ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Ibandronic Acid / Mylan 150 mg επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει 150 mg ιβανδρονικού οξέος
(ως μονοϋδρικό, νατριούχο άλας).
Έκδοχα με γνωστές δράσεις :
Περιέχει 171,78 mg λακτόζη μονοϋδρική.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
Δισκία λευκά, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο, με σχήμα καψακίου, αμφίκυρτα
τα οποία φέρουν με μαύρη μελάνη την επιγραφή «G» προς «I-150» στη μία όψη
τους και είναι κενά στην άλλη όψη τους.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με αυξημένο
κίνδυνο κατάγματος (βλ. παράγραφο 5.1).
Έχει αποδειχθεί μείωση του κινδύνου εμφάνισης σπονδυλικών καταγμάτων,
ενώ η αποτελεσματικότητα σε κατάγματα αυχένος του μηριαίου οστού δεν έχει
τεκμηριωθεί.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η συνιστώμενη δόση είναι ένα επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο 150 mg
μία φορά το μήνα. Κατά προτίμηση, το δισκίο πρέπει να λαμβάνεται την ίδια
ημερομηνία κάθε μήνα.
Το Ibandronic Acid / Mylan πρέπει να λαμβάνεται μετά από ολονύκτια νηστεία
(τουλάχιστον 6 ωρών) και 1 ώρα πριν την πρώτη ημερήσια λήψη τροφής ή
ροφήματος (εκτός από νερό) (βλ. παράγραφο 4.5) ή κάθε άλλου από στόματος
φαρμακευτικού προϊόντος ή συμπληρώματος (συμπεριλαμβανομένου του
ασβεστίου).
Σε περίπτωση που μια δόση παραληφθεί, οι ασθενείς πρέπει να καθοδηγούνται
ώστε να λάβουν ένα δισκίο Ibandronic Acid / Mylan 150 mg το επόμενο πρωί
αφότου θυμήθηκαν το δισκίο, εκτός εάν ο χρόνος έως την επόμενη
προγραμματισμένη δόση είναι μέχρι 7 ημέρες. Κατόπιν, οι ασθενείς πρέπει να
συνεχίσουν να παίρνουν τη δόση τους μια φορά το μήνα στην αρχικώς
προγραμματισμένη ημερομηνία.
Εάν η επόμενη προγραμματισμένη δόση είναι εντός 7 ημερών, οι ασθενείς
πρέπει να περιμένουν μέχρι την επόμενη δόση τους και κατόπιν να συνεχίσουν
να παίρνουν ένα δισκίο μια φορά το μήνα σύμφωνα με το αρχικό πρόγραμμα.
2
Οι ασθενείς δεν πρέπει να λάβουν δυο δισκία εντός της ίδιας εβδομάδας.
Οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν συμπληρωματικώς ασβέστιο και / ή βιταμίνη
D εάν η πρόσληψη μέσω της τροφής είναι ανεπαρκής (βλ. παράγραφο 4.4 και
παράγραφο 4.5).
Η βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά για την οστεοπόρωση δεν
έχει τεκμηριωθεί. Η ανάγκη για συνέχιση της θεραπείας θα πρέπει να
επανεκτιμάται περιοδικά με βάση τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους του
Ibandronic Acid / Mylan για κάθε ασθενή ξεχωριστά, ιδιαίτερα μετά από 5 ή
περισσότερα χρόνια χρήσης.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
To Ibandronic Acid / Mylan δεν συνιστάται σε ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης
κάτω των 30 ml / min, λόγω περιορισμένης κλινικής εμπειρίας (βλ. παράγραφο
4.4 και παράγραφο 5.2).
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια νεφρική
δυσλειτουργία με κάθαρση κρεατινίνης που ισούται ή υπερβαίνει τα 30 ml /
min.
Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης (βλ. παράγραφο 5.2).
Γηριατρικός πληθυσμός (>65 ετών)
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης (βλ. παράγραφο 5.2).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν υπάρχει σχετική χρήση του Ibandronic Acid / Mylan στα παιδιά κάτω των
18 ετών, και το Ibandronic Acid / Mylan δεν μελετήθηκε σε αυτό τον πληθυσμό
(βλ. παράγραφο 5.1 και παράγραφο 5.2).
Τρόπος χορήγησης
Για από του στόματος χρήση
Τα δισκία πρέπει να καταπίνονται ολόκληρα με ένα ποτήρι νερό
βρύσης (180 έως 240 ml) ενώ η ασθενής κάθεται ή στέκεται σε όρθια
θέση. Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται νερό με υψηλή συγκέντρωση σε
ασβέστιο. Εάν υπάρχει ανησυχία για πιθανή ύπαρξη υψηλών επιπέδων
ασβεστίου στο νερό της βρύσης (σκληρό νερό), συνιστάται η χρήση
εμφιαλωμένου νερού με χαμηλή περιεκτικότητα σε μεταλλικά στοιχεία.
Οι ασθενείς δεν πρέπει να ξαπλώσουν για 1 ώρα μετά τη λήψη του
Ibandronic Acid Mylan.
Το νερό είναι το μόνο υγρό που πρέπει να λαμβάνεται με το Ibandronic
Acid Mylan.
Οι ασθενείς δεν πρέπει να μασούν ή να πιπιλίζουν το δισκίο λόγω της
δυνατότητας πρόκλησης στοματοφαρυγγικής εξέλκωσης.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στο ιβανδρονικό οξύ ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Υπασβεστιαιμία
3
Ανωμαλίες του οισοφάγου, οι οποίες καθυστερούν την οισοφαγική
κένωση όπως στένωση ή αχαλασία
Ανικανότητα ενός ατόμου να στέκεται ή να κάθεται σε όρθια θέση για
τουλάχιστον 60 λεπτά
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Υπασβεστιαιμία
Η υπάρχουσα υπασβεστιαιμία θα πρέπει να διορθώνεται πριν από την έναρξη
της θεραπείας με το Ibandronic Acid Mylan. Άλλες διαταραχές των οστών και
του μεταβολισμού των ανοργάνων στοιχείων θα πρέπει επίσης να
αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά. Η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου και
βιταμίνης D είναι σημαντική για όλες τις ασθενείς.
Γαστρεντερικός ερεθισμός
Τα από του στόματος χορηγούμενα διφωσφονικά μπορεί να προκαλέσουν τοπικό
ερεθισμό στο βλεννογόνο του ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος. Εξαιτίας
αυτών των ενδεχόμενων ερεθιστικών δράσεων και της πιθανότητας
επιδείνωσης της υποκείμενης νόσου πρέπει να δίνεται προσοχή όταν το
Ibandronic Acid / Mylan χορηγείται σε ασθενείς με ενεργά προβλήματα του
ανώτερου γαστρεντερικού συστήματος (π.χ. γνωστός οισοφάγος Barrett,
δυσφαγία, άλλες οισοφαγικές νόσοι, γαστρίτιδα, δωδεκαδακτυλίτιδα ή έλκη).
Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως οισοφαγίτιδα, οισοφαγικά έλκη και οισοφαγικές
διαβρώσεις, σε μερικές περιπτώσεις σοβαρές και χρήζουσες εισαγωγής σε
νοσοκομείο, σπανίως με αιμορραγία ή ακολουθούμενες από οισοφαγική
στένωση ή διάτρηση έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που υποβάλλονται σε
θεραπεία με από του στόματος χορηγούμενα διφωσφονικά. Ο κίνδυνος σοβαρών
ανεπιθύμητων ενεργειών στον οισοφάγο εμφανίζεται μεγαλύτερος σε ασθενείς
που δε συμμορφώνονται με τις δοσολογικές οδηγίες και/ή συνεχίζουν να
λαμβάνουν από του στόματος διφωσφονικά μετά την εκδήλωση συμπτωμάτων
που υποδηλώνουν ερεθισμό του οισοφάγου. Οι ασθενείς πρέπει να δίνουν
ιδιαίτερη προσοχή στις δοσολογικές οδηγίες και πρέπει να είναι σε θέση να
συμμορφωθούν με αυτές (βλ. παράγραφο 4.2).
