ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rabeprazole Sodium Teva 10 mg Γαστροανθεκτικά δισκία
Rabeprazole Sodium Teva 20 mg Γαστροανθεκτικά δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
10 mg: Κάθε γαστροανθεκτικό δισκίο περιέχει 10 mg rabeprazole sodium
20 mg: Κάθε γαστροανθεκτικό δισκίο περιέχει 20 mg rabeprazole sodium
Έκδοχα:
10 mg: Κάθε γαστροανθεκτικό δισκίο περιέχει 0,34 mg λακτόζη.
20 mg: Κάθε γαστροανθεκτικό δισκίο περιέχει 0,68 mg λακτόζη.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Γαστροανθεκτικό δισκίο.
10 mg: Ροζ, στρογγυλό δισκίο, στη μία πλευρά του οποίου αναγράφεται με μαύρο μελάνι “N” και
“10”.
20 mg: Κίτρινο, στρογγυλό δισκίο, στη μία πλευρά του οποίου αναγράφεται με μαύρο μελάνι “93”
“64”. Χωρίς σήμανση στην άλλη πλευρά.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Η ραμπεπραζόλη ενδείκνυται για τη θεραπεία:
Του ενεργού έλκους του δωδεκαδακτύλου
Του ενεργού καλοήθους γαστρικού έλκους
Της συμπτωματικής διαβρωτικής ή ελκωτικής γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης (ΓΟΠ)
Της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης σε μακροχρόνια αντιμετώπιση (θεραπεία συντήρησης
ΓΟΠ)
Συμπτωματική θεραπεία της μέτριας έως πολύ σοβαρής γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
(συμπτωματική ΓΟΠ)
Του συνδρόμου Zollinger-Ellison
Σε συνδυασμό με κατάλληλα αντιμικροβιακά θεραπευτικά σχήματα για την εκρίζωση του
ελικοβακτηριδίου του πυλωρού (Helicobacter pylori) σε ασθενείς με πεπτικό έλκος (βλέπε
παράγραφο 4.2).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Ενήλικες/ηλικιωμένοι ασθενείς
Ενεργό έλκος του δωδεκαδακτύλου και ενεργό καλόηθες γαστρικό έλκος
Η συνιστώμενη από του στόματος δόση τόσο για το ενεργό έλκος του δωδεκαδακτύλου όσο και
για το ενεργό καλόηθες γαστρικό έλκος είναι 20 mg τα οποία λαμβάνονται μία φορά την ημέρα
το πρωί.
Οι περισσότεροι ασθενείς με ενεργό έλκος δωδεκαδακτύλου παρουσιάζουν επούλωση εντός
τεσσάρων εβδομάδων. Όμως, λίγοι ασθενείς μπορεί να χρειασθούν επιπλέον τέσσερις εβδομάδες
θεραπείας για την επίτευξη επούλωσης.
2
Οι περισσότεροι ασθενείς με ενεργό καλόηθες γαστρικό έλκος εμφανίζουν επούλωση εντός έξι
εβδομάδων. Όμως, και πάλι λίγοι ασθενείς μπορεί να χρειασθούν επιπλέον έξι εβδομάδες
θεραπείας για την επίτευξη επούλωσης.
Διαβρωτική ή Ελκωτική Γαστροοισοφαγική Παλινδρόμηση (ΓΟΠ)
Η συνιστώμενη από του στόματος δόση για την κατάσταση αυτή είναι 20 mg λαμβανόμενα μία
φορά την ημέρα επί τέσσερις με οκτώ εβδομάδες.
Μακροχρόνια αντιμετώπιση της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης (θεραπεία συντήρησης ΓΟΠ)
Για μακροχρόνια θεραπεία, μπορεί να χορηγηθεί δόση συντήρησης των 10 mg ή 20 mg, μία φορά
την ημέρα, ανάλογα με την απόκριση του ασθενούς.
Συμπτωματική θεραπεία της μέτριας έως πολύ σοβαρής γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
(συμπτωματική ΓΟΠ)
10 mg μία φορά την ημέρα σε ασθενείς χωρίς οισοφαγίτιδα. Εάν μετά από τέσσερις εβδομάδες δεν
επιτευχθεί έλεγχος των συμπτωμάτων, ο ασθενής πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω. Μετά την αποδρομή
των συμπτωμάτων, μπορεί να επιτευχθεί έλεγχος τυχόν επακόλουθων συμπτωμάτων με τη χρήση ενός
κατ’επίκληση σχήματος λαμβάνοντας 10 mg μία φορά την ημέρα, όταν χρειάζεται.
Σύνδρομο Zollinger-Ellison
Η συνιστώμενη αρχική δόση για ενήλικες είναι 60 mg μία φορά την ημέρα. Η δόση μπορεί να
αυξηθεί έως τα 120 mg/ ημέρα ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενή. Η εφάπαξ ημερήσια δόση
που μπορεί να χορηγηθεί είναι 100 mg. Η δόση των 120 mg, ίσως χρειαστεί να διαιρεθεί σε
δόσεις των 60 mg δύο φορές την ημέρα. Η θεραπεία θα πρέπει να συνεχιστεί για το χρονικό
διάστημα που ενδείκνυται κλινικά.
