαδολινίου.
20 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 9.380 mg άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη
που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν με 1.572,60 mg γαδολινίου.
30 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 14.070 mg άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν 2.358,90 mg
γαδολινίου.
100 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχουν 46.900 mg άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη που ισοδυναμούν με 500 micromol/ml, που ισοδυναμούν με 7.863,00 mg
γαδολινίου.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα.
Διαυγές διάλυμα.
pH
Ιξώδες [mPa s]
20º C
37º C
Ωσμογραμμομοριακότητα στους
37º C
[mOsm/kg H
2
O]
7,0 – 7,9
4,9
2,9
1.960
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
1
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν χρησιμοποιείται μόνο για διαγνωστικούς σκοπούς.
Το Magnetolux είναι ένα σκιαγραφικό μέσο για χρήση στην μαγνητική τομογραφία (MRI)
του εγκεφάλου και της σπονδυλικής στήλης.
Το Magnetolux ενδείκνυται επίσης για MRI ολόκληρου του σώματος,
συμπεριλαμβανομένων της περιοχής της κεφαλής και του αυχένα, της θωρακικής
περιοχής συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς, του γυναικείου μαστού, της κοιλίας
(πάγκρεας και ήπαρ), της οπισθοπεριτοναϊκής περιοχής (νεφροί), της πυέλου
(προστάτης, ουροδόχος κύστη και μήτρα), του μυοσκελετικού συστήματος, μέσω
ενδοφλέβιας χορήγησης.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη διευκολύνει την απεικόνιση των παθολογικών
δομών ή αλλοιώσεων και βοηθά στη διαφοροποίηση μεταξύ υγιούς και παθολογικού
ιστού.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για
αγγειογραφία μαγνητικού συντονισμού (εκτός από τις στεφανιαίες αρτηρίες) ειδικά για
την αξιολόγηση στενώσεων, εμφράξεων και των παραπλεύρων αγγείων.
Ειδικές εφαρμογές στην καρδιά περιλαμβάνουν τη μέτρηση της αιμάτωσης του
μυοκαρδίου σε συνθήκες φαρμακολογικού στρες και διαγνωστικές εξετάσεις
βιωσιμότητας («καθυστερημένη φάση ενίσχυσης»).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Τρόπος χορήγησης και Μαγνητική Τομογραφία (
MR
Ι)
Η απαιτούμενη δόση Magnetolux θα πρέπει να χορηγείται μόνο μέσω ενδοφλέβιας ένεσης.
Είναι επίσης δυνατή μία εφάπαξ ένεση.
Το Magnetolux θα πρέπει να αναρροφάται στη σύριγγα αμέσως πριν από τη χρήση. Εάν
αυτό το φαρμακευτικό προϊόν προορίζεται για χρήση με ένα σύστημα αυτόματης
εφαρμογής, η καταλληλότητά του για την προοριζόμενη χρήση θα πρέπει να
αποδεικνύεται από τον παρασκευαστή της ιατρικής συσκευής. Οι οδηγίες χρήσης της
ιατρικής συσκευής θα πρέπει να τηρούνται απολύτως.
Η σκιαγραφικώς ενισχυμένη Μαγνητική Τομογραφία (MRI) μπορεί να ξεκινήσει αμέσως
μετά τη χορήγηση του εν λόγω σκιαγραφικού.
Ανεξάρτητα από την ένταση του μαγνητικού πεδίου, η συνιστώμενη πυκνότητα
μαγνητικής ροής για το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη κυμαίνεται μεταξύ 0,14
Tesla και 1,5 Tesla.
Η Μαγνητική Τομογραφία (MRI) θα πρέπει να ξεκινά σύντομα μετά τη χορήγηση του
Magnetolux, ανάλογα με τις ακολουθίες παλμών που χρησιμοποιούνται και το
πρωτόκολλο της εξέτασης. Η βέλτιστη ενίσχυση παρατηρείται εντός των πρώτων
λεπτών μετά από την ένεση, χρόνος που εξαρτάται από το είδος της αλλοίωσης/του
ιστού. Γενικά, η ενίσχυση διαρκεί έως και 45 λεπτά μετά την ένεση του σκιαγραφικού
μέσου. Συγκεκριμένα, οι διαδοχικές απεικονίσειςΤ
1
είναι κατάλληλες για σκιαγραφικά
ενισχυμένες εξετάσεις με άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη.
Το φαρμακευτικό προϊόν αυτό προορίζεται για μία χρήση μόνο.
Πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο τα διαλύματα που δεν φέρουν ορατές ενδείξεις
αλλοίωσης (όπως σωματίδια στο διάλυμα ή ρωγμές στο φιαλίδιο).
Το φιαλίδιο/η φιάλη δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί εάν τεθεί σε κίνδυνο η ακεραιότητά
του/της σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο κατά την προετοιμασία αυτού του προϊόντος.
Διατροφικές συστάσεις
Η ναυτία και ο έμετος αποτελούν γνωστές πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες από τη
χρήση σκιαγραφικών μέσων Μαγνητικής Τομογραφίας (MRI). Ως εκ τούτου, ο/η ασθενής
θα πρέπει να απέχει από την κατανάλωση τροφών 2 ώρες πριν από την εξέταση.
