ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Levofloxacin Kabi 5mg/ml διάλυμα για έγχυση.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
50ml σε φιάλη/σάκο των 100ml:
Κάθε ml διαλύματος για έγχυση περιέχει 5 mg λεβοφλοξασίνης (ως ημιυδρική
λεβοφλοξασίνη).
50 ml διαλύματος προς έγχυση περιέχουν 250mg λεβοφλοξασίνης ως δραστική
ουσία.
100ml σε φιάλη/σάκος των 100ml:
Κάθε ml διαλύματος για έγχυση περιέχει 5 mg λεβοφλοξασίνης (ως ημιυδρική
λεβοφλοξασίνη).
100ml διαλύματος προς έγχυση περιέχουν 500 mg λεβοφλοξασίνης ως δραστική
ουσία.
Έκδοχα: Το φαρμακευτικό αυτό προϊόν περιέχει 3.5 mg νατρίου ανά ml
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Διάλυμα για έγχυση.
Κίτρινο έως πρασινοκίτρινο διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Levofloxacin Kabi διάλυμα για έγχυση ενδείκνυται στους ενήλικες για τη
θεραπεία των παρακάτω λοιμώξεων (βλ. παραγράφους 4.4 και 5.1):
Πνευμονία της κοινότητας.
Λοιμώξεις του δέρματος και των μαλακών μορίων.
Για τις παραπάνω αναφερόμενες λοιμώξεις το Levofloxacin Kabi πρέπει να
χρησιμοποιείται μόνον όταν θεωρείται ακατάλληλη η χρήση αντιβακτηριακών
παραγόντων οι οποίοι συνήθως συνιστώνται για την αρχική θεραεπία αυτών
των λοιμώξεων.
Πυελονεφρίτιδα και επιπλεγμένες λοιμώξεις των ουροφόρων οδών (βλ.
παράγραφο 4.4).
Χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα.
Άνθρακα από εισπνοή: μετά την έκθεση προφύλαξη και θεραπευτική αγωγή
(βλ. παράγραφο 4.4).
Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές και/ή τοπικές κατευθυντήριες οδηγίες
EL&CY_V-SPC_Levofloxacin_NL-H-1308-001-R-001 1
για την κατάλληλη χρήση των φθοριοκινολονών.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Το διάλυμα Levofloxacin Kabi χορηγείται με αργή ενδοφλέβια έγχυση μια ή δύο
φορές ημερησίως. Η δοσολογία εξαρτάται από τον τύπο και την σοβαρότητα της
λοίμωξης και την ευαισθησία του πιθανολογούμενου αιτιοπαθογόνου.
Συνήθως είναι δυνατή, μετά από λίγες ημέρες, η μετάταξη από την αρχική
ενδοφλέβια θεραπεία στην από του στόματος οδό, ανάλογα με την κατάσταση
του ασθενή. Δεδομένης της βιοϊσοδυναμίας των παρεντερικών και των από του
στόματος μορφών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η ίδια δοσολογία.
Δοσολογία
Οι παρακάτω συστάσεις δοσολογίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το
Levofloxacin Kabi:
Δοσολογία σε ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία (κάθαρση
κρεατινίνης > 50
ml
/
min
)
Ένδειξη
Ημερήσιο δοσολογικό
σχήμα
(ανάλογα με την
σοβαρότητα)
Συνολική διάρκεια
θεραπείας
1
(σύμφωνα με την
σοβαρότητα)
Πνευμονία της
κοινότητας
500mg μια ή δύο φορές
ημερησίως
7-14 ημέρες
Πυελονεφρίτιδα 500mg μια φορά ημερησίως
7-10 ημέρες
Επιπλεγμένες
λοιμώξεις των
ουροφόρων οδών
500mg μια φορά ημερησίως 7-14 ημέρες
Χρόνια βακτηριακή
προστατίτιδα.
500mg μια φορά ημερησίως
28 ημέρες
μΕπιπλεγ ένες
λοιμώξεις του
δέρματος και των
μαλακών μορίων
500 mg μδύο φορές η ερησίως 7-14 μη έρες
Άνθρακας από
εισπνοή
500mg μ μια φορά η ερησίως
8 εβδομάδες
1
Η διάρκεια της θεραπείας παεριλαμβάνει ενδοφλέβια και από του στόματος
θεραπεία. Ο χρόνος αλλαγής στην από του στόματος θεραπεία εξαρτάται από
την κλινική κατάσταση αλλά συνήθως είναι 2 έως 4 ημέρες.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ανεπάρκεια νεφρικής λειτουργίας (κάθαρση κρεατινίνης 50
ml
/
min
)
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 2 από 26
Δοσολογικό σχήμα
250 mg/24ωρο 500 mg/24ωρο 500 mg/12ωρο
Κάθαρση
κρεατινίνης
πρώτη δόση
:
250
mg
πρώτη δόση
: 500
mg
πρώτη δόση
:
500 mg
50 - 20 ml/min
μετά
: 125 mg/24 h
μετά
: 250 mg/24 h
μετά
: 250 mg/12 h
19-10 ml/min
μετά
: 125 mg/48 h
μετά
: 125 mg/24 h
μετά
: 125 mg/12 h
< 10 ml/min
(συμπεριλαμβανομέ
νης της
αιμοκάθαρσης και
CAPD)
1
μετά
: 125 mg/48 h
μετά
: 125 mg/24 h
μετά
: 125 mg/24 h
1
Επιπλέον δόσεις δεν είναι απαραίτητες μετά την αιμοκάθαρση ή συνεχή
περιπατητική περιτοναϊκή κάθαρση (CAPD).
Ανεπάρκεια ηπατικής λειτουργίας
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης καθώς η λεβοφλοξασίνη δεν
μεταβολίζεται σε οποιοδήποτε σχετικό βαθμό από το ήπαρ και αποβάλλεται
κυρίως από τα νεφρά.
Άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας
Δ μ μ , εν απαιτείται προσαρ ογή της δόσης στους ηλικιω ένους εκτός από αυτή που
μ ( . 4.4επιβάλλεται λα βάνοντας υπόψη την νεφρική λειτουργία βλ παράγραφο
«Τενοντίτιδα και ρήξη τένοντα» και
«Παράταση του διαστήματος QT»).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Το Levofloxacin Kabi αντενδείκνυται στα παιδιά και εφήβους κατά την διάρκεια
της ανάπτυξης (βλ. παράγραφο 4.3).
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 3 από 26
Τρόπος χορήγησης
Το Levofloxacin Kabi διάλυμα για έγχυση προορίζεται μόνον για αργή ενδοφλέβια
έγχυση. Χορηγείται μία ή δύο φορές ημερησίως. Ο χρόνος έγχυσης πρέπει να
είναι το λιγότερο 30 λεπτά για τα 250 mg ή 60 λεπτά για τα 500 mg Levofloxacin
Kabi διάλυμα για έγχυση (βλ. ενότητα 4.4:).
Για τις ασυμβατότητες βλ. παράγραφο 6.2 και για τις συμβατότητες με άλλα
διαλύματα έγχυσης βλ. παράγραφο 6.6.