Εκρίζωση του H. pylori
Σε ασθενείς με λοίμωξη από H. pylori θα πρέπει να χορηγείται θεραπεία εκρίζωσης. Συνιστάται η
χορήγηση του παρακάτω συνδυασμού για 7 ημέρες.
Rabeprazole Sodium Teva 20 mg δύο φορές την ημέρα + κλαριθρομυκίνη 500 mg δύο φορές την
ημέρα και αμοξυκιλλίνη 1 g δύο φορές την ημέρα.
Για τις ενδείξεις που απαιτείται θεραπεία μία φορά την ημέρα, τα δισκία νατριούχου ραμπεπραζόλης
πρέπει να λαμβάνονται το πρωί, πριν το πρόγευμα. Αν και ούτε η ώρα της ημέρας ούτε η πρόσληψη
τροφής έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζουν τη δράση της, το παρόν θεραπευτικό σχήμα θα βοηθήσει στη
συμμόρφωση στη θεραπεία.
Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιηθούν ότι τα δισκία δεν πρέπει να μασώνται ή να
θρυμματίζονται, αλλά πρέπει να καταπίνονται ολόκληρα.
Διαταραχή της νεφρικής και της ηπατικής λειτουργίας
Δε χρειάζεται καμία προσαρμογή της δόσης για τους ασθενείς με διαταραχές της νεφρικής και
της ηπατικής λειτουργίας.
Βλέπε παράγραφο 4.4 για τη χρήση του Rabeprazole Sodium Teva στη θεραπεία των ασθενών
με σοβαρή διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας.
Παιδιά
Η νατριούχος ραμπεπραζόλη δεν συνιστάται για χρήση σε παιδιά καθώς δεν υπάρχει καμία εμπειρία
από τη χρήση της σε αυτήν την ομάδα ασθενών.
4.3 Αντενδείξεις
3
Το Rabeprazole Sodium Teva γαστροανθεκτικά δισκία, αντενδείκνυται σε ασθενείς με
υπερευαισθησία στη νατριούχο ραμπεπραζόλη ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα.
Το Rabeprazole Sodium Teva γαστροανθεκτικά δισκία, αντενδείκνυται κατά την κύηση και κατά τη
γαλουχία.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η απόκριση των συμπτωμάτων στη θεραπεία με νατριούχο ραμπεπραζόλη δεν αποκλείει την
παρουσία γαστρικής ή οισοφαγικής κακοήθειας, συνεπώς, η πιθανότητα κακοήθειας θα πρέπει να
αποκλείεται πριν την έναρξη της θεραπείας με νατριούχο ραμπεπραζόλη.
Οι ασθενείς σε μακροχρόνια θεραπεία (ειδικότερα εκείνοι που έκαναν θεραπεία για περισσότερο από
ένα χρόνο) πρέπει να βρίσκονται κάτω από τακτική επιτήρηση.
Δεν μπορεί να αποκλεισθεί ο κίνδυνος αντιδράσεων διασταυρούμενης υπερευαισθησίας σε άλλους
αναστολείς της αντλίας πρωτονίων ή υποκατεστημένες βενζιμιδαζόλες.
Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται ότι τα δισκία δεν πρέπει να μασώνται ή να
θρυμματίζονται, αλλά πρέπει να καταπίνονται ολόκληρα.
Η νατριούχος ραμπεπραζόλη δεν συνιστάται για χρήση σε παιδιά καθώς δεν υπάρχει καμία εμπειρία
από τη χρήση της σε αυτήν την ομάδα ασθενών.
Μετά την κυκλοφορία του προϊόντος, έχουν αναφερθεί δυσκρασίες του αίματος (θρομβοπενία και
ουδετεροπενία). Στην πλειονότητα αυτών των περιπτώσεων και όπου δεν εντοπίσθηκε εναλλακτική
αιτιολόγια, τα συμβάντα αυτά ήταν χωρίς επιπλοκές και παρήλθαν μετά τη διακοπή της
ραμπεπραζόλης.
Διαταραχές στα επίπεδα των ηπατικών ενζύμων έχουν παρατηρηθεί σε κλινικές δοκιμές και έχουν
επίσης αναφερθεί μετά την κυκλοφορία του προϊόντος. Στην πλειονότητα αυτών των περιπτώσεων και
όπου δεν εντοπίσθηκε εναλλακτική αιτιολόγια, τα συμβάντα αυτά ήταν χωρίς επιπλοκές και παρήλθαν
μετά τη διακοπή της ραμπεπραζόλης.
Δεν παρατηρήθηκε καμία ένδειξη σημαντικών προβλημάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια του
φαρμάκου σε μία μελέτη ασθενών με ήπια έως μέτρια διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας έναντι
φυσιολογικών ατόμων αντίστοιχης ηλικίας και φύλου. Παρόλα αυτά, επειδή δεν υπάρχουν κλινικά
δεδομένα στη χρήση της νατριούχου ραμπεπραζόλης στη θεραπεία ασθενών με σοβαρή ηπατική
δυσλειτουργία, ο συνταγογράφων θα πρέπει να είναι επιφυλακτικός κατά την έναρξη της θεραπείας με
το Rabeprazole Sodium Teva, γαστροανθεκτικά δισκία σε αυτούς τους ασθενείς.