2
Ανησυχία
Η έκδηλη ένταση, η ανησυχία ή ο πόνος ενδέχεται να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης
ανεπιθύμητων ενεργειών ή μπορεί να επιδεινώσουν τις αντιδράσεις που προκαλούνται
από τους σκιαγραφικούς παράγοντες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορούν να
χορηγηθούν στους ασθενείς ηρεμιστικά φάρμακα.
Δοσολογία
Ενήλικες, έφηβοι και παιδιά (άνω των 2 ετών)
Γενικά, δόση 0,2 ml/kg βάρους σώματος είναι επαρκής για να παράσχει διαγνωστικά
ικανοποιητική αντίθεση για την απάντηση κλινικών ερωτημάτων στη Μαγνητική
Τομογραφία (MRΙ) του εγκεφάλου και της σπονδυλικής στήλης καθώς και για MRI
άλλων περιοχών του σώματος.
Σε ειδικές περιπτώσεις, π.χ. εάν εξακολουθεί να υφίσταται μία ισχυρή κλινική υποψία
αλλοίωσης, παρά την ύπαρξη φυσιολογικής τομογραφίας ή σε περίπτωση αλλοιώσεων
με πτωχή αγγείωση ή/και με μικρό εξωκυττάριο χώρο, μία επιπρόσθετη δόση 0,2 - 0,4
ml/kg βάρους σώματος για ενήλικες, εντός 30 λεπτών, ακολουθούμενη από MRΙ, μπορεί
να είναι απαραίτητη για μια ικανοποιητική αντίθεση, ιδιαίτερα σε σχετικά αδύναμες
διαδοχικές απεικονίσεις Τ
1
.
Για τον αποκλεισμό μεταστάσεων ή υποτροπής όγκου σε ενήλικες, μια αρχική δόση 0,6
ml/kg βάρους σώματος μπορεί να καταλήξει σε υψηλότερη διαγνωστική αξιοπιστία.
Ανάλογα με την τεχνική διερεύνησης και την περιοχή που πρόκειται να διερευνηθεί, η
μέγιστη δόση μπορεί να
είναι απαραίτητη σε ενήλικες με σκοπό την οπτικοποίηση των αιμοφόρων αγγείων (π.χ.
αγγειογραφία).
Μέγιστη δόση: 0,6 ml/kg βάρους σώματος σε ενήλικες ή 0,4 ml/kg βάρους σώματος σε
παιδιά.
Ειδικές ομάδες πληθυσμών
Νεφρική δυσλειτουργία
Το Magnetolux αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (ρυθμός
σπειραματικής διήθησης (GFR) <30 ml/min/1,73 m
2
) ή/και οξεία νεφρική βλάβη, καθώς
και σε ασθενείς κατά την περιεγχειρητική περίοδο μεταμόσχευσης ήπατος (βλ.
παράγραφο 4.3).
Το Magnetolux πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο μετά από προσεκτική αξιολόγηση του
οφέλους/κινδύνου σε ασθενείς με μέτρια νεφρική δυσλειτουργία (GFR 30-59 ml/min/1,73
m
2
) σε δόση που να μην υπερβαίνει τα 0,2 mmol/kg βάρους σώματος (βλ. παράγραφο 4.4).
Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται περισσότερες από μία δόσεις κατά τη διάρκεια μίας
απεικόνισης.
Λόγω έλλειψης πληροφοριών σχετικά με την επαναλαμβανόμενη χορήγηση, ενέσεις του
Magnetolux δεν πρέπει να επαναλαμβάνονται εκτός και αν μεσολαβεί διάστημα
τουλάχιστον 7 ημερών μεταξύ των ενέσεων.
Νεογνά ηλικίας έως 4 εβδομάδων και βρέφη ηλικίας έως 1 έτους
Το Magnetolux αντενδείκνυται σε νεογνά ηλικίας έως 4 εβδομάδων (βλ. παράγραφο 4.3).
Στα βρέφη ηλικίας έως 1 έτους το Magnetolux πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο μετά από
προσεκτική αξιολόγηση σε δόση που να μην υπερβαίνει τα 0,2 mmol/kg βάρους σώματος
λόγω της ανώριμης νεφρικής λειτουργίας τους. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται
περισσότερες από μία δόσεις κατά τη διάρκεια μίας απεικόνισης. Λόγω έλλειψης
πληροφοριών σχετικά με την επαναλαμβανόμενη χορήγηση, ενέσεις του Magnetolux δεν
3
πρέπει να επαναλαμβάνονται εκτός και αν μεσολαβεί διάστημα τουλάχιστον 7 ημερών
μεταξύ των ενέσεων.
Η απαιτούμενη δόση Magnetolux θα πρέπει να χορηγείται με το χέρι με σκοπό να
αποτραπεί η μη εσκεμμένη χορήγηση υπερβολικής δόσης και δεν θα πρέπει να
χορηγείται με τη βοήθεια συσκευής αυτοένεσης.
Παρακαλώ ανατρέξτε επίσης στην παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και
προφυλάξεις κατά τη χρήση
(νεογνά και βρέφη).