Οι θεράποντες ιατροί θα πρέπει να επαγρυπνούν για οποιαδήποτε σημεία ή
συμπτώματα που αποτελούν ένδειξη πιθανής αντίδρασης από τον οισοφάγο και
οι ασθενείς πρέπει να καθοδηγούνται ώστε να διακόψουν τη λήψη Ibandronic
Acid / Mylan και να ζητήσουν ιατρική συμβουλή εάν αναπτύξουν δυσφαγία,
οδυνοφαγία, οπισθοστερνικό άλγος, νέο ή επιδεινωθέν αίσθημα καύσου.
Παρόλο που δεν παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος σε ελεγχόμενες κλινικές
δοκιμές, έχουν υπάρξει αναφορές μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου,
γαστρικών και δωδεκαδακτυλικών ελκών με τη χρήση από στόματος
διφωσφονικών, κάποιων σοβαρών και με επιπλοκές.
Επειδή αμφότερα τα Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα και τα
διφωσφονικά έχουν συσχετισθεί με ερεθισμό του γαστρεντερικού, πρέπει να
δίνεται προσοχή κατά την ταυτόχρονη χορήγηση.
Οστεονέκρωση της γνάθου
Έχει αναφερθεί οστεονέκρωση της γνάθου, γενικώς σχετιζόμενη με εξαγωγή
οδόντος και / ή τοπική λοίμωξη (συμπεριλαμβανομένης της οστεομυελίτιδας),
σε ασθενείς με καρκίνο οι οποίοι λάμβαναν θεραπευτικά σχήματα που
συμπεριελάμβαναν κυρίως ενδοφλεβίως χορηγούμενα διφωσφονικά. Πολλοί από
αυτούς τους ασθενείς λάμβαναν επίσης χημειοθεραπεία και κορτικοστεροειδή.
Η οστεονέκρωση της γνάθου έχει επίσης αναφερθεί σε ασθενείς με
οστεοπόρωση που λάμβαναν από στόματος διφωσφονικά.
4
Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο μίας εξέτασης των οδόντων με
κατάλληλη προληπτική οδοντιατρική, πριν από τη θεραπεία με διφωσφονικά σε
ασθενείς με παράγοντες κινδύνου (π.χ. καρκίνος, χημειοθεραπεία,
ακτινοθεραπεία, κορτικοστεροειδή, κακή στοματική υγιεινή).
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν,
εάν είναι δυνατόν, τις επεμβατικές οδοντιατρικές διαδικασίες. Για τους
ασθενείς οι οποίοι αναπτύσσουν οστεονέκρωση της γνάθου κατά τη διάρκεια
θεραπείας με διφωσφονικά, η οδοντιατρική χειρουργική επέμβαση μπορεί να
επιδεινώσει την κατάσταση. Για τους ασθενείς οι οποίοι πρέπει να υποβληθούν
σε οδοντιατρικές διαδικασίες δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία τα οποία
υποδηλώνουν εάν η διακοπή της θεραπείας με διφωσφονικά μειώνει τον
κίνδυνο για οστεονέκρωση της γνάθου. Το σχέδιο χειρισμού του κάθε ασθενούς
θα πρέπει να έχει ως γνώμονα την κλινική κρίση του θεράποντος ιατρού με
βάση την εξατομικευμένη αξιολόγηση του λόγου οφέλους / κινδύνου.
Άτυπα κατάγματα του μηριαίου οστού
Άτυπα υποτροχαντήρια κατάγματα και κατάγματα της διάφυσης του μηριαίου
έχουν αναφερθεί με θεραπεία με διφωσφονικά, κυρίως σε ασθενείς που
λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία για την οστεοπόρωση. Αυτά τα εγκάρσια ή
μικρά λοξά κατάγματα μπορούν να συμβούν οπουδήποτε κατά μήκος του
μηριαίου οστού, από ακριβώς κάτω από τον ελάσσονα τροχαντήρα μέχρι και
ακριβώς επάνω από το υπερκονδύλιο κύρτωμα. Αυτά τα κατάγματα συμβαίνουν
μετά από μικρό ή καθόλου τραυματισμό και μερικοί ασθενείς βιώνουν πόνο στο
μηρό ή στη βουβωνική χώρα, που συνδέεται συχνά με απεικονιστικά ευρήματα
των καταγμάτων κόπωσης, εβδομάδες ή και μήνες πριν παρουσιάσουν πλήρες
κάταγμα μηριαίου. Τα κατάγματα είναι συχνά αμφοτερόπλευρα, ως εκ τούτου
το αντίπλευρο μηριαίο οστούν πρέπει να εξεταστεί σε ασθενείς που έλαβαν
διφωσφονικά και που έχουν υποστεί κάταγμα του μηριαίου άξονα. Πτωχή
επούλωση των καταγμάτων αυτών έχει επίσης αναφερθεί. Η διακοπή των
διφωσφονικών σε ασθενείς που υπάρχει υποψία ότι έχουν άτυπο κάταγμα
μηριαίου θα πρέπει να εκτιμηθεί εν αναμονή της αξιολόγησης του ασθενούς, με
βάση την εξατομικευμένη αξιολόγηση του κινδύνου/ οφέλους.
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά οι ασθενείς πρέπει να
συμβουλεύονται ώστε να αναφέρουν οποιοδήποτε πόνο στο μηρό, στο ισχίο ή
στη βουβωνική χώρα και κάθε ασθενής που παρουσιάζει αυτά τα συμπτώματα
πρέπει να αξιολογείται για ατελές κάταγμα του μηριαίου.
Νεφρική δυσλειτουργία
Λόγω περιορισμένης κλινικής εμπειρίας, το ιβανδρονικό οξύ δε συνιστάται σε
ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης κάτω των 30 ml/min (βλ. παράγραφο 5.2).
Δυσανεξία στη γαλακτόζη
Οι ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
έλλειψη Lapp λακτάσης ή δυσαπορρόφηση γλυκόζης - γαλακτόζης δεν πρέπει να
πάρουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Αλληλεπιδράσεις φαρμακευτικών προϊόντων-τροφών
Η βιοδιαθεσιμότητα του από στόματος ιβανδρονικού οξέος γενικώς
περιορίζεται παρουσία τροφής. Ειδικότερα, θεωρείται πιθανό τα προϊόντα που
περιέχουν ασβέστιο και άλλα πολυσθενή κατιόντα (όπως αργίλιο, μαγνήσιο,
5
σίδηρο), συμπεριλαμβανομένου του γάλακτος, να παρεμβαίνουν στην
απορρόφηση του Ibandronic Acid Mylan, γεγονός που συμφωνεί με ευρήματα
από μελέτες που έχουν γίνει σε πειραματόζωα. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς πρέπει
να ακολουθούν ολονύκτια νηστεία (τουλάχιστον 6 ωρών) πριν από τη λήψη του
Ibandronic Acid / Mylan και να παραμένουν νηστικές για 1 ώρα μετά τη λήψη
του Ibandronic Acid / Mylan (βλ. παράγραφο 4.2).
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
Οι μεταβολικές αλληλεπιδράσεις δεν θεωρούνται πιθανές, καθώς το
ιβανδρονικό οξύ δεν αναστέλλει τα μείζονα ηπατικά ισοένζυμα του P450 στους
ανθρώπους και έχει δείξει ότι δεν επάγει το σύστημα του ηπατικού
κυτοχρώματος P450 σε επίμυες (βλ. παράγραφο 5.2). Το ιβανδρονικό οξύ
αποβάλλεται αποκλειστικά μέσω των νεφρών και δεν υφίσταται βιομετατροπή.
Συμπληρώματα ασβεστίου, αντιόξινα και ορισμένα από στόματος φαρμακευτικά
προϊόντα που περιέχουν πολυσθενή κατιόντα
Τα συμπληρώματα ασβεστίου, τα αντιόξινα και ορισμένα από στόματος
φαρμακευτικά προϊόντα που περιέχουν πολυσθενή κατιόντα (όπως αργίλιο,
μαγνήσιο, σίδηρο), θεωρείται πιθανό να παρεμβαίνουν στην απορρόφηση του
Ibandronic Acid Mylan. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς δεν πρέπει να λαμβάνουν
άλλα από στόματος φαρμακευτικά προϊόντα για τουλάχιστον 6 ώρες πριν τη
λήψη του Ibandronic Acid / Mylan και για 1 ώρα μετά τη λήψη του Ibandronic
Acid Mylan.