Η θεραπεία με αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, συμπεριλαμβανομένης της νατριούχου
ραμπεπραζόλης, μπορεί ενδεχομένως να αυξήσει τον κίνδυνο γαστρεντερικών λοιμώξεων όπως από
Salmonella, Campylobacter και Clostridium difficile (βλέπε παράγραφο 5.1).
Δεν συνιστάται η συγχορήγηση του atazanavir με τη νατριούχο ραμπεπραζόλη (βλέπε παράγραφο
4.5).
Οι ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
έλλειψη λακτάσης Lapp ή κακή απορρόφηση γλυκόζης- γαλακτόζης δεν πρέπει
να πάρουν αυτό το φαρμακευτικό προϊόν.
Οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, ιδιαίτερα αν χρησιμοποιούνται σε υψηλές δόσεις και για
μεγάλη διάρκεια (>1 χρόνο), μπορούν να αυξήσουν ελαφρώς τον κίνδυνο για κάταγμα του ισχίου, του
καρπού και της σπονδυλικής στήλης, κυρίως στους ηλικιωμένους ή παρουσία άλλων αναγνωρισμένων
παραγόντων κινδύνου. Μελέτες παρατήρησης υποδεικνύουν ότι οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων
μπορούν να αυξήσουν τον ολικό κίνδυνο κατάγματος κατά 10–40%. Μέρος αυτής της αύξησης μπορεί
να οφείλεται σε άλλους παράγοντες κινδύνου. Οι ασθενείς με κίνδυνο για οστεοπόρωση πρέπει να
4
αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τις τρέχουσες κλινικές κατευθυντήριες γραμμές και να λαμβάνουν
επαρκή ποσότητα βιταμίνης D και ασβεστίου.
Υπομαγνησιαιμία
Έχει αναφερθεί σοβαρή υπομαγνησιαιμία σε ασθενείς υπό θεραπεία με αναστολείς της αντλίας
πρωτονίων όπως η νατριούχος ραμπεπραζόλη για τουλάχιστον τρεις μήνες και στις περισσότερες
περιπτώσεις για ένα χρόνο. Μπορούν να προκύψουν σοβαρές εκδηλώσεις της υπομαγνησιαιμίας όπως
κόπωση, τετανία, παραλήρημα, σπασμοί, ζάλη και υπερκοιλιακή αρρυθμία, αλλά η έναρξή τους
μπορεί να είναι ύπουλη και να παραβλεφθούν. Στους περισσότερους ασθενείς που επηρεάζονται, η
υπομαγνησιαιμία βελτιώθηκε μετά από αντικατάσταση μαγνησίου και διακοπή του αναστολέα της
αντλίας πρωτονίων.
Στους ασθενείς οι οποίοι αναμένεται να λάβουν παρατεταμένη θεραπεία ή που λαμβάνουν αναστολείς
της αντλίας πρωτονίων με διγοξίνη ή φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν υπομαγνησιαιμία (π.χ.
διουρητικά), οι επαγγελματίες του τομέα υγειονομικής περίθαλψης πρέπει να εξετάζουν το
ενδεχόμενο μέτρησης των επιπέδων μαγνησίου πριν από την έναρξη της θεραπείας με αναστολέα της
αντλίας πρωτονίων και περιοδικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Η νατριούχος ραμπεπραζόλη προκαλεί σημαντική και μακροχρόνια αναστολή των γαστρικών
εκκρίσεων. Μπορεί να παρατηρηθεί μία αλληλεπίδραση με παράγοντες των οποίων η απορρόφηση
εξαρτάται από το pH. Η συγχορήγηση νατριούχου ραμπεπραζόλης με κετοκοναζόλη ή ιτρακοναζόλη
μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση των επιπέδων στο πλάσμα των αντιμυκητιασικών
παραγόντων. Συνεπώς, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειασθούν παρακολούθηση ώστε να
καθορισθεί εάν είναι απαραίτητη μία προσαρμογή της δόσης τους, όταν ταυτόχρονα με τη νατριούχο
ραμπεπραζόλη λαμβάνονται κετοκοναζόλη ή ιτρακοναζόλη.
Σε κλινικές δοκιμές τα αντιόξινα λαμβάνονταν ταυτόχρονα με νατριούχο ραμπεπραζόλη και σε μία
μελέτη η οποία είχε σχεδιασθεί ειδικά για τον καθορισμό αυτής της αλληλεπίδρασης, δεν
παρατηρήθηκε καμία αλληλεπίδραση με αντιόξινα σε υγρή μορφή.
Η συγχορήγηση atazanavir 300 mg/ ritonavir 100 mg με omeprazole (40 mg άπαξ ημερησίως) ή
atazanavir 400 mg με lansoprazole (60 mg άπαξ ημερησίως) σε υγιείς εθελοντές, οδήγησε σε
σημαντική μείωση της έκθεσης στο atazanavir. Η απορρόφηση του atazanavir εξαρτάται από το pH.
Παρότι δεν έχουν διεξαχθεί οι σχετικές μελέτες, παρόμοια αποτελέσματα αναμένονται και με άλλους
αναστολείς της αντλίας πρωτονίων. Επομένως, οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων,
συμπεριλαμβανομένης της ραμπεπραζόλης, δεν πρέπει να συγχορηγούνται με atazanavir (βλέπε
παράγραφο 4.4).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν υπάρχουν στοιχεία για την ασφάλεια της ραμπεπραζόλης κατά την κύηση στον άνθρωπο.