Ηλικιωμένοι (ηλικίας 65 ετών και άνω)
Δεν θεωρείται απαραίτητη η προσαρμογή της δόσης. Στους ηλικιωμένους ασθενείς
απαιτείται προσοχή (βλ. παράγραφο 4.4).
Περίληψη δοσολογικών συστάσεων/μέγιστη δόση:
0,2 ml/kg
βάρους σώματος
Κανονική δόση για ενήλικες, εφήβους και
παιδιά για Μαγνητική Τομογραφία (MRI)
εγκεφάλου, σπονδυλικής στήλης καθώς και
για ολική σώματος
Μέγιστη δόση για
τα παιδιά (< 2
ετών)
0,4 ml/kg
βάρους σώματος
Για δύσκολες διαγνωστικές καταστάσεις Μέγιστη δόση για
τα παιδιά (> 2
ετών)
0,6 ml/kg
βάρους σώματος
Οπτικοποίηση αιμοφόρων αγγείων Μέγιστη δόση για
ενήλικες
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή κάποιο από τα έκδοχα.
Tο Magnetolux αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (ρυθμός
σπειραματικής διήθησης (GFR) <30ml/min/1,73m
2
) ή/και οξεία νεφρική βλάβη, σε
ασθενείς κατά την περιεγχειρητική περίοδο μεταμόσχευσης ήπατος και στα νεογνά
ηλικίας έως 4 εβδομάδων (βλ. παράγραφο 4.4).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι συνήθεις προφυλάξεις για Μαγνητική Τομογραφία
(MRI), π.χ. δεν θα πρέπει να διεξάγεται MRI σε ασθενείς με καρδιακούς βηματοδότες,
σιδηρομαγνητικά εμφυτεύματα ή αντλία ινσουλίνης.
Το Magnetolux δεν προορίζεται για ενδορραχιαία χρήση και προορίζεται για εφάπαξ
χρήση μόνο.
Ιδανικά ο ασθενής πρέπει να είναι κατακεκλιμένος στη διάρκεια της χορήγησης και υπό
επιτήρηση για διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών μετά την ένεση, στη διάρκεια των
οποίων ενδέχεται να παρουσιαστούν ανεπιθύμητες ενέργειες.
Το φαρμακευτικό προϊόν αυτό θα πρέπει να χορηγείται αποκλειστικά και μόνο από
εξουσιοδοτημένο προσωπικό, το οποίο διαθέτει την απαραίτητη ιατρική
εξειδίκευση, τα φαρμακευτικά προϊόντα και τον εξοπλισμό (π.χ. ενδοτραχιακό σωλήνα
και ανεμιστήρα) με σκοπό την αντιμετώπιση ανεπιθύμητων ενεργειών (π.χ.
υπερευαισθησία, σπασμοί).
Υπερευαισθησία
4
Όπως και άλλα ενδοφλέβια σκιαγραφικά μέσα, έτσι και το Magnetolux μπορεί να
συσχετιστεί με αναφυλακτοειδείς/υπερευαισθησίας ή άλλες ιδιοσυγκρασιακές
αντιδράσεις που χαρακτηρίζονται από καρδιαγγειακές, αναπνευστικές ή δερματικές
εκδηλώσεις. Πολύ σπάνια, ενδέχεται να παρουσιαστούν πολύ σοβαρές αντιδράσεις,
συμπεριλαμβανομένης της καταπληξίας.
Οι περισσότερες από αυτές τις αντιδράσεις παρουσιάζονται εντός μισής ώρας από τη
χορήγηση. Ωστόσο, όπως και με άλλα σκιαγραφικά μέσα, ενδέχεται σε σπάνιες
περιπτώσεις να παρουσιαστούν καθυστερημένες αντιδρά-
σεις (μετά από ώρες ή ημέρες).
Εάν παρουσιαστούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας, η χορήγηση του σκιαγραφικού θα
πρέπει να διακοπεί αμέσως, και, εάν είναι απαραίτητο, θα πρέπει να αρχίσει
ενδοφλέβια θεραπεία. Συνιστάται η εισαγωγή ενός εύκαμπτου καθετήρα
διαρκείας σε ολόκληρη τη διάρκεια της εξέτασης. Η απόφαση χρήσης του άλατος του
γαδολινίου με διμεγλουμίνη θα πρέπει να λαμβάνεται μετά την προσεκτική αξιολόγηση
της αναλογίας κινδύνου/οφέλους σε ασθενείς είτε με προηγούμενη αντίδραση σε
σκιαγραφικά μέσα, είτε με ιστορικό βρογχικού άσθματος ή άλλης αλλεργικής
προδιάθεσης, εφόσον η εμπειρία έχει αποδείξει ότι αυτοί οι ασθενείς
παρουσιάζουν συχνότερα από άλλους ασθενείς αντιδράσεις υπερευαισθησίας.
Ενδέχεται να εξεταστεί η περίπτωση προκαταρκτικής χορήγησης φαρμάκων, όπως είναι
τα αντιισταμινικά ή/ και τα γλυκοκορτικοειδή.
• Ασθενείς που λαμβάνουν βήτα-αναστολείς
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με βήτα-αναστολείς
δεν αντιδρούν απαραίτητα στους βήτα-αγωνιστές που χρησιμοποιούνται συνήθως για
την αντιμετώπιση των αντιδράσεων υπερευαισθησίας.
Ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο
Οι ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο (π.χ. σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια, στεφανιαία
νόσο) είναι πιο ευαίσθητοι σε σοβαρές ή και θανατηφόρες εκβάσεις των σοβαρών
αντιδράσεων υπερευαισθησίας.
• Ασθενείς με διαταραχές του ΚΝΣ (κεντρικού νευρικού συστήματος)
Οι ασθενείς που πάσχουν από επιληπτικές κρίσεις ή από ενδοκρανιακές αλλοιώσεις
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο επιληπτικών κρίσεων στη διάρκεια της εξέτασης, παρόλο
που αυτό το φαινόμενο παρουσιάζεται σπάνια σε σχέση με τη χορήγηση άλατος του
γαδολινίου με διμεγλουμίνη.
• Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Πριν από τη χορήγηση του Magnetolux, όλοι οι ασθενείς πρέπει να
υποβάλλονται σε εργαστηριακές εξετάσεις για τον έλεγχο της νεφρικής
λειτουργίας τους.
Σε ασθενείς με οξεία ή χρόνια νεφρική δυσλειτουργία (ρυθμός σπειραματικής διήθησης
(GFR) <30ml/min/1,73 m
2
) ή/και οξεία νεφρική βλάβη υπήρξαν αναφορές νεφρογενούς
συστημικής ίνωσης σχετιζόμενης με τη χρήση του Magnetolux και ορισμένων άλλων
σκιαγραφικών μέσων που περιέχουν γαδολίνιο. Το Magnetolux αντενδείκνυται σε
αυτούς τους ασθενείς (βλ. παράγραφο 4.3). Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε
μεταμόσχευση ήπατος διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο, καθώς η συχνότητα εμφάνισης
οξείας νεφρικής ανεπάρκειας είναι υψηλή στη συγκεκριμένη κατηγορία ασθενών. Ως εκ
τούτου, το Magnetolux δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς κατά την περιεγχειρητική
περίοδο μεταμόσχευσης ήπατος, καθώς επίσης και σε νεογνά (βλέπε παράγραφο 4.3).
Ο κίνδυνος ανάπτυξης νεφρογενούς συστημικής ίνωσης (NSF), σε ασθενείς με μέτρια
νεφρική δυσλειτουργία [GFR (ρυθμός σπειραματικής διήθησης) μεταξύ 30-59
5
ml/min/1,73 m
2
], είναι άγνωστος και ως εκ τούτου το Magnetolux θα πρέπει να
χρησιμοποιείται μόνο μετά από προσεκτική αξιολόγηση του κινδύνου-ωφέλειας σε
ασθενείς με μέτρια νεφρική ανεπάρκεια.
Η αιμοκάθαρση αμέσως μετά τη χορήγηση του Magnetolux μπορεί να είναι χρήσιμη για
την απομάκρυνση του Magnetolux από το σώμα. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να
υποστηρίζουν την έναρξη της αιμοκάθαρσης για την πρόληψη ή τη θεραπεία της
νεφρογενούς συστημικής ίνωσης (NSF) σε ασθενείς που δεν υποβάλλονται ήδη σε
αιμοκάθαρση.
Νεογνά και βρέφη
Tο Magnetolux αντενδείκνυται σε νεογνά ηλικίας έως 4 εβδομάδων (βλ. παράγραφο 4.3).
Λόγω της ανώριμης νεφρικής λειτουργίας σε βρέφη ηλικίας έως 1 έτους.
Το Magnetolux πρέπει να χρησιμοποιείται σε αυτούς τους ασθενείς μόνο μετά από
προσεκτική αξιολόγηση.
Ηλικιωμένοι
Δεδομένου ότι η νεφρική κάθαρση του άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη μπορεί
να είναι μειωμένη στους ηλικιωμένους, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να εξετάζονται οι
ασθενείς ηλικίας 65 ετών και άνω για νεφρική δυσλειτουργία.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αλληλεπιδράσεων με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
Η χρήση σκιαγραφικών μέσων ενδέχεται να αυξήσει τη συχνότητα εμφάνισης
αντιδράσεων υπερευαισθησίας σε ασθενείς που λαμβάνουν βήτα-αναστολείς
(βλέπε παράγραφο 4.4).
Αλληλεπιδράσεις με διαγνωστικές εξετάσεις:
Τα αποτελέσματα του προσδιορισμού σιδήρου στον ορό με τη χρήση συμπλοκομετρικών
μεθόδων ενδέχεται να μειωθούν για διάστημα έως και 24 ώρες μετά τη χορήγηση
άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη, εξαιτίας των ελεύθερων ιόντων πεντετικού
οξέος που περιέχονται στο διάλυμα του σκιαγραφικού μέσου.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν υπάρχουν δεδομένα από τη χρήση του άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη σε
έγκυες γυναίκες.
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει τοξικότητα στην αναπαραγωγή σε επαναλαμβανόμενες
υψηλές δόσεις (βλ. παράγραφο 5.3). Το Magnetolux δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης εκτός εάν η κλινική κατάσταση της γυναίκας απαιτεί τη
χρήση άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη.