Ακετυλοσαλικυλικό οξύ και ΜΣΑΦ
Σε μια μελέτη δύο ετών σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση (BM
16549), η επίπτωση συμβαμάτων από το ανώτερο γαστρεντερικό σε ασθενείς
που λάμβαναν ταυτόχρονα ακετυλοσαλικυλικό οξύ ή ΜΣΑΦ ήταν παρόμοια σε
ασθενείς που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg καθημερινά ή
των 150 mg μία φορά το μήνα μετά από ένα και δύο έτη.
H 2 αποκλειστές ή αναστολείς αντλίας πρωτονίων
Περισσότερες από 1500 ασθενείς εντάχθηκαν στη μελέτη BM 16549 σύγκρισης
μηνιαίων δοσολογικών σχημάτων με το ημερήσιο δοσολογικό σχήμα
ιβανδρονικού οξέος, από τις οποίες το 14% και 18% χρησιμοποιούσε
αναστολείς ισταμίνης (H2) ή αναστολείς αντλίας πρωτονίων, μετά από ένα και
δύο έτη αντίστοιχα. Μεταξύ αυτών των ασθενών, η επίπτωση συμβαμάτων από
το ανώτερο γαστρεντερικό σε ασθενείς υπό θεραπεία με ιβανδρονικό οξύ στη
δόση των 150 mg μια φορά το μήνα ήταν παρόμοια με εκείνη σε ασθενείς υπό
θεραπεία με ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg ημερησίως.
Σε υγιείς άρρενες εθελοντές και σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η
ενδοφλέβια χορήγηση ρανιτιδίνης επέφερε αύξηση της βιοδιαθεσιμότητας του
ιβανδρονικού οξέος κατά 20 % περίπου, πιθανώς λόγω μείωσης της γαστρικής
οξύτητας. Ωστόσο, επειδή η αύξηση αυτή ευρίσκεται εντός των φυσιολογικών
ορίων μεταβλητότητας της βιοδιαθεσιμότητας του ιβανδρονικού οξέος, δεν
θεωρείται απαραίτητη η προσαρμογή της δόσης κατά τη συγχορήγηση
Ibandronic Acid / Mylan με Η2-ανταγωνιστές ή άλλες δραστικές ουσίες που
αυξάνουν το γαστρικό pH.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
6
Κύηση
Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα από τη χρήση του ιβανδρονικού οξέος σε έγκυες
γυναίκες. Μελέτες σε αρουραίους έχουν καταδείξει κάποια τοξικότητα στην
αναπαραγωγική ικανότητα (βλ. παράγραφο 5.3). Ο ενδεχόμενος κίνδυνος για
τον άνθρωπο είναι άγνωστος. Το Ibandronic Acid / Mylan δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης.
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό εάν το ιβανδρονικό οξύ απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα.
Μελέτες μετά από ενδοφλέβια χορήγηση σε θηλάζοντες αρουραίους έχουν
καταδείξει παρουσία χαμηλών επιπέδων ιβανδρονικού οξέος στο γάλα.
Το Ibandronic Acid / Mylan δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του
θηλασμού.
Γονιμότητα
Δεν υπάρχουν δεδομένα για την επίδραση του ιβανδρονικού οξέος στους
ανθρώπους. Σε αναπαραγωγικές μελέτες σε αρουραίους με από στόματος
χορήγηση το ιβανδρονικό οξύ μείωσε την γονιμότητα. Σε μελέτες με αρουραίους
με ενδοφλέβια χορήγηση, το ιβανδρονικό οξύ μείωσε τη γονιμότητα σε υψηλές
ημερήσιες δόσεις (βλ. παράγραφο 5.3).
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Με βάση το φαρμακοδυναμικό και φαρμακοκινητικό προφίλ και τις
ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν, αναμένεται ότι το ιβανδρονικό οξύ
δεν έχει καμία ή έχει ασήμαντη επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανών.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη προφίλ ασφαλείας
Το προφίλ ασφαλείας του Ibandronic Acid / Mylan είναι απόρροια ελεγχόμενων
κλινικών μελετών και εμπειρίας μετά την κυκλοφορία του προϊόντος. Οι
ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν συχνότερα ήταν αρθραλγία και
γριππώδης συνδρομή. Αυτά τα συμπτώματα συνήθως συνδέονται με την πρώτη
δόση, είναι γενικά βραχείας διάρκειας, ήπιας ή μέτριας έντασης και συνήθως
υποχωρούν κατά τη συνέχιση της θεραπείας χωρίς να χρειάζονται θεραπευτική
αντιμετώπιση (βλ. παράγραφο «Γριππώδης συνδρομή»).
Πίνακας ανεπιθύμητων ενεργειών
Στον πίνακα 1 δίδεται μία σύνοψη των ανεπιθύμητων ενεργειών. Η ασφάλεια
της από του στόματος θεραπείας με ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg
ημερησίως αξιολογήθηκε σε 1251 ασθενείς που έλαβαν τη θεραπεία στα
πλαίσια 4 ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών μελετών, με τη μεγάλη
πλειονότητα των ασθενών να προέρχεται από την κύρια τριετή μελέτη
καταγμάτων (MF 4411).
Σε μια μελέτη διάρκειας δύο ετών η οποία πραγματοποιήθηκε σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση (BM 16549), η γενική ασφάλεια
του ιβανδρονικού οξέος στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα και του
ιβανδρονικού οξέος στη δόση των 2,5 mg ημερησίως ήταν παρόμοιες. Η
συνολική αναλογία των ασθενών που εμφάνισαν κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια,
ήταν 22,7 % και 25,0 % για το ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά
7
το μήνα μετά από ένα και δύο έτη αντίστοιχα. Οι περισσότερες περιπτώσεις δεν
οδήγησαν σε διακοπή της θεραπείας.
Πίνακας 1: Ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που λάμβαναν Ibandronic Acid / Mylan 150 mg
μία φορά το μήνα ή ιβανδρονικό οξύ 2,5 mg ημερησίως στις μελέτες Φάσης ΙΙΙ
BM16549 και MF4411 και από την εμπειρία μετά την κυκλοφορία.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ταξινομούνται σύμφωνα με την κατηγορία
οργανικού συστήματος κατά MedDRA και κατηγορία συχνότητας εμφάνισης. Οι
κατηγορίες συχνότητας ορίζονται χρησιμοποιώντας την ακόλουθη σύμβαση:
πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές (≥ 1/1.000 έως
< 1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000 έως < 1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000), μη
γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν από τα διαθέσιμα δεδομένα). Εντός κάθε
κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρατίθενται
κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας.
Κατηγορία
Οργανικού
Συστήματος
Συχνές Όχι συχνές Σπάνιες Πολύ
σπάνιες
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Αντίδραση
υπερευαισθησί
ας
Αναφυλακτι
κή
αντίδραση/
καταπληξία*
Διαταραχές του
νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγί
α
Ζάλη
Οφθαλμικές
διαταραχές
Φλεγμονή
οφθαλμών*†
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
συστήματος*
Οισοφαγίτ
ιδα
Γαστρίτιδ
α,
Γαστροοισ
ο-φαγική
παλινδρόμ
ηση,
Δυσπεψία,
Διάρροια,
Κοιλιακό
άλγος,
Ναυτία
Οισοφαγίτιδα
συμπεριλαμβ
ανομένων
εξελκώσεων ή
στενωμάτων
του
οισοφάγου
και
δυσφαγίας,
Έμετος,
Μετεωρισμός
Δωδεκαδακτυλ
ίτιδα
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Εξάνθημα Αγγειοοίδημα,
Οίδημα
προσώπου,
Κνίδωση
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και
του συνδετικού
ιστού
Αρθραλγία
,
Μυαλγία,
Μυοσκελε
τι-
κός πόνος,
Μυϊκή
κράμπα,
Μυοσκελε
Οσφυαλγία Άτυπα
υποτροχαντήρι
α και
διαφυσικά
κατάγματα του
μηριαίου
οστού†
Οστεονέκρω
ση της
γνάθου*†
8
Κατηγορία
Οργανικού
Συστήματος
Συχνές Όχι συχνές Σπάνιες Πολύ
σπάνιες
τι-
κή
δυσκαμψί
α
Γενικές
διαταραχές και
καταστάσεις της
οδού χορήγησης
Γριππώδης
συνδρομή*
Κόπωση
* Βλ. περαιτέρω πληροφορίες παρακάτω
† Προσδιορίστηκαν κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία.