Μελέτες αναπαραγωγής οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε αρουραίους και κουνέλια δεν έχουν
αποκαλύψει καμία ένδειξη διαταραχής της γονιμότητας ή βλάβης στο έμβρυο από τη νατριούχο
ραμπεπραζόλη, αν και μεταφορά μεταξύ πλακούντος και εμβρύου συμβαίνει στους αρουραίους. Η
νατριούχος ραμπεπραζόλη αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια της κύησης.
Γαλουχία
Δεν είναι γνωστό εάν η νατριούχος ραμπεπραζόλη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Δεν έχουν
πραγματοποιηθεί μελέτες σε μητέρες κατά τη διάρκεια της γαλουχίας. Η νατριούχος ραμπεπραζόλη
όμως, ανιχνεύεται σε εκκρίσεις των μαζικών αδένων των αρουραίων. Για το λόγο αυτό η νατριούχος
ραμπεπραζόλη δεν θα πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της γαλουχίας.
5
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Βάσει των φαρμακοδυναμικών ιδιοτήτων και του περιγράμματος ανεπιθύμητων ενεργειών, δεν είναι
πιθανό η νατριούχος ραμπεπραζόλη να επηρεάσει την ικανότητα οδήγησης ή την ικανότητα χειρισμού
μηχανημάτων. Εάν όμως διαταραχθεί η εγρήγορση λόγω υπνηλίας, συνιστάται η αποφυγή της
οδήγησης και του χειρισμού περίπλοκων μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου κατά τη διάρκεια ελεγχόμενων
κλινικών δοκιμών με ραμπεπραζόλη ήταν κεφαλαλγία, διάρροια, κοιλιακό άλγος, εξασθένιση,
μετεωρισμός, εξάνθημα και ξηροστομία. Η πλειοψηφία των ανεπιθύμητων ενεργειών που
παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια των κλινικών μελετών ήταν ήπιες ή μέτριες όσον αφορά τη
σοβαρότητα της παροδικής φύσεως.
Οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια των κλινικών μελετών και μετά
την κυκλοφορία του προϊόντος. Οι συχνότητες ορίζονται ως συχνές (>1/100 έως <1/10), όχι συχνές
(>1/ 1.000 έως < 1/100), σπάνιες (> 1/10.000 έως < 1/1.000) και πολύ σπάνιες (<1/10.000), μη
γνωστές (η συχνότητά τους δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Κατηγορία
Οργάνου
Συστήματος
Συχνές Όχι συχνές Σπάνιες Πολύ σπάνιες Mη γνωστές
Λοιμώξεις και
παρασιτώσεις
Λοίμωξη
Διαταραχές
του
αιμοποιητικού
και του
λεμφικού
συστήματος
Ουδετεροπενί
α
Λευκοπενία
Θρομβοπενία
Λευκοκυττάρ
ωση
Διαταραχές
του
ανοσοποιητικ
ού
συστήματος
Υπερευαισθη
σία*, **
Διαταραχές
του
μεταβολισμού
και της
θρέψης
Ανορεξία Υπονατριαιμί
α
Υπομαγνησιαι
μία (βλ.
παράγραφο
4.4)
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Αϋπνία Νευρικότητα Κατάθλιψη Σύγχυση
Διαταραχές
του νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία
Ζάλη
Υπνηλία
Οφθαλμικές
διαταραχές
Διαταραχή
της όρασης
Αγγειακές
Διαταραχές
Περιφερικό
οίδημα
Διαταραχές
του
αναπνευστικο
ύ συστήματος,
του θώρακα
Βήχας
Φαρυγγίτιδα
Ρινίτιδα
Βρογχίτιδα
Ιγμορίτιδα
6
και του
μεσοθωρακίο
υ
Διαταραχές
του
γαστρεντερικο
ύ
Διάρροια
Έμετος
Ναυτία
Κοιλιακό
άλγος
Δυσκοιλιότητ
α
Μετεωρισμός
Δυσπεψία
Ξηροστομία
Ερυγές
Γαστρίτιδα
Στοματίτιδα
Διαταραχή
της γεύσης
Διαταραχές
του ήπατος
και των
χοληφόρων
Ηπατίτιδα
Ίκτερος
Ηπατική
εγκεφαλοπάθε
ια***
Διαταραχές
του δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
Εξάνθημα
Ερύθημα**
Κνησμός
Εφίδρωση
Φυσαλλιδώδει
ς
αντιδράσεις**
Πολύμορφο
ερύθημα,
τοξική
επιδερμική
νεκρόλυση
(TEN),
σύνδρομο
Stevens-Johns
on (SJS)
Μυοσκελετικέ
ς διαταραχές,
διαταραχές
των
συνδετικών
ιστών και των
οστών
Μη-ειδικός
πόνος
Οσφυαλγία
Μυαλγία
Κράμπες των
κάτω άκρων
Αρθραλγία
Κάταγμα του
ισχίου, του
καρπού ή της
σπονδυλικής
στήλης (βλ.