4.3 Αντενδείξεις
Το Levofloxacin Kabi διάλυμα για έγχυση δεν πρέπει να χορηγείται:
σε ασθενείς με υπερευαισθησία στην λεβοφλοξασίνη ή σε οποιαδήποτε άλλη
κινολόνη και οποιοδήποτε από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο
6.1,
σε ασθενείς με επιληψία,
σε ασθενείς με ιστορικό διαταραχών των τενόντων που σχετίζονται με την
χορήγηση φθοριοκινολόνης,
σε παιδιά ή εφήβους κατά την διάρκεια της ανάπτυξης,
κατά την διάρκεια της κύησης,
σε θηλάζουσες γυναίκες.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Τα ανθεκτικά στην μεθικιλλίνη S
.
aureus είναι πολύ πιθανό να κατέχουν συν-
ανθεκτικότητα στις φθοριοκινολόνες, συμπεριλαμβανομένης της
λεβοφλοξασίνης. Για το λόγο αυτό η λεβοφλοξασίνη δεν συνιστάται για
θεραπεία γνωστών ή καθ’υποψίαν λοιμώξεων MRSA εκτός εάν τα εργαστηριακά
αποτελέσματα έχουν επιβεβαιώσει την ευαισθησία του οργανισμού στη
λεβοφλοξασίνη (και οι συνήθεις συνιστώμενοι αντιβακτηριακοί παράγοντες για
την θεραπεία λοιμώξεων MRSA θεωρούνται ακατάλληλοι).
Η ανθεκτικότητα στις φθοριοκινολόνες του E
.
coli, του πιο κοινού παθογόνου
που απαντάται στις ουρολοιμώξεις, ποικίλλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι
γιατροί που συνταγογραφούν συμβουλεύονται να λαμβάνουν υπ’όψιν τους την
τοπική επικράτηση της αντοχής του E
.
coli
στις φθοριοκινολόνες.
Άνρθακας από εισπνοή: Η χρήση στους ανθρώπους βασίζεται σε δεδομένα
ευαισθησίας in
vitro
Basillus anthracis και πειραματικά δεδομένα σε πειραματόζωα
μαζί με περιορισμένα δεδομένα σε ανθρώπους. Οι χορηγούντες τη θεραπεία
γιατροί πρέπει να συμβουλεύονται τα κοινώς αποδεκτά έγγραφα σχετικά με την
θεραπεία του άνθρακα.
Χρόνος
έγχυσης
Ο συνιστώμενος χρόνος έγχυσης των τουλάχιστον 30 λεπτών για τα 250 mg ή
των 60 λεπτών για τα 500mg Levofloxacin Kabi διαλύματος για έγχυση πρέπει να
τηρείται. Είναι γνωστό για την οφλοξασίνη, ότι κατά την διάρκεια της έγχυσης
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 4 από 26
μπορεί να αναπτυχθεί ταχυκαρδία και προσωρινή μείωση της πίεσης του
αίματος. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί κυκλοφορική
ανεπάρκεια, ως συνέπεια της μεγάλης πτώσης της πίεσης του αίματος. Η
έγχυση πρέπει να διακόπτεται αμέσως αν παρουσιαστεί κατά την διάρκεια της
έγχυσης της λεβοφλοξασίνης (l-ισομερές της οφλοξασίνης) εμφανής πτώση της
πίεσης του αίματος.
Περιεκτικότητα σε νάτριο
Το φαρμακευτικό αυτό προϊόν περιέχει 7,7 mmol (177,1 mg) νάτριο ανά 50 ml
δόσης και 15,4 mmol (354,2 mg) ανα 100 ml δόσης. Πρέπει να λαμβάνεται υπ’οψη
από ασθενείς που ακολουθούν διατροφή ελεγχόμενη σε νάτριο.
Τενοντίτιδα
και
ρήξη
τένοντα
Σπάνια μπορεί να εκδηλωθεί τενοντίτιδα. Πιο συχνά παρουσιάζεται στον
Αχίλλειο τένοντα και μπορεί να οδηγήσει σε ρήξη τένοντα. Η τενοντίτιδα και η
ρήξη τένοντα, μερικές φορές διμερής, μπορεί να παρουσιαστεί εντός 48 ωρών
από την έναρξη της θεραπείας με λεβοφολαξασίνη και έχει αναφερθεί έως και
μερικούς μήνες μετά την διακοπή της θεραπείας. Ο κίνδυνος τενοντίτιδας και
ρήξης τένοντα αυξάνεται σε ασθενείς ηλικίας άνω των 60 ετών, σε ασθενείς
που λαμβάνουν ημερήσιες δόσεις 1000mg και σε ασθενείς που λαμβάνουν
κορτικοστεροειδή. Η ημερήσια δόση πρέπει να προσαρμόζεται στους
ηλικιωμένους ασθενείς με βάση την κάθαρση κρεατινίνης λ. παράγραφο 4.2).
Στενή παρακολούθηση αυτών των ασθενών είναι για το λόγο αυτό απαραίτητη
στην περίπτωση που τους έχει συνταγογραφηθεί λεβοφλοξασίνη. Όλοι οι
ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους αν παρατηρήσουν
συμπτώματα τενοντίτιδας. Αν πιθανολογείται τενοντίτιδα, η θεραπεία με
Levofloxacin Kabi θα πρέπει να διακοπεί αμέσως, και να αρχίσει η κατάλληλη
θεραπεία (π.χ. ακινητοποίηση) για τον τένοντα που προσβλήθηκε (βλ.
παράγραφο 4.3 και 4.8).
Νόσος που σχετίζεται με το
Clostridium
difficile
Διάρροια, ιδιαίτερα αν είναι σοβαρή, επιμένουσα και/ή αιμορραγική, κατά την
διάρκεια ή έπειτα από θεραπεία με Levofloxacin Kabi (συμπεριλαμβανομένου
μερικών εβδομάδων μετά την θεραπεία), μπορεί να είναι σύμπτωμα της νόσου
που σχετίζεται με το Clostridium
difficile
(CDAD). H CDAD μπορεί να κυμαίνεται σε
σοβαρότητα από ήπια έως απειλητική για τη ζωή, η πιο σοβαρή μορφή της
οποίας είναι η ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα (βλ. παράγραφο 4.8). Για το λόγο
αυτό είναι σημαντικό να ληφθεί αυτή η διάγνωση υπόψη σε ασθενείς που
εμφανίζουν σοβαρή διάρροια κατά την διάρκεια ή μετά την θεραπεία με
λεβοφλοξασίνη. Αν υπάρχει υποψία ή έχει επιβεβαιωθεί CDAD η λεβοφλοξασίνη
πρέπει να διακοπεί αμέσως και να ξεκινήσει η κατάλληλη θεραπεία χωρίς
διακοπή. Σε αυτή την κλινική κατάσταση αντενδείκνυνται τα προϊόντα που
αναστέλλουν την περισταλτικότητα του εντέρου.
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 5 από 26
Ασθενείς με προδιάθεση για σπασμούς
Οι κινολόνες μπορεί να μειώνουν τον ουδό των εγκεφαλικών σπασμών και να
ενεργοποιήσουν σπασμούς. Η λεβοφλοξασίνη αντενδείκνυται σε ασθενείς με
ιστορικό επιληψίας (βλ. παράγραφο 4.3) και όπως με άλλες κινολόνες, πρέπει
να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή σε ασθενείς με προδιάθεση
για σπασμούς ή συγχορηγούμενη θεραπεία με δραστικές ουσίες που μειώνουν
τον ουδό των εγκεφαλικών σπασμών, όπως η θεοφυλλίνη (βλ. παράγραφο 4.5).
Στην περίπτωση κρίσεων με σπασμούς (βλ. παράγραφο 4.8), η θεραπεία με
λεβοφλοξασίνη πρέπει να διακόπτεται.
Ασθενείς
με
έλλειψη
G-6- phosphate dehydrogenase
Ασθενείς με λανθάνουσα ή υπάρχουσα ανεπάρκεια του ενζύμου glucose-6-
phosphate dehydrogenase μπορεί να είναι επιρρεπείς σε αιμολυτικές αντιδράσεις
όταν λαμβάνουν θεραπεία με αντιβακτηριακούς παράγοντες των κινολονών.
Γι’αυτό εάν η πρέπει λεβοφλοξασίνη να χορηγείται σε αυτούς τους ασθενείς, θα
πρέπει να παρακολουθείται η πιθανή εμφάνιση αιμόλυσης.