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Ανεπιθύμητες ενέργειες από το γαστρεντερικό σύστημα
Στη
μελέτη θεραπείας με χορήγηση μια φορά το μήνα συμπεριελήφθησαν
ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό γαστρεντερικής νόσου
συμπεριλαμβανομένων ασθενών με πεπτικό έλκος χωρίς πρόσφατη αιμορραγία
ή νοσηλεία και ασθενείς με δυσπεψία ή παλινδρόμηση φαρμακευτικώς
ελεγχόμενες. Στις ασθενείς αυτές, δεν υπήρξε διαφορά στην επίπτωση
ανεπιθύμητων συμβαμάτων από το ανώτερο γαστρεντερικό με το δοσολογικό
σχήμα των 150 mg μια φορά το μήνα συγκριτικά με το δοσολογικό σχήμα των
2,5 mg ημερησίως.
Γριππώδης συνδρομή
Η γριππώδης συνδρομή περιλαμβάνει συμβάματα που αναφέρονται ως
αντίδραση οξείας φάσης ή συμπτώματα που συμπεριλαμβάνουν μυαλγία,
αρθραλγία, πυρετό, ρίγη, κόπωση, ναυτία, απώλεια όρεξης ή οστικό πόνο.
Οστεονέκρωση της γνάθου
Οστεονέκρωση της γνάθου έχει αναφερθεί σε ασθενείς οι οποίες λάμβαναν
θεραπεία με διφωσφονικά. Η πλειονότητα των αναφορών αφορούν ασθενείς με
καρκίνο, αλλά τέτοιες περιπτώσεις έχουν επίσης αναφερθεί σε ασθενείς που
λάμβαναν θεραπεία για οστεοπόρωση. Η οστεονέκρωση της γνάθου
συσχετίζεται γενικά με εξαγωγή οδόντος και / ή τοπική λοίμωξη
(συμπεριλαμβανομένης της οστεομυελίτιδας). Η διάγνωση του καρκίνου, η
χημειοθεραπεία, η ακτινοθεραπεία, τα κορτικοστεροειδή και η κακή στοματική
υγιεινή επίσης θεωρούνται ως παράγοντες κινδύνου (βλ. παράγραφο 4.4).
Οφθαλμική φλεγμονή
Περιστατικά οφθαλμικής φλεγμονής, όπως η ραγοειδίτιδα, η επισκληρίτιδα και
η σκληρίτιδα έχουν αναφερθεί με το ιβανδρονικό οξύ. Σε ορισμένες
περιπτώσεις, τα συμβάντα αυτά δεν υποχώρησαν μέχρι τη διακοπή του
ιβανδρονικού οξέος.
Αναφυλακτική αντίδραση/καταπληξία
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις αναφυλακτικής αντίδρασης/καταπληξίας,
συμπεριλαμβανομένων θανατηφόρων συμβάντων, σε ασθενείς υπό θεραπεία με
ιβανδρονικό οξύ χορηγούμενο ενδοφλεβίως.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
9
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός
Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: + 30 21
32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν ειδικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας
με Ibandronic Acid Mylan.
Ωστόσο, βάσει των γνώσεων για αυτή την κατηγορία δραστικών ουσιών, η από
στόματος υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες αντιδράσεις από
το ανώτερο γαστρεντερικό (όπως στομαχικές διαταραχές, δυσπεψία,
οισοφαγίτιδα, γαστρίτιδα ή έλκος) ή υπασβεστιαιμία. Πρέπει να χορηγείται
γάλα ή αντιόξινα με σκοπό τη δέσμευση του ιβανδρονικού οξέος και οι τυχόν
ανεπιθύμητες αντιδράσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται συμπτωματικά.
Εξαιτίας του κινδύνου ερεθισμού του οισοφάγου, δεν πρέπει να προκαλείται
έμετος και η ασθενής θα πρέπει να παραμένει σε όρθια θέση.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φάρμακα για τη θεραπεία παθήσεων των
οστών, διφωσφονικά, κωδικός ATC: M05B A06
Μηχανισμός δράσης
Το ιβανδρονικό οξύ είναι ένα διφωσφονικό με υψηλή δραστικότητα, που ανήκει
στην ομάδα των διφωσφονικών που περιέχουν άζωτο, τα οποία δρουν εκλεκτικά
στον οστίτη ιστό και αναστέλλουν ειδικώς την οστεοκλαστική δραστηριότητα,
χωρίς απευθείας δράση επί του σχηματισμού των οστών. Δεν παρεμβαίνει στη
συγκέντρωση των οστεοκλαστών. Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, το
ιβανδρονικό οξύ επιφέρει προοδευτική απόλυτη αύξηση της οστικής μάζας και
μειωμένη συχνότητα εμφάνισης καταγμάτων, μέσω περιορισμού του αυξημένου
ρυθμού καταβολισμού των οστών προς τα προεμμηνοπαυσιακά επίπεδα.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Η φαρμακοδυναμική δράση του ιβανδρονικού οξέος συνίσταται στην αναστολή
της οστικής απορρόφησης.
In vivo
, το ιβανδρονικό οξύ προλαμβάνει την
πειραματικά προκαλούμενη καταστροφή των οστών λόγω της διακοπής της
λειτουργίας των γονάδων, των ρετινοειδών, των όγκων ή των εκχυλισμάτων
όγκων. Σε νεαρούς (ταχέως αναπτυσσόμενους) αρουραίους, η ενδογενής οστική
απορρόφηση αναστέλλεται επίσης, επιφέροντας αύξηση της φυσιολογικής
οστικής μάζας συγκριτικά με τα πειραματόζωα που δεν έχουν λάβει το
φάρμακο.
Σε μοντέλα πειραματόζωων επιβεβαιώθηκε ότι το ιβανδρονικό οξύ είναι ένας
πολύ ισχυρός αναστολέας της οστεοκλαστικής δραστηριότητας. Σε
αναπτυσσόμενους αρουραίους δεν παρατηρήθηκε κάποια ένδειξη διαταραχής
της επιμετάλλωσης, ακόμη και σε δόσεις που υπερέβαιναν τις 5.000 φορές πάνω
από εκείνη που απαιτείται στη θεραπεία της οστεοπόρωσης.
Αμφότερα τα σχήματα ημερήσιας και διαλείπουσας (με παρατεταμένα
μεσοδιαστήματα χωρίς φάρμακο) μακροχρόνιας χορήγησης σε αρουραίους,
σκύλους και πιθήκους συσχετίσθηκαν με σχηματισμό νέου οστού φυσιολογικής
10
ποιότητας και ίδιας ή αυξημένης μηχανικής ισχύος, ακόμη και σε δόσεις εντός
τοξικών πλαισίων. Στον άνθρωπο, η αποτελεσματικότητα τόσο της ημερήσιας
όσο και της διαλείπουσας χορήγησης, με διάλειμμα 9 - 10 εβδομάδων χωρίς
δόση, ιβανδρονικού οξέος επιβεβαιώθηκε σε μια κλινική μελέτη (MF 4411),
στην οποία το ιβανδρονικό οξύ επέδειξε αποτελεσματικότητα κατά των
καταγμάτων.