παράγραφο
4.4)
Διαταραχές
των νεφρών
και των
ουροφόρων
οδών
Ουρολοίμωξη Εντερική
νεφρίτιδα
Διαταραχές
του
αναπαραγωγι
κού
συστήματος
και του
μαστού
Γυναικομαστί
α
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσεις
της οδού
χορήγησης
Αδυναμία
Γριππώδης
συνδρομή
Θωρακικό
άλγος
Ρίγη
Πυρεξία
Έρευνες Αυξημένα
ηπατικά
Σωματικό
βάρος
7
ένζυμα*** αυξημένο
* Περιλαμβάνει οίδημα προσώπου, υπόταση, δύσπνοια
** Το ερύθημα, οι φυσαλλιδώδεις αντιδράσεις και οι αντιδράσεις υπερευαισθησίας συνήθως
υποχωρούν μετά τη διακοπή της θεραπείας
*** Σπάνια περιστατικά ηπατικής εγκεφαλοπάθειας έχουν αναφερθεί σε ασθενείς με υποκείμενη
κίρρωση. Κατά τη θεραπεία ασθενών με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία ο συνταγογράφων θα
πρέπει να είναι επιφυλακτικός κατά την έναρξη της θεραπείας με νατριούχο ραμπεπραζόλη σε
αυτούς τους ασθενείς (βλέπε παράγραφο 4.4).
4.9 Υπερδοσολογία
Η μέχρι σήμερα εμπειρία σχετικά με τη σκόπιμη ή τυχαία υπερδοσολογία είναι περιορισμένη. Η
μέγιστη αποδεδειγμένη δόση δεν υπερβαίνει τα 60 mg δύο φορές την ημέρα ή 160 mg μία φορά την
ημέρα. Οι επιδράσεις είναι γενικά περιορισμένες, αντιπροσωπευτικές των γνωστών ανεπιθύμητων
ενεργειών και αναστρέψιμες χωρίς περαιτέρω ιατρική παρέμβαση. Κανένα ειδικό αντίδοτο δεν είναι
γνωστό. Η νατριούχος ραμπεπραζόλη επιδεικνύει εκτεταμένη δέσμευση με πρωτεΐνες και συνεπώς δεν
είναι εύκολα διαλυτή. Όπως σε οποιαδήποτε περίπτωση υπερδοσολογίας, η θεραπεία πρέπει να είναι
συμπτωματική και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται γενικά υποστηρικτικά μέτρα.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Πεπτική οδός και μεταβολισμός, Φάρμακα για τη θεραπεία του
πεπτικού έλκους και της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
(ΓΟΠ), αναστολείς της αντλίας πρωτονίων.
κωδικός ATC: A02B C04
Μηχανισμός Δράσης
Η νατριούχος ραμπεπραζόλη ανήκει στην κατηγορία των αντιεκκριτικών παραγόντων, των
υποκατεστημένων βενζιμιδαζολών, οι οποίες δεν επιδεικνύουν αντιχολινεργικές ή H
2
ανταγωνιστικές
της ισταμίνης ιδιότητες, αλλά οι οποίες καταστέλλουν την έκκριση του γαστρικού οξέος μέσω της
ειδικής αναστολής του ενζύμου H
+
/K
+
-ATP άσης (το οξύ ή την αντλία πρωτονίου). Η δράση είναι
δοσοεξαρτώμενη και οδηγεί στην αναστολή τόσο της βασικής όσο και της διηργεμένης έκκρισης
οξέος, ανεξαρτήτου από το διεργέτη. Από μελέτες σε πειραματόζωα υποδεικνύεται ότι κατόπιν της
χορήγησης, η νατριούχος ραμπεπραζόλη απομακρύνεται ταχέως από το πλάσμα όσο και από το
γαστρικό βλεννογόνο. Ως ασθενής βάση, η ραμπεπραζόλη απορροφάται ταχέως μετά από όλες τις
δόσεις και συγκεντρώνεται στο όξινο περιβάλλον των τοιχωματικών κυττάρων. Η ραμπεπραζόλη
μετατρέπεται στην ενεργή μορφή σουλφεναμίδης με πρωτονίωση και ακολούθως αντιδρά με τις
διαθέσιμες κυστεΐνες στην αντλία πρωτονίου
Αντι-εκκριτική δράση
Κατόπιν της από του στόματος χορήγησης μίας δόσης 20 mg νατριούχου ραμπεπραζόλης η έναρξη
της αντι-εκκριτικής δράσης παρατηρείται εντός μίας ώρας, ενώ η μέγιστη δράση παρατηρείται εντός
δύο έως τεσσάρων ωρών. Η αναστολή της βασικής και της διεγειρόμενης από την τροφή έκκρισης
οξέος 23 ώρες μετά τη χορήγηση της πρώτης δόσης νατριούχου ραμπεπραζόλης είναι 69% και 82%
αντίστοιχα, και η διάρκεια της αναστολής είναι έως και 48 ώρες. Η ανασταλτική δράση της
νατριούχου ραμπεπραζόλης επί της έκκρισης οξέος αυξάνει ελαφρώς με την επαναλαμβανόμενη
χορήγηση μίας φοράς την ημέρα, επιτυγχάνοντας αναστολή στη σταθεροποιημένη κατάσταση μετά
από τρείς ημέρες. Όταν διακόπτεται η χορήγηση του φαρμάκου, η εκκριτική δράση ομαλοποιείται σε
2 έως 3 ημέρες.