Ασθενείς
με
νεφρική
ανεπάρκεια
Καθώς η λεβοφλοξασίνη απεκκρίνεται κυρίως από τα νεφρά, χρειάζεται
προσαρμογή της δόσης του Levofloxacin Kabi σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
(βλ. παράγραφο 4.2).
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας
Η λεβοφλοξασίνη μπορεί να προκαλέσει σοβαρές, δυνητικά θανατηφόρες
αντιδράσεις υπερευαισθησίας (π.χ από αγγειοοίδημα έως αναφυλακτική
καταπληξία), ενίοτε μετά από την αρχική δόση (βλ. παράγραφο 4.8). Οι
ασθενείς πρέπει να διακόπτουν την θεραπεία αμέσως και να επικοινωνούν με
τον ιατρό τους ή έναν γιατρό επείγουσας ανάγκης, ο οποίος θα λάβει
κατάλληλα επείγοντα μέτρα.
Σοβαρές πομφολυγώδεις αντιδράσεις
Περιπτώσεις σοβαρών δερματικών αντιδράσεων φυσαλιδώδους τύπου όπως το
σύνδρομο Stevens-Johnson ή η τοξική επιδερμική νεκρόλυση έχουν αναφερθεί με τη
λεβοφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.8). Οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται να
επικοινωνήσουν με τον γιατρό τους πριν από την συνέχιση της θεραπείας εάν
εμφανιστούν δερματικές και/ή αντιδράσεις των βλεννογόνων.
Δυσγλυκαιμία
Όπως με όλες τις κινολόνες, έχουν αναφερθεί διαταραχές της γλυκόζης
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 6 από 26
αίματος, συμπεριλαμβανομένης της υπογλυκαιμίας και της υπεργλυκαιμίας,
συνήθως σε διαβητικούς ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα θεραπεία με από
του στόματος χορηγούμενου υπογλυκαιμικού παράγοντα (π.χ. γλυβενκλαμίδη) ή
ινσουλίνη. Περιστατικά υπογλυκαιμικού κώματος έχουν αναφερθεί. Σε αυτούς
τους διαβητικούς ασθενείς συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση της
γλυκόζης αίματος. (Βλ. παράγραφο 4.8).
Πρόληψη φωτοευαισθησίας
Φωτοευαισθησία έχει αναφερθεί με τη λεβοφλοξασίνη (βλ. παράγραφο 4.8).
Συνιστάται οι ασθενείς να μην εκτίθενται χωρίς λόγο σε έντονο ηλιακό φως ή
σε τεχνητές υπεριώδεις ακτίνες (π.χ. λάμπα ηλιακής ακτινοβολίας, solarium)
κατά την διάρκεια της θεραπείας και για 48 ώρες μετά την διακοπή της
θεραπείας ώστε να αποφευχθεί η φωτοευαισθησία..
Ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ
Λόγω της πιθανής αύξησης τιμών στις δοκιμασίες για την πήξη του αίματος
(PT/INR) και/ή αιμορραγίας σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με λεβοφλοξασίνη
σε συνδυασμό με κάποιον ανταγωνιστή της βιταμίνης Κ .χ. βαρφαρίνη), κατά
την συγχορήγηση αυτών των φαρμάκων θα πρέπει να παρακολουθούνται οι
δοκιμασίες για την πήξη του αίματος (βλ. παράγραφο 4.5).
Ψυχωσικές
αντιδράσεις
Ψυχωσικές αντιδράσεις έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που έλαβαν κινολόνες,
συμπεριλαμβανομένης της λεβοφλοξασίνης. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις αυτές
έχουν εξελιχθεί σε αυτοκτονικές σκέψεις και συμπεριφορά που μπορεί να θέσει
σε κίνδυνο το ίδιο το άτομο μερικές φορές έπειτα από μια μόνον δόση
λεβοφλοξασίνης (βλ. παράγραφο 4.8). Στην περίπτωση που ένας ασθενής
εμφανίσει αυτές τις αντιδράσεις, η λεβοφλοξασίνη πρέπει να διακοπεί και να
εφαρμοστούν τα κατάλληλα μέτρα. Συνιστάται προσοχή αν η λεβοφλοξασίνη
πρόκειται να χορηγηθεί σε ψυχωσικούς ασθενείς ή σε ασθενείς με ιστορικό
ψυχιατρικής ασθένειας.
Παράταση του διαστήματος
QT
Πρέπει να λαμβάνεται προσοχή όταν χρησιμοποιούνται φθοροκινολόνες,
συμπεριλαμβανομένης της λεβοφλοξασίνης, σε ασθενείς με γνωστούς
παράγοντες κινδύνου για την επιμήκυνση του διαστήματος QT όπως για
παράδειγμα:
συγγενές σύνδρομο παρατεταμένου QT
ταυτόχρονη χορήγηση φαρμάκων που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το
διάστημα QT (π.χ. Κατηγορίας ΙΑ και ΙΙΙ αντιαρρυθμικά, τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά, μακρολίδες, αντιψυχωτικά).
μη διορθωμένη ηλεκτρολυτική διαταραχή (π.χ. υποκαλιαιμία,
υπομαγνησιαιμία)
καρδιακή νόσος (π.χ. καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα του μυοκαρδίου,
βραδυκαρδία)
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 7 από 26
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς και οι γυναίκες μπορεί να είναι περισσότερο
ευαίσθητοι στα φάρμακα για την πράταση το χρόνου QTc. Για το λόγο αυτό,
πρέπει να δίδεται προσοχή όταν χρησιμοποιούνται φθοριοκινολόνες,
συμπεριλαμβανομένης της λεβοφλοξασίνης σε αυτούς του πληθυσμούς. (βλ.
παραγράφους 4.2 Ηλικιωμένοι, 4.5, 4.8 και 4.9).
Περιφερική νευροπάθεια
Έχει αναφερθεί περιφερική νευροπάθεια αισθητικότητας και
αισθητικοκινητικότητας σε ασθενείς που λαμβάνουν φθοριοκινολόνες,
συμπεριλαμβανομένης της λεβοφλοξασίνης, τα οποία μπορεί να είναι ραγδιαία
κατά την έναρξή τους (βλ. παράγραφο 4.8). Η λεβοφλοξασίνη πρέπει να
διακοπεί εάν ο ασθενής παρατηρήσει συμπτώματα νευροπάθειας ώστε να
προληφθεί η ανάπτυξη μιας μη αναστρέψιμης κατάστασης.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Με την λεβοφλοξασίνη έχουν αναφερθεί περιπτώσεις ηπατικής νέκρωσης μέχρι
απειλητικής για τη ζωή ηπατικής ανεπάρκειας, κυρίως σε ασθενείς με σοβαρές
υποκείμενες νόσους π.χ. σηψαιμία (δείτε παράγραφος 4.8). Στους ασθενείς
πρέπει να δίδονται οδηγίες να διακόπτουν την θεραπεία και να επικοινωνούν με
τον γιατρό τους εάν αναπτυχθούν σημεία και συμπτώματα ηπατικής νόσου,
όπως ανορεξία, ίκτερος, σκούρα ούρα κνησμός ή ευαισθησία κοιλίας.
Έξαρση της μυασθένειας
gravis
Οι φθοριοκινολόνες, συμπεριλαμβανομένης της λεβοφλοξασίνης, επιδεικνύουν
δραστηριότητα νευρομυϊκού αποκλεισμού και μπορούν να επιδεινώσουν την την
μυϊκή αδυναμία σε ασθενείς με μυασθένεια gravis. Σοβαρές ανεπιθύμητες
ενέργειες μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου, συμπεριλαμβανομένων θανάτων
και ανάγκη για αναπνευστική υποστήριξη έχουν συσχετισθεί με την χρήση
φθοριοκινολών σε ασθενείς με μυασθένεια gravis. Η λεβοφλοξασίνη δεν
συνιστάται σε ασθενείς με γνωστό ιστορικό μυασθένειας gravis.