Σε μοντέλα πειραματόζωων το ιβανδρονικό οξύ προκάλεσε βιοχημικές
μεταβολές, ενδεικτικές δοσοεξαρτώμενης αναστολής της οστικής απορρόφησης,
περιλαμβανομένης της καταστολής των βιοχημικών δεικτών αποδόμησης του
οστικού κολλαγόνου στα ούρα (όπως είναι η δεοξυπυριδινολίνη και τα
διασταυρούμενα Ν - τελοπεπτίδια κολλαγόνου τύπου Ι (NTX)).
Σε μια μελέτη βιοϊσοδυναμίας Φάσης 1 που διεξήχθη σε 72 μετεμμηνοπαυσιακές
γυναίκες που λάμβαναν 150 mg από στόματος κάθε 28 ημέρες για συνολικά
τέσσερις δόσεις, η αναστολή της CTX του ορού μετά την πρώτη δόση
παρατηρήθηκε ήδη στις 24 ώρες μετά από τη λήψη της δόσης (διάμεση
αναστολή 28 %), με τη διάμεση μέγιστη αναστολή (69 %) να παρατηρείται 6
ημέρες αργότερα. Μετά την τρίτη και την τέταρτη δόση, η διάμεση μέγιστη
αναστολή 6 ημέρες μετά τη δόση ήταν 74 % με μείωση της διάμεσης αναστολής
σε 56 % παρατηρούμενη 28 ημέρες μετά την τέταρτη δόση. Χωρίς επιπλέον
δόση, παρατηρείται απώλεια της καταστολής των βιοχημικών δεικτών της
οστικής απορρόφησης.
Κλινική αποτελεσματικότητα
Ανεξάρτητοι παράγοντες κινδύνου, όπως για παράδειγμα, η χαμηλή οστική
πυκνότητα (BMD), η ηλικία, η παρουσία προηγούμενων καταγμάτων, το
οικογενειακό ιστορικό καταγμάτων, ο αυξημένος ρυθμός καταβολισμού των
οστών και ο χαμηλός δείκτης μάζας σώματος πρέπει να εξετάζονται
προσεκτικά για να ταυτοποιούνται οι γυναίκες που διατρέχουν αυξημένο
κίνδυνο εμφάνισης οστεοπορωτικών καταγμάτων.
Iβανδρονικό οξύ 150 mg μια φορά το μήνα
Οστική πυκνότητα (bone mineral density, BMD)
Σε μια διπλή τυφλή, πολυκεντρική μελέτη διάρκειας δύο ετών (BM 16549)
μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών με οστεοπόρωση (T - score BMD οσφυϊκής
μοίρας σπονδυλικής στήλης κάτω από - 2,5 SD κατά την έναρξη της μελέτης),
τo ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα δείχτηκε πως είναι
τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικό με το ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5
mg ημερησίως σε ό,τι αφορά την αύξηση της BMD. Το παραπάνω καταδείχτηκε
τόσο στην πρωτογενή ανάλυση στο ένα έτος όσο και στην ανάλυση
επιβεβαίωσης στο τελικό σημείο των δύο ετών (Πίνακας 2).
11
Πίνακας 2: Μέση σχετική μεταβολή από την αρχική τιμή BMD οσφυϊκής
μοίρας σπονδυλικής στήλης, ολικού ισχίου, αυχένος μηριαίου οστού και
τροχαντήρα μετά από ένα έτος (πρωτογενής ανάλυση) και δύο έτη θεραπείας
(πληθυσμός βάσει πρωτοκόλλου), στη μελέτη BM 16549.
Δεδομένα ενός έτους στη
μελέτη BM 16549
Δεδομένα δύο ετών στη
μελέτη BM 16549
Μέσες σχετικές
μεταβολές από την
αρχική τιμή %
[95 % CI]
Ιβανδρονικό
οξύ 2,5 mg
ημερησίως
(N = 318)
Ιβανδρονικό
οξύ 150 mg
μια φορά το
μήνα
(N = 320)
Ιβανδρονικό
οξύ 2,5 mg
ημερησίως
(N = 294)
Ιβανδρονικό
οξύ 150 mg
μια φορά το
μήνα
(N = 291)
BMD οσφυϊκής
μοίρας σπονδυλικής
στήλης Ο2 - Ο4
3,9 [3,4 , 4,3] 4,9 [4,4 , 5,3] 5,0 [4,4 , 5,5] 6,6 [6,0 , 7,1]
BMD ολικού ισχίου 2,0 [1,7 , 2,3] 3,1 [2,8 , 3,4] 2,5 [2,1 , 2,9] 4,2 [3,8 , 4,5]
BMD αυχένος
μηριαίου οστού
1,7 [1,3 , 2,1] 2,2 [1,9 , 2,6] 1,9 [1,4 , 2,4] 3,1 [2,7 , 3,6]
BMD τροχαντήρα 3,2 [2,8 , 3,7] 4,6 [4,2 , 5,1] 4,0 [3,5 , 4,5] 6,2 [5,7 , 6,7]
Περαιτέρω, σε μια προγραμματισμένη προοπτική ανάλυση το ιβανδρονικό οξύ
στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα αποδείχτηκε ανώτερο του ιβανδρονικού
οξέος στη δόση των 2,5 mg ημερησίως για τις αυξήσεις της BMD οσφυϊκής
μοίρας σπονδυλικής στήλης, στο ένα έτος, p = 0,002 και στα δύο έτη, p <
0,001.
Στο ένα έτος (πρωτογενής ανάλυση), ποσοστό 91,3 % (p = 0,005) των ασθενών
που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα είχαν
αύξηση BMD οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης μεγαλύτερη ή ίση της
αρχικής τιμής (ασθενείς που σημείωσαν κλινική ανταπόκριση αναφορικά με την
BMD), συγκρινόμενες με ποσοστό 84,0 % των ασθενών που λάμβαναν
ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg ημερησίως. Στα δύο έτη, ποσοστό 93,5 %
(p = 0,004) και ποσοστό 86,4 % των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ
στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα ή ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg
ημερησίως, αντίστοιχα, ήταν ασθενείς που σημείωσαν κλινική ανταπόκριση.
Αναφορικά με την BMD ολικού ισχίου, ποσοστό 90,0 % (p < 0,001) των
ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το
μήνα και ποσοστό 76,7 % των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη
δόση των 2,5 mg ημερησίως είχαν, στο ένα έτος, αυξήσεις BMD ολικού ισχίου
μεγαλύτερες ή ίσες της αρχικής τιμής. Στα δύο έτη, ποσοστό 93,4 % (p < 0,001)
των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το
μήνα και 78,4 %, των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των
2,5 mg ημερησίως είχαν σημειώσει αύξηση στην τιμή της BMD ολικού ισχίου
μεγαλύτερη από ή ίση με την αρχική τιμή.
Εάν ληφθεί υπόψη ένα αυστηρότερο κριτήριο, που συνδυάζει την BMD της
οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και του ολικού ισχίου, το 83,9 % (p <
0,001) και το 65,7 % των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των
150 mg μια φορά το μήνα ή ιβανδρονικό οξύ 2,5 mg ημερησίως, αντίστοιχα,
σημείωσε κλινική ανταπόκριση στο ένα έτος. Στα δύο έτη, στο κριτήριο αυτό
ανταποκρίθηκε ποσοστό 87,1 % (p < 0,001) και 70,5 % των ασθενών, στα σκέλη
των 150 mg μηνιαίως και των 2,5 mg ημερησίως αντίστοιχα.
Βιοχημικοί δείκτες οστικού καταβολισμού
12
Παρατηρήθηκαν κλινικώς σημαντικές μειώσεις των επιπέδων CTX ορού σε όλα
τα χρονικά σημεία μέτρησης, δηλ. μήνες 3, 6, 12 και 24. Μετά από ένα έτος
(πρωτογενής ανάλυση) η διάμεση σχετική μεταβολή από την αρχική τιμή ήταν –
76 % για το ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα και –67 %
για το ιβανδρονικό οξύ 2,5 mg ημερησίως. Στα δύο έτη, η διάμεση σχετική
μεταβολή ήταν - 68 % και - 62 %, στα σκέλη των 150 mg μηνιαίως και των 2,5
mg ημερησίως αντίστοιχα.