Η με οποιοδήποτε τρόπο μείωση της γαστρικής οξύτητας, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης
αναστολέων της αντλίας πρωτονίων όπως η ραμπεπραζόλη, αυξάνει τον αριθμό των βακτηριδίων που
8
φυσιολογικά υπάρχουν στο γαστρεντερικό σωλήνα. Η θεραπεία με αναστολείς της αντλίας
πρωτονίων, μπορεί ενδεχομένως να αυξήσει τον κίνδυνο γαστρεντερικών λοιμώξεων όπως από
Salmonella, Campylobacter και Clostridium difficile.
Επίδραση στη γαστρίνη ορού
Σε κλινικές μελέτες, οι ασθενείς έλαβαν θεραπεία με μία φορά την ημέρα νατριούχο ραμπεπραζόλη 10
mg ή 20 mg, για διαστήματα έως και 43 μηνών. Τα επίπεδα γαστρίνης ορού αυξήθηκαν κατά τις
πρώτες 2 έως 8 εβδομάδες αντικατοπτρίζοντας την ανασταλτική δράση επί της έκκρισης οξέος και
παρέμειναν σταθερά καθώς η θεραπεία συνεχιζόταν. Μετά τη διακοπή της θεραπείας, τα επίπεδα
γαστρίνης επέστρεψαν στα προ της θεραπείας συνήθως εντός 1 έως 2 εβδομάδων.
Σε δείγματα γαστρικών βιοψιών από το άντρο και το θολό από περισσότερους από 500 ασθενείς που
ελάμβαναν ραμπεπραζόλη ή συγκριτικό φάρμακο για έως και 8 εβδομάδες δεν ανιχνεύθηκαν
μεταβολές στην ιστολογία των ECL κυττάρων, στον βαθμό της γαστρίτιδας, στην επίπτωση
ατροφικής γαστρίτιδας, στην εντερική μεταπλασία ή στην κατανομή της λοίμωξης από H. pylori. Σε
περισσότερους από 250 ασθενείς που ακολούθησαν συνεχιζόμενη θεραπεία για 36 μήνες, δεν
παρατηρήθηκαν αξειοσημείωτες αλλαγές στα ευρήματα που υπήρχαν στην αρχική φάση.
Άλλες επιδράσεις
Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί επιδράσεις της νατριούχου ραμπεπραζόλης επί του ΚΝΣ, του
καρδιαγγειακού και του αναπνευστικού συστήματος. Η νατριούχος ραμπεπραζόλη, χορηγούμενη από
του στόματος σε δόσεις 20 mg επί 2 εβδομάδες, δεν είχε καμία επίδραση επί της λειτουργίας του
θυρεοειδούς, του μεταβολισμού των υδατανθράκων, ή επί των επιπέδων στην κυκλοφορία, της
παραθυρεοειδούς ορμόνης, κορτιζόλης, οιστρογόνων, τεστοστερόνης, προλακτίνης, χολεκυστοκινίνης,
σεκρετίνης, γλυκαγόνου, ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH), ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH), ρενίνης,
αλδοστερόνης ή σωματοτρόπου ορμόνης.
Μελέτες σε υγιείς εθελοντές έχουν αποδείξει ότι η νατριούχος ραμπεπραζόλη δεν εμφανίζει κλινικώς
σημαντικές αλληλεπιδράσεις με την αμοξυκιλλίνη. Η ραμπεπραζόλη δεν επηρεάζει αρνητικά τις
συγκεντρώσεις στο πλάσμα της αμοξυκιλλίνης ή της κλαριθρομυκίνης όταν συγχορηγούνται για την
εκρίζωση της λοίμωξης από H. pylori από το ανώτερο γαστρεντερικό.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Το Rabeprazole Sodium Teva, γαστροανθεκτικά δισκία είναι ιδιοσκεύασμα εντεροδιαλυτών (γαστρο-
ανθεκτικών) δισκίων της νατριούχου ραμπεπραζόλης. Η μορφή αυτή είναι απαραίτητη επειδή η
ραμπεπραζόλη είναι ασταθής σε όξινο περιβάλλον. Συνεπώς, η απορρόφηση της ραμπεπραζόλης
άρχεται μόνο αφότου το δισκίο απομακρυνθεί από τον στόμαχο. Η απορρόφηση είναι ταχεία, με
μέγιστα επίπεδα πλάσματος της ραμπεπραζόλης να παρατηρούνται περίπου 3,5 ώρες μετά τη λήψη
μίας δόσης 20 mg. Οι μέγιστες συγκεντρώσεις πλάσματος (C
max
) της ραμπεπραζόλης και η AUC είναι
γραμμικές σε δοσολογικό εύρος 10 mg έως 40 mg. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα μίας από του
στόματος δόσης 20 mg (σε σύγκριση με την ενδοφλέβια χορήγηση) είναι περίπου 52% εν πολλοίς
λόγω του προ-συστηματικού μεταβολισμού. Επιπλέον, η βιοδιαθεσιμότητα δε φαίνεται να αυξάνει με
την επαναλαμβανόμενη χορήγηση. Σε υγιείς εθελοντές η ημίσεια ζωή στο πλάσμα είναι περίπου μία
ώρα (εύρος 0,7 έως 1,5 ώρες) και η συνολική απομάκρυνση από τον οργανισμό υπολογίζεται στα 283
+ 98 ml/min. Δεν παρατηρήθηκε καμία κλινικώς σημαντική αλληλεπίδραση με την τροφή. Ούτε η
τροφή, ούτε η ώρα της ημέρας κατά τη χορήγηση της θεραπείας επιδρούν στην απορρόφηση της
νατριούχου ραμπεπραζόλης.