Διαταραχές στην όραση
Εάν επηρεαστεί η όραση ή παρουσιαστούν άλλες επιδράσεις στα μάτια θα
πρέπει να ληφθεί συμβουλή από έναν οφθαλμίατρο αμέσως (βλ. παραγράφους
4.7 και 4.8).
Επιλοίμωξη
Η χρήση της λεβοφλοξασίνης, ιδιαίτερα εάν είναι παρατεταμένη, μπορεί να
οδηγήσει σε υπερανάπτυξη μη ευαίσθητων οργανισμών. Εάν εμφανιστεί
επιλοίμωξη κατά την διάρκεια της θεραπείας, θα πρέπει να ληφθούν κατάλληλα
μέτρα.
Παρεμβολή στις εργαστηριακές εξετάσεις
Σε ασθενείς υπό θεραπεία με λεβοφλοξασίνη, ο προσδιορισμός οπιοειδών στα
ούρα μπορεί να δώσει λανθασμένα θετικά αποτελέσματα. Μπορεί να είναι
απαραίτητο να επιβεβαιώνονται οι έλεγχοι οπιοειδών με πιο εξειδικευμένη
μέθοδο.
Η λεβοφλοξασίνη μπορεί να αναστέλει την ανάπτυξη του Mycobacterium tuberculosis
και ως εκ τούτου να δώσει λανθασμένα αρνητικά αποτελέσματα στην
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 8 από 26
βακτηριακή διάγνωση της φυματίωσης.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Επιδράσεις άλλων φαρμακευτικών προϊόντων στην Levofloxacin Kabi .
Θεοφυλλίνη, φενμπουφένη ή παρόμοια μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
Σε μια κλινική μελέτη δεν βρέθηκαν φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις της
λεβοφλοξασίνης με την θεοφυλλίνη. Εν τούτοις, μπορεί να παρατηρηθεί μια
εμφανής μείωση του ουδού των εγκεφαλικών σπασμών όταν συγχορηγούνται
κινολόνες με θεοφυλλίνη, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή άλλους
παράγοντες οι οποίοι μειώνουν τον ουδό των σπασμών.
Οι συγκεντρώσεις της λεβοφλοξασίνης ήταν περίπου 13% υψηλότερες παρουσία
φενμπουφένης από ότι όταν χορηγείται μόνη.
Προβενεσίδη
και
σιμετιδίνη
Η προβενεσίδη και η σιμετιδίνη είχαν μια στατιστικά σημαντική επίδραση στην
απέκκριση της λεβοφλοξασίνης. Η νεφρική κάθαρση της λεβοφλοξασίνης
μειώνεται από την σιμετιδίνη (24%) και την προβενεσίδη (34%). Αυτό συμβαίνει
γιατί και τα δύο φάρμακα μπορούν να εμποδίσουν την σωληναριακή απέκκριση
της λεβοφλοξασίνης. Ωστόσο, στις δόσεις που δοκιμάστηκαν στην μελέτη, οι
στατιστικά σημαντικές φαρμακοκινητικές διαφορές είναι απίθανο να έχουν
κλινική σημασία .
Χρειάζεται προσοχή όταν η λεβοφλοξασίνη συγχορηγείται με φάρμακα που
επηρεάζουν την σωληναριακή απέκκριση όπως η προβενεσίδη και σιμετιδίνη,
ιδιαίτερα σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια.
Άλλες σχετικές πληροφορίες
Οι μελέτες κλινικής φαρμακολογίας έδειξαν ότι οι φαρμακοκινητικές της
λεβοφλοξασίνης δεν επηρεάστηκαν σε κλινικά σημαντικό βαθμό όταν η
λεβοφλοξασίνη χορηγήθηκε μαζί με τα ακόλουθα φάρμακα: ανθρακικό
ασβέστιο, διγοξίνη, γλιβενκλαμίδημ ρανιτιδίνη.
Επίδραση της Levofloxacin Kabi σε άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
Κυκλοσπορίνη
Η ημιπερίοδος ζωής της κυκλοσπορίνης αυξάνεται κατά 33% όταν
συγχορηγείται με λεβοφλοξασίνη.
Ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 9 από 26
Αυξημένες τιμές στις δοκιμασίες πήξης του αίματος (PT/INR) και/ή η
αιμορραγία, η οποία μπορεί να είναι σοβαρή, έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που
έλαβαν θεραπεία με λεβοφλοξασίνη σε συνδυασμό με ανταγωνιστές της
βιταμίνης Κ .χ. βαρφαρίνη). Οι δοκιμασίες για την πήξη του αίματος, για το
λόγο αυτό, πρέπει να παρακολουθούνται στους ασθενείς που λαμβάνουν
θεραπεία με ανταγωνιστές της βιταμίνης Κ (βλ. παράγραφο 4.4).
Φάρμακα που ως γνωστόν παρατείνουν το διάστημα
QT
Η λεβοφλοξασίνη, όπως άλλες φθοριοκινολόνες, πρέπει να χρησιμοποιείται με
προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα που είναι γνωστό ότι
παρατείνουν το διάστημα QT .χ. Κατηγορίας ΙΑ και ΙΙΙ αντιαρρυθμικά,
τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, μακρολίδες, αντιψυχωτικά). (Βλ. παράγραφο 4.4
Παράταση διαστήματος QT).
Άλλες σχετικές πληροφορίες
Σε μελέτη φαρμακοκινητικής αλληλεπίδρασης, η λεβοφλοξασίνη δεν επηρέασε
την φαρμακοκινητική της θεοφυλλίνης οποία είναι υπόστρωμα για το
CYP1A2), υποδεικνύοντας ότι η λεβοφλοξασίνη δεν είναι ανασοτλέας του
CYP1A2.
4.6 Γονιμότηταμ κύηση και γαλουχία
Κύηση
Τα στοιχεία από τη χρήση της λεβοφλοξασίνης σε έγκυες γυναίκες είναι
περιορισμένα. Μελέτες σε πειραματόζωα δεν υποδεικνύουν άμεσες ή έμεσες
βλαβερές επιδράσεις σε σχέση με την αναπαραγωγική τοξικότητα (βλ.
παράγραφο 5.3).
Ωστόσο, η απουσία στοιχείων που αφορούν τον άνθρωπο και λόγω του κινδύνου
καταστροφής του συζευκτικού χόνδρου του αναπτυσσόμενου οργανισμού από
τις φθοριοκινολόνες που παρατηρείται σε πειράματα, το το διάλυμα για
ενδοφλέβια έγχυση Levofloxacin Kabi δεν πρέπει να χορηγείται σε εγκύους (δείτε
τις παραγράφους 4.3 και 5.3).
Θηλασμός
Το Levofloxacin Kabi αντενδείκνυται στις γυναίκες που θηλάζουν. Οι πληροφορίες
είναι ανεπαρκείς για την έκκριση της λεβοφλοξασίνης στο ανθρώπινο γάλα.
Ωστόσο, άλλες φθοριοκινολόνες εκκρίνονται στο γάλα. Απουσία στοιχείων που
αφορούν τον άνθρωπο και λόγω του κινδύνου καταστροφής του συζευκτικού
χόνδρου του αναπτυσσόμενου οργανισμού από τις φθοριοκινολόνες που
παρατηρείται σε πειράματα, το διάλυμα για έγχυση Levofloxacin Kabi δεν πρέπει
να χορηγείται σε θηλάζουσες μητέρες (βλ. παραγράφους 4.3 και 5.3).