Γαλουχία
Είναι άγνωστο αν το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη απεκκρίνεται στο μητρικό
γάλα.
Διαθέσιμα δεδομένα σε ζώα έχουν δείξει απέκκριση άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη στο γάλα (βλ. παράγραφο 5.3). Δεν μπορεί να αποκλειστεί κάποιος
κίνδυνος για το θηλάζον βρέφος. Ο θηλασμός θα πρέπει να διακοπεί για τουλάχιστον 24
ώρες μετά τη χορήγηση του Magnetolux.
6
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σχετικά με την επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανημάτων. Οι περιπατητικοί ασθενείς που οδηγούν οχήματα ή χειρίζονται
μηχανήματα θα πρέπει να λάβουν υπόψη ότι ενδέχεται να εμφανίσουν έκτακτες
καθυστερημένες αντιδράσεις (όπως ναυτία ή υπόταση).
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με τη χρήση άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη είναι συνήθως ήπιες και παροδικές. Έχουν αναφερθεί, ωστόσο, σοβαρές,
απειλητικές για τη ζωή ή και θανατηφόρες ανεπιθύμητες ενέργειες.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί είναι η ναυτία, ο έμετος, η
κεφαλαλγία, η ζαλάδα, ο πόνος και ένα αίσθημα θερμότητας ή κρύου στο
σημείο της ένεσης ή ένα γενικό αίσθημα θερμότητας.
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις νεφρογενούς συστημικής ίνωσης (NSF) με το Magnetolux
(βλ. παράγραφο 4.4).
Συχνότητα ανεπιθυμήτων συμβάντων από μετεγκριτικά δεδομένα
(αυθόρμητες αναφορές και κλινικές μελέτες):
Οι εκτιμήσεις συχνότητας βασίζονται σε δεδομένα που λαμβάνονται από προεγκριτικές
και μετεγκριτικές μελέτες σε περισσότερους από 13.000 ασθενείς καθώς και
δεδομένα από αυθόρμητες αναφορές.
Κατηγορία
συστήματος
οργάνων κατά
MedDRA
Όχι συχνές
(≥ 1/1.000
έως
< 1/100)
Σπάνιες
(≥ 1/10.000 έως < 1/1.000)
Άγνωστες
(δεν είναι
δυνατή η
εκτίμηση
από
τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
Διαταραχές του
Αιμοποιητικού και
του
Λεμφικού
Συστήματος
Παροδική αύξηση του σιδήρου
στον ορό του αίματος
Διαταραχές του
Ανοσοποιητικού
Συστήματος
Υπερευαισθησία/αναφυλακτικ
ή αντίδραση: Αγγειοοίδημα,
επιπεφυκίτιδα, βήχας,
κνησμός, ρινίτιδα, πταρμοί,
κνίδωση, βρογχόσπασμος,
λαρυγγικός
σπασμός, οίδημα του
λάρυγγα/φάρυγγα, υπόταση,
καταπληξία
Διαταραχές του
Νευρικού
Συστήματος
Ζαλάδα,
παραισθησία,
κεφαλαλγία.
Διέγερση, σύγχυση, διαταραχή
του
λόγου και της όσφρησης,
7
σπασμοί,
τρόμος, κώμα, υπνηλία
Οφθαλμικές
Διαταραχές
Οφθαλμικός πόνος, διαταραχή
όρασης, δακρύρροια
Διαταραχές του
ωτός και
του Λαβυρίνθου
Ωταλγία, διαταραχή ακοής
Καρδιακές
Διαταραχές
Σχετικά βραχυπρόθεσμη
κλινική διαταραχή του
καρδιακού ρυθμού και της
αρτηριακής πίεσης,
διαταραχή του καρδιακού
ρυθμού ή
της καρδιακής λειτουργίας,
καρδιακή ανακοπή
Αγγειακές
Διαταραχές
Αγγειοπνευμονογαστρικές
αντιδράσεις, αντιδράσεις της
κυκλοφορίας που
συνοδεύονται
από περιφερειακή
αγγειοδιαστολή, επακόλουθη
υπόταση και συγκοπή ,
αντανακλαστική ταχυκαρδία
δυσκολία στην αναπνοή και
κυάνωση που πιθανώς να
οδηγήσει σε απώλεια των
αισθήσεων
Διαταραχές του
Αναπνευστικού
Συστήματος, του
Θώρακα και του
Μεσοθωράκιου
Παροδική διαταραχή του
αναπνευστικού ρυθμού,
λαχάνιασμα, δύσπνοια,
αναπνευστική ανακοπή,
πνευμονικό οίδημα
Διαταραχές του
Γαστρεντερικού
Ναυτία, έμετος Κοιλιακός πόνος, διάρροια,
διαταραχή της γεύσης,
ξηροστομία, υπερβολική
σιελόρροια
Διαταραχές του
Ήπατος και των
Χοληφόρων
Παροδικές αυξήσεις στα
επίπεδα των ηπατικών
ενζύμων και της τιμής της
χολερυθρίνης
Διαταραχές του
Δέρματος και του
Υποδόριου ιστού
Ερύθημα και ερυθρότητα που
σχετίζονται με
αγγειοδιαστολή και εξάνθημα
Διαταραχές του
Μυοσκελετικού
Συστήματος και του
Πόνος στη μέση, αρθραλγία
8
Συνδετικού ιστού
Διαταραχές των
Νεφρών και των
Ουροφόρων οδών
Ακράτεια ούρων, επιτακτική
ούρηση σε ασθενείς με
διαταραχή της νεφρικής
λειτουργίας, αυξημένες τιμές
κρεατινίνης στον ορό και
οξεία νεφρική ανεπάρκεια
Γενικές Διαταραχές
και Καταστάσεις
της Οδού
Χορήγησης
Αίσθημα
θερμότητας
Θωρακικός πόνος, αίσθημα
αδιαθεσίας, ρίγη, εφίδρωση,
εξασθένιση, αλλαγές στη
θερμοκρασία του σώματος,
πυρετός,
εξαγγείωση με τοπικό πόνο,
ψυχρότητα, ήπιο αίσθημα
θερμότητας και οίδημα,
φλεγμονή, νέκρωση ιστών,
φλεβίτιδα και
θρομβοφλεβίτιδα
Έχουν
αναφερθεί
περιπτώσεις
νεφρογενούς
συστημικής
ίνωσης (NSF)
Οι αναφυλακτικές αντιδράσεις που μπορεί να παρουσιαστούν ανεξάρτητα από τη δόση
και τη μέθοδο χορήγησης ενδέχεται να αποτελούν συμπτώματα μίας
αρχόμενης καταπληξίας.