Κατανομή
Η ραμπεπραζόλη δεσμεύεται κατά περίπου 97% στις πρωτεΐνες πλάσματος στον άνθρωπο.
9
Μεταβολισμός και απέκκριση
Η νατριούχος ραμπεπραζόλη, όπως στην περίπτωση άλλων μελών της κατηγορίας των αναστολέων
της αντλίας πρωτονίων (PPIs), μεταβολίζεται μέσω του ηπατικού μεταβολικού συστήματος των
φαρμάκων, του κυτοχρώματος P450 (CYP450). Μελέτες in vitro με μικροσώματα ανθρώπινου ήπατος
υπέδειξαν ότι η νατριούχος ραμπεπραζόλη μεταβολίζεται από τα ισοένζυμα του CYP450 (CYP2C109
και CYP3A4). Σε αυτές τις μελέτες, σε αναμενόμενες συγκεντρώσεις πλάσματος στον άνθρωπο, η
ραμπεπραζόλη δεν επάγει ούτε αναστέλλει το CYP3A4, και παρόλο που οι in vitro μελέτες δεν
μπορούν πάντα να προβλέψουν την in vivo κατάσταση αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι δεν αναμένεται
αλληλεπίδραση μεταξύ ραμπεπραζόλης και κυκλοσπορίνης. Στον άνθρωπο ο θειοαιθέρας (Μ1) και το
καρβοξυλικό οξύ (Μ6) είναι οι κύριοι μεταβολίτες στο πλάσμα, με την σουλφόνη (Μ2), τον δισμεθυλ-
θειοαιθέρα (Μ4) και το συσσωμάτωμα του μερκαπτουρικού οξέος (Μ5) ως ελάσσονες μεταβολίτες
που παρατηρούνται σε χαμηλότερα επίπεδα. Μόνο ο δισμεθυλο-μεταβολίτης (Μ3) έχει μικρή αντι-
εκκριτική δράση, αλλά δεν εμφανίζεται στο πλάσμα.
Κατόπιν χορήγησης εφάπαξ ραδιοεπισημασμένης με
14
C δόσης 20 mg νατριούχου ραμπεπραζόλης από
του στόματος, δεν αποβλήθηκε από τα ούρα καθόλου αμετάβλητο φάρμακο. Περίπου 90% της δόσης
απομακρύνθηκε από τα ούρα κυρίως υπό τη μορφή των δύο μεταβολιτών: ενός συσσωματώματος
μερκαπτουρικού οξέος (Μ5) και ενός καρβοξυλικού οξέος (Μ6) συν δύο αγνώστων μεταβολιτών. Το
υπόλοιπο της δόσης ανακτήθηκε στα κόπρανα.
Γένος
Προσαρμοσμένες για σωματική μάζα και ύψος, δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στα γένη, στις
φαρμακοκινητικές παραμέτρους μετά από μία απλή δόση 20 mg ραμπεπραζόλης.
Νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς με σταθερή, τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια, η οποία απαιτεί αιμοκάθαρση
συντήρησης (κάθαρση κρεατινίνης < 5 ml/ min/ 1,73 m
2
), η συμπεριφορά της ραμπεπραζόλης ήταν
πολύ παρόμοια με αυτή στους υγιείς εθελοντές. Η AUC και η C
max
σε αυτούς τους ασθενείς ήταν
περίπου 35% χαμηλότερες από τις αντίστοιχες παραμέτρους σε υγιείς εθελοντές. Ο μέσος χρόνος
ημιζωής της ραμπεπραζόλης ήταν 0,82 ώρες σε υγιείς εθελοντές, 0,95 ώρες σε ασθενείς υπό
αιμοκάθαρση και 3,6 ώρες μετά την αιμοκάθαρση. Η κάθαρση του φαρμάκου σε ασθενείς με νεφρική
πάθηση που απαιτείται αιμοκάθαρση συντήρησης ήταν περίπου διπλάσια από αυτή σε υγιείς
εθελοντές.
Ηπατική δυσλειτουργία
Μετά από μία απλή δόση 20 mg ραμπεπραζόλης σε ασθενείς με χρόνια ηπατική διαταραχή, η AUC
διπλασιάσθηκε και υπήρχε 2-3 φορές αύξηση στο χρόνο ημιζωής της ραμπεπραζόλης σε σύγκριση με
υγιείς εθελοντές. Όμως, μετά από χορήγηση δόσεως 20 mg ημερησίως για 7 ημέρες, η AUC αυξήθηκε
μόνο κατά 1,5 φορές και η C
max
μόνο 1,2 φορές. Ο χρόνος ημιζωής της ραμπεπραζόλης σε ασθενείς με
ηπατική διαταραχή ήταν 12,3 ώρες σε σύγκριση με 2,1 ώρες σε υγιείς εθελοντές. Η φαρμακοδυναμική
ανταπόκριση (έλεγχος γαστρικής οξύτητας-pH) στις δύο ομάδες ήταν κλινικά συγκρίσιμη.