Γονιμότητα
Η λεβοφλοξασίνη δεν προκάλεσε ανεπάρκεια στη γονιμότητα ή στην
παραγωγική εκτέλεση στους επίμυες.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 10 από 26
Κάποιες ανεπιθύμητες ενέργειες (π.χ. ζάλη/ίλιγγος, νωθρότης, διαταραχές της
όρασης) ενδεχομένως να μειώσουν την ικανότητα του ασθενή στην
αυτοσυγκέντρωση και στην αντίδραση και για το λόγο αυτό μπορεί να αποτελεί
κίνδυνο σε καταστάσεις όπου οι ικανότητες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία
(π.χ. οδήγηση ενός αυτκινήτου ή χειρισμό μηχανών).
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πληροφορίες που ακολουθούν βασίζονται σε στοιχεία από κλινικές μελέτες
σε περισσότερους από 8.300 ασθενείς και σε εκτεταμένη εμπειρία μετά την
κυκλοφορία του προϊόντος.
Οι συχνότητες σε αυτόν τον πίνακα ορίζονται χρησιμοποιώντας την ακόλουθη
μετατροπή:
πολύ συχνές (≥1/10), συχνές (≥1/100, <1/10), όχι συχνές (≥1/1000, <1/100),
σπάνιες (≥1/10000, <1/1000), πολύ σπάνιες (<1/10000), μη γνωστές (δεν
μπορούν να εκτιμηθούν από τα διαθέσιμα δεδομένα).
Εντός της κάθε ομάδας συχνοτήτων, οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρουσιάζονται
με φθίνουσα διάταξη.
Κατηγορί
α
συστήματ
ος
οργάνων
Συχνές
(≥1/100
έως
<1/10)
Όχι συχνές
(≥1/1.000 έως
<1/100)
Σπάνιες
(≥1/10.000
έως <1/1.000)
Μη γνωστές
(δεν μπορούν
να εκτιμηθούν
από τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
Λοιμώξεις
και
παρασιτώσ
εις
Μυκητιασική
λοίμωξη
συμπεριλαμβαν
ομένης της
λοίμωξης από
Candida.
Ανθεκτικότητα
παθογόνου.
Διαταραχές
του
αιμοποιητι
κού και του
λεμφικού
συστήματο
ς
Λευκοπενία,
Ηωσινοφιλία
Θρομβοπενία,
Ουδετεροπενία
Πανκυτταροπενί
α,
Ακοκκιοκυτταραι
μία, Αιμολυτική
αναιμία.
Διαταραχές
του
ανοσοποιητ
ικού
συστήματο
ς
Αγγειοοίδημα,
Υπερευαισθησία
(βλ. παράγραφο
4.4).
Αναφυλακτική
καταπληξία
α
,
Αναφυλακτοειδή
ς καταπληξία
α
(βλ. παράγραφο
4.4.).
Διαταραχές
του
μεταβολισμ
ού και της
θρέψης
Ανορεξία Υπεργλυκαιμία
ιδιαίτερα στους
διαβητικούς
ασθενείς (βλ.
παράγραφο 4.4)
Υπεργλυκαιμία
Υπεργλυκαιμικό
κώμα
Ψυχιατρικέ
ς
διαταραχές
Αϋπνία 'Αγχος,
Συγχυτική
κατάσταση,
Ψυχωσικές
αντιδράσεις (με
π.χ.
Ψυχωσικές
διαταραχές με
αυτοκαταστροφι
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 11 από 26
Νευρικότητα παραισθήσεις,
παράνοια)
Κατάθλιψη,
Διέγερση,
Ανώμαλα
όνειρα,
Εφιάλτες
κή συμπεριφορά
συμπεριλαβανομέ
νου του ιδεασμού
αυτοκτονίας ή
Απόπειρας
αυτοκτονίας (βλ.
παράγραφο 4.4).
Διαταραχές
του
νευρικού
συστήματο
ς
Κεφαλαγί
α, Ζάλη
Υπνηλία,
Τρόμος,
Δυσγευσία
Σπασμός (βλ.
παραγράφους
4.3 και 4.4),
Παραισθησία
Περιφερική
αισθητική
νευροπάθεια (βλ.
παράγραφο 4.4),
Περιφερική
κινητική
νευροπάθεια (βλ.
παράγραφο 4.4),
Παροσμία
συμπεριλαμβανο
μένης της
ανοσμίας
Δυσκινησία
Εξωπυραμιδική
διαταραχή,
Αγευσία,
Συγκοπή,
Καλοήθης
ενδοκρανιακή
υπέρταση
Οφθαλμικέ
ς
διαταραχές
Οπτικές
διαταραχές
όπως θαμπή
όραση (βλ.
παράγραφο 4.4)
Παροδική
απώλεια όρασης
(βλ. παράγραφο
4.4)
Διαταραχές
του ωτός
και του
λαβυρίνθου
Ίλιγγος Εμβοές Απώλεια ακοής
Έκπτωση της
ακουστικής
οξύτητας
Καρδιακές
διαταραχές
Ταχυκαρδία,
Αίσθημα
παλμών
Κοιλιακή
ταχυκαρδία η
οποία μπορεί να
οδηγήσει σε
καρδιακή
ανακοπή.
Κοιλιακή
ταχυκαρδία και
torsade de pointes
αναφερόμενο
κυρίως σε
ασθενείς με
παράγοντες
κινδύνου για
παράταση του
QT.
Αγγειακές
διταραχές
Εφαρμόζε
ται για
την
ενδοφλέβ
Υπέρταση
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 12 από 26
ια μορφή
μόνο:
Φλεβίτιδ
α
Διαταραχές
του
αναπνευστι
κού
συστήματο
ς, του
θώρακα και
του
μεσοθωρακ
ίου
Δύσπνοια Βρογχόσπασμο
Αλλεργική
πνευμονίτιδα
Διαταραχές
του
γαστρεντερ
ικού
συστήματο
ς
Διάρροια
Έμετος
Ναυτία
Κοιλιακό άλγος
Δύσπεψία
Μετεωρισμός
Δυσκοιλιότητα
Διάρροια –
αιμορραγική η
οποία σε πολύ
σπάνιες
περιπτώσεις
μπορεί να είναι
ενδεικτική
εντεροκολίτιδας,
συμπεριλαμβανο
μένης της
ψευδομεμνρανώδ
ους κολίτιδας
(βλ. παράγραφο
4.4)
Παγκρεατίτιδα
Διαταραχές
του ήπατος
και των
χοληφόρων
Αυξημένα
ηπατικά
ένζυμα
(ALT/AST,
αλκαλική
φωσφατά
ση, GGT)
Χολερυθρίνη
αίματος
αυξημένη
Ίκτερος και
σοβατή ηπατική
βλάβη,
συμπεριλαμβανο
μένων και
θανατηφόρων
περιπτώσεων με
οξεία ηπατική
ανεπάρκεια,
κυρίως σε
ασθενείς με
σοβαρές
υποκείμενες
νόσους (βλ.
παράγραφο 4.4)
Ηπατίτιδα
Διαταραχές
του
δέρματος
και του
υποδόριου
ιστού
β
Εξάνθημα,
Κνησμός,
Κνίδωση,
Υπεριδρωσία
Τοξική
επιδερμική
νεκρόλυση
σύνδρομο Stevens-
Johnsson
Πολύμορφο
ερύθημα,
Αντίδραση
φωτοευαισθησία
ς (βλ. παράγραφο
4.4)
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 13 από 26
Λευκοκυτταροκλ
αστική
αγγειίτιδα,
Στοματίτιδα
Διαταραχές
του
μυοσκελετι
κού
συστήματο
ς και του
συνδετικού
ιστού
Αρθραλγία
Μυαλγία
Διαταραχές των
τενόντων (βλ.
παραγράφους
4.3 και 4.4)
συμπεριλαμβαν
ομένης της
τενοντίτιδας
(π.χ. Αχιλείου
τένοντα) Μυϊκή
αδυναμία η
οποία μπορεί να
είναι ιδιαίτερα
σημαντική σε
ασθενείς με
μυασθένεια
gravis (βλ.