Στο ένα έτος, ποσοστό 83,5 % (p = 0,006) των ασθενών που λάμβαναν
ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 150 mg μια φορά το μήνα και ποσοστό 73,9 %
των ασθενών που λάμβαναν ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg ημερησίως
θεωρήθηκε πως σημείωσαν κλινική ανταπόκριση (η οποία ορίσθηκε ως μείωση
≥ 50 % από την αρχική τιμή). Στα δύο έτη, ποσοστό 78,7 % (p = 0,002) και 65,6
% των ασθενών θεωρήθηκε πως σημείωσαν κλινική ανταπόκριση στα σκέλη των
150 mg μηνιαίως και των 2,5 mg ημερησίως αντίστοιχα.
Βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης BM 16549, το ιβανδρονικό οξύ στη δόση
των 150 mg μια φορά το μήνα αναμένεται να είναι τουλάχιστον εξίσου
αποτελεσματικό με το ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg ημερησίως, όσον
αφορά στην πρόληψη των καταγμάτων.
Ιβανδρονικό οξύ 2,5 mg ημερησίως
Στην αρχική τυχαιοποιημένη, διπλή τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο,
μελέτη καταγμάτων διάρκειας τριών ετών (MF 4411), καταδείχτηκε
στατιστικώς σημαντική και κλινικά σχετιζόμενη μείωση της επίπτωσης νέων
ακτινογραφικών, μορφομετρικών και κλινικών καταγμάτων της σπονδυλικής
στήλης (πίνακας 3). Στη μελέτη αυτή, το ιβανδρονικό οξύ αξιολογήθηκε σε από
του στόματος δόσεις 2,5 mg ημερησίως και 20 mg σε διαλείπουσα χορήγηση ως
διερευνούμενο δοσολογικό σχήμα. Το ιβανδρονικό οξύ λαμβανόταν 60 λεπτά
πριν την πρώτη ημερήσια λήψη τροφής ή υγρού (διάστημα νηστείας μετά τη
δόση). Στη μελέτη συμμετείχαν γυναίκες ηλικίας 55 έως 80 ετών, οι οποίες
ήταν για 5 τουλάχιστον χρόνια μετεμμηνοπαυσιακές, με τιμή BMD οσφυϊκής
μοίρας σπονδυλικής στήλης 2 έως 5 SD κάτω από τη μέση προεμμηνοπαυσιακή
τιμή (T - score) σε ένα τουλάχιστον σπόνδυλο [Ο1 - Ο4], και με ένα έως τέσσερα
κύρια κατάγματα της σπονδυλικής στήλης. Όλες οι ασθενείς λάμβαναν
καθημερινά 500 mg ασβεστίου και 400 IU βιταμίνης D. Η αποτελεσματικότητα
αξιολογήθηκε σε 2.928 ασθενείς. Το ιβανδρονικό οξύ στη δόση των 2,5 mg
χορηγούμενο ημερησίως, κατέδειξε μία στατιστικά και κλινικά σημαντική
μείωση της επίπτωσης νέων καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης. Κατά την
τριετή διάρκεια της μελέτης με αυτό το δοσολογικό σχήμα, η εμφάνιση νέων
ακτινογραφικών καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης μειώθηκε κατά 62 % (p
= 0,0001). Μετά από 2 χρόνια παρατηρήθηκε μία μείωση του σχετικού κινδύνου
κατά 61 % (p = 0,0006). Μετά από 1 χρόνο θεραπείας δεν επετεύχθη
στατιστικώς σημαντική διαφορά (p = 0,056). Η επίδραση κατά των
καταγμάτων ήταν σταθερή, καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης. Δεν υπήρξε καμία
ένδειξη εξασθένησης της δράσης με την πάροδο του χρόνου
.
Η επίπτωση κλινικών καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης μειώθηκε επίσης
σημαντικά κατά 49 % (p = 0,011). Η ισχυρή δράση επί των καταγμάτων της
σπονδυλικής στήλης απεικονίσθηκε περαιτέρω από μία στατιστικώς σημαντική
μείωση της απώλειας ύψους, συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο (p < 0,0001).
13
Πίνακας 3: Αποτελέσματα από τη μελέτη καταγμάτων διάρκειας 3 ετών MF
4411 ( %, 95 % CI)
Εικονικό φάρμακο
(N = 974)
Ιβανδρονικό οξύ 2,5
mg ημερησίως (N =
977)
Μείωση του Σχετικού Κινδύνου
Νέα μορφομετρικά κατάγματα της
σπονδυλικής στήλης
62 % (40,9, 75,1)
Επίπτωση νέων μορφομετρικών
καταγμάτων της σπονδυλικής
στήλης
9,56 % (7,5 , 11,7) 4,68 % (3,2 , 6,2)
Μείωση του σχετικού κινδύνου
κλινικού κατάγματος της
σπονδυλικής στήλης
49 % (14,03 , 69,49)
Επίπτωση κλινικού κατάγματος
της σπονδυλικής στήλης
5,33 % (3,73 , 6,92) 2,75 % (1,61 , 3,89)
BMD – μέση μεταβολή σε σχέση με
την αρχική τιμή οσφυϊκής μοίρας
σπονδυλικής στήλης στο έτος 3
1,26 % (0,8, 1,7) 6,54 % (6,1 , 7,0)
BMD – μέση μεταβολή σε σχέση με
την αρχική τιμή ολικού ισχίου στο
έτος 3
- 0,69 % (- 1,0 , -
0,4)
3,36 % (3,0 , 3,7)
Το αποτέλεσμα της θεραπείας με ιβανδρονικό οξύ αξιολογήθηκε περαιτέρω σε
μία ανάλυση του υποπληθυσμού ασθενών με αρχική τιμή T - score BMD
οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης κάτω από –2,5. Η μείωση του κινδύνου
καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με εκείνη που
παρατηρήθηκε στο γενικό πληθυσμό.
Πίνακας 4: Αποτελέσματα από τη μελέτη καταγμάτων διάρκειας 3 ετών MF
4411 ( %, 95 % CI) για ασθενείς με αρχική τιμή T - score BMD οσφυϊκής μοίρας
σπονδυλικής στήλης κάτω από –2,5
Εικονικό φάρμακο
(N = 587)
ιβανδρονικό οξύ 2,5
mg ημερησίως (N =
575)
Μείωση του Σχετικού Κινδύνου
Νέα μορφομετρικά κατάγματα της
σπονδυλικής στήλης
59 % (34,5 , 74,3)
Επίπτωση νέων μορφομετρικών
καταγμάτων της σπονδυλικής
στήλης
12,54 % (9,53 ,
15,55)
5,36 % (3,31 , 7,41)
Μείωση του σχετικού κινδύνου
κλινικού κατάγματος της
σπονδυλικής στήλης
50 % (9,49 , 71,91)
Επίπτωση κλινικού κατάγματος
της σπονδυλικής στήλης
6,97 % (4,67 , 9,27) 3,57 % (1,89, 5,24)
BMD – μέση μεταβολή σε σχέση με
την αρχική τιμή οσφυϊκής μοίρας
σπονδυλικής στήλης στο έτος 3
1,13 % (0,6 , 1,7) 7,01 % (6,5 , 7,6)
BMD – μέση μεταβολή σε σχέση με
την αρχική τιμή ολικού ισχίου στο
έτος 3
- 0,70 % ( - 1,1 -
0,2)
3,59 % (3,1 , 4,1)
14
Στο συνολικό πληθυσμό των ασθενών της μελέτης MF4411, δεν παρατηρήθηκε
μείωση των μη σπονδυλικών καταγμάτων, εν τούτοις το ημερησίως
χορηγούμενο ιβανδρονικό οξύ φάνηκε να είναι αποτελεσματικό σε υποπληθυσμό
υψηλού κινδύνου (τιμή BMD αυχένος μηριαίου οστού T - score < - 3,0), όπου
παρατηρήθηκε 69 % μείωση του κινδύνου εμφάνισης μη σπονδυλικού
κατάγματος.
Η καθημερινή θεραπεία με δόση 2,5 mg επέφερε προοδευτική αύξηση της τιμής
της BMD σε σημεία του σκελετού εντός και εκτός της σπονδυλικής στήλης.