Ηλικιωμένοι
Η αποβολή της νατριούχου ραμπεπραζόλης ήταν ελαφρώς μειωμένη στους ηλικιωμένους. Κατόπιν 7
ημερών καθημερινής χορήγησης δόσεως 20 mg νατριούχου ραμπεπραζόλη, η AUC περίπου
διπλασιάσθηκε, η C
max
αυξήθηκε κατά 60% και ο χρόνος ημιζωής t
1/2
αυξήθηκε κατά περίπου 30% σε
σύγκριση με τους νέους υγιείς εθελοντές. Όμως δεν παρατηρήθηκαν ενδείξεις συσσώρευσης της
ραμπεπραζόλης.
Πολυμορφισμός CYP 2 C 19
Μετά από χορήγηση δόσεως 20 mg ραμπεπραζόλης ημερησίως για 7 ημέρες, τα άτομα με βραδύ
10
μεταβολισμό μέσω του CYP2C19, είχαν AUC και t
1/2
που ήταν περίπου 1,9 και 1,6 φορές των
αντιστοίχων παραμέτρων των ατόμων με εκτενή μεταβολισμό, ενώ η C
max
είχε αυξηθεί κατά μόνο
40%.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Οι μη κλινικές επιδράσεις παρατηρήθηκαν μόνο σε εκθέσεις στο φάρμακο πολύ μεγαλύτερη από τη
μέγιστη έκθεση για τον άνθρωπο έτσι ώστε η θεώρηση για την ανθρώπινη ασφάλεια να είναι
αμελητέα σε σχέση με τα στοιχεία από τα πειραματόζωα.
Μελέτες μεταλλαξιογένεσης έδωσαν αμφίβολα αποτελέσματα. Δοκιμές σε κυτταρικό λέμφωμα
ποντικού ήταν θετικές, αλλά in vivo μικροπυρηνική και in vitro δοκιμές διόρθωσης DNA ήταν
αρνητικές. Οι μελέτες καρκινογένεσης δεν έδειξαν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας:
Μαννιτόλη
Υδροξυπροπυλοκυτταρίνη χαμηλής υποκατάστασης
Μαγνησίου οξείδιο, βαρύ
Υδροξυπροπυλοκυτταρίνη
Μαγνήσιο στεατικό
Επικάλυψη:
Υπρομελλόζη (E464)
Κυτταρίνη μικροκρυσταλλική
Στεατικό οξύ
Τιτανίου διοξείδιο (E171)
Υπρομελλόζη φθαλική
Κιτρικός τριαιθυλεστέρας
Λακτόζη μονοϋδρική
Πολυαιθυλενογλυκόλη 4000
Σιδήρου οξείδιο ερυθρό (E172)
Σιδήρου οξείδιο κίτρινο (E172)
20 mg: Σιδήρου οξείδιο μέλαν (E172)
Μελάνι τυπώματος:
Κόμμεα λάκκας
Σιδήρου οξείδιο μέλαν (E172)
Υδροξείδιο του αμμωνίου
Προπυλενογλυκόλη
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
18 μήνες-10 mg
2 χρόνια-20 mg
11
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε σε θερμοκρασία μικρότερη των 25
o
C.
Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία για να προστατεύεται από την υγρασία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
1. Συσκευασίες που εγκρίθηκαν κατά την αποκεντρωμένη διαδικασία
10 mg: Κυψέλη Αλουμινίου/Αλουμινίου (PVC/αλουμίνιο/ πολυαμίδιο/ αλουμίνιο), σε εξωτερικό
κουτί το οποίο περιέχει 1, 7, 14, 15, 20, 25, 28, 30, 50, 56, 57, 60, 75, 98, 100 και 120
γαστροανθεκτικά δισκία.
Νοσοκομειακές συσκευασίες των 50 και 98 γαστροανθεκτικών δισκίων.
20 mg: Κυψέλη Αλουμινίου/Αλουμινίου (PVC/αλουμίνιο/ πολυαμίδιο/ αλουμίνιο),σε εξωτερικό
κουτί, το οποίο περιέχει 1, 7, 14, 15, 20, 25, 28, 30, 50, 56, 57, 60, 75, 98, 100 και 120
γαστροανθεκτικά δισκία.
Νοσοκομειακές συσκευασίες των 50 και 98 γαστροανθεκτικών δισκίων.
Μπορεί να μη κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
2. Συσκευασίες που θα κυκλοφορήσουν στην ελληνική αγορά
10 mg: Κυψέλη Αλουμινίου/Αλουμινίου (PVC/αλουμίνιο/ πολυαμίδιο/ αλουμίνιο), σε εξωτερικό
κουτί το οποίο περιέχει 14 και 28 γαστροανθεκτικά δισκία.
Νοσοκομειακές συσκευασίες των 50 και 98 γαστροανθεκτικών δισκίων.
20 mg: Κυψέλη Αλουμινίου/Αλουμινίου (PVC/αλουμίνιο/ πολυαμίδιο/ αλουμίνιο),σε εξωτερικό
κουτί, το οποίο περιέχει 14 και 28 γαστροανθεκτικά δισκία.
Νοσοκομειακές συσκευασίες των 50 και 98 γαστροανθεκτικών δισκίων.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Teva Pharma B.V.
Computerweg 10
3542 DR Utrecht
Ολλανδία
Τηλ.: +31 346 290 250
Fax: +31 346 290 299
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
12