παράγραφο 4.4)
Ραβδομυόλυση
Ρήξη τένοντα
(π.χ. Αχιλείου
τένοντα) (βλ.
παραγράφους 4.3
και 4.4)
Ρήξη συνδέσμου
Ρήξη μυός
Αρθρίτιδα
Διαταραχές
των
νεφρών και
των
ουροφόρων
οδών
Κρεατινίνη
αίματος
αυξημένη
Οξεία νεφρική
ανεπάρκεια
(π.χ. λόγω
διάμεσης
νεφρίτιδας)
Γενικές
διαταραχές
και
καταστάσε
ις της οδού
χορήγησης
Εφαρμόζε
ται για
την
ενδοφλέβι
α μορφή
μόνον:
Αντίδρασ
η στο
σημείο
της
έγχυσης
(άλγος,
ερρυθρότ
ητα)
Εξασθένιση Πυρεξία Άλγος
(συμπεριλαμβανο
μένου το άλγος
στη ράχη,
θώρακα και
άκρα)
α
Αναφυλακτικές και αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις μερικές φορές μπορεί να
εμφανιστούν ακόμη και μετά την πρώτη δόση.
β
Βλεννογονοδερματικές αντιδράσεις μερικές φορές μπορεί να εμφανιστούν
ακόμη και μετά την πρώτη δόση.
Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες έχουν συχετισθεί με την χορήγηση
φθοριοκινολόνης περιλαμβάνουν:
κρίση πορφυρίας σε ασθενείς με πορφυρία.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 14 από 26
ενέργειες για την Ελλάδα στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284,
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21
06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr. Για την Κύπρο στις Φαρμακευτικές
Υπηρεσίες, Υπουργείο Υγείας, CY-1475 Λευκωσία, Φαξ: + 357 22608649,
Ιστότοπος: www.moh.gov.cy/phs
4.9 Υπερδοσολογία
Σύμφωνα με τοξικολογικές μελέτες σε πειραματόζωα ή κλινικές
φαρμακολογικές μελέτες οι οποίες διεξήχθηκαν με δόσεις μεγαλύτερες των
θεραπευτικών, τα πλέον σημαντικά σημεία που αναμένεται να εκδηλωθούν μετά
από οξεία υπερδοσολογία του Levofloxacin Kabi διάλυμα για έγχυση είναι τα
συμπτώματα του κεντρικού νευρικού συστήματος όπως σύγχυση, ζάλη,
διαταραχή της συνείδησης και επιληπτικές κρίσεις, επιμήκυνση του
διαστήματος QT.
Επιδράσεις στο ΚΝΣ συμπεριλαμβανομένης της συγχυτική κατάστασης,
σπασμών, ψευδαίσθησης και τρόμου έχουν αναφερθεί μετά την κυκλοφορία του
προϊόντος.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, πρέπει να εφαρμόζεται συμπτωματική θεραπεία.
Εξαιτίας της πιθανότητας επιμήκυνσης του διαστήματος QT θα πρέπει να
γίνεται ηλεκτροκαρδιογραφικός έλεγχος. Η αιμοκάθαρση,
συμπεριλαμβανομένης της περιτοναϊκής κάθαρσης και της CAPD, δεν είναι
αποτελεσματικές στην απομάκρυνση της λεβοφλοξασίνης από το σώμα. Δεν
υπάρχει ειδικό αντίδοτο.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: αντιβακτηριακά της κινολόνης, κωδικός ATC:
J01MA12
Η λεβοφλοξασίνη είναι ένας συνθετικός αντιβακτηριακός παράγοντας της
ομάδας των φθοριοκινολών και είναι το S (-) εναντιομερές της ρακεμικής
φαρμακευτικής ουσίας οφλοξασίνη.
Τρόπος δράσης
Ως αντιβακτηριακός παράγοντας των φθοριοκινολονών η λεβοφλοξασίνη δρα
στο σύμπλεγμα DNA-γυράση και την τοποϊσομεράση IV.
Σχέση
PK/PD
Ο βαθμός της βακτηριοκτόνου δράσης της λεβοφλοξασίνης εξαρτάται από το
κλάσμα της μέγιστης συγκέντρωσης στον ορό (Cmax) ή του εμβαδού κάτω από
την καμπύλη (AUC) και της ελάχιστης ανασταλτικής συγκέντρωσης (MIC).
Μηχανισμός ανθεκτικότητας
Η ανθεκτικότητα στη λεβοφλοξασίνη αποκτάται μέσω μιας σταδιακής
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 15 από 26
διεργασίας στοχευμένων μεταλλάξεων και στουςσε δυο τύπου ταποϊσομεράσης
τύπου ΙΙ, την DNA γυράση και την τοποϊσομεράση IV. Άλλοι μηχανισμοί
ανθεκτικότητας όπως φραγμοί διείσδυσης (σύνηθες στο
Pseudomonas
aeruginosa
) και μηχανισμοί εκροής μπορούν επίσης να επηρεάσουν την
ευαισθησία στη λεβοφλοξασίνη.
Έχει παρατηρηθεί διασταυρούμενη ανθεκτικότητα ανάμεσα στην
λεβοφλοξασίνη και των άλλων φθοριοκινολονών. Λόγω του μηχανισμού
δράσης, δεν υπάρχει διαταυρούμενη ανθεκτικότητα μεταξύ της λεβοφλοξασίνης
και αντιβακτηριακών παραγόντων άλλων κατηγοριών.
Όρια
ευαισθησίας
Τα συνιστώμενα όρια ευαισθησίας MIC κατά EUCAST για την λεβοφλοξασίνη,
που διαχωρίζουν τους ευαίσθητους από τους ενδιαμέσως ευαίσθητους
οργανισμούς και τους ενδιαμέσως ευαίσθητους από τους ανθεκτικούς
οργανισμούς παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα για το έλεγχο (mg/mL)
MIC.
Κλινικά όρια MIC κατά EUCAST για την λεβοφλοξασίνη (έκδοση 2.0, 2012-01-
01):
Παθογόνο Ευαίσθητο Ανθεκτικό
Enterobacteriacae
1 mg/L >2 mg/L
Pseudomonas spp.
1 mg/L >2 mg/L
Acinetobacter spp.
1 mg/L >2 mg/L
Staphylococcus spp.
1 mg/L >2 mg/L
S.pneumoniae
1
2 mg/L >2 mg/L
Streptococcus A,B,C,G
1 mg/L >2 mg/L
H.influenzae
2
, 3
1 mg/L >1 mg/L
M.catarrhalis
3
1 mg/L >1 mg/L
Όρια μη σχετιζόμενα με τα
είδη
3
1 mg/L >2 mg/L
1. Τα όρια για την λεβοφλοξασίνη σχετίζονται με την θεραπεία υψηλής δόσης.
2. Ανθεκτικότητα σε φθοριοκινολόνη μειωμένων επιπέδων (MIC
σιπροφλοξασίνης 0,12 – 0,5 mg/l) μπορεί να εμφανιστεί όμως δεν έχει
αποδειχθεί ότι αυτή η ανθεκτικότητα είναι κλινικά σημαντική στις
λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος H
.
influenza.
3. Είδη με τιμές MIC άνω του ορίου ευαισθησίας είναι πολύ σπάνια ή δεν
έχουν ακόμη αναφερθεί. Οι έλεγχοι προσδιορισμού και αντιμικροβιακής
ευαισθησίας σε οποιοδήποτε τέτοιο απομονωμένο οργανισμό πρέπει να
επαναλαμβάνεται και αν επιβεβαιωθεί το αποτέλεσμα ο απομονωμένος
οργανισμός πρέπει να αποστέλλεται στο εργαστήριο αναφοράς. Μέχρι να
υπάρξουν αποδείξεις σχετικά με την κλινική απόκριση για επιβεβαιωμένους
απομονωμένους οργανισμούς με MIC άνω του ισχύοντος ορίου
ανθεκτικότητας αυτοί πρέπει να αναφέρονται ως ανθεκτικοί.