Οι καθυστερημένες αντιδράσεις που σχετίζονται με τους σκιαγραφικούς παράγοντες
είναι σπάνιες (βλ. παράγραφο 4.4).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας
κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή
παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται
από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284 GR-155 62
Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν έχει αναφερθεί καμία περίπτωση υπερδοσολογίας.
Μέχρι στιγμής, δεν έχουν παρατηρηθεί ή αναφερθεί ενδείξεις δηλητηρίασης ως
συνέπεια μίας υπερδοσολογίας κατά την κλινική χρήση.
Τυχαία υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει τις ακόλουθες αντιδράσεις εξαιτίας της
υπερωσμωτικότητας του Magnetolux: αύξηση της πνευμονικής αρτηριακής πίεσης,
ωσμωτική διούρηση, υπερογκαιμία, αφυδάτωση και τοπικό αγγειακό πόνο.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη μπορεί να απομακρυνθεί με αιμοκάθαρση. Εν
τούτοις, δεν υπάρχουν αποδείξεις για το ότι η αιμοκάθαρση είναι κατάλληλη για την
πρόληψη της νεφρογενούς συστημικής ίνωσης (NSF).
Εξαιτίας της μικρής ποσότητας δραστικής ουσίας που χρησιμοποιείται και της πολύ
μικρής ποσότητας γαστρεντερικής απορρόφησης (< 1%) είναι πολύ απίθανη
η πρόκληση δηλητηρίασης εξαιτίας ακούσιας κατάποσης από του στόματος.
9
5. ΦAPMAKOΛOΓΙKEΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Παραμαγνητικά σκιαγραφικά υλικά
Κωδικός ΑTC: V08C Α01
Το Magnetolux είναι ένα παραμαγνητικό σκιαγραφικό μέσο για χρήση στην Απεικόνιση
Μαγνητικού Συντονισμού (MRI). Το αποτέλεσμα της σκιαγραφικής ενίσχυσης
επιτυγχάνεται το δι-Ν-μεθύλ-γλυκαμινικό άλας του γαδοπεντετικού οξέος (GdDTPA) -
το σύμπλοκο γαδολινίου του διαιθυλενο-τριαμινο-πεντοξικού οξέος.
Ο χρόνος ηρεμίας του πλέγματος περιστροφής των ενεργοποιημένων πυρήνων των
ατόμων συντομεύεται από το ιόν γαδολινίου και, σε εξέταση MRI πρωτονίων με την
κατάλληλη ακολουθία απεικόνισης (όπως η τεχνική Τ
1
spin echo), αυξάνει
την ένταση του σήματος και ως εκ τούτου την αντίθεση απεικόνισης.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη (Gd DΤΡΑ) επιδεικνύει ελαφρά μόνο εξάρτηση
από την ένταση του μαγνητικού πεδίου.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη (Gd DΤΡΑ) δεν επιδεικνύει σημαντική
πρωτεϊνική δέσμευση ή ανασταλτικές αλληλεπιδράσεις με ένζυμα (όπως την Na
+
-
ATPάση και την Κ
+
-ΑΤΡάση του μυοκαρδίου).
Η ουσία απεκκρίνεται μέσω της σπειραματικής διήθησης που επιτελούν τα νεφρά. Δεν
έχουν παρατηρηθεί ανεπιθύμητες ενέργειες στη λειτουργία των νεφρών.