Στα τρία χρόνια, η αύξηση της τιμής της BMD στην οσφυϊκή μοίρα της
σπονδυλικής στήλης ήταν 5,3% συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο και 6,5%
συγκριτικά με την αρχική τιμή. Η αύξηση συγκριτικά με την αρχική τιμή στο
ισχίο ήταν 2,8% στον αυχένα του μηριαίου οστού, 3,4% στο ολικό ισχίο και
5,5% στον τροχαντήρα.
Οι βιοχημικοί δείκτες του οστικού καταβολισμού (όπως CTX ούρων και
Οστεοκαλσίνη ορού) παρουσίασαν την αναμενόμενη εικόνα καταστολής τους σε
προεμμηνοπαυσιακά επίπεδα και έφθασαν τη μέγιστη καταστολή εντός
χρονικού διαστήματος 3 - 6 μηνών.
Από τον πρώτο κιόλας μήνα μετά την έναρξη της θεραπείας με ιβανδρονικό οξύ
2,5 mg, παρατηρήθηκε μία κλινικώς σημαντική μείωση των βιοχημικών δεικτών
οστικής απορρόφησης κατά 50%.
Μετά τη διακοπή της θεραπείας, παρατηρείται αναστροφή στους προ της
θεραπείας παθολογικούς ρυθμούς αυξημένης οστικής απορρόφησης που
σχετίζονται με την μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση.
Στην ιστολογική ανάλυση βιοψιών των οστών μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών,
μετά από δύο και τρία έτη θεραπείας, παρατηρήθηκαν οστά φυσιολογικής
ποιότητας και απουσία ενδείξεων διαταραχής της επιμετάλλωσης του οστού.
Παιδιατρικός πληθυσμός
(βλ. παράγραφο 4.2 και παράγραφο 5.2)
Το ιβανδρονικό οξύ δεν έχει μελετηθεί σε παιδιατρικό πληθυσμό, συνεπώς δεν
υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για την αποτελεσματικότητα ή την ασφάλεια για
αυτόν τον πληθυσμό ασθενών.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Όπως καταδείχτηκε σε διάφορες μελέτες σε πειραματόζωα και σε ανθρώπους,
οι κύριες φαρμακολογικές δράσεις του ιβανδρονικού οξέος επί των οστών δεν
σχετίζονται άμεσα με τις πραγματικές συγκεντρώσεις του στο πλάσμα.
Απορρόφηση
Η απορρόφηση του ιβανδρονικού οξέος στον ανώτερο γαστρεντερικό σωλήνα
είναι ταχεία μετά την από του στόματος χορήγηση και οι συγκεντρώσεις στο
πλάσμα αυξάνονται με τρόπο δοσοεξαρτώμενο για από στόματος λήψη έως 50
mg, ενώ πάνω από αυτή τη δόση οι παρατηρούμενες αυξήσεις υπερβαίνουν τις
δοσοεξαρτώμενες. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις που παρατηρήθηκαν στο πλάσμα
επιτυγχάνονται εντός 0,5 έως 2 ωρών (διάμεσος τιμή 1 ώρα) κατά τη νηστεία
και η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα ήταν 0,6 % περίπου. Ο βαθμός απορρόφησης
περιορίζεται κατά τη λήψη μαζί με τροφή ή υγρά (εκτός από νερό). Η
βιοδιαθεσιμότητα μειώνεται κατά 90 % περίπου όταν το ιβανδρονικό οξύ
χορηγείται με ένα συνηθισμένο πρόγευμα, συγκριτικά με τη βιοδιαθεσιμότητα
που παρατηρείται σε νηστικά άτομα. Δεν παρατηρείται σημαντική μείωση της
βιοδιαθεσιμότητας όταν το ιβανδρονικό οξύ λαμβάνεται 60 λεπτά πριν την
πρώτη ημερήσια λήψη τροφής. Τόσο η βιοδιαθεσιμότητα όσο και η αύξηση της
15
BMD περιορίζονται όταν λαμβάνεται τροφή ή υγρό σε διάστημα μικρότερο των
60 λεπτών από τη λήψη του ιβανδρονικού οξέος.
Κατανομή
Μετά την αρχική συστηματική έκθεση, το ιβανδρονικό οξύ συνδέεται ταχέως με
τα οστά ή απεκκρίνεται στα ούρα. Στον άνθρωπο, ο φαινόμενος τελικός όγκος
κατανομής είναι τουλάχιστον 90 l και η ποσότητα της δόσης που φθάνει στα
οστά υπολογίζεται σε 40 - 50 % της δόσης στην κυκλοφορία. Η σύνδεση με τις
πρωτεΐνες του πλάσματος στον άνθρωπο είναι 85 % - 87 % περίπου
(προσδιορισθείσα
in vitro
σε θεραπευτικές συγκεντρώσεις του φαρμάκου) και
έτσι η δυνατότητα αλληλεπιδράσεων με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα λόγω
εκτόπισης είναι χαμηλή.
Βιομετασχηματισμός
Δεν υπάρχουν ενδείξεις μεταβολισμού του ιβανδρονικού οξέος στα
πειραματόζωα ή στον άνθρωπο.
Αποβολή
Το απορροφηθέν κλάσμα του ιβανδρονικού οξέος απομακρύνεται από την
κυκλοφορία μέσω οστικής απορρόφησης (υπολογίζεται σε 40 - 50 % στις
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες) και το υπόλοιπο απομακρύνεται αναλλοίωτο
από τους νεφρούς. Το μη απορροφηθέν κλάσμα του ιβανδρονικού οξέος
απομακρύνεται αναλλοίωτο στα κόπρανα.
Το εύρος των παρατηρούμενων φαινόμενων χρόνων ημίσειας ζωής είναι
μεγάλο, με το φαινόμενο τελικό χρόνο ημίσειας ζωής να κυμαίνεται γενικώς
μεταξύ 10 - 72 ωρών. Δεδομένου ότι οι υπολογισθείσες τιμές εξαρτώνται σε
μεγάλο βαθμό από τη διάρκεια της μελέτης, τη δόση που χρησιμοποιήθηκε και
την ευαισθησία της μεθόδου προσδιορισμού, ο αληθής τελικός χρόνος ημίσειας
ζωής πιθανόν να είναι αρκετά μεγαλύτερος, όπως ισχύει και με τα άλλα
διφωσφονικά. Τα αρχικά επίπεδα στο πλάσμα μειώνονται ταχέως, φθάνοντας
το 10 % των μέγιστων τιμών εντός 3 και 8 ωρών μετά την ενδοφλέβια ή την από
στόματος χορήγηση αντίστοιχα.
Η ολική κάθαρση του ιβανδρονικού οξέος είναι χαμηλή, με μέσες τιμές
κυμαινόμενες μεταξύ 84 - 160 mL / min. Η νεφρική κάθαρση (περίπου 60 mL /
min σε υγιείς μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες) αντιστοιχεί σε 50 - 60 % της
ολικής κάθαρσης και σχετίζεται με την κάθαρση της κρεατινίνης. Η διαφορά
μεταξύ της φαινόμενης ολικής και της νεφρικής κάθαρσης θεωρείται ότι
αντιπροσωπεύει την απορρόφηση από τα οστά.
Η οδός απέκκρισης δείχνει πως δεν περιλαμβάνει γνωστά οξεϊκά ή βασικά
συστήματα μεταφοράς που συμμετέχουν στην απέκκριση άλλων δραστικών
ουσιών. Επιπλέον, το ιβανδρονικό οξύ δεν αναστέλλει τα μείζονα ηπατικά
ισοένζυμα του P450 στους ανθρώπους και δεν επάγει το σύστημα του ηπατικού
κυτοχρώματος P450 σε επίμυες.
Φαρμακοκινητικές ιδιότητες σε ειδικές κλινικές καταστάσεις
Φύλο
Η βιοδιαθεσιμότητα και οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες του ιβανδρονικού οξέος
είναι παρόμοιες σε άνδρες και γυναίκες.