4. Τα όρια ισχύουν για μια από του στόματος χορηγούμενη δόση των 500mg x
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 16 από 26
1 έως 500 mg x 2 και μια ενδοφλέβια δόση των 500mg x 1 έως 500 mg x 2.
μ Ο επιπολασ ός της ανθεκτικότητας μ πορεί να ποικίλει γεωγραφικά και χρονικά
μγια επιλεγ ένα είδη και οι τοπικές πληροφορίες για μτην αντοχή είναι επιθυ ητές,
ιδιαίτερα για τη θεραπεία μσοβαρών λοι ώξεων. Όταν είναι απαραίτητο,
μ μ μσυ βουλές ε πειρογνω όνων θα πρέπει να αναζητώνται όταν ο τοπικός
μεπιπολασ ός της ανθεκτικότητας είναι μτέτοιος ώστε η χρησι ότητα του
παράγοντα, μ τουλάχιστον σε ορισ ένους μτύπους λοι ώξεων είναι υπό
μα φισβήτηση.
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 17 από 26
Κοινά ευαίσθητα είδη
Αερόβια θετικά κατά Gram βακτήρια
Staphylococcus aureus* ευαίσθητος στην methicillin
Staphylococcus saprophyticus
Streptococci, ομάδα C και G
Streptococcus agalactiae
Streptococcus pneumoniae *
Streptococcus pyogenes *
Αερόβια αρνητικά κατά Gram βακτήρια
Burkholderia cepacia$
Eikenella corrodens
Haemophilus influenzae *
Haemophilus para-influenzae *
Klebsiella oxytoca
Klebsiella pneumoniae *
Moraxella catarrhalis *
Pasteurella multocida
Proteus vulgaris
Providencia rettgeri
Αναερόβια
βακτήρια
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 18 από 26
Peptostreptococcus
Άλλα
Chlamydophila
pneumoniae*
Chlamydophila
psittaci
Chlamydia trachomatis
Legionella pneumophila*
Mycoplasma pneumoniae*
Mycoplasma hominis
Ureaplasma urealyticum
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 19 από 26
Είδη για τα οποία η επίκτητη αντοχή μπορεί να αποτελεί πρόβλημα
Αερόβια θετικά κατά Gram βακτήρια
Enterococcus faecalis
Staphylococcus aureus methicillin-
resistant
#
Coagulase negative Staphylococcus spp
Αερόβια αρνητικά κατά Gram βακτήρια
Acinetobacter baumannii
Citrobacter freundii
Enterobacter aerogenes
Enterobacter agglomerans
Enterobacter cloacae
Escherichia coli
Morganella morganii
Proteus mirabilis
Providencia stuartii
Pseudomonas aeruginosa
Serratia marcescens
Αναερόβια βακτήρια
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 20 από 26
Bacteroides fragilis
Εγγενώς ανθεκτικά στελέχη
Αερόβια θετικά κατά Gram βακτήρια
Enterococcus faecium
#
Τα ανθεκτικά στην μεθικιλλίνη S
.
aureus είναι πολύ πιθανό να έχουν
ταυτόχρονη αντοχή στις φθοριοκινολόνες συμπεριλαμβανομένης της
λεβοφλοξασίνης.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η από του στόματος χορηγούμενη λεβοφλοξασίνη απορροφάται ραγδαίως και
σχεδόν πλήρως με μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα να επιτυγχάνεται μέσα σε
1-2 ώρες. Η απόλυτη βιοδιαθεσιμότητα είναι 90 -100%.
Η τροφή έχει μικρή επίδραση στην απορρόφηση της λεβοφλοξασίνης.
Συνθήκες σταθερής κατάστασης επιτυγχάνονται εντός 48 ωρών από την έναρξη
δοδολογικού σχήματος 500mg μία ή δύο φορές την ημέρα.
Κατανομή
Περίπου το 30 - 40 % της λεβοφλοξασίνης δεσμεύεται με τις πρωτεΐνες του
ορού.
Ο μέσος όγκος κατανομής της λεβοφλοξασίνης είναι περίπου 100 l μετά από
εφάπαξ και επαναλαμβανόμενες δόσεις των 500 mg, υποδεικνύοντας
εκτεταμένη κατανομή στους ιστούς του σώματος.
Διείσδυση σε ιστούς και τα υγρά του σώματος
Έχει αποδειχθεί ότι η λεβοφλοξασίνη διεισδύει στον βρογχικό βλεννογόνο, το
υγρό του εσωτερικού τοιχώματος του επιθηλίου, τα κυψελιδικά μακροφάγα, τον
ιστό των πνευμόνων, δέρμα (υγρό των φυσαλίδων), προστατικό υγρό και τα
ούρα. Ωστόσο η λεβοφλοξασίνη έχει μειωμένη διείσδυση εγκεφαλονωτιαίο υγρό.
Βιομετατροπή
Η λεβοφλοξασίνη μεταβολίζεται σε πολύ μικρό βαθμό, με τους μεταβολίτες να
είναι η desmethyl-levofloxacin και levofloxacin N-oxide. Αυτοί οι μεταβολίτες
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 21 από 26
αντιστοιχούν με < 5 % της δόσης που αποβάλλεται στα ούρα. Η λεβοφλοξασίνη
είναι στερεοχημικά σταθερή και δεν υφίσταται χειρόμορφη μετατροπή.
Απέκκριση
Μετά την από του στόματος και την ενδοφλέβια χορήγηση, η λεβοφλοξασίνη
αποβάλλεται από το πλάσμα σχετικά αργά (t
½
: 6 - 8 ώρες). Η απέκκριση είναι
κυρίως νεφρική (> 85 % της χορηγηθείσας δόσης).
Η μέση φαινομενική ολική κάθαρση της λεβοφλοξασίνης από το σώμα μετά από
εφάπαξ δόση 500 mg ήταν 175+/- 29,2 ml/min.
Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη φαρμακοκινητική της λεβοφλοξασίνης
μετά από ενδοφλέβια και από του στόματος χορήγηση, που δείχνει ότι η από του
στόματος και η ενδοφλέβια οδός χορήγησης μπορούν να εναλλαχθούν.
Γραμμικότητα
Η λεβοφλοξασίνη υπακούει στις γραμμικές φαρμακοκινητικές με εύρος από 50
έως 600mg.
Ειδικοί πληθυσμοί
Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
Η φαρμακοκινητική της λεβοφλοξασίνης επηρεάζεται από την νεφρική βλάβη.
Όταν μειώνεται η νεφρική λειτουργία μειώνονται η νεφρική απέκκριση και
κάθαρση, ενώ ο χρόνος ημίσιας ζωής αυξάνει, όπως φαίνεται στον πίνακα που
ακολουθεί:
Cl
cr
[ml/min] < 20
20 - 40 50 - 80
Cl
R
[ml/min] 13
26 57
t
1/2
[h] 35
27 9
Ηλικιωμένοι ασθενείς
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 22 από 26
Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην κινητική της λεβοφλοξασίνης ανάμεσα
σε νεαρούς και ηλικιωμένους ασθενείς, εκτός από αυτές που σχετίζονται με τις
διαφορές στην κάθαρση κρεατινίνης.
Διαφορές
γένους
Χωριστή ανάλυση για άρρενες και θήλεις ασθενείς έδειξαν μικρή έως οριακή
διαφορά στην φαρμακοκινητική της λεβοφλοξασίνης. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι
αυτή η διαφορά των γενών είναι κλινικής σημασίας.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο μ ε
μβάση τις συ βατικές μ ελέτες τοξικότητας εφάπαξ δόσης, τοξικότητας
επαναλαμβανόμενης δόσης, ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης και τοξικότητας
κατά την παραγωγή και ανάπτυξη.