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη ενισχύει την αντίθεση και διευκολύνει την
απεικόνιση των παθολογικών δομών ή αλλοιώσεων σε διάφορα μέρη του
σώματος, συμπεριλαμβανομένου του ΚΝΣ (Κεντρικού Νευρικού
Συστήματος). Σε περιπτώσεις δυσλειτουργίας του αιματοεγκεφαλικού φραγμού, η
χορήγηση άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη ενδέχεται να προκαλέσει βελτίωση
της απεικόνισης των παθολογικών μεταβολών και αλλοιώσεων με
παθολογική αγγείωση εκείνων που θεωρείται ότι προκαλούν ανωμαλίες
στον αιματοεγκεφαλικό φραγμό), στον εγκέφαλο (ενδοκρανιακές αλλοιώσεις), στη
σπονδυλική στήλη και τους συσχετιζόμενους ιστούς καθώς και των αλλοιώσεων στη
θωρακική χώρα, στην πυελική κοιλότητα και σε οπισθοπεριτοναϊκούς
χώρους. Επίσης, βελτιώνει τη σκιαγράφηση των όγκων, προσδιορίζοντας
κατά αυτόν τον τρόπο την έκταση της διηθητικότητας. Το άλας του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη (Gd DΤΡΑ) δεν συσσωρεύεται στον φυσιολογικό εγκέφαλο ή σε περιοχές
που δεν επιδεικνύουν ανώμαλη αγγειακότητα .χ. κύστες, ώριμες
μετεγχειρητικές ουλές). Η ενίσχυση του σήματος δεν παρατηρείται
σε όλους τους τύπους παθολογικών διαδικασιών, π.χ. ορισμένοι τύποι χαμηλού βαθμού
κακοήθειας ή αδρανών εστιών σε σκλήρυνση κατά πλάκας (MS) δεν
προκαλούν ενίσχυση. Έτσι, το Magnetolux μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη
διαφορική διάγνωση μεταξύ υγιών και παθολογικών ιστών, διαφορετικών παθολογικών
δομών και για τη διαφοροποίηση μεταξύ όγκου και υποτροπών του όγκου καθώς και του
ουλώδους ιστού μετά τη θεραπεία.
Σε υψηλότερες συγκεντρώσεις άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη, μετά την
παρατεταμένη περίοδο in
vitro
επώασης, προκαλείται ελαφρά επίδραση στη
μορφολογία των ερυθροκυττάρων. Η διαδικασία αυτή, η οποία είναι
αναστρέψιμη, ενδέχεται να προκαλέσει ήπια ενδοαγγειακή αιμόλυση μετά την
ενδοφλέβια χορήγηση του άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη σε ανθρώπους, η
οποία ενδέχεται να επεξηγήσει την ελαφρά αύξηση της χολερυθρίνης και του σιδήρου
στον ορό, που παρατηρείται περιστασιακά τις πρώτες ώρες μετά την ένεση.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
10
Η συμπεριφορά του άλατος του γαδολιvίου με διμεγλουμίvη εντός του οργανισμού είναι
παρόμοια με εκείνη των λοιπών υδρόφιλων και βιολογικά αδρανών ουσιών (π.χ. της
μαννιτόλης ή της ινουλίνης). Σε ανθρώπους παρατηρήθηκαν
φαρμακοκινητικές επιδράσεις ανεξάρτητες από τη δοσολογία.
Κατανομή
Μετά την ενδοφλέβια χορήγηση, η δραστική ουσία κατανέμεται ταχύτατα στους
εξωκυττάριους χώρους.
Επτά ημέρες μετά την ενδοφλέβια χορήγηση του ραδιενεργού άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη εντοπίστηκε στο σώμα αρουραίων και σκύλων < 1 % της παρεχόμενης
δόσης και οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις εντοπίστηκαν στους νεφρούς τους ως ακέραιο
σύμπλοκο γαδολινίου).
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη δεν διεισδύει ούτε διαπερνά τον φραγμό
αίματος-όρχεων. Ένα μικρό ποσοστό διαπερνά τον αιματοπλακουντικό φραγμό ωστόσο
αυτό απεκκρίνεται ταχέως από το έμβρυο.
Για δόσεις 250 micromol άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη/kg βάρους σώματος
(= 0,5 ml ενέσιμου διαλύματος/kg) τα επίπεδα του πλάσματος μειώνονται μετά τη φάση
κατανομής (λίγα λεπτά μετά τη χορήγηση), με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου 90 λεπτών,
χρόνος που ταυτίζεται με το νεφρικό ρυθμό απέκκρισης. Για μία δόση των 100 micromol
άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη/kg (= 0,2 ml ενέσιμου διαλύματος/kg βάρους
σώματος, 3 και 60 λεπτά μετά την ένεση, προσδιορίστηκαν αντίστοιχα 0,6 και 0,24
mmol άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη/l πλάσματος.
Μεταβολισμός
Δεν έχει αποδειχτεί μεταβολισμός ή διάσπαση του παραμαγνητικού ιόντος.
Απέκκριση
Το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη απεκκρίνεται αμετάβλητο μέσω σπειραματικής
διήθησης από τους νεφρούς. Το ποσοστό της εξωνεφρικής απέκκρισης είναι πολύ μικρό.