Φυλή
Όσον αφορά στη διαθεσιμότητα του ιβανδρονικού οξέος, δεν υπάρχουν
ενδείξεις οποιωνδήποτε κλινικώς σημαντικών διαφορών μεταξύ Ασιατών και
16
Καυκάσιων. Τα διαθέσιμα στοιχεία για ασθενείς Αφρικανικής καταγωγής είναι
λίγα.
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με διάφορους βαθμούς νεφρικής δυσλειτουργίας, η νεφρική
κάθαρση του ιβανδρονικού οξέος σχετίζεται γραμμικώς με την κάθαρση της
κρεατινίνης.
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια νεφρική
δυσλειτουργία (CLcr ίση ή μεγαλύτερη από 30 ml / min), όπως φάνηκε στη
μελέτη BM 16549 όπου η πλειονότητα των ασθενών είχε ήπια έως μέτρια
νεφρική δυσλειτουργία.
Άτομα με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (CLcr μικρότερη των 30 ml / min) που
λάμβαναν από του στόματος καθημερινά δόση ίση με 10 mg ιβανδρονικού οξέος
επί 21 ημέρες, παρουσίασαν, συγκριτικά με τα άτομα που είχαν φυσιολογική
νεφρική λειτουργία, 2 - 3 φορές υψηλότερες συγκεντρώσεις στο πλάσμα, ενώ η
ολική κάθαρση του ιβανδρονικού οξέος ήταν 44 ml / min. Μετά από ενδοφλέβια
χορήγηση 0,5 mg σε άτομα με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια, η ολική, η νεφρική
και η μη νεφρική κάθαρση μειώθηκαν κατά 67 %, 77 % και 50 %, αντίστοιχα,
χωρίς όμως μείωση της ανεκτικότητας που σχετίζεται με την αύξηση στην
έκθεση. To Ibandronic Acid / Mylan δεν συνιστάται σε ασθενείς με σοβαρή
νεφρική δυσλειτουργία, λόγω περιορισμένης κλινικής εμπειρίας (βλ. παράγραφο
4.2 και παράγραφο 4.4). Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες του ιβανδρονικού οξέος
δεν αξιολογήθηκαν σε ασθενείς με νεφροπάθεια τελικού σταδίου, οι οποίοι
αντιμετωπίζονταν με μέτρα διαφορετικά από την αιμοκάθαρση. Οι
φαρμακοκινητικές ιδιότητες του ιβανδρονικού οξέος σε αυτούς τους ασθενείς
είναι άγνωστες και το ιβανδρονικό οξύ δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κάτω από
αυτές τις συνθήκες.
Ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία (βλ. παράγραφο 4.2)
Δεν υπάρχουν φαρμακοκινητικά δεδομένα για το ιβανδρονικό οξύ σε ασθενείς
με ηπατική δυσλειτουργία. Το ήπαρ δεν διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην
κάθαρση του ιβανδρονικού οξέος το οποίο δεν μεταβολίζεται, αλλά
απομακρύνεται μέσω νεφρικής απέκκρισης και απορρόφησης από τα οστά. Ως
εκ τούτου, δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ηπατική
δυσλειτουργία.
Γηριατρικός πληθυσμός (βλ. παράγραφο 4.2)
Σε μία ανάλυση πολλαπλών μεταβλητών, η ηλικία δεν βρέθηκε να αποτελεί
ανεξάρτητο παράγοντα για οποιαδήποτε από τις φαρμακοκινητικές
παραμέτρους που μελετήθηκαν. Ο μόνος παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη είναι η έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας με την πάροδο της ηλικίας
(βλ. κεφάλαιο για τη νεφρική δυσλειτουργία).
Παιδιατρικός πληθυσμός (βλ. παράγραφο 4.2 και παράγραφο 5.1)
Δεν υπάρχουν δεδομένα για τη χρήση του Ibandronic Acid / Mylan σε αυτές τις
ηλικιακές ομάδες.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τοξικές δράσεις, π.χ. σημεία νεφρικής βλάβης, παρατηρήθηκαν σε σκύλους μόνο
με έκθεση που θεωρήθηκε αρκετά πάνω από το ανώτατο όριο έκθεσης στον
άνθρωπο, γεγονός το οποίο υποδηλώνει πως υπάρχει μικρή συσχέτιση με την
κλινική χρήση.
Μεταλλαξιογόνος δράση / Καρκινογόνος δράση:
17
Δεν παρατηρήθηκε ένδειξη καρκινογόνου δυναμικού. Οι δοκιμασίες
γονοτοξικότητας δεν απεκάλυψαν ενδείξεις γενετικής δραστικότητας για το
ιβανδρονικό οξύ.
Τοξικότητα στην αναπαραγωγή:
Δεν υπάρχουν ενδείξεις άμεσης τοξικής ή τερατογόνου δράσης του
ιβανδρονικού οξέος στο έμβρυο, σε αρουραίους και κουνέλια που λάμβαναν από
του στόματος την ουσία, ενώ δεν παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες στην
ανάπτυξη της πρώτης γενιάς (F1) σε αρουραίους με έκθεση που υπολογίστηκε
κατά προσέγγιση ως τουλάχιστον 35 φορές υψηλότερη της έκθεσης στον
άνθρωπο. Σε αναπαραγωγικές μελέτες σε αρουραίους με από στόματος
χορήγηση η επίδραση στη γονιμότητα αφορούσε σε αυξημένες προεμφυτευτικές
απώλειες σε επίπεδα δόσεων του 1 mg/kg/ημερησίως και μεγαλύτερα. Σε
αναπαραγωγικές μελέτες σε αρουραίους με ενδοφλέβια χορήγηση, το
ιβανδρονικό οξύ μείωσε την ποσότητα του σπέρματος σε δόσεις 0,3 και
1 mg/kg/ημερησίως και μείωσε τη γονιμότητα στους αρσενικούς σε δόση 1
mg/kg/ημερησίως και στους θηλυκούς σε δόση 1,2 mg/kg/ημερησίως. Σε μελέτες
αναπαραγωγικής τοξικότητας που πραγματοποιήθηκαν στον αρουραίο, οι
ανεπιθύμητες ενέργειες του ιβανδρονικού οξέος ήταν εκείνες που
παρατηρούνται με τα διφωσφονικά ως φαρμακευτική κατηγορία. Σε αυτές
περιλαμβάνονται η μείωση των θέσεων εμφύτευσης, η παρέμβαση στο
φυσιολογικό τοκετό (δυστοκία) και ο αυξημένος αριθμός μεταβολών των
σπλάγχνων (σύνδρομο νεφρικής πυέλου, ουρητήρα).
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου:
Λακτόζη μονοϋδρική
Ποβιδόνη
Κυτταρίνη, μικροκρυσταλλική
Κροσποβιδόνη
Οξείδιο πυριτίου, κολλοειδές άνυδρο
Μαγνήσιο στεατικό
Επικάλυψη δισκίου:
Υδρόξυ πρόπυλο κυτταρίνη
Πολυαιθυλενογλυκόλη 3350
Πολυαιθυλενογλυκόλη 400
Τιτανίου διοξείδιο (E 171)
Μελάνη εντύπωσης:
Κόμμεα λάκκας στιλβωμένα – 47,5%
Σιδήρου οξείδιο μέλαν
Προπυλενογλυκόλη
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια.
18
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κυψέλες (blisters) από OPA - Al - PVC / Al σε μεγέθη συσκευασίας των 1, 3, 6
και 12 επικαλυμμένων με λεπτό υμένιο δισκίων
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειμμα πρέπει να απορριφθεί
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
Η αποδέσμευση φαρμακευτικών ουσιών στο περιβάλλον θα πρέπει να
ελαχιστοποιηθεί.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δικαιούχος προιόντος
Mylan B.V. Dieselweg 25, 3752 LB Bunshoten, The Netherlands
Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας για την Ελλάδα:
Generics Pharma Hellas ΕΠΕ, Λεωφόρος Βουλιαγμένης 577
Α
, 164-51 Αργυρούπολη,
τηλ: 210-9936410
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
32441/19-05-2010
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
19-05-2010
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
19