Η λεβοφλοξασίνη δεν προκάλεσε ανεπάρκεια της γονιμότητας ή της
αναπαραγωγικής ικανότητας σε αρουραίους και η μόνη επίδράσή της στα
έμβρυα ήταν η καθηστερημένη ωρίμανση ως αποτέλεσμα της μητρικής
τοξικότητας.
Η λεβοφλοξασίνη δεν προκάλεσε μεταλλάξεις σε βακτηριακά ή στα κύτταρα
των θηλαστικών όμως δεν προκάλεσε χρωμοσωμικές αποκλήσεις σε πνευμονικά
κύτταρα κινέζικων χάμστερ in
vitro. Οι επιδράδεις αυτές μπορούν να αποδοθούν
στην αναστολή της τοποϊσομεράσης ΙΙ. In vitro έλεγχοι (μικροπυρήνα, ανταλλαγή
αδελφών χρωματίδων, μη προγραμματισμένη σύνθεση DNA, θανατηφόρες
δοκιμασίες). Μελέτες σε ποντίκια δεν έδειξαν μεταλλαξιογόνο δυνατότητα.
έδειξαν ότι η λεβοφλοξασίνη έχει φωτοτοξική δράση μόνο σε πολύ υψηλές
δόσεις. Η λεβοφλοξασίνη δεν έδειξε μεταλλαξιογόνο δράση με
φωτομεταλλαξιογόνο μέθοδο και μειώθηκε η ανάπτυξη όγκων με
φωτοκαρκινογόνο μέθοδο.
Όπως και με τις άλλες φθοριοκινολόνες, η λεβοφλοξασίνη εμφάνισε επιδράσεις
στους χόνδρους (φυσαλίδες και κοιλότητες) σε αρουραίους και σκύλους. Αυτά
τα ευρήματα είναι πιο εμφανή σε νεαρά πειραματόζωα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Χλωριούχο νάτριο,
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 23 από 26
Υδροξείδιο του νατρίου (για την προσαρμογή του pH)
Υδροχλωρικό οξύ (για την προσαρμογή του pH)
Ενέσιμο ύδωρ.
6.2 Ασυμβατότητες
Το Levofloxacin Kabi 5 mg/ml διάλυμα για έγχυση δεν πρέπει να αναμειγνύεται με
ηπαρίνη ή αλκαλικά διαλύματα (π.χ. ανθρακικό νάτριο).
Το φαρμακευτικό αυτό προϊόνδεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 6.6.
6.3 Διάρκεια ζωής
Διάλυμα για έγχυση συσκευασμένο προς πώληση:
Φιάλη 50ml και 100ml : 3 χρόνια
Σάκοι Freeflex® 50ml: 18 μήνες
Σάκοι Freeflex® 100ml: 2 χρόνια
Αραιωμένο
διάλυμα
:
Δεν είναι απαραίτητη η αραίωση πριν από την χορήγηση.
Για το αραιωμένο διάλυμα η χημική και φυσική σταθερότητα κατά την χρήση
έχει αποδειχθεί για 3 ώρες στους 25 °C.
Μετά το πρώτο άνοιγμα:
Από μικροβιολογικής άποψης, το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιείται αμέσως
(εντός 3 ωρών). Αν δεν χρησιμοποιηθεί αμέσως (εντός 3 ωρών), η κατά την
χρήση διάρκεια φύλαξης και οι συνθήκες πριν την χορήγηση είναι υπό την
ευθύνη του χρήστη, εκτός αν η ανασύσταση/αραίωση έχει πραγματοποιηθεί υπό
ελεγχόμενες και επικυρωμένες συνθήκες.
Δεν είναι απαραίτητη η προστασία από το φως κατά την διάρκεια της έγχυσης.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Συσκευασία φιάλης:
Να φυλάσσεται ο περιέκτης εντός της εξωτερικής συσκευασίας για να
προστατεύεται από το φως.
Να μην ψύχεται ή καταψύχεται.
Σάκοι Freeflex®:
Να μην φυλάσσεται πάνω από 25°C.
Να φυλάσσεται ο περιέκτης εντός της εξωτερικής συσκευασίας για να
προστατεύεται από το φως.
Να μην ψύχεται ή καταψύχεται.
Για τις συνθήκες φύλαξης του αραιωμένου προϊόντος δείτε την παράγραφο 6.3.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
1. Συσκευασίες που εγκρίθηκαν με την αποκεντρωμένη διαδικασία
50 ml σε φιάλη των 100 ml : Περιέκτης από χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο
(bottlepack) των 100ml, σφραγισμένο με πώμα που περιέχει ελαστικό δίσκο.
Μεγέθη συσκευασιών: 1, 10 και 25 φιάλες.
50 ml σε σάκο των 100 ml : 100ml σύστημα σάκου από πολυολεφίνη Freeflex
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 24 από 26
Mεγέθη συσκευασιών:10 και 20 σάκοι
100 ml σε φιάλη των 100 ml : Περιέκτης από χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο
(bottlepack) των 100ml, σφραγισμένο με πώμα που περιέχει ελαστικό δίσκο.
Μεγέθη συσκευασιών: 1, 10 και 25 φιάλες.
100 ml σε σάκο των 100 ml : 100ml σύστημα σάκου από πολυολεφίνη Freeflex
Mεγέθη συσκευασιών: 10 και 20 σάκοι
2. Συσκευασίες που θα κυκλοφορήσουν στην Ελληνική και στην
Κυπριακή αγορά
50 ml σε φιάλη των 100 ml : Περιέκτης από χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο
(bottlepack) των 100ml, σφραγισμένο με πώμα που περιέχει ελαστικό δίσκο.
Μεγέθη συσκευασιών: 1, 10 και 25 φιάλες.
50 ml σε σάκο των 100 ml : 100ml σύστημα σάκου από πολυολεφίνη Freeflex
Mεγέθη συσκευασιών:10 και 20 σάκοι
100 ml σε φιάλη των 100 ml : Περιέκτης από χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο
(bottlepack) των 100ml, σφραγισμένο με πώμα που περιέχει ελαστικό δίσκο.
Μεγέθη συσκευασιών: 1, 10 και 25 φιάλες.
100 ml σε σάκο των 100 ml : 100ml σύστημα σάκου από πολυολεφίνη Freeflex
Mεγέθη συσκευασιών: 10 και 20 σάκοι
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Οποιοδήποτε μη χρησιμοποιηθέν προϊόν ή υλικό απόρριψης πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους απαιτήσεις.
Μίγμα με άλλα διαλύματα για έγχυση:
Το Levofloxacin Kabi διάλυμα για έγχυση είναι συμβατό με τα παρακάτω
διαλύματα για έγχυση:
- Γλυκόζη 50mg/ml (5%).
- Διάλυμα Γλυκόζης-Ringer 25mg/ml (2.5%).
- Χλωριούχο νάτριο 9mg/ml (0.9%).
- Διάλυμα αμινοξέων
Δείτε την παράγραφο 6.2 για τις ασυμβατότες.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
FRESENIUS KABI HELLAS A.E.
Λ. Μεσογείων 354
153 41 Αγία Παρασκευή
Τηλέφωνο: +30 210 6542909
Fax: +30 210 6548909
e-mail: FKHinfo@freseniu-kabi.com
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
EL: 21758/10/15-02-2011
CY: 20574
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 25 από 26
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
EL: 15/02/2011
CY: 30-11-2009
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Οκτώβριος 2013
EL&CY_V-SPC-NL-H-1308-001-IB-006 Σελίδα 26 από 26