Κατά μέσο όρο το 83% της αρχικής δόσης απεκκρίθηκε δια των ούρων εντός 6 ωρών
μετά την ένεση ενώ απεκκρίθηκε εντός 24 ωρών περίπου το 91%. Η δόση που
απεκκρίθηκε δια των κοπράνων ήταν < 1% (έως και 5 ημέρες μετά την ένεση). Η
νεφρική κάθαρση του άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη ήταν περίπου 120 ml/min
ομαλοποιημένη για επιφάνεια σώματος 1,73 m
2
και ως εκ τούτου είναι συγκρίσιμη με
εκείνη της ινουλίνης ή του αιθυλενο-διαμινο-τετραοξικού οξέος (
51
Cr-EDTA).
Ειδικά χαρακτηριστικά σε ασθενείς με περιορισμένη νεφρική λειτουργία
Ακόμη και με ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία, (κάθαρση κρεατινίνης > 20
ml/min), το άλας του γαδολινίου με διμεγλουμίνη απεκκρίνεται εξ ολοκλήρου από τους
νεφρούς. Ο χρόνος ημίσειας ζωής πλάσματος του άλατος του γαδολινίου με
διμεγλουμίνη
αυξάνεται ανάλογα με τον βαθμό της νεφρικής ανεπάρκειας. Δεν έχει παρατηρηθεί
αύξηση της εξωνεφρικής απέκκρισης.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα προκλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν σοβαρούς κινδύνους για τους ανθρώπους,
βάσει συμβατικών μελετών φαρμακολογικής ασφάλειας, τοξικότητας
επαναλαμβανομένων δόσεων και γονοτοξικότητας. Μετά από επαναλαμβανόμενη
χορήγηση άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη σε κυοφορούντα κουνέλια
παρατηρήθηκε επιβράδυνση της ανάπτυξής τους. Οι πειραματικοί έλεγχοι που αφορούν
11
στην τοπική ανεκτικότητα του άλατος του γαδολινίου με διμεγλουμίνη μετά από
εφάπαξ και επαναλαμβανόμενες ενδοφλέβιες ενέσεις καθώς και από εφάπαξ ενδομυϊκές
ενέσεις έδειξαν ότι η τυχαία εξωαγγειακή χορήγηση ενδέχεται να προκαλέσει ήπιες
τοπικές αντιδράσεις στο σημείο της εφαρμογής.
6. ΦAPMAKEΥΤΙKEΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος των εκδόχων
Μεγλουμίνη
Πεντετικό οξύ
Ενέσιμο ύδωρ
6.2 Ασυμβατότητες
Ελλείψει μελετών σχετικά με τη συμβατότητα, το παρόν φαρμακευτικό προϊόν δεν
πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
Η χημική και φυσική σταθερότητα κατά τη χρήση έχει επιδειχτεί για διάστημα 24 ωρών
σε θερμοκρασία 25
ο
C. Από μικροβιολογική άποψη, το προϊόν θα πρέπει να
χρησιμοποιείται αμέσως. Εάν δεν χρησιμοποιηθεί αμέσως, οι χρόνοι φύλαξης
κατά τη χρήση και οι συνθήκες πριν από τη χρήση συνιστούν ευθύνη του χρήστη και δεν
θα πρέπει κανονικά να διαρκούν για διάστημα μεγαλύτερο των 24 ωρών σε
θερμοκρασία 2
ο
-8
ο
C.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 30
ο
C.
Διατηρείτε το φιαλίδιο/τη φιάλη στην εξωτερική χάρτινη συσκευασία με σκοπό να
το/την προστατεύσετε από το φως.
Για τις συνθήκες φύλαξης μετά το πρώτο άνοιγμα, βλέπε παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Διαυγές γυάλινο φιαλίδιο (γυαλί τύπου Ι) ή διαυγής γυάλινη φιάλη (γυαλί τύπου ΙΙ) με
πώμα από καουτσούκ και καπάκι από αλουμίνιο, συσκευασμένα σε χάρτινη
συσκευασία.
Συσκευασίες 1 φιαλιδίου των 5, 10, 15, 20 ή 30 ml
Συσκευασία 1 φιάλης των 100 ml
Συσκευασίες των 5 φιαλιδίων των 5, 10, 15, 20 ή 30 ml
Συσκευασία των 5 φιαλών των 100 ml
Συσκευασίες των 10 φιαλιδίων των 5, 10, 15, 20 ή 30 ml
Συσκευασία των 10 φιαλών των 100 ml.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
12
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Η αποσπώμενη ετικέτα από τα/τις φιαλίδια/φιάλες θα πρέπει να
επικολλάται στον φάκελο του ασθενούς, ώστε να είναι δυνατή η ακριβής
καταγραφή του σκιαγραφικού μέσου γαδολινίου που χρησιμοποιήθηκε.
Πρέπει επίσης να καταγράφεται η δόση που χρησιμοποιήθηκε.
Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειμμα που προέρχεται από την
απόρριψη καθώς και αντικείμενα τα οποία έρχονται σε επαφή με το προϊόν
κατά τη χορήγηση του προϊόντος με τη βοήθεια ενός συστήματος αυτόματης
εφαρμογής πρέπει να απορρίπτονται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές
διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
BIANEΞ Α.Ε. – Οδός Τατοΐου 146 71 Ν. Ερυθραία, Τηλ. 210 8009111
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
14270/19-11-2015
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
22-12-2010
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
13